Βρογγίστα- Καλονέρι
ΒΡΟΓΓΙΣΤΑ Πριν μετονομαστεί σε ΚΑΛΟΝΕΡΙ ονομαζόταν ΒΡΟΓΓΙΣΤΑ και αυτό γιατί τα βράδια ακούγονταν δυνατοί κρότοι. «Βροντούσε το μέρος από τα ξωτικά» ,όπως μαρτυρούσαν οι κάτοικοι, οι οποίοι μέχρι την ανταλλαγή των πληθυσμών ήταν Τούρκοι και γηγενείς. Τη σημερινή ονομασία πήρε το χωριό από το πολύ καλό νερό του. Η παράδοση λέει ότι .για να στεριώσει το χωριό στην καινούργια τοποθεσία ζέψανε δύο τρίχρονα δαμάλια σε ένα ασημένιο αλέτρι και αφού περιχάραξαν τα σύνορα του χωριού τα έθαψαν μαζί με το αλέτρι. Σήμερα τον πληθυσμό του χωριού αποτελεί ντόπιος και προσφυγικός πληθυσμός, καθώς το διαμέρισμα Καλονερίου είναι το μοναδικό διαμέρισμα από τα έξι του Δήμου Ασκίου με προσφυγικό πληθυσμό. Κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας, ζούσαν στο χωριό οικογένειες Τούρκων και Xριστιανών. Οι Xριστιανοί είχαν δικές τους εκκλησίες, δύο από τις οποίες σώζονται και σήμερα όπως ήταν τότε, και είναι η Αγία Παρασκευή στο κέντρο του χωριού, στην οποία την εποχή εκείνη λειτουργούσε και κρυφό σχολειό, και η Αγία Κυριακή, σε απόσταση περίπου ενός χιλιομέτρου από τον οικισμό. Το παλιό της δε εξωκλήσι, γιατί σήμερα έχει χτιστεί και καινούργιο, χρονολογείται όπως και της Αγίας Παρασκευής πάνω από τέσσερις αιώνες.
Οι Τούρκοι στο χωριό είχαν τζαμί στον «Τενεκέ μαχαλά, όπως λέγονταν η γειτονιά όπου βρίσκονταν και το οποίο, μετά την αποχώρηση των Τούρκων ·και τη μετεγκατάσταση των προσφύγων στο χωριό, κατέστρεψαν οι κάτoικoι. Την ίδια εποχή στο χωριό βρισκόταν τα εξωκλήσια του Αγίου Γεωργίου και Αγίου Αθανασίου στη θέση των οποίων σήμερα δεσπόζουν καινούργιες κατασκευές αυτών, αφού δεν σώθηκε τίποτε από τα κτίσματα που υπήρχαν τότε. Μέχρι το 1952 η Αγία Παρασκευή εορτάζονταν ως πολιούχος Αγία του χωριού. Μετά το 1952 και μέχρι σήμερα γιορτάζεται ο Άγιος Παντελεήμονας, μεγαλόπρεπη εκκλησία στο κέντρο του χωριού μας ,που κτίστηκε στο ψηλότερο μέρος του κέντρου του χωριού και μάλιστα στη θέση όπου βρισκόταν τούρκικο σπίτι (το σπίτι του Ασλάν) που μετά την απελευθέρωση και την ανταλλαγή των πληθυσμών χρησίμευε για πολλά χρόνια ως σχολείο .
Πρόσφυγες-Τούρκοι Πριν την άφιξη των προσφύγων Έλληνες και Τούρκοι ζούσαν αγαπημένοι. Αντάλλασσαν προϊόντα, επισκέψεις και έκαναν από κοινού τις δουλειές των χωραφιών. Όταν έφυγαν οι Τούρκοι ήρθαν οι πρόσφυγες: Μικρασιάτες, Πόντιοι, Θρακιώτες και Τουρκόφωνοι. Ενώθηκαν αμέσως όλοι μαζί χωρίς διακρίσεις. Από νωρίς άρχισαν να γίνονται γάμοι ντόπιων και προσφύγων Στις γιορτές συγκεντρώνονταν όλοι μαζί και γλεντούσαν. Το χωριό εξελίχθηκε και πήρε πολλά από τον πολιτισμό των προσφύγων. Η μετακίνηση των Τούρκων έγινε ήρεμα και μέχρι σήμερα απόγονοί τους επισκέπτονται το χωριό και ψάχνουν να βρουν τα σπίτια των παππούδων τους.
Μαρτυρίες Πόλεμος του ‘40 Οι Γερμανοί που έμεναν στο χωριό ήταν πολύ τίμιοι και ζούσαν ειρηνικά μαζί με τους κατοίκους. Ένα θλιβερό γεγονός ήταν όταν τραυματίστηκε η Κ.Ασημένια, η οποία μου έδωσε αυτή τη συνέντευξη. Θυμάται ότι ήταν στο ποτάμι όπου εργαζόταν στα χωράφια του πατέρα της. Τότε οι Γερμανοί κατέφτασαν εξαγριωμένοι, έχοντας πληροφορίες ότι στο ποτάμι ήτανε αντάρτες. Έτσι άρχισαν να πυροβολούν παντού με αποτέλεσμα να τραυματιστεί σοβαρά. Όταν αμέσως κατάλαβαν το λάθος τους, την πήραν και την έβαλαν μέσα στο κάρο για να την πάνε στην Κοζάνη στο Νοσοκομείο για να τη σώσουν. Στο δρόμο λέει «νόμιζα ότι θα πέθαινα! Άκουγα πυροβολισμούς και νόμιζα ότι ερχότανε κατά πάνω μου» Όταν άνοιξε τα μάτια βρέθηκε μέσα σε ένα θάλαμο νοσοκομείου. Αυτό που είπε πρώτα ήταν «είμαι ζωντανή και επέζησα». Η γυναίκα αυτή ταλαιπωρήθηκε πολύ με την υγεία της αλλά μας είπε ότι οι Γερμανοί ήταν δίπλα της και τη βοηθήσανε. Η συνέντευξη πάρθηκε από την κυρία Ασημένια Φίλου, ετών 87. Οι γονείς της ήταν πρόσφυγες αλλά αυτή γεννήθηκε το 1925 και μεγάλωσε στο Καλονέρι μέχρι και σήμερα.
Ιστορίες από τη γιαγιά… Το Καλονέρι εκείνη την εποχή φημιζόταν για τα αξιοθέατά του όσο και για τις ιστορίες του. Το πιο φημισμένο από αυτά ήταν μια πέτρα στην τοποθεσία του κοίτου. Είχε ένα άνοιγμα μέσα από το οποίο περνούσαν οι άρρωστοι Έλληνες και Τούρκοι πιστεύοντας ότι θα γίνουν καλά. Έλεγαν ότι αν τους έσφιγγε η πέτρα και τους εμπόδιζε να περάσουν δε θα γινότανε ποτέ καλά. Πολύ κόσμος, ακόμη και από μακριά ερχότανε για να περάσει τη θαυματουργή πέτρα. Κάθε φορά που περνούσανε αφήνανε δωρεά κάποια νομίσματα. Αυτή η πέτρα σώζεται μέχρι και σήμερα. Στη συνέχεια το εξωκκλήσι της Αγίας Κυριακής έπαιζε καθοριστικό ρόλο εκείνη την εποχή. Ήταν πολύ παλιό και ο προπάππους μου διηγούνταν πολλές ιστορίες τις οποίες είχε ζήσει ο ίδιος. Οι Χριστιανοί κάτοικοι επισκέπτονταν συνέχεια την εκκλησία και την είχαν προστάτιδα στα δύσκολα χρόνια. Εκεί τελούνταν οι γάμοι γιατί στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, που βρίσκονταν στο κέντρο του χωριού γίνονταν οι κηδείες. Οι Τούρκοι σέβονταν την Αγία Κυριακή και απέφευγαν να κόβουν δέντρα, γιατί πίστευαν ότι η Αγία θα τους τιμωρήσει. Αν προσέξουμε ενώ σε όλο το βουνό δεν υπάρχουν αρκετές. Οι άνθρωποι δεν ήθελαν να τις κόψουν γιατί τις θεωρούσαν κτήμα της Αγίας. Την αποκαλούσαν «Μπίσμπο» γιατί έλεγαν ότι όσες φορές παρουσιάστηκε ήταν γριούλα μαυροφόρα.
Μια φορά πάλι διηγούνταν ο παππούς μου ότι υπήρχε ένα μελίσσι στην κουφάλα μιας βελανιδιάς. Ένας θείος του που είχε μελίσσια, θέλησε να πάει να το πάρει. Πήγε μαζί του ο παππούς μας με τον ξάδερφό του. Όταν έφτασαν στην Αγία Κυριακή ο καιρός ήταν θαυμάσιος. Την ώρα που ανέβηκε ο θείος να πάρει το μελίσσι ακούστηκε μια βροντή σα να έπεφτε κεραυνός. Φοβήθηκε και αμέσως κατέβηκε και είπε: «έτσι μας φάνηκε θα ανέβω να πάω να το πάρω». Το κατέβασε και το πήρε στο σπίτι. Όταν έφτασε βρήκε την κόρη του βουβή, ενώ ήταν καλά πριν, σε λίγες μέρες πέθανε. Τότε πίστεψε ότι έγινε αυτό γιατί πήρε το μελίσσι από την Αγία. Έτσι λοιπόν όλοι φοβόντουσαν την εκκλησία αυτή. Μια ακόμη παρόμοια ιστορία είναι του Αγίου Αθανασίου. Μια τουρκάλα ονειρεύτηκε τον Άγιο να της λέει να πει ελάχιστους Χριστιανούς που διέμεναν στο χωριό να πάνε να τον βγάλουνε από την περιοχή που ήταν θαμμένος. Η τουρκάλα όμως δεν το έκανε γιατί φοβότανε την αντίδραση των Χριστιανών. Την επόμενη μέρα το ίδιο πάλι αλλά σώπασε. Την τρίτη μέρα βρίσκει τον γιο της βαριά άρρωστο και τον Άγιο να της λέει ότι αν δεν το πει θα πέθαινε. Τότε λοιπόν έπιασε τους Χριστιανούς και τους τα είπε όλα, τους έδειξε το μέρος και όταν έσκαψαν βρήκαν μια εικόνα του Αγίου. Η εικόνα προσκυνήθηκε από όλο το χωριό, καθώς και από άλλα μέρη.