Project - Ερευνητική Εργασία: Ενδιαφέροντα Εφήβων ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ Αληγιάννη Σουζάνα Γραφάκος Παναγιώτης Ζήσης Χρήστος Γκούμα Νικολίνα Βασίλαρου Αλίκη Βασίλαρου Σοφία
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ – ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΣΤΗΝ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΤΩΝ ΕΦΗΒΩΝ ΣΤΑΘΜΟΙ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΟΝ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Οι έφηβοι παρακολουθούν σε μεγάλη συχνότητα κινηματογραφικές ταινίες με πολλούς διαφορετικούς τρόπους : με την παρέα ή την οικογένεια, σε ώρες απογευματινές ή βραδινές, προτιμώντας διαφορετικά είδη ταινιών κ. ο. κ. Προκύπτει λοιπόν αυτόματα η απορία του κατά πόσο επηρεάζονται από αυτά που παρακολουθούν. Οι ίδιοι θεωρούν ότι δεν επηρεάζονται παρά ελάχιστα από τις συμπεριφορές που προβάλλονται στην κινηματογραφική οθόνη, ή, τις ελάχιστες φορές που παραδέχονται την επιρροή που ασκούν πάνω τους οι ταινίες, υποστηρίζουν ότι απλώς τείνουν να μιμούνται τους πρωταγωνιστές, όπως προέκυψε από τις απαντήσεις των εφήβων στους οποίους δόθηκε το ερωτηματολόγιο που δημιουργήθηκε κατά την πορεία της ερευνητικής εργασίας.
Αντιθέτως, παρατηρούνται στην καθημερινότητα πολλές ακραίες συμπεριφορές-μιμήσεις των ηρώων που προβάλλονται, μεταξύ άλλων, και στις κινηματογραφικές οθόνες. Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης πληροφορούν καθημερινά τα τηλεοπτικά και αναγνωστικά κοινά τους για περιπτώσεις παιδιών και εφήβων, που, επηρεασμένοι από μια πρόσφατη κινηματογραφική εργασία, καταφεύγουν στα άκρα. Επιλέξαμε, λοιπόν, στην ερευνητική μας εργασία να θίξουμε το θέμα της επιρροής και της επίδρασης του κινηματογράφου, είτε αυτή είναι θετική, είτε αρνητική, στους εφήβους.
ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΕΠΙΔΡΑΣΗΣ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΣΤΟΥΣ ΝΕΟΥΣ Στις νεώτερες ηλικιακές ομάδες παρατηρείται τα τελευταία χρόνια μια αυξανόμενη τάση ωραιοπάθειας και υλισμού, όπως διαπιστώνουν πολλές έρευνες ειδικών, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Επηρεασμένοι από τα κενά είδωλα που προβάλλονται στην κινηματογραφική οθόνη, καταλήγουν, μιμούμενοι τους ήρωες των ταινιών, να θυσιάζουν στο βωμό του κέρδους και του χρήματος την ηθικότητα και την αγάπη για τον συνάνθρωπο, έχοντας ως μοναδικό τους στόχο την επιτυχία στο άλλο φύλο και την αύξηση της δημοτικότητας τους.
Εξίσου ανησυχητική είναι και η τάση των μεγάλων παραγωγών να προωθούν την άποψη ότι η τιμωρία μπορεί πολλές φορές να αποφευχθεί. Οι ήρωες αυτών των ταινιών αδιαφορούν για τις επιπτώσεις των πράξεών τους στο κοινωνικό σύνολο και δεν τιμωρούνται ποτέ για τα σφάλματά τους. Αντιθέτως, επιβραβεύονται για τα όσα πράττουν, παρόλο που στην πραγματικότητα αυτού του είδους οι συμπεριφορές κατακρίνονται και οδηγούν στη δίκαιη τιμωρία. Έτσι, οι έφηβοι, όταν μιμούνται τις πράξεις των ηρώων των ταινιών, δεν φαντάζονται καν ότι τελικά θα τιμωρηθούν. Αυτή η ανεμελιά τους, εκτός ότι είναι ενοχλητική για τους γύρω τους, τους δημιουργεί μια εσφαλμένη αίσθηση ασφάλειας, καθιστώντας τους ανίκανους να σκεφτούν ότι στη ζωή δεν υπάρχει ο από μηχανής Θεός και ότι, όταν αργότερα περάσουν στην ενήλικη πραγματικότητα, θα κληθούν να απαντήσουν για τις πράξεις τους.
Οι έφηβοι αυτοί που επηρεάζονται περισσότερο από την ατιμωρησία των κινηματογραφικών ηρώων ωθούνται πολλές φορές σε ακραίες συμπεριφορές, σε αναίτια ξεσπάσματα βίας που κατευθύνονται εναντίον του πρώτου τυχόντα, όπως συνέβη και στο τραγικό καλοκαιρινό συμβάν στις Η.Π.Α., όπου μερικοί έφηβοι δολοφόνησαν εν ψυχρώ έναν τυχαίο περιστατικό απλώς και μόνο λόγω βαρεμάρας, συγκλονίζοντας την υφήλιο με τη σκληρότητα και τον παραλογισμό της πράξης τους. Το τρομακτικό της ιστορίας αυτής, ωστόσο, δεν ήταν τόσο η φυσικότητα με την οποία διαπράχθηκε το έγκλημα, όσο το γεγονός ότι οι έφηβοι αυτοί δεν θεωρούσαν καν την πράξη τους κακή, το ότι δεν έδειξαν κανένα ίχνος μετάνοιας μετά τα γεγονότα.
ΣΤΑΘΜΟΙ ΣΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ Ο ελληνικός κινηματογράφος ξεκίνησε στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, με μικρό αριθμό ταινιών μέχρι το 1940 (35 κατά προσέγγιση). Η άνθισή του άρχισε μετά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο, με 4- 7 ταινίες το χρόνο μέχρι το 1950 και σταδιακά η παραγωγή αυξήθηκε μέχρι τις 60 ταινίες το 1960. Η χρυσή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου ήταν το 1960 μέχρι το 1973 φτάνοντας μέχρι τις 97 ταινίες το χρόνο (κατά μέσο όρο 80 ταινίες το χρόνο). Από το 1974 μέχρι σήμερα η παραγωγή κυμαίνεται σε πολύ μικρότερα επίπεδα από 10 μέχρι 40 ταινίες το χρόνο.
ΠΡΩΤΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Η ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου αρχίζει το 1906, αν και συχνά αναφέρεται ως έτος αρχής το 1914. Το 1906 κινηματογραφείται μια μικρού μήκους ταινία των Ολυμπιακών αγώνων, που διεξάχθηκαν τότε. Επρόκειτο για ταινία γυρισμένη με απλά τεχνικά μέσα, ωστόσο δεν εξέλειπαν και ορισμένα στοιχειώδη καλλιτεχνικά γνωρίσματα. Ένα χρόνο αργότερα, έγινε μία ακόμη ταινία του είδους αυτού που παρουσίαζε τον εορτασμό της εθνικής επετείου. Στα επόμενα τρία χρόνια, δεν σημειώνεται καμία άλλη ελληνική ταινία. Το 1911 ο Κώστας Μπαχατώρης παρουσίασε στην οθόνη, το κωμειδύλλιο του Περισιάδη Γκολφώ, που γνώρισε στο θέατρο μεγάλη επιτυχία. Οπερατέρ της ταινίας υπήρξε ο Ιταλός Μαρτέλι και πρωταγωνίστρια η βεντέτα του θεάτρου της εποχής Ολυμπία Δαμάσκου. Είχε μήκος 2.000 μέτρα, διαρκούσε περίπου μία ώρα και δέκα λεπτά και γυρίστηκε εξ ’ ολοκλήρου σ' ένα φωτογραφικό στούντιο.
ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Τα χρόνια του πολέμου δεν αφήνουν περιθώρια εξέλιξης στον ελληνικό κινηματογράφο, όμως έδωσαν το υλικό και τα θέματα στους σεναριογράφους και τους σκηνοθέτες του μεταπολέμου. Αξιοσημείωτη είναι η ίδρυση της Φίνος Φίλμς (1942) που κατόρθωσε να παρουσιάσει αξιόλογη δουλειά. Μετά την απελευθέρωση, η κινηματογραφική παραγωγή ανεβαίνει. Ενώ το πρώτο, μέτριο σε εξοπλισμό στούντιο του Σκουληκίδη κλείνει, ιδρύονται δύο αρκετά συγχρονισμένα στούντιο. Το Άλφα στα Μελίσσια και της Ανζερβός στη Φιλοθέη. Διαθέτουν την αναγκαία έκταση και σύγχρονο εξοπλισμό καθώς και ειδικευμένο τεχνικό προσωπικό. Αργότερα ιδρύονται και μερικά μικρότερα στούντιο.
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ Τα χρόνια του πολέμου δεν αφήνουν περιθώρια εξέλιξης στον ελληνικό κινηματογράφο, όμως έδωσαν το υλικό και τα θέματα στους σεναριογράφους και τους σκηνοθέτες του μεταπολέμου. Αξιοσημείωτη είναι η ίδρυση της Φίνος Φίλμς (1942) που κατόρθωσε να παρουσιάσει αξιόλογη δουλειά. Μετά την απελευθέρωση, η κινηματογραφική παραγωγή ανεβαίνει. Ενώ το πρώτο, μέτριο σε εξοπλισμό στούντιο του Σκουληκίδη κλείνει, ιδρύονται δύο αρκετά συγχρονισμένα στούντιο. Το Άλφα στα Μελίσσια και της Ανζερβός στη Φιλοθέη. Διαθέτουν την αναγκαία έκταση και σύγχρονο εξοπλισμό καθώς και ειδικευμένο τεχνικό προσωπικό. Αργότερα ιδρύονται και μερικά μικρότερα στούντιο.
ΠΡΟΔΡΟΜΟΙ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ Είναι γενικά δύσκολο να αναδειχθεί ένας μοναδικός εφευρέτης του κινηματογράφου, ως τεχνική της κινούμενης εικόνας. Είναι γεγονός πως επί σειρά ετών ο άνθρωπος πειραματίστηκε πάνω στην προσπάθεια να απεικονίσει την κίνηση. Καταλυτικό ρόλο στην εξέλιξη της τεχνικής του κινηματογράφου διαδραμάτισε η ανακάλυψη και διάδοση της φωτογραφίας στη μέσα του 19ου αιώνα. Μία από τις πρώτες και ιδιαίτερα σημαντικές αναλύσεις της κίνησης με τη βοήθεια φωτογραφικής μηχανής έγινε περίπου το 1878, όταν ο βρετανός φωτογράφος Edward Muybridge, έχοντας καταφέρει να αναπτύξει μεθόδους διαδοχικής φωτογράφισης, απεικόνισε την κίνηση ενός αλόγου (του Όξυτεντ) σε μία φωτογραφική ενότητα αποτελούμενη από 24 φωτογραφίες προβαλλόμενες σε γρήγορη κίνηση, αποδεικνύοντας τότε, πως κατά τη διάρκεια του καλπασμού του, υπάρχουν στιγμές που τα πόδια του δεν έχουν επαφή με το έδαφος. Την ίδια περίπου εποχή, ο Γάλλος φυσικός Ετιέν Μαρέ κατόρθωσε να συλλάβει φωτογραφικά το πέταγμα ενός πουλιού με τη βοήθεια μιας φωτογραφικής μηχανής με τη δυνατότητα να αποτυπώνει 12 στιγμιότυπα ανά λεπτό.
Τα σημαντικότερα ίσως επιτεύγματα σχετικά με την ανάπτυξη της κινηματογραφικής τέχνης έγιναν στα τέλη του 1880, με κυριότερο ίσως την εφεύρεση του κινητοσκοπίου (Kinetoscope) από τον Ουίλλιαμ Ντίκσον, ο οποίος εργαζόταν στα εργαστήρια του Τόμας Έντισον. Το κινητοσκόπιο υπήρξε μία μηχανή προβολής, με τη δυνατότητα να προβάλλει την κινηματογραφική ταινία σε ένα κουτί, που ήταν ορατό μόνο από έναν θεατή, μέσω μίας οπής. Η εφεύρεση του κινητοσκοπίου συνδύαζε τη φωτογραφία και την τεχνολογία αναπαράστασης της κίνησης της εικόνας, προβάλλοντας διάτρητο φίλμ των 35 χιλιοστών. Ο Τόμας Έντισον, αρχικά σχεδίαζε να κάνει ταινίες με κυλίνδρους ευαίσθητους στο φως. Ο βοηθός του Ουίλλιαμ Ντίκσον διάλεξε να χρησιμοποιήσει το φιλμ που είχε φτιάξει ο Τζωρτζ Ίστμαν. Έτσι, έκοψε το φιλμ των 7.6 μ. και στις άκρες του πρόσθεσε τρύπες για να τυλίγεται ομοιόμορφα στην κινηματογραφική μηχανή που είχε φτιάξει. Η συσκευή παρουσιάστηκε για πρώτη φορά επίσημα στις 20 Μαΐου του 1891 μαζί με την πρώτη κινηματογραφική ταινία, ενώ στις 9 Μαϊου 1893 έγινε η επίσημη παρουσίασή του, ως ολοκληρωμένη πλέον εφεύρεση στο Ινστιτούτο Τεχνών και Επιστήμης του Μπρούκλιν. Ο Έντισον θεωρούσε την εφεύρεση του κινητοσκοπίου ήσσονος σημασίας και ο ίδιος δεν ενδιαφέρθηκε, ώστε να προβάλλονται οι ταινίες για περισσότερους θεατές. Επιπλέον, δεν κατοχύρωσε την εφεύρεση διεθνώς, με αποτέλεσμα να είναι νόμιμη η αντιγραφή και η εξέλιξή της στην Ευρώπη, όπου σύντομα εμφανίστηκε ως εισαγόμενο προϊόν. Ο ίδιος την κατοχύρωσε με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας μόνο στις ΗΠΑ.
Έπειτα, υπήρξε το μουτοσκόπιο, το οποίο αποτελούσε μία μορφή εικονοσκοπίου που εφευρέθηκε από τον Χέρμαν Κάσλερτο 1894. Είχε μία σειρά από καρτέλες με τυπωμένες εικόνες ενός κινούμενου αντικειμένου. Με το γύρισμα μίας λαβής ξεφυλλίζονταν οι καρτέλες και κινούνταν οι φιγούρες. Στη Γαλλία οι αδελφοί Ογκύστ και Λουί Λυμιέρ, βασιζόμενοι στο κινητοσκόπιο των Ντίκσον και Έντισον, εφηύραν τον κινηματόγραφο (cinimatographe), που αποτελούσε μία φορητή κινηματογραφική μηχανή λήψεως, εκτύπωσης και προβολής του φίλμ. Στις 28 Δεκεμβρίου του 1895, έκαναν και την πρώτη δημόσια προβολή στο Παρίσι. Η ημερομηνία αυτή αναφέρεται από πολλούς ως η επίσημη μέρα, που ο κινηματογράφος έκανε την εμφάνισή του με τη γνωστή μορφή που έχει σήμερα. Εκείνη τη δημόσια προβολή του παρακολούθησαν συνολικά 35 άτομα επί πληρωμή και προβλήθηκαν 10 ταινίες συνολικής διάρκειας περίπου 15 λεπτών. Οι πρώτες κινηματογραφικές ταινίες ήταν μικρής διάρκειας, παρουσιάζοντας συνήθως στατικά μια σκηνή της καθημερινότητας.
Η ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ Ένας από τους πρώτους κινηματογραφιστές που χρησιμοποίησε τη διαθέσιμη τεχνική, με σκοπό την παραγωγή ταινιών κάτω από όρους τέχνης υπήρξε ο Ζωρζ Μελιέ, ο οποίος θεωρείται και από τους πρώτους κινηματογραφικούς σκηνοθέτες. οι ταινίες του πραγματεύονταν θέματα γύρω από τον κόσμο του φανταστικού, ενώ η ταινία του ταξίδι στη σελήνη (Le voyage dans la lune, 1901), υπήρξε πιθανότατα η πρώτη που ποσπάθησε να περιγράψει ένα ταξίδι στο διάστημα. Επιπλέον, εισήγαγε τεχνικές οπτικών εφέ, ενώ για πρώτη φορά πρόβαλε έγχρωμες ταινίες, χρωματίζοντας την κινηματογρφική ταινία (καρρέ) με το χέρι. Το "Φτάρνισμα του Fred Ott (Fred Ott's sneeze)", 1984 (ασπρόμαυρο, βουβό, μικρής διάρκειας βίντεο, γυρισμένο από τον William K. L. Dickson με πρωταγωνιστή τον Fred Ott) αποτέλεσε την πρώτη ταινία στην οποία εμφανίζεται το στοιχείο της κίνησης.
Με αφετηρία τις νέες δυνατότητες που αναδείχθηκαν, ο κινηματογράφος μετασχηματίστηκε διεθνώς σε μία δημοφιλή μορφή τέχνης, ενώ παράλληλα πολλοί κινηματογραφικοί χώροι δημιουργήθηκαν με αποκλειστικό σκοπό την προβολή ταινιών. Εκτιμάται ότι το 1908 στις Ηνωμένες Πολιτείες υπήρχαν περίπου 10.000 κινηματογράφοι. Οι ταινίες της εποχής ήταν διάρκειας 5-15 λεπτών, αλλά σταδιακά η διάρκειά τους αυξήθηκε. Σημαντική συμβολή σε αυτό είχε ο Αμερικανός σκηνοθέτης D. W. Griffith, στον οποίο ανήκουν μερικά από τα πρώτα έπη του κινηματογράφου. Το 1912 (ή το 1911) ο θεωρητικός χρησιμοποίησε για πρώτη φορά σε δοκίμιό του τον όρο έβδομη τέχνη για να περιγράψει τον κινηματογράφο.
Ο ΗΧΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟ Μέχρι τα τέλη της δεκατίας του 1920, ο κινηματογράφος παρέμενε χωρίς ήχο (βουβός κινηματογράφος) και συχνά οι προβολές ταινιών συνοδεύονταν από ζωντανή μουσική. Η ιστορία του ηχογραφημένου κινηματογραφικού ήχου ξεκίνησε το 1926, όταν η Warner Brothers παρουσίασε μία συσκευή (Vitaphone), η οποία έδινε τη δυνατότητα αναπαραγωγής μουσικής, μέσω ενός δίσκου που συγχρονιζόταν με τη μηχανή προβολής της ταινίας. Βασισμένη σε αυτή τη νέα τεχνολογία, στα τέλη του 1927 κυκλοφόρησε η ταινία "The Jazz Singer", η οποία αν και κατά το μεγαλύτερο μέρος της υπήρξε βουβή, αποτέλεσε την πρώτη ταινία με διαλόγους.
Περίπου την ίδια περίοδο με την προσαρμογή του ήχου, ξεκίνησαν συστηματικές προσπάθειες για την προσθήκη χρώματος. Έγχρωμες ταινίες είχαν ήδη εμφανιστεί από τις αρχές του 20ου αιώνα, μέσω του χρωματισμού των κινηματογραφικών καρρέ με το χέρι, μέθοδος που εγκαταλείφθηκε σταδιακά, σε συνδυασμό και με την αύξηση της διάρκειας των ταινιών. Ανάμεσα στις πρώτες συνθετικές μεθόδους προσθήκης χρώματος, υπήρξε η Technicolor, η οποία τελειοποιήθηκε το 1941 (Monopack Technicolor), αν και παρέμενε ακριβή λόγω των περίπλοκων σταδίων διαχωρισμού και εμφάνισης των χρωμάτων. Μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, εμφανίστηκε πλέον το έγχρωμο αρνητικό φίλμ της εταιρίας Eastman Kodak, το οποίο δεν απαιτούσε διαδικασία διαχωρισμού των χρωμάτων. Αν και μέχρι τη δεκαετία του 1950, η παραγωγή έγχρωμων ταινιών μειοψηφούσε, κατά τη δεκαετία του 1960 και χάρη στην ανάπτυξη της σχετικής τεχνολογίας, ο έγχρωμος κινηματογράφος επικράτησε.
LE VOYAGE DANS LA LUNE