Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

IMPLIED WARRANTIES ΠΜΣ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ 2017 – 2018

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "IMPLIED WARRANTIES ΠΜΣ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ 2017 – 2018"— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 IMPLIED WARRANTIES ΠΜΣ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ 2017 – 2018
Μάθημα: Δίκαιο της Θαλάσσιας Ασφάλισης Υπεύθυνος Καθηγητής: κ. Δ. Χριστοδούλου Επιμέλεια: Αλέξανδρος Μακρής (Α.Μ.: )

2 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΓΕΝΙΚΑ ΟΙ WARRANTIES IMPLIED WARRANTY OF SEAWORTHINESS
ΕΚΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΞΙΟΠΛΟΪΑΣ IMPLIED WARRANTY OF SEAWORTHINESS IN VOYAGE POLICIES ΚΑΝΟΝΑΣ ΤΩΝ ΣΤΑΔΙΩΝ (DOCTRINE OF STAGES) IMPLIED WARRANTY OF SEAWORTHINESS IN TIME POLICIES ΒΑΡΟΣ ΑΠΟΔΕΙΞΗΣ IMPLIED WARRANTY OF PORTWORTHINESS IMPLIED WARRANTY OF CARGOWORTHINESS IMPLIED WARRANTY OF LEGALITY ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

3 ΓΕΝΙΚΑ ΟΙ WARRANTIES General contract law  Warranties αντιδιαστέλλονται προς conditions  warranty: όρος σύμβασης, η παράβαση του οποίου γεννά μόνο δικ/μα αποζημίωσης, αλλά όχι καταγγελίας ≠ condition: θεμελιώδης όρος, η παράβαση του οποίου γεννά δικ/μα καταγγελίας & αποζημίωσης. Insurance law  Warranty = όρος της ασφαλιστικής σύμβασης, με βάση τον οποίο ο ασφαλισμένος πρέπει να κάνει κάτι. Η παράβαση αυτού επισύρει συγκεκριμένες έννομες συνέπειες, όπως η απαλλαγή του ασφαλιστή  warranties χρησιμοποιούνται από τους ασφαλιστές ως άμυνα. Συνηθέστατες οι warranties στη θαλάσσια ασφάλιση  το νομοθετικό πλαίσιο παρέχει η MIA ΩΣΤΟΣΟ, έχουν εφαρμογή και σε άλλες μορφές ασφάλισης  αναλογική εφαρμογή διατάξεων MIA 1906. S. 33 (1) MIA 1906  Ορισμός warranty: Υπόσχεση, με την οποία ο ασφαλισμένος δεσμεύεται έναντι του ασφαλιστή ότι ένα περιστατικό θα λάβει ή δεν θα λάβει χώρα κατά τη διάρκεια της ασφάλισης ή ότι κάποιος όρος θα εκπληρωθεί, ή με την οποία βεβαιώνει ή αρνείται μια πραγματική κατάσταση.

4 ΓΕΝΙΚΑ ΟΙ WARRANTIES (ΣΥΝΕΧΕΙΑ)
S. 33 (3)  Ανάγκη απόλυτης (αυστηρής) συμμόρφωσης με warranties, ανεξάρτητα από το αν είναι ουσιώδεις για τον κίνδυνο ή όχι  doctrine of strict compliance  αυστηρές συνέπειες σε μη συμμόρφωση (draconian effect)  οι συνέπειες αυτές μετεβλήθησαν με την IA 2015 (βλ. επόμενη εργασία). Εξαιτίας των αυστηρών συνεπειών σε περίπτωση μη απόλυτης συμμόρφωσης  νομολογία  πρόκειται μάλλον για ειδική μορφή condition (ΜΠρΠειρ 2823/2015 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1584/2011 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 11/2011 ΔΕΕ 2011). S. 33 (2)  Warranties  είτε ρητές (express) είτε σιωπηρές / εξυπακουόμενες (implied). Οι ρητές αποτυπώνονται στο ασφαλιστήριο ή ενσωματώνονται σε αυτό δια αναφοράς, ενώ οι σιωπηρές ισχύουν κατευθείαν μέσω της ΜΙΑ 1906, χωρίς να χρειάζεται ειδική αναφορά στο ασφαλιστήριο, ακόμα δηλ. κι αν δεν εμφανίζονται σε αυτό. Implied warranties  αποκλειστικά σε θαλάσσια ασφάλιση και σε κανέναν άλλο κλάδο του ασφαλιστικού δικαίου. Περιοριστική η απαρίθμησή τους σε ΜΙΑ 1906 – όχι δυνατότητα νομολογιακής διεύρυνσης: seaworthiness, portworthiness, cargoworthiness, legality.

5 IMPLIED WARRANTY OF SEAWORTHINESS
Περιεχόμενο του όρου «αξιοπλοΐα» S. 39 (4)  Ορισμός αξιοπλοΐας στη θαλάσσια ασφάλιση: Αξιόπλοο το πλοίο που είναι ευλόγως κατάλληλο ως προς όλες τις παραμέτρους να αντιμετωπίσει τους συνήθεις θαλάσσιους κινδύνους της ασφαλισμένης περιπέτειας.  Διατυπώθηκε αρχικά στην υπόθεση “Dixon v. Sadler” (1839). Πλείονες ορισμοί της αξιοπλοΐας στο ναυτικό δίκαιο  πιο βασικός αυτός που χρησιμοποιείται στη θαλάσσια μεταφορά: Αξιόπλοο το πλοίο που διαθέτει τον βαθμό καταλληλότητας που θα απαιτούσε να έχει κατά την έναρξη του ταξιδιού ο μέσος συνετός πλοιοκτήτης. (“McFadden v. Blue Star Line”, 1905)  οι 2 ορισμοί αλληλοσυμπληρώνονται και θα πρέπει να ειδωθούν συνθετικά.

6 IMPLIED WARRANTY OF SEAWORTHINESS (ΣΥΝΕΧΕΙΑ)
Σχετική φύση της έννοιας της αξιοπλοΐας  Αξιοπλοΐα κρίνεται in concreto, βάσει των ιδιαίτερων συνθηκών της κάθε περίπτωσης  υπόψη λαμβάνεται η φύση του ταξιδιού, η διάρκειά του, η εποχή διεξαγωγής του ταξιδιού (π.χ. άλλως εξοπλισμένο το πλοίο τον χειμώνα κι άλλως το καλοκαίρι), το είδος του φορτίου. ΠΡΟΣΟΧΗ: Η σιωπηρή αυτή υπόσχεση μπορεί να παραβιαστεί ανεξάρτητα από γνώση ή άγνοια του ασφαλισμένου ως προς την αναξιοπλοΐα  παράβαση και σε κεκρυμμένα ελαττώματα (“The Glenfruin”, 1885).

7 ΕΚΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΞΙΟΠΛΟΪΑΣ Κατασκευή & τεχνικός εξοπλισμός σκάφους  ανθεκτικό κύτος και μηχανήματα, π.χ. γεννήτριες ή σύστημα πυρόσβεσης. Μέσα πλοήγησης  συσκευές και συστήματα ασφαλούς πλοήγησης, π.χ. πυξίδες, ασύρματος, GPS κλπ. ( SOLAS 1974). Πιστοποιητικά και άλλα απαραίτητα έγγραφα  από δίκαιο σημαίας / κανονισμούς / νόμιμες πρακτικές λιμένων, π.χ. Safety Management Certificate  δείχνει συμμόρφωση με απαιτήσεις ISM Code. Επάρκεια καυσίμων, προμηθειών, φαρμάκων  αν καύσιμα ανεπαρκή για το σύνολο του ταξιδιού  αναξιοπλοΐα (“The Vortigern”, 1899). Ομοίως υπάρχει αναξιοπλοΐα, αν κακή η ποιότητά τους. Επάρκεια του πληρώματος  σε αριθμό και ικανότητες, π.χ. άγνοια πλοιάρχου για χρήση συστήματος πυρόσβεσης  αναξιοπλοΐα (“The Star Sea”, 1995). Στοιβασία & φόρτωση  αναξιοπλοΐα, μόνον αν στοιβασία επηρεάζει την ασφάλεια του σκάφους – ΟΧΙ απλώς του φορτίου (“The Thorsa”, 1916). Πλοηγός  αν για απόπλου από το λιμάνι απαιτείται εκ των πραγμάτων πλοηγός  έλλειψή του  αναξιοπλοΐα. ΟΜΩΣ: αν ο πλοηγός απαιτείται σε μεταγενέστερο σημείο του ταξιδιού  όχι εφαρμογή s. 39 (3)  όχι αναξιοπλοΐα.

8 IMPLIED WARRANTY OF SEAWORTHINESS IN VOYAGE POLICIES
S. 25 (1)  Ασφάλιση κατά πλουν (voyage policy) = ασφάλιση για συγκεκριμένο ταξίδι. – Ασφάλιση κατά χρόνο (time policy) = ασφάλιση για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. S. 39 (1)  Σε κάθε ασφάλιση κατά πλουν υφίσταται σιωπηρή υπόσχεση αξιοπλοΐας, μάλιστα όποιο κι αν είναι το αντικείμενο της ασφάλισης  πλοίο, φορτίο, ναύλος… S. 39 (1)  Πλοίο οφείλει να είναι αξιόπλοο κατά την ΕΝΑΡΞΗ του ταξιδιού  Πότε ξεκινάει το ταξίδι; α’ Όταν το πλοίο αποπλέει ή β’ όταν αφήνει πίσω το λιμάνι;  Πρακτική σημασία: Αν η αξιοπλοΐα προκύψει όσο το πλοίο βρίσκεται στο λιμάνι, αλλά μετά τον απόπλου, βάσει της α΄ άποψης δεν υφίσταται παράβαση της warranty of seaworthiness και ο ασφαλιστής ευθύνεται κανονικά, ενώ με τη β’ άποψη έχουμε αντίθετα αποτελέσματα. Κρατούσα η α’ άποψη. Μετά την έναρξη του ταξιδιού, δεν υπάρχει σιωπηρή υπόσχεση ότι το πλοίο θα συνεχίσει να είναι αξιόπλοο (π.χ. ότι το πλήρωμα & ο πλοίαρχος θα συνεχίσουν να εκπληρώνουν τα καθήκοντά τους κατά το ταξίδι) Ο ασφαλισμένος δεν μπορεί να εκτιμήσει την κατ/ση του σκάφους αφού το ταξίδι αρχίσει & συνεπώς θα ήταν άδικο να ευθύνεται για κάτι εκτός της σφαίρας ελέγχου του.

9 ΚΑΝΟΝΑΣ ΤΩΝ ΣΤΑΔΙΩΝ (DOCTRINE OF STAGES)
ΑΡΑ: η αξιοπλοΐα του πλοίου κρίνεται, σε περίπτωση ταξιδίου σε στάδια, κατά την έναρξη του κάθε σταδίου χωριστά, με κριτήριο την προετοιμασία και τον εξοπλισμό που απαιτείται για το στάδιο αυτό  πλοίο οφείλει να είναι αξιόπλοο κατά την ΕΝΑΡΞΗ του ΚΑΘΕ σταδίου. Συχνά  ταξίδι τόσο μακροσκελές, ώστε σκάφος αδυνατεί να μεταφέρει καύσιμα για την κάλυψη ολόκληρου του ταξιδιού ή ανάγκη διαφορετικής προετοιμασίας / εξοπλισμού για διαφορετικά σημεία του ταξιδιού  πρακτικό η προετοιμασία να πραγματοποιηθεί ή ο εξοπλισμός / τα καύσιμα να παραληφθούν σε ενδιάμεσο λιμάνι  με αυστηρή εφαρμογή του s. 39 (1) θα παραβιαζόταν η υπόσχεση της αξιοπλοΐας, γιατί πλοίο δεν θα ήταν καθόλα κατάλληλο κατά την ΕΝΑΡΞΗ του ταξιδιού.

10 ΚΑΝΟΝΑΣ ΤΩΝ ΣΤΑΔΙΩΝ (ΣΥΝΕΧΕΙΑ)
Απαιτείται φυσική ή εμπορική ανάγκη, ώστε να χωριστεί το ταξίδι σε στάδια – δεν αρκεί το γεγονός ότι το πλοίο δύναται να καταπλεύσει σε ενδιάμεσο λιμένα. Α) Φυσικοί παράγοντες  Αν δημιουργούν ανάγκη διαφορετικής προετοιμασίας ή εξοπλισμού σε διάφορα σημεία της θαλάσσιας επιχείρησης, δικαιολογείται η διαίρεση σε περισσότερα στάδια, π.χ. ταξίδι αρχικά σε ποταμό και έπειτα σε θάλασσα (“Bouillon v. Lupton”, 1863) ή ταξίδι αποκλειστικά εκτελούμενο στη θάλασσα, αλλά σε περιοχές αυτής που απαιτούν επιπλέον προετοιμασία (λ.χ. Μεσόγειος – Βόρειος Ατλαντικός). Β) Ανεφοδιασμός καυσίμων  Κανόνας σταδίων εφαρμόζεται παραδοσιακά όταν το σκάφος δεν μπορεί ή δεν συμφέρει για εμπορικούς λόγους να μεταφέρει ήδη κατά την έναρξη του ταξιδιού καύσιμα για όλη τη διάρκεια αυτού  έτσι: χωρισμός σε στάδια και παραλαβή σε ενδιάμεσο λιμάνι επιπλέον καυσίμων (“The Vortigern”, 1899). Ασφαλισμένος φέρει το βάρος απόδειξης ότι το ταξίδι μπορεί να διαιρεθεί σε περισσότερα στάδια βάσει κάποιας αναγκαιότητας που υφίσταται στη συγκεκριμένη περίπτωση, αλλά και ότι τα καύσιμα ή ο εξοπλισμός κλπ. είναι επαρκή για το κάθε στάδιο του ταξιδιού και κατά την έναρξη του σταδίου αυτού, αλλιώς  αναξιοπλοΐα.

11 IMPLIED WARRANTY OF SEAWORTHINESS IN TIME POLICIES
S. 39 (5)  «Σε ασφάλιση κατά χρόνο, δεν υφίσταται σιωπηρή υπόσχεση ότι το πλοίο πρέπει να είναι αξιόπλοο σε κάθε στάδιο της αποστολής, αλλά σε περίπτωση που με γνώση (privity) του ασφαλισμένου το πλοίο αποστέλλεται στη θάλασσα σε αναξιόπλοη κατάσταση, ο ασφαλιστής δεν είναι υπεύθυνος για οποιαδήποτε απώλεια αποδιδόμενη σε αναξιοπλοΐα». Βάσει της ως άνω ρύθμισης, σε ασφαλίσεις κατά χρόνο δεν υπάρχει σιωπηρή υπόσχεση αξιοπλοΐας, εν αντιθέσει με τις ασφαλίσεις κατά πλουν.  Πρακτικά σημαίνει ότι, αν το πλοίο είναι αναξιόπλοο και πρόκειται για time policy, ο ασφαλιστής ευθύνεται κανονικά. Ratio: Δυσκολία προσδιορισμού χρονικού σημείου έναρξης ισχύος της warranty of seaworthiness  χρόνος σύναψης συμβ. ασφάλισης / συμφωνηθείσας έναρξης κινδύνου / απόπλου / έναρξης της συγκεκριμένης αποστολής;

12 IMPLIED WARRANTY OF SEAWORTHINESS IN TIME POLICIES (συνεχεια)
Δυσχέρεια συγκεκριμενοποίησης επιπέδου αξιοπλοΐας για τα διαφορετικά ταξίδια που το πλοίο θα εκτελέσει κατά τη διάρκεια της ασφάλισης κατά χρόνο. “The Al-Jubail IV” (1982)  Voyage policies  ο ασφαλισμένος έχει πριν τον απόπλου την κατοχή και τον έλεγχο του πλοίο  μπορεί να το καταστήσει αξιόπλοο ≠ Time policies  η ασφάλιση μπορεί να ξεκινήσει ενόσω το πλοίο είναι εν πλω, όταν ο ασφαλισμένος δεν το έχει υπό τον έλεγχό του. S. 39 (5)  3 προϋποθέσεις για απαλλαγή ασφαλιστή σε time policies: Αναξιοπλοΐα του πλοίου όταν αυτό αποστέλλεται στη θάλασσα  δεν ενδιαφέρει η μεταγενέστερη αναξιοπλοΐα. Γνώση (privity) του ασφαλισμένου περί της αναξιοπλοΐας. Αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ αναξιοπλοΐας και απώλειας.  ΣΩΡΕΥΤΙΚΑ

13 IMPLIED WARRANTY OF SEAWORTHINESS IN TIME POLICIES (συνεχεια)
Ειδικά η προϋπόθεση της privity του ασφαλισμένου: Η privity του ασφαλισμένου πρέπει να αφορά στη συγκεκριμένη αναξιοπλοΐα που οδήγησε όντως στην απώλεια – δεν αρκεί να είχε γενικά γνώση της αναξιοπλοΐας του πλοίου όταν το έστειλε στη θάλασσα  “Thomas v. Tyme & Wear SS Freight Insurance Association” (1917). Αμφισβήτηση για το περιεχόμενο της έννοιας  καθοριστική η “The Eurysthenes” (1977)  COA: “privity” σημαίνει γνώση και συναίνεση του ασφαλισμένου, ΑΛΛΑ εδώ περιλαμβάνεται τόσο η θετική γνώση, όσο και η “blind eye knowledge” («κάνω τα στραβά μάτια») = υποψίες για την αναξιοπλοΐα του πλοίου και, εντούτοις, συνειδητή αποχή από την αναζήτηση της αλήθειας. Η αμέλεια (negligence) ΔΕΝ ισοδυναμεί με blind eye knowledge (π.χ. αν αμελώς δεν διεξήχθη η απαιτούμενη έρευνα  όχι blind eye knowledge  “The Gloria”, 1935).

14 IMPLIED WARRANTY OF SEAWORTHINESS IN TIME POLICIES (συνεχεια)
Κρίσιμη για το ζήτημα της privity και η “The Star Sea” (2001)  Πλοίο ασφαλισμένο με time policy. Μετά τον απόπλου από τη Νικαράγουα, ξέσπασε φωτιά στο μηχανοστάσιο, που έκαιγε για αρκετές ημέρες. Όταν πια κατασβέσθηκε  ολοσχερής καταστροφή πλοίου. Αναξιοπλοΐα για πολλούς λόγους  βασικότεροι: 1) ανεπαρκής σφράγιση μηχανοστασίου και 2) απόλυτη άγνοια πλοιάρχου ως προς την ενεργοποίηση του συστήματος πυρόσβεσης. Ασφαλιστές επικαλέστηκαν άμυνα s. 39 (5)  υπήρχε privity ασφαλισμένων, με την έννοια της “blind eye knowledge”, διότι δύο πρόσφατες πυρκαγιές σε πλοία του στόλου τους θα έπρεπε να τους είχαν κινήσει τις υποψίες περί της ελαττωματικότητας του συστήματος πυρόσβεσης των πλοίων τους. COA, HOL  απόρριψη ως άνω ισχυρισμού: κρίσιμο, αν οι ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΙ ασφαλισμένοι είχαν ΟΝΤΩΣ υποψιαστεί τη αναξιοπλοΐα, αλλά απείχαν από τη διεξαγωγή έρευνας, φοβούμενοι ότι θα μάθουν με σιγουριά την αλήθεια και θα πρέπει να διορθώσουν το ελάττωμα  αυτό δεν συνέτρεχε  ΔΕΝ αρκεί το ότι δεν έκαναν την έρευνα από οκνηρία ή αμέλεια, εφόσον δεν είχαν υποψίες (υποκειμενικό κριτήριο).

15 ΒΑΡΟΣ ΑΠΟΔΕΙΞΗΣ Ασφαλισμένος βαρύνεται να αποδείξει ότι η απώλεια ήταν τυχαία, προκληθείσα από καλυπτόμενο από την ασφάλιση κίνδυνο. Αν το δικαστήριο έχει αμφιβολίες  ο ασφαλισμένος δεν θα αποζημιωθεί, ακόμα κι αν δεν αποδειχθεί αναξιοπλοΐα από τον ασφαλιστή (π.χ. το πλοίο βυθίστηκε σε ήρεμα νερά χωρίς προφανή αιτία  μη τυχαία η απώλεια). Ασφαλιστής βαρύνεται να αποδείξει αμυνόμενος ότι το σκάφος ήταν αναξιόπλοο κατά τον κρίσιμο χρόνο, άρα ότι υπήρξε παράβαση της υπόσχεσης αξιοπλοΐας. ΩΣΤΟΣΟ  Νμλγ  Αν ένα πλοίο αμέσως μετά τον απόπλου βυθιστεί χωρίς συγκεκριμένο λόγο (π.χ. δεν αποδίδεται η βύθιση σε καταιγίδα)  αντιστροφή β.α.  τεκμήριο αναξιοπλοΐας κατά την έναρξη του πλου  αν δεν ανταποδείξει ο ασφαλισμένος, ο ασφαλιστής απαλλάσσεται (“Pickup v. Thames & Mersey Marie Insurance Co.”, 1878).

16 IMPLIED WARRANTY OF PORTWORTHINESS
Κάποιοι συγγραφείς εντάσσουν τη warranty of portworthiness στο πλαίσιο της warranty of seaworthiness. Σχετική φύση της portworthiness  ο απαιτούμενος βαθμός καταλληλότητας για την αντιμετώπιση των κινδύνων του λιμένος εξαρτάται από τον τόπο του λιμένος (π.χ. κόλπος / ανοιχτή θάλασσα), την εποχή του έτους κλπ. Μόνο για ασφαλίσεις που συνάπτονται ενόσω το πλοίο είναι στο λιμάνι. Ασφαλίσεις κατά πλουν του πλοίου, του φορτίου, του ναύλου… Μόνο κατά την έναρξη του κινδύνου πρέπει να πληρούται.

17 IMPLIED WARRANTY OF CARGOWORTHINESS
Σήμερα, σχεδόν σε όλες τις voyage policies με αντικείμενο φορτίο  waiver (παραίτηση) από αυτή τη warranty  μειωμένη σημασία. Ενδιαφέρει η ικανότητα του πλοίου να μεταφέρει το ΥΠΟ ΚΡΙΣΙΝ φορτίο  ανάγκη το πλοίο να βρίσκεται σε κατάλληλη κατάσταση (π.χ. να έχει καθαριστεί & απολυμανθεί), αλλά και να έχει τον κατάλληλο εξοπλισμό (π.χ. ψυγεία, σε περίπτωση μεταφοράς κρεάτων ή άλλων τροφίμων). Αφορά μόνο ασφαλίσεις κατά πλουν. Πρέπει να πληρούται μόνο κατά την έναρξη του ταξιδιού.

18 IMPLIED WARRANTY OF LEGALITY
S. 41  «Υφίσταται σιωπηρή υπόσχεση ότι η αποστολή που ασφαλίζεται είναι νόμιμη και ότι, στον βαθμό που ο ασφαλισμένος έχει τον έλεγχο επί του θέματος, η αποστολή πρέπει να εκτελείται με νόμιμο τρόπο». Διαρκής warranty  μεταγενέστερη της έναρξης του ταξιδιού παρανομία συνεπάγεται παράβασή της. Αφορά τόσο voyage όσο και time policies  γι’ αυτό χρησιμοποιείται ο ουδέτερος όρος “adventure”. Νόμιμη δεν αρκεί να είναι μόνο η αποστολή, αλλά και η εκτέλεσή της (π.χ. σκάφος χρησιμοποιείται για λαθρεμπόριο), στον βαθμό όμως που έχει τον έλεγχο ο ασφαλισμένος. Ουσιαστικά το s. 41 επιβάλλει μια μορφή due diligence στον ασφαλισμένο  αρκεί να έχει λαμβάνειν τα απαραίτητα μέτρα – η όποια παρανομία τελείται εν αγνοία του από προστηθέντες δεν συνιστά παράβαση της υπόσχεσης. Παρανομία = παράβαση νομοθετήματος, common law, ενωσιακού ή διεθνούς δικαίου.

19 ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Α. Κιάντου – Παμπούκη, Η Αξιοπλοΐα στην Ασφάλιση Πλοίου, ΕπισκΕΔ 2007. Α. Μπεχλιβάνης, Το Καθήκον Προσυμβατικής Αναγγελίας στο Ασφαλιστικό Δίκαιο (Με Ιδιαίτερη Αναφορά στη Θαλάσσια Ασφάλιση), Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα – Θεσσαλονίκη, 2008. Y. Baatz (ed.), Maritime Law, Sweet & Maxwell, London, 2011. H. Bennett, The Law of Marine Insurance, Oxford University Press, Oxford, N. Foster, The Seaworthiness Trilogy: Carriage of Goods, Insurance, and Personal Injury, Santa Clara Law Review, 2000. J. Gilman & R. Merkin, Arnould’s Law of Marine Insurance and Average, Sweet & Maxwell, London, 2008. O. Gürses, Marine Insurance Law, Routledge, London – New York, 2016. J. Joseph, The Implied Warranty of Seaworthiness in Marine Insurance, Malayan Law Journal, 2002. B. Soyer, Warranties in Marine Insurance, Routledge, London – New York, 2017.

20 Ευχαριστώ για την προσοχή σας


Κατέβασμα ppt "IMPLIED WARRANTIES ΠΜΣ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ 2017 – 2018"

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google