Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ"— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ
Τα λογιστικά στοιχεία αποκτούν μεγαλύτερη σημασία όταν συγκρίνονται με άλλα ίδια ή παρόμοια προηγουμένων ετών ή χρήσεων. Οι καταστάσεις με λογιστικά στοιχεία δύο ή περισσοτέρων χρήσεων καλούνται συγκριτικές χρηματοοικονομικές καταστάσεις. Ετήσια, εξαμηνιαία, τριμηνιαία ή και μηνιαία στοιχεία μπορούν να συγκριθούν με τα αντίστοιχα προηγουμένων χρήσεων

2 Η συγκριτική ανάλυση περιλαμβάνει τις εξής μεθόδους:
Για να είναι δυνατή η πρόβλεψη της πορείας μιας επιχειρήσεως στο μέλλον, είναι απαραίτητο να συγκεντρώνονται στοιχεία για δύο τουλάχιστον ή περισσότερες περιόδους. Η συγκριτική ανάλυση περιλαμβάνει τις εξής μεθόδους: Τις συγκριτικές καταστάσεις συνήθους μορφής διαχρονικά. Τον υπολογισμό των αριθμοδεικτών τάσεως. Τη διαχρονική ανάλυση των «κοινών μεγεθών» των λογιστικών καταστάσεων. Τη διαχρονική ανάλυση των αριθμοδεικτών.

3 ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ
Η κατάρτιση των συγκριτικών καταστάσεων επιτρέπει την αξιολόγηση των μεταβολών των διαφόρων στοιχείων των λογιστικών καταστάσεων και των μεταβολών της χρηματοοικονομικής θέσεως μιας επιχειρήσεως. Η απεικόνιση των μεταβολών γίνεται διαχρονικά τόσο σε απόλυτα μεγέθη όσο και σε ποσοστά.

4 H συγκριτική ανάλυση καταστάσεων μπορεί να οδηγήσει στον εντοπισμό των αιτίων των μεταβολών.
Παράδειγμα: Τι σημαίνει μια ετήσια αύξηση των πωλήσεων, κατά 10%, συνοδευόμενη από αύξηση των απαιτήσεων της επιχειρήσεως κατά 15%, Οφείλεται στην αλλαγή της πολιτικής πωλήσεων και της παροχής περισσότερων διευκολύνσεων στους πελάτες της, ή σε άλλους λόγους; χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση

5 Απαραίτητη η εξέταση των ποσοστιαίων μεταβολών των στοιχείων.
Σημαντικότερη η μεταβολή των αποθεμάτων που αντιστοιχούν στο 10 % του ενεργητικού Παρά στο 0,5 % Συνιστάται η σύγκριση των μεταβολών να γίνεται με τους αριθμοδείκτες τάσεως. Οι συγκριτικές καταστάσεις, χάνουν την αξία τους, αν δεν τηρούνται οι γενικά παραδεκτές αρχές της λογιστικής. δεν γίνουν προσαρμογές πληθωρισμού

6 η καθαρή αύξηση κερδών είναι 600.000,
Όταν παρουσιάζονται αρνητικά μεγέθη στο έτος βάσεως και θετικά μεγέθη μετέπειτα, ή και αντίστροφα, τότε δεν υπολογίζονται ποσοστιαίες μεταβολές. Αν π.χ. τα καθαρά κέρδη είναι και στο προηγούμενο έτος εμφανιζόταν ζημιά τότε η καθαρή αύξηση κερδών είναι , αλλά η μεταβολή αυτή δεν μπορεί να απεικονιστεί με ποσοστά. Η μεταβολή δεν μπορεί να απεικονιστεί με ποσοστά αν κάποιο στοιχείο δεν υπήρχε στο έτος βάσεως. Δεν μπορεί να υπολογιστεί ποσοστιαία μεταβολή. Αντίθετα, όταν υπήρχε αξία στο έτος βάσεως και δεν υπάρχει στο υπό εξέταση έτος, τότε η ποσοστιαία μείωση είναι 100%.

7

8

9

10

11 Αριθμοδείκτες τάσεως Στις περιπτώσεις που οι συγκρίσεις αφορούν μεγέθη των λογιστικών καταστάσεων για μακρά χρονική περίοδο (5-10 χρόνια), χρησιμοποιούνται οι αριθμοδείκτες τάσεως. Ο υπολογισμός των αριθμοδεικτών τάσεως προϋποθέτει την επιλογή ενός έτους ή μιας χρονικής στιγμής που θα αποτελέσει τη βάση. Οι αριθμοδείκτες κατά τη συγκεκριμένη αυτή στιγμή, για όλα τα μεγέθη που πρόκειται να μελετηθούν, θεωρείται ότι είναι ίσοι με το 100. Εφόσον το έτος βάσεως αποτελεί την αφετηρία για όλες τις μετέπειτα συγκρίσεις, θα πρέπει να είναι ένα έτος «κανονικό» από πλευράς συνθηκών και αποτελεσμάτων της επιχειρήσεως.

12 Ο αριθμοδείκτης τάσεως υπολογίζεται αν διαιρέσουμε την τιμή του ενός μεγέθους στο υπο κρίση έτος με την αντίστοιχη τιμή στο έτος βάσης Το 19Χ4 έχει επιλεγεί σαν έτος βάσεως για τα παραπάνω στοιχεία.

13 Δεν είναι απαραίτητο να υπολογίζονται οι αριθμοδείκτες τάσεως όλων των οικονομικών μεγεθών των επιχειρήσεων αλλά μόνο εκείνοι που παρουσιάζουν κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον αναλυτή. Βασικός σκοπός κάθε οικονομικής αναλύσεως είναι να γίνουν συγκρίσεις μεταξύ οικονομικών μεγεθών, τα οποία έχουν κάποια λογική σχέση μεταξύ τους.

14 Όπως τονίστηκε, στο έτος βάσεως κάθε ένα από τα οικονομικά στοιχεία απεικονίζεται με το 100.
Αν η απόλυτη τιμή ενός οικονομικού στοιχείου είναι μικρότερη από αυτή στο έτος βάσεως, τότε ο αριθμοδείκτης τάσεως θα είναι μικρότερος του 100. Αν η απόλυτη τιμή του είναι μεγαλύτερη από αυτή που εμφανίζεται στο έτος βάσεως, τότε ο αριθμοδείκτης θα είναι μεγαλύτερος του 100. Οι ποσοστιαίες αυξήσεις υπολογίζονται αν από τους διαδοχικούς αριθμοδείκτες τάσεως αφαιρεθεί το 100, ενώ οι ποσοστιαίες μειώσεις υπολογίζονται αν από το 100 αφαιρεθεί κάθε ένας αριθμοδείκτης τάσεως.

15

16

17 Οι συνολικές υποχρεώσεις της επιχειρήσεως αυξήθηκαν, στην περίοδο 19Χ4-Χ8, κατά 417,9%,
ενώ τα ίδια κεφάλαια σημείωσαν αύξηση κατά 183,5%, πράγμα που σημαίνει ότι η χρηματοδότηση των επενδύσεων της έγινε, κατά κύριο λόγο, με ξένα κεφάλαια. Αποτέλεσμα αυτής της εξελίξεως ήταν να μειωθεί το περιθώριο ασφαλείας των πιστωτών της.

18 Διαχρονική ανάλυση κοινών μεγεθών
Οι συγκρίσεις των κοινών μεγεθών είναι πολύτιμες γιατί δείχνουν τις μεταβολές των ποσοστών συμμετοχής των επί μέρους στοιχείων, στους τομείς περιουσίας, υποχρεώσεων, κόστους και των άλλων κατηγοριών οικονομικών στοιχείων.

19 Από τον εν λόγω πίνακα διαφαίνεται μια σταθερότητα του ποσοστού των καθαρών παγίων, στο σύνολο του ενεργητικού, 57,5 % το 19X6 στο 58,8% το 19X8. Αντίθετα, το ποσοστό των απαιτήσεων σημείωσε σημαντική αύξηση, γεγονός που παρέχει ένδειξη ότι η επιχείρηση χορήγησε περισσότερες πιστώσεις στους πελάτες της προκειμένου να αυξήσει τις πωλήσεις.

20 Το ποσοστό των ιδίων κεφαλαίων αυξήθηκε από 21,3% το 19X6 στο 23,1% το 19X8, ενώ αντίθετα μειώθηκε το ποσοστό συμμετοχής των ξένων κεφαλαίων από 78,7% το 19X6 στο 76,9% το 19X8. Το ποσοστό των βραχυχρόνιων υποχρεώσεων αυξήθηκε από 40,3% το 19X6 στο 40,7% το 19X8, ενώ αντίθετα μειώθηκε το ποσοστό των μακροχρονίων υποχρεώσεων από 38,4 το 19X6 στο 36,2% το 19X8 γεγονός που σημαίνει ότι η εξόφληση των μακροχρονίων υποχρεώσεων έγινε κυρίως με την προσφυγή στο βραχυπρόθεσμο δανεισμό.

21 Διαχρονική ανάλυση χρηματοοικονομικών αριθμοδεικτών
Βοηθά στο να προβλεφθεί η μελλοντική χρηματοοικονομική κατάσταση Μπορεί να διαπιστωθεί αν μια ευνοϊκή κατάσταση μετατρέπεται σε μη ευνοϊκή, ή αντίθετα, αν μια δυσμενής οικονομική κατάσταση βελτιώνεται με την πάροδο του χρόνου

22

23 Προβλήματα στη διαχρονική ενδοεταιρική σύγκριση
H συγκρισιμότητα βασίζεται στις παρακάτω προϋποθέσεις: α. Οι αρχές και μέθοδοι σύνταξης των λογιστικών καταστάσεων δεν έχουν αλλάξει από περίοδο σε περίοδο. β. Η επιχείρηση δεν έχει προβεί σε δραστική μεταβολή κεφαλαιακής μόχλευσης, έτσι ώστε να έχει αλλάξει σημαντικά η κεφαλαιακή της σύνθεση, γ. Η επιχείρηση δεν έχει αλλάξει σημαντικά το προϊόν της ή εισχωρήσει σε άλλο κλάδο.

24 δ. Η μονάδα δεν έχει αλλάξει νομική μορφή ή τη βασική της φυσιογνωμία λόγω συγχώνευσης ή εξαγορά της από άλλη ε. Δεν έχουν λάβει χώρα σημαντικές αλλαγές στο πολιτικοοικονομικό της περιβάλλον όπως στον ανταγωνισμό της με άλλες, στο οικονομικό επίπεδο των πελατών της, στο νομικό και πολιτικό καθεστώς της χώρας, τελωνειακές συμφωνίες, πληθωρισμός, τεχνολογικές εξελίξεις, υποδομή κ.λπ.

25 Στην ανάλυση είναι δυνατόν
να εκτιμηθεί και να απομονωθεί η επίδραση τέτοιων διαφοροποιών παραγόντων ή να συμπεριληφθεί η επίδραση τους στην ανάλυση και ειδικότερα στο μοντέλο πρόβλεψης.

26 Κριτήρια για την επιλογή συγκρίσιμων μονάδων-προτύπων
α. Παραγωγή όμοιων ή παρόμοιων προϊόντων π.χ. δύο εταιρίες παραγωγής μπύρας είναι συγκρίσιμες τόσο με βάση τα προϊόντα που παράγουν αυτή τη στιγμή, όσο και προς τους άλλους κλάδους προϊόντων στους οποίους μπορούν να επεκταθούν στο μέλλον

27 β. Χρήση όμοιων πρώτων υλών ή μεθόδων στην παραγωγή.
Π.χ. μια εταιρία παραγωγής πλακιδίων μπορεί να βρεθεί στην ίδια κατηγορία, άρα είναι συγκρίσιμη, με μια εταιρία παραγωγής πιάτων από την ίδια πρώτη ύλη σε γενικότερη κατηγορία μπορεί να βρεθεί μαζί με μια εταιρία παραγωγής τσιμέντου σαν χημικές εταιρίες που χρησιμοποιούν μη μεταλλικά ορυκτά γ. Νομική μορφή της μονάδας. Η βάση αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί για περιορισμένο αριθμό δεικτών, όπως μερισμάτων, κεφαλαιακής δομής και ειδικά μόχλευσης κ.λπ.

28 Προβλήματα στη σύγκριση μεγεθών - Ενδοκλαδική
Ανομοιόμορφες λογιστικές αρχές σύνταξης λογιστικών καταστάσεων. Π.Χ. Οι διαφορετικές μέθοδοι αποτίμησης αποθεμάτων. Άνισες λογιστικές περίοδοι. Είναι γνωστό ότι δεν ακολουθούν όλες οι επιχειρήσεις το ίδιο οικονομικό έτος, Όταν μια επιχείρηση κλείνει για πρώτη φορά διαχειριστική περίοδο - οι λογιστικές καταστάσεις μπορεί να καλύπτουν μεγαλύτερη περίοδο

29 Διαφορετικές δραστηριότητες των οποίων το αποτέλεσμα αθροίζεται με αυτό της κύριας δραστηριότητας
χωρίς να αναφέρεται η ύπαρξη τέτοιων δραστηριοτήτων ή η επιμέρους βαρύτητα τους στο συνολικό αποτέλεσμα. Η μονάδα ή οι μονάδες για σύγκριση δεν δημοσιεύουν στοιχεία γιατί δεν είναι υποχρεωμένες από το νόμο να το κάνουν. Τέτοιες είναι βασικά οι προσωπικές εταιρίες Ο.Ε. και οι ατομικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα.

30 Πολλών μονάδων τα στοιχεία περιλαμβάνονται στις ενοποιημένες λογιστικές καταστάσεις των μητρικών τους εταιριών στην περίπτωση που αυτή είναι διαφορετικής δραστηριότητας δεν μπορεί να μετρηθεί, αν δεν αναφέρονται χωριστά οι διαφορετικές δραστηριότητες

31 Η εταιρία ICAP στην Αθήνα αποτελεί τη μοναδική συστηματική πηγή συγκεντρωτικών και επεξεργασμένων, ως ένα βαθμό, στοιχείων επιχειρήσεων στην Ελλάδα. Η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδας και η Τράπεζα της Ελλάδας δημοσιεύουν αρκετά αλλά πολύ συγκεντρωτικά οικονομικά στοιχεία, όπως βιομηχανικής παραγωγής, εργασίας, εισαγωγών- εξαγωγών, τιμών κ.λπ. γ. Διάφοροι οργανισμοί και επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται μέσα και γύρω από το Χρηματιστήριο Αθηνών καθώς και τα διάφορα επιμελητήρια της χώρας.

32 Η Ε.E. η οποία διατηρεί γραφείο πληροφοριών και δημοσιεύσεων στην Αθήνα, καθώς και ΟΗΕ και ΟΟΣΑ.
Ξένες εταιρίες, όπως η Dun & Bradstreet, η Standard & Poor’ s και άλλες με ειδικότερα στοιχεία των οποίων οι εκδόσεις μπορούν να βρεθούν στα εμπορικά επιμελητήρια των αντίστοιχων χωρών στην Αθήνα ή στις Πρεσβείες τους. Ο οδηγός Europages περιέχει αναλυτικά στοιχεία για πάνω από Ελληνικές και ξένες επιχειρήσεις από 30 χώρες και διατίθεται στην Ελλάδα από την Infodata.

33 Συνολική αξιολόγηση μίας επιχείρησης βάσει αριθμοδεικτών
Συνολική αξιολόγηση μίας επιχείρησης βάσει αριθμοδεικτών Πρότυπο: Μέσος αριθμοδείκτης του κλάδου Μετράμε από αυτόν την απόκλιση του δείκτη της συγκεκριμένης επιχείρησης χαρακτηρίζοντας τη θετική ή αρνητική και σε ποσοστό από αυτόν του κλάδου για να έχουμε και μια ένδειξη του εύρους της απόκλισης. Ταυτοχρόνως, διαιρώντας το δείκτη της επιχείρησης με το δείκτη του κλάδου ένας νέος δείκτης προκύπτει ο οποίος δείχνει τη σχέση του δείκτη της επιχείρησης με το δείκτη του κλάδου

34 Προσθέτοντας τις αποκλίσεις
εκφρασμένες σε απόλυτα ποσοστά και διαιρώντας το άθροισμα αυτό με το ποσοστό των θετικών (ή των αρνητικών) αποκλίσεων αυτού θα μπορούσαμε να έχουμε το ποσοστό θετικής (ή αρνητικής) απόκλισης στο σύνολο των αποκλίσεων και σε σχέση με τον κλάδο πάντοτε.

35 Αν αθροίσουμε μόνο τις θετικές αποκλίσεις θα βρούμε 166 % ,το σύνολο όλων των απόλυτων αποκλίσεων είναι 231%. Διαιρώντας τις θετικές αποκλίσεις 166% με το σύνολο των αποκλίσεων 231% θα βρούμε 72 %. Μέτρο της διαφοράς της επιχείρησης από τον κλάδο. Οι θετικές αποκλίσεις καλύπτουν το 72 % των συνολικών αποκλίσεων.

36 Η έκθεση των ορκωτών ελεγκτών
Τήρηση της λογιστικής δεοντολογίας. Θεσμός των εξωτερικών ελεγκτών Η έκθεση, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του σετ των υποχρεωτικά δημοσιευόμενων λογιστικών καταστάσεων εταιριών (Α.Ε., Ε.Π.Ε. και Ε.Ε), συμβάλλει στην αξιοπιστία τους.

37 Στη χρήση της έκθεσης των ελεγκτών λογιστών ο αναλυτής θα πρέπει να έχει υπόψη του:
1. Το είδος των ελεγκτών λογιστών που υπογράφουν την έκθεση. Στο εξωτερικό, αλλά και έτσι θα εξελιχθεί και στην Ελλάδα τελικά, μεταξύ ορκωτών υπάρχει διαφορά όπως και μεταξύ εταιριών ορκωτών λογιστών, ως προς την υπευθυνότητα που αναλαμβάνει ο υπογράφων ορκωτός και ειδικά την ποιότητα του ενεργηθέντος ελέγχου,

38 2. Τον τρόπο που διαμορφώνεται και συντάσσεται μια έκθεση και τη σημασία των συμπυκνωμένων παραγράφων της. Υπάρχουν βασικό τέσσερα είδη εκθέσεων ελεγκτών: (α) Η θετική άνευ επιφυλάξεων έκθεση η οποία βεβαιώνει την ορθότητα της εμφάνισης της χρηματοοικονομικής θέσης καθώς και των αποτελεσμάτων της μονάδας υπό εξέταση, (β) Η θετική με επιφυλάξεις ως προς ορισμένα μεγέθη, (γ) Η αρνητική, και τέλος (δ) Η αδυναμία έκδοσης έκθεσης για διάφορους λόγους.

39 Ο ορκωτός λογιστής προσπαθεί να μεταδώσει τα εξής βασικά μηνύματα:
Το σκοπό και τα όρια του διενεργηθέντος ελέγχου. Τις (ελεγκτικές αλλά και άλλες) διαδικασίες που ακολουθήθηκαν κατά τον έλεγχο. Τη συμφωνία, ή μη, των καταστάσεων με τις παραδεκτές λογιστικές αρχές και κατά τρόπο συνεπή, ή μη, από χρήση σε χρήση χωρίς να σημαίνει ότι η τήρηση των λογιστικών αρχών εξασφαλίζει το χρήστη στην ικανοποιητική ή ακριβή παρουσίαση της χρηματοοικονομικής θέσης της μονάδας

40 Το βασικό συμπέρασμα ως προς την ορθή ή μη ορθή παρουσίαση της μονάδας μέσα από τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις Τις όποιες επιφυλάξεις, εξαιρέσεις και περιορισμούς αναφορικά με την προηγούμενη δήλωση και ό,τι προειδοποιήσεις μπορούν να κάνουν προς τους χρήστες ακόμα και όταν αυτές συνδέονται, με πιθανολογούμενα, μελλοντικά γεγονότα, π.χ. απώλεια μεγάλων πελατών ή αγορών. Την πιθανή ανατροπή των προϋποθέσεων εκείνων επί των οποίων στηρίζονται οι λογιστικές αρχές, όπως η αρχή της συνέχισης της λειτουργίας της μονάδας π.χ. λόγω υπερχρέωσης

41 Με βάση τα παραπάνω δεδομένα, στην κατάσταση κοινού μεγέθους το κόστος πωληθέντων το 2000 παίρνει περίπου την τιμή : (α) 90% (β) 80% (γ)70 % (δ) κανένα από τα προηγούμενα

42 Κέρδη προ τόκων και φόρων 888154+379036
Δκτ κάλυψης τόκων = = Χρηματοοικονομικά έξοδα Με βάση τα παραπάνω δεδομένα, υπολογίσετε τον αριθμοδείκτη καλύψεως τόκων: (α) (β) 3,34+ (γ) 3, (δ) 4,53

43 Με βάση τα παραπάνω δεδομένα, υπολογίσετε το ποσοστό λειτουργικού κέρδους για το (αριθμοδείκτης μικτού κέρδους). (α) 90 % (β) 22 % (γ) 10,5 % (δ) κανένα από τα προηγούμενα

44 Με έτος βάσεως 1999 ο αριθμοδείκτης τάσεως των μη λειτουργικών εσόδων για το 2000 είναι:
(α) 9, (β) 887, (γ) 11, (δ) κανένα από τα προηγούμενα 103134/915484=11,3


Κατέβασμα ppt "ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ"

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google