ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ Η διγλωσσία/πολυγλωσσία ως κοινωνικό/συλλογικό φαινόμενο
Η ΕΥΡΥΤΑΤΗ ΔΙΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΔΙΓΛΩΣΣΙΑΣ/ΠΟΛΥΓΛΩΣΣΙΑΣ Η ΕΥΡΥΤΑΤΗ ΔΙΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΔΙΓΛΩΣΣΙΑΣ/ΠΟΛΥΓΛΩΣΣΙΑΣ Συνηθέστερες οι πολύγλωσσες κοινωνίες, ενώ οι μονόγλωσσες ασυνήθιστες τόσο ιστορικά όσο και στο σύγχρονο κόσμο
Ιστορικά στοιχεία: Aρχαία Μεσοποταμία: συμβίωση γλωσσών με δείγματα ακόμη και για διδασκαλία άλλων γλωσσών μέσα από καταλόγους λέξεων Αρχαία Αίγυπτος και Ελλάδα: Αρκετά δίγλωσσα κείμενα και αναφορές σε ομιλητές διαφόρων διαλέκτων ελληνικής, φοινικικής κλπ. Αναφέρεται δε ακόμη και από τον Όμηρο στην Οδύσσεια (π.χ. Πελασγικά η γλώσσα της Ελλάδας πριν από την κάθοδο των Δωριέων, Δωρικά, Αιολικά κλπ.) Συνεχής επαφή ελληνικής με άλλες γλώσσες επιφέρει επιμιξίες γλωσσών (βλ. Χριστίδης 2001 για την ιστορία της ελληνικής).
Εποχή Μεγάλου Αλεξάνδρου και μετά: Η ελληνιστική κοινή (δηλ. η συνέχεια της αττικής διαλέκτου) καθίσταται διεθνής γλώσσα στη Μεσόγειο και την Ασία μέσω των κατακτήσεων ξένων εδαφών. Η πλειονότητα των κατοίκων των πολλών αυτών περιοχών δίγλωσσοι ή τρίγλωσσοι: συνήθως σε κάποια ελληνική διάλεκτο ή άλλη γλώσσα και στην κοινή ελληνιστική. Η πολυγλωσσία επιφέρει μεγάλες αλλαγές της ελληνικής με αποτέλεσμα η αττική διάλεκτος να μην είναι πλέον κατανοητή χωρίς διδασκαλία της (αλλαγές μεγαλύτερες στην προφορά και τη σύνταξη).
Ρωμαϊκή αυτοκρατορία: Δίγλωσσα σχολεία σε ελληνικά και λατινικά ο κανόνας Πολλά παιδιά μαθαίνουν γραφή και ανάγνωση πρώτα στην ελληνική και αργότερα στη λατινική. Ευρώπη έως και 18ο αιώνα: Συνεχείς επαφές μεταξύ γλωσσών από διαφορετικές οικογένειες: κυρίως γλώσσες λατινικής προέλευσης (στις ποικίλες εκδοχές τους) σλαβικής, ελληνικής, γερμανικής, τουρκικής κλπ. (π.χ. Τεράστια επίδραση γαλλικής στην αγγλική δηλ. μιας λατινικής γλώσσας σε μια γερμανική αλλά και ελληνικής στη λατινική)
Το παράδειγμα των Βαλκανίων: ανάμειξη ή σύγκλιση διαφορετικών γλωσσών λόγω συνεχούς επαφής Αρχίζουν να μοιάζουν παρότι προέρχονται από αρκετά διαφορετικές οικογένειες Ινδοευρωπαϊκές (π.χ. Ελληνική) και Αλταϊκές της Κεντρικής Ασίας (τουρκική) (π.χ. πολλές δάνειες λέξεις η μία στην άλλη) Ινδοευρωπαϊκές από αρκετά διαφορετικές οικογένειες (αλβανικά, ελληνικά και οι ποικίλες σλάβικες γλώσσες όπως τα βουλγάρικα) Παράδειγμα σύγκλισης: Ταυτόχρονη εξαφάνιση του απαρέμφατου στο ρήμα με εμπλουτισμό όμως άλλων τύπων ρήματος (π.χ. υποτακτική ενεστωτικού και αοριστικού θέματος , δηλ. να χάνει – να χάσει).
H σύγχρονη πραγματικότητα: Διεθνώς 6000 τουλάχιστον γλώσσες και 200 περίπου κράτη Αν και υπολογισμός των γλωσσών προσκρούει σε πολλά προβλήματα (βλ. πιο αναλυτικά αργότερα) π.χ. Τί είναι γλώσσα και πώς την αντιλαμβάνονται και εάν τη δηλώνουν οι ομιλητές της ή τα κράτη
Διαφορετικά παραδείγματα Πολυγλωσσία σήμερα, Διαφορετικά παραδείγματα Ινδία: 400 επίσημες γλώσσες και 1600 ομιλούμενες. ΗΠΑ: Αγγλική γλώσσα καθίσταται μετά τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο δείκτης εθνικής ταυτότητας (κυρίως γιατί η γερμανική η δεύτερη πιο συχνή και διαδεδομένη στην εκπαίδευση αλλά «εχθρική» πλέον λόγω πολέμου). Η αγγλική μάλιστα όχι νομικά κατοχυρωμένη ως επίσημη (dejure), απλώς αναγνωρισμένη στην πράξη (defacto). 337 γλώσσες μιλιούνται ακόμη και σήμερα καθημερινά παρά την κυριαρχία αγγλικής, με 176 από αυτές γλώσσες Ινδιάνων (παρότι πολλές άλλες γλώσσες Ινδιάνων έχουν εξαφανιστεί). Ισπανικά, γερμανικά, ιταλικά, ελληνικά, πολωνικά από τις πιο διαδεδομένες. Χώρες Λατινικής Αμερικής πολύγλωσσες, κατεξοχήν παράδειγμα η Γουατεμάλα.
Πολυγλωσσία Ευρώπης Τουλάχιστον 150 γλώσσες αλλά αρκετά λιγότερο κράτη. Ελάχιστα κράτη επίσημα μονόγλωσσα: Πορτογαλία, Ισλανδία, Μάλτα, Μονακό, ‘Αγ. Μαρίνος και Λιχτενστάιν. Ωστόσο παραπλανητικά και αυτά, γιατί δεν έχουν υπολογιστεί πάνω απ’ όλα οι Τσιγγάνοι (που μιλούν οι περισσότεροι συστηματικά τη ρομανί στην καθημερινή τους ζωή) και οι Εβραίοι (που μιλούν ακόμη μερικές φορές λαντίνο ή γίντις, δηλ. διαλέκτους της λατινικής και της γερμανικής).
Αρκετά κράτη με περισσότερες από μία επίσημες γλώσσες π. χ Αρκετά κράτη με περισσότερες από μία επίσημες γλώσσες π.χ. Βέλγιο (βαλλονικά και φλαμανδικά), Ελβετία (γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά και ρομανές), Λουξεμβούργο (λουξεμβουργιανά, γερμανικά και γαλλικά), Ηνωμένο Βασίλειο (αγγλικά και ουαλλικά) Ιρλανδία (αγγλικά και ιρλανδικά). Πλειονότητα όμως κρατών Ευρώπης αναγνωρίζουν μία επίσημη γλώσσα και πολλές μειονοτικές (π.χ. η Πολωνία τις περισσότερες μειονοτικές, η Ελλάδα παραδοσιακά 8 μειονοτικές (βλ. αργότερα τον κατάλογό τους).
Ευρωπαϊκή ‘Ενωση (ΕΕ) (βλ Ευρωπαϊκή ‘Ενωση (ΕΕ) (βλ. διάφορα κείμενά της στις εκθέσεις του Ευρωμωσαϊκού και στην ιστοσελίδα μαθήματος) 23 επίσημες γλώσσες σήμερα 90 τουλάχιστον μειονοτικές επίσημα αναγνωρισμένες (π.χ. Καταλωνικά με 8 εκατομύρια ομιλητές στην Ισπανία, φρισιανά με πολύ λιγότερους ομιλητές στην Ολλανδία και Γερμανία, σαρδηνικά στην Ιταλία, οξιτανικά με 2 εκατομύρια ομιλητές στη Νότια Γαλλία κλπ.) (βλ. π.χ. το Γραφείο Λιγότερο Ομιλούμενων Γλωσσών ΕΕ)
και τις μη γηγενείς γλώσσες των μεταναστών από χώρες εκτός ΕΕ, Εάν συνυπολογίσουμε και τις μη γηγενείς γλώσσες των μεταναστών από χώρες εκτός ΕΕ, οι αριθμοί των γλωσσών αυξάνονται εντυπωσιακά: Π.χ. 300 γλώσσες στην καθημερινή ζωή των 850,000 μαθητών/τριών του Λονδίνου
Π.χ. Γερμανία: 16 διάλεκτοι γερμανικής, αρκετές γηγενείς μειονότητες (π.χ. δανέζικα, φρισιανά) και μεταναστευτικές μειονότητες (π.χ. κροατικά). 7% του πληθυσμού των 82 εκατομμυρίων με μητρική γλώσσα άλλη από γερμανική Πιο συχνή άλλη γλώσσα η τουρκική με 2 εκατομμύρια ομιλητές. Ακολουθούν τα ιταλικά (550,000 ομιλητές), τα ελληνικά (300,000) και τα Κροατικά (230,000).
Π.χ. Γαλλία 75 γλώσσες 24 ευρωπαϊκές (π.χ. καταλωνικά, βασκικά, βρετονικά, γερμανικά, αλλά και γηγενείς της Γαλλίας όπως προβηγκιανά, κορσικανά και οξιτανικά με 2 εκατομμύρια ομιλητές) οι υπόλοιπες εκτός Ευρώπης με πιο συχνά τα αραβικά (με 2 εκατομμύρια ομιλητές). [2012: Πρόεδρος Ολάντ υπόσχεται διδασκαλία στο σχολείο μειονοτικών-περιφερειακών-μεταναστευτικών γλωσσών.]
Π.χ. Παρότι οι γλώσσες γηγενών μειονοτήτων αποδεκτές πλέον εν μέρει στο πολύγλωσσο ήθος ΕΕ, πολλές καταχωνιασμένες στην αφάνεια. Το δημοκρατικό ωστόσο πνεύμα στα τέλη 20ου αιώνα τις ανασύρει στην επικαιρότητα και αναμοχλεύει συναισθήματα Π.χ. Γαλλία: η «γλώσσα» ή «διάλεκτος» των Στί στα βορειοανατολικά χώρας. Ακόμη και η Ευρωπαϊκή ‘Ενωση δεν την αναγνωρίζει ως ξεχωριστή γλώσσα, αν και αναγνωρίζει ταυτόχρονα αρκετές άλλες εκδοχές της γαλλικής ως ξεχωριστές γλώσσες. Ωστόσο, δεν είναι εύκολα κατανοητή από υπόλοιπο πληθυσμού. Κινηματογραφική κωμωδία πριν λίγα χρόνια πούλησε περισσότερο από κάθε άλλη ταινία από το 1945 στη Γαλλία (στα επίπεδα «Τιτανικού» (Bienvenue chez les Ch’tis’ ή ‘Είναι τρελλοί αυτοί οι Βόρειοι’).
Πλοκή ταινίας που συγκίνησε τη Γαλλία: Στην περιοχή των ανθρακωρύχων του Βορρά στο Καλαί, λιμάνι πέρασμα για την Αγγλία, μετατίθεται ένας απλός ταχυδρομικός υπάλληλος από το Νότο της Γαλλίας. Εξαιρετικά δυστυχής με τον καιρό, τους ανθρώπους και πάνω απ’ όλα το γεγονός ότι δεν μπορεί να επικοινωνήσει. Δεν καταλαβαίνει την τοπική διάλεκτο.
οι μονόγλωσσες κοινωνίες το φυσιολογικό Μύθος λοιπόν ότι οι μονόγλωσσες κοινωνίες το φυσιολογικό και οι δίγλωσσες/πολύγλωσσες η απόκλιση Ακόμη και σε ατομικό επίπεδο, το 1965, μια περίοδο όπου η μονογλωσσία είχε φτάσει στο ιστορικό της απόγειο στην αναπτυγμένη Δύση, ο γνωστός κοινωνιολόγος της γλώσσας Fishman υπολόγιζε ότι τουλάχιστον ο μισός πληθυσμός της γης γνωρίζει και χειρίζεται επαρκώς δύο τουλάχιστον γλώσσες. Σήμερα μάλλον περισσότερο.
“Ο μύθος της ομοιογένειας” Γλωσσολόγος Lyons (1981): ‘Ολα τα μέλη μιας γλωσσικής κοινότητας μιλούν ακριβώς την ίδια γλώσσα σε επίπεδο προφοράς, γραμματικής και λεξιλογίου χωρίς συστηματικές γλωσσικές αποκλίσεις. «Το δόγμα της ομοιογένειας»: Κοινωνιογλωσσολόγοι Blommaert and Verschueren (1998) Η ιδεατή κοινωνία γλωσσικά ομοιογενής Κάθε εθνικό κράτος τη γλώσσα του
ο μύθος της μονογλωσσίας ή της γλωσσικής ομοιογένειας των κοινωνιών; Πώς κατασκευάστηκε ο μύθος της μονογλωσσίας ή της γλωσσικής ομοιογένειας των κοινωνιών; Απάντηση μέσα από μελέτη ιστορίας: κυρίως μέσα από την ίδρυση των εθνικών κρατών αρχικά στην Ευρώπη και την ανάγκη τους να ομοιογενοποιήσουν τους πληθυσμούς τους όσο το δυνατόν περισσότερο με όσο το δυνατόν περισσότερους τρόπους
(αν και παρόμοιες εξελίξεις και σε άλλες περιοχές του κόσμου) Η ιστορία της Ευρώπης (αν και παρόμοιες εξελίξεις και σε άλλες περιοχές του κόσμου) Ιστορικές περίοδοι: Πολυγλωσσία και πολυπολιτισμικότητα έως 18ο περίπου αιώνα Γένεση εθνικών κρατών και γλωσσών από 19ο κυρίως αιώνα Πολυγλωσσία και πολυπολιτισμικότητα ενισχύεται ξανά από τα τέλη του 20ου αιώνα
Πολυγλωσσία και πολυπολιτισμικότητα έως περίπου 18ο αιώνα Ευρωπαϊκές αυτοκρατορίες με σεβασμό απέναντι στη διαφορετικότητα θρησκείας και γλώσσας. Κατεξοχήν παραδείγματα η Οθωμανική και η Αυστροουγγρική. [Το ίδιο ωστόσο ισχύει εν μέρει και στη Λατινική Αμερική όπου οι Ισπανοί κατακτητές ενισχύουν γλώσσες Ινδιάνων, έστω για να μπορέσουν να τους προσηλυτίσουν στο Χριστιανισμό.]
Γένεση εθνικών κρατών μεταβάλλει δραστικά τη σχέση γλώσσας και εθνικής ταυτότητας κυρίως κατά το 19ο αιώνα με αποτέλεσμα κάποια ομοιογένεια στον 20ο. Από 17ο αιώνα: ρίζες εθνικών κρατών με απαρχές κρατικής παρέμβαση στις καθημερινές ζωές των ανθρώπων, μεταξύ άλλων τάση ομοιογενοποίησης πληθυσμών. 17ος αιώνας: άμεση συσχέτιση εθνικής και γλωσσικής ταυτότητας κυρίως στο φιλοσοφικό ρομαντισμό της Γερμανίας. Ως πολιτική αντίδραση στον επεκτατισμό της Γαλλία, ανάδυση ιδεολογίας ότι η γλώσσα είναι η ψυχή ή το πνεύμα ενός λαού. Τέλη 18ου αιώνα: γαλλική επανάσταση το πρότυπο για ίδρυση εθνικών κρατών. Βίαιη επιβολή γαλλικής που γνωρίζουμε σήμερα ως επίσημη γλώσσα σε πληθυσμούς που ακόμη και στο Παρίσι μιλούν πολλές και αρκετά διαφορετικές διαλέκτους.
19ος αιώνας Ευρώπης: Κρίσιμη καμπή γιατί γένεση σύγχρονων εθνικών κρατών. Ελλάδα ένα από τα πρώτα και πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα (1830). Θέσπιση και εξάπλωση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης σε μία κοινή γραπτή γλώσσα συνήθως. Χρήση μίας συνήθως γλώσσας στη δημόσια διοίκηση. Αρχές προτυποποίησης γλωσσών, δηλαδή κατασκευής μιας γραπτής νόρμας έναντι των πολλών προφορικών διαλέκτων (ανάδυση προφορικής νόρμας στην Ελλάδα, δηλαδή της δημοτικής, μόλις το δεύτερο μισό 19ου αιώνα με επισημοποίηση και ευρεία χρήση της στη γραφή από 1976 και μετά).
Ωστόσο, ίδρυση εθνικών κρατών βασίστηκε αρχικά συχνότερα στο κριτήριο της κοινής θρησκείας και λιγότερο της κοινής γλώσσας Η γλώσσα αποκτά ωστόσο από ένα σημείο και μετά μεγάλη συμβολική σημασία, αν και μεγαλύτερη σε ορισμένες κοινωνίες και λιγότερο σε άλλες (π.χ. Ελλάδα και Γαλλία στο ένα άκρο, Ελβετία στο άλλο).
‘Ιδρυση ελληνικού κράτους: χαρακτηριστικό παράδειγμα ανάδυσης κρατών στην Ευρώπη: Χριστιανοί που αυτονομούνται αρχικά από πολύγλωσση πολυπολιτισμική Οθωμανική Αυτοκρατορία αλλά μιλούν ελληνικά και αρβανίτικα σε ποικίλες εκδοχές με πολλούς δίγλωσσους ομιλητές. Η γλώσσα καθίσταται ωστόσο ισχυρό σύμβολο εθνικού κράτους, γιατί το μόνο απτό στοιχείο που ενώνει με το ένδοξο παρελθόν Αρχαίας Ελλάδας. Το γλωσσικό ζήτημα (με τις διάφορες μορφές του) πολιτικά φορτισμένο (με ισχυρή προτίμηση εκδοχών που μοιάζουν περισσότερο με Αρχαία Αττική διάλεκτο, δηλ. αρχαϊκή έναντι καθαρεύουσας, καθαρεύουσα έναντι δημοτικής, λόγιων εκφράσεων έναντι καθομιλούμενης αργότερα).
Ωστόσο, ακόμη και το ελληνικό κράτος δεν θεωρεί πάντα αργότερα τη γλώσσα το πιο κρίσιμο στοιχείο εθνικής ταυτότητας Π.χ. Ανταλλαγή πληθυσμών μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους με Τουρκία βασίζεται στη θρησκεία και όχι στη γλώσσα (πολλοί «’Ελληνες» γνωρίζουν μόνο τουρκικά (οι Καραμανλήδες) ενώ αρκετοί «Τούρκοι» μόνο ελληνικά (οι Τουρκοκρητικοί) Χάραξη συνόρων με Αλβανία δεκαετία 1920: Ελλάδα δεν θεωρεί τη γλώσσα το κρίσιμο χαρακτηριστικό εθνικής ταυτότητας (υποδεικνύει ότι ‘Ελληνας πρωθυπουργός χρησιμοποιεί σπίτι του την Αλβανική, ειδικότερα τα αρβανίτικα, και Αλβανός πρόεδρος την ελληνική έχοντας ζήσει δεκαετίες στην Αθήνα).
‘Ιδρυση εθνικών κρατών εκτός Ευρώπης Ισπανικά θεσπίζονται μόλις το 19ο αιώνα ως υποχρεωτική γλώσσα στην Λατινική Αμερική, από πρώην Ισπανούς που επαναστατούν ενάντια στην Ισπανία. Βίαιη συχνά επιβολή ισπανικών έως τέλη 20ου αιώνα όταν με τέλος δικτατορικών καθεστών και αποκατάσταση δημοκρατίας η πολυγλωσσία αναγνωρίζεται και θεσπίζεται και στην εκπαίδευση κυρίως στον 21ο αιώνα. Χώρες τρίτου κόσμου αποκτούν ανεξαρτησία αργότερα από ευρωπαϊκές, κυρίως στον 20ο αιώνα, με πολυγλωσσία πολύ πιο εμφανή από Ευρώπη. Συχνά επιλέγουν ως επίσημη μία ευρωπαϊκή ακόμη κι όταν κυριαρχεί στη ζωή τους μία τοπική γλώσσα (π.χ. αγγλική στην Τανζανία).
διγλωσσία/πολυγλωσσία πολιτικά φορτισμένο ζήτημα Εν ολίγοις, διγλωσσία/πολυγλωσσία πολιτικά φορτισμένο ζήτημα γιατί μετά την ίδρυση εθνικών κρατών αρχίζει να εκλαμβάνεται ως απειλή Παρότι ο φόβος υποχωρεί για ένα διάστημα ειδικά με την ενδυνάμωση της Ευρωπαϊκής ‘Ενωσης και την προώθηση ιδεολογίας για μια δημοκρατική, πολυπολιτισμική και πολυγλωσσική κοινωνία, Ενισχύεται ξανά πρόσφατα με αύξηση οικονομικής μετανάστευσης ειδικά πρόσφατα σε συνθήκες οικονομικής κρίσης
Παραδείγματα πολιτικής φόρτισης Βέλγιο: συνεχείς σοβαρές πολιτικές κρίσεις όπως η επί ένα σχεδόν χρόνο ακυβερνησία το 2010-11. Μοιρασμένο ανάμεσα στους γαλλόφωνους βαλλόνους του Νότου και στους ολλανδόφωνους φλαμανδούς του Βορρά, παρότι από άλλες απόψεις υπόδειγμα χώρας που δεν είναι επίσημα μονόγλωσση και σέβεται και χρησιμοποιεί επίσης στην εκπαίδευση τις γλώσσες των μεταναστών. Ουκρανία: βίαιες σωματικές συμπλοκές στη Βουλή τον Ιούλιο του 2012 εξαιτίας απόφασης να καταστεί επίσημη γλώσσα και η ρωσική, γιατί τυγχάνει μητρική για μισό περίπου πληθυσμού. Νόμος επιχείρησε να θεσπίσει ρωσική ως γλώσσα σχολείου, διοίκησης, νόμων ταυτόχρονα με ουκρανική στις ρωσόφωνες περιοχές.
ΗΠΑ: χώρα μεταναστών (που προστέθηκαν στους Ινδιάνους) με πολλούς δίγλωσσους ομιλητές και εκτενή κοινωνική πολυγλωσσία (π.χ. μεγάλο μέρος του πληθυσμού σήμερα έχει την ισπανική ως πρώτη γλώσσα). Ωστόσο, εθνικό κράτος ΗΠΑ στηρίζεται από το 1920 και μετά στην ιδεολογία αφομοίωσης των διαφορετικών μεταναστών που το απαρτίζουν, στην ανάγκη κοινωνικής συνοχής μέσα από μία μόνο κουλτούρα και γλώσσα, παρότι η αγγλική δεν έχει επισημοποιηθεί νομικά. Τέλη 20ου αιώνα: Κίνημα για επιβολή όχι απλώς αγγλικής, αλλά ειδικότερα αμερικανικής αγγλικής (US English) με εξάλειψη άλλων γλωσσών στην εκπαίδευση, που ξεκινά διόλου τυχαία από την Καλιφόρνια (περιοχή με το υψηλότερο ποσοστό ισπανόφωνων στη χώρα).
Παρά την επιβολή εθνικών γλωσσών ειδικά μέσα από υποχρεωτική εκπαίδευση, η Ευρώπη παραμένει πεισματικά εν μέρει πολύγλωσση παρότι κατέκτησε ταυτόχρονα τα υψηλότερα στον κόσμο ποσοστά μονόγλωσσων. Ωστόσο παραμένουν πάντα μωσαϊκά πολυγλωσσίας με γηγενείς μειονότητες που εντείνονται ειδικότερα μετά δύο παγκοσμίους πολέμους και αναδιατάξεις συνόρων (π.χ. Προσάρτηση Μακεδονίας και Θράκης στην Ελλάδα, Νότιου Τυρόλου στην Ιταλία, ανατολικής Γερμανίας στην Πολωνία, βόρειας Γερμανίας στη Δανία.)
η τάση προς τη μονογλωσσία συρρικνώνεται δραστικά Από τέλη 20ου αιώνα η τάση προς τη μονογλωσσία συρρικνώνεται δραστικά για τρεις τουλάχιστον λόγους: Παγκοσμιοποίηση Μετανάστευση ως μέρος της παγκοσμιοποίησης Ενίσχυση των δικαιωμάτων των μειονοτήτων γενικότερα, μεταξύ των οποίων των γλωσσικών
Παγκοσμιοποίηση πολιτισμού και οικονομίας, αύξηση μετακινήσεων κλπ. Π.χ. Δημοφιλή τραγούδια, ταινίες, τουρισμός, διεθνές εμπόριο, διαδίκτυο Καθιστούν γνώση άλλων γλωσσών πιο προσιτή και συχνά αναγκαία Παρότι όπως θα δούμε υπερισχύει η αγγλική
2. Μετανάστευση Πιο συχνή για οικονομικούς λόγους από χώρες φτωχές σε πιο εύπορες. Και για λόγους οικογενειακής επανένωσης. Πρόσφυγες που ζητούν άσυλο για πολιτικούς λόγους (λόγω πολέμων και καταπιεστικών καθεστώτων) Μετανάστες και σε πιο εύπορα στρώματα, π.χ. επιστήμη, επιχειρήσεις, σπουδές. Μετανάστευση εντός Ευρωπαϊκής ‘Ενωσης: πρωτοφανής ιστορικά δυνατότητα νόμιμης μετακίνησης σε δημοκρατικές κοινωνίες με αναγνώριση πολλών ανθρώπινων δικαιωμάτων, αλλά με κράτη-μέλη που εξακολουθούν να στηρίζονται συχνά σε μία μόνο εθνική γλώσσα.
Ενδυνάμωση δημοκρατικών δικαιωμάτων στη δυτική Ευρώπη ειδικά στις πιο εύπορες και δημοκρατικές κοινωνίες, γηγενείς μειονότητες ζητούν και κερδίζουν γλωσσικά δικαιώματα. Κατεξοχήν παράδειγμα η ουαλική στο Ηνωμένο Βασίλειο, με εκτενή πλέον χρήση της στην εκπαίδευση και χαρακτηρισμό της ως επίσημη γλώσσα μεταξύ άλλων στα τεστ γλωσσομάθειας (στην ουαλική ή αγγλική) που απαιτούνται για μόνιμη εγκατάσταση στη χώρα.
Το τέλος όμως των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού στην Ανατολική Ευρώπη Οδηγεί τη δεκαετία του ‘90 σε αντίστροφη ροπή από Δυτική Ευρώπη (όπου αναπτύσσσεται η υπερεθνική Ευρωπαϊκή ‘Ενωση και ενθαρρύνεται η πολυγλωσσία/πολυπολιτισμικότητα): δηλ. οδηγεί σε βίαιη συχνά κατάτμηση κρατών, ανάδυση εθνικισμών και νέων εθνικών γλωσσών (π.χ. Η πρώην Γιουγκοσλαβία, με τεχνητό διαχωρισμό σερβικής από κροατικής γλώσσας ). Ενισχύεται αφενός η πολυγλωσσία διεθνώς αφετέρου τα γλωσσικά δικαιώματα και η πολυγλωσσία στο εσωτερικό των κρατών εκλαμβάνονται ως απειλή
Αντιμέτωπη με τρία προβλήματα: Ευρώπη σήμερα: Αντιμέτωπη με τρία προβλήματα: Τα κράτη που οικοδόμησαν ένα βαθμό μονογλωσσίας νιώθουν ότι απειλούνται από μετανάστες (βλ. Νόμους για νομιμοποίηση μεταναστών στον 21ο αιώνα που θέτουν ως προϋπόθεση τη μάθηση επίσημης γλώσσας) Οικοδόμηση μιας ευρωπαϊκής ταυτότητας εν μέσω πολυγλωσσίας δηλ. υπερεθνικής ταυτότητας, όπου αδύνατη πλέον η ταύτιση εθνικής και γλωσσικής ταυτότητας Διεθνοποίηση αγγλικής και παράλληλη χρήση της με άλλες γλώσσες, πολιτική ενδυνάμωσή της και αποδυνάμωση άλλων γλωσσών.
Η περίπτωση της Ελλάδας Xαρακτηριστικό παράδειγμα ευρωπαϊκής κοινωνίας ως προς την πολυγλωσσία τόσο σήμερα όσο και ιστορικά
από αρχαιότητα έως αργότερα. Διάφορες ιστορικές περίοδοι: Εκτενής πολυγλωσσία ελλαδικού χώρου από αρχαιότητα έως αργότερα. Συνεχίζει και στις πολυπολιτισμικές αυτοκρατορίες (Βυζαντινή και Οθωμανική, παρότι κυριαρχούν κάποιες στιγμές σε αυτές μία επίσημη γλώσσα, δηλ. ελληνική και τουρκική). Με ίδρυση ελληνικού κράτους τουλάχιστον δύο συχνές γλώσσες: αρβανίτικα και ελληνικά (σε ποικίλες τοπικές παραλλαγές, με την ελληνική επιπλέον και στην αρχαϊζουσα και καθαρεύουσα), κάποια γερμανικά λόγω ‘Οθωνα. Με επαναχάραξη συνόρων μετά από πολέμους, Ελλάδα όλο και πιο πολύγλωσση ειδικά στο Βορρά. Προστίθενται με προσάρτηση Θεσσαλίας-Ηπείρου κυρίως τα βλάχικα και μετά από 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο γλώσσες Μακεδονίας-Θράκης (τουρκικά, πομακικά, σλάβικα, λαντίνο κλπ.)
2. Η γλώσσα που έχει ανακηρυχτεί εθνική, δηλ 2. Η γλώσσα που έχει ανακηρυχτεί εθνική, δηλ. η ελληνική, ενδυναμώνεται σταδιακά λόγω εκπαίδευσης και νόμων μετά 1830 ειδικά μάλιστα μετά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο όταν οι πολιτικές καταστάσεις ενθαρρύνουν αποσιώπηση πολυγλωσσίας και καταπίεση ορισμένων γλωσσών (κυρίως σλαβομακεδονικής), η Ελλάδα οδηγείται τη δεκαετία του ‘70 στο υψηλότερο % πολιτών με μητρική γλώσσα την ελληνική (ίσως 90%) Επομένως «επιτυχημένο» πείραμα πορείας προς τη μονογλωσσία στην Ευρώπη
3. Οικονομική μετανάστευση και γενικότερα παγκοσμιοποίηση επιφέρουν ξανά πολυγλωσσία: Γλώσσες μεταναστών ανατρέπουν το σκηνικό. Η τουρκική παύει να είναι η δεύτερη γλώσσα της Ελλάδας και αντικαθίσταται από αλβανική. Η κυρίαρχη ξένη γλώσσα πλέον τα αγγλικά (έναντι παλαιότερα των γαλλικών και γερμανικών) με σημαντική όμως εξάπλωση της χρήσης τους στον πληθυσμό (κυρίως τη νέα γενιά) και σε διάφορες δραστηριότητες (π.χ. τουρισμό, επιστήμη, εμπορικές ανταλλαγές).
Παραδοσιακή πολυγλωσσία Ελλάδας Βιβλιογραφία βλ. π.χ. Σελλά-Μάζη Ε., 1997. Διγλωσσία και ολιγότερο ομιλούμενες γλώσσες στην Ελλάδα. Το μειονοτικό φαινόμενο στην Ελλάδα, Μια συμβολή των κοινωνικών επιστημών (επιμ. Κ. Τσιτσελίκης και Δ. Χριστόπουλος). Αθήνα: ΚΕΜΟ & Κριτική. Τσιτσελίκης, Κ. 1997. Η αντιμετώπιση των μειονοτικών γλωσσών στην Ελλάδα και το ευρωπαϊκό νομικό περιβάλλον στα πρόθυρα του 21ου αιώνα. Πρακτικά Διεθνούς Συνεδρίου. «Ισχυρές» και «ασθενείς» γλώσσες στην Ευρωπαϊκή ένωση: Όψεις του γλωσσικού ηγεμονισμού (επιμ. Α.-Φ. Χριστίδης). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας. Τσιτσελίκης, Κ. 2001. Μειονοτικές γλώσσες στην Ελλάδα. Εγκυκλοπαιδικός οδηγός για τη γλώσσα . Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, σ. 142-145. Τσιτσελίκης, Κ. & Χριστόπουλος, Δ. 1997. Ο εντοπισμός του μειονοτικού φαινομένου στην Ελλάδα από τη νομική επιστήμη και το δίκαιο. Το μειονοτικό φαινόμενο στην Ελλάδα, Μια συμβολή των κοινωνικών επιστημών (επιμ. Κ. Τσιτσελίκης και Δ. Χριστόπουλος). Αθήνα: ΚΕΜΟ & Εκδόσεις Κριτική. Μπαλτσιώτης Λ., Καραντζόλα Ε., Ιωαννίδου Α., Εμπειρίκος Λ., Μπέης Σ. (επιμ.), Γλωσσική ετερότητα στην Ελλάδα. ΚΕΜΟ, 2001,
Μελέτες που εστιάζουν σε συγκεκριμένες γλώσσες και χρήσεις τους επίσης Μελέτες που εστιάζουν σε συγκεκριμένες γλώσσες και χρήσεις τους σε συγκεκριμένες περιοχές π.χ. Τσιτσιπής (1998) για αρβανιτόφωνους Voss (2005) για σλαβόφωνους Μακεδονίας Κουφογιώργου (2004) για βλαχόφωνους Μετσόβου (χρήσεις ελληνικής και βλάχικης σε τρεις ηλικιακές ομάδες ανδρών & γυναικών) .
Οι γλώσσες των γηγενών μειονοτήτων στην Ελλάδα (από Σελλά-Μάζη 2001) Από ίδρυση ελληνικού κράτους μέχρι αρχές δεκαετίας 1960 σημαντικό % πολιτών είχε άλλη μητρική γλώσσα από ελληνικά. Αν προσθέσουμε και ποντιακά, διάλεκτο ―εν μέρει τουλάχιστον― ακατανόητη, και ανασυνθέσουμε το γλωσσικό τοπίο μέχρι και τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, όταν η γνώση και χρήση της επίσημης ελληνικής δεν ήταν τόσο εκτεταμένη, θα έχουμε μια διαφορετική εικόνα της ελληνικής γλωσσικής πραγματικότητας ακόμη και μερικές δεκαετίες πριν. Η αντίληψη που έχουμε σήμερα για το γλωσσικό τοπίο της Ελλάδας διαμορφώθηκε πρόσφατα και κράτησε μόνο τρεις δεκαετίες, αφού η έλευση των μεταναστών (μεταξύ άλλων ομογενών) ανέτρεψε ανεπιστρεπτί τις «προσπάθειες» κοντά δύο αιώνων.
Ωστόσο, προβλήματα περιγραφής πολυγλωσσίας (βλ Ωστόσο, προβλήματα περιγραφής πολυγλωσσίας (βλ. και Τσιτσελίκη 2001 και μετέπειτα διαλέξεις πιο αναλυτικά) Aπαρίθμηση και εντοπισμός γλωσσών που ομιλούνται ή αποτελούν μητρική γλώσσα δύσκολο να μετρηθεί με ακρίβεια. Οι απογραφές που μέχρι το 1951 μετρούσαν τις άλλες γλώσσες στην Ελλάδα, σε καμία περίπτωση δεν συνιστούν δείκτες. Μεταξύ άλλων γιατί οι άνθρωποι δεν λένε πάντα την αλήθεια για διάφορους λόγους. Και επιπλέον χρησιμοποιούν τις γλώσσες τους σε διαφορετικές συνθήκες (ή χώρους χρήσης) Σήμερα αδύνατο να γνωρίζουμε ακριβώς πόσοι μιλούν ή καταλαβαίνουν κάθε γλώσσα, αφού θα χρειαζόταν τεράστια και επισταμένη έρευνα για το σκοπό αυτό.
Eντούτοις, μια βάση στοιχείων για πολυγλωσσία Ελλάδας Γλώσσες πέρα από ελληνική που αναφέρονται σε μελέτες και επίσημες στατιστικές/απογραφές 1928, 1940 και 1951: Αθιγγανική/ρομανές Αλβανική (αρβανίτικη διάλεκτος) Αρμενική Βουλγαρική (ή πομακική) Ισπανική-εβραϊκή (ή λαντίνο) Κουτσοβλαχική (ή Βλάχικη) Μακεδονοσλαβική (ή σλαβομακεδονική ) ‘Ομως ονόματα και χαρακτηρισμοί γλωσσών διαφέρουν γιατί πάντα πολιτικά φορτισμένο ζήτημα (βλ. αργότερα)
‘Εκθεση Γραφείου Πληροφόρησης Ελληνικής Πρεσβείας Λονδίνου, 1949 Π.χ. ‘Εκθεση Γραφείου Πληροφόρησης Ελληνικής Πρεσβείας Λονδίνου, 1949 γλωσσικές μειονότητες: Τούρκοι και Πομάκοι Δ. Θράκης, Σλαβόφωνοι Δ. Μακεδονίας, Κουτσόβλαχοι, Αρμένιοι και Ισπανόφωνοι Εβραίοι Θεσσαλονίκης. Ενδιαφέρον: δεν αναφέρονται οι Αρβανίτες και οι Τσιγγάνοι, αν και αρβανίτικα συγκαταλέγονται σε άλλα έγγραφα στις γλώσσες των μειονοτικών ομάδων και η δεύτερη άλλωστε πιο συχνή γλώσσα ελληνικού κράτους από παλιά. Γιατί;
Δεν αναφέρονται γιατί εν μέρει σταδιακή αφομοίωση κάποιων τουλάχιστον μειονοτήτων με το χρόνο Επιταχύνθηκε από 2ο Παγκόσμιο και στη συνέχεια εμφύλιο πόλεμο Οικονομική αναδιάρθρωση ελληνικής κοινωνίας Μετανάστευση (μεταξύ άλλων εσωτερική από αγροτικές περιοχές στα μεγάλα αστικά κέντρα) Επίδραση μέσων μαζικής ενημέρωσης και αποσιώπηση από αυτά κάθε πολιτισμικού στοιχείου των μειονοτικών ομάδων Συνεχής διεύρυνση υποχρεωτικής εκπαίδευσης
Αποτέλεσμα αφομοίωσης: Μείωση ομιλητών μειονοτικών γλωσσών (κυρίως νέων) Μείωση περιστάσεων χρήσης μειονοτικών γλωσσών (παραμένουν εντέλει κυρίως στο σπίτι, καφενείο και όχι σε άλλους ειδικά πιο επίσημους δημόσιους χώρους) Μείωση κοινωνικής συνοχής μειονοτικών ομάδων και ανάγκης τους να αυτοπροσδιορίζονται ως μειονότητα. (Αυτό προφανώς ισχύει λιγότερο για κάποιες, π.χ. Τούρκοι και Τσιγγάνοι εν μέρει και περισσότερο για άλλες, π.χ. Αρβανίτες, Βλάχοι).
Τέσσερις γλωσσικές μειονότητες μετά τον εμφύλιο πόλεμο Ενδεικτικά, Τέσσερις γλωσσικές μειονότητες μετά τον εμφύλιο πόλεμο δεν πληρούσαν πλέον προϋποθέσεις για ορισμό μειονότητας: (Τσιτσελίκης & Χριστόπουλος 1997) Αρμένιοι και οι Εβραίοι λόγω κοινωνική τους ενσωμάτωσης αλλά και εξάλειψης κοινωνικής μειονεξίας Αρβανίτες και Βλάχοι, γιατί η γλώσσα τους σε σημαντικό ποσοστό δεν μεταδιδόταν πλέον στις νεότερες γενιές ‘Ολες γιατί μείωσαν εκδηλώσεις συλλογικής συνείδησης του μειονοτικού χαρακτήρα της ομάδας τους, άρα και διεκδικήσεις για προστασία της ταυτότητάς τους.
Συνοπτικά: Γενικότερα: Στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, η πολιτιστική και γλωσσική αφομοίωση των μη ελληνόφωνων, ειδικότερα των δίγλωσσων (κατεξοχήν αρβανίτες, βλάχοι), συνέτεινε στη μείωση του ποσοστού τους σε επίπεδα χαμηλότερα του 4% (Τσιτσελίκης & Χριστόπουλος 1997). Νότια Ελλάδα: Από 1920 η χρήση γλωσσών άλλων από ελληνική περιορίστηκε αφενός αρκετά, με αποκορύφωμα τη δεκαετία ’70. Βόρεια Ελλάδα: η πολυγλωσσία παρέμεινε για καιρό ιδιαίτερα αισθητή, μεταξύ άλλων λόγω εγκατάστασης δεκάδων χιλιάδων τουρκόφωνων χριστιανών και αρμενίων προσφύγων τη δεκαετία του 1920 αλλά και γηγενών μειονοτήτων όπως οι πομάκοι και οι τούρκοι που δεν αφομοιώθηκαν κατά βάση (Τσιτσελίκης 2001).
Παρά την ισχυρή γλωσσική αφομοίωση κάποιων έστω μειονοτήτων Απομεινάρια παραδοσιακής πολυγλωσσίας εμφανή και σήμερα, ακόμη και για γλώσσες των οποίων η χρήση έχει υποχωρήσει Π.χ. Δίγλωσσοι Μετσόβου σε βλάχικα και ελληνικά Εμπειρίες ακόμη και νεότερων για διγλωσσία γονιών, παππούδων και γενικότερα παλαιότερων γενεών
Π.χ. Μαρτυρία Μπαλτσιώτη, 40 χρονου όταν γράφει στις αρχές 21ου αιώνα, μεγαλωμένου στην Αθήνα Aνακάλυψη βλάχικων τα νέα λατινικά της Ελλάδας (μοιάζουν με ιταλικά και ρουμάνικα) Η γλώσσα όσων κατοικούν κοντά στην Εγνατία Οδό και συνεργάστηκαν με Ρωμαίους Μιλιούνται από ανθρώπους που νιώθουν ‘Ελληνες εξαρχής (μεταξύ άλλων μεγάλοι ευεργέτες όπως ο Ζάππας) «Θυμάμαι μικρός την εκδρομή στο Μέτσοβο στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Βρέθηκα μόνος μου στην είσοδο του ξενοδοχείου και χάζευα τις γιαγιάδες με τα παράξενα ρούχα. Σιγά σιγά συνειδητοποίησα ότι δεν μπορούσα να καταλάβω τίποτα. Ένιωσα τόσο σοκαρισμένος, που ντράπηκα να ρωτήσω τους γονείς μου. Το μυαλό μου δε χωρούσε ότι αυτό που άκουγα ήταν μια άλλη γλώσσα, άρα εγώ είχα το πρόβλημα που δεν καταλάβαινα τι λένε. Νόμιζα ότι στην Ελλάδα μιλούσαν μόνο ελληνικά.
Ανακάλυψη της επαφής μας με τούρκικα Στη Β’ Δημοτικού που ταξιδέψαμε στην Τουρκία, η παρέα μας, μερικοί βορειοελλαδίτες και όχι παλιοελλαδίτες σαν εμάς (ορολογία που έμαθα όταν ενηλικιώθηκα), ήξεραν τούρκικα. Καλά αυτοί, αλλά και η καλύτερη φίλη της γιαγιάς μου, η κυρα-Λευτερία, που ήταν Αρμένισσα και δασκάλα, αυτή πώς ήξερε τόσο καλά τούρκικα;
Ανακάλυψη αρβανίτικων Το μυστήριο άρχισε να λύνεται μερικά χρόνια αργότερα. Με τον πατέρα μου, διευθυντή πωλήσεων σε μια αντιπροσωπεία αυτοκινήτων, επισκεφτήκαμε τον αντιπρόσωπο της εταιρείας στην Παραμυθιά. Μας έλεγε: «’Οταν πηγαίνω στα αρβανιτοχώρια παίρνω και τη γυναίκα μου που ξέρει καλά τα αρβανίτικα, για να μου μεταφέρει τι λένε».
Στα δώδεκα χρόνια μου γνώριζα λίγο από το μυστήριο: στην Ελλάδα μιλιέται άλλη μια γλώσσα, τα αρβανίτικα. Αυτή η λέξη κάτι μου θύμιζε, όταν πήγαινα μικρός στη Λιβαδειά, στους παππούδες και στους θείους. Είχαμε κάτι θείες που τις λέγαν «Αρβανίτισσες». Προς Θεού όμως… όχι τη γυναίκα του θείου μου, αυτή δεν ήταν «Αρβανίτισσα» (αργότερα έμαθα ότι ήταν μισή Αρβανίτισσα και ήξερε τη γλώσσα). Θυμάμαι στα οικογενειακά τραπέζια κάτι ανέκδοτα που έλεγε μια άλλη μακρινή θεία στα αρβανίτικα, τους τα μετέφραζε και γέλαγαν όλοι. Το ότι ήταν άλλη γλώσσα όμως δε μου είχε περάσει από το μυαλό. Άλλη γλώσσα ήταν μόνο τα αγγλικά που έκανα και τα γαλλικά όπου με έγραψε η μάνα μου. Αργότερα έμαθα ότι και η οικογένεια της μητέρας μου είχε έναν κουμπάρο, «πολύ καλός άνθρωπος, αν και Αρβανίτης, από την Κάτω Αχαγιά». Άλλωστε, όταν, ενήλικος πια, έμαθα ότι ο ένας προπάππος μου από τη μεριά του πατέρα μου ήταν Αρβανίτης, η μητέρα μου απευθυνόμενη στον πατέρα μου του είπε: «Α, έτσι εξηγούνται όλα τα στραβά σου». Σε κάθε περίπτωση, αυτά τα αρβανίτικα, οι Αρβανίτες ήταν παρελθόν. Το είχε πει μια συγγενής μας όταν τη ρώτησα αν ο άντρας της ήταν Αρβανίτης: «Ε, στο χωριό του τότε όλοι ήταν Αρβανίτες». Άρα, σκεφτόμουν, είναι κάτι σαν ντροπή. Είναι λοιπόν μια παλιά ιστορία το πέπλο που καλύπτει τις άλλες γλώσσες στην Ελλάδα, αλλά και οι στάσεις ―ομιλητών και μη― απέναντι στις γλώσσες.
Οι παραπάνω αναφορές θα μπορούσαν να είναι λίγο πολύ η ιστορία της σχέσης με τις άλλες γλώσσες οποιουδήποτε τριαντάρη σαραντάρη της νότιας Ελλάδας ή αυτού που μεγάλωσε στο Λεκανοπέδιο ― σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα και εκείνου που ένας παππούς ή ακόμη και ένας γονέας μιλά ή καταλαβαίνει μια τέτοια «παρακατιανή γλώσσα». Μια θολή εικόνα κρυμμένη στο πίσω μέρος του μυαλού: ο πατέρας που, ως διά μαγείας, συνεννοήθηκε στη Βουλγαρία, η μητέρα που μίλαγε με τον τούρκο συμφοιτητή στο Λονδίνο, η γιαγιά που φώναζε σε κάτι Ρουμάνους για κάτι που είπανε και μίλαγε με τα αδέλφια της μια παράξενη γλώσσα. «Στο στρατό είχαμε κάτι Τούρκους και κάτι Πομάκους.» «Αλήθεια, αυτά που μιλάνε οι γύφτοι είναι γλώσσα;»
Στα δεκαοχτώ μου βρέθηκα στην Αλεξανδρούπολη και στα είκοσι στην Κομοτηνή. Εκεί δεν είδα μόνο τη μειονότητα, αλλά ένα μαγικό κήπο για τον οποίο μιλούσαν ακόμη και οι νέοι: αυτός είναι Σαρακατσάνος, αυτός είναι Πόντιος ―ναι, αλλά όχι ακριβώς, είναι Καυκάσιος―, άλλο πράγμα οι Κουταχειαλήδες, άλλο οι Ανκαραλήδες, αυτός είναι Θρακιώτης, είναι Βούλγαρος σου λέω ―όχι μόνο Βουλγαροπρόσφυγας―, Καραμανλής ― δε μιλάνε όμως τούρκικα αυτοί οι Καραμανλήδες όπως οι άλλοι, «αυτοί που έχουν το μπουγατσατζίδικο απέναντι από τη νομαρχία, δε βλέπεις που πάνε εκεί όλοι οι Τούρκοι; άλλο οι ντόπιοι απ’ το Σώστη, αυτοί μίλαγαν τούρκικα. Τότε ήρθε «το ελληνικό», τότε είχαμε τους Βουλγάρους, «βουλγαρογράφτηκαν και δικοί μας», ο Φάις, ο γιατρός, δεν είναι ντόπιος Εβραίος, είναι από τη Δράμα. Τι περιοδικό παράξενο είναι αυτό, «Ισραηλίτικα Χρονικά», το γράφει και στα εβραϊκά. Απέναντι είναι και ο κουρέας από το Χεμπίλοβο, αλλά αυτός δεν είναι κιζιλμπάσης. Μήπως τελικά υπήρχε μια πραγματικότητα καταχωνιασμένη και δύσκολα ανιχνεύσιμη;»
Η πολυγλωσσία στη σύγχρονη Ελλάδα της μετανάστευσης και της παγκοσμιοποίησης εμφανής πλέον και στη σχολική τάξη Αξιοσημείωτες ωστόσο διαφορές ανά περιοχή
Π.χ. Ρόδος, μελέτη Σκούρτου αναδεικνύει 26 γλώσσες Π.χ. Ρόδος, μελέτη Σκούρτου αναδεικνύει 26 γλώσσες Νησί με ιστορική παρουσία αλλόγλωσσων, παράδειγμα πολυπολιτισμικής ζύμωσης. Με χώρους χρήσης για μεγάλο αριθμό γλωσσών, που συνυπάρχουν ειρηνικά με ελληνική: Γλώσσες με πολύχρονη ιστορική παρουσία (Τουρκική, Ιταλική) Γλώσσες τουριστικής μετανάστευσης π.χ. Από Σκανδιναβία, Κάτω Χώρες, Βέλγιο, αγγλόφωνες χώρες, χώρες Ασίας, Αφρικής και Νότιας Αμερικής. Πιο πρόσφατα γλώσσες μεταναστών από πρώην σοσιαλιστικές χώρες (Γιουγκοσλαβία, Αλβανία), όπως και Τσιγγάνων (Ρομανί). Κατακόρυφη αύξηση αλβανικής το 1997-1998 και σταθεροποίηση από τότε σε πολύ υψηλά ποσοστά στα Δημοτικά σχολεία
Π.χ. Σχολείο Σύρου, μαρτυρία δασκάλας α’ δημοτικού, 2001 (ισχυρή επίδραση τουρισμού). «Την πρώτη κιόλας μέρα διαπίστωσα ότι η τάξη μου αποτελούνταν από παιδιά διαφορετικών εθνικοτήτων. Από τα 20 τα 7 προέρχονταν από Ολλανδία, Βέλγιο, Αλβανία, Γαλλία, Ταϋλάνδη και Αγγλία.» Π.χ. Μαρτυρία νηπιαγωγού Ηλιούπολης (ισχυρή επίδραση οικονομικής μετανάστευσης, 2008): σχεδόν όλα τα παιδιά με μητρική άλλη γλώσσα από την ελληνική Π.χ. Σχολεία χωριών Νομού Ιωαννίνων: ισχυρότατη παρουσία Αλβανών (ελληνόφωνων ή αλβανόφωνων) γιατί παλαιότερα η κύρια είσοδός τους προς Ελλάδα
Παιδιά οικονομικών μεταναστών στα σχολεία Ελλάδας Ισχυρή παρουσία αλβανόφωνων (80% περίπου των αλλοδαπών), γιατί άλλες μεταναστευτικές ομάδες δεν παίρνουν τα παιδιά τους πάντα μαζί. Επίσης αξιοσημείωτη παρουσία αραβόφωνων καθώς και παιδιών από τις πολλές γλώσσες και χώρες της Αφρικής. Ορισμένες εθνικότητες δεν επιθυμούν πλήρη ενσωμάτωση και προτιμούν δικά τους σχολεία: πολωνοί, ουκρανοί, φιλιππινέζοι. Προβλήματα με γνώση ελληνικής κυρίως στα νηπιαγωγεία.
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΔΙΓΛΩΣΣΙΑΣ/ΠΟΛΥΓΛΩΣΣΙΑΣ Ποικίλες διαβαθμίσεις και διακυμάνσεις δύο διαστάσεις: ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΓΛΩΣΣΩΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΓΛΩΣΣΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ειδικότερα όμως ελεύθερης χρήσης της μητρικής γλώσσας εκπαίδευσης στη μητρική γλώσσα.
Γλώσσες πέρα από επίσημη/ες κρατικές, ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΓΛΩΣΣΩΝ Γλώσσες πέρα από επίσημη/ες κρατικές, όχι πάντα αναγνωρισμένες κι όχι με τον ίδιο τρόπο: άλλοτε νομικά (de jure): π.χ. Ελλάδα 8 γλώσσες επίσημα αναγνωρισμένες από μεσοπόλεμο μέσω διεθνών συνθηκών: τουρκικά, βλάχικα, αρβανίτικα, αρμένικα, λαντίνο…..). ‘Ομως, μόνο η τουρκική προστατευμένη και εν μέρει επίσημη και μόνο στη Θράκη αλλά όχι στα Δωδεκάνησα. κι άλλοτε μόνο στην πράξη (de facto): π.χ. Eλλάδα σήμερα, γλώσσες μεταναστών ορισμένες φορές ακόμη και σε επίσημα έγγραφα ή διαφημίσεις. Αλβανικά αυτή τη στιγμή η δεύτερη σε αριθμό ομιλητών γλώσσα (περισσότερο από τουρκική) με χρήση ακόμη και επίσημη όπως τα έγγραφα του ΙΚΑ.
2. Ιστορικές εξελίξεις στο σεβασμό γλωσσικών δικαιωμάτων 2. Ιστορικές εξελίξεις στο σεβασμό γλωσσικών δικαιωμάτων Πολυπολιτισμικές αυτοκρατορίες: σεβασμός (π.χ. Βυζάντιο και Οθωμανική αυτοκρατορία). Ανάδυση εθνικών κρατών: καταπολέμηση μειονοτικών γλωσσών Προστασία γλωσσικών δικαιωμάτων κατά το μεσοπόλεμο, λόγω αναδιατάξης συνόρων και συμφωνιών ειρήνης (π.χ. Συνθήκη Λωζάνης). Περιθωριοποίηση γλωσσικών δικαιωμάτων κατά τον Ψυχρό Πόλεμο και γενικά σε περίοδο δικτατοριών (π.χ. Αρβανίτικα καταπιέζονται για πρώτη φορά επί δικτατορίας Μεταξά). Τέλη 20ου αιώνα ενίσχυση κοινωνικών δικαιωμάτων: αναγνώριση μειονοτικών/μεταναστευτικών γλωσσών ταυτόχρονα, αν και κυρίως των πρώτων που απειλούν λιγότερο κατεξοχήν στις δυτικοευρωπαϊκές κοινωνίες.
Προστασία μειονοτικών γλωσσών κατά το μεσοπόλεμο στην Ελλάδα Δεκαετία 1925-1935 από Συνθήκη Σεβρών: κυρίως μουσουλμάνων Θράκης. Ο Βενιζέλος είχε θέσει πολιτικά θεμέλια προστασίας μειονοτήτων στην Κοινωνία των Εθνών (πρόδρομο του ΟΗΕ), προβλέποντας εκπαιδευτική και εκκλησιαστική αυτονομία για Βλάχους Μακεδονίας, Ηπείρου και Θεσσαλίας, με συνδρομή μάλιστα της ρουμανικής κυβέρνησης. Προσπάθεια εισαγωγής σλαβομακεδονικής σε σχολεία σλαβόφωνων περιοχών την περίοδο του Μεσοπολέμου, με σύνταξη του Abecedar, δηλαδή ενός αναγνωριστικού στη γλώσσα αυτή, το οποίο ωστόσο δεν είχε επιτυχή κατάληξη ύστερα από αντιδράσεις στο εσωτερικό και εμπλοκή άλλων βαλκανικών κρατών.
Καταπάτηση γλωσσικών δικαιωμάτων στην Ελλάδα (Τσιτσελίκης 1997) Παρ’ όλες τις προθέσεις ελληνικών κυβερνήσεων για τήρηση υποχρεώσεών τους, κυριαρχεί η γλωσσική αφομοίωση, μερικές φορές οργανωμένα έως και βίαια. Πιο κυνηγημένη όλων η σλαβομακεδονική γλώσσα με τις ποικίλες παραλλαγές της. Αρχικά με προσάρτηση Μακεδονίας και Βαλκανικούς πολέμους, επομένως έχθρα απέναντι σε οτιδήποτε σλαβικό. Μέτρα όπως γάμοι με ελληνόφωνους. Αργότερα από δικτατορία Μεταξά. Απογείωση καταπίεσης μετά τον Εμφύλιο, γιατί διαδραματίστηκε σε εδάφη όπου κατοικούσαν σλαβόφωνοι και λειτούργησαν σχολεία σλαβόφωνα. Ακόμη όμως και αρβανίτικα καταπολεμήθηκαν επί δικτατορίας Μεταξά.
Γενικότερα, μεταξική δικτατορία και εμφύλιος πόλεμος κατέστησαν τη γλωσσική ετερότητα αντικείμενο διώξεων μετά την περίοδο προστασίας της κατά το μεσοπόλεμο. Μετά την απογραφή πληθυσμού του 1951, ελληνικό κράτος σταμάτησε να καταγράφει μειονοτικές γλώσσες μέσα από ερωτηματολόγιο Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας όπως έως τότε. Η μέχρι τότε de facto αναγνώριση μειονοτικών γλωσσών έπαψε και η ελληνική πολιτική προσανατολίστηκε στη στείρα de jure αναγνώριση του θρησκευτικού χαρακτήρα της μειονότητας ελληνικής Θράκης. ‘Οχι ουσιαστική προστασία στην πράξη για λόγους όπως οι εξής: κάκιστη εκπαίδευση που δεν οδηγούσε σε γνώση ελληνικής, περιορισμός αριθμού μαθητών στη δευτεροβάθμια μειονοτική εκπαίδευση, διδασκαλία μόνο τουρκικής και για άλλες μειονότητες, λειψή εκπαίδευση στη μητρική γλώσσα ακόμη και σήμερα (δηλαδή στη μόνη από τις τρεις μητρικές που διδάσκεται, την τουρκική).
Διατάξεις προαγωγής και προστασίας των μειονοτικών γλωσσών δύο ειδών γενικότερα στην Ευρώπη και τον κόσμο: Δεσμευτικές για κράτη που τις έχουν αποδεχθεί Κατευθυντήριες μόνο και συνηθισμένες πλέον (π.χ διακηρύξεις, ψηφίσματα, αποφάσεις και συστάσεις διεθνών οργανισμών).
Πολυμερείς δεσμευτικές συμβάσεις για προστασία των μειονοτικών γλωσσών από Συμβούλιο της Ευρώπης: Ευρωπαϊκός Χάρτης Περιφερειακών ή Μειονοτικών Γλωσσών Σύμβαση-Πλαίσιο για την προστασία των εθνικών μειονοτήτων
Μη δεσμευτικά κείμενα για γλωσσικά δικαιώματα: Π.χ. Καταληκτικό κείμενο Κοπεγχάγης 1990 (Διάσκεψη για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη), για πρώτη φορά παραθέτει κατάλογο υποχρεώσεων των κρατών απέναντι στις γλωσσικές μειονότητες) Κείμενο Ελσίνκι 1992 (ΔΑΣΕ), όπου θεσμοθετείται η 'Υπατη Αρμοστεία για τις Εθνικές Μειονότητες Συστάσεις (1992, 1993), 1995) Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης Συμβουλίου της Ευρώπης Διακήρυξη Γενικής Συνέλευσης Ο.Η.Ε. 1992 για δικαιώματα προσώπων που ανήκουν σε εθνικές, θρησκευτικές και γλωσσικές μειονότητες.
Γλωσσικά δικαιώματα δύο ειδών ειδικότερα: Ελεύθερη χρήση γλώσσας (ιδιωτικά και δημόσια, ειδικά μάλιστα σε κρίσιμους δημόσιους χώρους όπως οι συναλλαγές με τις αρχές και τα δικαστήρια, κατοχύρωση ονομάτων και τοπωνυμίων στη μειονοτική γλώσσα κλπ.). Εκπαίδευση (δικαίωμα στην ίδρυση σχολείων, στη διδασκαλία και εκμάθηση της μητρικής γλώσσας) Οι εξελίξεις αυτές καταδεικνύουν τη σημασία που οι νόμοι στην Ευρώπη δίνουν στην προστασία αλλά και προαγωγή της γλωσσικής διαφοράς, την οποία εκλαμβάνουν ως θεμελιώδες συστατικό του ευρωπαϊκού πολιτισμού και της ευρωπαϊκής ταυτότητας
τουλάχιστον στις δυτικές κοινωνίες 1. Δικαίωμα ελεύθερης χρήσης μητρικής γλώσσας (όχι μόνο στο σπίτι αλλά και δημόσιους χώρους) Συνήθως παρέχεται τουλάχιστον στις δυτικές κοινωνίες Ωστόσο όχι πάντα στις λιγότερο δημοκρατικές Π.χ. Απαγόρευση Κουρδικής στην Τουρκία έως σχετικά πρόσφατα Σλαβομακεδονικής σε δημόσιους χώρους στην Ελλάδα μετά τον εμφύλιο πόλεμο
Δικαίωμα διδασκαλίας γλωσσών στην εκπαίδευση Μεγάλες διαφορές από κράτος σε κράτος στο πότε παρέχεται (βλ. πιο αναλυτικά μετέπειτα διαλέξεις) Εξαρτάται από π.χ. Εάν υπάρχει νομική κατοχύρωση γλωσσών Εάν επίσημη γλώσσα έχει προτυποποιηθεί (π.χ Κοινή νέα ελληνική), Εάν διατίθενται αναλυτικά προγράμματα, βιβλία και εκπαιδευτικό υλικό γενικότερα Περιοχή στην οποία μιλιέται (π.χ ναι στην τουρκική Θράκης αλλά όχι Ρόδου) Εάν μια γλώσσα ισχυρή σε άλλο κράτος (π.χ. τούρκικα αλλά όχι βλάχικα). Πολιτικό κλίμα κάθε κοινωνίας και εποχής
Ελλάδα σήμερα Τσιτσελίκης 2001 Θεσμοθετημένη νομική προστασία μόνο τουρκικής στη Θράκη (δηλ. όχι στα Δωδεκάνησα και όχι για άλλες γλώσσες όπως τα πομάκικα), σύμφωνα με διατάξεις Συνθήκης της Λοζάνης με Τουρκία που κατοχυρώνουν εκπαιδευτικά δικαιώματα στη μητρική γλώσσα τουρκόφωνων. Ύστερα όμως από μακροχρόνια αδράνεια, η Ελλάδα έχει αρχίσει να ευθυγραμμίζεται με τις διεθνείς νομικοπολιτικές τάσεις όπου η προαγωγή των μειονοτικών γλωσσών και γενικότερα ο σεβασμός της γλωσσικής ετερότητας θεωρούνται βασικό στοιχείο ενός κοινού ευρωπαϊκού πολιτισμού
Εισαγωγή στην ελληνική έννομη τάξη δεσμευτικών διατάξεων προστασίας της γλωσσικής διαφοράς μόνο πρόσφατα (βλ. π.χ. Τσιτσελίκης 2001) Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα προβλέπει τη μη στέρηση δικαιώματος στη χρήση της μειονοτικής γλώσσας (άρθρο 27). Αντίστοιχη διάταξη και στη Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού (άρθρο 30). Σύμβαση-πλαίσιο για την προστασία των εθνικών μειονοτήτων του Συμβουλίου της Ευρώπης: «μέτρα στον τομέα της εκπαίδευσης και της έρευνας για να προάγουν τη γνώση του πολιτισμού, της ιστορίας, της γλώσσας και της θρησκείας των εθνικών μειονοτήτων, καθώς και της πλειονότητας». (ωστόσο πολιτικά ευαίσθητο ζήτημα, καθώς η Ελλάδα δεν εφαρμόζει πλήρως στη Θράκη, π.χ. για Πομάκους)
για προστασία των γλωσσικών δικαιωμάτων, προκαταλήψεις όλων των ειδών: Παρά την πρόσφατη άνθηση κινήσεων για προστασία των γλωσσικών δικαιωμάτων, ακόμη και στην πολυπολιτισμική πολυγλωσσική δημοκρατική Ευρωπαϊκή ‘Ενωση προκαταλήψεις όλων των ειδών: Επίσημη απόδοση δικαιωμάτων για μητρική γλώσσα στις γηγενείς μόνο μειονότητες και όχι στους μετανάστες. Απόδοση δικαιώματος εκπαίδευσης στη μητρική γλώσσα σε γηγενείς μειονότητες αλλά όχι τσιγγάνους (π.χ. Προγράμματα εκπαίδευσης περιορίζονται σε διδασκαλία ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας αλλά όχι σε διδασκαλία της ρομανί όπως για άλλες μιεονότητες). Απόδοση κάποιων δικαιωμάτων για μετανάστες σε μερικές μόνο χώρες και στιγμές, χωρίς μια γενικότερη συστηματική πολιτική.
Από 2000 και μετά, ειδικότερα από 2004, Ειδικά στον 21ο αιώνα μετά από οικονομικές και πολιτικές κρίσεις μια νέα έμμεση αλλά αποτελεσματική τάση αφομοίωσης μεταναστών, δηλ. όχι ενσωμάτωσής τους με τα ιδιαίτερα στοιχεία τους Από 2000 και μετά, ειδικότερα από 2004, η εθνική γλώσσα εμφανίζεται σε νόμους ως εντελώς απαραίτητη για την κοινωνική συνοχή και την ενσωμάτωση των μεταναστών. Νόμοι για υποχρεωτική εκμάθηση επίσημης γλώσσας (αν και ενίοτε προφάσεις πολυγλωσσίας όπως στο Ηνωμένο Βασίλειο όπου προβλέπεται γνώση είτε αγγλικής είτε ουαλικής) μέσα από μαθήματα και όχι άτυπα και συνεπώς και γραπτά για πιο μόνιμη παραμονή μεταναστών.
Διαφορές ωστόσο μεταξύ χωρών, κυρίως δυτικής και ανατολικής Ευρώπης Διαφορές ωστόσο μεταξύ χωρών, κυρίως δυτικής και ανατολικής Ευρώπης στη ρητορεία για πολυγλωσσία Χώρες δυτικής Ευρώπης: π.χ. Βρετανία διατυμπανίζουν την πολυπολιτισμικότητα και την πολυγλωσσία, παρότι στην πράξη επιβάλλει έμμεσα ή άμεσα γνώση αγγλικής. Αντιθέτως, χώρες πρώην κομμουνιστικών χωρών με ισχυρά προβλήματα στο εσωτερικό τους παρουσιάζουν την πολυγλωσσία ως απειλή στην ασφάλεια (π.χ. Ουκρανία).
Η διγλωσσία/πολυγλωσσία εκλαμβάνεται (βλ. Ruiz 1984) Γενικότερα, Η διγλωσσία/πολυγλωσσία εκλαμβάνεται (βλ. Ruiz 1984) άλλοτε ως πρόβλημα, άλλοτε ως δικαίωμα άλλοτε ως πόρος εμπλουτισμού Π.χ. Εκπαιδευτικοί Ελλάδας γενικότερα για αλλόγλωσσα παιδιά ή ελληνική κρατική πολιτική για σλαβόφωνους: ως πρόβλημα Επίσημη πολιτική Ευρωπαϊκής ‘Ενωσης και Συμβουλίου Ευρώπης, συνθήκες ειρήνες: ως δικαίωμα Κοινωνίες όπως Ελβετία: πόρος εμπλουτισμού καθώς ιδεατή η πολυπολιτισμικότητα και η ειρηνική συνύπαρξη διαφορετικών εθνοτήτων, θρησκειών, γλωσσών.
Γλώσσες γηγενών μειονοτήτων και μεταναστών στην εκπαίδευση; Γλώσσες γηγενών μειονοτήτων και μεταναστών στην εκπαίδευση; Μεγάλες διακρατικές και ιστορικές διαφορές ως προς το κρίσιμο αυτό δικαίωμα: Εξαρτάται από π.χ. (βλ. πιο αναλυτικά μετέπειτα διαλέξεις) Εάν νομική κατοχύρωση γλωσσών Περιοχή στην οποία μιλιέται (π.χ ναι στην τουρκική Θράκης αλλά όχι Ρόδου) Εάν υπάρχει μία επίσημη τυποποιημένη γλώσσα (π.χ κοινή νέα ελληνική), Εάν διατίθενται αναλυτικά προγράμματα, βιβλία και εκπαιδευτικό υλικό γενικότερα Εάν μια γλώσσα ισχυρή σε άλλο κράτος (π.χ. τούρκικα αλλά όχι βλάχικα). Πολιτικό κλίμα κάθε κοινωνίας και εποχής
και μέτρα προστασίας τους διαφέρουν Βιωσιμότητα γλωσσών και μέτρα προστασίας τους διαφέρουν Πολιτικές ανισότητες μεταξύ γλωσσών Περισσότερο και λιγότερο «ισχυρές» γλώσσες για διάφορους λόγους (βλ. π.χ. Συνέδριο Κέντρου Ελλληνικής Γλώσσας, Χριστίδης 1999 «Ισχυρές και Ασθενείς γλώσσες στην Ευρωπαϊκή ‘Ενωση΄») Υπολογισμοί Ευρωπαϊκής ‘Ενωσης για πιθανότητες επιβίωσής τους (εκθέσεις Ευρωμωσαϊκού) π.χ. Πιο ισχυρές οι μειονοτικές γλώσσες που τυγχάνουν επίσημες γειτονικών χωρών (π.χ. τουρκικά στην Ελλάδα, γερμανικά στη Δανία, ρωσικά στη Λάτβια)
ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΔΙΓΛΩΣΣΩΝ/ΠΟΛΥΓΛΩΣΣΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΔΙΓΛΩΣΣΩΝ/ΠΟΛΥΓΛΩΣΣΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΩΝ 1. Πώς περιγράφουμε και μετράμε τη διγλωσσία/πολυγλωσσία; Ποικίλα αγκάθια
Το κύρος των γλωσσών, καθώς οι υποτιμημένες αποσιωπούνται: Πώς αντιλαμβανόμαστε, χαρακτηρίζουμε, ονομάζουμε, περιγράφουμε τις γλώσσες Το κύρος των γλωσσών, καθώς οι υποτιμημένες αποσιωπούνται: Π.χ. Τί ονομάζεται γλώσσα, διάλεκτος, εθνική ή ξένη γλώσσα; Πώς εκλαμβάνονται οι γλώσσες από ομιλητές και επίσημους φορείς (πώς ονομάζονται, πώς φαντασιώνονται;) Πόσο πολύ πρέπει να χρησιμοποιούνται οι γλώσσες; Ή πόσο καλά πρέπει να τις κατέχουν οι ομιλητές για να καταγραφούν ως διαφορετικές από επίσημη/κυρίαρχη; Πόσο φανερώνουν ή ντρέπονται οι ομιλητές για υποτιμημένες γλώσσες; Πόσο φανερώνουν τα εθνικά κράτη την πολυγλωσσία τους;
Π. χ. Εστονία: ‘Ολες οι γλώσσες (π. χ Π.χ. Εστονία: ‘Ολες οι γλώσσες (π.χ. Ρωσική) πέρα από την επίσημη του κράτους εστονική ονομάζονται «ξένες». Παρότι μιλιούνται από μειονότητες, δεν προσμετρώνται στις γλώσσες της χώρας.
Π.χ. Τί θεωρείται γλώσσα και τί διάλεκτος σε ένα κοινωνικό περιβάλλον; Ειδικά μάλιστα όταν πρόκειται για μη κατανοήσιμες διαλέκτους όπως τα ποντιακά στην Ελλάδα
ΕΝΤΕΛΕΙ ΟΜΩΣ, το τί ονομάζεται άλλη γλώσσα ή διάλεκτος Πόσο πρέπει να διαφέρουν οι τρόποι συνεννόησης για να μιλήσουμε για διαφορετικές γλώσσες; Από πλευράς γλωσσολογίας χρήσιμη η διάκριση ανάμεσα σε γλώσσες απόκλισης και σύγκλισης (π.χ. Σελλά-Μάζη 1997) Γλώσσες απόκλισης δικαιωματικά θεωρούνται γλώσσες και όχι διάλεκτοι, χάρη στα πολύ διαφορετικά τους χαρακτηριστικά (π.χ. βασκικά έναντι ισπανικών, τούρκικα έναντι ελληνικών). Γλώσσες σύγκλισης χαρακτηρίζονται ως γλώσσες παρά ως διάλεκτοι όχι γιατί πράγματι διαφέρουν πολύ, αλλά με βάση κοινωνικοπολιτικά κριτήρια. Συνήθως είναι γλώσσες αυτόνομων κρατών, που έχουν προτυποποιηθεί (π.χ. αρκετές ευρωπαϊκών κρατών όπως οι νεολατινικές ιταλική, ισπανική, γαλλική κλπ.). ΕΝΤΕΛΕΙ ΟΜΩΣ, το τί ονομάζεται άλλη γλώσσα ή διάλεκτος δεν εξαρτάται από το πόσο συγκλίνει ή αποκλίνει από επίσημη γλώσσα, αλλά από κοινωνικοπολιτικά κριτήρια.
Παράδειγμα από ελληνική κοινωνία: Κοινωνιογλωσσολόγος Trudgill (1992) Ποντιακή διάλεκτος Αν θεωρούνταν ξεχωριστή γλώσσα, θα θεωρούνταν συγγενική με ελληνική (γλώσσα σύγκλισης). Θεωρείται όμως διάλεκτος για κοινωνικοπολιτικούς λόγους, μεταξύ άλλων από τους ίδιους τους Πόντιους που αυτοπροσδιορίζονται ως εθνικά και πολιτισμικά Έλληνες. Ως διάλεκτος, απέχει όμως αρκετά από νέα ελληνική (διάλεκτος απόκλισης). Πολύ δύσκολα κατανοείται, εφόσον μιλιόταν για μεγάλο διάστημα αρκετά μακριά από τον ελλαδικό χώρο, με μεσολάβηση τουρκόφωνων πληθυσμών, αναπτύχθηκε συνεπώς ανεξάρτητα και δέχτηκε μεγαλύτερη επίδραση από τουρκική (σε σύγκριση με άλλες διαλέκτους της ελληνικής).
Χωριό Νομού Θεσσαλονίκης (περιοχή Σοχού-Λαγκαδά) Τέλη δεκαετίας ‘80 Χωριό Νομού Θεσσαλονίκης (περιοχή Σοχού-Λαγκαδά) Μαρτυρία νεοδιόριστου δασκάλου του δημοτικού: Κάτοικοι πρόσφυγες από Μικρά Ασία δεκαετίας 1920 Μιλούν κυρίως ποντιακά (ακατανόητα από ομιλητή Κοινής Νέας Ελληνικής) και λιγότερο ιδιώματα με έντονα στοιχεία σλαβικής γλώσσας (πρώην ομιλητές μόνο της σλαβομακεδονικής που έχουν μετακινηθεί εν μέρει προς την ελληνική)
Διάλεκτοι πιο κατανοητές από ποντιακά αλλά παρ’ όλα αυτά δύσκολα κατανοήσιμες , εφόσον μάλιστα μιλιούνται από νέους και παιδιά, συνεπάγονται διγλωσσία; Με άλλα λόγια ομιλητές μιας γλώσσας άλλης από την κοινή νέα ελληνική; Το ερώτημα έχει νόημα μεταξύ άλλων γιατί εκπαιδεύονται σε μια διαφορετική «γλώσσα» ενώ η δική τους «γλώσσα» είναι υποτιμημένη. Από αυτή τη σκοπιά μπορούμε να μιλήσουμε για διγλωσσία
Παραδείγματα διαλέκτων ελληνικής: Ιδιώματα ορεινής Νάξου Εδιάηκα στην Αρσό και ηύρηκα μες το βάτο ένα σοίρο. (Πήγα στην Αρσό και μέσα στο θάμνο βρήκα ένα γουρούνι.) Αυτοί είναι οι σερότεροι από όλοι, α δε τζοι πέρνανε χαμπάρι ακόμα ήθελα παίρνου ντα μιστάντωνε. (Αυτοί είναι οι χειρότεροι από όλους, αν δεν τους έπαιρναν είδηση, ακόμα θα έπαιρναν τους μισθούς τους.) Δεν είν‘ επά, ήφυένε με τσοι φίλοι ντου και δεν είπενε τίοτα, μπάρεμου ήπηρένε τ'αυτοτσίνητο μαζί ντου (Δεν είναι εδώ, έφυγε με τους φίλους του και δεν είπε τίποτα, τουλάχιστον πήρε το αυτοκίνητο μαζί του) ..πατάτες δυώ τριώ μερώ, αυτές που τσ‘ εμαέρεψεν οψές για να τσοι φαν οι υιοί τζοι (πατάτες δυο τριών ημερών, αυτές που τις μαγείρεψε εχτές για να τις φάνε οι γιοί της)
‘Ενα ακόμη πρόβλημα με περιγραφή δίγλωσσων κοινωνιών: Πόσο καλά πρέπει να γνωρίζουν οι ομιλητές μια γλώσσα και πόσο να τη χρησιμοποιούν; Ομιλητές δεν γνωρίζουν και δεν χρησιμοποιούν τις δύο γλώσσες με τον ίδιο τρόπο. Τις κατέχουν συνήθως σε ορισμένες χρήσεις, δηλαδή δραστηριότητες, περιστασιακές ποικιλίες κλπ. Ωστόσο, καθημερινές αντιλήψεις αλλά και επιστημονικά τεστ προϋποθέτουν συχνά πλήρη και ισοδύναμη γνώση γλωσσών (π.χ. γραπτή και προφορική στις ίδιες μάλιστα περιστάσεις).
Πόσο τολμούν ή θέλουν οι ομιλητές να δηλώσουν μειονοτικές γλώσσες; επίσης Τί εκλαμβάνουν ως μητρική γλώσσα; Π.χ. Μια γλώσσα μπορεί να θεωρείται μητρική αλλά να μη χρησιμοποιείται συχνά (βλ. π.χ. ελληνική από μετανάστες πλήρως αφομοιωμένους στο περιβάλλον των ΗΠΑ). Μια γλώσσα μπορεί να είναι πρώτη και να χρησιμοποιείται καθημερινά συχνά αλλά να μη δηλώνεται ως μητρική, γιατί αυτό θα σήμαινε κατάθεση μιας εθνικής ταυτότητας άλλης από την κυρίαρχη ενώ οι ομιλητές τους δεν το θέλουν, Π.χ. Στην Ουγγαρία η χρήση σλοβάκικης και γερμανικής αρκετά συχνή, αλλά ομιλητές δεν τη δηλώνουν ως μητρική ή πρώτη.
η διαφορά ανάμεσα στις επίσημες στατιστικές Ενίοτε, η διαφορά ανάμεσα στις επίσημες στατιστικές και στις ανεπίσημες εκτιμήσεις πολύ μεγάλη, γιατί δύσκολο να μελετηθούν ορισμένοι «ευαίσθητοι πολιτικά» πληθυσμοί ή πολύ ευέλικτοι δίγλωσσοι ή τρίγλωσσοι όπως οι Τσιγγάνοι που μιλούν ρομανί και ελληνικά ή ρομανί, τουρκικά και ελληνικά
ΤΥΠΟΙ ΔΙΓΛΩΣΣΩΝ/ΠΟΛΥΓΛΩΣΣΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Με βάση ποικίλα κριτήρια για κατηγοριοποίησή τους π.χ. Πόσο επίσημες χρήσεις έχει κάθε γλώσσα; Ομιλητές δίγλωσσοι ή μονόγλωσσοι που συνυπάρχουν;
Διμορφία –διγλωσσία (diglossia, Ferguson) Συνύπαρξη διαφορετικών ποικιλιών αλλά χρήση τους σε διαφορετικές περιστάσεις: η μία «υψηλή» και η άλλη «χαμηλή» ποικιλία, δηλ. «υψηλή» σε πιο επίσημες περιστάσεις (κράτος, εκπαίδευση κλπ.) «χαμηλή» σε πιο καθημερινές (σπίτι, καφενείο....) (κατεξοχήν παράδειγμα ελληνική δημοτική και καθαρεύουσα)
Αρχικά ο όρος χρησιμοποιήθηκε μόνο για διαφορετικές «διαλέκτους» ή ποικιλίες Γερμανικά Ελβετίας και Γερμανίας Καθαρεύουσα και δημοτική στην Ελλάδα Κλασική αραβική και τοπικές παραλλαγές Αργότερα επέκταση και σε γλώσσες καθώς συνειδηποιήθηκε ότι σύνηθες μία γλώσσα να έχει «υψηλή» χρήση και η άλλη «χαμηλή»: Παραγουάη: ισπανικά (υψηλές χρήσεις) και γκουαράνι (καθημερινές χρήσεις) Λουξεμβούργο: γερμανικά και γαλλικά σε πιο υψηλές χρήσεις (εκπαίδευση, κράτος) και λουξεμβουργιανά (κυρίως στην καθημερινή ζωή).
Βαθμός επίσημης αναγνώρισης, τυποποίησης/γραφής και βιωσιμότητας γλωσσών Πόσες γλώσσες επίσημα αναγνωρισμένες και πώς ακριβώς; Η επίσημη γλώσσα μιλιέται από πλειοψηφία πληθυσμού ή μόνο από ελίτ; (π.χ. Στην Αλγερία η βερβερική πιο συχνή από επίσημη Αραβική, στο Λουξεμβούργο τα λουξεμβουργιανά σε σύγκριση με γαλλικά των ελίτ). Πόσο έχουν γραπτή και τυποποιημένη εκδοχή (γραμματικές, λεξικά, ειδικές ορολογίες) οι μειονοτικές γλώσσες; (π.χ. Στην Ελλάδα όχι τα αρβανίτικα). Μειονοτικές γλώσσες χωρίς μέλλον αν μείνουν χωρίς τυποποίηση/γραφή και συνήθως διδασκαλία.
Aν και σε διαφορετικές συνήθως χρήσεις Μπορεί όλοι οι ομιλητές να κατέχουν και να χρησιμοποιούν και τις δύο ποικιλίες/γλώσσες Aν και σε διαφορετικές συνήθως χρήσεις Μπορεί όμως και κοινωνικές ανισότητες: δηλ. γνώση και χρήση και των δύο γλωσσών/ποικιλιών μόνο σε ανώτερα στρώματα, ενώ γνώση μόνο «χαμηλής» ποικιλίας/γλώσσας σε κατώτερα στρώματα. Xαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς η γλώσσα παράγει ανισότητα, καθίσταται «συμβολικό κεφάλαιο», εισιτήριο για κοινωνική άνοδο
Διάφορες παραλλαγές κοινωνιών: Συνύπαρξη μονόγλωσσων με δίγλωσσους ή όλοι δίγλωσσοι; Διάφορες παραλλαγές κοινωνιών: Παραγουάη: Οι περισσότεροι δίγλωσσοι στην ινδιάνικη γλώσσα γκουαράνι και την ισπανική και χρησιμοποιούν συχνά και τις δύο γλώσσες, αν και με κάποια κοινωνική διαστρωμάτωση, δηλ. κάποιοι ελίτ μόνο ισπανικά. Ελβετία: 4 επίσημες γλώσσες, αλλά οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν και τις 4. Εκπαίδευση πέρα από μητρική συνήθως μόνο στις δύο ισχυρές γλώσσες γερμανικής και γαλλικής, αλλά οι ομιλητές σπάνια χρησιμοποιούν μια δεύτερη γλώσσα, ακόμη κι αν τη γνωρίζουν επαρκώς. Βέλγιο: ομιλητές γνωρίζουν καλά μέσω εκπαίδευσης τις δύο βασικές επίσημες γλώσσες γαλλικής και φλαμανδικής, αλλά χρησιμοποιούν σπάνια προφορικά τη δεύτερη λόγω πολιτικής εχθρότητας (π.χ. Φλαμανδοί αρνούνται ακόμη και να απαντήσουν σε ερώτηση στα γαλλικά σε δημόσιο χώρο).
Η περίπτωση της Ελλάδας: Χαρακτηριστική κοινωνιών με μεγάλη κοινωνική ανισότητα στη γνώση των γλωσσών: Μειονότητες: Συχνά δίγλωσσες (π.χ. σλαβόφωνοι, τσιγγάνοι, βλαχόφωνοι) ή τρίγλωσσες (π.χ. Πομάκοι στα τουρκικά, ελληνικά, πομακικά) Εν μέρει μονόγλωσσες (π.χ. πιο ηλικιωμένοι Πομάκοι και Τούρκοι) Πλειονότητα ή κυρίαρχη πολιτικά ομάδα: Ισχυρό ποσοστό μονογλωσσίας στην κυρίαρχη ελληνική, Εν μέρει δίγλωσσοι σε ξένη γλώσσα ευρωπαϊκή, κατεξοχήν αγγλική. Χωρίς συνήθως γνώση μιας μειονοτικής γλώσσας της Ελλάδας. Πολιτική άρνηση μάλιστα γι’ αυτό (π.χ. Πρόταση Υπουργείου Παιδείας πριν δέκα χρόνια για εισαγωγή τουρκικής ως επιλεγόμενης ξένης γλώσσας στη Θράκη στα πλειονοτικά σχολεία). λώ
ΕΠΑΦΗ ΚΑΙ ΑΛΛΑΓΗ ΓΛΩΣΣΩΝ ΑΠΟ ΔΙΓΛΩΣΣΟΥΣ/ΠΟΛΥΓΛΩΣΣΟΥΣ ΟΜΙΛΗΤΕΣ: και ΟΙ ΧΡΗΣΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΠΟ ΔΙΓΛΩΣΣΟΥΣ/ΠΟΛΥΓΛΩΣΣΟΥΣ ΟΜΙΛΗΤΕΣ: Διατήρηση, εμπλουτισμός, ενίσχυση, συρρίκνωση, εξαφάνιση μίας από τις γλώσσες των ομιλητών (συνήθως της πρώτης)
ΟΙ ΓΛΩΣΣΕΣ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ ΣΕ ΕΠΑΦΗ ΚΑΙ ΑΛΛΗΛΟΔΙΑΜΟΡΦΩΝΟΝΤΑΙ αν και περισσότερο σε κοινότητες με δίγλωσσους/πολύγλωσσους ομιλητές (π.χ. Οι γλώσσες της Βαλκανικής Χερσονήσου αν και από διαφορετικές οικογένειες κατά την Οθωμανική αυτοκρατορία) «Η διαμόρφωση κάθε γλώσσας είναι σε σημαντικό βαθμό προϊόν της συνάντησής της με άλλες γλώσσες». «Οι γλώσσες ‘ρευστές οντότητες’ που εξελίσσονται μέσω της επαφής με άλλες γλώσσες πότε συνυπάρχοντας ειρηνικά πότε ανταγωνιζόμενες». (π.χ. Χριστίδης 1999) Ισχυρές προκαταλήψεις θέλουν να αφανίσουν αυτή την πραγματικότητα, να αποκρύψουν δάνεια και επιμιξίες, ειδικά από πολιτικά και ιστορικά «απεχθείς» λαούς (π.χ. αλβανικά και τουρκικά δάνεια στην ελληνική). .
Τόσο κατά την επαφή των γλωσσών σε πολύγλωσσες κοινωνίες όσο και κατά τη χρήση τους από δίγλωσσους/πολύγλωσσους Καθίσταται δυνατή η γλωσσική μετατόπιση, δηλαδή αλλαγές στις χρήσεις τους συνήθως σταδιακή εγκατάλειψη μιας πολιτικά «ανίσχυρης» γλώσσας και υιοθέτηση μιας πολιτικά «ισχυρής»
Τρόποι και βαθμοί απώλειας μιας γλώσσας Μετατόπιση ή μετακίνηση ή συρρίκνωση: όταν μια κοινότητα εγκαταλείπει σταδιακά την γλώσσα της και μέσω μιας (συχνά μακράς) περιόδου διγλωσσίας υιοθετεί μια άλλη γλώσσα. Π.χ. αρβανιτόφωνοι έγιναν σταδιακά ελληνόφωνοι. Απώλεια: όταν μια κοινότητα μετακινείται ολοκληρωτικά σε μια άλλη γλώσσα, αν και η πρώτη της γλώσσα εξακολουθεί να μιλιέται αλλού. Π.χ. Τουρκικά φθίνουν σε Tούρκους μετανάστες Αγγλίας, αλλά ισχυρά στην Tουρκία. Θάνατος: όταν πεθαίνει και ο τελευταίος ομιλητής μιας γλώσσας και εξαφανίζεται από τον παγκόσμιο γλωσσικό χάρτη. Π.χ. ινδιάνικες γλώσσες των HΠA.
Γλωσσική μετατόπιση ή μετακίνηση ή συρρίκνωση ή υποχώρηση: ‘Οταν μια κοινότητα ομιλητών εγκαταλείπει σταδιακά μία γλώσσα για μια άλλη Μελέτες στην ελληνική κοινωνία για: αρβανιτόφωνους, σλαβόφωνους, βλαχόφωνους κυρίως Και κλασικές διεθνείς έρευνες: Gal 1979: ουγγαρόφωνη κοινότητα στην Αυστρία Dorian 1981: γαελόφωνη κοινότητα Σκωτίας Ποικίλα παραδείγματα με ποικίλες διαβαθμίσεις μετακίνησης
Gal 1981: Σκωτία , 3 χωριά με ομιλητές γαελικής (γλώσσας τοπικής αλλά πολύ διαφορετικής από αγγλική Κέλτικη όπως ουαλική και ιρλανδική) Αρχή δεκαετίας ’60 πολλοί μιλούν μόνο γαελικά, κυρίως όμως στα κατώτερα στρώματα (φτωχοί ψαράδες και μικροκτηματίες). Αλλαγές ταχύτατες: τέλη δεκαετίας ‘70 κανένας πλέον μονόγλωσσος αλλά οι περισσότεροι δίγλωσσοι με κυρίαρχη γλώσσα τους την αγγλική. Επιπλέον, αρκετοί νέοι μιλούν μόνο αγγλικά ενώ οι πιο ηλικιωμένοι δίγλωσσοι. Αλλαγή και μέσα από γάμους με μονόγλωσσους αγγλικής που προέκυψαν όταν ψαράδες αναζήτησαν λόγω κρίσης άλλες δουλειές. Γαελική φθίνει όχι μόνο για λόγους κοινωνικούς αλλά και γιατί ποικίλες προφορικές παραλλαγές, με την πιο τυποποιημένη (π.χ. στο ραδιόφωνο) να μην κατανοείται. Σύνηθες σε αυτές τις περιπτώσεις (βλ. επίσης την ιρλανδική που διδάσκονταν και στην εκπαίδευση).
Μελέτες για αρβανιτόφωνους Αττικής και Βοιωτίας: Π.χ. Τσιτσιπής 1998, Trudgill & Tzavaras 1976 Δεκαετίες ‘40 και ‘50, τα ελληνικά μόνο σε επίσημες κρατικές χρήσεις. Ωστόσο σταδιακά τα αρβανίτικα ταυτίστηκαν με «γλώσσα των αμόρφωτων». Aκόμη και έως δεκαετία ’70 τουλάχιστον: Σπάτα, οι άνω των 50 νιώθουν πιο άνετα με αρβανίτικα παρά με ελληνικά, νέοι κάτω των 20 τα μιλούν «σπαστά», δηλ. με πιο φτωχό λεξιλόγιο, απλοποίηση γραμματικών κλίσεων. Αποκαλούνται ως εκ τούτου «τελικοί» ομιλητές, δηλαδή οι τελευταίοι. Χρησιμοποιούν αρβανίτικα μόνο όταν θέλουν να ειρωνευτούν και να αστειευτούν, να εξυπηρετήσουν ηλικιωμένους που δεν καταλαβαίνουν, σπάνια για να εντυπωσιάσουν τους ξένους.
Μελέτη για βλαχόφωνους Μετσόβου Koufogiorgou (2004) Χρήσεις ελληνικής και βλάχικης σε τρεις ηλικιακές ομάδες ανδρών & γυναικών αρχές 21ου αιώνα Χρήσεις εξαρτώνται από ηλικία, φύλο, δραστηριότητα. Γνώση και χρήση βλάχικης: πιο περιορισμένη σε νέες γυναίκες 21-35 ετών, ενώ καμιά διαφορά φύλου σε μεγαλύτερες ηλικίες 35+. Συμπέρασμα: νέες γυναίκες ηγούνται γλωσσικής μετακίνησης από βλάχικη σε ελληνική. Υποτίμηση βλάχικης και περιορισμένη της χρήση από νέες γυναίκες πιθανώς αποτέλεσμα υποβάθμισης που βιώνουν στην τοπική κοινωνία (π.χ. υποδεέστερη κοινωνική θέση και έλλειψη ευκαιριών για κινητικότητα προς τα επάνω εάν παραμείνουν στα βλάχικα). Άνδρες έχουν περισσότερους λόγους να αποδεχτούν συνήθειες τοπικής κοινωνίας και να αναπτύξουν πιο θετική στάση προς τη βλάχικη.
Οι χρήσεις της τσιγγάνικης και οι γλωσσικές στάσεις των ομιλητών της και οι γλωσσικές στάσεις των ομιλητών της απέναντι στην τσιγγάνικη και την ελληνική Βερβίτης Ν. & Καρπουκατσίδου Μ. (2004) Δενδροπόταμος Θεσσαλονίκης: Δύο ομάδες Τσιγγάνων με βάση διάλεκτο της ρομανί που μιλούν, ενδυμασία, επάγγελμα, προσήλωση στην παράδοση και τη θρησκεία, το πότε μετακινήθηκαν στην περιοχή και πόσο ενταγμένες στην ευρύτερη κοινωνία. Μία πιο παραδοσιακή και λιγότερο ενταγμένη στη μέση ελληνική κοινωνία από την άλλη. Περιορισμένη μόνο μετακίνηση προς ελληνική
Χρήση ρομανί και ελληνικής: με βάση κοινωνική ταυτότητα, Χρήση ρομανί και ελληνικής: με βάση κοινωνική ταυτότητα, σχέση με συνομιλητή και δραστηριότητα (όπως σε μελέτη βλαχόφωνων) Ηλικία: Μεγαλύτερη χρήση ρομανί από πρεσβύτερους Φύλο: Γυναίκες μικρότερη χρήση ελληνικής (αντίθετο από βλαχόφωνους Μετσόβου) Κοινωνική ομάδα: Μεγαλύτερη χρήση ρομανί και στα δύο φύλα στη λιγότερο ενταγμένη, ενώ κάποια μετακίνηση προς ελληνική στην πιο ενταγμένη ομάδα. Τομείς χρήσεις/δραστηριότητες: Ρομανί όχι στην εκκλησία. Υπεροχή ελληνικής και μετακίνησης προς αυτήν στην αρίθμηση μόνο. Συνομιλητές: Αποκλειστική χρήση ελληνικής όταν σε επαφή με μη τσιγγάνικο πληθυσμό.
Στάσεις απέναντι στις δύο γλώσσες: Αφενός, θετικά διακείμενοι προς ρομανί η πλειοψηφία. Επιθυμούν διατήρηση σε επόμενες γενιές (σημαντική παράμετρο για το μέλλον της γλώσσας). Επιθυμούν κωδικοποίησή της σε λεξικά κλπ. και διεύρυνση χρήσης της. Τη θεωρούν σύμβολο συλλογικής ταυτότητας και στοιχείο διαφοροποίησης του «εμείς» από το «αυτοί». Συνθηματικός κρυφός κώδικας που ενισχύει αλληλεγγύη μελών της κοινότητας. Αφετέρου, υποτίμηση τσιγγάνικης γιατί εμποδίζει κοινωνική και επαγγελματική ανέλιξη. Γυναίκες περισσότερο αρνητικές σε σχέση με άνδρες (ενδιαφέρον γιατί ταυτόχρονα τη χρησιμοποιούν πιο πολύ).
Κοινωνικοπολιτικά πάντα τα αίτια γλωσσικής συρρίκνωσης Ενώ αρχικά μπορεί μερικές φορές κάπως ισότιμη συνύπαρξη γλωσσών (π.χ. ελληνικά και αρβανίτικα) Ακολουθεί κοινωνική διαστρωμάτωση στη χρήση τους, δηλ. ανώτερα στρώματα μονόγλωσσα στην ισχυρή πολιτικά γλώσσα και κατώτερα στρώματα είτε δίγλωσσα είτε μονόγλωσσα στη λιγότερο ισχυρή γλώσσα. Κατώτερα στρώματα βαθμιαία υιοθετούν κυρίαρχη γλώσσα για δύο λόγους Αντικειμενικούς: π.χ. για μεγαλύτερη επιτυχία στο σχολείο, στη δουλειά, για πάρε-δώσε με δημόσια διοίκηση Συμβολικούς (ψυχολογικούς/κοινωνικούς): για να μη νιώθουν «κατώτεροι» σε μια κοινωνία που υποτιμά τη γλώσσα τους. .
Περιορίζονται συνήθως σταδιακά οι χώροι χρήσης σε ιδιωτικούς μόνο Τρόποι συρρίκνωσης: Περιορίζονται συνήθως σταδιακά οι χώροι χρήσης σε ιδιωτικούς μόνο Συνήθως η μειονοτική γλώσσα περιορίζεται στην επικοινωνία στο σπίτι με οικογένεια και εκτός σπιτιού με ομοεθνείς φίλους σε παρέες, πιο σπάνια σε δημόσιες εκδηλώσεις (π.χ. θρησκευτικές τελετές και γιορτές) και στη δουλειά (π.χ. συνεργεία αλλοδαπών μπογιατζήδων ή καθαριστριών). Σχεδόν παντού αλλού χρήση κυρίαρχης γλώσσας. Σταδιακά, η κυρίαρχη γλώσσα παρεισφρέει σε όλους τους χώρους χρήσης της μειονοτικής, αρχικά σε άτομα που είναι ακόμη δίγλωσσα (π.χ. Γυναίκες ελληνόφωνες μετανάστριες Αυστραλίας, αλβανόφωνα παιδιά Αθήνας).
Συρρίκνωση σε δίγλωσσα παιδιά (σημασία της μικρότερη σε ενήλικες) εξαιρετικά κρίσιμη (σημασία της μικρότερη σε ενήλικες) Η κυρίαρχη πολιτικά γλώσσα αποκτά τεράστια σημασία, γιατί καθίσταται το κύριο μέσο κοινωνικοποίησης και επαφής με συνομηλίκους και η μοναδική συνήθως γλώσσα του σχολείου. Συχνά λοιπόν η διγλωσσία παιδιών αφαιρετική, δηλ. αντί να συνεχιστεί η ανάπτυξη της πρώτης γλώσσας και να προστεθεί μία δεύτερη, καθυστερεί ή εγκαταλείπεται η πρώτη γλώσσα και αναπτύσσεται η δεύτερη είτε ικανοποιητικά είτε εν μέρει μόνο. ‘Ετσι, η κυρίαρχη γλώσσα αντικαθιστά σταδιακά τη μειονοτική.
Γλωσσική συρρίκνωση σε δίγλωσσα παιδιά καταλήγει συχνά σε απώλεια πρώτης γλώσσας ειδικά σε μόνιμους μετανάστες Π.χ. Αλβανόφωνα παιδιά Ελλάδας Ισχυρή τάση απώλειας αλβανικής (παρότι το μέλλον απρόβλεπτο) Διάφορες μελέτες, π.χ. Μιχαήλ & Κέσκο: Γλωσσική διατήρηση/μετακίνηση στην δεύτερη γενιά αλβανών μεταναστών στην Ελλάδα: Κοινωνική ενσωμάτωση και κινητικότητα.
Χρήσεις ελληνικής και αλβανικής από Αλβανούς γονείς και παιδιά Χατζηδάκη (2005) “ΜΟΝΤΕΛΑ ΔΙΓΛΩΣΣΙΚΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ ΣΕ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΑΛΒΑΝΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ: ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΑΠΟ ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ” Χρήσεις ελληνικής και αλβανικής από Αλβανούς γονείς και παιδιά όπως και στάσεις απέναντι στις γλώσσες. Ερωτηματολόγιο στους γονείς (στα αλβανικά): πόσο συχνή χρήση ελληνικής από γονείς και παιδιά; ποιοι παράγοντες καθορίζουν επιλογή γλώσσας (π.χ. φύλο, ηλικία, συνομιλητής κ.ο.κ.);
Κάποια από τα ευρήματα για το πότε αποκλειστική χρήση αλβανικής: Κάποια από τα ευρήματα για το πότε αποκλειστική χρήση αλβανικής: ΓΟΝΕΙΣ Με συγγενείς από Αλβανία 75% Με άλλους Αλβανούς 67% Με συζύγους 57% Με παιδιά 29% ΠΑΙΔΙΑ Με γονείς 23% Με άλλους Αλβανούς 19% Με συγγενείς από Αλβανία 15% Με αδέλφια 14% Με άλλα παιδιά από Αλβανία 13%
Γενικότερα συμπεράσματα: Αλβανοί μαθητές έχουν κυρίαρχη γλώσσα την ελληνική. Περισσότερο αναπτυγμένη από αλβανική σε όλες τις δεξιότητες, αλλά και πρώτη προτίμηση για επικοινωνία ακόμα και με ομοεθνή συνομήλικα παιδιά. Αλβανική κυρίως στο σπίτι, αλλά ελληνική σταδιακά κερδίζει έδαφος ακόμη και εκεί. Συχνή χρήση ελληνικής παράλληλα με αλβανική στην οικογένεια, ακόμη και ανάμεσα σε συζύγους (43%) και όχι μόνο γονείς-παιδιά (75% περίπου). Συνεπώς, η ελληνική έχει γίνει κώδικας ενδοεθνοτικής επικοινωνίας, το πιο κρίσιμο σημάδι ότι θα κυριαρχήσει έναντι της αλβανικής.
Θεωρία Εθνογλωσσικής Βιωσιμότητας: Γογωνάς (2005) Γλωσσικές στάσεις και διομαδικές σχέσεις: Αλβανοί και Έλληνες μαθητές Γυμνασίου στην Αθήνα Θεωρία Εθνογλωσσικής Βιωσιμότητας: Ποιες οι πιθανότητες επιβίωσης μιας γλωσσικής μειονότητας; Μπορεί να μετρηθούν: Αντικειμενική βιωσιμότητα: κυρίως με βάση α) ποιοί μιλούν τη μειονοτική γλώσσα: νέοι ή γέροι, φτωχοί, ελίτ κλπ. β) κύρος ομιλητών της, γλώσσας και πολιτισμού της και γ) θεσμική υποστήριξη εκ μέρους του κράτους κυρίως (Giles κ.ά 1977) Υποκειμενική βιωσιμότητα: αντιλήψεις, δηλαδή τί πιστεύει κάθε ομάδα για τη βιωσιμότητα μιας γλώσσας (Βοurhis κ.ά 1981)
8 γυμνάσια Αθηνών: 70 Αλβανοί και 70 Έλληνες μαθητές Αποτελέσματα: Έλληνες και Αλβανοί αντιλαμβάνονται αλβανική ομάδα ως χαμηλής εθνογλωσσικής βιωσιμότητας. Ενώ οι Έλληνες μεγιστοποιούν απόσταση από Αλβανούς στις παρέες ώστε να διατηρήσουν το κύρος τους, οι Αλβανοί έχουν αποδεχτεί τη χαμηλή τους θέση έναντι της ελληνικής ομάδας και δεν επιχειρούν ανάλογες στρατηγικές «ανύψωσης» της ταυτότητάς τους, δηλ. να αποκλείσουν ‘Ελληνες από παρέες. Αντιλήψεις για γλώσσες: ελληνικά και αγγλικά «αποδεκτές» γλώσσες ενώ αλβανικά χαμηλής «αξίας» και στιγματισμένης εθνοτικής ομάδας. Ωστόσο, τα αλβανικά αποκτούν ενίοτε ‘κρυφό γόητρο’ σε κοινωνικά δίκτυα ομηλίκων.
Σύγκριση αλβανόφωνων με αραβόφωνα παιδιά μεταναστών Αθήνας στις μελέτες Γογωνά Aλβανικά υπό συρρίκνωση και πιθανώς μακροπρόθεσμα απώλεια Ενώ αντιθέτως Αραβικά διατηρούνται ζωντανά (ακόμη και με μαθήματα γραμματισμού σε αυτά) κυρίως λόγω μεγάλης τους σημασίας στη θρησκευτική ζωή (Παρότι πολλοί Αλβανοί επίσης μουσουλμάνοι, δεν είναι θρήσκοι όπως οι Αιγύπτιοι και οι Σύριοι)
Τρόποι διατήρησης μιας γλώσσας Φυσική διατήρηση γλώσσας. Μια κοινότητα συνεχίζει να μιλά την αρχική της γλώσσα εν μέσω μιας κυρίαρχης δεύτερης γλώσσας (γιατί αυτό ευνοείται από διάφορες κοινωνικές παραμέτρους όπως η θρησκεία στους αραβόφωνους Αθήνας). Ενεργός προστασία γλώσσας: Λαμβάνονται μέτρα προστασίας, είτε εθελοντικά μιας κοινότητας ομιλητών όπως υποχρεωτική χρήση στο σπίτι, αποτροπή γάμων με άτομα που δεν τη γνωρίζουν (π.χ. Ελληνοαμερικάνικη κοινότητα κάποτε) είτε πιο ισχυρή θεσμική υποστήριξη, κατεξοχήν διδασκαλία της γραπτής μορφής της (Οι ισχυρές γλώσσες θεσπίζουν ενίοτε και νόμους όπως απαγόρευση αγγλικών όρων στην Γαλλία). Καταλήγει σπάνια σε αναβίωση ή μεταστροφή γλώσσας: όταν μια κοινότητα παίρνει σοβαρά θεσμικά μέτρα για αναζωογόνηση μιας γλώσσας είτε νεκρής είτε με λίγους ομιλητές και χρήσεις (π.χ. ουαλική, ιρλανδική και εβραϊκή)
Διατήρηση γλώσσας ορισμένες φορές ακόμη και κάτω από αντίξοες συνθήκες Εάν ισχυρά κίνητρα μειονοτικής ομάδας (θετική διατήρηση γιατί διγλωσσία) ή ισχυρός αποκλεισμός από κυρίαρχη κουλτούρα και γλώσσα (αρνητική διατήρηση γιατί μονογλωσσία στην μειονοτική γλώσσα) Π.χ. Θετική διατήρηση όταν ενισχύεται η διγλωσσία Γογωνάς (2005): Αραβόφωνα παιδιά Αθήνας (μεταναστών από Αίγυπτο και Συρία) που όχι μόνο διατηρούν γλώσσα στο σπίτι αλλά μαθαίνουν και να τη γράφουν/διαβάζουν. Κίνητρο η επένδυση στη θρησκεία και η σημασία αραβικής για ανάγνωση Κορανίου. Ταυτόχρονα μάθηση ελληνικής στο σχολείιο και στο περιβάλλον.
όταν διατηρείται η μονογλωσσία σε μειονοτική γλώσσα Αρνητική διατήρηση όταν διατηρείται η μονογλωσσία σε μειονοτική γλώσσα Λεζέ (2003). Ρωσσοπόντιοι Αττικής μεγάλη άρνηση για μάθηση ελληνικής. Η δική τους μετανάστευση δεν βιώθηκε θετικά όπως στην περίπτωση Αλβανών αλλά ως βίαιο ξερίζωμα. Ρωσσοπόντιοι Δυτικής Θεσσαλονίκης (μελέτες Προγράμματος Φτώχειας της Ευρωπαϊκής ‘Ενωσης). Παιδιά δημοτικού με προβλήματα κατανόησης ελληνικής και συμμετοχής στα μαθήματα. Τα περισσότερα δεν συνεχίζουν στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Επιπλέον προβλήματα συνεννόησης με συνομήλικους. Προτιμούν συντροφιά συμμαθητών/τριών που μιλούν την ίδια γλώσσα και έχουν ίδιες σχολικές εμπειρίες. Καθώς το εκπαιδευτικό σύστημα δεν ενθαρρύνει επικοινωνία μεταξύ μαθητών/τριών λόγω δασκαλοκεντρικής τάξης, παιδιά Ποντίων απομονώνονται από κλειστές παρέες γηγενών συμμαθητών/τριών.
Πουέρτο Ρίκο. Μέρος των ΗΠΑ. Πουέρτο Ρίκο. Μέρος των ΗΠΑ. Κυβέρνηση αποφάσισε δίγλωσση εκπαίδευση. Ανακήρυξε αγγλικά και ισπανικά ως τις δύο επίσημες γλώσσες. Ωστόσο, εθνικισμός και αρνητική στάση απέναντι στις ΗΠΑ διατηρούν τα ¾ του πληθυσμού μονόγλωσσα κατά βάση στα ισπανικά και συντηρούν φτωχές επιδόσεις ισπανόφωνων κυρίως παιδιών στο δίγλωσσο σχολείο.
‘Ενα ακόμη παράδειγμα απώλειας/διατήρησης: ‘Ελληνες και Ιταλοί μετανάστες στις ΗΠΑ ‘Ελληνες: απώλεια μόνο σε 4ης γενιάς μετανάστες, γιατί γλώσσα με κύρος διεθνές και τυποποιημένη και επίσημη κράτους, δέσιμο με εκκλησία όπου λειτουργία στα ελληνικά εν μέρει και σήμερα, κατηχητικό και ελληνικό σχολείο και γάμοι συχνά με μονόγλωσσους στα ελληνικά Ιταλοί: απώλεια νωρίτερα στην 3η γενιά μεταναστών γιατί μιλούν ιταλικές διαλέκτους που διαφέρουν αρκετά από επίσημα ιταλικά, γιατί εκκλησία τους συνέδεσε με άλλους καθολικούς (δηλ. άλλες γλώσσες και εθνικότητες, κυρίως ιρλανδούς και πολωνούς) και γιατί λειτουργία στα λατινικά ή αγγλικά αργότερα.
Ακόμη όμως και θεσμικά μέτρα και θετικές στάσεις δεν αρκούν πάντα για διατήρηση: Η περίπτωση της ιρλανδικής: Επίσημη γλώσσα κράτους, διδασκαλία της σε εκπαίδευση, τυποποίησή της (δηλ. απόκτηση λεξικών, γραμματικής κλπ), και βούληση πολιτών για διαφύλαξη, αλλά κανένα προσωπικό κέρδος με συνέπεια να ατονεί η χρήση της.
Ποικίλες ωστόσο μορφές διατήρησης Αυτούσια διαφύλαξη παλαιότερων ιστορικά μορφών μιας γλώσσας: π.χ. H θρησκευτική μειονότητα των Αναβαπτιστών (Amies) στις ΗΠΑ διατηρούν όχι μόνο ιδιαίτερη ταυτότητα αλλά και γερμανικές διαλέκτους Ρήνου του 18ου αιώνα χωρίς επιθυμία αλλαγής τους. Διατήρηση και καλλιέργεια/εμπλουτισμός: π.χ. η ιρλανδική και η εβραϊκή όταν έγιναν γλώσσες με πολλές και επίσημες χρήσεις (ενώ μέχρι τότε η εβραϊκή είχε κατά βάση μόνο επίσημες χρήσεις θρησκευτικών τελετών και ιρλανδική αντιθέτως μόνο σε ιδιωτικούς χώρους).
Συνοπτικά, λόγοι που συμβάλλουν συνήθως στη διατήρηση ή στην απώλεια μιας γλώσσας: Διατήρηση: μεγάλος αριθμός ομιλητών, πρόσφατη και συνεχής μετανάστευση, κοντινή απόσταση από πατρίδα, επιθυμία επιστροφής σε πατρίδα, άθικτη γλώσσα πατρίδας, σταθερότητα επαγγελματική, χρήση μητρικής στην εργασία, χαμηλό μορφωτικό επίπεδο αλλά ηγέτες πιστοί στη μητρική γλώσσα, ταύτιση με εθνοτική ομάδα, θεσμοί και ιδρύματα που χρησιμοποιούν μητρική γλώσσα (π.χ. σχολεία), πολιτιστικές και θρησκευτικές τελετές στη μητρική, συναισθηματικό δέσιμο.... Απώλεια: μικρός αριθμός ομιλητών, μόνιμη μετανάστευση, επαγγελματική μετακίνηση ιδιαίτερα από αγροτικές περιοχές σε μεγάλα αστικά κέντρα, άρνηση εθνοτικής ταυτότητας, χρήση ισχυρής άλλης γλώσσας στην εργασία, απουσία μητρικής από θεσμούς όπως η εκπαίδευση και απαξίωσή της, μητρική γλώσσα που δεν είναι η μοναδική της πατρίδας ή της γηγενούς μειονότητας....
Στάσεις απέναντι στις γλώσσες και τη διγλωσσία/πολυγλωσσία Στάσεις απέναντι στις γλώσσες και τη διγλωσσία/πολυγλωσσία τόσο της ισχυρής πολιτικά πλειοψηφίας όσο και των ανίσχυρων γηγενών μειονοτήτων και μεταναστών κρίσιμη παράμετρος για διαφύλαξη ή απώλεια γλώσσας για σεβασμό και προστασία Ή αντίθετα για στιγματισμό και εκδίωξη
Π.χ. Στάσεις ελληνικής κοινωνίας απέναντι στην πολυγλωσσία που ενίσχυσαν ξανά οι οικονομικοί μετανάστες Γλωσσική εκπαίδευση και γλωσσικός αποκλεισμός, A.-Φ. Xριστίδης (2001) Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός για τη Γλώσσα H οικονομική μετανάστευση σε εντυπωσιακά ομοιογενοποιημένο γλωσσικά και πολιτισμικά κράτος έφερε και αλλοδαπούς μαθητές/τριες. Ελληνική κοινωνία ανέτοιμη να αντιμετωπίσει γιατί στάσεις της ιστορικά καθορισμένες και συναισθηματικά φορτισμένες.
H συνάντηση με τις άλλες γλώσσες έως δεκαετία ‘90 σε δύο εκδοχές: Μειονοτικές γλώσσες Ελλάδας, συνδεδεμένες με ισχυρά στερεότυπα υποτίμησης που οδηγούσαν σε πολιτικές περιθωριοποίησης και αφομοίωσης. Ηγεμονικές ευρωπαϊκές γλώσσες (γαλλικά κυρίως παλαιότερα, αγγλικά στη συνέχεια) συνδεδεμένες με ισχυρά στερεότυπα υπερτίμησης. H υπερτίμηση αυτή, ιδίως κατά τον 19ο αιώνα, δεν οφειλόταν μόνο στη σημασία αυτών των γλωσσών για διεθνή επικοινωνία αλλά και στη συμβολική σημασία τους για επιβεβαίωση ευρωπαϊκότητας των Νεοελλήνων.
Ιστορική ανάγκη επιβεβαίωσης ευρωπαϊκότητας Νεοελλήνων ‘Οχημα επιβεβαίωσης της ευρωπαϊκότητας η αρχαία ελληνική κληρονομιά. Εμμονή συνεπώς στην ένδοξη αρχαιότητα και αποσιώπηση του ιστορικού χρόνου που μεσολάβησε (Μεσαίωνας και Οθωμανική κυριαρχία). Υπερτίμηση των πιο αρχαιότροπων εκδοχών ελληνικής (κατεξοχήν καθαρεύουσας) με υποτίμηση ομιλούμενης, μητρικής (κοινής δημοτικής αλλά και διαλέκτων).
η οποία εμφανιζόταν να απειλείται από: Αίτημα ελληνικής "καθαρότητας», η οποία εμφανιζόταν να απειλείται από: Στιγματισμένες γλώσσες παλαιότερων και νεότερων εχθρών του έθνους: τουρκικά, σλαβικές γλώσσες των γειτόνων, αλβανικά. Εμφανίζονταν να έχουν "ρυπάνει" μέσω δανείων την ελληνική. Από τον εσωτερικό εχθρό: την ομιλούμενη δημοτική και τις διαλεκτικές παραλλαγές της, ως γλώσσες "φθοράς« της αρχαιοελληνικής τελειότητας και απαράδεκτης "επιμειξίας« με άλλες γλώσσες.
Ιδιαιτερότητα νεοελληνικού κράτους: εξαιρετικά έντονη συμβολική σημασία γλωσσικής ομοιογένειας, Εμμονή σε μια πρότυπη εθνική γλώσσα τεχνητή, αρχαιότροπη και κυρίως γραπτή (καθαρεύουσα) με οποιαδήποτε παρέκκλιση εξ ορισμού απειλητική Αποτέλεσμα: αποκλεισμό από εκπαίδευση: των στιγματισμένων ιστορικά γλωσσών των μειονοτήτων του προφορικού λόγου, δηλαδή της δημοτικής και των ποικίλων διαλέκτων
Η διδασκαλία της γλώσσας στο νεοελληνικό κράτος Όχι μόνο δεν βασίστηκε (μέχρι το 1976) στη μητρική γλώσσα (όπως είναι αντιθέτως αυτονόητο σε άλλα εκπαιδευτικά συστήματα) αλλά και στην εχθρική αντιμετώπισή της. Αποτέλεσμα: σχολείο εξαιρετικά ανέτοιμο ιδεολογικά να αντιμετωπίσει όχι μόνο την παλαιότερη πολυγλωσσία των μειονοτήτων αλλά και τη νεότερη των μεταναστών μέσα από το σεβασμό της μητρικής γλώσσας (σε αντίθεση με χώρες όπου κυριάρχησε εξαρχής στην εκπαίδευση μία καθομιλούμενη γλώσσα). Επομένως, ισχυρότερες αντιδράσεις απέναντι σε διδασκαλία μητρικής γλώσσας μειονοτήτων,μεταναστών (παρότι προβλέπεται νομικά).