Φαντασία και Δημιουργικότητα

Slides:



Advertisements
Παρόμοιες παρουσιάσεις
1 Δορυφορικό 2 ης ομάδας. 2 Είσαι στη μέση του μαθήματος και βλέπεις...  έναν μαθητή να βγαίνει από την αίθουσα διδασκαλίας,  δύο μαθητές να μιλούν.
Advertisements

ΑΡΜΟΝΙΑ ΣΩΜΑΤΟΣ - ΝΟΥ –ΨΥΧΗΣ ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΓΙΟΓΚΑ
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2012 Συνεργατική Διαχείριση Συγκρούσεων / Κρίσεων Γιάννης Ρουσσάκης.
Προσωπικές δεξιότητες
ΑΓΑΠΗ.
Η τέχνη βασίζεται στην εμπειρία και στο ταλέντο. Αποτελεί έναν ευρύτερης ερμηνείας όρο που χρησιμοποιείται για να περιγράψουμε την διαδικασία, της οποίας.
Εισηγητής:Στέφανος Μέτης
BULLYING Τελευταία γίνεται μεγάλη αναφορά στην ενδοσχολική βία μεταξύ των μαθητών και η πολιτεία με διαφημιστικά της μηνύματα, ξεκίνησε την ενημέρωση του.
Μερικά ακόμη παραδείγματα
4. Απόψεις και κίνητρα των μαθητών στο μάθημα των Μαθηματικών.
2ο ΠΡΟΤΥΠΟ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
5. Χαρακτηρισμός των μαθηματικών γνώσεων των μαθητών.
ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ 1 : ΓΙΑΤΙ ΜΕΛΕΤΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
«Γυναίκες εσμεν αθλιώτατον φυτόν»
 1999(;) ο Thomas Anderson, ή Neo ψάχνει απαντήσεις σχετικά με το λεγόμενο “Matrix”.  Έρχεται σε επαφή με τον Μορφέα και καταφέρνει να αποδράσει από.
Δόμηση και αποδόμηση κειμένων εκπαιδευτικής πολιτικής
TEXNH Γιάννης Παπαδόπουλος – Ζωή Ζαφειροπούλου Φιλόλογοι.
ΚΛΑΔΟΙ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ
Φαντασία και Δημιουργικότητα
project: οψεις της ψυχολογιας
Φαντασία και Δημιουργικότητα
V. Η Λειτουργία της Έκφρασης Ζητήματα στη Σύγχρονη Φιλοσοφία της Τέχνης.
Μοντέλα και μορφές αξιολόγησης
ΔΗΣ 110 Δημόσιες Σχέσεις ΣΤΕΛΛΑ ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ 09/02/2015 2
Η ΘΡΗΣΚ. ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΙΣ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ Η ραββινική παράδοση θέλει την εκπαίδευση του παιδιού σύμφωνη με εκείνη των γονιών του. Συμβουλεύουν όμως τους παιδαγωγούς.
Ένας φιλόσοφος του κοινού νου
ΦΙΛΙΑ Σε μια αληθινή φιλία, βρίσκομαι μαζί με τον άλλο άνθρωπο για να μοιραστούμε την ίδια τη ζωή, τις χαρές και τις λύπες της. Ο αληθινός φίλος είναι.
Η Ζωγραφική του 20ου αιώνα
Η ΑΝΑΓΚΗ ΜΙΑΣ ΣΥΝΘΕΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΙΜΜΑΝΟΥΕΛ KANT ( )
«Φυσικές Επιστήμες και Περιβαλλοντική Εκπαίδευση: Βιβλιογραφική επισκόπηση και ζητήματα που αναδύονται» Βασιλούδης Ιωάννης, Δάσκαλος, MSc Βιώσιμης Ανάπτυξης.
Harry Potter Η μαγεία της ψυχολογίας
“ΕΓΩ, Ο AΛΛΟΣ, Ο ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΣ … ΖΟΥΜΕ ΜΑΖΙ”
SusCity: κατασκευάζοντας ψηφιακά παιχνίδια αειφόρων πόλεων Ν. Γιαννούτσου Μ. Δασκολιά Μ. Ξένος Εργαστήριο Εκπαιδευτικής Τεχνολογίας
ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ Τάξη Στ1 Σχολική χρονιά Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής.
Αναπτυξιακή Ψυχολογία
Ιστορία της φιλοσοφίας: Σωκράτης, Πλάτων, Αριστοτέλης Σ. Σταυριανέας Τμήμα Φιλοσοφίας Παν/μίου Πατρών 14/10/2015.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΣ Η ΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΣΤΟΝ ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΩΡΟ: ΟΠΤΙΚΗ-ΡΗΤΟΡΙΚΗ ΕΠΙΦΑΣΗ Ή ΦΡΑΣΤΙΚΗ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ;
ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ. Ερώτηση 1 η : Γιατί σύμφωνα με το συγγραφέα οι νέοι έχουν την τάση να αμφισβητούν ενώ οι μεγάλοι όχι; Σύμφωνα με τον συγγραφέα.
Η σύγχρονη παιδαγωγική σκέψη βρίσκεται ανάμεσα σε δύο ρεύματα, της κοινωνικής ανανέωσης και της κοινωνικής συντήρησης. Τα νέα άτομα στη διαδικασία της.
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΜΠΕΜΠΕΤΣΟΣ, Ph.D.. H ηθική περιλαμβάνει τις αρχές που ορίζουν το τι είναι σωστό και το τι όχι. Ως ηθική συμπεριφορά ορίζεται η επίδειξη μιας.
ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΕΚΦΡΑΣΗΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΕΛΛΗ ΜΟΥΡΑΤΗ-ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ 1.
Ένα εισαγωγικό ταξίδι στον κόσμο της τέχνης..  Η τέχνη, ως δημιούργημα του ανθρώπου, είτε υπηρετεί τη θρησκεία, τις πεποιθήσεις, τα ιδανικά είτε εξυπηρετεί.
Συνέντευξη με νήπια.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΛΗΨΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
Ανάλυση κρίσιμου συμβάντος
Φιλοσοφία της εκπαίδευσης και Πρόγραμμα Σπουδών
Βιολογία Γυμνασίου.
-ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΚΟΣΜΟ ΤΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ- ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΡΑΒΑΝΗΣ
ΗΘΙΚΟΣ ΣΧΕΤΙΚΙΣΜΟΣ.
Κοσμοθεωρίες: Εναλλακτικές κουλτούρες αναπαράστασης και διαχείρισης της σχέσης του «φυσικού κόσμου» με τον «ανθρώπινο εαυτό» Βασίλης Τσελφές.
Κων/νος Καβάφης Διαθεματική εργασία Λογοτεχνίας Σταυρούλα Μαγουλά
ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
Το τέλος του κόσμου στον ινδουισμό
Εναλλακτικές εφαρμογές αξιολόγησης
Εκπαιδεύοντας τον παππού στο διαδίκτυο
Ο Απόστολος Παύλος στην Ελλάδα
1. «Αμφιβολίας Εγκώμιον», του Νίκου Δήμου
Ολυμπιακή παιδεία και Αθλητική Ηθική
Επαγγέλματα Ο όρος επαγγέλματα στη γενικότερη αντίληψη χαρακτηρίζει την κατά κλάδο ή αντικείμενο συνήθη ασκούμενη βιοποριστική ενασχόληση, (εργασία), του.
“Εφηβεία, διαπροσωπικές σχέσεις, συγκρούσεις και συνθέσεις.”
Κομματικός Φανατισμός
Η δυτική ζωγραφική από τον 14ο αιώνα έως τον 18ο αιώνα
Φιλοσοφία Αθλητισμού Ευάγγελος Αλμπανίδης.
Ο κοινωνικός περίγυρος - Μορφές διαπροσωπικών σχέσεων.
Η δυτική ζωγραφική τον 14ο -18ο αιώνα
Πώς να κάνουμε σωστές επιλογές, σύμφωνα με τη χριστιανική πίστη
H τηλεόραση και το παιδί
Ποιος είναι ο τέλειος κριτής
Εφηβικές Συμπεριφορές υψηλού κινδυνου και ΜΜΕ
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ 1ου ΤΕΤΡΑΜΗΝΟΥ
Μεταγράφημα παρουσίασης:

Φαντασία και Δημιουργικότητα 1. Ο Πλάτωνας για την τέχνη

Ο Πλάτωνας είναι ο πρώτος φιλόσοφος ο οποίος καταπιάνεται με σημαντικά ζητήματα για τη φύση της τέχνης με συστηματικό τρόπο, αν και χωρίς αμφιβολία κάποια από αυτά τα ζητήματα θα αποτελούσαν αντικείμενο συζήτησης ήδη στη δική του εποχή. Από τη σύγχρονη σκοπιά, όπου η τέχνη αναγνωρίζεται ως υψηλή πολιτισμική δημιουργία, μας φαίνεται ίσως παράξενη η αρνητική στάση που, όπως θα δούμε, ο Πλάτωνας υιοθετεί απέναντι της.

Θα προσπαθήσουμε όμως να κατανοήσουμε αυτή τη στάση προσδιορίζοντας όχι μόνο πώς ο Πλάτωνας αντιλαμβάνεται τη φύση της τέχνης αλλά και πώς θεωρεί ότι η τέχνη λειτουργεί, σε σχέση με τις μεταφυσικές του παραδοχές για τον κόσμο και τη γνώση. Κατά τον Πλάτωνα υπάρχει μια μεταφυσική και ηθική τάξη στον κόσμο την οποία η φιλοσοφία θα πρέπει να ανακαλύψει μέσω της λογικής σκέψης και οι τέχνες μπορούν να έχουν αληθινή αξία μόνο αν προβάλλουν σωστά αυτή την τάξη ή μας βοηθούν να τη συλλάβουμε και να συμμορφωθούμε προς αυτήν.

Οι καλλιτέχνες οι οποίοι, μέσω θείας έμπνευσης, δημιουργούν έργα τα οποία μας προκαλούν συγκίνηση ή απόλαυση, δεν είναι κατά τον Πλάτωνα σε θέση να μας προτείνουν υποδείγματα ανθρώπινης ζωής και πράξης, καθώς δεν έχουν συλλάβει τις πραγματικές ανθρώπινες αξίες. Μόνο ο φιλόσοφος, που έχει πρόσβαση στην μεταφυσική και ηθική αλήθεια, μπορεί να σταθεί κριτικά απέναντι στην τέχνη και να προσδιορίσει – με τη λογική και όχι με το συναίσθημα - υπό ποιους όρους ή σε ποιες της μορφές μπορεί αυτή να μας είναι πραγματικά χρήσιμη ή να είναι πραγματικά αξιόλογη.

Ο Πλάτωνας επιχειρεί την πιο συστηματική πραγμάτευση της τέχνης στην Πολιτεία και σε αυτόν τον διάλογο θα εστιάσουμε. Ξεκινά λοιπόν την πραγμάτευσή του προσδιορίζοντας τον ρόλο που πρέπει να έχει η τέχνη στην ιδανική πολιτεία ως όργανο εκπαίδευσης. Οι νέοι φύλακες, οι οποίοι θα είναι υπεύθυνοι για την ακεραιότητα της πόλης, θα πρέπει να λαμβάνουν μια εκπαίδευση η οποία θα διαμορφώσει σωστά τους εύπλαστους χαρακτήρες τους – ‘σωστά’ σημαίνει ότι θα τους κάνει να γνωρίσουν και να ενστερνιστούν «την ομορφιά του λόγου».

Αναγνωρίζει ο Πλάτωνας ότι οι τέχνες θα πρέπει να έχουν σημαντικό ρόλο σε αυτή την εκπαίδευση, προσφέροντας πρότυπα συμπεριφοράς τα οποία οι νέοι φύλακες θα μάθουν να θαυμάζουν και θα θέλουν να μιμηθούν. Έπεται όμως από αυτή τη διδακτική λειτουργία που αποδίδεται στην τέχνη ότι θα πρέπει τα έργα της, με τα οποία θα έρχονται σε επαφή οι φύλακες, να επιλέγονται προσεκτικά, κρίνοντας σε κάθε περίπτωση αν προσφέρουν τα κατάλληλα πρότυπα ή αν προάγουν την ορθή κατανόηση του κόσμου.

Σε αυτήν ακριβώς τη βάση ο Πλάτωνας ασκεί στο 10ο βιβλίο της Πολιτείας δριμεία επίθεση στους καλλιτέχνες, ιδιαίτερα στους δραματικούς ποιητές. Προσπαθεί να πείσει με λογικά επιχειρήματα ότι το μεγαλύτερο μέρος της καλλιτεχνικής παραγωγής, ακόμη και το πιο άρτιο, είναι ακατάλληλο ως όργανο διαπαιδαγώγησης, παρά τη φυσική αγάπη που έχει το κοινό για την τέχνη.

Η κεντρική έννοια σε αυτή την επίθεση είναι η έννοια της μίμησης: το καλλιτεχνικό έργο – είτε πρόκειται για ζωγραφική, γλυπτική ή ποίηση – είναι μιμητικό, με την έννοια ότι δημιουργεί μια ομοιότητα ή είδωλο κάποιου πραγματικού αντικειμένου ή ενός χαρακτήρα ή μιας πράξης. Οι καλλιτέχνες χαρακτηρίζονται λοιπόν από τον Πλάτωνα ως «μιμητικόν έθνος», ανεξάρτητα από το είδος της τέχνης το οποίο ασκούν, καθώς θεωρεί ότι η φύση του έργου τους είναι σε κάθε περίπτωση ίδια: είναι δηλαδή μίμηση της πραγματικότητας.

Σε αυτήν ακριβώς τη σύλληψη της φύσης του έργου τέχνης θα βασιστεί ο Πλάτωνας για να θέσει το αίτημα αποκλεισμού των ποιητών από την ιδανική πολιτεία. Ο Πλάτων θεωρεί ότι, ως περίπτωση μίμησης, το ποιητικό έργο είναι απομακρυσμένο από την αλήθεια, παρόλο που μπορεί να μας φαίνεται απατηλά ότι πηγάζει από γνώση, ενώ επιπλέον απειλεί την κυριαρχία του λόγου καθώς απευθύνεται στο συναίσθημα.

Η βλάβη της ποίησης είναι δηλαδή διπλή: αφ’ενός ψευδώς υπόσχεται ενίσχυση της γνώσης, αφετέρου προκαλεί ηθική και ψυχολογική βλάβη στο άτομο και την κοινότητα. Ας δούμε όμως πώς αναπτύσσεται αυτή η επίθεση (η οποία, ενώ στοχεύει στη δραματική ποίηση, εστιάζει στην εικαστική τέχνη ως παράδειγμα δημιουργίας και λειτουργίας του καλλιτεχνικού έργου).

Α. Η φύση του έργου Ένα ουσιώδες γνώρισμα του ειδώλου ή της μίμησης είναι ότι κατά κάποιο τρόπο υστερεί από το πρωτότυπό του. Αν το είδωλο ήταν τέλειο «εκφράζοντας από κάθε άποψη ολόκληρη την πραγματικότητα» του αντικειμένου του, «τότε δεν θα ήταν πια είδωλο» αλλά ένα άλλο παράδειγμα του ίδιου πράγματος (Κρατύλος).

Όταν ένας κατασκευαστής μαχαιριών, για παράδειγμα, αντιγράφει ένα μαχαίρι που έφτιαξε κάποιος άλλος, δημιουργεί άλλο ένα μαχαίρι και όχι τη μίμηση ενός μαχαιριού: αυτό το οποίο δημιουργεί έχει όλες τις ιδιότητες του πρωτότυπου, τόσο ιδιότητες εμφάνισης όσο και χρήσης, οπότε είναι άλλο ένα αντικείμενο αυτής της κατηγορίας.

Ωστόσο η εικόνα ενός μαχαιριού υστερεί από ένα πραγματικό μαχαίρι καθώς δεν έχει το βάρος, την αιχμηρότητα, τη σκληρότητα του υλικού μαχαιριού. Επειδή ακριβώς το εικονικό μαχαίρι δεν έχει σημαντικές ιδιότητες υπόστασης τις οποίες έχει το πρωτότυπό του, είναι λιγότερο πραγματικό από αυτό το πρωτότυπο.

Αν λάβουμε μάλιστα υπ’όψη ότι για τον Πλάτωνα η πραγματικότητα (φύσις) είναι ο κόσμος των Μορφών και ότι το υλικό αντικείμενο – το μαχαίρι – είναι ήδη απομακρυσμένο από την πραγματικότητα, καταλαβαίνουμε ότι η μίμηση ανήκει οντολογικά στο χαμηλότερο σκαλοπάτι ύπαρξης: απέχει ένα βήμα από την υλική υπόσταση και δύο βήματα από την πραγματικότητα, δηλαδή τις υπερβατικές μορφές που βρίσκονται πίσω από τις υλικές, επομένως δεν μπορεί να μας φέρει σε επαφή με τις υπερβατικές μορφές.

Αυτό ισχύει μάλιστα ακόμη περισσότερο για τις καλλιτεχνικές μιμήσεις καθώς αυτές είναι επιπλέον απατηλές. Και είναι απατηλές γιατί ο ζωγράφος ή ο γλύπτης, για παράδειγμα, δεν προσπαθούν να αντιγράψουν πιστά τις πραγματικές ιδιότητες του μοντέλου, τις αληθινές διαστάσεις, τις αληθινές αναλογίες, τα αληθινά χρώματα, αλλά πάντοτε στοχεύουν σε ένα βαθμό παραμόρφωσης που θα επιτρέψει στο αποτέλεσμα να είναι αισθητικά άρτιο ή έστω φροντίζουν να αναπαράγουν μόνο πώς το αντικείμενο φαίνεται.

(Οι ζωγράφοι και οι γλύπτες δηλαδή αναπαράγουν μόνο ιδιότητες εμφάνισης και αυτές συνήθως κάπως παραμορφωμένες ώστε να επιτύχουν ένα ορισμένο αισθητικό αποτέλεσμα. Αναλογία με ποίηση: παραμόρφωση ανθρώπινων βίων, χαρακτήρων, πράξεων, με στόχο την δημιουργία έντονης συγκίνησης.) Η καλλιτεχνική μίμηση λοιπόν φαίνεται έτσι να είναι παραποίηση της υλικής υπόστασης και ως τέτοια ανήκει για τον Πλάτωνα στην ίδια κατηγορία με τα όνειρα και τις ψευδαισθήσεις, δηλαδή στην κατηγορία των ψευδών παραστάσεων.

Β. Η άγνοια του δημιουργού Το έργο τέχνης είναι προβληματικό για τον Πλάτωνα όχι μόνο σε σχέση με τον οντολογικό του χαρακτήρα (τη θέση δηλαδή την οποία κατέχει σε σχέση με τη σφαίρα του πραγματικού) αλλά και σε σχέση με την πηγή δημιουργίας του: το έργο τέχνης πηγάζει από θεία έμπνευση και όχι από γνώση οπότε δεν δύναται να προσφέρει γνώση είτε για τη φύση των πραγμάτων είτε για την ανθρώπινη κατάσταση.

Κατά τον Πλάτωνα, αντίθετα με τους καλλιτέχνες, οι τεχνίτες κατέχουν γνώση, καθώς θα πρέπει να έχουν συλλάβει τη μορφή, δηλαδή την ουσία, του αντικειμένου που δημιουργούν. Προκειμένου, για παράδειγμα, ο ξυλουργός να δημιουργήσει μια καλή καρέκλα θα πρέπει να έχει συλλάβει τη λειτουργία της καρέκλας αλλά και το κατάλληλο σχέδιο/δομή που θα πρέπει να έχει αυτή προκειμένου να εξυπηρετήσει καλά το σκοπό της, να γνωρίζει το υλικό το οποίο ανταποκρίνεται κατάλληλα σε αυτό το σκοπό, να είναι σε θέση να επιλέξει διαστάσεις που θα εξυπηρετούν κτλ.

Ο ξυλουργός λοιπόν έχει γνώση του αντικειμένου που δημιουργεί, κατέχει δηλαδή τις πληροφορίες οι οποίες θα του επιτρέψουν να δημιουργήσει ένα καλό δείγμα αυτού του είδους. Όπως ο ξυλουργός, έτσι οι γιατροί, οι μαθηματικοί, οι πολέμαρχοι, κατά τον Πλάτωνα, κατέχουν μια τέχνη: δηλαδή, έχουν απαραίτητες πληροφορίες για ένα αντικείμενο, μπορούν να μεταδώσουν αυτή τη γνώση, κατανοούν γενικές αρχές ή κανόνες που διέπουν το πεδίο τους και μπορούν να εξηγήσουν λογικά γιατί η δραστηριότητά τους οδηγεί σε ένα επιτυχές αποτέλεσμα.

Ο καλλιτέχνης ωστόσο είναι ψευδο-τεχνίτης Ο καλλιτέχνης ωστόσο είναι ψευδο-τεχνίτης. Δεν κατέχει τέχνη αλλά μόνο τέχνασμα (τριβή) καθώς δεν έχει γνήσια γνώση των αντικειμένων που δημιουργεί, δεν ακολουθεί κανόνες και συνεπώς δεν έχει ξεκάθαρη ιδέα για το τι κάνει. Για παράδειγμα, ο ζωγράφος, ο οποίος δημιουργεί απατηλές ομοιότητες, δεν χρειάζεται να έχει συλλάβει την ουσία και λειτουργία των αντικειμένων που ζωγραφίζει καθώς το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να αναπαράγει τα φαινόμενα και όχι την ουσία των πραγμάτων (να αναπαράγει δηλαδή πώς τα πράγματα φαίνονται, όχι πώς είναι πραγματικά).

Ανάλογα ο ποιητής δεν έχει γνώση όλων εκείνων των δράσεων και καταστάσεων που περιγράφει. Αν οι ποιητές γνώριζαν πραγματικά πώς να ναυπηγούν πλοία και να διοικούν στρατεύματα, ισχυρίζεται ειρωνικά ο Πλάτωνας, θα έκαναν αυτά τα χρήσιμα πράγματα και δεν θα μιλούσαν για ανθρώπους που τα κάνουν. Αν γνώριζαν τη φύση της ενάρετης ζωής και του καλού κράτους θα ασκούσαν κάποια επίδραση στους πολίτες και τις κυβερνήσεις.

Αλλά καθώς τους λείπει κάθε φιλοσοφική κατανόηση και, επιπλέον, καθοδηγούνται από την επιθυμία να ευχαριστήσουν το πλήθος και να κερδίσουν την επιδοκιμασία του, οι ποιητές δεν έχουν καν αληθείς γνώμες (δόξα). [Οι περιγραφές που προβάλλουν είναι αυτές που θα συγκινήσουν και όχι αυτές που – έπειτα από λογική επεξεργασία - τους φαίνονται οι πιο έγκυρες ή αληθείς.]

«Μπορούμε λοιπόν να συμπεράνουμε ότι όλη η ποίηση, από τον Όμηρο και μετά, συνίσταται στο να παρουσιάζει μια επίφαση του αντικειμένου της, όποιο και αν είναι αυτό, περιλαμβάνοντας κάθε λογής ανθρώπινη αξία, χωρίς να συλλαμβάνει την πραγματικότητα.»

Γι’αυτό και οι καλλιτέχνες βρίσκονται, ανάμεσα σε όλους τους ανθρώπους, στα χαμηλότερα επίπεδα γνώσης, όπως μας λέει στο Φαίδρο: όταν οι νεογέννητες ψυχές, αφού αντίκρισαν το όντως όν βυθίζονται σε διάφορους βαθμούς λησμοσύνης και τοποθετούνται ανάλογα σε εννέα επίπεδα, ο Σωκράτης λέει «ότι στην έκτη κατηγορία μπορούμε βάσιμα να τοποθετήσουμε τον ποιητή και άλλους μιμητικούς καλλιτέχνες».

Βέβαια ο Πλάτωνας δεν ισχυρίζεται ότι η καλλιτεχνική παραγωγή είναι μηχανική ή αυτόματη δραστηριότητα. Η άρνηση απόδοσης γνώσης στους καλλιτέχνες οδηγείται από μια σύλληψη για τον απώτερο στόχο τους αλλά και για τον τρόπο που τον εξυπηρετούν. Ο απώτερος στόχος των καλλιτεχνών είναι η τέρψη του κοινού, είτε οπτική είτε συγκινησιακή, και αυτή δεν επιδέχεται κανόνες ή κάποιο είδος λογικής ανασυγκρότησης που θα μας επέτρεπε να μιλάμε για γνώση. Αλλά τότε πώς οι καλλιτέχνες δημιουργούν;

Η απάντηση του Πλάτωνα (Ίων) είναι ότι οι καλλιτέχνες δημιουργούν βγαίνοντας έξω από το λογικό τους, δηλαδή μέσω της φαντασίας: μέσω αυτής ο ποιητής γίνεται όργανο της μούσας, ακολουθεί θεία έμπνευση και η έμπνευση αυτή του επιτρέπει να δημιουργεί εικόνες και δρώμενα τα οποία θα συγκινήσουν και θα ξεσηκώσουν το κοινό.

Το κοινό όμως, όντας αδαές, δεν είναι σε θέση να συλλάβει αυτή την άλογη πηγή του καλλιτεχνικού έργου - και επομένως τη χαμηλή γνωσιακή του αξία – και τείνει να θεωρεί ότι οι καλλιτέχνες γνωρίζουν όλα αυτά για τα οποία μιλούν, θεωρώντας τους μάλιστα ειδικούς για κάθε θέμα. Και αυτή για τον Πλάτωνα είναι, εν μέρει, η επικινδυνότητα της τέχνης.

Γ. Η ηθική βλάβη της τέχνης Το κατηγορητήριο που απευθύνει ο Πλάτωνας στην τέχνη, το οποίο αμφισβητεί τη γνωσιακή της αξία, εδράζεται στον τρόπο με τον οποίο οι καλλιτέχνες δημιουργούν το έργο τους (μέσω έμπνευσης) αλλά και στη φύση αυτού του έργου: στο ότι αυτό δηλαδή είναι σε κάθε περίπτωση επίφαση πραγματικότητας, η οποία έχει σκοπό όχι να υπηρετήσει την αλήθεια αλλά να συγκινήσει και να παρασύρει, κερδίζοντας έτσι ο καλλιτέχνης την επιδοκιμασία του κοινού.

Αυτό που καθιστά επικίνδυνη την τέχνη, κατανοούμε, δεν είναι μόνο το τι κάνουν οι καλλιτέχνες αλλά και το πώς στέκεται το κοινό απέναντι στα έργα τους: αυτοί οι δύο παράγοντες, λειτουργώντας συνδυαστικά, καθιστούν την τέχνη επικίνδυνη. Το δεύτερο μέρος του κατηγορητηρίου που απευθύνει ο Πλάτωνας στην τέχνη εστιάζει στην ηθική βλάβη που αυτή προκαλεί αλλά και εδώ έχουμε αυτή τη συνδυαστική λειτουργία των ίδιων παραγόντων. Γιατί όμως η τέχνη προκαλεί ηθική βλάβη;

Πολλά έργα τέχνης, ιδιαίτερα της τραγικής και επικής ποίησης, είναι μιμήσεις ανθρώπινων βίων και πεπρωμένων. Η απόλαυση που προκαλούν οφείλεται συνήθως στο ότι αναπαριστούν ανθρώπους οι οποίοι βρίσκονται σε έντονες συγκινησιακές καταστάσεις και εκφράζουν τα συναισθήματά τους με τόσο βίαιο τρόπο ώστε να προκαλούν συγκίνηση και στους ακροατές.

Η αναπαράσταση ήρεμων, σοφών και αυτοκυριαρχημένων ανθρώπων, λέει ο Πλάτωνας, δεν είναι και τόσο καλή συνταγή για ένα συναρπαστικό δράμα. Όμως τα μίση και οι φόβοι, οι παροξυσμοί ζήλιας και το δράμα της Μήδειας συγκινούν και παρασύρουν - όχι τη λογική αλλά το συναίσθημα, δηλαδή το κατώτερο μέρος της ψυχής. Τα έργα αυτά λοιπόν «διεγείρουν και ενισχύουν ένα στοιχείο που απειλεί να υποσκάψει τη λογική».

Θα πρέπει λοιπόν, κατά τον Πλάτωνα, όταν σκεφτόμαστε την ιδανική μας πόλη, να λάβουμε υπ’όψη μια σημαντική επίπτωση της δραματικής τέχνης στο χαρακτήρα: την τάση να κάνει τους ανθρώπους πιο ευσυγκίνητους, λιγότερο αυτοκυριαρχημένους (ανεξάρτητα από το αν ξεσπούν σε δάκρυα ή σε γέλια). Το δράμα «υποθάλπει την ανάπτυξη παθών που θα έπρεπε να εξασθενίσουν και τα κάνει εξουσιαστές μας, μολονότι η ευζωία και ευτυχία μας εξαρτώνται από την ποδηγέτησή τους».

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η τέχνη είναι απολαυστική, παραδέχεται ο Πλάτωνας, αλλά «πρέπει να διδαχθούμε από τον εραστή ο οποίος απαρνείται με κάθε θυσία ένα πάθος που διαπιστώνει ότι δεν του κάνει καλό» γιατί η αγάπη για την ποίηση είναι το ίδιο βλαβερή για τον χαρακτήρα και πρέπει να μάθουμε να ζούμε χωρίς αυτήν.

Ο Πλάτων θέτει άμεσα ένα ζήτημα που θα μας απασχολήσει στη συνέχεια αυτού του μαθήματος, το ζήτημα της ηθικής επενέργειας της τέχνης, δηλαδή της επίδρασης της στον χαρακτήρα και τη συμπεριφορά. Η υπόθεση του Πλάτωνα, όπως γίνεται σαφές, είναι ότι η τέχνη είναι βλαβερή γιατί ενισχύει το άλογο μέρος της ψυχής, κάνοντας μας ευσυγκίνητους και λιγότερο αυτοκυριαρχημένους.

Αυτό που επιπλέον έχει κατά νου είναι ότι η τέχνη παρουσιάζει λανθασμένα πρότυπα συμπεριφοράς: με το να παρουσιάζει τους θεούς και τους ήρωες ως αδύναμους ή διεφθαρμένους – με στόχο πάντα τη δημιουργία συγκίνησης – βάζει το κοινό, ιδιαίτερα τους νέους, στον πειρασμό να μιμηθούν αυτούς τους χαρακτήρες, με δραματικές συνέπειες για την ηθική διαμόρφωση της πόλης.

Μάλιστα - σε σχέση με το ζήτημα της αλήθειας που θίγει στο πρώτο μέρος της επίθεσης στην τέχνη - θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι τον Πλάτωνα δεν το ενδιαφέρει αν οι χαρακτήρες αυτοί και οι αδυναμίες τους είναι σε ένα βαθμό πραγματικοί (η αδυναμία, η διαφθορά, είναι άλλωστε ανθρώπινες ιδιότητες): το κοινό της ιδανικής πόλης δεν θα έπρεπε να έρχεται σε επαφή με τέτοιες αναπαραστάσεις, ακόμη και αν αυτές είναι αληθείς. Η αποδεκτή τέχνη είναι αυτή που θα μας δείχνει πώς οι άνθρωποι θα έπρεπε να είναι – θα θέτει δηλαδή ορθά πρότυπα συμπεριφοράς – και όχι πώς αυτοί είναι (δηλαδή ατελείς).

Αναμφίβολα ο Πλάτωνας εκφράζει μια ανησυχία για τις ψυχολογικές επενέργειες της τέχνης την οποία ακούμε συχνά ακόμη και σήμερα (σε σχέση π.χ. με τη βία στα φιλμ, τον μηδενισμό της ροκ μουσικής κτλ.) Και στις δύο περιπτώσεις το επιχείρημα εστιάζει όχι μόνο στο τι κάνει ο δημιουργός του καλλιτεχνικού έργου στοχεύοντας στη συγκίνηση του κοινού, αλλά και στο πώς στέκεται το ίδιο το κοινό απέναντι στα παράγωγα της τέχνης.

Δεν είναι τυχαίο ότι η ανησυχία του Πλάτωνα αφορά κυρίως τα νεότερα μελη της κοινωνίας – αν και όχι μόνο - τα οποία αδυνατούν να υιοθετήσουν κριτική στάση απέναντι στα έργα της ποίησης ή να κάνουν διαχωρισμό ανάμεσα στη μυθοπλασία και την πραγματικότητα. Η βλαβερή ηθική επενέργεια της τέχνης εμφανίζεται και πάλι στον Πλάτωνα ως συνδιαστική λειτουργία αυτών των δύο παραγόντων – δηλαδή του τι κάνει ο καλλιτέχνης προκειμένου να συγκινήσει και πώς το κοινό στέκεται απέναντι στο έργο τέχνης.