ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ Μαρίνα Τσώλη Αθήνα, 2018
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η φυσιολογική λειτουργία της αναπαραγωγής ελέγχεται από τον άξονα υποθάλαμος - υπόφυση - γονάδες (ΥΥΓ). Ο υποθάλαμος εκκρίνει κατά ώσεις τον εκλυτικό των γοναδοτροφινών παράγοντα GnRΗ, ο οποίος μέσω των γοναδοτροφινών εξασφαλίζει τη στεροειδογένεση, ωρίμαση του ωοθυλακίου-ωορρηξία και την παραγωγή των σπερματοζωαρίων. Οι ορμόνες που εκκρίνονται από τις ωοθήκες και τους όρχεις επιδρούν στην εκκριτική δραστηριότητα του υποθαλάμου τροποποποιώντας το εύρος και τη συχνότητα των εκκριτικών ώσεων του GnRΗ ανάλογα με τη φάση του γεννητικού κύκλου.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Οποιαδήποτε ανεπάρκεια ή διαταραχή στη συνέργεια των κέντρων που συνθέτουν τον ΥΥΓ μπορεί να προκαλέσει ένα φάσμα διαταραχών και παθολογικών εκδηλώσεων που περιλαμβάνει από ήπιες διαταραχές της εμμήνου ρύσεως, μειωμένη σεξουαλική επιθυμία έως διαταραχή της στυτικής λειτουργίας και σοβαρή βλάβη της αναπαραγωγικής λειτουργίας.
ΥΠΟΘΑΛΑΜΟΣ KNΣ ΥΠΟΦΥΣH ΑΞΟΝΑΣ ΩΟΘΗΚΗ ΟΡΧΕΙΣ Περιφέρεια
ΥΠΟΘΑΛΑΜΟΣ Ο υποθάλαμος προέρχεται από το εμβρυικό εκτόδερμα και αποτελεί την περιοχή του εγκεφάλου που αντιπροσωπεύει τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στην υπόφυση και το ΚΝΣ. Ο υποθάλαμος ρυθμίζει την λειτουργία της αδενοϋπόφυσης με την έκκριση ορμονών που ονομάζονται υποθαλαμικοί εκλυτικοί ή ανασταλτικοί παράγοντες ενώ με την νευροϋπόφυση αποτελεί ενιαία εκκριτική μονάδα. Οι υποθαλαμικές ορμόνες μεταφέρονται στην αδενοϋπόφυση με το σύστημα των πυλαίων αγγείων της υπόφυσης και έτσι επιδρούν απ’ευθείας και σε μεγάλη πυκνότητα στα κύτταρα της αδενοϋπόφυσης χωρίς να μπαίνουν στην γενική κυκλοφορία.
Πυλαίο σύστημα υπόφυσης
GnRH (Gonadotropin Releasing Hormone) Ο κύριος υποθαλαμικός εκλυτικός παράγοντας που ρυθμίζει την λειτουργία του αναπαραγωγικού συστήματος τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες είναι η GnRH ή LHRH (Leutinising Hormone Releasing Hormone ή Factor, LRF), ένα δεκαπεπτίδιο που η έκλυσή του από τον υποθάλαμο ελέγχεται από νευρώνες από άλλες περιοχές του εγκεφάλου.
GnRH (Gonadotropin Releasing Hormone) Ο έλεγχος του αναπαραγωγικού άξονα αρχίζει με την περιοδική παλμική απελευθέρωση της GnRH. Σε απάντηση στην GnRH, η υπόφυση εκκρίνει γοναδοτροπίνες (FSH και LH) στη κυκλοφορία του αίματος. Πολλοί παράγοντες, όπως οι στεροειδείς ορμόνες, νευροδιαβιβαστές, συμμετέχουν στη ρύθμιση της έκκρισης της GnRH.
Εμβρυολογία νευρώνων GnRH Μαζί με τους οσφρητικούς νευρώνες μεταναστεύουν κατά την εμβρυική ανάπτυξη κατά μήκος των κρανιακών νεύρων προς τον υποθάλαμο. Οι πρωτεϊνες ανοσμίνη 1 (γονίδιο KAL1) και FGFR1 επηρεάζουν τη μετανάστευση και των δύο τύπων νευρώνων και μεταλλάξεις τους προκαλούν υπογοναδισμό και ανοσμία.
ΥΠΟΦΥΣΗ Η υπόφυση είναι ένας μικρός ενδοκρινής αδένας στο μέγεθος μπιζελιού που ελέγχει τη λειτουργία πολλών ενδοκρινών αδένων. Βρίσκεται σε μια εσοχή της βάσης του κρανίου, το τουρκικό εφίππιο. Η υπόφυση χωρίζεται στο πρόσθιο και οπίσθιο λοβό. Και οι δύο λοβοί της υπόφυσης βρίσκονται κάτω από τον έλεγχο του υποθαλάμου. Η υπόφυση συνδέεται με τον υποθάλαμο μέσω του μίσχου της υπόφυσης. Ελέγχει τη λειτουργία πολλών αδένων για να αυξήσουν ή ελαττώσουν τη δική τους ορμονική έκκριση.
Η σύνδεση της GnRH με τους μεμβρανικούς υποδοχείς των γοναδοτρόφων κυττάρων της υπόφυσης προκαλεί : α) διέγερση της σύνθεσης και αποθήκευση των γοναδοτροφινών στα γοναδοτρόφα κύτταρα β) μετακίνηση των γοναδοτροφινών από τις κυτταρικές αποθήκες σε κυτταρική δεξαμενή σε ετοιμότητα για έκκριση γ) άμεση έκκριση των γοναδοτροφινών
Σύστημα της αρνητικής παλίνδρομης αλληλορύθμισης Η έκκριση των υποθαλαμικών και υποφυσιακών ορμονών βασίζεται κυρίως στο σύστημα της αρνητικής παλίνδρομης αλληλορύθμισης από τις περιφερικές ορμόνες και σπανιότερα σε θετική παλίνδρομη αλληλορύθμιση. Η ρύθμιση υφίσταται σε τρία επίπεδα. Στο επίπεδο της μεγάλης αγκύλης (long loop) οι ορμόνες από τον περιφερικό αδένα ρυθμίζουν την έκκριση των υποθαλαμικών και υποφυσιακών εκκλυτικών παραγόντων τους, στο επίπεδο της μικρής αγκύλης, (short loop) οι ορμόνες της υπόφυσης ρυθμίζουν την έκκριση των υποθαλαμικών παραγόντων και στο επίπεδο της υπερβραχείας αγκύλης η έκκριση του υποθαλαμικού παράγοντα ρυθμίζεται από τα επίπεδα του ιδίου.
ΥΠΟΘΑΛΑΜΟΣ GHRH GnRH CRH TRH ΥΠΟΦΥΣΗ ACTH/ POMC TSH GH FSH/LH Adrenal gland Thyroid gland Liver (IGF-1) Gonads
Προλακτίνη Ορμόνη της πρόσθιας υπόφυσης που παράγεται από τα λακτοτρόφα κύτταρα Ο υποθαλαμικός έλεγχος της έκκρισης της PRL είναι κυρίως αρνητικός και η ντοπαμίνη είναι ο κύριος ανασταλτικός παράγοντας της έκκρισης αυτής. Διαταραχή της παραγωγής ή μεταφοράς της ντοπαμίνης από τον υποθάλαμο προς την υπόφυση (διατομή ή προσβολή του μίσχου, βλάβη του υποθαλάμου) μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένα επίπεδα προλακτίνης
Οι γοναδοτροφίνες δρουν συνεργικά προκειμένου να ρυθμίσουν την ανάπτυξη των γονάδων (ωοθηκών και όρχεων), τη διαφοροποίησή τους, την ενδοκρινική λειτουργία τους και τη γαμετογένεση στα δύο φύλα. Η δράση τους επιτυγχάνεται με τη μεσολάβηση ειδικών υποδοχέων της κυτταρικής μεμβράνης στους οποίους προσδένονται.
ΤΟ ΝΕΥΡΟΕΝΔΟΚΡΙΝΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΗΣ ΓΟΝΑΔΟΕΚΛΥΤΙΝΗΣ
ΩΟΘΗΚΕΣ Σκοπός της λειτουργίας των ωοθηκών είναι η περιοδική απελευθέρωση των ωοκυττάρων και η παραγωγή των στεροειδών ορμονών, οιστραδιόλης και προγεστερόνης. Αυτό πραγματοποιείται μέσω μιας κυκλικής επαναλαμβανόμενης διαδικασίας ωρίμανσης ωοθυλακίων, ωορηξίας και σχηματισμού-καταστροφής του ωχρού σωματίου. Δύο είναι οι βασικοί στόχοι των ωοθηκών: α. Δημιουργία ενός ωοκυττάρου για γονιμοποίηση β. Προετοιμασία το ενδομητρίου για την εμφύτευση του γονιμοποιημένου ωαρίου
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΩΟΘΗΚΩΝ Προηβική περίοδος Αναπαραγωγική περίοδος Μετεμμηνο- παυσιακή περίοδος ΕΜΜΗΝΟΠΑΥΣΗ ΗΒΗ Εμμηναρχή prepubertal and postmenopausal states, characterized by the absence of ovarian function, are associated with the lack of menses
Λειτουργία ωοθηκών Οι ωοθήκες περιέχουν χιλιάδες ωοθυλάκια που απαρτίζονται από τα ωοκύτταρα περιβαλλόμενα από κοκκώδη κύτταρα και ένα στρώμα από κύτταρα της θήκης. Τόσο τα κοκκώδη όσο και τα κύτταρα της θήκης παράγουν στεροειδή. Οι ωοθήκες, εκτός από τα στεροειδή, παράγουν άλλες ενδοκρινικές και παρακρινικές ουσίες οι οποίες είναι σημαντικές για την ωρίμανση των ωοθυλακίων και για το συντονισμό της διαδικασίας της αναπαραγωγής.
Ωοθυλακιογένεση Η δημιουργία των ωοθυλακίων στον άνθρωπο ξεκινά κατά τη διάρκεια του τέταρτου μήνα της εμβρυικής ζωής, αφού έχει προηγηθεί η μετανάστευση των αρχέγονων γεννητικών κυττάρων στη θέση όπου θα αναπτυχθεί η εμβρυική γονάδα και ο πολλαπλασιασμός αυτών ως αρχέγονα ωογόνια πλέον, με αλλεπάλληλες μιτωτικές διαιρέσεις (έως την 20η εβδομάδα κύησης).
Από την 20η εβδομάδα και μετά ακολουθεί, με εντονότατο ρυθμό, απώλεια με αποπτωτικό θάνατο των αρχέγονων ωοθυλακίων με αποτέλεσμα κατά τη γέννηση του θήλεος βρέφους να έχει χαθεί τουλάχιστον το 80% των ωοθυλακίων και να έχουν απομείνει περίπου 1.000.000. Η απώλεια αυτή συνεχίζεται μέχρι και την εφηβεία όπου ο εναπομείνας αριθμός αρχέγονων ωοθυλακίων είναι 300.000-400.000.
Περιλαμβάνει τρία στάδια: Ωοθυλακιογένεση Περιλαμβάνει τρία στάδια: Στρατολόγηση : έναρξη της ωρίμασης αρχέγονων ωοθυλακίων Βασική ωοθυλακική ανάπτυξη (αύξηση) Επιλογή και ωρίμανση του επικρατούντος ωοθυλακίου
Ωοθηκικός κύκλος Η ανάπτυξη του ωοθυλακίου, η ωορρηξία και ο σχηματισμός και εκφύλιση του ωχρού σωματίου αποτελούν μια αλληλουχία γεγονότων που επαναλαμβάνεται κάθε 28 ημέρες περίπου και λέγεται ωοθηκικός κύκλος. Ο ωοθηκικός κύκλος αντικατροπτίζει τα στάδια ωρίμασης και λειτουργίας του ωοθυλακίου και ελέγχεται από τη θετική και αρνητική αλληλεπίδραση των ωοθηκικών ορμονών με την υπόφυση και τον υποθάλαμο.
Ωοθηκικός κύκλος Το πρώτο μέρος του κύκλου κατά τον οποίο γίνεται η ωρίμαση των ωοθυλακίων και η επιλογή του ωοθυλακίου που προορίζεται για ωορρηξία αποτελεί την παραγωγική ή ωοθυλακική φάση του κύκλου. -Η δεύτερη φάση του κύκλου που λέγεται ωχρινική φάση χαρακτηρίζεται από τη λειτουργία του ωχρού σωματίου. -Η ωορρηξία (διαδικασία απελευθέρωσης ενός ωαρίου έτοιμου για γονιμοποίηση) γίνεται στο μέσον του κύκλου και διαρκεί μία ημέρα.
Στις ωοθήκες, οι υποδοχείς της LH εκφράζονται στα κύτταρα της θήκης και στα κοκκώδη κύτταρα. Στα κύτταρα της θήκης η LH μετέχει στην παραγωγή των ανδρογόνων ενώ στα κοκκώδη κύτταρα η LH διεγείρει την ωοθυλακιορρηξία . Οι υποδοχείς της FSH εκφράζονται μόνο στα κοκκώδη κύτταρα και μεταβιβάζουν τις πολλαπλές δράσεις της FSH στις ωοθήκες. Η FSH προάγει την ανάπτυξη των ωοθυλακίων, επιδρά στην επιλογή των προ-ωορρηξιακών ωοθυλακίων και διεγείρει την παραγωγή οιστρογόνων με την αρωματοποίηση των ανδρογόνων που παράγονται από τα κύτταρα της θήκης.
ΣΤΕΡΟΕΙΔΟΓΕΝΕΣΗ ΣΤΗΝ ΩΟΘΗΚΗ 17α-υδροξυπρογεστερόνη Οξεικό οξύ Χοληστερόλη Πρεγνενολόνη Προγεστερόνη 17α-υδροξυπρογεστερόνη Ανδροστενδιόνη Τεστοστερόνη P450scc 17α-υδροξυλάση 17α-υδροξυπρεγνενολόνη Δευδροεπιανδροστερόνη Οιστρόνη Οιστραδιόλη 3β-HSD 17,20-λυάση 17α-υδροξυλάση 3β-HSD Αρωματάση 17,20-λυάση 17β-HSD 17β-HSD Αρωματάση
Βιολογικές δράσεις των οιστρογόνων Ενδομήτριο Μυομήτριο Τράχηλος μήτρας Κόλπος Μαστός Υποθάλαμος-υπόφυση Ωοθήκες
Η φιλοξενία και η υπoστήριξη του εμβρύου Μήτρα ΕΝΑΣ ΡΟΛΟΣ Η φιλοξενία και η υπoστήριξη του εμβρύου
Ενδομήτριο Α. Βασική στιβάδα (basalis layer) Παρά το μυομήτριο Αδένες και αγγείωση ό,τι χρειάζεται για την ανάπτυξη της λειτουργικής στιβάδας Β. Λειτουργική στιβάδα (functionalis layer) «δυναμική» στιβάδα Αναγέννηση σε κάθε ΕΡ κύκλο ουσιαστικά υποδέχεται την εμφύτευση της βλαστοκύστης
Φυσιολογία της εμμήνου ρύσεως Ωοθυλακική φάση: η ωοθήκη εκκρίνει οιστρογόνα που διεγείρουν το ενδομήτριο να εισέλθει στην παραγωγική του φάση. Ωχρινική φάση: η ωοθήκη εκκρίνει οιστρογόνα και προγεστερόνη που προωθούν την εκκριτική φάση του ενδομητρίου. Εάν δεν γίνει γονιμοποίηση, παύει η έκκριση ορμονών, το ενδομήτριο εισέρχεται σε αναγεννητική φάση και ξεκινά η έμμηνος ρύση
Φυσιολογία της εμμήνου ρύσεως
Αμηνόρροια ΑΙΤΙΑ Πρωτοπαθής: απουσία εμφάνισης εμμήνου ρύσεως μέχρι την ηλικία των 16 ετών Δευτεροπαθής: διακοπή εμμήνου ρύσεως > 3 κύκλους Συνήθης ηλικία έναρξης εμμήνου ρύσεως: 12,8 έτη ΑΙΤΙΑ -Υποθαλαμικά - Υποφυσιακά - Ωοθηκικά - Σχετιζόμενα με διαταραχές της μήτρας
Αίτια υπογοναδοτροφικής αμηνόρροιας Υποθαλαμική ανεπάρκεια - Ανεπαρκής σύνθεση της GnRH - Όγκοι υποθαλάμου - Διηθητικά νοσήματα - Τραύμα - Ακτινοβολία - Ιδιοπαθής - Λειτουργική(νευρογενής ανορεξία, βουλιμία, αμηνόρροια της άσκηςης) Υποφυσιακή ανεπάρκεια - Συγγενής υποφυσιακή ανεπάρκεια - Όγκοι - Διηθητικά νοσήματα - Λοιμώξεις - Τραύμα - Αγγειακές βλάβες - Ιατρογενής (χειρουργείο, ακτινοβολία) - Αυτοάνοση υποφυσίτιδα
Υποφυσιακά αδενώματα Καλοήθη αδενώματα που μπορεί να είναι εκκριτικά ή μη-εκκριτικά Μικροαδενώμα: < 1cm Μακροαδένωμα: > 1cm Συμπτώματα: - Έκκριση ορμονών - Ανεπάρκεια ορμονών - Κεφαλαλγία - Διαταραχές οπτικών πεδίων
Υπερπρολακτιναιμία Η υπερπρολακτιναιμία είναι ένα από τα συχνότερα αίτια αμηνόρροιας 15-30% των περιπτώσεων αμηνόρροιας (η συντριπτική πλειοψηφία β‘παθής)
Υπερπρολακτιναιμία
Προλακτινώματα Συχνά: 30/100,000 άτομα Κυρίως σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας (25-35 ετών) Το μέγεθος του όγκου είναι ανάλογο της PRL Συνήθως είναι σποραδικά, αλλά μπορεί να είναι και συγγενή σε ποσοστό 20%, (ΜΕΝ1, FIPA-AIP gene) 99% είναι καλοήθη
Κλινική εικόνα Συμπτώματα οφειλόμενα στην υπερπρολακτιναιμία Αμηνόρροια, ολιγομηνόρροια, στειρότητα ↓libido,σεξ. ανικανότητα, ολιγοσπερμία γαλακτόρροια 2. Συμπτώματα οφειλόμενα στη μάζα Συμπίεση της οπτικής οδού Κεφαλαλγία
Απεικόνιση Μικροαδένωμα <10 mm ♀20: ♂1 Μακροαδένωμα >10mm ♀1: ♂1
Υπεργοναδοτροφικός υπογοναδισμός Γοναδική δυσγενεσία (παρουσία ταινιοειδών γονάδων) Μεταλλάξεις του γονιδίου της β-υποομάδας της FSH Μεταλλάξεις του γονιδίου του υποδοχέα της FSH ή της LH Σύνδρομο αντίστασης στα ανδρογόνα Πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια Πρωτοπαθής Δευτεροπαθής
Σύνδρομο Turner
Σύνδρομο Turner Καρυότυπος
Σύνδρομο Turner Κύρια χαρακτηριστικά Κοντό ανάστημα Υπεργοναδοτροφικός υπογοναδισμός (↑ FSH-LH) Αυχενικό πτερύγιο Μικρογναθία Χαμηλή πρόσφυση μαλλιών Λεμφοίδημα Βραχύ 4ο μετακάρπιο Μεγάλη απόσταση θηλών Πεταλοειδής νεφρός-διπλασιασμός ουρητήρων
Σύνδρομο Turner Χαρακτηριστικά Καθυστέρηση ή απουσία εμφάνισης ήβης Συχνές ωτίτιδες-απώλεια ακοής Συχνές λοιμώξεις ουροποιητικού Προβλήματα του αριστερού τμήματος της καρδιάς (συχνότερα στένωση ισθμού αορτής-υπέρταση) Οστεοπόρωση Μαθησιακές δυσκολίες Μεταβολικά/αυτοάνοσα προβλήματα Διαταραγμένη ψυχοκοινωνική προσαρμογή
Πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια Πρωτοπαθής ωοθηκική ανεπάρκεια σε γυναίκες < 40 ετών Αμηνόρροια Στειρότητα Έλλειψη ωοθηκικών ορμονών
Αιτιολογία
Η πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια δεν είναι απλώς εμμηνόπαυση
Ανωοθυλακιορηξία Η χρόνια ανωοθυλακιορηξία ορίζεται ως επαναλαμβανόμενη απουσία ωορηξίας και αποτελεί το συχνότερο αίτιο αμηνόρροιας κατά την αναπαραγωγική ηλικία ΑΙΤΙΑ Υποθαλαμικές και υποφυσιακές διαταραχές Υπερανδρογοναιμία Περιφερικές ενδοκρινοπάθειες (υποθυρεοειδισμός, Σ. Cushing) Η υπερανδρογονική ανωοθυλακιορηξία ευθύνεται για 30% των περιπτώσεων αμηνόρροιας και το 75% των περιπτώσεων ανωοθυλακιορηξίας. Συχνότερη αιτία το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών.
PCOS-Ορισμός Διαταραχές εμμήνου ρύσεως Υπερανδρογοναιμία Πολυκυστική εμφάνιση ωοθηκών Αποκλεισμός άλλων καταστάσεων, όπως η συγγενής υπερπλασία των επινεφριδίων και όγκοι που εκκρίνουν ανδρογόνα Τουλάχιστον 2 από τα 3 κριτήρια
PCOS-Κλινική εικόνα ανωοθυλακιορρηξία / ολιγοθυλακιορρηξία αμηνόρροια / ολιγομηνόρροια δυσλειτουργικές αιμορραγίες της μήτρας υπερπλασία ενδομητρίου υπογονιμότητα δασυτριχισμός ακμή σμηγματόρροια απώλεια τριχών κεφαλής
PCOS-Κλινική εικόνα Μεταβολικό σύνδρομο (αντίσταση στην ινσουλίνη) παχυσαρκία σακχαρώδης διαβήτης δυσλιπιδαιμία αρτηριακή υπέρταση κίνδυνος καρδιαγγειακών νοσημάτων αντίσταση στην ινσουλίνη
Παραγωγή σπερματοζωαρίων Όρχεις ΔΥΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ Παραγωγή σπερματοζωαρίων Παραγωγή ανδρογόνων
Όρχεις Βρίσκονται στο όσχεο το οποίο τους προστατεύει και διατηρεί τη θερμοκρασία κάτω από την ενδοκοιλιακή Βασική δομική μονάδα των όρχεων αποτελούν τα σπερματικά σωληνάρια τα οποία αποτελούνται από τα γεννητικά κύτταρα και τα κύτταρα Sertoli Κύριο ενδοκρινολογικό στοιχείο των όρχεων αποτελούν τα κύτταρα Leydig που είναι υπεύθυνα για την έκκριση των ανδρογόνων (τεστοστερόνη η οποία μετατρέπεται στην περιφέρεια σε διϋδροτεστοστερόνη μέσω της δράσης της 5α-αναγωγάσης) Τα ανδρογόνα στην κυκλοφορία είναι συνδεδεμένα με την sex hormone-bonding-globulin (SHBG) Τα ελεύθερα ανδρογόνα δρουν μέσω ειδικών υποδοχέων στα όργανα στόχους
Ανδρογονική ισχύς των ανδρογόνων
Βιολογικές δράσεις ανδρογόνων Έμβρυο: φυσιολογική διαφοροποίηση και ανάπτυξη των έσω και έξω γεννητικών οργάνων του άρρενος. Ήβη: φυσιολογική αύξηση των γεννητικών δομών, όπως του όσχεου, των επιδιδυμίδων, των σπερματικών πόρων, των σπερματοδόχων κύστεων, του προστάτη και του πέους. Εφηβεία: ταχεία ανάπτυξη των σκελετικών μυών και των οστών. Τα ανδρογόνα ευθύνονται και για την ανάπτυξη των δευτερευόντων χαρακτηριστικών του φύλου. Ενήλικη ζωή: φυσιολογική αναπαραγωγική λειτουργία του άνδρα.
Σπερματογένεση Πολλαπλασιασμός των σπερμογονίων Μείωση Σπερμιογένεση. Η σπερματογένενεση, δηλαδή η διαδικασία παραγωγής των σπερματοζωαρίων, αποτελεί μια συνεχή και περιοδική διαδικασία που ξεκινά κατά την εφηβεία με την κατά ώσεις έκκριση των γοναδοτροφινών και συνεχίζεται κατά τη μεγαλύτερη διάρκεια της ζωής του άνδρα. Λαμβάνει χώρα στο σπερματικό επιθήλιο των σπερματικών σωληναρίων και χωρίζεται σε τρεις φάσεις: Πολλαπλασιασμός των σπερμογονίων Μείωση Σπερμιογένεση.
Ανδρικός υπογοναδισμός Ως ανδρικός υπογοναδισμός ορίζεται το σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από διαταραχή της παραγωγής ή της δράσης των ανδρογόνων Πρωτοπαθής (βλάβη των όρχεων) Δευτεροπαθής (βλάβη της υποφυσιακής ή υποθαλαμικής ρύθμισης) Διαταραχή της δράσης των ανδρογόνων στα όργανα στόχους
Ανδρικός υπογοναδισμός Πρωτοπαθής Χρωμοσωμικές ανωμαλίες Αμφοτερόπλευρη ανορχία Κρυψορχία Απλασία των κυττάρων Leydig Μυοτονική δυστροφία Διαταραχές της σύνθεσης ανδρογόνων Ανεπάρκεια των σπερματικών σωληναρίων/κυττάρων Leydig Ορχίτιδα Τραύμα Χημειοθεραπεία
Σύνδρομο Klinefelter Γυναικομαστία Μακρά κάτω άκρα ↓ μέγεθος πέους Το πιο συχνό γενετικό αίτιο ανδρικού υπογοναδισμού 1/700 γεννήσεις αρρένων Γονότυπος κλασικού συνδρόμου: ΧΧΥ Γυναικομαστία Μακρά κάτω άκρα ↓ μέγεθος πέους Αραιή τριχοφυία με γυναικεία κατανομή Συνήθως φυσιολογική εφηβεία ↓ μέγεθος όρχεων Υπογονιμότητα-↓ libido ↑ κίνδυνος ca μαστού-NHL
Ανδρικός υπογοναδισμός Δευτεροπαθής Ιδιοπαθής-σύνδρομο Kallmann Υπερπρολακτιναιμία Όγκοι Τραύμα Χειρουργείο Λοιμώξεις Διηθητικές νόσοι Διαταραχές της δράσης των ανδρογόνων Πλήρης ή ατελής αντίσταση στα ανδρογόνα
Σύνδρομο Kallmann
Διαφοροποίηση του φύλου Τα αυτοσωματικά κύτταρα του ανθρώπου έχουν 46 χρωμοσώματα, εκ των οποίων τα δύο είναι τα φυλετικά χρωμοσώματα, δύο Χ για τις γυναίκες και ένα Χ και ένα Υ για τους άνδρες καθορίζοντας το χρωμοσωμικό φύλο ενός ατόμου. Η ανάπτυξη των γονάδων σε όρχεις καθορίζεται από γονίδιο του Υ χρωμοσώματος, ενώ η απουσία του οδηγεί στην ανάπτυξη των ωοθηκών οπότε και καθορίζεται το γοναδικό φύλο του ατόμου. Κατά αντιστοιχία, η ανασταλτική ουσία του Mϋller (ΑΜΗ), η τεστοστερόνη και η διϋδροτεστοστερόνη καθορίζουν την ανάπτυξη των ανδρικών έσω και έξω γεννητικών οργάνων, ενώ η απουσία τους οδηγεί σε έσω και έξω γεννητικά όργανα θήλεος, καθορίζοντας το φαινοτυπικό φύλο του ατόμου.
Διαφοροποίηση του φύλου Το φύλο του εμβρύου δεν μπορεί να διαπιστωθεί πριν την όγδοη εβδομάδα της κύησης. Το έμβρυο αποκτά ένα διπλό σύστημα γεννητικών πόρων εντός του αρχέγονου νεφρού. Αρχικά, σηματίζεται ο πόρος του Wolff και στη συνέχεια, σχηματίζεται ο πόρος του Muller. Στο άρρεν μετά την όγδοη εβδομάδα κύησης, ο πόρος του Muller εκφυλίζεται, λόγω της παραγωγής της ανασταλτικής ουσίας του Muller (anti-mullerian hormone, AMH) από τα κύτταρα Sertoli του εμβρυικού όρχεως. Από τον πόρο του Wolff σχηματίζονται ο προστάτης, η επιδιδυμίδα και τα σπερματικά κυστίδια. Στο θήλυ, από τους πόρους του Muller σχηματίζονται τα έσω γεννητικά όργανα ενώ οι δομές του Wolff εκφυλίζονται. Τα έξω γεννητικά όργανα και των δύο φύλων προέρχονται από κοινές εμβρυικές δομές, που υφίστανται όμως διαφορετικές ορμονικές επιδράσεις. Έτσι, η έκθεση σε ανδρογόνα έχει σαν αποτέλεσμα την αρρενοποίηση των έξω γεννητικών οργάνων του θήλεος εμβρύου ενώ η ανεπάρκεια ανδρογόνων οδηγεί σε διαταραχή της ανάπτυξης του άρρενος.
Κατάταξη και ονοματολογία των διαταραχών διαφοροποίησης του φύλου 46XX γοναδική δυσγενεσία: Γονάδες θήλεως και εξωτερικά γεννητικά όργανα άρρενος ή αμφίβολα 46 ΧΥ γοναδική δυσγενεσία: Γονάδες άρρενος και ατελής αρρενοποίηση εξωτερικών γεννητικών οργάνων Διαταραχές διαφοροποίησης των γονάδων: Σ. Turner-Klinefelter
46 XX γοναδική δυσγενεσία Οι ασθενείς αυτοί έχουν φυσιολογικές ωοθήκες και όργανα που προέρχονται από τον πόρο του Muller, αλλά αμφίβολα γενετικά όργανα. Ο βαθμός αρρενοποίησης θήλεως εξαρτάται από τη χρονική περίοδο της επίδρασης των εμβρυικών ή μητρικών ανδρογόνων στο αναπτυσσόμενο εμβρυο με κύρια αιτία τη συγγενή μορφή της υπερπλασίας των επινεφριδίων (ΣΥΕ). Έχουν περιγραφεί 6 τύποι ΣΥΕ που όλες μεταδίδονται με τον αυτοσωματικό υπολειπόμενο χαρακτήρα απότοκοι υπολειμματικής σύνθεσης κορτιζόλης λόγω ανεπάρκειας συγκεκριμένων ενζύμων της στεροειδογένεσης
Ανεπάρκεια 21-ΟΗ Αυτοσωμικό υπολειπόμενο νόσημα-1/14000 γεννήσεις Κλασική μορφή: πλήρης έλλειψη της δραστηριότητας της 21-ΟΗ Αρρενοποίηση ± απώλεια άλατος Μη κλασική μορφή: ήπιες μορφές διαταραχής δραστηριότητας της 21-ΟΗ Φυσιολογικά γεννητικά όργανα-ίσως υπερανδρογοναιμία κατά την εφηβεία
Συμπέρασμα Ο άξονας Υ-Υ-Γ ελέγχει μέσω έκκρισης και παλίνδρομης ρύθμισης ορμονών τη φυσιολογική λειτουργία της αναπαραγωγής. Ο υποθαλαμικός παράγοντας GnRH διεγείρει την έκκριση των γοναδοτροφινών από την υπόφυση οι οποίες με τη σειρά τους ρυθμίζουν την έκκριση οιστρογόνων και ανδρογόνων από τις ωοθήκες και τους όρχεις αντίστοιχα και μέσω ενός πολύπλοκου δικτύου αλληλεπιδράσεων ρυθμίζουν την ωρίμανση του ωοθυλακίου-ωορηξία και τη σπερματογένεση. Οποιαδήποτε διαταραχή στην έκκριση ή την αλληλεπίδραση των ορμονών του άξονα Υ-Υ-Γ μπορεί να οδηγήσει σε διαταραχή της διαφοροποίησης του φύλου, διαταραχές της εμμήνου ρύσεως, ανωοθυλακιορηξία και διαταραχή της σπερματογένεσης με αποτέλεσμα βλάβη της αναπαραγωγικής λειτουργίας.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΑΣ