(2) Κώτης Α., (3) Παπαντωνίου Ν., (4) Πολίτου Μ., (1) Κινούς Β.. Η ΕΠΤΑΕΤΗΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΜΑΣ ΣΤΗΝ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΟΡΘΟΥ. (1) Παπαβασιλείου Τ., (1) Χριστοδούλου Ν., (1) Αντώνογλου Ε., (1) Γιωργάκης Ε., Οικονομάκης Ι., (1) Πετρωνιάτης Τ., (1) Σαρτζετάκης Ν., (1) Δημητραδιού Ε. , (2) Κώτης Α., (3) Παπαντωνίου Ν., (4) Πολίτου Μ., (1) Κινούς Β.. (1) Α΄ Χειρουργική Κλινική, (2) Ακτινολογικό Τμήμα, (3) Γαστρεντερολογικό Τμήμα, (4) Παθολογοανατομικό Εργαστήριο. Α΄ Χειρουργικό Τμήμα Γ.Ν. ΡΟΔΟΥ «ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ». Σκοπός: της εργασίας είναι να παρουσιάσουμε την επταετή εμπειρία μας και τα αποτελέσματα αυτής στην αντιμετώπιση ασθενών που χειρουργήθηκαν προγραμματισμένα για αδενοκαρκίνωμα παχέος εντέρου και ορθού. Υλικό και μέθοδος: Κατά την περίοδο 1999-2005 αντιμετωπίσθηκαν χειρουργικά στην Α΄ Χειρουργική κλινική 132 ασθενείς με καρκίνο του παχέος εντέρου και του ορθού. Πρόκειται για 59 γυναίκες με μέση ηλικία τα 69.2 έτη και 73 άνδρες με μέση ηλικία τα 68.7 έτη. Η διαγνωστική προσέγγιση των ασθενών περιελάμβανε ιστορικό, κλινική εξέταση, ακτινογραφία θώρακος, υπερηχοτομογραφία κοιλίας, κολοσκόπηση, βιοψίες, προσδιορισμός καρκινικών δεικτών CEA και Ca 19.9, CT κοιλίας και θώρακος ανάλογα με το περιστατικό. Σε περίπτωση που η κολοσκόπηση ήταν αδύνατη, πραγματοποιούταν διάβαση παχέος εντέρου με γαστρογραφίνη. Η εντόπιση του καρκίνου αφορούσε το παχύ έντερο σε 98 ασθενείς και το ορθό σε 34 ασθενείς. Η τακτική που ακολουθήθηκε σε όλες τις προγραμματισμένες επεμβάσεις ήταν αυτή της χειρουργικής ογκολογίας. Σε όλες τις επεμβάσεις έγινε τελικό-τελική αναστόμωση και σε όλες τις χαμηλές πρόσθιες εκτομές έγινε προστατευτική στομία. Οι παράγοντες που αναλύθηκαν ήταν το φύλο, η ηλικία, η αφαιρεσιμότητα του όγκου, ο αριθμός των αφαιρεθέντων λεμφαδένων, η απόσταση του όγκου από το κατώτερο σημείο εκτομής του εντέρου, η σταδιοποίηση της νόσου κατά UICC, η εμφάνιση τοπικών υποτροπών και η βιωσιμότητα των ασθενών. Η στατιστική ανάλυση έγινε με το χ2 test, ενώ η πολυπαραγοντική μελέτη έγινε με το Cox μοντέλο. Αποτελέσματα: Ο αριθμός των μετεγχειρητικών επιπλοκών ήταν 12% ενώ η μετεγχειρητική θνητότητα ήταν συνολικά 4,5 %. Δυσουρικά ενοχλήματα εμφανίστηκαν σε 3 ασθενείς, υποδόριο αιμάτωμα σε τρεις, διάτρηση λεπτού εντέρου ιατρογενούς αιτιολογίας σε έναν, πνευμονία σε έναν, ενώ επανεπέμβαση χρειάστηκε ένας ασθενής. Ο αριθμός των αφαιρεθέντων λεμφαδένων ήταν κατά μέσο όρο 16.9 (6-57) στις εκλεκτικές επεμβάσεις, ενώ στις επείγουσες ήταν 8.3 (2-20) . Ο μέσος όρος των αφαιρεθέντων λεμφαδένων στην χαμηλή πρόσθια εκτομή του ορθού ήταν 14, ενώ στις υπόλοιπες κολεκτομές 22. Ro αφαίρεση του όγκου επιτεύχθη σε 76,5% των ασθενών και αφορούσε 101 ασθενείς, ενώ R1 αφαίρεση έγινε σε 4 ασθενείς και R2 αφαίρεση σε 27 ασθενείς. Η ιστολογική εξέταση έδειξε και στους 132 ασθενείς εικόνα αδενοκαρκινώματος. Η ταξινόμηση κατά ΤΝΜ ταυτοποίησε σε 10 ασθενείς καρκίνο σταδίου Ι, σε 24 ασθενείς σταδίου ΙΙ, σε 77 ασθενείς σταδίου ΙΙΙ και τέλος σε 21 ασθενείς σταδίου ΙV. Μετεγχειρητική χημειοθεραπεία πραγματοποιήθηκε σε 82 ασθενείς, ενώ ουδείς ασθενής υποβλήθηκε σε ακτινοθεραπεία. Τοπική υποτροπή στην αναστόμωση παρουσιάσθηκε σε δύο ασθενείς με Ro αφαίρεση του όγκου με κατώτερο σημείο εκτομής του εντέρου από το νεόπλασμα μικρότερο του 1 εκ. και σε 5 ασθενείς του συνόλου των χειρουργηθέντων. Η πενταετής επιβίωση των ασθενών που χειρουργήθηκαν για καρκίνο του παχέος εντέρου και του ορθού ήταν 42% (πίνακας 1). Μεγαλύτερη επιβίωση παρουσίασαν οι ασθενείς που χειρουργήθηκαν για καρκίνο του ορθού σε σύγκριση με τους ασθενείς της ομάδος του παχέος εντέρου, χωρίς όμως στατιστική διαφορά (πίνακας 2). Στατιστική διαφορά όσον αφορά την επιβίωση παρουσιάζεται στην ομάδα ασθενών που χειρουργήθηκαν προγραμματισμένα και στην ομάδα που χειρουργήθηκαν επειγόντως (Ρ<0.0005), όπου η πενταετής επιβίωση για την πρώτη ομάδα είναι 50%, ενώ στη δεύτερη είναι 0% (πίνακας 3). Στατιστική διαφορά παρουσιάζεται στην ομάδα των ασθενών που επιτεύχθη Ro αφαίρεση του όγκου σε σύγκριση με την ομάδα που έγινε R1 και R2 αφαίρεση (Ρ<0.0005, πίνακας 4) και στην ομάδα των σταδίων Ι-ΙΙ κατά ΤΝΜ-UICC 1987 σε σύγκριση με την ομάδα ΙΙΙ-ΙV (Ρ=0.0023, πίνακας 5). Στατιστική διαφορά παρουσιάζεται επίσης στην ομάδα των ασθενών που υποβλήθηκαν σε χημειοθεραπεία σε σύγκριση με την ομάδα που δεν έκαναν χημειοθεραπεία (Ρ=0.0021, πίνακας 6). Τέλος στην Hazard Ratio ανάλυση ο σχετικός κίνδυνος θανάτου για τους ασθενείς που χειρουργήθηκαν επειγόντως είναι 3,5 φορές μεγαλύτερος από ότι στους ασθενείς που χειρουργήθηκαν προγραμματισμένα και ο σχετικός κίνδυνος θανάτου στους ασθενείς που είχαν υπολειπόμενο νόσου (R1-2) είναι 5,6 φορές μεγαλύτερος από τους ασθενείς που δεν είχαν υπολειπόμενη νόσο (Rο) (πίνακας 7). Συμπέρασμα: Οι παράγοντες που αυξάνουν το ποσοστό της τοπικής υποτροπής έχουν σχέση με το μέγεθος και την επέκταση του όγκου. Οι παράγοντες αυτοί επηρεάζονται από την τακτική και την τεχνική που θα επιλέξει ο χειρουργός. Η βιωσιμότητα των ασθενών είναι μεγαλύτερη στα στάδια Ι και ΙΙ κατά UICC. Πίνακας 1 Πίνακας 2 Πίνακας 3 Πίνακας 4 1. Πίνακας 5 Πίνακας 6 Πίνακας 7