ΝΟΗΣΗ
Η νοησιαρχία είναι μια προσέγγιση στη συγκριτική μελέτη της θρησκείας που έχει τις ρίζες της στις θεωρίες του Άγγλου εθνολόγου Edward Burnett Tylor (1832-1917) και του James George Frazer (1854-1941), συγγραφέα του έργου The Golden Bough. Βασισμένη στην έννοια της κοινής λογικής ότι η θρησκευτική συμπεριφορά είναι η δραστηριότητα που κυριαρχείται από τις θρησκευτικές αντιλήψεις, η νοησιαρχική θεωρία πρεσβεύει ότι οι ιδέες περί θεϊκών όντων προέκυψαν κυρίως από τις προσπάθειες του ανθρώπου να εξηγήσει τα φυσικά φαινόμενα. Ο σκοπός των θρησκευτικών αντιλήψεων και των πρακτικών είναι, επομένως, η κατανόηση της φύσης, και με αυτόν τον τρόπο να προβλεφθούν και να ελεγχθούν οι φυσικές διαδικασίες. Η νοησιαρχία απορρίφθηκε μαζικά στις αρχές και τα μέσα του εικοστού αιώνα, πράγμα που οφείλεται κατά ένα μεγάλο μέρος: α) στην επιρροή αναγωγιστών φιλοσόφων όπως ο Sigmund Freud, ο Karl Marx και ο Émile Durkheim στη μελέτη της θρησκείας, β) στο έργο των θεωρητικών του μύθου και της τελετουργίας, οι οποίοι υποστήριξαν ότι η θρησκευτική πράξη προηγείται λογικά και ιστορικά της θρησκευτικής σκέψης, και γ) στα συμπεράσματα μιας νέας γενιάς εμπειρικών ανθρωπολόγων. Κατά τις τελευταίες δεκαετίες του εικοστού αιώνα, η νοησιαρχία γνώρισε μια περιορισμένη αλλά σφριγηλή αναζωογόνηση, κυρίως στο έργο του Βρετανού ανθρωπολόγου της Αφρικής, Robin Horton.
Ε. Β. Tylor Ο E. B. Tylor, αυτοδίδακτος μελετητής της λαογραφίας και του μύθου, που ως νέος ταξίδεψε στο Μεξικό για να καταγράψει τα έθιμα και τις αντιλήψεις των ιθαγενών της Αμερικανικής Ηπείρου, το 1871 δημοσίευσε μια δίτομη μελέτη με τον τίτλο Primitive Culture: Researches into the Development of Mythology, Philosophy, Religion, Language, Art, and Custom. Υποστηρίζει ότι η προέλευση της θρησκείας μπορεί να βρεθεί στις διανοητικές προσπάθειες των ανθρώπων των πρώτων κοινωνιών χωρίς γραφή να εξηγήσουν ορισμένα σημαντικά, μυστηριώδη γεγονότα που αντιμετώπιζαν στην καθημερινή τους ζωή. Κατά συνέπεια, ο πρώιμος «άγριος φιλόσοφος» έφτασε στο συμπέρασμα ότι κάθε άνθρωπος αποτελείται από ένα φυσικό σώμα που κατοικείται από μια πνευματική αρχή ή «ψυχή». Ξεκινώντας από αυτήν την θεμελιώδη παραδοχή —ότι η ψυχή είναι το αίτιο της ζωής και της κίνησης του ανθρώπινου σώματος—, κατέληξε έπειτα στη γενικότερη θεωρία ότι η πνευματική μεσιτεία ήταν η πηγή και άλλων περιπτώσεων κίνησης ή ζωής στο φυσικό κόσμο. Αναλόγως, ο «ανιμισμός» (από το λατινικό anima, που σημαίνει «πνεύμα» ή «ψυχή») αποτέλεσε τη βασική και περιεκτική ερμηνευτική αρχή που επικεντρώθηκε στην πρώιμη ανθρώπινη σκέψη, για να εξηγήσει κάθε είδους σχεδόν δραστηριότητα στο πλαίσιο του φυσικού κόσμου. Εξάλλου, αφού η ψυχή μπορούσε να κινείται ανεξάρτητα από το σώμα, ο πρωτόγονος άνθρωπος έφτασε στο συμπέρασμα ότι θα μπορούσαν επίσης να υπάρχουν κάποιου είδους πνευματικά όντα τα οποία δεν κατείχαν ενσώματη οντότητα. Τα όντα αυτά ήταν οι δαίμονες, οι άγγελοι και οι θεοί.
ΚΡΙΤΙΚΗ Ο Tylor, πρόσφερε δύο μάλλον αντιφατικές αξιολογήσεις των αξιών του: Από μια άποψη, ο ανιμισμός ήταν μια κολοσσιαία ψευδαίσθηση. Ο Tylor θεώρησε προφανές για κάθε ευφυή παρατηρητή ότι δεν υπάρχουν κανενός είδους πνευματικά όντα και ότι τα ανθρώπινα όντα δεν έχουν ψυχές, πόσο μάλλον τα ζώα, οι πλανήτες ή οποιεσδήποτε από τις ζωντανές, κινούμενες οντότητες. Βλέποντάς το όμως από μια άλλη προοπτική, ο Tylor αναγνωρίζει ότι ο ανιμισμός δεν ήταν εξ ολοκλήρου παράλογος. Ήταν, εξάλλου, αναμφισβήτητα προϊόν της ανθρώπινης σκέψης, σε μια προσπάθεια να ερμηνευθούν απόμακρα φαινόμενα. Ό,τι και να πιστεύει κανείς σήμερα, οι πρώιμη πίστη σε ψυχές και πνεύματα ήταν έργο ενός νου ο οποίος προσπαθούσε τουλάχιστον να λειτουργεί λογικά. Ο ανιμισμός, με όλους τους περιορισμούς του, πρέπει να αναγνωρισθεί ως η πρώτη «γενική φιλοσοφία του ανθρώπου και της φύσης» στην ιστορία του ανθρωπίνου πνεύματος
ΤΟ ΣΧΗΜΑ ΤΟΥ TYLOR ΑΠΛΟΣ ΑΝΙΜΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΠΟΛΥΘΕΪΣΜΟΣ ΥΣΤΕΡΗΣ ΒΑΡΒΑΡΙΚΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΜΟΝΟΘΕΪΣΜΟΣ, Η ΠΕΠΟΙΘΗΣΗ ΟΤΙ Η ΟΛΟΚΛΗΡΗ Η ΦΥΣΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΗΚΕ ΚΑΙ ΚΑΘΟΔΗΓΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΕΝΑ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΘΕΪΚΟ ΟΝ
J. G. Frazer Ο J. G. Frazer τις θέσεις του τις εξέφρασε στο μνημειώδες έργο του, The Golden Bough, και ενσωμάτωσε την διήγηση του ανιμισμού στη δική του, περιεκτικότερη θεωρία της ανθρώπινης διανοητικής εξέλιξης μέσω των τριών διαδοχικών σταδίων της μαγείας, της θρησκείας και της επιστήμης. Οι πρώτες ανθρώπινες προσπάθειες κατανόησης του κόσμου δεν είχαν τη μορφή της θρησκείας, αλλά εκείνη της μαγείας, η οποία προσπαθεί να μεταβάλει την πορεία της φύσης μέσω απρόσωπων και αόρατων «συμπαθητικών» διαδικασιών, που λειτουργούν είτε με την επαφή, είτε με τη μίμηση. Η μαγεία λειτουργεί κατά έναν τρόπο που δεν είναι διαφορετικός από το ρόλο της σύγχρονης επιστήμης Η μαγεία είναι στην πραγματικότητα ψευδής επιστήμη —γεγονός που με το πέρασμα του χρόνου γίνεται προφανές από τις πολυάριθμες αποτυχίες της. Η μιμητική μαγεία προέκυψε από την παρατήρηση των περιπτώσεων ομοιότητας μεταξύ ορισμένων φυσικών αντικειμένων και διαδικασιών και την προσπάθεια χειραγώγησής τους και αλλαγής της ροής τους, όπως, για παράδειγμα, όταν ο μάγος κάποιας φυλής προσπαθεί να προκαλέσει βροχή παράγοντας έναν ήχο παρόμοιο με αυτόν του κεραυνού. Η συμπαθητική μαγεία λειτουργεί βάσει της φυσικής σύνδεσης, όπως, για παράδειγμα, όταν οι τρίχες ή τα νύχια ενός εχθρού δένονται σε μια κούκλα βουντού με την προσδοκία ότι η κατάρα που εναποτίθεται στο είδωλο θα μεταφερθεί και στο πρόσωπο που συμβολίζει
ΤΟ ΣΧΗΜΑ ΤΟΥ FRAZER ΜΑΓΕΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗ Η αναπόφευκτη κατάρρευση της μαγείας με το πέρασμα των αιώνων οδήγησε στη διαμόρφωση της θρησκείας. Η θρησκεία προσπαθεί να αντιληφθεί τον κόσμο απευθυνόμενη στην αυθύπαρκτη και συχνά ανεξερεύνητη φύση των ισχυρών, προσωπικών όντων που βρίσκονται έξω από τα όρια αυτού του κόσμου. Στο στάδιο της θρησκείας, οι ικεσίες και οι προσευχές προς στους θεούς αντικαθιστούν τα ξόρκια και τις μαγικές τελετουργίες, και οι προσπάθειες αλλαγής της φυσικής ροής των πραγμάτων παίρνουν έναν πολύ πιο αόριστο χαρακτήρα. Οι νόμοι της μαγείας είναι κανονιστικοί: η σωστή εκτέλεση του τυπικού εγγυάται τη βεβαιότητα του αποτελέσματος. Οι θρησκευτικές προσευχές, αντίθετα, ανεξάρτητα από το πόσο ειλικρινά προφέρονται, δεν προσφέρουν καμιά τέτοια εγγύηση, καθώς τα γεγονότα καθορίζονται από τα σχέδια και τα συμφέροντα των θεών, και όχι από τους φόβους ή τις επιθυμίες των ανθρώπων. Η θρησκεία μπορεί να χαρακτηρισθεί, από νοησιαρχική άποψη, ως βελτίωση της μαγείας. ΜΑΓΕΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗ Η μαγεία και η θρησκεία έχουν αντικατασταθεί στη σύγχρονη εποχή από την επιστήμη. Έχουν τεθεί στο περιθώριο από τη σταθερή πρόοδο αυτής της νέας, συστηματικής και πιο αξιόπιστης μορφής ερμηνείας, η οποία έχει ως βάση την παρατήρηση και το πείραμα.
ΚΡΙΤΙΚΗ Έγινε γρήγορα εμφανές ότι αυτή η ακολουθία των σταδίων στην εξέλιξη της ανθρώπινης νόησης ήταν προβληματική. Οι πληροφορίες που είχε συλλέξει ο Frazer για τους κατά φύση ζώντες λαούς μέσω της αλληλογραφίας του με εμπόρους, ταξιδιώτες, ιεραποστόλους και αξιωματούχους των αποικιών ήταν σε μεγάλο ποσοστό δύσκολο να επιβεβαιωθούν και σχεδόν αδύνατο να εντοπισθούν σε οποιαδήποτε συγκεκριμένη ιστορική περίοδο. Επιπλέον, στο μέτρο που ήταν δυνατή μια σαφής οριοθέτηση των σταδίων της μαγείας και της θρησκείας, τα περισσότερα από τα στοιχεία φαινόταν να υποδεικνύουν ότι δεν ήταν φαινόμενα διαδοχικά, αλλά παράλληλα. Ο Frazer, εξάλλου βασίσθηκε κατά τη συλλογή του υλικού του σχεδόν αποκλειστικά σε αυτό που η σύγχρονη ανθρωπολογία χαρακτήρισε με έναν υποτιμητικό τόνο ως «συγκριτική μέθοδο». Σαν ένας τουρίστας που τριγυρνά σε όλον τον κόσμο, «ταξίδεψε» από πηγή σε πηγή και από τόπο σε τόπο, συγκεντρώνοντας στοιχεία σχετικά με τις υποθετικές ομοιότητες μεταξύ των εθίμων λαών που ζούσαν σε διαφορετικό τόπο και χρόνο, χωρίς όμως να λάβει υπ’ όψιν του τη συγκεκριμένη κοινωνική και ιστορική συνάφεια, πράγμα απαραίτητο για την κατανόησή τους. O Frazer και ο Tylor αντιμετωπίσθηκαν με ιδιαίτερη περιφρόνηση από τους διαδόχους τους στην ανθρωπολογία, οι οποίοι στις αρχές του εικοστού αιώνα έστρεψαν την προσοχή τους σε ένα νέο και ριζικά διαφορετικό είδος έρευνας. Ακολουθώντας το παράδειγμα του Πολωνού πρόσφυγα Bronislaw Malinowski, ο οποίος καθιέρωσε το πρότυπο της επιτόπιας έρευνας, υποστήριξαν ότι δεν μπορεί κανείς να μελετήσει σοβαρά μια κοινωνία ή μια θρησκεία, αν δεν εγκαταλείψει την παλιά συγκριτική μέθοδο, βασιζόμενος όχι στη δευτερογενή μελέτη των πηγών που αναφέρονται σε πολλούς διαφορετικούς πολιτισμούς, αλλά στη λεπτομερή, εκτεταμένη, άμεση παρατήρηση ενός μόνο, ή λίγων πολιτισμών.
ΓΙΑΤΙ ΠΑΡΗΚΜΑΣΕ Η ΝΟΗΣΙΑΡΧΙΑ; Εάν οι θρησκευτικές αντιλήψεις αποτελούν χαρακτηριστικό της παιδικής ηλικίας του ανθρωπίνου γένους, τότε γιατί μια τόσο μεγάλη πλειοψηφία της ανθρωπότητας, που βρίσκεται τώρα σε μια ωριμότερη φάση της ανάπτυξής της, προσκολλάται ακόμη επίμονα σε αυτές, θεωρώντας τες αληθινές, ανεπίδεκτες αμφισβήτησης;
Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ «ΕΠΙΒΙΩΜΑΤΩΝ» ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ Ο γενικός κανόνας της εξελικτικής διανοητικής προόδου έχει φυσικά τις εξαιρέσεις του. Δεν εξελίσσονται όλοι οι πολιτισμοί, υποστηρίζει, και όλα τα στοιχεία του κάθε πολιτισμού, με τον ίδιο ρυθμό. Το πρόβλημα αυτής της θεωρίας έγκειται στο ότι ισχυρίζεται πως αποτελεί μια απάντηση, ενώ στην πραγματικότητα είναι απλώς μια αναδιατύπωση του ερωτήματος. Δίνει απλώς ένα όνομα —επιβίωμα— σε ένα φαινόμενο, ενώ το πραγματικό ερώτημα είναι γιατί έχει επιβιώσει αυτό το «επιβίωμα». Δεν αρκεί για να εξηγήσει την παρουσία θρησκευτικών αντιλήψεων στη σύγχρονη κοσμική εποχή ως επιβίωμα από το ανιμιστικό παρελθόν. Το ερώτημα είναι για ποιον ακριβώς λόγο αυτές οι συγκεκριμένες αντιλήψεις παραμένουν, ενώ άλλες παρόμοιες αντιλήψεις έχουν εξαφανισθεί από καιρό.
ΑΝΑΓΩΓΙΣΤΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ Βρήκε την απάντηση στην ψυχολογία του ατόμου, υποστηρίζοντας ότι η θρησκεία διατηρείται ακόμα, παρά την προφανή πλάνη της, επειδή είναι ριζωμένη σε ψυχικές ανάγκες βαθύτερες από την ανθρώπινη λογική σκέψη. Είναι «η παγκόσμια ψυχωτική νεύρωση του ανθρωπίνου γένους», αγκιστρωμένη στις υποσυνείδητες φοβίες και τα άγχη της προσωπικότητας. FREUD DURKHEIM MARX H θρησκεία διατηρείται επειδή προσφέρει μια συμβολική έκφραση της αφοσίωσης όλων των ατόμων προς το κοινωνικό σύνολο η οποία διαπερνά και συνέχει τη ζωή τους. «Ο θεός της φυλής», έγραψε στο Les formes élémentaires de la vie religieuse, «δεν μπορεί να είναι κανένας άλλος παρά η ίδια η φυλή, μεταμορφωμένη και απεικονισμένη στη φυσική μορφή του τοτέμ» Θεωρεί ότι η θρησκεία, μολονότι αποτελεί μια προφανή ψευδαίσθηση, εντούτοις επιβιώνει, λόγω της ολέθριας χρησιμότητάς της στο πλαίσιο μιας άδικης κοινωνικής ιεραρχίας. Οι θρησκευτικοί θεσμοί ενισχύουν τους μηχανισμούς καταπίεσης, ενώ οι μεταφυσικές της ιδέες μετατρέπουν βολικότατα την επαναστατική ενέργεια των φτωχών σε μια παθητικότητα.
Σύμφωνα λοιπόν με την αναγωγιστική αντίληψη, η νοησιαρχία ερμηνεύει τη θρησκεία αποδεχόμενη αφελώς τις επιφανειακές μεταφυσικές αξιώσεις της, παραβλέποντας με αυτόν τον τρόπο εξ ολοκλήρου τα κοινωνικά, ψυχολογικά ή οικονομικά στοιχεία της, στα οποία βρίσκεται η πραγματική και βαθύτερη ουσία της.
ΣΥΜΒΟΛΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ R. Radcliffe-Brown, Edmund Leach, Raymond Firth, John Beattie Η θέση αυτών των «συμβολιστών» ερευνητών, οι οποίοι έχουν χρησιμοποιήσει τα ευρήματα της ανθρωπολογικής επιτόπιας έρευνας πεδίων για να τεκμηριώσουν τα συμπεράσματά τους, μπορεί ενδεχομένως να θεωρηθεί ως υιοθέτηση της θέσης του Tylor από μια άποψη, ή ως σαφής απόρριψή της από μια άλλη. Οι συμβολιστές συμφωνούν με την άποψη των νοησιαρχικών ερευνητών ότι οι θρησκευτικές αντιλήψεις, ιδιαίτερα εκείνες των παραδοσιακών κατά φύση ζώντων λαών, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως σοβαρές. Συγχρόνως, απορρίπτουν την άποψη ότι οι άνθρωποι που πιστεύουν σε αυτές τις λανθασμένες αντιλήψεις είναι κατά κάποιον τρόπο κατώτεροι, ανώριμοι, άγριοι ή δεισιδαίμονες, σε σχέση με «εμάς». Δικαιολογούν αυτήν την άποψή τους, προτείνοντας μια βασική διαίρεση στη φύση της ανθρώπινης σκέψης.
ΜΟΡΦΕΣ ΣΚΕΨΗΣ Τη συναντούμε στις καθημερινές συνομιλίες, καθώς επίσης και στην επιστημονική και τεχνολογική ορολογία. Προσδιορίζει αντικείμενα ή διαδικασίες του εξωτερικού κόσμου και κάνει λογικούς συσχετισμούς μεταξύ τους. Ανακαλύπτει αίτια και αποτελέσματα, εντοπίζει σχέσεις, διακρίνει διαφορές, αποδεικνύει ή καταρρίπτει ισχυρισμούς. Έχει ως στόχο να εξηγήσει, να προβλέψει και να ελέγξει τα γεγονότα που συμβαίνουν στον κόσμο. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΚΑΙ ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΗ ΣΥΜΒΟΛΙΚΗ ΚΑΙ ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΗ Τη βρίσκουμε ιδιαίτερα στην περιοχή της τέχνης. Αυτό το είδος σκέψης, καθώς και η γλώσσα που το εκφράζει, δεν έχει ως στόχο την κυριολεκτική χρήση των λέξεων, με τις προφανείς αναφορές και τις έννοιές τους, αλλά τη μεταφορική τους χρήση, για να αναφερθεί με έμμεσο τρόπο σε συναισθήματα, καταστάσεις ή πραγματικότητες που δεν μπορούν εύκολα να περιγραφούν κυριολεκτικά.
Με βάση αυτήν την διάκριση, οι συμβολιστές υποστηρίζουν ότι μπορούν να εντοπίσουν το μεγάλο λάθος των νοησιαρχικών ερευνητών. Θεώρησαν συλλήβδην τη γλώσσα της θρησκείας ως λειτουργική, λογική και κυριολεκτική, ενώ στην πραγματικότητα (και ειδικά στους κατά φύση ζώντες λαούς) είναι εκφραστική, συναισθηματική και συμβολική. Η νοησιαρχική προσέγγιση: πρώτον, παρανοεί τη γλώσσα και τις εκφράσεις των παραδοσιακών θρησκειών, και δεύτερον, βάσει αυτής της παρανόησης, υποτιμά τους ανθρώπους που τις ασπάζονται, θεωρώντας τους ως αμαθείς και ανώριμους. Σε αντίθεση με όλα αυτά, η συμβολική ανθρωπολογία δηλώνει ότι αντιλαμβάνεται το επίπεδο της διανοητικής σκέψης που απαιτείται για την κατασκευή των θρησκευτικών εικόνων και τελετουργιών. Όταν οι άνθρωποι των κατά φύση ζώντων κοινωνιών προσεύχονται για τη γονιμότητα, ίσως να φαίνεται ότι προσδοκούν κυριολεκτικά από τους θεούς να φέρουν τη βροχή, όμως ο συμβολιστής ερευνητής γνωρίζει πολύ καλά ότι εκφράζουν απλώς (και ορθώς), με μεταφορική γλώσσα, τη βαθιά αίσθηση της εξάρτησής τους από το φυσικό κόσμο. Ο στόχος της συμβολιστικής θεωρίας είναι να διεισδύσει κάτω από την εννοιολογική επιφάνεια της γλώσσας και των πράξεων που απευθύνονται προς το μεταφυσικό κόσμο των θεών και να αναζητήσει, κάτω από το κυριολεκτικό νόημα, τις πραγματικές, κοσμικές συνθήκες, τις καταστάσεις και τα συναισθήματα που εκφράζουν
Η επιστροφή της νοησιαρχίας E. E. Evans-Pritchard, Witchcraft, Oracles, and Magic among the Azande (1937) Με αφετηρία τις συμβολιστικές μεθόδους, ο Evans-Pritchard επέλεξε να ερμηνεύσει ολόκληρο το σύστημα της μαγείας των Azande και να το αξιολογήσει με βάση τις δικές τους αντιλήψεις. Αυτή η μέθοδος σαφώς δεν τον οδήγησε στο συμπέρασμα ότι οι Azande ήταν αμαθείς ή παράλογοι. Αντιθέτως, όσο περισσότερο γνώριζε ο Evans-Pritchard αυτό το σύστημα μαγικών αντιλήψεων σε όλες τις αποχρώσεις και τις πολλαπλές λειτουργίες του, τόσο ενισχυόταν η πεποίθησή του ότι δεν επρόκειτο για ένα συνονθύλευμα ασυνάρτητων και παιδαριωδών δεισιδαιμονιών, αλλά μάλλον για ένα τακτικό, λογικό και συνεπές πλέγμα ιδεών. Ο Evans-Pritchard έφτασε στο συμπέρασμα ότι οι μαγικές αντιλήψεις των Azande φαινόταν όχι μόνο να σχηματίζουν ένα συμπαγές εννοιολογικό σύστημα, αλλά για να παρέχουν ένα πλαίσιο που ωθούσε τα άτομα προς μια κοινωνικά εποικοδομητική συμπεριφορά. Αν αφαιρούσε κανείς αυτό το σύστημα, είναι σχεδόν βέβαιο πως θα επικρατούσε στην κοινωνία αυτή σοβαρή αταξία. Επίπτωση αυτής της πρωτοποριακής μελέτης ήταν ότι προέτρεπε τους μελετητές να θεωρήσουν τις θρησκευτικές και μαγικές αντιλήψεις των κατά φύση ζώντων λαών ως λειτουργικές, παρά ως εκφραστικές.
Πρώιμη νοησιαρχία Οι Jack Goody, M. E. Spiro, J. D. Y. Peel και Ian C. Jarvie, μολονότι χρησιμοποιούν διαφορετικά επιχειρήματα, διατυπώνουν έντονες αμφιβολίες για τη συμβολιστική αντίληψη, στη ριζοσπαστική τους μονογραφία με τον τίτλο The Revolution in Anthropology (1964). Robin Horton: είναι σημαντικό να παρατηρήσει κανείς ότι ορισμένα μεγάλα σφάλματα των βικτοριανών δεν σχετίζονταν άμεσα με τη νοησιαρχία. Τα νοησιαρχικά συμπεράσματα του Tylor και του Frazer δεν ήταν εξαρτημένα από τις επιπόλαιες εξελικτικές θεωρίες, την περιστασιακή αντιμετώπιση των στοιχείων και την αμφιλεγόμενη συγκριτική μέθοδο. Απαλλαγμένη από αυτές τις ευθύνες, η νοησιαρχική προσέγγιση φαίνεται να έχει προοπτικές που οι επικριτές της άργησαν να παρατηρήσουν.
ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΣΥΜΒΟΛΙΚΗΣ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ Η θρησκευτική σκέψη, όπως η τέχνη, είναι εκφραστική και αυτόνομη. Δεν χρησιμοποιείται ως μέσο, είτε για να εξηγήσει τα γεγονότα, είτε για να καθιερώσει σχέσεις με τους θεούς, ή για να επηρεάσει την κοσμική τάξη πραγμάτων. Δυστυχώς γι’ αυτήν την θέση, λέει ο Horton, στην πράξη η συνάντησή μας με την παραδοσιακή θρησκεία και τη μαγεία αποδεικνύει ακριβώς το αντίθετο: «Οπωσδήποτε, όλα τα στοιχεία της επιτόπιας έρευνας στους θρησκευόμενους πολιτισμούς συγκλίνουν στο ότι, όταν οι άνθρωποι μιλούν για τους θεούς, αναφέρονται σε όντα που είναι γι’ αυτούς τόσο πραγματικά, όσο οι άνδρες και οι γυναίκες, τα ξύλα και οι πέτρες, τα ποτάμια και τα βουνά. Σίγουρα όλα τα στοιχεία δείχνουν πως όταν οι άνθρωποι λένε ότι η συγκομιδή τους έχει καταστραφεί από την οργή των θεών ή ότι έχει αυξηθεί από την εύνοιά τους, μιλούν κυριολεκτικά». Στις παραδοσιακές κοινωνίες, εξάλλου, οι άνθρωποι όχι μόνο μιλούν σαν να πιστεύουν κυριολεκτικά στους θεούς και το υπερφυσικό στοιχείο, αλλά και πράττουν με βάση αυτήν την πίστη, συχνά με μεγάλο προσωπικό κόστος, και με τρόπους που φαίνονται λογικοί μόνο εάν αυτές οι αντιλήψεις θεωρηθούν πραγματικά γνήσιες και ειλικρινείς.
Πολλοί άνθρωποι στις παραδοσιακές κοινωνίες κάνουν την ίδια διάκριση μεταξύ κυριολεκτικής και συμβολικής γλώσσας, όταν όμως αναφέρονται στις δικές τους θρησκευτικές αντιλήψεις, τις θεωρούν όλοι όχι ως συμβολικές, αλλά ως κυριολεκτικές. Ο Horton υποστηρίζει την επιστροφή στις βάσεις της νοησιαρχίας, θεωρώντας ότι όταν οι άνθρωποι των παραδοσιακών κοινωνιών χρησιμοποιούν θρησκευτική γλώσσα ή προσφεύγουν σε τελετουργικές πράξεις, εννοούν αυτό ακριβώς που λένε και κάνουν αυτό ακριβώς που σκοπεύουν. (Φυσικά στη νεότερη έρευνα η παραπάνω άποψη θεωρείται λανθασμένη, καθώς ο λόγος έρχεται σε αντίθεση με την πράξη - γλώσσα και ιδεολογία ως επιτελεστική αντίφαση). Συνδέοντας την κυριολεκτική σκέψη και γλώσσα αποκλειστικά με το λειτουργικό σκοπό του πρακτικού ελέγχου του κόσμου, και τη συμβολική σκέψη και γλώσσα, επίσης αποκλειστικά, με αισθητικούς, εκφραστικούς σκοπούς, οι οποίοι είναι αυτόνομοι και χωρίς καμία πρακτικοί χρησιμότητα, η συμβολική θεωρία διαστρεβλώνει μέσω της υπεραπλούστευσης ένα σύνολο σχέσεων το οποίο είναι στην πραγματικότητα ιδιαίτερα σύνθετο και πολύπλοκο. Όπως η επιστημονική σκέψη, που είναι θεωρητικά κυριολεκτική και λειτουργική, κάνει εκτενή χρήση των συμβόλων, έτσι και η θρησκευτική σκέψη, που είναι θεωρητικά συμβολική και καθαρά εκφραστική, αποδεικνύεται αναμφισβήτητα κυριολεκτική και λειτουργική.
Εθνοκεντρισμός και ερμηνεία Από τις διάφορες επικρίσεις που διατυπώθηκαν απέναντι στη νοησιαρχική ερμηνεία, καμία δεν είναι σοβαρότερη από τον ισχυρισμό ότι είναι μια εθνοκεντρική άσκηση της δυτικής αυταρέσκειας. Στο βαθμό που διακρίνουμε τους παραδοσιακούς από τους σύγχρονους πολιτισμούς με βάση αντικειμενικά κριτήρια, θα ανακαλύψουμε ότι και τα δύο είδη κοινωνιών βασίζονται σε ένα μείγμα λογικής σκέψης στον πυρήνα και σε ποικίλους βαθμούς παραλογισμού στην περιφέρεια. Είναι πράγματι δείγμα της δυτικής υπεροψίας η επιμονή των συμβολιστών ερευνητών ότι ο μόνος κατάλληλος τρόπος σκέψης για την περιγραφή της παραδοσιακής θρησκείας είναι ο συμβολικός και εκφραστικός παρά ο κυριολεκτικός και λειτουργικός. Οι ίδιοι οι συμβολιστές ξεχνούν ότι και οι έννοιες του συμβολισμού και της αισθητικής έκφρασης αποτελούν επίσης προϊόντα της δυτικής πνευματικής κληρονομιάς. Πιο απλά, το ταμπού του εθνοκεντρισμού μπορεί να αποδειχθεί δίκοπο μαχαίρι για τη σύγχρονη έρευνα.