8. Το παράδοξο του Τρόμου Ζητήματα στη Σύγχρονη Φιλοσοφία της Τέχνης.

Slides:



Advertisements
Παρόμοιες παρουσιάσεις
Προσωπικές δεξιότητες
Advertisements

Μέρος Α΄ - Έρευνα •Η έρευνα έγινε βάσει ερωτηματολογίων που μοιράστηκαν σε παιδιά δημοτικών σχολείων του Ηρακλείου, στα οποία έχει γίνει χρήση υπολογιστών.
ΤΡΟΠΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΙΔΕΑΣ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ  Εκπαιδευτικό Κεφάλαιο 2.2 Ορισμός των στόχων στην πράξη.
«Εξαρτήσεις…τις χρειάζομαι;»
Το παιδικό παιχνίδι Εισαγωγικά σχόλια και ερμηνευτικές υποθέσεις
Όνομα:Ελευθερία+Γιώτα
Εισηγητής:Στέφανος Μέτης
ΔΙΔΑΚΤΙΚΗΣ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ Ι
Μοντέλο Διδασκαλίας Φυσικών Επιστήμων, για την Υποχρεωτική Εκπαίδευση, στην Κατεύθυνση της Ανάπτυξης Γνώσεων και Ικανοτήτων. Π. Κουμαράς.
Ευδοξία Παναγιωτίδου Ψυχολόγος Α’ ΚΕΔΔΥ Θεσσαλονίκης Τρίτη,
4. Απόψεις και κίνητρα των μαθητών στο μάθημα των Μαθηματικών.
Εισαγωγή στο σενάριο   Τι είναι το σενάριο. Α. H τέχνη του να σκέφτεσαι σε εικόνες. -Προ-σχεδιο της τελικής ταινίας Β.Στο σενάριο δεν μπορείς να περιγράψεις.
«Είμαστε σύννεφα και παίρνουμε όποιο σχήμα θέλουμε»
Διδακτικές αρχές για τη διδασκαλία των Φ.Ε σύμφωνα με το Δ.Ε.Π.Π.Σ Οι Φ.Ε είναι πειραματικές επιστήμες, περισσότερο Οι Φ.Ε είναι πειραματικές επιστήμες,
Alfred Adler ΑνθρΩπινη τυπολογΙα.
Τα συναισθήματα των περιθαλπόντων των ασθενών με νόσο Alzheimer και η αντιμετώπισή τους.
ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΣΤΑΣΕΩΝ ΣΤΗ ΦΥΣΙΚΗ ΑΓΩΓΗ
Φαντασία και Δημιουργικότητα
Θεωρίες γνωστικής ασυνέπειας
VII. Το Παράδοξο της Μυθοπλασίας Ζητήματα στη Σύγχρονη Φιλοσοφία της Τέχνης.
Βασικές πεποιθήσεις.
V. Η Λειτουργία της Έκφρασης Ζητήματα στη Σύγχρονη Φιλοσοφία της Τέχνης.
Παρουσίαση Δ.Σ.Μελισσοκομείου
ΤΟ ΡΙΣΚΟ ΣΤΑ ΑΘΛΗΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ : ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΣ ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΑΣΕΜΙ ΤΖΕΝΗ.
Τεστ Ηλεκτροστατική. Να σχεδιάσεις βέλη στην εικόνα (α) για να δείξεις την κατεύθυνση του ηλεκτρικού πεδίου στα σημεία Ρ, Σ και Τ. Αν το ηλεκτρικό.
Η σκηνή στον κινηματογράφο
ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΚΗ ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΣΤΟ ΕΦΗΒΟ ΑΓΟΡΙ - ΚΟΡΙΤΣΙ 5o γενικό λύκειο Ηρακλείου ΔΙΔ. ΕΤΟΣ: Β. ΤΕΤΡΑΜΗΝΟ Ομάδα εργασίας Μάριος.
ΦΙΛΙΑ Σε μια αληθινή φιλία, βρίσκομαι μαζί με τον άλλο άνθρωπο για να μοιραστούμε την ίδια τη ζωή, τις χαρές και τις λύπες της. Ο αληθινός φίλος είναι.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ (Σ.Ψ.)
Πανελλήνιες, Άγχος και Οικογένεια
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΩΝ ΔΙΚΤΥΑΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ - FACEBOOK
Από τους μαθητές: Υπεύθυνος καθηγητής: Θάνος Μπαξεβάνης Στέφανος Καραμπέτσας Κωνσταντίνος Σώζος Θεοδώρα Καλιακάτσου Σχολική χρονιά: Ελευθερία Αργυρίου.
ΑΡΝΗΤΙΚΑ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ
 Σήμερα θα ασχοληθούμε με θέματα ταυτότητας.  Αλλά τι είναι η ταυτότητα; Τι εννοούμε με τον όρο/ έννοια ταυτότητα;  Σε τι αναφερόμαστε όταν μιλάμε.
Αναπτυξιακή Ψυχολογία
Ιστορία της φιλοσοφίας: Σωκράτης, Πλάτων, Αριστοτέλης Σ. Σταυριανέας Τμήμα Φιλοσοφίας Παν/μίου Πατρών 14/10/2015.
 ΠΩΣ βλέπετε τους ανθρώπους που έχουν διαφορετικό χρώμα δέρματος ή ανήκουν σε διαφορετική εθνικότητα από εσάς; Τους θεωρείτε ίσους με εσάς; Δυστυχώς,
ΑΞΙΕΣ, ΣΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5. Πώς αντιλαμβάνεστε την έννοια της στάσης (attitude);
Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΥΓΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ. Βήματα ανάπτυξης εκπαιδευτικού προγράμματος στην κοινότητα Εντοπισμός μιας ειδικής για ένα πληθυσμό ανάγκης για μάθηση.
ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΤΗΤΑ ΜΑΘΗΜΑ 10. Επιθετικότητα Συνηθισμένο φαινόμενο Μπορεί να αποτελεί από τη μαζική βία ενός πολέμου ως τα καθημερινά περιστατικά λεκτικής.
ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΜΑΤΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ Ι 7 η Διάλεξη Η ΜΕΘΟΔΟΣ ΤΟΥ ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΟΥ ΤΟΠΟΥ ΡΙΖΩΝ  Ορισμός του γεωμετρικού τόπου ριζών Αποτελεί μια συγκεκριμένη καμπύλη,
“ΣΧΟΛΙΚΟΣ ΕΚΦΟΒΙΣΜΟΣ” ΜΕΤΑΞΙΑ ΜΕΡΙΑΝΟΥ ΓΙΟΒΑΝΑ ΠΑΝΟΥΣΟΠΟΥΛΟΥ.
Εισαγωγή στη Νοσηλευτική Επιστήμη Ενότητα 4: Στρες και Στρατηγικές Αντιμετώπισης – Νοσηλευτική Φροντίδα. Κοτρώτσιου Ευαγγελία, Καθηγητής, Τμήμα Νοσηλευτικής,
Αριστοτέλης: Γνωσιοθεωρία Μεταφυσική Ενότητα 12: Επιστήμη και αίτια / Θεωρητικές & πρακτικές επιστήμες Στασινός Σταυριανέας Σχολή Ανθρωπιστικών & Κοινωνικών.
ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΕΚΦΡΑΣΗΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΕΛΛΗ ΜΟΥΡΑΤΗ-ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ 1.
H ευτυχία των παιδιών, οδηγός για την επιτυχία Ελιζάνα Πολλάτου, αναπ
ΜΠΕΜΠΕΤΣΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ Ph.D.
Ανάλυση κρίσιμου συμβάντος
Αριστοτέλης: Γνωσιοθεωρία Μεταφυσική
«Ελπίδα Ζωής» Αγγελική Μπαβέλλα- Επιστημονικά Υπεύθυνη-ψυχολόγος
«Διαχείριση απώλειας και πένθους στο σχολείο» Συμβουλευτική ψυχολόγος
Παίρνω τον έλεγχο: Βρίσκω τον δρόμο αντιμετωπίζοντας την ανεργία
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΜΠΕΜΠΕΤΣΟΣ, Ph.D.
Αριστοτέλης: Γνωσιοθεωρία Μεταφυσική
Φοιτητής: Τάρταρης Παναγιώτης (Α.Μ 6510)
ΟΙ ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ ΤΟΥ ΘΡΗΝΟΥ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΜΠΕΜΠΕΤΣΟΣ Ph.D.
Εξελικτικές Μαθησιακές Δυσκολίες
ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΑΣ
Λογικο-Ενορατικές θεωρίες (Rational-Emotive Therapies) Albert Ellis
ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ 24Ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΚΑΒΑΛΑΣ Ε
Η ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ως οπλο επικοινωνιας
Παιχνίδι ρόλων Δρ. Δ. Δαποντας.
Πώς να κάνουμε σωστές επιλογές, σύμφωνα με τη χριστιανική πίστη
ΟΙ ΔΙΟΜΑΔΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
Σχολικός εκφοβισμός Σε όλο τον κόσμο.
Σχέση διγλωσσίας και γνωστικής / γλωσσικής ανάπτυξης
Οι απόψεις των μαθητών του σχολείου μας για τα βιντεοπαιχνίδια
ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΣΤΟΝ ΨΗΦΙΑΚΟ ΚΟΣΜΟ
Θεατρικές δραστηριότητες και τεχνικές
Μεταγράφημα παρουσίασης:

8. Το παράδοξο του Τρόμου Ζητήματα στη Σύγχρονη Φιλοσοφία της Τέχνης

Η συναισθηματική μας ανταπόκριση σε ορισμένα έργα τέχνης θέτει ένα ακόμη παράδοξο, το παράδοξο του τρόμου. Το παράδοξο αυτό εστιάζει στις αντιδράσεις μας σε έργα που προκαλούν ή στοχεύουν να προκαλέσουν δυσάρεστα συναισθήματα, όπως φόβο ή αηδία. Προκειμένου να κατανοήσουμε πώς προκύπτει το παράδοξο του τρόμου θα πρέπει να σκεφτούμε τη στάση μας απέναντι σε αυτά τα συναισθήματα στην καθημερινή μας ζωή :  συνήθως αποφεύγουμε με κάθε τρόπο αυτό το οποίο μας προκαλεί αηδία ή μας τρομάζει, καθώς η αηδία και ο τρόμος είναι συστατικά μιας δυσάρεστης εμπειρίας.

Όπως λέει ο Noel Carroll χαριτολογώντας, προκειμένου να δώσουμε λίγη χαρά σε ένα βαρετό απόγευμα δε θα σκεφτόμασταν ποτέ να ανοίξουμε τον κάδο των σκουπιδιών για να δούμε ό, τι αηδιαστικό έχει μέσα, ωστόσο πολλοί φυσιολογικοί άνθρωποι επιδιώκουν καθημερινά να παρακολουθήσουν ταινίες τρόμου με σκοπό να αποκομίσουν ευχαρίστηση από ένα θέαμα που, σε κανονικές συνθήκες, θα έβρισκαν απλά αποτρόπαιο.

Το παράδοξο του τρόμου συνίσταται λοιπόν στο ακόλουθο γεγονός :  ότι παρακολουθώντας έργα ενός ορισμένου είδους οι θεατές αντλούν ευχαρίστηση από κάτι το οποίο στην καθημερινή ζωή τους τρομάζει, ή τους αναστατώνει, ή τους απωθεί. Πώς είναι δυνατό κατά την επαφή μας με την τέχνη να βρίσκουμε ευχαρίστηση βιώνοντας συναισθήματα που είναι από τη φύση τους δυσάρεστα ;

Ο προβληματισμός που θέτει το παράδοξο του τρόμου είχε απασχολήσει τους θεωρητικούς ήδη από τον 18 ο αι., σε σχέση αυτή τη φορά με τις αντιδράσεις του κοινού στην τραγωδία ( οπότε το παράδοξο του τρόμου είναι μια σύγχρονη εκδοχή του παραδόξου της τραγωδίας ). Στην Ποιητική του ο Αριστοτέλης εξηγεί ότι η λειτουργία της τραγωδίας είναι να μας παρέχει ένα συγκεκριμένο είδος ευχαρίστησης :  η τραγική ευχαρίστηση είναι η ευχαρίστηση του φόβου και του ελέους.

Ωστόσο ο ίδιος ο Αριστοτέλης στη Ρητορική ορίζει αυτά ως δυσάρεστα και επώδυνα συναισθήματα τα οποία προκαλούνται από καταστάσεις αρνητικές ή αντίξοες για εμάς. O David Hume, ο οποίος παρατήρησε αυτή την αντίφαση, αναρωτιέται λοιπόν :  πώς είναι δυνατό οι θεατές μιας καλοστημένης τραγωδίας να αντλούν ευχαρίστηση βιώνοντας συναισθήματα τα οποία αναγνωρίζουμε ως εγγενώς δυσάρεστα ;

Το ίδιο ερώτημα θα μας απασχολήσει στην περίπτωση του τρόμου : γιατί επιδιώκουμε και απολαμβάνουμε να βλέπουμε στην τέχνη αυτό που μας απωθεί, μας αηδιάζει ή μας προκαλεί φρίκη ; Ή αλλιώς, πώς είναι δυνατόν αρνητικά συναισθήματα που θεωρούνται εγγενώς δυσάρεστα να προκαλούν ευχαρίστηση στο πλαίσιο π. χ. της κινηματογραφικής εμπειρίας ;

Αν δεχτούμε ότι τα αρνητικά συναισθήματα τα οποία εγείρουν οι ταινίες τρόμου είναι εγγενώς δυσάρεστα, τότε φαίνεται πως η μόνη δυνατή λύση του παράδοξου είναι να εντοπίσουμε την πηγή την ευχαρίστησης όχι στο ίδιο το βίωμα των συναισθημάτων ( το οποίο έχουμε αναγνωρίσει ως δυσάρεστο ) αλλά σε κάποια άλλη διάσταση της όλης κινηματογραφικής εμπειρίας. Προς αυτήν την κατεύθυνση έχει κινηθεί μία από τις κυρίαρχες αναλύσεις του παραδόξου, η γνωσιακή ανάλυση του Noel Carroll.

Α ) Η γνωσιακή λύση Προκειμένου να επιλύσει το παράδοξο του τρόμου ο Carroll εστιάζει όχι τόσο στη συναισθηματική εμπειρία που συνδέεται με τα σχετικά κινηματογραφικά έργα ( την οποία θεωρεί ως εγγενώς δυσάρεστη ) αλλά στην αφηγηματική δομή τους : τα μορφικά χαρακτηριστικά των έργων και ο τρόπος σύνθεσής τους στοχεύουν να προκαλέσουν την περιέργεια του κοινού — συνήθως για μια οντότητα ή ένα φαινόμενο παράδοξο ή άγνωστο, να την κορυφώσουν και, τέλος, να την ικανοποιήσουν.

Η ευχαρίστηση που προσφέρουν τα έργα τρόμου προέρχεται, κατά τον Carroll, από αυτή τη γνωσιακή ενασχόληση με το έργο και δεν πηγάζει από τα αρνητικά συναισθήματα τα οποία αυτό συμπτωματικά εγείρει. Ο Carroll θέτει ως βασικό μοντέλο ανάλυσης ταινίες τρόμου ή επιστημονικής φαντασίας στις οποίες οι απειλητικοί χαρακτήρες είναι ανύπαρκτα, συνήθως τερατόμορφα, πλάσματα ( π. χ. βαμπίρ, ζόμπι, λυκάνθρωποι, εξωγήινα τέρατα κτλ ).

Τέτοιες οντότητες, εξηγεί, ξεπερνώντας τα όρια του δυνατού, αποτελούν παραβάσεις των εννοιολογικών μας σχημάτων και τέτοιες παραβάσεις ( σύμφωνα με ανθρωπολογικές μελέτες τις οποίες παραθέτει ) τείνουν να προκαλούν φόβο ή και αηδία. Όντας όμως την ίδια στιγμή άγνωστες για τον θεατή, οι οντότητες αυτές προκαλούν την περιέργεια :  προκαλούν την επιθυμία του θεατή να μάθει περισσότερα για αυτές ( την εμφάνισή τους, τη συμπεριφορά τους κτλ ), να παρακολουθήσει πώς η ύπαρξή τους αποδεικνύεται στο πλαίσιο της αφήγησης, και πώς αυτές μπορούν τελικά να εξουδετερωθούν.

Δεν έχουν βέβαια όλες οι ταινίες τρόμου τέρατα ή οντότητες που παραβιάζουν τα εννοιολογικά μας σχήματα, π. χ. ταινίες με κατά συρροή δολοφόνους παρουσιάζουν υπαρκτά ή εν δυνάμει υπαρκτά πλάσματα με ιδιαίτερη ψυχοπαθολογία. Θα μπορούσε ωστόσο να ισχυριστεί ο Carroll ότι και σε αυτή την περίπτωση οι αφηγηματικές τεχνικές είναι τέτοιες που κινούν την περιέργεια μας για αυτά τα ιδιαίτερα πλάσματα.

Εγείροντας και ικανοποιώντας τελικά την περιέργεια του θεατή για την άγνωστη απειλητική οντότητα, η ταινία τρόμου προσφέρει ευχαρίστηση, παρά τα αρνητικά συναισθήματα που μπορεί να έχει προκαλέσει η ίδια η οντότητα με την εμφάνιση και τη δράση της ( Η ένταση των συναισθημάτων αυτών είναι ούτως ή άλλως περιορισμένη καθώς η οντότητα αναγνωρίζεται ως μυθοπλαστική ).

Προσφέρει λοιπόν ο Carroll μια ικανοποιητική λύση στο παράδοξο του τρόμου ; Μάλλον όχι. Ένα βασικό πρόβλημα της προσέγγισής του είναι το γεγονός ότι οι ταινίες τρόμου, όπως και άλλα κινηματογραφικά είδη, ακολουθούν συνήθως καθιερωμένα αφηγηματικά και θεματικά μοτίβα :  έτσι λοιπόν συχνά οι άγνωστες απειλητικές οντότητες που παρουσιάζουν μας είναι κατά κάποιον τρόπο ήδη γνώριμες, ενώ συνήθως η πλοκή των έργων είναι προβλεπόμενη. o ( Σκεφτείτε επιπλέον ότι πολλές ταινίες τρόμου είναι remakes ενώ οι φανατικοί του είδους βλέπουν τις ίδιες ταινίες ξανά και ξανά οπότε γνωρίζουν εκ των προτέρων τι θα συμβεί.)

[ Ο Stephen King, ένας από τους γνωστότερους συγγραφείς του είδους, θεωρεί για παράδειγμα, ότι το Frankenstein της Mary Shelley, το Dr. Jekyll and Mr. Hyde του Robert Louis Stevenson, και το Dracula του Bram Stoker, θέτουν τα βασικά μοτίβα για όλες τις ιστορίες τρόμου : τέρας δημιουργημένο από άνθρωπο, αυτοδημιούργητο τέρας, επιστροφή από τον τόπο των νεκρών. Αν σε αυτά προσθέσουμε και το μοτίβο των τερατουργημάτων της φύσης ως αποτέλεσμα λανθασμένων επιστημονικών πειραμάτων, τότε καλύπτουμε σίγουρα τη θεματολογία της πλειονότητας των ιστοριών τρόμου.]

Σε μια τέτοια περίπτωση η ευχαρίστηση που αντλεί ο θεατής από την ταινία τρόμου δεν μπορεί να πηγάζει από τη διέγερση και την ικανοποίηση της περιέργειάς του καθώς αυτή είναι σαφώς μειωμένη. Εξάλλου – όπως υποδεικνύουν σχετικές ψυχολογικές μελέτες - συμβαίνει συχνά οι θεατές, ιδιαίτερα οι φανατικοί του είδους, να δυσαρεστούνται από μία ταινία τρόμου αν δεν ήταν αρκετά τρομακτική, έστω και αν η πλοκή της ήταν ενδιαφέρουσα.

Μια τέτοια δυσαρέσκεια παραπέμπει στην ιδέα ότι η ευχαρίστηση που αντλεί ο θεατής από την ταινία τρόμου μάλλον συνδέεται με το βίωμα του αρνητικού συναισθήματος το οποίο αυτή προκαλεί παρά με τη γνωσιακή ενασχόληση με την πλοκή της ταινίας.

Β ) Η εκφρασιακή λύση Προς μια τέτοια κατεύθυνση κινείται η εκφρασιακή προσέγγιση στο παράδοξο του τρόμου, η οποία εμπνέεται από την Αριστοτελική έννοια της κάθαρσης. Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, η απόλαυση μιας ταινίας τρόμου συνδέεται με την εμπειρία των αρνητικών συναισθημάτων τα οποία αυτή εγείρει αλλά έμμεσα μόνο. o ( Σκεφτείτε ότι για τον Αριστοτέλη και για πολλούς φιλόσοφους των συναισθημάτων, τα συναισθήματα του φόβου, της αηδίας κτλ θεωρούνται εγγενώς δυσάρεστα, επομένως δεν θα μπορούσαν αυτοί οι φιλόσοφοι να δεχθούν, χωρίς αντίφαση, ότι αυτά τα ίδια αποτελούν πηγή απόλαυσης.)

Συγκεκριμένα, αυτό το οποίο ικανοποιεί είναι ότι τα αρνητικά συναισθήματα του φόβου, του τρόμου, της απέχθειας, βρίσκουν μέσω της κινηματογραφικής εμπειρίας μια ασφαλή δίοδο εκτόνωσης. Έχοντας τη δυνατότητα να βιώσει, να εκδηλώσει ελεύθερα, ίσως ακόμη και να κατανοήσει καλύτερα αυτά τα αρνητικά συναισθήματα μέσα από την κινηματογραφική εμπειρία, ο θεατής ανακουφίζεται από το βαρύ τους φορτίο και αυτή η ανακούφιση είναι η πηγή της ευχαρίστησης του τρόμου.

Φυσικά τα καθημερινά μας αρνητικά συναισθήματα δεν έχουν ως αντικείμενο τους τις ( συνήθως ) ανύπαρκτες οντότητες των ταινιών τρόμου, ωστόσο θεωρείται ότι οι ταινίες αυτές, με αλληγορικό τρόπο, στοχεύουν σε βασικές ανθρώπινες φοβίες : o στους εφιάλτες μας, στον φόβο μας για το άγνωστο, για τον θάνατο, τη σεξουαλικότητά μας, την απομόνωση, την απώλεια της ταυτότητας, την αίσθηση της αδυναμίας μας. Όπως ισχυρίζεται κάποιος σχολιαστής, « οι ταινίες τρόμου επιτρέπουν ίσως μια ασφαλή αντιμετώπιση των πραγματικών μας φόβων μεταφορικά δοσμένων.»

Η εκφρασιακή λύση του παραδόξου έχει αναμφίβολα πολλούς υποστηρικτές τόσο από τον χώρο της φιλοσοφίας όσο και της ψυχολογίας. Ο φιλόσοφος Berys Gaut ωστόσο προβάλλει κάποιες σκέψεις οι οποίες αποδυναμώνουν αυτήν την προσέγγιση. Επισημαίνει μεταξύ άλλων ότι αν οι ταινίες τρόμου είχαν καθαρτική επίδραση τότε θα έπρεπε να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικές όταν ο θεατής είναι σε δύσκολη ψυχολογική κατάσταση.

Ωστόσο κάτι τέτοιο δεν ισχύει : δύσκολα επιλέγουμε να δούμε μια ταινία τρόμου σε μια δύσκολη για εμάς περίοδο, με έντονο άγχος και φόβο, καθώς κάτι τέτοιο ενδυναμώνει, παρά αποφορτίζει, τα αρνητικά μας συναισθήματα. Εξ άλλου οι ταινίες τρόμου επιτυγχάνουν συχνά να δημιουργήσουν ένταση ή ακόμη και φοβίες που μας ακολουθούν πολύ πέραν του τέλους της ταινίας, έχοντας σε αυτές τις περιπτώσεις το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που αναγνωρίζει η εκφρασιακή προσέγγιση.

Αν όμως οι ταινίες τρόμου δεν επιδρούν, ή δεν επιδρούν πάντοτε, καθαρτικά στον ψυχισμό του θεατή, τότε η ικανοποίηση που προσφέρουν στον θεατή δεν μπορεί να συνδέεται με αυτή τη λειτουργία. Οπότε και η θεωρία της κάθαρσης αποτυγχάνει να επιλύσει το παράδοξο, όσο και αν μπορούμε να αντλήσουμε από αυτή χρήσιμα στοιχεία για μια ολοκληρωμένη εξήγηση.

Φαίνεται έτσι όμως να έχουμε φτάσει σε ένα αδιέξοδο. Ξεκινώντας από την παραδοχή ότι τα αρνητικά συναισθήματα είναι εγγενώς δυσάρεστα, αναζητήσαμε τη λύση του παράδοξου σε κάποια άλλη λειτουργία της ταινίας τρόμου, η οποία είτε δεν συνδέεται με το βίωμα του φόβου ή συνδέεται μόνο έμμεσα με αυτό το βίωμα. Καθώς αυτές οι ( δημοφιλείς ) προσεγγίσεις αποτυγχάνουν, η θετική στάση του κοινού απέναντι στις ταινίες τρόμου φαίνεται να είναι ανεξήγητη ή παράλογη.

Προτού όμως φτάσουμε να θεωρήσουμε ένα μαζικό φαινόμενο ως απλά ένα παράδοξο της ανθρώπινης φύσης, θα πρέπει να αναρωτηθούμε :  είναι βέβαιο ότι η αρχική μας παραδοχή είναι σωστή ; Το φαινόμενο της απόλαυσης του τρόμου φαίνεται ως παράδοξο όσο θεωρούμε ότι τα αρνητικά συναισθήματα είναι εγγενώς δυσάρεστα.

αν όμως η ευχαρίστηση και η δυσαρέσκεια δεν είναι αναγκαία χαρακτηριστικά των συναισθημάτων ( ακόμη και αν συνοδεύουν τα συναισθήματα ) τότε δεν υπάρχει τίποτα παράδοξο στην απόλαυση του συναισθήματος του τρόμου δεν υπάρχει, δηλαδή, τίποτα παράδοξο στην ιδέα ότι η ευχαρίστηση που αντλούμε από την ταινία τρόμου πηγάζει άμεσα από το ίδιο το συναίσθημα του τρόμου. Προς αυτή την κατεύθυνση κινείται η λύση στο παράδοξο του τρόμου την οποία προτείνει ο Gaut.

Γ ) Η αξιολογική λύση Σύμφωνα με τον Gaut τα αρνητικά συναισθήματα έχουν αρνητικό χαρακτήρα όχι καθ ’ εαυτά – όχι δηλαδή επειδή εμπεριέχουν αρνητικά ή δυσάρεστα σωματικά συμπτώματα – αλλά επειδή εμπεριέχουν αρνητικές αξιολογήσεις σχετικά με το αντικείμενό τους. Ο Gaut είναι υποστηρικτής της γνωσιακής θεωρίας των συναισθημάτων ( βλ. προηγούμενη ενότητα ). Θεωρεί λοιπόν ότι τα συναισθήματα αποτελούνται από σωματικά συμπτώματα, από ένα αντικείμενο στο οποίο στρέφονται, και από κάποια αξιολογική κρίση για αυτό το αντικείμενο.

Αυτό που διαχωρίζει τα συναισθήματα μεταξύ τους, θεωρεί, δεν είναι τα σωματικά συμπτώματα καθώς αυτά είναι κοινά ανάμεσα σε διάφορα συναισθήματα ( π. χ. μίσος και οργή ), ούτε το αντικείμενο τους προφανώς, αλλά οι αξιολογικές κρίσεις που εμπεριέχουν. Αλλά οι αξιολογικές κρίσεις δεν έχουν κάποιο φαινομενολογικό χαρακτήρα καθ ’ εαυτές ( π. χ. δεν βιώνονται οι ίδιες ως ευχάριστες ή δυσάρεστες ).

Οπότε η διαφορά ανάμεσα σε αρνητικά και θετικά συναισθήματα έγκειται στο ότι οι σχετικές κρίσεις που περιλαμβάνουν είναι αρνητικές και θετικές αντίστοιχα. Δηλαδή αυτό που κάνει τα αρνητικά συναισθήματα αρνητικά δεν είναι το ότι π. χ. τα σωματικά τους συμπτώματα είναι δυσάρεστα, αλλά το ότι περιλαμβάνουν αρνητικές κρίσεις για το αντικείμενό τους, το οποίο κρίνεται π. χ. ως επικίνδυνο ( στην περίπτωση του φόβου ), ή προσβλητικό ( στην περίπτωση της οργής ).

Εφόσον μπορούμε να κρίνουμε αρνητικά κάτι χωρίς να βρίσκουμε την αξιολογική εμπειρία δυσάρεστη, έπεται ότι είναι δυνατό να βιώσουμε ένα αρνητικό συναίσθημα βρίσκοντας ταυτόχρονα το ίδιο το συναίσθημα ευχάριστο. Δεν υπάρχει δηλαδή αναγκαία σχέση ανάμεσα σε ένα αρνητικό συναίσθημα και τη δυσαρέσκεια, οπότε μπορούμε να βιώσουμε το αρνητικό συναίσθημα με ευχαρίστηση.  Αν αυτό ισχύει τότε, κατά τον Gaut, η απόλαυση που αντλούμε από έργα τρόμου δεν είναι κάτι το παράδοξο.

Πώς όμως εξηγείται η σχέση που συνήθως υπάρχει ανάμεσα σε αρνητικά συναισθήματα και τη δυσαρέσκεια ; Κάτι το οποίο αξιολογείται αρνητικά, εξηγεί ο Gaut, τείνει να μας οδηγεί να το αποφύγουμε και η επαφή με το αντικείμενο μας φαίνεται δυσάρεστη. Οπότε υπάρχει εννοιολογική σχέση ανάμεσα σε αρνητικά συναισθήματα και τη δυσαρέσκεια, αλλά αυτή δεν είναι σχέση ανάγκης ( δηλαδή τα αρνητικά συναισθήματα, όπως φόβος και οργή, δεν είναι εγγενώς δυσάρεστα ).

Ενώ συνήθως τα αρνητικά συναισθήματα βιώνονται ως δυσάρεστα, υπάρχουν περιπτώσεις – μη τυπικές – στις οποίες τα αρνητικά συναισθήματα ακολουθεί ευχαρίστηση. Κάτι τέτοιο είναι αρκετά κοινό, επισημαίνει ο Gaut, καθώς συμβαίνει και με δραστηριότητες εκτός του πλαισίου της τέχνης : o για παράδειγμα, κάποιος ο οποίος κάνει extreme sports ή μετέχει σε αγώνες ταχύτητας φαίνεται να επιδιώκει την εμπειρία αρνητικών συναισθημάτων, όπως ο φόβος ή ακόμη και η αγωνία που προκαλεί μια επικίνδυνη ενασχόληση, καθώς βρίσκει αυτή την εμπειρία ευχάριστη.

Το κρίσιμο ερώτημα όμως τώρα είναι το εξής : έστω ότι ισχύει ότι δεν υπάρχει αναγκαία σχέση ανάμεσα στα αρνητικά συναισθήματα και την δυσαρέσκεια όπως ισχυρίζεται ο Gaut, πώς εξηγείται το ότι σε μη - τυπικές περιπτώσεις τα αρνητικό συναίσθημα βιώνεται με ευχαρίστηση ; o ( Πώς εξηγείται δηλαδή το ότι η επαφή με ένα αντικείμενο το οποίο έχουμε αξιολογήσει αρνητικά μας προκαλεί ευχαρίστηση παρά δυσαρέσκεια, όπως θα περιμέναμε ;) Και, κυρίως, πώς, σε αυτές τις περιπτώσεις, δεν είναι εμπόδιο στην ευχαρίστηση η δυσαρέσκεια των σωματικών συμπτωμάτων ;

Ο Gaut ωστόσο δεν προσφέρει κάποια απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα : θεωρεί ότι αυτά είναι εμπειρικά και ως τέτοια πρέπει να απαντηθούν από την ψυχολογία. Αυτό όμως κάνει τη λύση την οποία προτείνει στο παράδοξο του τρόμου εξηγητικά ατελέσφορη, καθώς φαίνεται ότι απλά μετέφερε το παράδοξο από το πεδίο της φιλοσοφίας σε αυτό της ψυχολογίας.

Δ ) Η ενοποιητική λύση Θα πρέπει λοιπόν να δεχτούμε τελικά ότι δεν μπορεί να δοθεί μια ικανοποιητική εξήγηση στο παράδοξο του τρόμου ; Μάλλον όχι, αλλά ενδεχομένως η λύση του παραδόξου να απαιτεί πλήρη αναθεώρηση του τρόπου με τον οποίο κατανοούμε συναισθήματα όπως ο φόβος και η αηδία :  ενδεχομένως τέτοια συναισθήματα να είναι συνήθως αλλά όχι κατ ’ ανάγκη αρνητικά ( όπως πίστευε ο Hume και οι περισσότεροι φιλόσοφοι μετά από αυτόν ), ακόμη και αν εμπεριέχουν σωματικά συμπτώματα τα οποία είναι με κάποια έννοια επίπονα ή δυσάρεστα.

Ίσως δηλαδή να είναι δυνατό να υπάρξει ο φόβος ως θετικό συναίσθημα - ένα συναίσθημα, δηλαδή, ( α ) απέναντι στο βίωμα του οποίου το υποκείμενο έχει θετική στάση ( δηλ. επιθυμεί να το βιώνει ) ( β ) στον βαθμό που ( υποσυνείδητα ) αναγνωρίζει κάποια οφέλη από αυτήν την εμπειρία, ( γ ) τα οποία οφέλη υπερτερούν των κινδύνων.

Από αυτή την αναθεωρητική σκοπιά αναγνωρίζεται ότι αυτό το οποίο καθορίζει το αν ένα συναίσθημα είναι θετικό ή αρνητικό είναι - όχι τα σωματικά συμπτώματα, όπως για τον Hume / Carroll, ούτε η αξιολόγηση του αντικειμένου που αυτό εμπεριέχει, όπως για τον Gaut, αλλά - η στάση την οποία έχει το υποκείμενο απέναντι στο βίωμά του :  το αν τη στιγμή που το βιώνει επιθυμεί να το βιώνει ή επιθυμεί να παύσει να το βιώνει.

Έτσι, θετικό είναι το συναίσθημα το οποίο επιθυμεί να βιώνει το υποκείμενο και αρνητικό είναι το συναίσθημα το οποίο το υποκείμενο δεν επιθυμεί να βιώνει. Για παράδειγμα ο έρωτας – που είθισται να αναγνωρίζεται ως θετικό συναίσθημα - μπορεί να είναι αρνητικό συναίσθημα για έναν ασκητή καθώς δεν επιθυμεί να το βιώνει, και ο φόβος μπορεί να είναι θετικό συναίσθημα για κάποιον που επιθυμεί να ζει επικινδύνως.

Πώς μπορεί να δικαιολογηθεί όμως, από αυτή τη σκοπιά, η θετική στάση που μπορεί να έχει κάποιος απέναντι στον φόβο, αν δεχτούμε ότι τα σωματικά συμπτώματα που συνοδεύουν το συναίσθημα είναι δυσάρεστα ; Θα μπορούσαμε να πούμε πολλά πράγματα εδώ για τη σχέση ανάμεσα στον πόνο ( μορφές πόνου ) και την απόλαυση σε πολλές περιπτώσεις ανθρώπινης εμπειρίας ( π. χ. ήπιες και ακραίες μορφές μαζοχισμού ).

Θα περιοριστούμε όμως στο να επισημάνουμε ότι η δυσαρέσκεια δεν συνεπάγεται αναγκαία έλλειψη επιθυμίας : μπορούμε να επιθυμούμε πράγματα που μας είναι δυσάρεστα αν αναγνωρίζουμε ότι η όλη εμπειρία έχει οφέλη για εμάς π. χ. η έρευνα ενός επιστήμονα μπορεί να είναι κοπιαστική και αγωνιώδης αλλά την επιθυμεί για ό, τι συνολικά αντλεί μέσα από αυτή τη διαδικασία.

Μπορούμε δηλαδή να επιθυμούμε αυτό που είναι, έστω εν μέρει, δυσάρεστο, όταν η όλη εμπειρία μας ανταμείβει. o ( Αλλά και το αντίθετο : μπορεί να μην επιθυμούμε βιώματα τα οποία είναι μερικώς ευχάριστα για το κόστος που συνολικά έχουν αυτά, π. χ. ένας καταστροφικός έρωτας.) Για να ισχύει όμως κάτι τέτοιο στην περίπτωση της εμπειρίας μας με τα έργα τρόμου – δηλαδή ο φόβος που βιώνουμε να είναι ένα θετικό συναίσθημα, θα πρέπει να ισχύει ότι ( α ) αναγνωρίζουμε οφέλη στην όλη εμπειρία ώστε αυτή να έχει τον χαρακτήρα ανταμοιβής, και ( β ) ότι τα οφέλη είναι περισσότερα από τους κινδύνους.

Ο δεύτερος όρος ικανοποιείται στην περίπτωση που μας ενδιαφέρει : το πλαίσιο της επαφής με το έργο τρόμου είναι ένα ασφαλές πλαίσιο, δηλαδή γνωρίζουμε ότι δεν κινδυνεύουμε πραγματικά από το τέρας ή τον δολοφόνο που αναπαρίσταται, οπότε, αν υπάρχουν οφέλη από την εμπειρία μπορούμε να επικεντρωθούμε σε αυτά. Και αυτό είναι το κρίσιμο ερώτημα : υπάρχουν οφέλη από την εμπειρία του φόβου ή της αηδίας στο πλαίσιο της επαφής μας με την τέχνη ; Θα επικεντρωθώ στον φόβο.

 Παραλληλισμός : τα επικίνδυνα παιχνίδια των παιδιών. Η επαφή μας με τα έργα τρόμου είναι ανάλογη των παιδικών παιχνιδιών ως προς το ότι το υποκείμενο εκτίθεται οικειοθελώς σε μια αγχωτική κατάσταση, η οποία προκαλεί φόβο και αγωνία για κανέναν πρακτικό λόγο ( οπότε υπάρχει η διάσταση του παιχνιδιού ). Και υπάρχουν, σε έναν βαθμό, παράλληλα οφέλη. Τα πιο αξιοσημείωτα οφέλη σχετίζονται με τον έλεγχο των αντιδράσεων μας απέναντι στον φόβο μας : των σωματικών μας αντιδράσεων, των σκέψεων μας και των συμπεριφορικών μας εκδηλώσεων.

Μέσα από την επαφή μας με τα έργα τρόμου μας δίνεται η ευκαιρία να αντιμετωπίσουμε ή να μάθουμε να ελέγχουμε τους φόβους μας σε ένα ασφαλές περιβάλλον : δηλαδή εξασκούμαστε : στον έλεγχο των σωματικών συμπτωμάτων του φόβου στη θέα ενός απειλητικού αντικειμένου, στο να κατευθύνουμε κατάλληλα τη σκέψή μας σε πλευρές της κατάστασης οι οποίες μπορούν να μειώσουν τον φόβο ( π. χ. στις αδυναμίες του τέρατος ή στις δυνάμεις του πρωταγωνιστή ) ή, όταν ο φόβος μας κυριεύει, στο να τον αντιμετωπίζουμε ζητώντας τη βοήθεια άλλων.

Η εμπειρία λοιπόν μας προσφέρει μια ευκαιρία να κατανοήσουμε και να μάθουμε να ελέγχουμε τις αντιδράσεις μας στο βίωμα του φόβου ή ακόμη και να δοκιμάσουμε τις αντοχές μας : μπορεί λοιπόν να αλλάξει ή να ενισχύσει την αίσθηση αυτάρκειας και να μας κάνει πιο ικανούς να αντιμετωπίζουμε τον φόβο σε πραγματικές συνθήκες.

Επιπλέον, σε ορισμένες περιπτώσεις, η έκθεση στα αντικείμενα του φόβου μέσω των έργων τρόμου μπορεί να λειτουργήσει κατασταλτικά ( desensitization effect ): όπως επισημαίνουν οι γνωσιακοί ψυχολόγοι, η ελεγχόμενη επαφή με αυτά τα οποία μας φοβίζουν μπορεί να μας απελευθερώσει από τον φόβο που μας προκαλούν. Η επαφή μας με τα έργα τρόμου είναι μια τέτοια ελεγχόμενη επαφή που μπορεί να μας εξοικειώσει με τα αντικείμενα του φόβου ( ιδιαίτερα όπου αυτά προσεγγίζονται ταυτόχρονα με χιούμορ ) και στη συνέχεια να λειτουργήσει απελευθερωτικά ως προς τον φόβο μας.

Πέρα όμως από τα ψυχολογικά οφέλη που δύναται να έχει μια τέτοια εμπειρία, μπορεί επιπλέον και να μας ανταμείψει με τρόπο ανάλογο με τα επικίνδυνα παιχνίδια των παιδιών, όπως τονίζουν ορισμένοι φιλόσοφοι :  η ένταση του φόβου μπορεί να είναι απολαυστική για κάποιον ο οποίος « διψά » για συγκινήσεις. Ο φόβος μας κάνει να νιώθουμε ζωντανοί : οι αισθήσεις μας είναι σε επαγρύπνιση, η καρδιά μας χτυπά δυνατά, η προσοχή μας είναι απόλυτα εστιασμένη.

Μια τέτοια κατάσταση σωματικής διέγερσης μπορεί να είναι πολύ αναζωογονητική, ιδιαίτερα για κάποιον ο οποίος επιθυμεί να σπάσει τη συναισθηματική ρουτίνα χωρίς να κινδυνεύσει η ζωή του ( επιθυμία η οποία εξαρτάται από τον χαρακτήρα και τις συνθήκες του καθενός ). Οπότε τα έργα τρόμου δύνανται να προσφέρουν εύκολα - « φτηνά » όπως λέει ένας θεωρητικός - τις έντονες συναισθηματικές εμπειρίες τις οποίες κάποιοι επιθυμούν για να νιώσουν ζωνταντοί.

Εμπειρίες, μάλιστα, οι οποίες έχουν όχι μόνο ένταση αλλά και βάθος ( τα έργα τρόμου ασχολούνται με τους πιο ενδόμυχους ανθρώπινους φόβους ) καθώς και μια δομή και εξέλιξη ( χάριν της αφήγησης ) που δύσκολα έχουν στην καθημερινή ζωή. Αυτά τα χαρακτηριστικά κάνουν τη συναισθηματική εμπειρία που προσφέρει το έργο τρόμου ακόμη πιο ικανοποιητική και επιθυμητή για όσους θέλουν να σπάσουν τη συναισθηματική τους ρουτίνα.

Αλλά αυτή η συναισθηματική εμπειρία μπορεί να έχει τον χαρακτήρα ανταμοιβής μόνο όσο το υποκείμενο έχει τον έλεγχο της όλης εμπειρίας : όταν το συναίσθημα γίνεται πολύ δυνατό, για παράδειγμα, χάνουμε τον έλεγχο του σώματός μας, των σκέψεων μας και νιώθουμε την επιθυμία να αποσυρθούμε από την εμπειρία – να κλείσουμε το βιβλίο, να φύγουμε από την κινηματογραφική αίθουσα ή απλά να κλείσουμε τα μάτια μας.

Τα οφέλη τα οποία δύναται να αποκομίσει κανείς από την εμπειρία του φόβου σε ασφαλές πλαίσιο και η ανταμοιβή που προσφέρει σε εκείνους που επιθυμούν τη συγκίνηση ενός δυνατού συναισθήματος, μας επιτρέπουν να ισχυριστούμε ότι ο φόβος που προκαλεί το έργο τρόμου μπορεί να είναι ένα θετικό συναίσθημα, ένα συναίσθημα απέναντι στο οποίο το υποκείμενο έχει θετική στάση και, επομένως, απολαμβάνει να βιώνει.

Από αυτή τη σκοπιά, η έλξη που ασκούν τα έργα τρόμου έγκειται πρωτίστως στην συναισθηματική εμπειρία που αυτά προκαλούν, εμπειρία την οποία ορισμένοι επιθυμούν και απολαμβάνουν για τα οφέλη αλλά και την ικανοποίηση που αντλούν, με ασφάλεια, από αυτή. Στο παράδοξο του τρόμου, λοιπόν, δεν φαίνεται να υπάρχει πια τίποτα το παράδοξο.