ΤΟ ΑΓΧΟΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ ΚΑΙ Η ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ Στέφανος Φ. Βασιλόπουλος Πανεπιστήμιο Πατρών Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης stephanosv@upatras.gr
Εν αρχή ην ο ορισμός Ως άγχος ορίζεται ένα σύνολο αντιδράσεων που εκδηλώνονται σε επίπεδο σκέψης, συναισθήματος (σωματικής διέγερσης) και συμπεριφοράς. Το άγχος μπορεί να συνδέεται με έναν πραγματικό κίνδυνο ή με μια φανταστική κατάσταση που όμως βιώνεται ως απειλητική. Μπορεί να συνδέεται με κάποια συγκεκριμένη κατάσταση, ενδέχεται όμως να έχει γενικευμένη μορφή. Το άγχος είναι φυσιολογικό μέρος της ζωής αλλά μερικές φορές μετατρέπεται σε πρόβλημα.
Οι τρεις διαστάσεις του άγχους: Η σωματική, η γνωστική και η συμπεριφορική διάσταση Η σωματική διάσταση αφορά τον τρόπο που αντιδρά το σώμα μας όταν είμαστε αγχωμένοι. Έτσι όταν είμαστε αγχωμένοι νιώθουμε: ταχυκαρδία, ζαλάδα, ναυτία, θολή όραση, πονοκέφαλο, σφίξιμο στο στήθος, λαχάνιασμα, κοκκίνισμα, έξαψη, αστάθεια Η γνωστική διάσταση αφορά τις σκέψεις που κάνουμε όταν είμαστε αγχωμένοι και οι οποίες είναι ως επί το πλείστον αρνητικές και αυτό-υπονομευτικές.
Οι τρεις διαστάσεις του άγχους: Η σωματική, η γνωστική και η συμπεριφορική διάσταση Η συμπεριφορική διάσταση αφορά τις συμπεριφορές που αναπτύσσουμε όταν νιώθουμε άγχος και οι οποίες διακρίνονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: (α) Αυτά που κάνουμε σε μια κατάσταση που μας προκαλεί άγχος (β) Αυτά που κάνουμε για να αποφύγουμε ένα αγχογόνο ερέθισμα
Η αλληλεπίδραση των τριών διαστάσεων του άγχους Όταν ένα άτομο αγχώνεται σπάνια βιώνει μία μόνο διάσταση. Στην πραγματικότητα οι τρεις διαστάσεις αλληλεπιδρούν όπως στο παράδειγμα: Ο Γιώργος είναι ένας μαθητής 6ης Δημοτικού που νιώθει έντονο άγχος κάθε φορά που εκτίθεται ενώπιον ακροατηρίου. Στην γιορτή του σχολείου η τάξη του ανεβάζει μια θεατρική παράσταση και είναι η σειρά του να ανέβει στη σκηνή. Λίγο πριν την είσοδό του ο Γιώργος κατακλύζεται από αρνητικές σκέψεις του τύπου «θα τα χάσω πάνω στη σκηνή», «θα μπερδέψω τα λόγια μου», «θα κοκκινίσω και θα γελάνε μαζί μου». Ταυτόχρονα, ο Γιώργος νιώθει το πρόσωπό του να καίει, τα χέρια και τα πόδια του να τρέμουν, ενώ η καρδιά του πάει να σπάσει. Τελικά ο Γιώργος, αντί να εμφανιστεί στη σκηνή, έφυγε τρέχοντας κατά το σπίτι του.
Ποια παιδιά κινδυνεύουν; Οι επιδημιολογικές έρευνες θέλουν 1 στα 10 παιδιά σχολικής ηλικίας να υποφέρουν από αγχώδεις διαταραχές Τα παιδιά όμως που εμφανίζουν μη διαγνωσμένες ή ηπιότερες μορφές άγχους είναι πολλά περισσότερα Δυστυχώς αρκετοί είναι αυτοί που θεωρούν τις φοβίες τους ως μόνιμο χαρακτηριστικό της προσωπικότητας και έτσι αποφεύγουν να αναζητήσουν (έγκαιρα) βοήθεια
Ποια παιδιά είναι περισσότερο ευάλωτα; Φαίνεται πως η ιδιοσυγκρασία ή ο χαρακτήρας του ατόμου παίζει σημαντικό ρόλο. Για παράδειγμα κάποια βρέφη είναι περισσότερο ευερέθιστα, προσαρμόζονται δύσκολα σε αλλαγές, εκδηλώνουν έντονο το άγχος του αποχωρισμού (7 μήνες) και νιώθουν περισσότερο άβολα με μη οικεία πρόσωπα.
Ποια παιδιά είναι περισσότερο ευάλωτα; Έχει υπολογιστεί πως γενετικοί παράγοντες συμβάλλουν κατά 30 με 40% περίπου στην εμφάνιση του άγχους. Σημαντικό παράγοντα συνιστά και το οικογενειακό περιβάλλον, στους κόλπους του οποίου μαθαίνουμε πολλά από αυτά που γνωρίζουμε για τον εαυτό μας και τον περιβάλλοντα κόσμο. Μην παραβλέπουμε όμως και τη σημασία της ύπαρξης (τραυματικών) εμπειριών ή άλλων βιωμάτων.
Παράγοντες που συμβάλλουν στην ανάπτυξη του άγχους Πηγή: Hope, Heimberg, Juster & Hope, 2005 Οικογενειακό περιβάλλον Άλλες εμπειρίες Γενετικοί παράγοντες
Είδη άγχους Στην παιδική ηλικία συναντάμε συνήθως δύο τύπους προβλημάτων που σχετίζονται με το άγχος: Τις φοβίες Τις κοινωνικές αναστολές Τα παιδιά πρώτα αποκτούν φοβίες για ορισμένα ζώα, έντομα, φυσικά στοιχεία (π.χ. κεραυνός) ή το σκοτάδι. Μεγαλώνοντας ανησυχούν εάν και κατά πόσο γίνονται αποδεκτά από τον κοινωνικό τους περίγυρο. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Από την ντροπαλότητα στο κοινωνικό άγχος ντροπαλότητα κοινωνική αποφευκτική φοβία/άγχος διαταραχή
Ομαδικές παρεμβάσεις Συνήθως λαμβάνουν χώρα 8 -10 εβδομαδιαίες συναντήσεις, οι οποίες διαρκούν 30 – 45 λεπτά. Στις συναντήσεις αυτές οι συμμετέχοντες ενημερώνονται για τη λειτουργία του άγχους, μαθαίνουν να εντοπίζουν τις δικές τους πηγές άγχους και αποκτούν τεχνικές για τη διακοπή του φαύλου κύκλου του άγχους. Επίσης, ανάμεσα στις συναντήσεις της ομάδας, τα μέλη επιχειρούν μια σταδιακή και ελεγχόμενη έκθεση σε φοβικές καταστάσεις προκειμένου να εξοικειωθούν με αυτές. Ήδη κάποιες πρώτες έρευνες– με μετρήσεις πριν και μετά την ομαδική παρέμβαση – επιβεβαιώνουν την αποτελεσματικότητα των ομάδων αυτών (π.χ. Damer, Latimer & Porter, 2010, Journal of Specialist in Group Work)