Η ζωή των δουλοπάροικων Τάσος Βασιλείου Στ 3
Η ζω ενός δουλοπάροικου Ζούσα ευτυχισμένος με την οικογένεια μου. Πήγαινα καθημερινά στα χωράφια και Δούλευα. Οι δουλειές πήγαιναν καλά και ήμασταν ευτυχισμένοι . Μέχρι που ήρθε αυτή η καταραμένη μέρα που δεν θα την ξεχάσω ποτέ. Όταν ήρθαν οι μισημένοι και άδικοι Φράγκοι. Από εκείνη την μέρα έγιναν αν όχι όλοι, οι περισσότεροι Κύπριοι δουλοπάροικοι .
Εμένα δε με ένοιαζε τόσο πολύ για τον εαυτό μου, αλλά για τα παιδιά μου . Εγώ είμαι ήδη 68 χρόνων και την ζωή μου την έζησα. Τα μικρά μου παιδιά τη ζωή θα ζήσουν ακόμη. Ούτε 18 χρόνων δεν είναι. Έχω ήδη εξαθλιωθεί επειδή καθημερινώς ανταλλάζομαι με σκύλους. Τόσο αξίζουμε βλέπετε! Δεν θέλω όμως τα παιδιά μου να νιώθουνε τον τρόμο και τον φόβο, ότι μπορεί να πεθάνουν, να αγωνιούν συνεχώς κάθε στιγμή που περνάει και περισσότερο.
Κάθε μια φορά που με αντάλλαζαν, το καινούριο μου αφεντικό με εκμηδένιζε και με διάλυε στο ξύλο. Μέσα μου εγώ νιώθω μεγάλη αγανάκτηση και οργή γι αυτά που τραβώ και δεν θέλω καθόλου να το τραβούν τα παιδιά μου.