Κατέβασμα παρουσίασης
Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε
ΔημοσίευσεΜέλισσα Αβραμίδης Τροποποιήθηκε πριν 8 χρόνια
1
Μεθοδολογία και Πράξη της Διαπολιτισμικής Έρευνας. Θεμέλια Ποιοτικής Έρευνας. Στρατηγικές Έρευνας. ΠΜΣ “Θεωρία, Πράξη και Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου” Κατεύθυνση: Διαπολιτισμική Εκπαίδευση
2
Ποσοτική – Ποιοτική Έρευνα Στην κοινωνική εμπειρική έρευνα έχει επικρατήσει να αναφέρονται δύο διακριτές μεταξύ τους προσεγγίσεις : η «ποσοτική» και η «ποιοτική». Η διάκριση των δύο προσεγγίσεων δεν είναι «τεχνικού» χαρακτήρα - σχετίζεται με τις διαφορετικές λογικές που διέπουν την ερευνητική διαδικασία σύμφωνα με την κάθε προσέγγιση. Η διαφοροποίηση αυτή εδράζεται στις οντολογικές και επιστημολογικές παραδοχές που ασπάζονται οι ερευνητές με ποιοτικό προσανατολισμό και οι ερευνητές με ποσοτικό προσανατολισμό.
3
Οντολογία Η οντολογία αφορά στις παραδοχές για τη φύση της κοινωνικής πραγματικότητας. Τα βασικά ερωτήματα της οντολογίας είναι αυτά που αφορούν την ύπαρξη, τι σημαίνει ύπαρξη και υπάρχω, τι είναι φυσικό αντικείμενο, τι σημαίνει ιδιότητα του όντος και σχέσεις της ύπαρξης με τα υπόλοιπα όντα, πότε σταματά η ύπαρξη και τι είναι το «γίγνεσθαι», τι είναι ο θάνατος. Δηλαδή τα ερωτήματα που θέτει η οντολογία αφορούν το σύνολο της ύπαρξης και του φαινομένου της ζωής. Βασικό πρόβλημα που απασχόλησε την οντολογία είναι ο ορισμός της πραγματικότητας.
4
Επιστημολογία Η επιστημολογία αφορά στις παραδοχές σχετικά με τη φύση της επιστημονικής γνώσης για τα πράγματα και πώς παράγεται αυτή η γνώση. Βασικά ερωτήματα : Τι είναι ( ή τι θα πρέπει να θεωρείται ) αποδεκτή γνώση ; Μπορεί να μελετηθεί επιστημονικά ο κοινωνικός κόσμος ; Είναι εφικτή η εφαρμογή των μεθόδων των φυσικών επιστημών στην έρευνα της κοινωνικής επιστήμης ; Η ερευνητική μεθοδολογία που υιοθετούμε, δηλαδή η λογική και ο τρόπος διεξαγωγής της επιστημονικής έρευνας, εξαρτάται από τις επιστημολογικές μας τοποθετήσεις.
5
ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ (α) Η ποιοτική έρευνα αντλεί τις οντολογικές και επιστημολογικές της παραδοχές από φιλοσοφικά και θεωρητικά ρεύματα (Ερμηνευτική, Φαινομενολογία, Πραγματισμός), που θέτουν στο επίκεντρο τις έννοιες του νοήματος, της εμπειρίας, της διάδρασης, της κατανόησης και της ερμηνείας. Στο επίπεδο της κοινωνιολογικής σκέψης τα παραπάνω ρεύματα βρίσκουν ανταπόκριση στις «ερμηνευτικές μικροκοινωνιολογίες», π.χ. στη σχολή της συμβολικής διαντίδρασης, στην εθνομεθοδολογία, στη φαινομενολογική κοινωνιολογία και στον κοινωνικό κονστρουκτιβισμό.
6
ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ (β) Η θεμελίωση της ποιοτικής έρευνας στην ερμηνευτική παράδοση σημαίνει τη συμφωνία των ποιοτικών ερευνητών στις παρακάτω οντολογικές παραδοχές (καθώς και στις μεθοδολογικές τους συνέπειες) (Τσιώλης 2014): Α) Η κοινωνική πραγματικότητα είναι μια πολύπλοκη και πολυσχιδής συμβολική κατασκευή που συγκροτείται από διαφορετικά επίπεδα δομών νοήματος.
7
ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ (συνέχεια) Επομένως, Η κοινωνική πραγματικότητα Θα πρέπει να προσεγγισθεί ερευνητικά με τρόπους που συλλαμβάνουν τα πολλαπλά επίπεδα νοήματος και δίνουν έμφαση στον ενδεχομενικό της χαρακτήρα και την ιστορική (χωρο-χρονική) της πλαισίωση. Ο ερευνητής οφείλει να απορρίψει την ύπαρξη μιας ενιαίας, αντικειμενικής πραγματικότητας και να διερευνήσει τις πολλαπλές πραγματικότητες που προκύπτουν από τους διαφορετικούς και πολυσχιδείς τρόπους νοηματοδότησης και κοινωνικής κατασκευής.
8
ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ (γ) Β) Η κοινωνική πραγματικότητα παράγεται, αναπαράγεται και μετασχηματίζεται μέσα από τις καθημερινές κοινωνικές διαδράσεις των υποκειμένων. Οι άνθρωποι δεν θεωρούνται παθητικά δημιουργήματα των κοινωνικών δομών και των αξιακών συστημάτων, αλλά εφοδιασμένοι με την ικανότητα να ορίζουν τις κοινωνικές καταστάσεις, να δρουν και να διαντιδρούν βάσει των ορισμών αυτών και έτσι να συνδιαμορφώνουν την κοινωνική τους πραγματικότητα.
9
ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ (συνέχεια) Επομένως: Ο κοινωνικός ερευνητής οφείλει να εξετάσει τα ερευνώμενα φαινόμενα και πεδία ξεκινώντας «εκ των έσω», μέσα δηλαδή από την οπτική και τις εμπειρίες των συμμετεχόντων σε αυτά υποκειμένων. Η κοινωνική έρευνα συνίσταται σε μια ανακατασκευαστική διαδικασία, μια στοχαστική δηλαδή και κριτική ανακατασκευή των διαδικασιών κατασκευής νοημάτων των υποκειμένων. Ο ερευνητής δηλαδή επιζητεί να κατανοήσει την πρωτογενή διαδικασία της κατανόησης στο επίπεδο της καθημερινής βίωσης και δράσης (βλέπε και διπλή ερμηνευτική, Giddens).
10
ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ (δ) Γ. Η κοινωνική ζωή είναι μια ρέουσα πραγματικότητα. Επομένως, θα πρέπει να διερευνηθεί με μεθόδους που επιτρέπουν τη σύλληψη των κοινωνικών φαινομένων στη δυναμική τους διάσταση (Τσιώλης 2014).
11
Θεμελιώδεις αρχές της ποιοτικής έρευνας (α) Οι οντολογικές, επιστημολογικές και μεθοδολογικές παραδοχές του ερμηνευτικού παραδείγματος συγκεκριμενοποιούνται κατά την ερευνητική διαδικασία στις παρακάτω αρχές (Τσιώλης 2014): Α. Η αρχή της ανοικτότητας. Ο ερευνητής δεν συγκροτεί το αντικείμενο της έρευνάς του, προτού εισέλθει στο πεδίο της έρευνας και μελετήσει τον τρόπο με τον οποίο τα δρώντα υποκείμενα νοηματοδοτούν τα προς διερεύνηση φαινόμενα. Δεν συγκροτεί εννοιολογικές κατηγοριοποιήσεις και υποθέσεις εκ των προτέρων, παρά μόνο αφού εισέλθει στο πεδίο. Η ερευνητική διαδικασία διαρθρώνεται με διαλεκτικό – σπειροειδή τρόπο: η θεωρητική επεξεργασία και η εμπειρική διερεύνηση αλληλεξαρτώνται και τροφοδοτεί η μια την άλλη.
12
Θεμελιώδεις αρχές της ποιοτικής έρευνας (β) Β. Η αρχή του επικοινωνιακού χαρακτήρα της κοινωνικής έρευνας. Ο ερευνητής, για να διεισδύσει και να κατανοήσει πτυχές της πραγματικότητας μέσα από την οπτική των υποκειμένων, θα πρέπει να εμπλακεί στο πεδίο και να αποκτήσει επικοινωνιακές σχέσεις μαζί τους. Ο επικοινωνιακός χαρακτήρας της ποιοτικής έρευνας εξυπηρετείται από μεθόδους παραγωγής δεδομένων που δίνουν τη δυνατότητα στον ερωτώμενο να ενεργοποιήσει το δικό του σύστημα αναφορών και έκφρασης.
13
Θεμελιώδεις αρχές της ποιοτικής έρευνας (συνέχεια) Συγχρόνως, και ο ίδιος ο ερευνητής αποτελεί μέλος της κοινωνίας και συμμετέχει με την καθημερινή του δράση στην παραγωγή του κοινωνικού κόσμου. Δεν αποτελεί επομένως έναν αμερόληπτο παρατηρητή, σύμφωνα με το θετικιστικό παράδειγμα. Ωστόσο, και στην ποιοτική έρευνα χρειάζεται απόσταση. Ο ίδιος ο ερευνητής αναγνωρίζεται ως «ερευνητικό εργαλείο» και οφείλει να ενεργοποιεί αυτο-αναστοχαστικές διαδικασίες σε όλη τη διάρκεια της έρευνας, να εξετάζει δηλαδή πώς η τοποθέτηση του στο πλέγμα των κοινωνικών σχέσεων επηρεάζει την έρευνα του. Διάφορες τεχνικές, όπως η τήρηση ημερολογίου για τους λόγους που έπραξε με ένα συγκεκριμένο τρόπο ή έλαβε κάποιες αποφάσεις, βοηθούν στην κατεύθυνση του αυτό- ελέγχου του ερευνητή.
14
Θεμελιώδεις αρχές της ποιοτικής έρευνας (γ) Γ. Η αρχή της ολιστικής προσέγγισης και της διαφοροποίησης. Στην ποιοτική έρευνα υιοθετείται κατά κανόνα η ολιστική προσέγγιση των εξεταζόμενων περιπτώσεων. Τα ερευνητικά δεδομένα δεν υπάγονται σε προκαθορισμένες κατηγορίες, αλλά ανιχνεύεται η εσωτερική λογική τους και προσεγγίζονται όλες οι πτυχές τους. Το ενδιαφέρον εστιάζεται στην ανάδειξη των διαφορετικών εκδοχών και εκδηλώσεων του εξεταζόμενου κοινωνικού φαινομένου, καθώς και των διαφορετικών οπτικών των υποκειμένων επί του ερευνώμενου φαινομένου. Έτσι, δεν εξετάζονται μόνο οι αντιπροσωπευτικές περιπτώσεις, αλλά η εστίαση είναι στην ποικιλία/διαφοροποίηση.
15
Θεμελιώδεις αρχές της ποιοτικής έρευνας (δ) Δ. Η αρχή της πλαισίωσης. Το ερευνώμενο φαινόμενο, αλλά και η ίδια η ερευνητική διαδικασία οφείλουν να ερμηνευτούν εντός των κοινωνικών και ιστορικών πλαισίων που έχουν παραχθεί. Οι ερευνητές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις μεταβολές των πλαισίων αυτών. Τα κοινωνικά φαινόμενα μελετώνται πληρέστερα εντός του «φυσικού» τους περιβάλλοντος και όχι εντός ενός πειραματικού.
16
Λειτουργικοί ορισμοί ποιοτικής έρευνας (α) Α. Ως προς την οπτική που υιοθετεί ο ερευνητής (Τσιώλης 2014): Μελετά τα κοινωνικά φαινόμενα μέσα από την οπτική των εμπλεκομένων υποκειμένων, διεισδύοντας στα δικά τους νοηματικά πλαίσια αναφοράς. Εξετάζει την κοινωνική ζωή ως δυναμική διαδικασία. Υιοθετεί μια ολιστική προσέγγιση των φαινομένων, εντός των ιστορικών, κοινωνικών και πολιτισμικών πλαισίων που ανήκουν. Μελετά τα κοινωνικά φαινόμενα στην πολλαπλότητα τους και εστιάζει στη διαφοροποίηση (ποικιλία) της κοινωνικής ζωής. Υιοθετεί διαδικασίες αναστοχαστικού ελέγχου σε σχέση με τις επιλογές και τις αποφάσεις του.
17
Λειτουργικοί ορισμοί ποιοτικής έρευνας (β) Ως προς τον χαρακτήρα του ερευνητικού σχεδίου, ο ερευνητής (Τσιώλης 2014): Υιοθετεί ευέλικτα ερευνητικά σχέδια που επαναπροσδιορίζονται κατά τη διάρκεια της έρευνας βάσει και των ευρημάτων που προκύπτουν από τα αρχικά στάδια. Πραγματοποιεί την έρευνα του στον «πραγματικό» κόσμο, χρησιμοποιώντας μεθόδους παραγωγής δεδομένων, οι οποίες προσομοιάζουν σε καθημερινές πρακτικές. Δεν αποσκοπεί στον έλεγχο (επιβεβαίωση δηλαδή ή διάψευση) προδιατυπωμένων υποθέσεων, αλλά στην ανακάλυψη νέων πτυχών του εξεταζόμενου φαινομένου μέσω της διατύπωσης υποθέσεων θεμελιωμένων στα εμπειρικά δεδομένα.
18
Λειτουργικοί ορισμοί ποιοτικής έρευνας (γ) Γ. Ως προς την παραγωγή δεδομένων, ο ερευνητής (Τσιώλης 2014): Αξιοποιεί ευέλικτες μεθόδους παραγωγής δεδομένων που αντιμετωπίζουν με ευαισθησία το πλαίσιο εντός του οποίου παράγονται τα δεδομένα. Αξιοποιεί μεθόδους που εγκαθιδρύουν κατά κανόνα στενές επικοινωνιακές σχέσεις μεταξύ του ερευνητή και των συμμετεχόντων στην έρευνα. Αξιοποιεί ως μεθόδους τα διαφορετικά είδη της παρατήρησης, τη συνέντευξη, τις ομάδες εστίασης, τις βιογραφικές αφηγήσεις, αλλά και τη συλλογή και ανάλυση τεκμηρίων (φωτογραφιών, ημερολογίων, επιστολών, δημόσιων εγγράφων, φιλμ, δημοσιευμάτων στον Τύπο, διάλογων σε ομάδες κοινωνικής δικτύωσης, κ.λπ.).
19
Λειτουργικοί ορισμοί ποιοτικής έρευνας (δ) Δ. Ως προς την ανάλυση και την ερμηνεία των δεδομένων, ο ερευνητής (Τσιώλης 2014): Αξιοποιεί μεθόδους και διαδικασίες ανάλυσης που λαμβάνουν σοβαρά υπόψη την περιπλοκότητα, τη λεπτομέρεια και το πλαίσιο παραγωγής των δεδομένων. Αξιοποιεί μεθόδους που παρέχουν τη δυνατότητα σχηματισμού θεωρητικών κατηγοριών που θεμελιώνονται στα εμπειρικά δεδομένα, αποφεύγοντας την υπαγωγή των δεδομένων σε ένα προκαθορισμένο σύστημα ταξινομήσεων και εννοιών. Αναπτύσσει εξηγήσεις στο επίπεδο της κατανόησης του νοήματος και λιγότερο σε εκείνο της αποκάλυψης αιτιών.
20
Λειτουργικοί ορισμοί ποιοτικής έρευνας (ε) Ε. Ως προς τη φύση των αποτελεσμάτων, (Τσιώλης 2014): Τα ευρήματα μιας ποιοτικής έρευνας μπορεί να έχουν τη μορφή: μιας εμπειρικά θεμελιωμένης θεωρίας, η οποία προκύπτει μέσα από τη συστηματική παραγωγή και ανάλυση των εμπειρικών δεδομένων. μιας τυπολογίας, που φωτίζει τις διαφορετικές εκφάνσεις (τύπους) με τις οποίες εκδηλώνεται το υπό εξέταση φαινόμενο. μιας πυκνής περιγραφής (thick description), λεπτομερή δηλαδή αναφορά των υποδειγμάτων πολιτισμικών και κοινωνικών σχέσεων που έχει ανιχνεύσει ο ερευνητής στο πεδίο. μιας αναπτυξιακής εξήγησης. που φωτίζει τις διαδικασίες παραγωγής, ανάπτυξης, αναπαραγωγής ή και μετασχηματισμού κοινωνικών φαινομένων
21
Στρατηγικές Έρευνας: Ποιοτική Έρευνα. Δεν χρησιμοποιεί νούμερα και στατιστικές μεθόδους. Μελετά μία ή λίγες περιπτώσεις, δίνοντας έμφαση στη λεπτομέρεια και τη μοναδικότητα. Τα δεδομένα συλλέγονται με τη χρήση μη δομημένων ερευνητικών εργαλείων. Αναλύει σε βάθος και τα αποτελέσματα είναι στοχευμένα σε διαδικασίες, συμπεριφορές, στάσεις, κίνητρα και στρατηγικές. Δεν υιοθετείται μια «φυσική» αντίληψη του κοινωνικού κόσμου, αλλά ο τελευταίος ερμηνεύεται μέσα από την εξέταση του τρόπου που τα ίδια τα μέλη του τον κατανοούν. Επιστημολογία: έμφαση στην ερμηνεία και στο νόημα από το άτομο. Οντολογία: κονστρουκτιβισμός (ο κοινωνικός κόσμος «κατασκευάζεται» από τα άτομα που συμμετέχουν σε αυτόν και δεν είναι κάτι αντικειμενικό που τα υπερβαίνει) (Τσίρμπας 2014).
22
Ενδεικτικά πεδία στην ποιοτική διερεύνηση Τρόποι ορισμοί, ερμηνείας και νοηματοδότησης πτυχών του κοινωνικού κόσμου. Τρόποι βίωσης συγκεκριμένων καταστάσεων και διαδικασιών. Τρόποι δράσης (προσανατολισμοί, κίνητρα, στρατηγικές). Συγκρότηση ταυτοτήτων και κατανόησης του εαυτού. Κοινωνικές και πολιτισμικές πρακτικές. Διαδικασίες και κώδικες επικοινωνίας. Κυρίαρχοι λόγοι. Στυλ ζωής, πρότυπα κοινωνικών σχέσεων. Ιστορίες ζωής, συλλογική μνήμη. Θεσμούς, συστήματα αξιώσεων, κανόνες. (Τσιώλης 2014)
23
Παραδείγματα ποιοτικής διερεύνησης Εθνογραφία. Μελέτες για την κοινωνική ζωή που εστιάζουν στη λεπτομερή και ακριβή περιγραφή, παρά στην ερμηνεία. Εθνομεθοδολογία: Μελέτες για την κοινωνική ζωή που εστιάζουν στην ανακάλυψη των άρρητων, και συνήθως σιωπηρών, παραδοχών και συμφωνιών. Ποιοτική ανάλυση περιεχομένου. Ιστορίες ζωής.
24
Κριτική στην Ποιοτική Έρευνα Υποκειμενικότητα. Δυσκολίες επαλήθευσης των αποτελεσμάτων της. Μη γενικευσιμότητα.
25
Στρατηγικές Έρευνας: Ποσοτική Έρευνα (α). Χρησιμοποιεί νούμερα και στατιστικές μεθόδους. Βασίζεται σε αριθμητική μέτρηση συγκεκριμένων παραμέτρων συγκεκριμένων φαινομένων. Αναζητά μετρήσεις και αναλύσεις που μπορούν να επαναληφθούν, να διαψευστούν ή να επιβεβαιωθούν από άλλους ερευνητές. Τα δεδομένα συλλέγονται με τη χρήση δομημένων ερευνητικών εργαλείων. Τα αποτελέσματα βασίζονται σε μεγάλα δείγματα, τα οποία είναι συνήθως αντιπροσωπευτικά του πληθυσμού έρευνας. Η ανάλυση των αποτελεσμάτων είναι «αντικειμενική». Τα υποκειμενικά νοήματα σε δεύτερο πλάνο. Στόχος είναι η ανάδειξη μοτίβων-κανονικοτήτων (Τσίρμπας 2014).
26
Ποσοτική Έρευνα (β) Η ποσοτική έρευνα περιλαμβάνει μεταβλητές και τιμές από τις οποίες απαρτίζονται (Babbie 2011).
27
Ποσοτική Έρευνα (γ) Βασικά χαρακτηριστικά της ποσοτικής έρευνας είναι: Η μέτρηση (και η διασφάλιση της αξιοπιστίας και εγκυρότητα αυτής), Η αναζήτηση αιτιότητας, Η γενίκευση, και Δυνατότητα επαλήθευσης/διάψευσης.
28
Κριτική στην ποσοτική έρευνα Δεν μπορεί να συλλάβει την πολυπλοκότητα του κοινωνικού κόσμου που διαφέρει από τον φυσικό κόσμο → Θετικισμός. Δεν συνεισφέρει στην κατανόηση των υπό εξέταση φαινομένων και στο διαφορετικό νόημα που αποδίδουν τα υποκείμενα της έρευνας. Τα εργαλεία της ποσοτικής έρευνας δυσχεραίνουν επίσης την ανάδειξη νοημάτων.
29
Διαμόρφωση Ερευνητικών Υποθέσεων Η διαμόρφωση υποθέσεων αφορά κυρίως στην παραγωγικό μέθοδο έρευνας, όπου η θεωρία «κατευθύνει» την παρατήρηση. Υπάρχει δηλαδή ένα αναμενόμενο μοτίβο που ελέγχεται βάσει παρατηρήσεων. Υπόθεση είναι μια καθορισμένη ελεγχόμενη προσδοκία σχετικά με μια εμπειρική πραγματικότητα που προκύπτει από μια θεωρία. Είναι δηλαδή μια δήλωση για κάτι που, αν η θεωρία είναι σωστή, πρέπει να παρατηρηθεί στον πραγματικό κόσμο (Babbie 2011). Οι υποθέσεις δηλώνουν μια αναμενόμενη αιτιακή σχέση ανάμεσα σε δύο ή περισσότερες μεταβλητές. Για παράδειγμα, το επίπεδο εκπαίδευσης των γονέων (ανεξ. μεταβλητή) συνδέεται με τις πολιτικές επιλογές τους ή με τη σχολική επίδοση των παιδιών τους (εξαρτ. μεταβλητές).
Παρόμοιες παρουσιάσεις
© 2024 SlidePlayer.gr Inc.
All rights reserved.