Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών «Εφαρμοσμένης Οικονομικής και Χρηματοοικονομικής» Μάθημα: Αναπτυξιακά Θέματα Αιχμής της Ελληνικής Οικονομίας Ακαδημαϊκό έτος: 2013-2014 Διδάσκων: Π.Ε. Πετράκης Γραφείο: Σταδίου 5, (Γραφείο 110) Ώρες γραφείου: Τρίτη 16:00-17:00 Τηλέφωνο: 210-3689353 E-mail: ppetrak@econ.uoa.gr
Διάλεξη 2η - Τα αίτια της Ευρωπαϊκής κρίσης. - Διαρκής Οικονομική Στασιμότητα. - Οι βαθύτερες αιτίες του Ελληνικού οικονομικού και κοινωνικού προβλήματος.
1ο Μέρος – Τα αίτια της Ευρωπαϊκής κρίσης
Η Τρέχουσα Κατάσταση της Κρίσης και οι Εγχώριες Επιρροές Η ασθενής ζήτηση προέρχεται από εγχώριες και διεθνείς πηγές. Οι εγχώριες πηγές προέρχονται από τρεις τύπους αιτιών: μακροπρόθεσμες αιτίες, μεσοπρόθεσμες αιτίες και την προκληθείσα πολιτική.
Τα Μακροπρόθεσμα Αίτια της Ασθενούς Ζήτησης Οι μακροπρόθεσμες αιτίες της χαμηλής μεγέθυνσης και της έλλειψης ζήτησης στην Ευρωπαϊκή οικονομία οφείλονται στα εξής: Μη Βέλτιστη Νομισματική Περιοχή. Εδώ θα πρέπει να συμπεριλάβουμε τους παραγόμενους αυτοεκπληρούμενους πανικούς, διότι: i) οι χώρες με πολύ υψηλό χρέος εγκαταλείπουν τα νομίσματά τους, και ii) δεν υπάρχει κάποιο δημοσιονομικό φρένο, με άλλα λόγια απουσιάζει ένα πραγματικό πολιτικό φρένο (Corsetti and Dedola 2013), Οι τάσεις παραγωγής και ζήτησης στην Ανατολή, Η χρονική καθυστέρηση μεταξύ παραγωγής και καινοτομίας, Η ασύμμετρη ανάπτυξη των Ευρωπαϊκών θεσμών και του πολιτισμικού υποβάθρου, Τα εμπόδια από την πλευρά της προσφοράς, και Το πρόβλημα της γήρανσης του πληθυσμού.
Τα Μεσοπρόθεσμα Αίτια της Ασθενούς Ζήτησης Οι μεσοπρόθεσμες αιτίες μπορεί να είναι οι εξής: Υπερβάλλουσες αποταμιεύσεις των Βορείων και κεντρικών οικονομικών της Ευρώπης οι οποίες κατευθύνονταν προς τις χώρες της Ευρωπαϊκής περιφέρειας ως εισαγωγές κεφαλαίων και επενδύσεις στις αρχές του 2010, Ασθενής καθαρή επενδυτική θέση, συμπεριλαμβανομένων των ανισορροπιών στο εξωτερικό ισοζύγιο, Αρνητικές προσδοκίες σε δύο κρίσιμα ζητήματα: την τιμολόγηση του χρέους (κυβερνήσεις, τράπεζες) και τα επιχειρηματικά σήματα (entrepreneurial signals) που οδηγούν σε λανθασμένη κατανομή των πόρων, Χρηματοοικονομική απομόχλευση, Υπερβολικό χρέος (αδυναμία υψηλά χρεωμένων να επενδύσουν) (Rajan 2013), Δυσλειτουργία τραπεζικού συστήματος (μετάδοση κινδύνου, κατακερματισμός (Bruegel 2013) και συνέπειες της παγίδας ρευστότητας), Αυξημένη ανισότητα ως τροχοπέδη της ανάπτυξης και απαξίωση του ανθρωπίνου κεφαλαίου λόγω μακροχρόνιας ανεργίας, Η ταυτόχρονη έλλειψη ηγεμονίας (Kindleberger 1978, Eichengreen et al. 2013), Το εξωφρενικό προνόμιο του χαμηλότερου κόστους δανεισμού, που αν και έρχεται σε συνδυασμό με ισχυρό νόμισμα στην παρούσα κρίση, έρχεται με τέτοιο κόστος για τη Γερμανία.
Οι Εφαρμοζόμενες Πολιτικές ως Αιτία της Ασθενούς Ζήτησης Οι πολιτικές που ευθύνονται για την ασθενή μεγέθυνση και ζήτηση αφορούν σε: Υπερβάλλουσα εξισορρόπηση της Καθαρής Διεθνούς Επενδυτικής Θέσης αντί για δημοσιονομικά κίνητρα (Fiscal Stimulus), Ασθενής ποσοτική χαλάρωση αντί για σκληρή ποσοτική χαλάρωση, Μια ίδια για όλους νομισματική πολιτική (A Suit Fits for Αll) αντί για εξισορροπητική νομισματική πολιτική, Συγχρονισμός των πολιτικών από την πλευρά της προσφοράς και των πολιτικών δημοσιονομικής προσαρμογής αντί για συγκεκριμένες πολιτικές ανά χώρα, Δημοσιονομική και νομισματική πολιτική που ωθούν σε αντίθετες κατευθύνσεις.
Οι Διεθνείς επιρροές Οι διεθνείς επιρροές στην Ευρωπαϊκή ασθενή μεγέθυνση και ζήτηση έχουν δύο διαφορετικές πηγές: Πρώτη πηγή αποτελεί ο διεθνής συγχρονισμός ασθενούς οικονομικής μεγέθυνσης ο οποίος έχει έναν κυκλικό χαρακτήρα στο βαθμό που βασίζεται στις πολιτικές εξυγίανσης των ανεπτυγμένων οικονομιών και ένα διαρθρωτικό χαρακτήρα που βασίζεται στις ανισορροπίες στα εξωτερικά ισοζύγια και στο διαρθρωτικό ισοζύγιο της Κίνας (πλεόνασμα καταθέσεων). Δεύτερη πηγή αποτελούν οι πολιτικές beggar-thy-neighbor, οι οποίες ίσως οδηγούν σε ανατιμήσεις του ευρώ έναντι του γεν και του δολαρίου.
2ο Μέρος – Διαρκής Οικονομική Στασιμότητα (Secular Stagnation)
Διαρκής Οικονομική Στασιμότητα (1/5) Κατά την περίοδο μιας διαρκής οικονομικής στασιμότητας ο αποπληθωρισμός και τα αρνητικά επιτόκια δημιουργούν αντικίνητρα για νέες επενδύσεις καθώς οι αποδόσεις είναι πολύ χαμηλές. Καθώς οι μακροχρόνιες επενδύσεις (υποδομές, εκπαίδευση) περιορίζονται τίθεται σε κίνδυνο η διατήρηση μιας σταθερής μελλοντικής οικονομικής ανάπτυξης. Η απουσία τέτοιων επενδύσεων οδηγεί σε μείωση του εισοδήματος, περαιτέρω απουσία νέων επενδύσεων και εν τέλει εκροή αποταμιεύσεων δημιουργώντας μια μακροχρόνια στασιμότητα.
Διαρκής Οικονομική Στασιμότητα (2/5) Τα πολύ χαμηλά επιτόκια και οι συνθήκες αποπληθωρισμού που εμφανίζονται στην Ευρωζώνη δημιουργούν πρόσθετους προβληματισμούς αναφορικά με την αντιμετώπιση της κρίσης. Ορατή είναι απειλή του αποπληθωρισμού καθώς ο προσδοκώμενος πληθωρισμός της Ευρωζώνης για τα επόμενα δύο χρόνια αναμένεται να διαμορφωθεί ελάχιστα πάνω από το 1%. Η διαμόρφωση του πληθωρισμού κάτω από τον προσδοκώμενο πληθωρισμό έχει ως συνέπεια την ανακατανομή του πλούτου από τους υπερχρεωμένους στους πιστωτές αυξάνοντας το βάρος των οφειλετών. Έτσι η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού υπονομεύει τη βιωσιμότητα του χρέους ιδίως στις χώρες της περιφέρειας.
Διαρκής Οικονομική Στασιμότητα (3/5) Πριν από το ξέσπασμα της κρίσης ο πληθωρισμός στις χώρες της περιφέρειας διαμορφωνόταν λίγο πάνω από το 2% ενώ στη Γερμανία ήταν χαμηλότερος. Ως μέρος της προσπάθειας για ανάκτησης της ανταγωνιστικότητας στις χώρες της περιφέρειας ο πληθωρισμός στις χώρες του κέντρου θα πρέπει να αυξηθεί ώστε να βελτιωθούν οι σχετικές τιμές υπέρ των πρώτων. Στη Γερμανία συνεχίζουν να υπάρχουν φόβοι πως μια αύξηση του πληθωρισμού θα οδηγήσει σε απομείωση της αξίας των αποταμιεύσεών τους. Η ΕΚΤ θα έπρεπε ωστόσο να συμβάλει ώστε να διατηρηθεί ο πληθωρισμός κοντά στο 2%, αποδεχόμενη υψηλότερα επίπεδα πληθωρισμού στη Γερμάνια.
Διαρκής Οικονομική Στασιμότητα (4/5) Η πτώση του σημείου ισορροπίας των πραγματικών επιτοκίων την τελευταία δεκαετία εξηγεί (α) την έλλειψη πιέσεων για αύξηση της ζήτησης πριν την κρίση, και (β) τους αναιμικούς ρυθμούς μεγέθυνσης μετά την κρίση. Στα χρόνια πριν την κρίση, το φθηνό χρήμα και η απορύθμιση των αγορών θα έπρεπε να ασκούσαν αυξητικές πιέσεις στη ζήτηση αυξάνοντας τον πληθωρισμό και δημιουργώντας φούσκες στην αγορά. Ωστόσο, η οικονομία απέτυχε να υπερθερμανθεί και υπήρξε σημαντική κάμψη. Στα χρόνια που ακολούθησαν μετά την κρίση, η ανάκαμψη θα έπρεπε να είναι αρκετά ισχυρή. Αντίθετα ήταν αρκετά ασθενής. Η απασχόληση δεν αυξήθηκε ενώ το παραγωγικό κενό παραμένει να είναι υψηλό. Μια μεγάλη πτώση του σημείου ισορροπίας του επιτοκίου έχει ως συνέπεια να αντισταθμίσει οποιαδήποτε θετική επίδραση στη ζήτηση από την πολιτική χαμηλών επιτοκίων πριν από την κρίση.
Πώς όμως η έλλειψη ζήτησης θα μπορέσει να αντιμετωπιστεί ώστε να αυξηθεί ο πληθωρισμός; Η απάντηση θα μπορούσε να είναι να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες υπερθέρμανσης της οικονομίας ώστε να αυξηθούν οι τιμές. Ωστόσο υπάρχει ο κίνδυνος κάποια στιγμή να σκάσουν οι φούσκες και να οδηγηθούμε πάλι σε ύφεση. Η χρησιμοποίηση της νομισματικής πολιτικής για να μειωθούν τα πραγματικά επιτόκια ενέχουν τον κίνδυνο να δημιουργήσουν στρεβλώσεις στην οικονομία. Ανάγκη εύρεσης ενδεδειγμένων πολιτικών σήμερα: Οι διαρθρωτικές μεταβολές, η βελτίωση του επενδυτικού κλίματος και η ανάπτυξη ενός διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος είναι ο σωστός δρόμος. Η πρόσφατη μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ αναμένεται να βοηθήσει τις τράπεζες της περιφέρειας, ωστόσο η παροχή πίστωσης στην πραγματική οικονομία αναμένεται να είναι περιορισμένη. Και με επιτόκια ήδη κοντά στο μηδέν η οικονομία γίνεται ακόμα πιο αδύναμη να αντιδράσει. Η νομισματική πολιτική έχει ασθενή επίδραση και οριακή επίδραση μέσω μιας ενδεχόμενης ποσοτικής χαλάρωσης.
Διαρκής Οικονομική Στασιμότητα (5/5) Μια εναλλακτική προσέγγιση για την αντιμετώπιση του αποπληθωρισμού στην Ευρωζώνη θα ήταν να προχωρούσε η ΕΚΤ στην αγορά χαρτοφυλακίων με εταιρικά ομόλογα. Με αυτό τον τρόπο θα μπορούσε να μειώσει το κόστος δανεισμού των μεγάλων εταιριών. Ωστόσο, το πρόβλημα πίστωσης των μικρών εταιριών της περιφέρειας θα εξακολουθούσε να υφίσταται. Η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ θα πρέπει να συνοδεύεται από αναδιάρθρωση των ισολογισμών των Ευρωπαϊκών τραπεζών ώστε να δημιουργηθεί ένα υγιές τραπεζικό σύστημα το οποίο θα μπορεί να διοχετεύσει ρευστότητα στην πραγματική οικονομία και θα δίνει παράλληλα τα κίνητρα στις επιχειρήσεις για νέες επενδύσεις.
3ο Μέρος – Οι βαθύτερες αιτίες του Ελληνικού οικονομικού και κοινωνικού προβλήματος
Χαρακτηριστικά των βαθύτερων αιτιών του οικονομικού και κοινωνικού προβλήματος της Ελλάδος Οι αιτίες του Ελληνικού οικονομικού και κοινωνικού προβλήματος: θα πρέπει να αναζητηθούν σε χαρακτηριστικά της οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης με μακροχρόνιο ορίζοντα, έχουν πρωταρχική ύπαρξη, είναι μη σχετιζόμενες μεταξύ τους (ως αίτιο και αιτιατό μέσω κοινών γενεσιουργών αιτιών), και ανήκουν σε διαφορετικές σφαίρες ανθρώπινης δραστηριότητας. έχουν μακροχρόνια διάσταση, ασκούν καθολική επίδραση σε όλο (ή σχεδόν σε όλο) το φάσμα λειτουργίας της κοινωνίας και οικονομίας, επιδρούν σημαντικά στην κοινωνία και την οικονομία, αφορούν τις εναπομείνασες εισροές της μεγέθυνσης ή του Συνολικού Παράγοντα Παραγωγικότητας (Total Productivity Factor) με αποτέλεσμα να: καθορίζουν την αποτελεσματικότητα των βασικών εισροών μεγέθυνσης, και προσδιορίζουν τα χαρακτηριστικά του βασικού μοντέλου λειτουργίας της οικονομίας.
Χαρακτηριστικά των βαθύτερων αιτιών του οικονομικού και κοινωνικού προβλήματος της Ελλάδος ορισμένες διαστάσεις των βαθύτερων αιτιών αφορούν και τη διαθέσιμη ποσότητα των βασικών συντελεστών μεγέθυνσης: τα χαρακτηριστικά του πολιτισμικού υπόβαθρου έχουν (αρνητική) επίπτωση στη γεννητικότητα και ενδεχομένως στην ανάγκη διατύπωσης μίας παραγωγικής μεταναστευτικής πολιτικής, ορισμένα χαρακτηριστικά έχουν επίπτωση και στη διαθεσιμότητα κεφαλαίου ως πρωτογενή παράγοντα μεγέθυνσης.
Οι βαθύτερες αιτίες του οικονομικού και κοινωνικού προβλήματος
1. Θεσμικό υπόβαθρο Οι θεσμοί σε μια κοινωνία και οικονομία: είναι ανθρώπινες κατασκευές που λειτουργούν ως κανόνες και περιορισμοί στη διαμόρφωση της ανθρώπινης οικονομικής και κοινωνικής συμπεριφοράς, οργανώνουν το πλαίσιο των κινήτρων των ανθρώπινων συναλλαγών, παραμένουν σταθεροί για μεγάλα χρονικά διαστήματα και έτσι φέρουν μεγάλη ευθύνη για την ιστορική εξέλιξη των κοινωνιών και οικονομιών. Το θεσμικό πλαίσιο: μειώνει την αβεβαιότητα που συνοδεύει την καθημερινή ζωή, και περιλαμβάνει κυρίως το ζήτημα των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας και τους όρους των συμβολαίων που αφορούν τις συναλλαγές. Η σπουδαιότητα των θεσμών: Οι θεσμοί παίζουν σημαντικό ρόλο ιδίως εάν επιθυμούμε να κατανοήσουμε -μακροπρόθεσμα και βραχυπρόθεσμα- την πορεία της επίδοσης των οικονομιών. Μαζί με τους βασικούς παραγωγικούς συντελεστές οι θεσμοί θεωρούνται ως οι κύριοι παράγοντες διαμόρφωσης της ανάπτυξης και της μεγέθυνσης σε μία οικονομία. Στις μέρες μας, η σημασία των θεσμικών μεταβολών γίνεται ακόμη πιο κρίσιμη. Κυρίως στις ανεπτυγμένες χώρες, η διαδικασία της συσσώρευσης των βασικών συντελεστών μεγέθυνσης έχει διαταραχτεί σοβαρά. Έτσι, οι θεσμοί παραμένουν η πλέον πρόσφορη πιθανή πηγή νέων αναπτυξιακών διεργασιών.
Θεσμική μεταβολή Εάν οι θεσμοί είναι οι κανόνες του παιχνιδιού σε μια κοινωνία (North, 1990), οι οργανισμοί και τα φυσικά πρόσωπα που αποφασίζουν είναι οι παίκτες. Πηγή της θεσμικής μεταβολής είναι αυτός που επιχειρεί, δηλαδή ο επιχειρηματίας (entrepreneur). Οι πηγές της μεταβολής των θεσμών προέρχονται από τις ευκαιρίες που γίνονται αντιληπτές από τους επιχειρηματίες και μπορεί να συνδέονται με το εξωτερικό περιβάλλον, τη γνώση και τις ικανότητες. Οι θεσμοί είναι η κυρίαρχη πηγή προσδιορισμού των κινήτρων των ατόμων σε μία οικονομία και κοινωνία όσον αφορά την οικονομική ανάπτυξη και μεγέθυνση, επηρεάζοντας το βαθμό κατά τον οποίο τα άτομα καινοτομούν και επενδύουν.
1.1 Το πολιτισμικό υπόβαθρο και η σημασία του Το πολιτισμικό υπόβαθρο: αποτελεί καθοριστικό συστατικό της θεσμικής κατασκευής, προέρχεται από μία βασική γεννήτρια συμπεριφορών και δομών: το ανθρώπινο μυαλό, και επηρεάζει τα οικονομικά αποτελέσματα μέσω δύο κυρίως καναλιών: μέσω των κινήτρων και της επιθυμίας των ατόμων να εμπλέκονται σε διάφορες δραστηριότητες απασχόλησης, την οργάνωση των αγορών και την επιθυμία να συσσωρεύουν φυσικό και ανθρώπινο κεφάλαιο, και μέσω του βαθμού συνεργασίας και εμπιστοσύνης στην οικονομία. Θεσμοί και πολιτισμικό υπόβαθρο: Ομοιότητα: Τόσο οι θεσμοί όσο και το πολιτισμικό υπόβαθρο επηρεάζουν την ανθρώπινη συμπεριφορά και τα ανθρώπινα κίνητρα. Διαφορές: Οι θεσμοί βρίσκονται υπό τον πλήρη έλεγχο των μελών της κοινωνίας. Αντιθέτως, το πολιτισμικό υπόβαθρο εμφανίζει μία μακροχρόνια επιμονή. Οι θεσμοί μπορούν να θεωρούνται καταστάσεις ισορροπίας της κοινωνίας δεν ισχύει όμως το ίδιο για το πολιτισμικό υπόβαθρο καθώς μία μεταβολή των θεσμών μπορεί να αλλάξει και στοιχεία του πολιτισμικού υποβάθρου.
Ιστορικοί θεσμοί – πολιτισμικό υπόβαθρο – οικονομική ανάπτυξη Οι ιστορικοί θεσμοί προηγούνται και άρα επηρεάζουν την οικονομική ανάπτυξη (Acemoglou et al., 2001). Οι ιστορικοί θεσμοί προηγούνται και μέσω του πολιτισμικού υποβάθρου διαμορφώνεται η οικονομική ανάπτυξη (Tabellini, 2005). Συνοψίζοντας, το πολιτισμικό υπόβαθρο συνδέεται με την οικονομική απόδοση ως εξής:
Ιεράρχηση επικρατούντων κοινωνικών ψυχολογικών στερεοτύπων στην Ελληνική κοινωνία Το πολιτισμικό υπόβαθρο έχει μακροπρόθεσμη αντικυκλική αναπτυξιακή επίδραση. Ο προσανατολισμός στο παρόν, η κυριαρχία της αβεβαιότητας και η μη εμπιστοσύνη (χαμηλό κοινωνικό κεφάλαιο) συντελούν στη μειωμένη γεννητικότητα.
1.2 Συσκότιση δικαιωμάτων ιδιοκτησίας Η συσκότιση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της ποιότητας των οικονομικών θεσμών (δικαιώματα ιδιοκτησίας και συνθήκες συμβολαιοποίησης). Πρόκειται για τη σύγχυση αναφορικά με το ποιος έχει το δικαίωμα ιδιοκτησίας σε συγκεκριμένες αξίες σε πολλούς τομείς της οικονομικής δραστηριότητας. Αίτια στα οποία οφείλεται η επικράτηση του φαινομένου της συσκότισης επί των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας: α) οικονομικά γεγονότα, β) πολιτισμικά χαρακτηριστικά (συλλογικότητα έναντι ιδιωτικότητας), γ) χαρακτηριστικά της φύσης των συναλλαγών σε μία κοινωνία (με κύρια έκφραση την αβεβαιότητα και τη μη επαναληπτικότητα), και δ) το γεγονός ότι βασικοί πλουτοπαραγωγικοί πόροι αποτελούν κοινούς πόρους για όλη την οικονομία. Η συσκότιση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας ευνοεί: α) την αντιπαραγωγική οργάνωση της επίσημης οικονομικής δραστηριότητας, και β) τη διόγκωση της σκιώδους οικονομίας (Torgler και Schneider, 2009).
Συσκότιση δικαιωμάτων ιδιοκτησίας
1.3 Οι πολιτικοί θεσμοί ως προσδιοριστικός παράγοντας για την αναδιοργάνωση των οικονομικών θεσμών Οι πολιτικοί θεσμοί αποτελούν έναν τρόπο άθροισης/ συγκέντρωσης των ατομικών προτιμήσεων και των συγκρούσεων που καλύπτουν όλη την κοινωνία. Διαφορετικοί πολιτικοί θεσμοί διαμορφώνουν διαφορετικούς νικητές και ηττημένους και ως εκ τούτου αντιπροσωπεύουν διαφορετικές ισορροπίες δυνάμεων. Αυτό οδηγεί στην αέναη ύπαρξη κοινωνικής έντασης γύρω από το σχηματισμό των θεσμών. Το σύστημα των πολιτικών θεσμών είναι ο κύριος διαμορφωτής της κατανομής των πόρων στην οικονομία, η οποία με τη σειρά της διαμορφώνει τους νέους πολιτικούς και οικονομικούς θεσμούς σε μια οικονομία. Η κατανομή της πολιτικής δύναμης αλλά και η δυνατότητα διαμόρφωσης των θεσμών μπορεί να διαμορφώνονται από: α) τις πιέσεις των ενδιαφερομένων, β) το υπάρχον επίπεδο τεχνολογίας, και γ) τη συσσώρευση του πλούτου και την κατανομή του εισοδήματος και του πλούτου. Γιατί οι κοινωνίες δε διαλέγουν να έχουν τους πλέον αποτελεσματικούς πολιτικούς θεσμούς και τις πλέον αποτελεσματικές πολιτικές; Τρεις βασικές απαντήσεις (Acemoglu, 2009): α) υπάρχει έντονη κοινωνική σύγκρουση που δημιουργεί χαμένους και κερδισμένους, β) υπάρχει πρόβλημα ανειλημμένων υποχρεώσεων, και γ) συνειδητά οι έχοντες την πολιτική εξουσία διαμορφώνουν θεσμούς και λαμβάνουν αποφάσεις πολιτικής που απέχουν από την άριστη κατανομή των πόρων.
Οι πολιτικοί θεσμοί στην Ελληνική οικονομία Οι πολιτικοί θεσμοί στην Ελληνική οικονομία χαρακτηρίζονται από το χάσμα της προγραμματικής διακήρυξης και του εφαρμοζόμενου κυβερνητικού προγράμματος, το οποίο μάλιστα γεφυρώνεται μέσω της προγραμματικής σύγκλισης των κομμάτων εξουσίας έτσι όμως τα πολιτικά κόμματα χάνουν τη μεταρρυθμιστική τους ικανότητα. Η χρονική υστέρηση που χαρακτηρίζει την (εκλογική) εντολή της πολιτικής εξουσίας σε σύγκριση με τα προβλήματα που καλείται να επιλύσει, αποτελεί μόνιμη τροχοπέδη στην αναπτυξιακή διαδικασία. Παράλληλα, η έντονη επίδραση των ομάδων πίεσης συντελεί στη μείωση των δυνατοτήτων προσαρμογής της κοινωνίας και της οικονομίας στις εξωτερικές επιδράσεις.
2. Οι κοινοί πόροι ως η κύρια πηγή πλούτου Τα προβλήματα που σχετίζονται με την άριστη διαχείριση των φυσικών πόρων που χρησιμοποιούνται από κοινού από πολλά άτομα, δεν έχουν λυθεί ούτε θεωρητικά ούτε πολιτικά (Ostrom, 2002). Παρατηρούνται δύο αντίθετες αντιλήψεις σχετικά με τη διαχείρισή των φυσικών πόρων: α) το κράτος πρέπει να έχει υπό την ευθύνη του τη διαχείρισή τους, και β) το πρόβλημα μπορεί να λυθεί με την ιδιωτικοποίησή τους. Οι κοινοί πόροι έχουν ως κύριο χαρακτηριστικό την απόλυτη συσκότιση αναφορικά με τη φύση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, τον ιδιοκτήτη τους και τη διαδικασία συμβολαιοποίησης τους.
Άμεση και έμμεση συμβολή του τουριστικού και του κατασκευαστικού τομέα στο ΑΕΠ, (2008) Ένα μέρος του παραγόμενου προϊόντος στην Ελληνική οικονομία συνδέεται με τους κοινούς πόρους. Εφόσον μία κοινωνία χαρακτηρίζεται από έντονη παρουσία του κατασκευαστικού και του τουριστικού τομέα, έχει ως πρωτογενή πηγή παραγωγής το περιβάλλον. Η ιδιοκτησία γης ως η βασική πηγή πλούτου στην Ελληνική οικονομία καθώς και η νεφελώδης αντίληψη της συσκότισης των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων επηρέασαν τη φύση της ποιότητας και της ποσότητας της επιχειρηματικότητας στην Ελληνική οικονομία.
3. Ο ηθικός κίνδυνος στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα και η θεσμική αδυναμία στην Ε.Ε. Παράγοντες με εξωτερική προέλευση συμπεριλαμβάνονται στις βαθύτερες αιτίες του Ελληνικού οικονομικού και κοινωνικού προβλήματος. Διαπιστώνεται ότι: μία εξωτερική συνθήκη μπορεί να ευθύνεται για τις εσωτερικές εξελίξεις μιας χώρας, σε μακροχρόνια διάσταση. Ο εξωτερικός παράγοντας έχει ευθύνη για τη διαμόρφωση ενός περιβάλλοντος υπό το οποίο μόνιμες παθολογικές καταστάσεις της Ελληνικής οικονομίας μετατρέπονται σε μείζονα περιστατικά κρίσεων. Οι τακτικά επαναλαμβανόμενες μείζονες εθνικές κρίσεις έχουν αυτοτελή αρνητικό χαρακτήρα αιτιότητας όσον αφορά στις αναπτυξιακές προϋποθέσεις της Ελληνικής κοινωνίας.
Ο ηθικός κίνδυνος στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα και η θεσμική αδυναμία στην Ε.Ε. Οι Reinhart και Rogoff συζητάνε τις κρίσεις αυτές ως εθνικές κρίσεις πτώχευσης ή καταστάσεις κοντά στην πτώχευση του εξωτερικού χρέους μίας χώρας, που περιλαμβάνουν την πτώχευση της κυβέρνησης είτε λόγω δικών της χρεών είτε λόγω χρεών του ιδιωτικού τομέα που ήταν δημοσιονομικά ελλειμματικός. Σε παγκόσμιο επίπεδο τα περιστατικά αυτά είναι πέντε: κατά τη διάρκεια των Ναπολεόντειων πολέμων, όταν σχεδόν οι μισές χώρες παγκοσμίως αδυνατούσαν να πληρώσουν τα χρέη τους (1820 - τέλη της δεκαετίας του 1840), από τη δεκαετία του 1870 και για δύο δεκαετίες, από το 1930 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1950, όταν και πάλι σχεδόν οι μισές χώρες παγκοσμίως αδυνατούσαν να αποπληρώσουν τα χρέη τους, κρίση χρέους των αναδυόμενων οικονομιών των δεκαετιών του 1980 και του 1990, στα πέντε αυτά περιστατικά θα πρέπει να προστεθεί το περιστατικό της κρίσης του 2008 – 2010.
Ποσοστά χωρών σε κατάσταση πτώχευσης ή αναδιάρθρωσης του χρέους
Ο ηθικός κίνδυνος στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα και η θεσμική αδυναμία στην Ε.Ε. Οι οικονομικοί λόγοι δημιουργίας των διεθνών κρίσεων θα πρέπει να αναζητηθούν: σε παγκόσμιους οικονομικούς παράγοντες, όπως είναι οι τιμές των προϊόντων και η τιμή του κεφαλαίου (επιτόκια) στις βασικές παγκόσμιες οικονομίες. Η περιοδική διόγκωση των αξιών στην παγκόσμια οικονομία συνοδεύτηκε από διόγκωση των νομισματικών αξιών και διόγκωση της κινητικότητας των κεφαλαίων (Obstfeld και Taylo, 2003), που αναζητούσαν διεξόδους προς επένδυση έστω υπό μειωμένους όρους εξασφάλισης και υπόσχεσης της αποπληρωμής (moral hazard). Η εκτίμηση των Abbas et al. (2010) δίνει μία παρόμοια μακροπρόθεσμη εικόνα παρόλο που το μέτρο της απεικόνισης είναι διαφορετικό (λόγος χρέους προς το ΑΕΠ) για ομάδες χωρών (G-20 ανεπτυγμένες, G-20 αναπτυσσόμενες, χαμηλού εισοδήματος χώρες) όπως φαίνεται στο Διάγραμμα 10.2.
Χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ για ανεπτυγμένες, αναδυόμενες και χαμηλού εισοδήματος χώρες
Κινητικότητα κεφαλαίου σε διεθνές επίπεδο Οι Reinhart και Rogoff (2008) έχουν κάνει ένα βήμα παραπάνω: Διαπίστωσαν ότι: «περίοδοι υψηλής κινητικότητας του διεθνούς κεφαλαίου έχουν επανειλημμένα οδηγήσει σε διεθνείς οικονομικές τραπεζικές κρίσεις».
Γεγονότα που σχετίζονται με τις κρίσεις Έχει παρατηρηθεί επαναλαμβανόμενη εμφάνιση μίας αλληλουχίας γεγονότων που σχετίζονται με τις κρίσεις: α) τα ιδιωτικά και τα δημόσια χρέη αυξάνονται ως μία πρώιμη ένδειξη της επερχόμενης κρίσης, β) οι τραπεζικές κρίσεις (εγχώριες και διεθνείς) εμφανίζονται ή συνοδεύουν τις δημοσιονομικές κρίσεις, και γ) το δημόσιο χρέος διογκώνεται υπερβολικά συνήθως αποκαλύπτοντας «κρυμμένα επί μέρους δημόσια χρέη». Στο πρώτο περιστατικό παγκόσμιας υπερχρέωσης δεν υπήρχε Ελληνικό κράτος. Στα άλλα τέσσερα όμως περιστατικά «παγκόσμιας υπερχρέωσης» η Ελλάδα εμφανίζεται! Η σχέση των τόκων προς το ΑΕΠ στην Ελλάδα το 1993 έφτασε σε επίπεδο που είναι υψηλότερο από αυτό στο οποίο εκτιμάται ότι θα φτάσει το 2014, σημείο κορύφωσης των δημοσιονομικών υποχρεώσεων της Ελλάδας υπό τις παρούσες συνθήκες.
Οι χρεοκοπίες του Ελληνικού κράτους
Ο ηθικός κίνδυνος στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα και η θεσμική αδυναμία στην Ε.Ε. Ο ηθικός κίνδυνος εμφανίζεται στους διεθνείς διαχειριστές κεφαλαίων, στους εγχώριους διαχειριστές που είναι εγκαταστημένοι στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα και στις δημόσιες θέσεις διαχείρισης του δημόσιου χρέους και εγγυήσεων του Ελληνικού δημοσίου. Η ανάπτυξη των διασυνοριακών τραπεζικών συναλλαγών διαμόρφωσε την περίπλοκη κατάσταση έλλειψης ελέγχου των διατραπεζικών συναλλαγών στην τελευταία κρίση. Οι τακτικά επαναλαμβανόμενες μείζονες εθνικές κρίσεις έχουν σημαντική ευθύνη για το ίδιο το οικονομικό και κοινωνικό πρόβλημα της Ελλάδος, οργανώνοντας μία ενδογενή σχέση αιτίου και αιτιατού. Ο λόγος για αυτό είναι η σχέση που υπάρχει μεταξύ του χρέους και της μεγέθυνσης.
Ο ηθικός κίνδυνος στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα και η θεσμική αδυναμία στην Ε.Ε. Στις αιτίες όμως της περιοδικής εμφάνισης της προβληματικότητας στην Ελληνική οικονομία, δεν εμφανίζονται μόνο παράγοντες με μακροχρόνια παρουσία. Η θεσμική αδυναμία της Ε.Ε. αποτελεί ίσως τη σοβαρότερη πηγή προβλημάτων. ο τρόπος λειτουργίας και λήψης των αποφάσεων στην Ε.Ε. έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαχείριση της Ελληνικής και Ευρωπαϊκής κρίσης. το έλλειμμα πολιτισμικής και άρα επικοινωνιακής συνοχής που παρατηρείται στην Ε.Ε. Το πρόβλημα των διαφορετικών γλωσσών και νοοτροπιών και το ζήτημα των διαφορών στα επικρατούντα πολιτισμικά στερεότυπα είναι πηγές προβλημάτων.
4. Η μακροχρόνια κοινωνική επιλογή της διεύρυνσης του δημόσιου τομέα ως μέσο απορρόφησης του πλεονάζοντος εργατικού δυναμικού Αποτελεί μία δυνατότητα που δε λειτουργεί σε όλες τις οικονομίες του κόσμου, ενώ σε αυτές που ενεργοποιείται δε διατηρείται απαραίτητα σταθερή με το πέρασμα των ετών. Στην επιλογή αυτή θα πρέπει να διακρίνουμε δύο εφαρμογές: Η πρώτη έχει καθαρό αντικυκλικό δημοσιονομικό χαρακτήρα - καλείται δηλαδή να εφαρμοστεί μία κεϋνσιανού τύπου αντικυκλική πολιτική- και παρατηρείται διεύρυνση του δημόσιου τομέα. Η δεύτερη εφαρμογή έχει μονιμότερο χαρακτήρα και διατηρείται επί μακρά χρονικά διαστήματα ανεξαρτήτως των φάσεων του οικονομικού κύκλου.
Η διεύρυνση του δημόσιου τομέα ως μέσο απορρόφησης του πλεονάζοντος εργατικού δυναμικού Η κοινωνική δικαιολογητική βάση της διεύρυνσης του δημόσιου τομέα είναι η παροχή δυνατοτήτων απασχόλησης στον πληθυσμό της επικράτειας, δεδομένου ότι η προσφορά εργατικής δύναμης υπερβαίνει τις δυνατότητες ζήτησης. Στην Ελληνική οικονομία η αύξηση της προσφοράς της εργατικής δύναμης είναι συνισταμένη δύο παραγόντων, που δεν είναι απαραιτήτως ενδογενή φαινόμενα: α) της εξέλιξης του πληθυσμού (αύξηση της χωρικής επικράτειας με την προσθήκη νέων εδαφών), και β) της εξέλιξης της καθαρής μεταναστευτικής κίνησης (αύξηση της εισροής αλλοδαπών νόμιμων και μη).
Έλλειμμα κρατικού προϋπολογισμού και μέγεθος δημόσιου τομέα Το δημοσιονομικό έλλειμμα εμφανίστηκε αμέσως μετά το 1974 για να πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις στη συνέχεια. Η αύξηση του δημόσιου χρέους στην Ελληνική περίπτωση, σε όλη την Ελληνική οικονομική ιστορία, δε θα πρέπει να συσχετίζεται μόνο με το στόχο των πολιτικών απασχόλησης πόλεμοι και διεθνείς οικονομικές κρίσεις παίζουν ένα πολύ σοβαρό ρόλο. Όμως στην Ελληνική κοινωνία υπάρχουν αρκετές ενδείξεις για το γεγονός ότι η πολιτική ηγεσία χρησιμοποιούσε και χρησιμοποιεί το δημόσιο τομέα για την παροχή απασχόλησης. Ακόμα και όταν ξέσπασε η κρίση του 2008 – 2010 που είχε κατεξοχήν δημοσιονομικό χαρακτήρα, η πολιτική ηγεσία δε θέλησε να μειωθεί ο αριθμός των απασχολούμενων στο δημόσιο τομέα έχοντας τη σύμφωνη γνώμη της κοινωνίας η οποία ωστόσο αποδέχτηκε τη μείωση των μισθών.
Έλλειμμα κρατικού προϋπολογισμού (% του ΑΕΠ)
5. Η συστηματική ύπαρξη υψηλών επιπέδων κινδύνου στην Ελληνική κοινωνία και οικονομία Η Ελληνική κοινωνία ζει συνεχώς υπό την πίεση της περιορισμένης δυνατότητας χρηματοδότησης αυτού που η ίδια αντιλαμβάνεται ως ανάγκες της. Από τις αρχές του 20ου αιώνα μέχρι και σήμερα, μόνο οι περίοδοι 1953-1970 και 2000-2007 δε βρισκόταν υπό την επίδραση έντονων πληθωριστικών πιέσεων ή περιόδων υψηλού κινδύνου. Σε όλη την ύπαρξη του Ελληνικού κράτους, τα οικονομικά δρώντα άτομα αντιλαμβάνονταν ότι οι όροι επιβίωσης της κοινωνίας αντιστρατεύονταν τους όρους ανάπτυξής της. Λόγω της ύπαρξης υψηλών επιπέδων κινδύνου: τα οικονομικά δρώντα άτομα αποφεύγουν να δεσμεύονται σε επενδύσεις που απαιτούν σημαντικά χρηματικά μεγέθη.
Η συστηματική ύπαρξη υψηλών επιπέδων κινδύνου στην Ελληνική κοινωνία και οικονομία Η ύπαρξη υψηλού επιπέδου κινδύνου έχει ως αποτέλεσμα την επικράτηση του προτύπου των μικρομεσαίων παραδοσιακών επιχειρήσεων με συνέπειες: α) την απουσία καινοτομικού χαρακτήρα επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, β) την επικράτηση μικρής κλίμακας (μεγέθους) επιχειρηματικής δραστηριότητας, και γ) την επικράτηση από καιρό εις καιρό συνθηκών «πανικού τραπεζικής ρευστότητας» (έτη 1931, 1991, 2009-2010). Η συστηματική ύπαρξη υψηλών επιπέδων έχει επίδραση και σε άλλους τομείς όπως: α) στην εξωτερική πολιτική, β) στις οικονομικές σχέσεις, και γ) στη διαθεσιμότητα των οικονομικών πόρων σε κάθε οικονομία.