Κατέβασμα παρουσίασης
Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε
ΔημοσίευσεCretien Remes Τροποποιήθηκε πριν 10 χρόνια
1
Προβλήματα Συμπεριφοράς Παιδιών Σχολικής και Εφηβικής Ηλικίας: Εκτίμηση, Καταγραφή Μπρούμου Μίνα Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Σχολή Επιστημών Αγωγής, Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης Εργαστήριο Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας, Συμβουλευτικής και Έρευνας Μα τι παιδί είναι αυτό … συνεχώς σας εκπλήσσει! Μερικές φορές είναι τόσο ντροπαλό που σχεδόν περνάει απαρατήρητο, είναι τακτικό μέχρι καταναγκασμού και αγωνίζεται για την τελειότητα. Άλλες φορές είναι παρορμητικό, έχει εριστική διάθεση και δυσκολεύεται στη σχέση του με τους συνομηλίκους. Μέσα σε όλη αυτή τη σύγχυση τα προβλήματα συμπεριφοράς των παιδιών και των εφήβων δεν είναι πάντα ευδιάκριτα και συχνά κρύβονται πίσω από τέτοιου είδους συμπεριφορές. Οι λέξεις με τις οποίες συνηθίζαμε μέχρι σήμερα να χαρακτηρίζουμε την παιδική ηλικία είναι χαρά, ξενοιασιά, ανεμελιά, ξέφρενο παιχνίδι, γέλιο. Στην εποχή μας, τα προβλήματα συμπεριφοράς των παιδιών και των εφήβων έχουν πάρει ανησυχητικές διαστάσεις και η ειδυλλιακή εικόνα της παιδικής ευδαιμονίας έχει αρχίσει να διαλύεται. Τα προβλήματα αυτά διαταράσσουν την ψυχοκοινωνική τους λειτουργικότητα και επηρεάζουν διάφορους τομείς της καθημερινής τους ζωής, με επιπτώσεις στη διαχείριση των προσωπικών θεμάτων, στη δημιουργία και στη διατήρηση σχέσεων, και στη δυνατότητα για μάθηση και απασχόληση (Βάρβογλη, 2003. Στοΐλη, 2005). Όπως έχει επισημανθεί (Παρασκευόπουλος, 1985, τόμ. 3, σελ. 159), «υπάρχουν ορισμένες εκδηλώσεις στη συμπεριφορά του παιδιού, οι οποίες δυσκολεύουν τις διαπροσωπικές του σχέσεις και παρεμποδίζουν την ομαλή του προσαρμογή τόσο στο οικογενειακό όσο και στο σχολικό περιβάλλον». Η προσαρμογή έχει δύο όψεις: την δια-προσωπική, η οποία αναφέρεται στις σχέσεις του ατόμου με τους άλλους και την ενδο-προσωπική προσαρμογή, η οποία αναφέρεται στις σχέσεις του ατόμου με τον ίδιο του τον εαυτό. Το άτομο που δεν κατορθώνει να αναπτύξει αυτή τη διττή προσαρμογή -τη διαπροσωπική (να τα πηγαίνει καλά με τους άλλους) και την ενδοπροσωπική (να τα πηγαίνει καλά με τον εαυτό του)- χαρακτηρίζεται ως απροσάρμοστο, προβληματικό. Για τη συλλογή του υλικού, χρησιμοποιήθηκε το Ερωτηματολόγιο Δια-προσωπικής και Ενδο-προσωπικής Προσαρμογής των Παρασκευόπουλου και Γιαννίτσα-ΕΔΕΠ (1999) που αποτελείται από 110 προτάσεις, στο οποίο προστέθηκαν 43 προτάσεις, από το ερωτηματολόγιο του Μπρούζου «Ανάγκες Συμβουλευτικής των Ελλήνων μαθητών Λυκείου» (1990). Συνολικά, το ερωτηματολόγιο περιελάμβανε 172 ερωτήσεις και ήταν χωρισμένο σε δύο ενότητες. Η πρώτη αποτελούνταν από 19 ερωτήσεις σχετικές με τα ατομικά στοιχεία των υποκειμένων. Η δεύτερη ενότητα εμπεριείχε 153 ερωτήσεις και κάλυπτε τις δυσκολίες που εμφανίζουν τα παιδιά στην ενδο-προσωπική και δια-προσωπική τους προσαρμογή, φόβους-ανησυχίες, σχολική απροθυμία, συγκρούσεις με γονείς, με συμμαθητές, γενικές σχολικές δυσκολίες, καθώς και συζήτηση προβλημάτων. Τα παιδιά κλήθηκαν να τοποθετηθούν σε κάθε πρόταση ξεχωριστά, επιλέγοντας μια απάντηση από μια πενταβάθμια κλίμακα τύπου Likert. Η συμπλήρωση του ερωτηματολογίου έγινε κατά τις ώρες διδασκαλίας, διαρκούσε 30΄ περίπου και ήταν ατομική (πήρε τη μορφή αυτο-αξιολόγησης). Οι μαθητές επέστρεφαν στον ερευνητή το ερωτηματολόγιο συμπληρωμένο. Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 500 μαθητές της ΣΤ΄ Δημοτικού και της Γ΄ Γυμνασίου που φοιτούσαν σε δημόσια και ιδιωτικά σχολεία των νομών Ιωαννίνων, Θεσπρωτίας, Κέρκυρας. Η έρευνα διεξήχθη από τον Μάρτιο έως τον Μάιο του 2005. Ακολούθησε στατιστική επεξεργασία από την οποία εξήχθησαν 11 παράγοντες, η αξιοπιστία των οποίων κρίνεται ικανοποιητική, αφού κυμαίνεται από.718 ως.894 και βρίσκεται πάνω από τα κατώτερα όρια (.5). Το ΕΔΕΠ με τη μορφή του ΕΣΠΣ (Ερωτηματολόγιο Συμπτωμάτων Προβληματικής Συμπεριφοράς) έχει χρησιμοποιηθεί αρκετές φορές σε κλινικές και εμπειρικές έρευνες από τότε που για πρώτη φορά προσαρμόστηκε στα ελληνικά δεδομένα (Παρασκευόπουλος και συν. 1970) και η εγκυρότητά του έχει εξεταστεί. Η στατιστική ανάλυση έγινε σε δύο επίπεδα: Μονομεταβλητές αναλύσεις: Υπολογισμός των κατανομών, των μέσων όρων, της τυπικής απόκλισης και άλλων περιγραφικών στατιστικών. Διμεταβλητές Αναλύσεις: Έλεγχος της στατιστικής σημαντικότητας των διαφορών μεταξύ των μέσων όρων. Αυτές οι αναλύσεις έγιναν με το στατιστικό πακέτο SPSS 12.0. Τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας δεν μπορούν ασφαλώς να έχουν καθολική ισχύ, αφού το δείγμα της δεν είναι αντιπροσωπευτικό, καθώς δεν τηρήθηκαν οι διαδικασίες τυχαίας επιλογής του. Για το λόγο αυτό τα ευρήματα στα οποία κατέληξε πρέπει να ερμηνευθούν με μεγάλη προσοχή και σχετικούς περιορισμούς. Στην έρευνα αυτή διαπιστώθηκε ότι σε γενικές γραμμές τα παιδιά και οι έφηβοι δεν εμφανίζουν έντονα προβλήματα συμπεριφοράς. Ωστόσο, διαφαίνονται κάποιες δυσκολίες στην προσαρμογή τους και στην κοινωνική τους συμπεριφορά στο σχολείο και στο σπίτι και ως εκ τούτου, θα πρέπει να αντιμετωπιστούν με συνδυασμένες και συστηματικές προσπάθειες της πολιτείας, του σχολείου, των εκπαιδευτικών και των γονέων. Έχει αποδειχθεί ότι η αντιμετώπιση των προβλημάτων συμπεριφοράς μπορεί να γίνει καλύτερα από άτομα που συναλλάσσονται με το παιδί σε καθημερινή βάση, όπως είναι φυσικά οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί (Καλαντζή-Αζίζι, 1999). Εκείνο που απομένει, λοιπόν, είναι όλοι εμείς που έχουμε καθημερινή επαφή και επικοινωνία με τα παιδιά να μάθουμε να ακούμε με προσοχή (δηλαδή, όχι μόνο με τα αυτιά μας και τα μάτια μας, αλλά με όλες τις αισθήσεις μας γενικά) τον εσωτερικό τους κόσμο χωρίς προϋποθέσεις, γιατί μόνο τότε θα είμαστε σε θέση να τα στηρίξουμε ψυχολογικά και να τους προσφέρουμε ανεκτίμητη βοήθεια(Μαλικιώση-Λοΐζου, 2001. Μπρούζος, 1998). Συμπεριφορά μαθητών στη συζήτηση προβλημάτων που τους απασχολούν Διαπιστώθηκε ότι τα κορίτσια, αλλά και οι μαθητές με κανέναν στενό φίλο αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο πρόβλημα φόβων- ανησυχιών σε σύγκριση με τους υπόλοιπους μαθητές. Εισαγωγή Στόχος Μέθοδος Αποτελέσματα Συμπεράσματα Στόχος της παρούσας έρευνας ήταν να εντοπίσει και να καθορίσει το είδος και το βαθμό προβληματικής συμπεριφοράς των παιδιών σχολικής και εφηβικής ηλικίας, έτσι ώστε να γίνει σύγκριση με τα ευρήματα παλαιότερων ερευνών. Ειδικότερα, οι υποθέσεις της επικεντρώνονται στα εξής σημεία: 1.Τα παιδιά και οι έφηβοι εμφανίζουν συμπτώματα προβληματικής συμπεριφοράς που παρεμποδίζουν τόσο την ενδο-προσωπική όσο και την δια-προσωπική τους προσαρμογή. 2.Τα αγόρια παρουσιάζουν σε μεγαλύτερο βαθμό συμπτώματα αντικοινωνικής συμπεριφοράς απ’ ό,τι τα κορίτσια, τα οποία όμως παρουσιάζουν σε μεγαλύτερο βαθμό συμπτώματα νεύρωσης. 3.Οι μαθητές χαμηλής επίδοσης παρουσιάζουν σε μεγαλύτερο βαθμό συμπτώματα προβληματικής συμπεριφοράς από ό,τι οι μαθητές με υψηλή επίδοση. 4.Οι εκδηλώσεις συμπτωμάτων προβληματικής συμπεριφοράς σχετίζονται με: α) τα δύο φύλα, β) τις δύο τάξεις (ΣΤ΄ Δημοτικού και Γ΄ Γυμνασίου), γ) το διαφορετικό επίπεδο σχολικής επίδοσης, δ) την επαγγελματική κατάσταση του πατέρα, ε) το κοινωνικό στρώμα, στ) την οικογενειακή κατάσταση, ζ) την ύπαρξη προσωπικού δωματίου, η) τη σειρά γέννησης, θ) τα πρόσωπα που μένουν στο ίδιο σπίτι και, ι) τον αριθμό στενών φίλων. Διμεταβλητή Ανάλυση Παραγόντων Τα κορίτσια, καθώς και οι μαθητές που φοιτούσαν στην Γ΄ Γυμνασίου εμφανίζουν μεγαλύτερο πρόβλημα σχολικής απροθυμίας σε σύγκριση με τους υπόλοιπους μαθητές. Μαθητές με πολύ χαμηλή επίδοση και μαθητές χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων αντιμετωπίζουν έντονο πρόβλημα στη σχέση με τους συμμαθητές τους σε σύγκριση με τους υπόλοιπους μαθητές. Τα προβλήματα με τους δασκάλους/ καθηγητές διαπιστώθηκε ότι οι μαθητές κατά κύριο λόγο τα συζητούν με τους γονείς και τους φίλους. Ωστόσο, ανησυχητικό είναι ότι το 8,6% των μαθητών δεν συζητά με κανέναν τέτοια προβλήματα Πιο εσωστρεφείς στη συζήτηση τέτοιου είδους προβλημάτων εμφανίζονται τα αγόρια, οι μαθητές της Γ΄ Γυμνασίου, οι μαθητές χαμηλής επίδοσης και οι μαθητές που προέρχονται από κατώτερα κοινωνικά στρώματα Τα προβλήματα με τους γονείς, πολλοί μαθητές προτιμούν να τα συζητούν με πολύ στενά πρόσωπα ή με κανέναν παρά με τους καθηγητές. Επιπλέον, το ποσοστό των ερωτηθέντων που δεν συζητά με κανέναν τέτοια προβλήματα ανέρχεται στο 39,2%. Πιο εσωστρεφείς σε αυτή την περίπτωση εμφανίζονται οι μαθητές της ΣΤ΄ Δημοτικού. Στον τομέα των προβλημάτων με τους συμμαθητές, οι μαθητές φαίνεται και πάλι να προτιμούν τους φίλους τους, το φίλο ή τη φίλη τους και τους γονείς. Και σε αυτή την περίπτωση αμελητέο ποσοστό μαθητών εμπιστεύεται τους καθηγητές, ενώ το 12,4% προτιμά να μην τα συζητήσει με κανέναν. Πιο εσωστρεφείς στη συζήτηση τέτοιου είδους προβλημάτων εμφανίζονται τα αγόρια και οι μαθητές της Γ΄ Γυμνασίου. Παρόμοια ευρήματα διαπιστώθηκαν και στην περίπτωση των προβλημάτων με τον φίλο ή την φίλη. Η πλειοψηφία των μαθητών απάντησε ότι συζητά τα προβλήματα αυτά με τους φίλους ή με τους γονείς, ενώ ένα ποσοστό της τάξης του 26,5% δήλωσε ότι δεν τα συζητά με κανέναν. Και σε αυτή την περίπτωση, οι μαθητές του δείγματος δεν εμπιστεύονται τόσο προσωπικά ζητήματα σε καθηγητές. Πιο εσωστρεφείς στη συζήτηση τέτοιων προβλημάτων είναι τα αγόρια, ενώ το δείγμα κατανέμεται ισομερώς σε μαθητές της ΣΤ΄ Δημοτικού και της Γ΄ Γυμνασίου με ποσοστό 26,4%. Προβάλλει επιτακτικά η αναγκαιότητα συμβουλευτικής στήριξης των μαθητών στα πλαίσια του σχολικού περιβάλλοντος. Εκείνο που περισσότερο από όλα πρέπει να μας ανησυχήσει είναι το διόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό των μαθητών (46% περίπου) που ισχυρίζονται, ότι χρειάζονται στο σχολείο ένα πρόσωπο εμπιστοσύνης στο οποίο θα μπορούν να μιλούν για τα προσωπικά τους προβλήματα. Στατιστικοί Δείκτες Παραγόντων Στο σύνολό τους οι μαθητές φαίνεται να αντιμετωπίζουν πολύ σοβαρό πρόβλημα φόβων- ανησυχιών, σχολική απροθυμία, δυσκολίες στη σχέση με τους συμμαθητές.
Παρόμοιες παρουσιάσεις
© 2024 SlidePlayer.gr Inc.
All rights reserved.