ΔΗΛΗΤΗΡΙΑΣΕΙΣ ΣΤΟ ΟΙΚΙΑΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
ΑΠΟΡΡΥΠΑΝΤΙΚΑ
Τα απορρυπαντικά περιέχουν συνθετικούς οργανικούς επιφανειοδραστικούς παράγοντες που παρασκευάζονται με βάση προϊόντα αποστάξεως του πετρελαίου και προστίθενται στα απορρυπαντικά για να μειώσουν την επιφανειακή τάση του ύδατος
Διακρίνονται ανάλογα με τις ενεργές τους ομάδες και με βάση τις φυσικοχημικές ιδιότητές τους στις εξής κατηγορίες:
ΑΝΙΟΝΙΚΟΙ ΕΠΙΦΑΝΕΙΟΔΡΑΣΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ Χημικώς είναι άλατα νατρίου, καλίου ή αμμωνίου με λιπαρά οξέα, όπως είναι το δωδεκυλοφαινυλοσουλφονικό νάτριο Η βλαπτική τους δράση είναι τοπική, όμως επί παρατεταμένης χρήσης μπορεί να προκαλέσουν ερεθισμό του δέρματος Συστηματική δράση δεν φαίνεται να έχουν αφού η απορρόφηση από τους βλεννογόνους είναι μηδαμινή Αν ληφθούν από του στόματος προκαλούν διάρροια, εντερική διάταση, και συχνά εμετό, δεν αναφέρεται όμως περίπτωση θανάτου
ΑΝΙΟΝΙΚΟΙ ΕΠΙΦΑΝΕΙΟΔΡΑΣΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ Η δηλητηρίαση με απορρυπαντικά που περιέχουν αποσκληρυντικά του ύδατος εκδηλώνεται με φαινόμενα ζωικής καταπληξίας, πτώσης της πίεσης, βραδυσφυγμίας, κυανώσεως και τετανίας Επείγοντα μέτρα: Χορηγείται αμέσως γάλα, ή επί ελλείψεως, νερό και προκαλείται εμετός. Πλύση στομάχου γίνεται το αργότερο εντός της πρώτης ώρας (κατά προτίμηση με γάλα) Ειδικά μέτρα: Για την τετανία από την ελάττωση του Ca του ορού, χορηγείται ενδοφλεβίως διάλυμα γλυκονικού ασβεστίου, μέχρι αποκαταστάσεως της στάθμης του ασβεστίου. Κατά τα άλλα η θεραπευτική αντιμετώπιση είναι συμπτωματική
ΚΑΤΙΟΝΙΚΟΙ ΕΠΙΦΑΝΕΙΟΔΡΑΣΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ Είναι οργανικά άλατα του τεταρτοταγούς αμμωνίου με αλογόνα, συνήθως χλώριο Χρησιμοποιούνται ως απολυμαντικά, μαλακτικά των υφασμάτων, αλλά περισσότερο ως αποσμητικά και αντισηπτικά, αφού καταστρέφουν τους μικροοργανισμούς διαπερνώντας την κυτταρική μεμβράνη Λιγότερο χρησιμοποιούνται ως απορρυπαντικά αφού αδρανοποιούνται από τις πρωτεΐνες και τους κοινούς σάπωνες Διαλύματα 10-15% είναι καυστικά και προκαλούν διαβρώσεις στον οισοφάγο και στον στόμαχο με τελική κατάληξη την περιτονίτιδα, όμως και τα αραιότερα (0,1-0,5%) προκαλούν σημαντικό ερεθισμό των βλεννογόνων Στο δέρμα προκαλούν έντονη τοπική ερεθιστική ενέργεια εξαιτίας της προκαλούμενης από αυτά καθίζησης των πρωτεϊνών, όμως δεν φαίνεται να απορροφώνται από αυτή την οδό
ΚΑΤΙΟΝΙΚΟΙ ΕΠΙΦΑΝΕΙΟΔΡΑΣΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ Εμφανίζουν σημαντική συστηματική τοξικότητα και σε ορισμένες περιπτώσεις επιφέρουν το θάνατο Η οξεία δηλητηρίαση εκδηλώνεται με αίσθημα καύσου στη στοματική κοιλότητα και στο φάρυγγα, που ακολουθείται από διανοητική σύγχυση και μυϊκή αδυναμία. Η δυσχέρεια της αναπνοής και η κυάνωση οφείλονται στην παράλυση των αναπνευστικών μυών. Ο θάνατος επέρχεται εν μέσω ασφυκτικών φαινομένων εντός 1 έως 2 ωρών Σε περιπτώσεις κατάποσης απαιτείται αντιμετώπιση ως να επρόκειτο για καυστική ουσία Επιχειρείται αραίωση του ληφθέντος δηλητηρίου και οισοφαγοσκόπηση, εφόσον υπάρχει ένδειξη Επιχειρείται πρόκληση εμετού, γαστρική πλύση με νερό, γάλα ή λεύκωμα αυγού και χορήγηση ενεργού άνθρακος. Για τη μυϊκή αδυναμία δεν συνιστάται η χρήση διεγερτικών του ΚΝΣ, ή ανταγωνιστικών του κουραρίου. Η τεχνητή αναπνοή και η χορήγηση Ο2 αποτελούν το κύριο μέλημα της συμπτωματικής αγωγής
ΜΗ ΙΟΝΙΚΟΙ ΕΠΙΦΑΝΕΙΔΡΑΣΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ Στην ομάδα αυτή υπάγονται ενώσεις με ουδέτερο ηλεκτρικό φορτίο, όπως αλκοόλες, εστέρες ή θειικά άλατα, ενώσεις που χρησιμοποιούνται κυρίως ως απορρυπαντικά πλυντηρίου Υπάγονται ακόμα οργανικές ενώσεις του τύπου των αλκυλ-αρυλ-πολυαιθέρων των πολυαλκοολών, που χρησιμοποιούνται ως μέσα διαβροχής ή ως γαλακτωματοποιητικά στην παρασκευή κοσμητικών Η κατηγορία αυτή έχει σαφώς μικρότερη ερεθιστική δράση από τις ανιονικές ενώσεις και δεν φέρουν καμιά συστηματική ή τοπική επίδραση
ΕΠΑΜΦΟΤΕΡΙΖΟΝΤΕΣ ΕΠΙΦΑΝΕΙΟΔΡΑΣΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ Περιέχουν τόσο θετικά φορτισμένες ομάδες όσο και αρνητικά Χρησιμοποιούνται κυρίως ως προϊόντα καθαρισμού στο βιομηχανικό περιβάλλον
ΒΕΛΤΙΩΤΙΚΕΣ ΟΥΣΙΕΣ Συχνά προστίθενται στα απορρυπαντικά διάφορες ανόργανες ουσίες με σκοπό τη βελτίωση των διαβρωτικών και γαλακτωματοποιητικών τους ιδιοτήτων, που επηρεάζονται από το ασβέστιο του ύδατος Αρχικά χρησιμοποιούνταν ανόργανα άλατα, οι ενώσεις αυτές όμως είχαν σημαντική τοξικότητα για τον άνθρωπο και επιπλέον παρέμεναν στο περιβάλλον αδιάσπαστες επηρεάζοντας την ανάπτυξη των φυτικών οργανισμών Σήμερα, χρησιμοποιούνται ενώσεις με μικρή περιεκτικότητα σε φώσφορο ώστε να βιοδιασπώνται εύκολα στο περιβάλλον
ΠΡΟΣΘΕΤΙΚΕΣ ΟΥΣΙΕΣ Λευκαντικά, βακτηριοστατικά, ένζυμα, αρωματικές ουσίες, μαλακτικές, χρωστικές ουσίες Οι συγκεντρώσεις τους είναι αρκετά χαμηλές ώστε να μην προκαλούν ερεθισμό Μόνο σε ορισμένα άτομα μπορούν να προκαλέσουν δερματίτιδα εξ επαφής μετά από ευαισθητοποίηση
ΥΓΡΑ ΑΠΟΡΡΥΠΑΝΤΙΚΑ Περιέχουν αρυλαλκυλοσουλφονικό οξύ σε μορφή άλατος με την τριαιθανολαμίνη Έχουν την ίδια σύσταση με τα απορρυπαντικά σε κόκκους, με τη διαφορά ότι φέρονται με την μορφή υδατικών ή αλκοολικών διαλυμάτων Οι συγκεντρώσεις των αλκοολών είναι τόσο χαμηλές ώστε δεν προκαλούν δηλητηριάσεις εκτός αν ληφθούν σε μεγάλες ποσότητες Ορισμένοι συνιστούν την πρόκληση εμετού με μικρή ποσότητα σοροπιού ιπεκακουάνας
ΣΑΠΩΝΕΣ
Είναι άλατα λιπαρών οξέων με αλκάλεα και φέρονται στο εμπόριο είτε σε υγρή, είτε σε στερεά μορφή. Οι ισχυρότεροι σάπωνες περιέχουν επιπλέον ανόργανα άλατα (όπως φωσφορικά, κιτρικά, πυριτικά κα.) ώστε να μεταβάλλουν το pH του διαλύματος και να δεσμεύουν τα μεταλλικά ιόντα που προσδίδουν τη σκληρότητα του ύδατος (Ca, Mg), διότι αυτά σχηματίζουν αδιάλυτα ιζήματα με τα υπόλοιπα συστατικά του σάπωνος.
Σε λήψη σάπωνος από το στόμα προκαλείται ερεθισμός του γαστρεντερικού με αποτέλεσμα ναυτία, εμετούς, διάρροια και κοιλιακά άλγη Συνηθίζεται η χορήγηση υγρών, ή και αντιεμετικών όταν οι εμετοί είναι ακατάσχετοι Αν το άτομο δεν έχει ακόμα εμφανίσει συμπτώματα από το γαστρεντερικό, τότε ενδείκνυται η πρόκληση εμετού Οι σάπωνες εκπλύνονται με φυσιολογικό ορό ή με νερό, όταν έλθουν σε επαφή με τους οφθαλμούς Οι περισσότερες περιπτώσεις μπορούν να αντιμετωπισθούν και με κατ’ οίκον θεραπευτική αγωγή
ΛΕΥΚΑΝΤΙΚΑ
Περιέχουν υποχλωριώδες νάτριο, σε συγκέντρωση συνήθως λιγότερο από 5%, ώστε είναι δυνατό να προκαλέσουν μέτριο ερεθισμό των βλεννογόνων Η λευκαντική δράση τους οφείλεται στην οξειδωτική ενέργεια του ελεύθερου χλωρίου που παράγεται από την διάσπαση του υποχλωριώδους άλατος Η τοξικότητά τους οφείλεται στη διαβρωτική τους δράση στο δέρμα και στους βλεννογόνους Τα κοινά λευκαντικά ασκούν ήπια ή μέτρια ερεθιστική ενέργεια στους βλεννογόνους, ενώ κατά την από του στόματος λήψη τους εμφανίζονται ναυτία, εμετός, διάρροια, και επιγαστρικό άλγος. Γενικά, διαλύματα με pH <12.5 δεν προκαλούν σοβαρά εγκαύματα, αλλά αν δεν απομακρυνθούν εγκαίρως μπορεί να προκαλέσουν βαθύ χημικό έγκαυμα Οι ατμοί χλωρίου είναι κατεξοχήν ερεθιστικοί των βλεννογόνων, γι’ αυτό και επί οξείας δηλητηριάσεως από λήψη από του στόματος υποχλωριώδους διαλύματος, είναι δυνατό να προκληθεί οίδημα του ρινοφάρυγγα και του λάρυγγα, όπως και ερεθισμός του βρογχικού δένδρου
Κατά την ανάμειξη διαλυμάτων αμμωνίας και υποχλωριώδους νατρίου παράγονται ατμοί μονοχλωραμίνης (NH2Cl) και διχλωραμίνης (NHCl2), όπου κατά την επαφή τους με τους βλεννογόνους σχηματίζουν ΗCΙ και οξυγόνο εν τω γεννάσθαι (ισχυρούς οξειδωτικούς παράγοντες που προκαλούν κυτταρικές βλάβες). Οι χλωραμίνες παραμένουν σε επαφή με τους βλεννογόνους για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα απ’ ότι το χλώριο και προκαλούν μεγαλύτερες βλάβες Σε περιπτώσεις κατάποσης χορηγείται αμέσως νερό ή γάλα για αραίωση και επιχειρείται άμεση κένωση του στομάχου με εμετό ή γαστρική πλύση με ύδωρ Σε επαφή με το δέρμα και τους οφθαλμούς γίνεται έκπλυση με φυσιολογικό ορό για αρκετή ώρα, και οφθαλμολογική εξέταση για τον έλεγχο της ακεραιότητας του κερατοειδούς Ως αντίδοτο μπορεί να χρησιμοποιηθεί το υποθειώδες νάτριο (θειοθειικό νάτριο) που διασπά τα υποχλωριώδη άλατα
ΑΝΤΙΣΗΠΤΙΚΑ
ΙΩΔΙΟ & ΙΩΔΙΟΥΧΑ Το ιώδιο, ισχυρώς οξειδωτικό, προκαλεί καθίζηση των πρωτεϊνών και κατά συνέπεια νέκρωση του κυττάρου (αντισηπτική δράση). Τα ιόντα ιωδίου παρουσιάζουν ελάχιστη τοξικότητα Η τοξικότητα ενός ιωδιούχου εξαρτάται από την ευκολία με την οποία απελευθερώνεται από αυτό στοιχειακό ιώδιο (βάμμα ιωδίου: το ιώδιο είναι ελεύθερο, ιωδοφόρμιο: απελευθερώνεται εύκολα, ενώσεις που περιέχουν ιώδιο οργανικά δεσμευμένο: η απελευθέρωση επιτελείται βραδέως) Σε οξεία δηλητηρίαση από του στόματος, οι κυριότερες κλινικές εκδηλώσεις συνίστανται σε επιγαστρικό άλγος, ακατάσχετο εμετό, διαρροϊκές κενώσεις Το αίσθημα δίψας, η μεταλλική γεύση, ο πυρετός, η ανουρία, το παραλήρημα και ο θάνατος εν μέσω εικόνας ουραιμικού κώματος αποτελούν δευτεροπαθή συμπτώματα της τοπικής διαβρωτικής βλάβης
ΙΩΔΙΟ & ΙΩΔΙΟΥΧΑ Το ιώδιο που έχει απορροφηθεί στο πλάσμα βρίσκεται κατά κύριο λόγο με τη μορφή ιωδιούχων ιόντων ή δεσμευμένο με πρωτεΐνες, όμως, δεν αποκλείεται η συστηματική δράση από μικρές ποσότητες ιωδίου (σε αυτή μπορεί να αποδοθεί και η διόγκωση των λεμφικών και σιελογόνων αδένων) Για την γαστρική πλύση χρησιμοποιείται διάλυμα αμύλου και για την κάθαρση υδατικό διάλυμα θειικού νατρίου και αμύλου. Ακολουθεί συμπτωματική αγωγή που στοχεύει κυρίως στην αντιμετώπιση των εκδηλώσεων από τους νεφρούς
ΧΛΩΡΑΜΙΝΗ - Τ Είναι στερεά ουσία που διασπάται βραδέως και αποδίδει χλώριο κατά την επαφή της με το νερό Χρησιμοποιείται κυρίως για τη χλωρίωση του ποσίμου ύδατος Αν ληφθεί από του στόματος (σε στερεά κατάσταση) προκαλεί οξεία δηλητηρίαση (υποστηρίζεται ότι η τοξικότητά της οφείλεται στην δυνατότητα μετατροπής της στο έντερο υπό ορισμένες συνθήκες σε κυανιούχο παράγωγο) Λίγα λεπτά μετά την λήψη εμφανίζεται κυάνωση, ζωική εξάντληση, αφρός από το στόμα και αναπνευστική έκπτωση Η θεραπευτική αγωγή προσομοιάζει αυτής που ακολουθείται στις δηλητηριάσεις με κυανιούχα Ειδικά αντίδοτα είναι το νιτρώδες και το θειοθειικό νάτριο
ΤΕΡΕΒΙΝΘΕΛΑΙΟ Είναι το αιθέριο έλαιο από την απόσταξη της ρητίνης του πεύκου και αποτελείται από μείγμα κυκλικών υδρογονανθράκων (τερπένια) Χρησιμοποιείται σε πολλά είδη στιλβωτικών για δάπεδα Έχει ερεθιστική ενέργεια στο δέρμα και στους βλεννογόνους και εύκολα απορροφάται από το έντερο Σε οξεία δηλητηρίαση από του στόματος, τα αρχικά συμπτώματα προέρχονται από τον τοπικό ερεθισμό του γαστρεντερικού, ενώ σε δηλητηρίαση από την εισπνοή ατμών από τον ερεθισμό των βρόγχων Και στις δυο περιπτώσεις η εικόνα εξελίσσεται σε απώλεια των αισθήσεων, επιπόλαια αναπνοή, σπασμούς, ολιγουρία, ανουρία (και σε βρογχοπνευμονία όταν η δηλητηρίαση προκληθεί από εισπνοή) Η θεραπεία συνίσταται αρχικά σε χορήγηση υγρής παραφίνης και σε πλύση του στομάχου. Η προσοχή εστιάζεται αργότερα στην αντιμετώπιση της ανουρίας και των βρογχικών υπερεκκρίσεων
ΝΑΦΘΑΛΙΝΗ Χρησιμοποιείται για την παρασκευή ορισμένων οργανικής συνθέσεως βαφών, αλλά και σκευασμάτων αποσμητικών ή εντομοαπωθητικών Απορροφάται από το στόμα, από το δέρμα, και από τους πνεύμονες (σε εξάχνωσή της) Η οξεία δηλητηρίαση σε άτομα υγιή (χωρίς ειδική ευαισθησία) εκδηλώνεται με μεθαιμοσφαιριναιμία Ιδιαίτερο ενδιαφέρον αποτελεί το γεγονός ότι ανήκει στους παράγοντες που μπορούν να προκαλέσουν αιμολυτικό σύνδρομο σε ορισμένα άτομα που παρουσιάζουν ανεπάρκεια του ενζύμου G-6-PD (ίκτερος και σοβαρή αναιμία, σοβαρότερη είναι η εικόνα στα νεογνά λόγω κινδύνου πυρηνικού ίκτερου) Για τα μη ευαίσθητα άτομα συνιστάται η θεραπευτική αντιμετώπιση της μεθαιμοσφαιριναιμίας, ενώ για τα ευαίσθητα η μετάγγιση θεωρείται απαραίτητη
ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΜΕ ΜΙΚΡΗ ΤΟΞΙΚΗ ΔΡΑΣΗ
ΧΡΩΜΑΤΑ Τα κύρια συστατικά τους είναι υδρογονάνθρακες (οργανικοί διαλύτες) και χρωστικές Τα υδατικά χρώματα σε μικρές δόσεις είναι γενικά ακίνδυνα, ενώ τα χρώματα που χρησιμοποιούνται για τους εξωτερικούς χώρους των σπιτιών περιέχουν υψηλότερες συγκεντρώσεις μολύβδου, αλλά για να προκαλέσουν δηλητηρίαση θα πρέπει να λαμβάνονται για μεγάλο χρονικό διάστημα
ΜΕΛΑΝΕΣ Η μαύρη και η κυανή μελάνη είναι αβλαβείς, αλλά η ερυθρά, η πράσινη και η ιώδης περιέχουν ανιλίνη, που προκαλεί μεθαιμοσφαιριναιμία σε μεγάλες δόσεις Η ερυθρά και η πορτοκαλόχρους μελάνη μπορεί επίσης να περιέχει π-νιτροανιλίνη, που είναι τοξική σε υψηλές δόσεις
ΚΟΛΛΕΣ Οι κόλλες που περιέχουν αρωματικούς υδρογονάνθρακες, σε δόσεις μεγαλύτερες από 1ml/Kg σώματος προκαλούν καταστολή του ΚΝΣ Η από του στόματος λήψη των ισχυρών κυανοακριλικών κολλών ταχείας δράσεως δεν επιφέρει συστηματική τοξικότητα, αφού δεν απελευθερώνονται κυανιούχα Οι ενώσεις αυτές, θεωρούνται ευαισθητοποιοί παράγοντες για το δέρμα και τους πνεύμονες, και μπορεί να προκαλέσουν δερματίτιδα εξ επαφής, ρινίτιδα και άσθμα
ΣΑΜΠΟΥΑΝ Τα κοινά σαμπουάν περιέχουν επιφανειοδραστικές ουσίες και διάφορα προσθετικά υλικά (σελήνιο, σαλικυλικό οξύ, ρεσορκινόλη, συντηρητικά, αρώματα, χρωστικές κα.) Η από του στόματος λήψη προκαλεί ήπιο ερεθισμό του γαστρεντερικού Η θεραπεία συνίσταται σε χορήγηση ύδατος ή γάλακτος, σε πρόκληση εμετού και παρακολούθηση του πάσχοντος για μερικές ώρες