Ευαγγελία Στυλιανού Α’4 ΚΥΚΛΩΠΑΣ V.S. ΟΔΥΣΣΕΑ Ευαγγελία Στυλιανού Α’4
Αυτό το νησί, μου φαίνεται ενδιαφέρον. Τότε ο Οδυσσέας μαζί με τους συντρόφους του, μπήκαν μέσα στην σπηλιά, για να γνωρίσουν τον άγνωστο άνδρα. Εκείνη τη στιγμή ο Κύκλωπας μπήκε στην σπηλιά μαζί με τα πρόβατά του. Μα Οδυσσέα αυτοί οι άνθρωποι δεν μου φαίνονται και πολύ φιλόξενοι. Ποιοι είστε εσείς και τι γυρεύετε εδώ;
Αν έτσι είναι, τότε το καράβι σου που είναι τώρα; Αχαιοί είμαστε και από τον πόλεμο της Τροίας ερχόμαστε. Εδώ μας έφεραν, κάποιοι δυνατοί άνεμοι. Αν έτσι είναι, τότε το καράβι σου που είναι τώρα; Το καράβι μου το σύντριψε ο Ποσειδώνας, πάνω σε ένα βράχο.
Έτσι του μίλησε και δεν φοβήθηκε τίποτα, ακόμα και τον Δία. Τότε ο Κύκλωπας Άρπαξε δύο συντρόφους του και του έφαγε με την μία. Τίποτα άλλο, δεν είναι πιο νόστιμο από το ανθρώπινο κρέας και το άμεικτο γάλα. Αυτά είπε και έπειτα έπεσε και απλώθηκε στη σπηλιά, για να κοιμηθεί.
Για να δούμε τι είναι τώρα αυτό. Την άλλη μέρα το πρωί, ξύπνησε και πήγε να αρμέξει τα γιδοπρόβατά του. Αφού γύρισε, έφαγε, άλλους δύο συντρόφους του Οδυσσέα. Όταν άρχισε να σουρουπώνει, ο πολύφημος σφράγισε την πόρτα. Τότε ο Οδυσσέας του έδωσε λίγο κρασί να πιεί. Έτσι του είπε και το ρούφιξε μονομιάς. Κύκλωπα, δοκίμασε λίγο από το κρασί μας, τώρα που χόρτασες κρέας ανθρώπινο Για να δούμε τι είναι τώρα αυτό. Μμμμμ, είναι πολύ νόστιμο βάλε μου κι άλλο λίγο. Και καθώς θα πίνω, δεν μου λες, ποιο είναι το όνομά σου;
Τον Ούτι θα τον φάω τελευταίο, ανάμεσα στους άλλους συντρόφους. Και καθώς μιλούσε, έπεσε κάτω και κοιμήθηκε. Αμέσως τότε ο Οδυσσέας πήρε ένα κορμό δέντρου και του έβγαλε το μάτι. Για να σου πω το όνομά μου, θέλω να μου υποσχεθείς, πως δώρο φιλόξενο, θα μας δώσεις. Και αφού σε τρώει η περιέργεια Ούτι με φωνάζουνε. Γρήγορα παιδιά ! Ας το κάνουμε πριν μας καταλάβει.
Μόλις σε δευτερόλεπτα ο Κύκλωπας, έβγαλε το παλούκι από το μάτι του και άρχισε να φωνάζει στους άλλους Κύκλωπες. Φίλοι μου βοήθεια, με τυφλώνει ο Ούτις. Ανάθεμα την ώρα και την στιγμή που τον έβαλα στο σπιτικό μου.
Και καθώς ο Κύκλωπας, ζητούσε βοήθεια, ο Οδυσσέας Με τους συντρόφους του, δέθηκαν κάτω από τα κριάρια. Ενώ τα κριάρια έβγαιναν έξω, ο πολύφημος, άπλωσε το χέρι του και κατάλαβε, πως είχε πιάσει το κριάρι που του είχε, ο Κύκλωπας, αδυναμία και απόρησε. Γιατί κριάρι μου, βγαίνεις τελευταίο, εσύ δεν το συνηθίζεις; Νιώθω πικραμένος, γιατί ο Ούτις με τύφλωσε.
ΤΕΛΟΣ