ΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΙΔΗ ΧΡΗΜΑΤΟΣ Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών ΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΙΔΗ ΧΡΗΜΑΤΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Ο άνθρωπος αρχίζει να χρησιμοποιεί το χρήμα από την προϊστορική εποχη Αρχικά, ως χρήμα υιοθετήθηκαν διάφορα αγαθά, χρήσιμα για τον άνθρωπο για την κάλυψη βασικών αναγκών. Στις σύγχρονες οικονομίες το χρήμα παύει να έχει αξία χρήσεως, η μόνη του αξία συνίσταται στη ρευστότητά του, αποτελεί δηλαδή μέσο πληρωμών.
Τα κριτήρια για την ταξινόμηση των διαφόρων που λειτούργησαν σαν χρήμα Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Τα κριτήρια για την ταξινόμηση των διαφόρων που λειτούργησαν σαν χρήμα Η χρησιμότητα του χρήματος ως μέσου πληρωμών σε σύγκριση με την χρησιμότητα του ως αγαθού Οι ιδιότητες αυτού που εκδίδει το χρήμα-ενδιαφέρει ιδιαίτερα τη νομισματική πολιτική που επιδιώκει να ελέγξει την ποσότητα χρήματος που κυκλοφορεί Τα φυσικά χαρακτηριστικά της ύλης από την οποία συντίθεται το χρήμα
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών ΟΡΙΣΜΟΣ ΧΡΗΜΑΤΟΣ Ο ορισμός του χρήματος είναι απαραίτητος γιατί η ποσότητα χρήματος που είναι σε κυκλοφορία επηρεάζει τη διαμόρφωση βασικών οικονομικών μεγεθών όπως είναι η παραγωγή, η απασχόληση, το γενικό επίπεδο τιμών και το ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών. Επιπλέον από την ποσότητα κυκλοφορούντος χρήματος εξαρτάται η επίτευξη ή όχι της χρηματικής ισορροπίας
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ Το χρήμα θα μπορούσε να ορισθεί με βάση τα χαρακτηριστικά του, να ορισθεί από νομοθέτη(π.χ στην Ελλάδα απαγορεύεται η συναλλαγή με χρυσές λίρες ή ξένο νόμισμα, οι χρυσές λίρες διατίθενται μόνο σε περιορισμένη έκταση από το Χρηματιστήριο Αθηνών.) Από τη σκοπιά της οικονομικής ανάλυσης αν το αντικείμενο που ορίζεται σαν fiat pecunia-κρατικό χρήμα δεν είναι σε θέση να λειτουργεί αποτελεσματικά ως μέσο πληρωμών και αποταμιεύσεως και ως λογιστική μονάδα παύει να είναι χρήμα. Άρα, η οικονομική ανάλυση ορίζει ως χρήμα οτιδήποτε χρησιμοποιείται σε αξιόλογη έκταση ως μέσο πληρωμών στις συναλλαγές της.
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Επομένως οποιοδήποτε αντικείμενο μπορεί να χαρακτηριστεί ως χρήμα αρκεί να τηρούνται δύο προϋποθέσεις: Η οικονομία να έχει στοιχειώδη οργάνωση για να πραγματοποιούνται συναλλαγές Το αντικείμενο να γίνεται αποδεκτό ως μέσο πληρωμών Παρατηρούμε ότι ο οικονομικός ορισμός του χρήματος περιορίζεται στην ιδιότητα του, ως μέσου πληρωμών. Αυτό σημαίνει ότι οι υπόλοιπες λειτουργίες του χρήματος δεν θεωρούνται ούτε αναγκαίες, ούτε ικανές συνθήκες για να αποτελέσει ένα αντικείμενο χρήμα. Παρ’όλο δηλαδή που τα δάνεια, ως αντικείμενο μελλοντικής παροχής δεν είναι άγνωστα στη σύγχρονη συναλλακτική πρακτική δεν σημαίνει ότι μπορούν να αποτελέσουν μέσο πληρωμής. Από την άλλη οι ομολογίες , οι μετοχές κ.τ.λ μπορούν να λειτουργούν ως μέσο αποταμιεύσης και συσσώρευσης πλούτου δεν μπορούν, όμως ούτε αυτά να λειτουργούν ως μέσο πληρωμής.
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι όταν ένα αγαθό γίνεται δεκτό και επικρατεί ως μέσο πληρωμής, μπορεί να ασκήσει και τις υπόλοιπες λειτουργίες του χρήματος, ενώ το αντίστροφο συνήθως δεν ισχύει. Η εκ μέρους του κοινού γενική αποδοχή ως μέσου πληρωμής αποτελεί την conditio sine qua non του χρήματος. Αν ένα μέρος της κοινωνίας πάψει να δέχεται το αγαθό ως αντιπαροχή στις συναλλαγές το αγαθό παύει να είναι χρήμα. Αν αυτό συμβεί η αξία του αγαθού εξαρτάται από τη φυσική του υπόσταση και την ικανότητα του να καλύπτει άλλες ανάγκες. Π.χ τα δημητριακά δεν αποτελούν χρήμα αλλά καλύπτουν βασικές ανάγκες διατροφής. Τα παλιά εικοσάδραχμα εξακολουθούν να αποτελούν μέσα διαφυλάξεως της περιουσίας επειδή περιέχουν ασήμι, περίπτωση χαρακτηριστική της de facto καταργήσεως του χρήματος.
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Τα βασικά χαρακτηριστικά που πρέπει να συγκεντρώνει ένα αγαθό για να είναι σε θέση να αποτελέσει ικανοποιητικό μέσο πληρωμών είναι τα εξής: Το αγαθό πρέπει να έχει ανταλλακτική αξία τόση, ώστε λογικές ποσότητες του να εξυπηρετούν τις περισσότερες συναλλαγές. Η τιμή δηλαδή του αγαθού κατά μονάδα, δεν πρέπει να είναι εξαιρετικά μεγάλη ή εξαιρετικά μικρή Το αγαθό πρέπει να ανήκει στην κατηγορία των διαρκών για να μην υπόκειται σε ταχεία φθορά ή αλλοίωση. Το αγαθό πρέπει να υποδιαιρείται εύκολα σε μικρότερες ποσότητες που να αναγνωρίζονται αμέσως ως χρήμα από το κοινό.
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών ΛΟΓΙΚΗ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΑΞΙΑ Το αντικείμενο που χρησιμοποιείται ως χρήμα πρέπει να είναι σπάνιο μα όχι σπανιότατο. Το χρήμα δηλαδή πρέπει να έχει ανταλλακτική αξία τέτοια που να εξυπηρετούνται όσο γίνεται περισσότερες συναλλαγές. Εάν το αγαθό είναι σπανιότατο η ανταλλακτική αξία είναι μεγάλη και οι μικροσυναλλαγές αδύνατες με τη χρησιμοποίηση του. Εάν από την άλλη πλευρά το αγαθό υπεραφθονεί, η κατά μονάδα αξία του θα είναι τόσο μικρή, που οι συναλλαγές μεγάλης αξίας θα απαιτούν μεγάλη καταβολή μεγάλων ποσοτήτων του αγαθού-χρήματος.
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Το δεύτερο χαρακτηριστικό του χρήματος αφορά τη διάρκειά του. Δεν μπορεί να αποτελέσει χρήμα ένα αγαθό που φθείρεται ή αλλοιώνεται καθώς μεταβιβάζεται από χέρι σε χέρι. Γι’αυτό υπερτερούν τα ορυκτά και μάλιστα τα ανοξείδωτα στη λειτουργία του μέσου πληρωμών. Τέλος σημαντικό είναι και το τρίτο φυσικό χαρακτηριστικό. Οι συναλλαγές διευκολύνονται, αν ο κάθε ο πωλητής δεν χρειάζεται πολύ χρόνο για να εξακριβώσει την ποιότητα, τη γνησιότητα και την ποσότητα του χρήματος που εισπράττει. Η ποσότηα εξακριβώνεται εύκολα εφόσον η χρηματική μονάδα υποδιαιρείται ενώ η ποιότητα και η γνησιότητα εξακριβώνεται όταν τα πολλαπλάσια και οι υποδιαιρέσεις του είναι τυποποιημένα, ιδιαίτερα όταν η τυποποίηση έχει ανατεθεί σε τίμιο και φερέγγυο οργανισμό όπως είναι το κράτος.
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών ΠΕΡΙΕΚΤΙΚΟ ΧΡΗΜΑ Το χρήμα διακρίνεται σε περιεκτικό και παραστατικό ή συμβολικό. Περιεκτικό ονομάζεται συνήθως το είδος εκείνο χρήματος που ως μέσο πληρωμών έχει αξία ίση ακριβώς με την εμπορευματική του αξία. Περιεκτικό χρήμα αποτέλεσαν οι αγελάδες και άλλα ζώα, δημητριακά, ο καπνός το χρυσάφι κ.τ.λ. Πολλές φορές εμφανιζόταν ανισότητα μεταξύ της χρηματικής και της εμπορευματικής αξίας, η οποία βέβαια δεν διαρκούσε πολύ γιατί γινόταν αισθητή. Γενικά όμως υπήρχε στενότατη σχέση υποκαταστάσεως ανάμεσα στο νομισματικό και εμπορευματικό ρόλο του περιεκτικού χρήματος. Ο κάτοχος λ.χ του σιταριού ανάλογα με την αξία του ως μέσο πληρωμών και την αξία του ως μέσου διατροφής μπορούσε είτε να το πουλήσει είτε να το φάει.
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών ΠΕΡΙΕΚΤΙΚΟ ΧΡΗΜΑ Η ομαλή λειτουργία του περιεκτικού χρήματος εξαρτάται από το ύψος της παραγωγής και των διαθέσιμων αποθεμάτων του αγαθού αυτού σε συνδυασμό με την έκταση και την ένταση των ανθρώπινων αναγκών που πρόκειται να καλύψει. Έτσι παρατηρείται ότι σε εποχές φτωχής σοδειάς το στάρι αποσυρόταν από τη νομισματική κυκλοφορία και επανερχόταν σε περιόδους υπερπαραγωγής του. Οι δυνάμεις της αγοράς λειτουργούσαν μέσω της προσφοράς και ζητήσεως σταριού και της προσφοράς και ζητήσεως ενός μέσου πληρωμών και διαμόρφωναν την εμπορευματική αξία του σταριού, άλλοτε ίση ή μικρότερη από τη νομισματική του αξία οπότε και κυκλοφορούσε σαν χρήμα και άλλοτε μεγαλύτερη από αυτήν οπότε και αποσυρόταν από τη νομισματική κυκλοφορία. Στη συνέχεια τα πολύτιμα μέταλλα αντικατέστησαν τα υπόλοιπα αγαθά ως μέσο πληρωμών λόγω της ανθεκτικότητάς τους. Παραχώρησαν τη θέση τους σε τυποποιημένα κομμάτια με προκαθορισμένο βάρος και σχήμα, για να αντικατασταθούν και αυτά αργότερα από τα κέρματα.
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΔΟΣΕΩΣ Όταν το νομισματικό σύστημα στηρίζεται στη λεγόμενη μεταλλική βάση, ως περιεκτικό χρήμα κυκλοφορούν κέρματα από χρυσό ή αργυρό. Μιλάμε δηλαδή για βάση χρυσού, αργυρού ή διμεταλλική. Την ισότητα ανάμεσα στη νομισματική και την εμπορευματική αξία των μετάλλων αυτών εξασφάλιζε ο θεσμός της ελεύθερης κοπής κερμάτων για λογαριασμό οποιουδήποτε, εφόσον προσκόμιζε το απαραίτητο μέταλλο, και αντίστοιχα της έλευθερης τήξεώς τους από τον κάτοχο τέτοιων κερμάτων. Την κοπή των κερμάτων μπορούσε να αναλάβει ιδιωτική επιχείρηση υπό τον έλεγχο του κράτους, ώστε να υπάρχει εγγύηση για το πραγματικό βάρος των κερμάτων και την καθαρότητα του πολύτιμου μετάλλου που περιείχε. Το κράτος συνήθως διατηρούσε το προνόμιο εκδόσεως και η παραγωγή αυτού του είδους χρήματος είχε χαρακτήρα κρατικού μονοπωλίου.
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Η διαδικασία εκδόσεως και ομαλής κυκλοφορίας περιεκτικού χρήματος προυποθέτει: Να προσδιορισθεί υπεύθυνα η αξία του χρυσού που περιέχεται στη νομισματική μονάδα, κάτι που αναλαμβάνει το κράτος. Μέσω του νομισματοκοπείου το κράτος αναλαμβάνει να αγοράζει οποιαδήποτε ποσότητα χρυσού του προσκομίζεται και για αντάλλαγμα πληρώνει με κέρματα από χρυσό ανάλογα με την τιμή του χρυσού που έχει καθορισθεί. Η πράξη αυτή του νομισματοκοπείου ισοδυναμεί με δωρεάν μετατροπή του εμπορευματικού χρυσού σε χρήμα-κέρματα. Η διαδικασία αυτή αποτρέπει την πτώση της αγοραίας τιμής του χρυσού σε επίπεδα χαμηλότερα από την επίσημη τιμή του. 14
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών 3. Επιτρέπεται η τήξη των κερμάτων από τον κάτοχό τους καθώς και η χρησιμοποίηση του χρυσού που προέρχεται από τα κέρματα σαν εμπορεύματος. Με την ελεύθερη τήξη των κερμάτων αποτρέπεται η άνοδος της αγοραίας τιμής του χρυσού σε επίπεδα υψηλότερα από την επίσημη τιμή του. Όταν η αγοραία τιμή του χρυσού τείνει να αυξηθεί πέρα από την επίσημη, η μαζική τήξη των κερμάτων έχει σαν αποτέλεσμα την αύξηση της προσφερόμενης ποσότητας τους χρυσού. Με την αύξηση της προσφοράς η τιμή του χρυσού υποχωρεί μέχρι τα επίπεδα της επίσημης τιμής. Περισσότερο δεν θα υποχωρήσει επειδή στην επίσημη τιμή υπάρχει πάντα κάποιος αγοραστής, το κράτος. 15
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Στο διάγραμμα που ακολουθεί απεικονίζεται η διαδικασία σταθεροποιήσεως της ελεύθερης τιμής του χρυσού στα επίπεδα που ορίζει το κράτος. Η καμπύλη ΠΠ απεικονίζει τη συνολική προσφορά χρυσού με την υπόθεση ceteris paribus, ότι δηλαδή όλοι οι άλλοι παράγοντες που επιδρούν στην προσφορά μένουν αμετάβλητοι. Η καμπύλη ΖΖ αντιπροσωπεύει τη ζήτηση χρυσού για μη νομισματικούς σκοπούς , με την υπόθεση ceteris paribus. Η καμπύλη ΖΖ δείχνει σε κάθε πιθανή τιμή του χρυσού την ποσότητα του χρυσού που ζητιέται στην ελεύθερη αγορά και χωρίς κρατική παρέμβαση. Η τιμή ισορροπίας στην ελεύρερη αγορά διαμορφώνεται ανάλογα με τη ζήτηση και την προσφορά του. Το σημείο Τ αποτελεί το σημείο ισορροπίας. 16
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών 17
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Υποθέτουμε ότι το κράτος αποφασίσει να υιοθετήσει την έκδοση και κυκλοφορία χρυσών κέρμάτων . Ορίζει την τιμή στο σημείο Ρ, μεγαλύτερη από την Τ της ελεύθερης αγοράς ενώ παράλληλα ανακοινώνει ότι το νομισματοκοποείο αναλαμβάνει σε τιμή Ρ την αγορά οποιαδήποτε ποσότητας χρυσού και τη μετατροπή της σε κέρματα. Η κρατική δηλαδή ζήτηση χρυσού για νομισματικούς λόγους είναι μια ευθεία γραμμή που τέμνει τον άξονα των τιμών στο σημείο Ρ(ευθεία Ζ ν). Η τιμή ισορροπίας θα διαμορφωθεί στο σημείο Ρ. Η προσφερόμενη ποσότητα είναι ΟΒ ενώ η ζητούμενη ποσότητα είναι ΟΑ. Τη διαφορά τους, δηλαδή ΑΒ απορροφά το νομισματοκοπείο. Τιμή μεγαλύτερη από Ρ, ακόμα και να παρουσιασθεί θα είναι προσωρινή, αφού επιτρέπεται η τήξη των κερμάτων κατά βούληση. Η ποσότητα ΑΒ αντιπροσωπεύει τη συνολική ποσότητα κυκλοφορούντος περιεκτικού χρήματος ενώ η αξία του αντιπροσωπεύεται από το γινόμενο ΑΓ*ΓΔ, το εμβαδό του παραλληλογράμμου ΑΒΔΓ. 18
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ Σε περίπτωση αποκλειστικής κυκλοφορίας περιεκτικού χρήματος το κράτος δεν διαθέτει άλλο μέσο για τον έλεγχο της συνολικής ποσότητας χρήματος στην οικονομία εκτός από την επίσημη τιμή του χρυσού. Το κυκλοφορούν νόμισμα προσδιορίζεται από τη διαφορά της συνολικής προσφοράς χρυσού και της ζήτησεώς του για μη νομισματικούς σκοπούς. Εάν όμως μεταβληθεί κάποιος από τους παράγοντες που με την υπόθεση ceteris paribus θεωρήσαμε σταθερούς τότε αυτό θα επιδράσει στη ζήτηση και τη προσφορά χρυσού. Οι καμπύλες θα μετακινηθούν ανάλογα, και η ποσότητα κερμάτων που θα κυκλοφορεί στην αγορά θα είναι διαφορετική από την αρχική ενώ η τιμή του χρυσού θα παραμείνει Ρ, εάν το κράτος δεν αλλάξει την τιμή. Συμπεραίνουμε ότι το κράτος αδυνατεί να ελέγξει άλλους παράγοντες που προκαλούν μεταβολές των συναρτήσεων προσφοράς και ζητήσεως χρυσού, άρα αδυνατεί να ελέγξει την ποσότητα χρήματος. Επειδή η ομαλή κυκλοφορία μέσων πληρωμής επιδρά σε βασικά μεγέθη της οικονομίας, ο έλεγχος της ποσότητας χρήματος απο το κράτος γίνεται ανάγκη επιτακτική. 19
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Αναφέρεται ως πλεονέκτημα του περιεκτικού χρήματος ότι λόγω του ψηλού κόστους παραγωγής η προσοφορά του χρυσού περιορίζεται. Το γεγονός αυτό αποτελεί πλεονέκτημα καθώς ένα βασικό χαρακτηριστικό του αποτελεσματικού μέσου πληρωμών είναι η σχετική σπανιότητά του. Διαφορετικά η υπερπροσφορά του θα σήμαινε ότι η κατά μονάδα αξία του θα ήταν τόσο χαμηλή ώστε να χρειάζονται τεράστιες ποσότητες κερμάτων για τη διενέργεια συνηθισμένων συναλλαγών. Το γεγονός αυτό μετατρέπεται σε μειονέκτημα καθώς στη σύγχρονη εποχή ο όγκος συναλλαγών είναι τεράστιος και οι ανάγκες για μέσα πληρωμών συνεχώς μεγαλύτερες. Η παραγωγή του χρυσού δεν μπορεί να παρακολουθήσει τις αλλαγές αυτές καθώς τα κοιτάσματα χρυσού είναι περιορισμένα οπότε ο χρυσός μετατρέπεται από αγαθό σπάνιο σε σπανιότατο. Μοιραία η τιμή του χρυσού θα ξεπεράσει την κάποτε την επίσημη τιμή του και τα χρυσά νομίσματα θα εξαφανισθούν από την αγορά, εξηγώντας γιατί ο χρυσός δεν χρησιμοποιείται πια ως μέσο πληρωμών. 20
ΨΕΥΔΟΠΕΡΙΕΚΤΙΚΟ Ή ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΟ ΧΡΗΜΑ Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών ΨΕΥΔΟΠΕΡΙΕΚΤΙΚΟ Ή ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΟ ΧΡΗΜΑ Με τον όρο ψευδοπεριεκτικό χρήμα ή αντιπροσωπευτικό χρήμα εννοούμε τίτλους κατοχής, αποδεικτικά δικαιώματα, ή αξιόγραφα, μη οπισθογραφήσιμα που η έκδοση τους γινόταν στον κομιστή. Στον τίτλο έγραφε ότι ο κομιστής του είχε δικαίωμα να παρουσιασθεί στον εκδότη του τίτλου και να εισπράξει την αναγραφόμενη αξία. Το ψευδοπεριεκτικό χρήμα δεν έχει καμία εμπορευματική αξία, αντιπροσώπευε αξία και ήταν μετατρέψιμο αμέσως και πλήρως σε περιεκτικό χρήμα, δηλαδή δεν χρειαζόταν ούτε χρόνος και ούτε είχε κάποιο κόστος η μετατροπή του σε χρήμα. Το ψευδοπεριεκτικό χρήμα ήταν ισοδύναμο σε ρευστότητα με το καθαρά περιεκτικό χρήμα. Τα πλεονεκτήματά του: 1)η αποφυγή δημοσίων δαπανών για την κοπή κερμάτων, 2) περιορισμός νοθείας κερμάτων και 3) η εύκολη μεταφορά μεγάλων ποσών με ένα απλό κομμάτι χαρτι. 21 21
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Στα μειονεκτήματα του ψευδοπεριεκτικού χρήματος μπορούμε να αναφέρουμε την ευκολία παραχαράξεώς του, τη δυνατότητα εκδόσεως τίτλων χωρίς αντίκρυσμα και την ταχύτερη σχετικά φθορά του χαρτιού σε αντίθεση με τα πολύτιμα μέταλλα. Η εκδιδόμενη και κυκλοφορούσα ποσότητα αυτού το είδους χρήματος δεν ήταν ανεξέλεγκτη αλλα βρισκόταν σε σταθερή αναλογίά 1:1 με την ποσότητα των κερμάτων ή του πολύτιμου μετάλλου που αντιπροσώπευε. 22
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Παραστατικό χαρακτηρίζεται το είδος εκείνο του κυκλοφορούντος μέσου πληρωμής που παριστάνει χρηματικές μονάδες περισσότερες από την αξία του υλικού από το οποίο συντίθεται, η οποία είναι μηδαμινή. Η διαφορά με το αντιπροσωπευτικό χρήμα είναι ότι αυτό αντιπροσωπεύει περιεκτικό χρήμα ενώ το παραστατικό παριστάνει χρηματικές μονάδες χωρίς να χρειάζεται να έχει πλήρες αντίκρυσμα. 23
ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ Ή ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ Μεταλλικό κέρμα Τραπεζογραμμάτιο Εμπορικό χρήμα
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΔΟΣΕΩΣ: ΚΕΡΜΑΤΑ Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΔΟΣΕΩΣ: ΚΕΡΜΑΤΑ Η νομισματική αξία του παραστατικού χρήματος διατηρείται σε επίπεδα ψηλότερα από την αγοραία τιμή του υλικού από το οποίο κατασκευάζεται. Η αρμόδια αρχή αποφασίζει πόσο παραστατικό χρήμα θα εκδώσει και αγοράζει όση ακριβώς ποσότητα υλικών χρειάζεται για την κατασκευή του. Η συνολική προσφορά των υλικών που χρειάζονται είναι αρκετά μεγάλη σε σύγκριση με τη ζήτηση τους από το κοινό για μη νομισματικούς σκοπούς, οπότε και δεν επηρεάζεται η τιμή του υλικού στην αγορά, μετά την αφαίρεση των ποσοτήτων που θα χρησιμοποιήσει το νομισματοκοπείο. 25
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Αν π.χ πρόκειται να παραχθούν 20δραχμα που περιέχουν το καθένα 1γραμμάριο αργυρού. Θα πρέπει για να διατηρηθούν στην κυκλοφορία να είναι η προσφορά και η ζήτηση αργύρου στην ελεύθερη αγορά τέτοιες που η τιμή του αργύρου να μη ξεπερνά τις 20.000 δρχ το κιλό. Αν τις ξεπερνά τα 20δραχμα θα εξαφανιστούν από την κυκλοφορία καθώς το νόμισμα θα περιέχει περισσότερο από 20δραχμές σε αργυρό. Αποτελεί γενικό κανόνα να αποσύρονται από την κυκλοφορία κέρματα που η αξία των συστατικών τους είναι μεγάλη και να παραμένουν κέρματα με συστατικά λιγότερο πολύτιμα. Πρόκειται για το γνωστό νόμο του Gresham που διατυπώνει με την πρόταση «το κακό χρήμα διώχνει το καλό», φράση που φαίνεται ότι τελικά ανήκει στον Αριστοφάνη. 26
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΔΟΣΕΩΣ: ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΧΡΗΜΑ Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΔΟΣΕΩΣ: ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΧΡΗΜΑ Γραμμάτια Συναλλαγματικές
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΔΟΣΕΩΣ: ΤΡΑΠΕΖΟΓΡΑΜΜΑΤΙΟ Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Μετατρεψιμότητα Προεξόφληση Ρευστότητα Κλασματικό Απόθεμα ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΔΟΣΕΩΣ: ΤΡΑΠΕΖΟΓΡΑΜΜΑΤΙΟ
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών ΕΛΛΑΔΑ: 19ος Αιώνας Ιδρυση Κράτους 1828: Μεταλλικό Νόμισμα Ιδρυση ΕΤΕ 1841 Εκδοτικό προνόμιο Μετατρεψιμότητα Πηγή: μετοχικά κεφάλαια
ΕΛΛΑΔΑ 19ος Αιώνας Η αρχική κατάσταση 31/12/1842 Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών ΕΛΛΑΔΑ 19ος Αιώνας Η αρχική κατάσταση 31/12/1842
ΕΛΛΑΔΑ: 19ος Αιώνας Η Κυκλοφορία του Τραπεζογραμματίου Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών ΕΛΛΑΔΑ: 19ος Αιώνας Η Κυκλοφορία του Τραπεζογραμματίου
ΕΛΛΑΔΑ: 19ος Αιώνας Πιστώσεις Εθνικής Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών ΕΛΛΑΔΑ: 19ος Αιώνας Πιστώσεις Εθνικής
ΕΛΛΑΔΑ: 19ος Αιώνας Η Διάχυση του Τραπεζογραμματίου Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών ΕΛΛΑΔΑ: 19ος Αιώνας Η Διάχυση του Τραπεζογραμματίου
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών ΕΛΛΑΔΑ: 19ος Αιώνας
ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΕΙΔΗ ΧΡΗΜΑΤΟΣ Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΕΙΔΗ ΧΡΗΜΑΤΟΣ Στη σύγχρονη εποχή έχουν καθιερωθεί τα χαρτονομίσματα, τα κέρματα και οι καταθέσεις όψεως, το άθροισμα των οποίων αποτελεί την προσφορά χρήματος. Όλα τους ανήκουν στην κατηγορία του παραστατικού χρήματος. Ενώ οι καταθέσεις όψεως λέγονται και πιστωτικό χρήμα επειδή αποτελούν κατά κάποιο τρόπο υποχρέωση αυτών που το εκδίδουν, να καταβάλουν στον κομιστή του χαρτονομίσματος ή της επιταγής συγκεκριμένη ποσότητα άλλου χρήματος, παραστατικού ή περιεκτικού. 35
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Τα κέρματα αντιπροσωπεύουν μικρό ποσοστό στο σύνολο των κυκλοφορούντων μέσων πληρωμής. Εκδίδονται από το Δημόσιο και εισέρχονται στην κυκλοφορία μέσω της κενρικής τράπεζας της χώρας. Τα χαρτονομίσματα αποτελούνται αποκλειστικά από τραπεζογραμμάτια που εκδίδει η κεντρική τράπεζα κάθε χώρας (αποτελούν χρήμα πιστωτικό ή ψευδοπαραστατικό). Το εκδοτικό προνόμιο μονοπωλείται συνήθως απο την κεντρική τράπεζα που ταυτόχρονα είναι υπεύθυνη και για την εφαρμογή της νομισματικής πολιτικής που ακολουθεί το κράτος και έτσι διευκολύνεται ο έλεγχος των κυκλοφορούντων τραπεζογραμματίων από τις νομισματικές αρχές. Το κοινό φαίνεται να υπολογίζει λιγότερο στο δικαίωμα που αποκτά επί κερμάτων και περισσότερο στην αξία των τραπεζογραμματίων ως μέσων πληρωμής. 36
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Οι καταθέσεις όψεως μεταβιβάζονται με επιταγές και αποτελούν πιστωτικό χρήμα. Επειδή δημιουργούνται από το τραπεζικό σύστημα – η τράπεζα προς την οποία απευθύνεται η επιταγή έχει την υποχρέωση να καταβάλει στον δικαιούχο την αξία που αναγράφεται στην επιταγή-ονομάζονται καταθέσεις όψεως. Ωστόσο οι καταθέσεις όψεως αποτελούν χρήμα και όχι οι επιταγές. Οι επιταγές είναι απλώς ένας τρόπος μεταβίβασης του μέσου πληρωμής. 37
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Οι καταθέσεις όψεως προτιμούνται επειδή: Μικρότερη πιθανότητα κλοπής ή απώλεια σε σχέση με τα άλλα είδη χρήματος Η αναγραφή στην επιταγή της αξίας της συναλλαγής ακριβώς. Η εύκολη και με ελάχιστο κόστος μεταφορά των καταθέσεων όψεως από το ένα λογαριασμό στον άλλο ανεξάρτητα από το ύψος του ποσού ή τη γεωγραφική απόσταση μεταξύ οφειλέτου και δικαιούχου. Στις δυτικές οικονομίες ο θεσμός της επιταγής είναι ευρύτατα καθιερωμένος. Η χρήση του, γενικά, εξαρτάται από τις προτιμήσεις του κοινού, την συναλλακτική εμπειρία των εμπόρων και καταναλωτών, την αξιοπιστία των τραπεζών και των συναλλασόμενων, τη μορφή και τον όγκο των συναλλαγών. 38
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Επιπλέον υπάρχουν και άλλου είδους καταθέσεων που αποτελούν τραπεζική υποχρέωση όπως είναι οι καταθέσεις ταμιευτηρίου, οι καταθέσεις προθεσμίας, οι καταθέσεις σε συνάλλαγμα. Οι καταθέσεις αυτές ρευστοποιούνται με σχετική ευκολία, άρα ενέχουν κάποιο βαθμό ρευστότητας όχι όμως τόσο μεγάλο όσο οι καταθέσεις όψεως. Ωστόσο η ρευστοποίηση δεν συναπάγεται κάποιο κόστος και ούτε η σπατάλη χρόνου είναι τόσο μεγάλη, αν παραβλέψει κανείς τις ουρές στη τράπεζα και τις μέρες αργίας των τραπεζών. 39
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών ΟΙΟΝΕΙ ΧΡΗΜΑ Πολλοί οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι στην έννοια του χρήματος πρέπει να περιλαμβάνονται όχι μόνο η νομισματική κυκλοφορία και οι καταθέσεις όψεως αλλά και οι υπόλοιπες καταθέσεις. Οι υπόλοιπες καταθέσεις ελάχιστα μειονεκτούν σε σχέση με τις καταθέσεις όψεως ως μέσο πληρωμής ενώ ταυτόχρονα αντιπροσωπεύουν αγοραστική δύναμη. Επιπλέον αποτελούν μέσα αποθεματοποίησης αγοραστικής δύναμης. Σύμφωνα με την άποψη αυτή χρήμα πρέπει να θεωρηθεί κάθε μέσο πληρωμών και όλα τα μέσα συσσώρευσης πλούτου που ρευστοποιούνται εύκολα, όπως είναι π.χ οι καταθέσεις, τα τραπεζικά ομόλογα, τα έντοκα γραμμάτια δημοσίου. 40
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Το χρήμα δηλαδή με τη στενή έννοια περιλαμβάνει κάθε μέσο πληρωμών. Με την ευρύτερη έννοια περιλαμβάνει επιπλέον και τα περιουσιακά στοιχεία που ρευστοποιούνται εύκολα. Υποστηρίζεται ότι η σχέση ανάμεσα στην αγοραστική δύναμη και στις συνολικές δαπάνες είναι ισχυρότερη όταν σ’αυτήν έχουν υπολογισθεί τα στοιχεία της ευρύτερης έννοιας του χρήματος. Τα στοιχεία αυτά έχουν καθιερωθεί ως οιονεί χρήμα. Ωστόσο εάν στην έννοια του χρήματος περιλαμβάνεται και το οιονεί χρήμα η διαχωριστική γραμμή πόυ ξεχωρίζει τι είναι χρήμα και τι όχι δεν είναι ευδιάκριτη. Το πλεονέκτημα του οιονεί χρήματος είναι ότι η ίδια ποσότητα τραπεζογραμματίων, κερμάτων και καταθέσεων όψεως είναι σε θέση να εξυπηρετήσει μεγαλύτερο όγκο συναλλαγών 41
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Οι υποστηρικτές της στενής έννοιας του χρήματος αντιτάσσουν τα επιχειρήματά τους: 1) Κάθε αγαθό έχει κάποιο βαθμό ρευστότητας, δημιουργείται το πρόβλημα ποιος είναι ο βαθμός ρευστότητας που θα αποτελέσει τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο οιονεί χρήμα και στα λοιπά περιουσιακά στοιχεία. 2) Δεν είναι σίγουρο ότι οι επιδράσεις που ασκεί το οιονεί χρήμα στη διαμόρφωση της οικονομικής δραστηριότητας είναι ίδιες με τις επιδράσεις του στενού χρήματος. Κυρίως στη διαμόρφωση του επιχειρηματικού κύκλου, μια οριακή αύξηση της κυκλοφορίας των τραπεζογραμματίων έχει διαφορετικές επιπτώσεις από την οριακή του οιονεί χρήματος. 42
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών 3. Πολλές φορές η νομισματική πολιτική ενός κράτους αποβλέπει στη μεταβολή της αναλογίας χρήματος προς οιονεί χρήμα για να πετύχει μ’αυτήν τους σκπούς της που σημαίνει ότι οι νομισματικές αρχές θεωρούν τις επιδράσεις των δύο αυτών μεγεθών πάνω στα υπόλοιπα μεγέθη της οικονομίας κάθε άλλο παρά ταυτόσημες. 4. Το επιχείρημα ότι το οιονεί χρήμα επιδρά πάνω στο ύψος των χρηματικών δαπανών με τον ίδιο τρόπο που επιδρά το χρήμα υπό στενή έννοια δεν αποτελεί ισχυρό επιχείρημα καθώς και άλλοι παράγοντες όπως ο πλούτος των ατόμων ασκούν επίδραση πάνω στις χρηματικές δαπάνες μιας οικονομίας. 43
ΚΟΣΤΟΣ ΕΥΚΑΙΡΙΑΣ ΤΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών ΚΟΣΤΟΣ ΕΥΚΑΙΡΙΑΣ ΤΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ Όποιος διατηρεί ολόκληρη την περιουσία του σε μορφή χρήματος υποβάλλεται σε θυσία με το να μην εισπράττει το εισόδημα που θα μπορούσε να του αποφέρει η τοποθέτηση του χρήματος αυτού σε άλλα περιουσιακά στοιχεία. Από την άλλη όποιος διατηρεί ολόκληρη την περιουσία του με τη μορφή τοκοφόρων περιουσιακών στοιχείων υποβάλλεται σε απώλεια ρευστότητας. Η απόφαση του ατόμου για το πώς θα διατηρήσει την περιουσία του εξαρτάται από το γενικό επίπεδο επιτοκίων και τις τρέχουσες ανάγκες του σε ρευστό χρήμα. Ο τόκος που χάνεται για τη διατήρηση της περιουσίας σε χρήμα αντιπροσωπεύει το κόστος ευκαιρίας της διατηρήσεως χρήματος 44
ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ Τα αποτελέσματα των εμπειρικών ερευνών άλλοτε συνηγορούν υπέρ της στενής έννοιας και άλλοτε υπέρ κάποιας ευρύτερης έννοιας του χρήματος. Η νομισματική κυκλοφορία και οι καταθέσεις όψεως εκτός από μέσα πληρωμών χρησιμοποιούνται και ως μέσα αποταμίευσης ή αποθεματοποίησης αγοραστικής δύναμης. Σαν μέσα αποταμίευσης χρησιμοποιούνται όμως και οι λοιπές καταθέσεις , οι ομολογίες, οι μετοχές, τα ακίνητα, και η λειτουργία αυτή του χρήματος είναι εξίσου σημαντική με αυτήν του μέσου πληρωμών. Αν συμβαίνει αυτό τότε στον ορισμό του χρήματος θα πρέπει να περιληφθούν και τα στενά υποκατάστατα του ρευστού χρήματος στην λειτουργία του ως μέσου αποταμίευσης. 45
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Θα πρέπει λοιπόν να εκτιμηθεί ο βαθμός υποκατάστασης του χρήματος με καθένα από τα άλλα περιουσιακά στοιχεία. Ο πιο συνηθισμένος τρόπος είναι να μετρηθεί η σχετική αντίδραση της ζητούμενης ποσότητας χρήματος με τη στενή έννοια Μ1 , στις μεταβολές των επιτοκίων των πιθανών υποκαταστάτων του. Ένα απλό μέτρο της σχετικής αυτής αντιδράσεως είναι η σταυροειδής ελαστικότητα του Μ1 , που δίνεται από τον λόγο της ποσοστιαίας μεταβολής του Μ1, προς την ποσοστιαία μεταβολή του επιτοκίου εκείνου που την προκάλεσε και που αντιπροσωπεύει την απόδοση του πιθανού υποκατάστατου του χρήματος. 46
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Παράδειγμα Αν αυξηθεί το επιτόκιο προθεσμίας κατά 10% και αυτό ωθεί το κοινό να στραφεί στις καταθέσεις προθεσμίας μειώνοντας την ποσότητα Μ1 που κρατά έστω κατά 5%, η σταυροειδής ελαστικότητα του χρήματος ως προς τις καταθέσεις προθεσμίας είναι: ΔΜ1/Μ1 = -5%/10%= -0.5% ΔR/R Όπου ΔΜ1/Μ1 η ποσοστιαία μεταβολή του Μ1 και ΔR/R η ποσοστιαία μετβολή του επιτοκίου καταθέσεων προθεσμίας που την προκάλεσε. Αν οι καταθέσεις προθεσμίας και η νομισματική κυκλοφορία δεν ήταν υποκατάστατα η σταυροειδής ελαστικότητα θα ήταν 0. Αν ήταν τέλεια υποκατάστατα τότε η σταυροειδής ελαστικότητα θα ήταν -∞. 47
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Μια μικρή αύξηση του R θα οδηγούσε σε μετατροπή όλου σχεδόν του Μ1 σε καταθέσεις προθεσμίας και μια σχετικά μικρή μείωση του R θα οδηγούσε σε εγκατάλειψη των καταθέσεων και τεράστια αύξηση του Μ1. Όσο μεγαλύτερη είναι σε απόλυτες τιμές η σταυροειδής ελαστικότητα του Μ1 ως προς ένα περιουσιακό στοιχείο τόσο στενότερα υποκατάστατα είναι τα δυό τους. Αν η υποκατάσταση δεν είναι τέλεια τότε θα ήταν λανθασμένη τακτική η άθροιση του Μ1 και του άλλου περιουσιακού στοιχείου προκειμένου να ορισθεί η ευρύτερη έννοια του χρήματος, έστω η Μ2. Διότι σαν υποκάταστατο του Μ1 λειτουργεί μόνο ένα μέρος από το περιουσιακό στοιχείο και όχι ολόκληρη η ποσότητά του που υπάρχει στην οικονομία. Για το λόγο αυτό ορισμένοι συγγραφείς ορίζουν σαν χρήμα με την ευρεία έννοια το σταθμικό μέσο όρο του Μ1 και των υποκαταστάτων του. 48
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Αθηνών Σαν συντελεστής σταθμίσεως χρησιμοποιούν είτε τη μονάδα αν το περιουσιακό στοιχείο είναι τέλεια υποκατάστατο του Μ1 είτε ένα συντελεστή μικρότερο από τη μονάδα, αλλά θετικό αν είναι υποκατάστατο του Μ1 αλλά όχι τέλειο. Ο Chetty, για την αμερικάνικη οικονομία, διατείνεται ότι σαν χρήμα πρέπει να ορισθεί το άθροισμα: Μ=Μ1+Τ+0.880ΜS+0.615SL όπου Μ1 η νομισματική κυκλοφορία Τ οι καταθέσεις προθεσμίας σε εμπορικές τράπεζες MS οι καταθέσεις σε οργανισμούς αμοιβαίων κεφαλαίων και SL οι μετοχές οργανισμών παρακαταθηκών και δανείων Οι συντελεστές που χρησιμοποιούνται σημαίνουν ότι οι Τ είναι τέλεια υποκατάστατα του Μ1, έχουν δηλαδή ίδιο με αυτή ρευστότητα ενώ η ρευστότητα των MS και SL φτάνει αντίστοιχα το 88% και το 61.5% της ρευστότητας του χρήματος. Ο εμπειρικός ορισμός βέβαια διαφέρει από τη μια οικονομία στην άλλη αλλά και στην ίδια οικονομία διαχρονικά. 49