ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΜΑΘΗΣΙΑΚΩΝ ΔΕΞΙΟΤΗΤΩΝ Στη γενικότερη διεθνή βιβλιογραφία γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ του όρου «παιδιά με προβλήματα μάθησης» και «παιδιά με ειδικές αναπτυξιακές μαθησιακές δυσκολίες»
Χαρακτηρολογικά στοιχεία α) Δεν είναι κυρίως το αποτέλεσμα μιας δυσλειτουργίας της όρασης, ακοής, φυσικής ανικανότητας, νοητικής στέρησης, πρωταρχικής συναισθηματικής διαταραχής ή πολιτισμικής διαφοράς. β) Είναι αποτέλεσμα μιας σημαντικής διαφοράς μεταξύ της σχολικής επίδοσης και της προσδιορισμένης γνωστικής αντίληψης και της νοητικής και χρονολογικής του ηλικίας, καθώς και των δεξιοτήτων, γνώσεων και εμπειριών τις οποίες, συνολικά, κατέκτησε το παιδί στο στάδιο που κάθε φορά εξετάζεται. Οι επιπτώσεις αυτής της διαφοράς αφορούν σε ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω: δεκτική γλώσσα (άκουσμα, ανάγνωση), διαδικασία γλώσσας (σκέψη, εννοιολόγηση, αφομοίωση), γλώσσα έκφρασης (ομιλία, ορθογραφία, γραφή) και μαθηματικούς υπολογισμούς. γ) Μπορεί να συσχετίζεται με μία ή περισσότερες συνθήκες που έχουν προσδιορισθεί ως ατομική αδυναμία, εγκεφαλική βλάβη, ελάχιστη εγκεφαλική δυσλειτουργία, εξελικτική αφασία, ειδική γλωσσική διαταραχή, ελλειμματική προσοχή και υπερκινητικότητα. δ) Παρατηρείται μια εικόνα ελλιπούς κοινωνικοποίησης και χαμηλής αυτοεκτίμησης, με αποτέλεσμα τα παιδιά να παρουσιάζουν μια αστάθεια όσον αφορά την ανάληψη πρωτοβουλιών, τη συνεργασία τους με την ομάδα, την επίδοσή τους σε διαφορετικές εργασίες, τον τρόπο και την ετοιμότητά τους να δίνουν απαντήσεις ή λύσεις σε προβλήματα.
Τομείς δυσκολιών Τα άτομα με μαθησιακές δυσκολίες παρουσιάζουν ποικίλα προβλήματα σε διάφορους τομείς, όπως: αντίληψη (ακουστική, οπτική, απτική) μνήμη (βραχυπρόθεσμη ή / και μακροπρόθεσμη) προσοχή/Αδυναμία εστίασης προσοχής (διάσπαση) και γρήγορη κόπωση σκέψη μη λεκτικοί (αναπτυξιακοί) μηχανισμοί κατάκτησης της σχέσης «εγώ-περιβάλλον»: δόμηση σωματικού σχήματος, χωροχρονικός προσανατολισμός, λογικομαθηματικές έννοιες αυτοεικόνα, διαπροσωπικές σχέσεις, κοινωνική προσαρμογή, ένταξη σε ομάδες
Ηλικιακές περίοδοι Χρονικές περίοδοι αξιολόγησης και καταγραφής της εξελικτικής πορείας των μαθησιακών διαταραχών: α) προσχολική β) σχολική γ) εφηβική δ) ενήλικη
Χαρακτηριστικά μαθησιακών δυσκολιών στην προσχολική ηλικία Αργοί ρυθμοί: i) στην ανάπτυξη και καλλιέργεια των μηχανισμών φωνολογικής κωδικοποίησης και επεξεργασίας των γλωσσικών ερεθισμάτων, αδυναμία φωνηματικογραφημικής αντιστοιχίας, αδυναμία σημασιολογικής αναγνώρισης και επεξεργασίας άγνωστων ή ανύπαρκτων λέξεων (nonwords), ii) στην ανάπτυξη της ψυχοκινητικότητας: δόμηση της κυρίαρχης πλευρίωσης, αντίληψη των εννοιών δεξί-αριστερό, κατάκτηση της αδρής /λεπτής κινητικότητας και της γραφοκινητικότητας, δόμηση του σωματικού σχήματος, κατάκτηση του χωροχρονικού προσανατολισμού και του οπτικο-κινητικού συντονισμού και, iii) στη νευροφυσιολογική ανάπτυξη και λειτουργία των μηχανισμών μνήμης (βραχυπρόθεσμη), αντίληψης (οπτική και ακουστική) και προσοχής (δυνατότητα εστίασης στα γνωστικά αντικείμενα).
Χαρακτηριστικά μαθησιακών δυσκολιών στη σχολική ηλικία Δύο κύριες κατηγορίες λαθών: Κατά τη διαδικασία της ανάγνωσης, με δυσκολίες στην αντίληψη, κωδικοποίηση και επεξεργασία των συμβόλων – γραφημάτων, στην κατανόηση και χρήση ολόκληρων λεκτικών συνόλων (λέξεων) και στην αντίληψη του ύφους και του χρωματισμού της διαδικασίας ανάγνωσης Κατά τη διαδικασία της γραφής και, ιδιαίτερα, της ορθογραφημένης γραφής
Χαρακτηριστικά μαθησιακών δυσκολιών στην εφηβική ηλικία Εμμένουσες δυσκολίες στην ανάγνωση όσον αφορά την κατανόηση των όσων διαβάζουν και, κυρίως, άγνωστων και μακροσκελών κειμένων, με αποτέλεσμα την αδυναμία απόδοσής τους (ιδιαίτερα, γραπτώς) και περαιτέρω επεξεργασίας τους. Αδυναμία κατάκτησης ιστορικής ορθογραφίας, με αποτέλεσμα το ελλιπές λεξιλόγιο, αδυναμία αυτοματοποιημένης γραφής σύμφωνα με ορθογραφικούς κανόνες, έντονα στοιχεία κακογραφίας, αδυναμία ανάπτυξης ελεύθερων κειμένων, χωρίς ανάπτυξη ιδεών και επιχειρημάτων, χωρίς επιτηδευμένο λόγο. Δυσκολίες στην κατανόηση των μαθηματικών εννοιών και την εκτέλεση πράξεων (κυρίως των τύπων των εξισώσεων), αδυναμία κατανόησης του ρόλου των μαθηματικών συμβόλων και των σχέσεων που συμβολίζουν, αδυναμία συσχέτισης πολλών μαθηματικών σχέσεων ταυτόχρονα.
«Κύκλος αποτυχίας» Αποτυχία σε γραφή, ανάγνωση και μαθηματικά: Φτωχά κίνητρα Άγχος Xαμηλή αυτοεκτίμηση αποτυχία στην κατάκτηση νέας γνώσης απόσυρση προβλήματα συμπεριφοράς
Μαθησιακές δυσκολίες και νευροφυσιολογικοί παράγοντες Περιγράφονται ειδικά νευρολογικά ελλείμματα, διαταραχές της δραστηριότητας στον εγκεφαλικό φλοιό, ίσως και κάποιες νευροανατομικές διαφορές. H εγκεφαλική δυσλειτουργία αφορά στη διαδικασία αποθήκευσης στη μνήμη (κυρίως βραχυπρόθεσμη) των οπτικών λεκτικών ερεθισμάτων, ενώ έχουν αναφερθεί ελλιπής ημισφαιρική κυριαρχία και εξελικτική επιβράδυνση των λειτουργιών του εγκεφάλου και ιδιαίτερα της ωρίμανσης του αριστερού ημισφαιρίου.
Σε παιδιά με νευρολογικά νοσήματα (επιληψία: εστιακή και γενικευμένη, σύνδρομο ελλειμματικής προσοχής- υπερκινητικότητας, πυρετικοί σπασμοί, αναπτυξιακή ανωριμότητα), η εκδήλωση των μαθησιακών δυσκολιών είναι περισσότερο συχνή συγκριτικά με τα φυσιολογικά παιδιά. Η ανάδειξη της έντονης συννοσηρότητας σε παιδιά με νευρολογικά νοσήματα και μαθησιακές δυσκολίες έχει ως συνέπεια την αναγκαιότητα διεπιστημονικής προσέγγισης του ρόλου και της λειτουργικότητας της φύσης των νευρολογικών νοσημάτων στις μαθησιακές δυσκολίες.
Μαθησιακές δυσκολίες και γενετικοί παράγοντες Οι μαθησιακές δυσκολίες είναι γενετικά ετερογενείς, επηρεάζονται δηλαδή, από γονίδια που βρίσκονται σε ποικίλες διαφορετικές περιοχές των χρωμοσωμάτων. Ο τύπος κληρονομικότητας των μαθησιακών δυσκολιών παραμένει απροσδιόριστος στηριζόμενος σε υποθέσεις που περιλαμβάνουν ιδιοσυστασιακή κυριαρχία, υπολειπόμενη, πολυγονιδιακή και γενετική ετερογένεια. Σήμερα, γονιδιακές έρευνες (Stromswold, 2007) συνδέουν τις μαθησιακές δυσκολίες και, κυρίως, τη δυσλεξία με εννέα περιοχές: 1pG1-pG6, 2p12-p16, 3p12-p13, 6p21, 6q13-q16, 7q32, 11p15.5, 15q31-q23 and 11p13.2.
Οι βιολογικοί δείκτες μπορούν να χρησιμοποιηθούν προκειμένου να διαγνώσουν παιδιά με πιθανότητες εκδήλωσης αναγνωστικής δυσκολίας. Το γεγονός αυτό θα μπορούσε να διευκολύνει μια προσχολική παρέμβαση κατάλληλη για την αντιμετώπιση των αναγνωστικών αδυναμιών και ίσως, να συμβάλλει στη διάγνωση σε μεγαλύτερες ηλικίες
Μαθησιακές δυσκολίες και ψυχικές διαταραχές «Οι μαθησιακές δυσκολίες θεωρείται ότι αποτελούν την αρχή ενός συνεχούς ψυχικών διαταραχών, που ακολουθούν το άτομο σε ολόκληρη τη ζωή του και έχουν συσχετιστεί με ένα ευρύ φάσμα ψυχικών διαταραχών» (Αναγνωστόπουλος, 2001, σ. 458)
Σήμερα, η έρευνα των διαταραχών μάθησης μας επιτρέπει τη μελέτη τους υπό το πρίσμα τριών παραμέτρων: η εκδήλωση διαταραχών στην κατάκτηση μαθησιακών δεξιοτήτων προκαλεί προβλήματα σε εξωτερικές (εκτελεστικές) συμπεριφορές, 2) οι διαταραχές μάθησης προκαλούν προβλήματα κοινωνικής συμπεριφοράς, τα οποία προκαλούν συναισθηματικές διαταραχές 3) οι διαταραχές μάθησης με συνέπειες τις κοινωνικές και συναισθηματικές διαταραχές εξακολουθούν να υφίστανται στην εφηβική και ενήλικη ζωή ως διαταραχές συμπεριφοράς
Τα ποσοστά των ψυχικών διαταραχών στις κατηγορίες παιδιών με αναπτυξιακές διαταραχές μάθησης κυμαίνονται σε μία κλίμακα από 10% έως 58%, ενώ στο γενικό πληθυσμό τα ψυχικά προβλήματα αγγίζουν ένα 18% σύμφωνα με κοινώς αποδεκτές εκτιμήσεις. Οι έρευνες σε παιδιά με τυπική εξέλιξη έδειξαν ότι η κατάθλιψη στη σχολική ηλικία συνδέεται και με διαταραχές συμπεριφοράς. Σε άλλες περιπτώσεις μπορεί επίσης να παρατηρηθούν παλινδρομικές συμπεριφορές ή και φάσεις ψυχικής αποδιοργάνωσης, χωρίς όμως να παρατηρούνται άλλα στοιχεία που να συνδέονται σε νοσολογικό επίπεδο με την κλασσική κατάθλιψη.
Πιο αναλυτικά: Καταγράφεται αυξημένος κίνδυνος εκδήλωσης καταθλιπτικών τάσεων, τάσεων κοινωνικής απομόνωσης, καθώς και διασπαστικών ή επιθετικών συμπεριφορών (προβλήματα συμπεριφοράς). Η συνύπαρξη ειδικών μαθησιακών δυσκολιών και συναισθηματικών /συμπεριφορικών διαταραχών αποτελεί τον κανόνα, παρά την εξαίρεση. Στο ιστορικό παιδιών και εφήβων με ψυχιατρικά προβλήματα αναδείχθηκαν: αναπτυξιακή ανωριμότητα, δυσλεξία, κληρονομικότητα για δυσλεξία, υπερκινητικότητα, ελλειμματική προσοχή, επιβραδυμένη γνωστική διαδικασία. Ως συνοδά χαρακτηριστικά αυτής της πρώιμης σύνθετης συμπεριφοράς καταγράφησαν: κατάθλιψη, χαμηλή αυτοεκτίμηση, επιθετική συμπεριφορά, αντικοινωνική συμπεριφορά, φυγή από το σπίτι, διακοπή του σχολείου, άγχος, ψυχοσωματικά συμπτώματα, ψυχωτικές ενδείξεις. Στο οικογενειακό τους περιβάλλον καταγράφησαν ενδοικογενειακή βία, αλκοολισμός, γονείς με μαθησιακές δυσκολίες και αντικοινωνική συμπεριφορά, άγχος και κατάθλιψη.
Παράγοντες καθοριστικοί για την ερμηνεία συννοσηρότητας ψυχικών και διαταραχών μάθησης: Ηλικία: διαφοροποιήσεις κατά την προσχολική ηλικία: οι ψυχιατρικές παθήσεις αυξάνονται πλήρως μεταξύ 2 και 3 ετών και, στη συνέχεια μειώνονται μεταξύ 4 και 5 ετών Μην ξεχνάμε ότι: Ένα σημαντικό ποσοστό ψυχιατρικών διαταραχών ξεκινά κατά την παιδική και εφηβική ηλικία Ψυχιατρικά συμπτώματα και διαταραχές που ξεκινούν νωρίς στη ζωή, είναι χρόνιες και παρατεταμένες Φύλο: Τα αγόρια τείνουν να εκδηλώνουν σε μεγαλύτερο ποσοστό ψυχιατρικές διαταραχές, εκδήλωση η οποία τείνει να γενικεύεται και στην ενήλικη ζωή.
Πρώιμες ενδείξεις εκδήλωσης ψυχοπαθολογίας μεταγενέστερα: 1. Σοβαρά προβλήματα τυπικών συμπεριφορών και συναισθημάτων σε πρώιμο επίπεδο (Διαταραχές συμπεριφοράς/διαταραχές συναισθήματος/διαταραχές κατάθλιψης/διαταραχές άγχους):
Καταδεικνύουν ως «προβληματική» μια συμπεριφορά ήδη από την προσχολική ηλικία, σε ποσοστό 7% έως και 25% Προσδιορίζουν μια ευδιάκριτη ταυτότητα προβλημάτων συμπεριφοράς και διάθεσης Υποδηλώνουν τη συνέχεια μεταξύ προσχολικών διαταραχών συμπεριφοράς και διάθεσης και ψυχοπαθολογίας στην κατοπινή παιδική ηλικία και την ενήλικη ζωή
2. Ιδιοσυστασιακά χαρακτηριστικά: Αφορούν στις ατομικές διαφοροποιήσεις ως προς τις μορφές αντίδρασης και αποδοχής κανόνων:
Είναι ιδιοσυστασιακές Εκδηλώνονται από πολύ νωρίς στη ζωή του ατόμου Σχετικά παραμένουν σταθερές (παρά την επίδραση της ωρίμανσης και των εμπειριών και αλλαγών των συνθηκών) Αποτελούν κίνδυνο για την εκδήλωση κατοπινών ψυχικών διαταραχών Συχνά αποτελούν αναπαράσταση πρώιμης εκδήλωσης των ίδιων των ψυχικών διαταραχών
Κλινική περίπτωση ενήλικα 30 ετών Ο κ. Κ αναφέρεται στο μακροχρόνιο των δυσκολιών που αντιμετωπίζει από το σχολείο μέχρι και σήμερα, στην καθοριστικά αρνητική συμβολή των συγκεκριμένων δυσκολιών στην επίτευξη στόχων καθώς και στη διαμόρφωση αρνητικής εικόνας του εγώ και της συμπεριφοράς του στα εκάστοτε πλαίσια αναφοράς. Σημαντική –για τον ίδιο- κρίνεται η έλλειψη σχέσεων καθώς και αντιπαράθεση με την οικογένειά του (κυρίως με τη μητέρα του), η συνεχής αναζήτηση αιτιών και ερμηνείας της κακής του εικόνας και η συνεχής αναζήτηση της καλής έξωθεν μαρτυρίας. Η αξιολόγηση των δυσκολιών σκιαγραφεί ένα profile ειδικών αναπτυξιακών μαθησιακών δυσκολιών, οι οποίες εξακολουθούν να υφίστανται και στην ενήλικη ζωή του κ. Κ (με ενδείξεις ανωριμότητας) και να συμβάλλουν ανασταλτικά στην καθημερινότητά του, με κυριότερες συνέπειες την αδυναμία ολοκλήρωσης των βασικών του σπουδών, την αδυναμία διαμόρφωσης επαγγελματικής ταυτότητας, την εύκολη παραίτηση, τις συχνές ματαιώσεις και τις έντονες εκδηλώσεις θυμού και άγχους.