ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ – Π.Μ.Σ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΕΙΣΗΓΗΣΗ : ΚΑΡΑΟΥΛΑΝΗ ΑΝΝΑ-ΡΕΑ ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ: KΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ Δ., ΚΑ ΚΙΝΙΝΗ ΜΑΘΗΜΑ : ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ 2018- 2019 ΘΕΜΑ : ΡΗΤΡΕΣ « HELD COVERED »
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΟΡΙΣΜΟΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΗ UTMOST GOOD FAITH ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Η ασφαλιστική σύμβαση πρέπει να περιλαμβάνει το είδος των καλυπτόμενων κινδύνων (άρθρο 1 παρ. 2 Ν. 2496/1997)→ χωρίς τέτοια συμφωνία περί των ασφαλιστικών κινδύνων δεν υπάρχει ασφαλιστική σύμβαση. ΟΜΩΣ: Ανάγκη στις συναλλαγές για εξασφάλιση της συνέχισης της ασφαλιστικής κάλυψης και σε περιπτώσεις πρόσθετων ασφαλιστικών κινδύνων αλλά και σε πριπτώσεις που κανονικά ο ασφαλιστής θα απαλλασσόταν. ΛΥΣΗ→ ΡΗΤΡΑ « HELD COVERED »
ΟΡΙΣΜΟΣ : Ρήτρες οι οποίες προσαρτώμενες στην ασφαλιστική σύμβαση, παρέχουν τη δυνατότητα πρόσθετης ασφαλιστικής κάλυψης. Δημιουργείται υπέρ του ασφαλισμένου δικαίωμα προαιρέσεως υπό αίρεση. → δυνατότητα και όχι υποχρέωση του ασφαλισμένου να επεκτείνει την ασφαλιστική κάλυψη και σε κινδύνους που δεν καλύπτονται από την αρχική ασφαλιστική σύμβαση.
Δέσμευση ασφαλιστή εξ’ αρχής, ότι εφ’ όσον πληρωθεί η αίρεση, θα παράσχει την πρόσθετη κάλυψη ( με την προϋπόθεση ότι ο ασφαλισμένος θα του το ζητήσει). Επομένως, χαρακτηριστικά γνωρίσματα του νομικού αυτού μηχανισμού είναι τα εξής : Ο μηχανισμός αποτελείται από την ασφαλιστική σύμβαση και το παρεπόμενο σύμφωνο προαιρέσεως υπό αίρεση (δηλ. τη ρήτρα πρόσθετης κάλυψης) .
Παρεπόμενο θεωρείται διότι αποτελεί μεν μέρος της ασφαλιστικής σύμβασης, διακριτό δε, απολαμβάνοντας αυτοτελή νομική μεταχείριση (π.χ περ. εφαρμογής άρθρου 181 ΑΚ). Η υποχρέωση του ασφαλιστή που απορρέει από το σύμφωνο ενεργοποιείται μόνο δια της ασκήσεως του δικαιώματος προαιρέσεως του ασφαλισμένου.
ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ : Δύο κατηγορίες περιστατικών ή καταστάσεων μπορούν ν’ αποτελέσουν αντικείμενο συμφωνίας για πρόσθετη κάλυψη : Περιστατικά που δεν καλύπτονται από την αρχική κάλυψη, για τα οποία όμως ο ασφαλιστής δεσμεύεται ενοχικώς ήδη δια της ασφαλιστικής σύμβασης, για την εν καιρώ κάλυψή τους, υπό τους όρους της ρήτρας, π.χ χρονικοί ή τοπικοί περιορισμοί.
Καταστάσεις που προκύπτουν μετά την κατάρτιση της ασφαλιστικής σύμβασης και μπορεί να επιφέρουν ματαίωση της αρχικής ασφαλιστικής κάλυψης (π.χ ΚΙΝΔ 272, 273)
ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ : Για την ενεργοποίηση της ρήτρας απαιτείται να συντρέχουν τα εξής : Ο ασφαλισμένος θα πρέπει να ασκήσει το δικαίωμά του και επομένως να ειδοποιήσει τον ασφαλιστή ότι επήλθε ο ασφαλιστικός κίνδυνος και αιτείται της επιπρόσθετης κάλυψης.
→ Η υποχρέωση του ασφαλιστή καθίσταται ενεργός από τη στιγμή που η δήλωση του ασφαλισμένου θα περιέλθει στον ασφαλιστή με αναδρομική όμως ενέργεια, δηλαδή από το χρονικό σημείο επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου.
→ Το χρονικό σημείο που πρέπει να γίνει αυτή η δήλωση στον ασφαλιστή εξαρτάται από τη συμφωνία μεταξύ των μερών. Αν δεν υπάρχει τέτοια πρόβλεψη → εντός εύλογου χρόνου από το χρονικό σημείο που ο ασφαλισμένος έλαβε ή θα έπρεπε να είχε λάβει γνώση της επέλευσης των περιστατικών που καλύπτονται από τη ρήτρα “ held covered”. – Στους στερεότυπους όρους (βλ. παρακάτω) , ορίζεται συνήθως ότι η δήλωση θα πρέπει να γίνεται « γρήγορα » ή αμέσως μόλις ο ασφαλισμένος πληροφορηθεί ή θα έπρεπε να είχε πληροφορηθεί περί των γεγονότων που καλύπτονται από τη σχετική ρήτρα.
Fraser Shipping Ltd v Colton and another { 1997} , Baris Soyer, Warranties in Marine Insurance, pg. 198, third ed., Routledge London and New York, Lloyd’s Rep. 586. Κρίθηκε ότι καθυστέρηση σχεδόν ενός μήνα δεν μπορεί να θεωρη- θεί άμεση ειδοποίηση. Σε κάθε περίπτωση ο ασφαλισμένος οφείλει να τηρεί την υπέρτατη καλή πίστη (“ utmost good faith” βλ. παρακάτω.) όσον αφορά το χρονικό σημείο της ειδοποίησης .
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΗ : Με την ενεργοποίηση της πρόσθετης ασφαλιστικής κάλυψης, ο ασφαλιστής , ανεξαρτήτως αν προβλέπεται στη συμφωνία περί της ρήτρας, δικαιούται να ζητήσει πρόσθετη αμοιβή – « reasonable extra premium» (ΜΙΑ 1906, 31§ 2). Αν μη επίτευξη συμφωνίας→ καθορισμός από δικαστήριο. Liberian Insurance Agency Inc. V Mosse { 1977 }, The Law of Marine Insurance, Howard Bennett, Clarendon Press 1996, pg. 558, Lloyd’s Rep. 560,568 : Η πρόσθετη αμοιβή θα πρέπει ν’ αντιστοιχεί σε μια εύλογη εμπορική τιμή.
Ο ασφαλιστής μπορεί να ζητήσει και την αναπροσαρμογή ορισμένων όρων της ασφαλιστικής σύμβασης ή την προσθήκη νέων. Αυτό το δικαίωμα το έχει εφ΄ όσον τούτο προβλέπεται ρητώς στο κείμενο της ρήτρας. Η τροποποίηση των όρων της ασφαλιστικής σύμβασης δε θα πρέπει να φτάνει σε μια « ab initio » διαπραγμάτευση της ασφαλιστικής σύμβασης , ενώ οι τροποποιήσεις που προτείνονται θα πρέπει να είναι εύλογες.
UTMOST GOOD FAITH Δικαιολογητική βάση: ανάγκη προστασίας του ασφαλιστή καθώς αναλαμβάνει να καλύψει έναν επιπρόσθετο κίνδυνο.→ ο ασφαλισμένος θα πρέπει να τηρεί την υπέρτατη καλή πίστη. Overseas Commodities Ltd. V. Style, Baris Soyer, Warranties in Marine Insurance, 3d ed. , Routledge London and New York, pg. 199-201, Lloyd’s Rep 546 : Πραγματικά περιστατικά : Η Ασφαλιστική σύμβαση αφορούσε την ασφάλιση φορτίου με κονσέρβες για τη μεταφορά τους δια θαλάσσης από τη Γαλλία προς την Αγγλία και είχε συμφωνηθεί μεταξύ των μερών( warranty) ότι το κάθε πακέτο κονσέρβας θα σημειωνόταν με ένα συγκεκριμένο τρόπο.
Ωστόσο, επειδή ο ασφαλισμένος παρέβη την υποχρέωσή του αυτή , τα εμπορεύματα κρίθηκαν ακατάλληλα και ο ασφαλισμένος υποχρεώθηκε σε επαναπαράδοσή τους. Έναντι των ασφαλιστών επικαλέσθηκε “ held covered clause” με το εξής περιεχόμενο : “ at a premium to be arranged in case of… any omission or error in the description of the interest,vessel or voyage”. Επιπλέον, όταν του ζητήθηκε να προσκομίσει στον ασφαλιστή κάποια αιτιολογία για τη μη συμμόρφωση προς το συμφωνημένο όρο, ενώ έλαβε δύο διαφορετικές εξηγήσεις από τους προμηθευτές του , στον ασφαλιστή παρέδωσε μόνο εκείνη που ήταν πιο συμφέρουσα για εκείνον( τον ασφαλισμένο). Κρίθηκε ότι για να μπορεί να επικαλεστεί τη ρήτρα πρόσθετης κάλυψης, θα πρέπει να τηρεί την υπέρτατη καλή πίστη, διαφορετικά επέρχεται ακυρότητα της πρόσθετης κάλυψης. Εν προκειμένω δηλαδή, δεν τηρήθηκε προφανώς η υπερτάτη καλή πίστη αφού δεν ενημέρωσε τον ασφαλιστή, ως ώφειλε, για την παραβίαση του όρου.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΤΥΠΟΠΟΙΗΜΕΝΩΝ ΡΗΤΡΩΝ INSTITUTE VOYAGE CLAUSES HULLS Clause 2 : CHANGE OF VOYAGE Held covered in case of deviation or change of voyage or any breach of warranty as to towage or salvage services, provided notice be given to the Underwriters immediately after receipt of advices and any amended terms of cover and any additional premium required by them be agreed.
INSTITUTE TIME CLAUSES HULLS Clause 3 : BREACH OF WARRANTY Held covered in case of any breach of warranty as to cargo, trade, locality, towage, salvage services or date of sailing, provided notice be given to the Underwriters immediately after receipt of advices and any amended terms of cover and any additional premium required by them be agreed.
INSTITUTE CARGO CLAUSES Clause 10 : CHANGE OF DESTINATION Where, after attachment of this insurance , the destination is changed by the Assured, held covered at a premium and on conditions to be arranged subject to prompt notice being given to the Underwriters.
ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ΡΗΤΡΩΝ ΠΡΟΣΘΕΤΗΣ ΚΑΛΥΨΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ΡΗΤΡΩΝ ΠΡΟΣΘΕΤΗΣ ΚΑΛΥΨΗΣ Ενώ ο ασφαλισμένος διατηρεί σε ισχύ τη δέσμευση του ασφαλιστή για την κάλυψη ορισμένου μελλοντικού πρόσθετου κινδύνου, εντούτοις δεν υποχρεούται σε καταβολή, παρά μόνο αφού και εφ’ όσον το συγκεκριμένο συμφέρον θα έχει εκτεθεί στον πρόσθετο κίνδυνο και μόνον αν ο ασφαλισμένος αποφασίσει τότε να θέσει σε κίνηση τον μηχανισμό της πρόσθετης ασφαλιστικής κάλυψης. → δίνεται στον ασφαλισμένο η δυνατότητα διαχείρισης των κινδύνων και των συναφών ασφαλιστικών του αναγκών, ενώ το κόστος ετοιμότητας του ασφαλιστή για την παροχή πρόσθετης κάλυψης περιλαμβάνεται στο αρχικό ασφάλιστρο.
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ Greenock SS Co Ltd v Maritime Insurance Co Ltd, Warranties in Marine Insurance, Baris Soyer,pg. 202, 3d ed., Routledge New York and London,[1903] 1 KB 367. Πραγματικά περιστατικά : Πρόκειται για ένα ασφαλισμένο πλοίο που επιτελεί ταξίδι σε μη αξιόπλοη κατάσταση, καθώς δεν είχε αρκετά καύσιμα. Υπήρχε ρήτρα « held covered » που έδινε τη δυνατότητα στον ασφαλισμένο να το χρησιμοποιήσει έστω και σ’ αυτήν την κατάσταση. Στην προσπάθεια το πλοίο να φτάσει στο επόμενο λιμάνι, κάηκαν ο εξοπλισμός του πλοίου και τα κατάρτια ως καύσιμα κι έτσι ο ασφαλισμένος στρέφεται κατά του ασφαλιστή για την αποζημίωση από την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου. Τι ποσό θα μπορούσε να ζητήσει ο ασφαλιστής; Κρίθηκε ότι το επιπλέον αυτό ποσό θα έπρεπε να είναι τουλάχιστον ίσο με την ζημία που υπέστη ο ασφαλισμένος και την οποία ώφειλε να αποκαταστήσει ο ασφαλιστής, ενώ θα πρέπει να μπορεί ν’ αντιστοιχεί σε μια εύλογη εμπορική τιμή.
Hood v West End Motor Car Packing Co Hood v West End Motor Car Packing Co., Templeman on Marine Insurance, R. J. Lambeth, pg. 112- 113, 5th ed, Macdonald and Evans Ldt, 2 KB 48. Πραγματικά περιστατικά: Αυτοκίνητο είχε φορτωθεί για μεταφορά από Λονδίνο προς Μεσσήνη, ενώ η ασφάλισή του δεν κάλυπτε κινδύνους που θα προκαλούνταν από μεταφορά στο κατάστρωμα. Επιπλέον περιελάμβανε και ρήτρα « held covered » για περίπτωση λάθους στην περιγραφή του ασφαλιστικού συμφέροντος, του πλοίου ή του ταξιδιού. Η μεταφορά έγινε τελικά στο κατάστρωμα και δηλώθηκε ως τέτοια στη φορτωτική, ενώ ο ασφαλισμένος δεν ενημέρωσε για την αλλαγή αυτή ,παρά μόνο αφού το αυτοκίνητο υπέστη ζημία λόγω της μεταφοράς του πάνω στο κατάστρωμα. Κρίθηκε ότι για να έχει εφαρμογή η ρήτρα πρόσθετης κάλυψης , θα έπρεπε να έχει ειδοποιηθεί εγκαίρως ο ασφαλιστής για την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου και αυτό αποτελεί « implied condition » στην πρόσθετη ασφαλιστική κάλυψη.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΠΟΛΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΑΣ‼ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΠΟΛΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΑΣ‼
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Οι ρήτρες πρόσθετης ασφαλιστικής κάλυψης στην πρακτική της θαλάσσιας ασφάλισης, Χριστοδούλου Δ., ΔΕΕ 4/2008. Arnould’s law of marine insurance and average, Jonathan Gilman and Robert Merkin, seventeenth ed., British shipping laws. Warranties in Marine Insurance, Baris Soyer, third ed., Routledge London and New York. Templeman on Marine Insurance, R.J Lambeth, fifth ed., Macdonald and Evans Ltd. The Law of Marine Insurance, Howard N. Bennett, Clarendon Press, Oxford 1996.