ΣΥΓΚΙΝΗΣΗ ΚΑΙ ΝΟΗΣΗ ‘Η ΑΥΤΟΡΡΥΘΜΙΣΗ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ’ ΜΑΡΑΓΚΟΥ ΜΑΡΙΝΑ
Εισαγωγή Η ευρύτερη έννοια η οποία διερευνάται είναι η αυτορρύθμιση. Ορισμοί συγκεκριμένοι δεν έχουν δοθεί στα δυο άρθρα. Ωστόσο, ως αυτορρύθμιση ορίζεται η συνειδητή ρύθμιση των συγκινήσεων ή η αντικατάσταση ενός συναισθήματος με ένα άλλο.
Πότε και από ποιον πρωτοδιατυπώθηκε η έννοια ή διερευνήθηκε το ζήτημα και ποιες άλλες θεωρητικές προσεγγίσεις έχουν μέχρι σήμερα διατυπωθεί; Ekman 1971 αναφέρεται στους περιορισμούς της φυσικής έκφρασης των συγκινήσεων μέσω των display rules. Feldman, Jenkings, Popoola 1979 μελέτησαν την απόκρηψη των συγκινησιακών εκφράσεων του προσώπου στα παιδιά υπό της οδηγίας να το κάνουν. Fridja 1986, Scheher 1984 οι οποίοι ασχολήθηκαν με την αξιολόγηση των συγκινήσεων, τις φυσιολογικές αποκρίσεις, την εκφραστική συμπεριφορά. Garber & Dodge 1991 ασχολήθηκαν με την αυτορρύθμιση των αρνητικών συγκινήσεων. Underwood, Hurley, Johanson, Mosley 1999 ασχολήθηκαν με τον έλεγχο των εκφράσεων στους ενήλικες και στα παιδιά.
Γιατί η διερεύνηση της συγκεκριμένη έννοιας ή του συγκεκριμένου ζητήματος παρουσιάζει ενδιαφέρον στο πλαίσιο μελέτης των συγκινήσεων ή/και της αλληλεπίδρασής νόησης-συγκίνησης; Η εκμάθηση της αυτορρύθμισης των συγκινησιακών εκφράσεων είναι σημαντική για δυο λόγους: Παίζει σημαντικό ρόλο στην κοινωνικοποίηση και επιτρέπει στο παιδί να αναπτυχθεί και να διατηρήσει επιτυχείς σχέσεις, αποφεύγοντας αρνητικές συνέπειες. Είναι έλεγχος των εκφράσεων του προσώπου (κατόπιν οδηγίας) κάτι το οποίο κάνει το παιδί να παρατηρεί συγκεκριμένους κοινωνικούς κανόνες ή να εκτελεί κάποια συγκινησιακή συμμόρφωση. Η πρώτη έρευνα της συγκεκριμένης εργασίας εστιάζει στις θετικές συγκινήσεις, σε αντίθεση με τις περισσότερες οι οποίες εστιάζουν στις αρνητικές.
Προηγούμενες μελέτες Harris, Olthof, Meerum, Terwogt 1981 έδειξαν ότι 6χρονα παιδιά δε πιστεύουν ότι μπορούν να αλλάξουν τις εσωτερικές συγκινήσεις χρησιμοποιώντας νοητικές στρατηγικές (πχ να σκεφτούν κάτι άλλο). Cole 1986, Mischel 1983 υποστηρίζουν ότι τα παιδιά μπορούν να ελέγχουν τις συγκινησιακές εκφράσεις του προσώπου πολύ πριν καταφέρουν να τις λεκτικοποιήσουν. McCoy, Masters 1990 αναφέρουν ότι τα παιδιά 6-10 ετών έχουν καταπληκτικές ικανότητες στο να χρησιμοποιούν νοητικές στρατηγικές για να αλλάξουν τη συγκινησιακή τους κατάσταση.
Εμπειρική Έρευνα 1 ‘Children's ability to control the facial expression of laughter and smiling, Knowledge and behaviour’ Ερευνητικό ερώτημα Εάν υπάρχουν διαφορές μεταξύ των παιδιών 7 και 10 ετών ως προς το σκόπιμο έλεγχο των εφράσεων του προσώπου σε σχέση με το χαμόγελο και το γέλιο έπειτα από ρητή οδηγία καταστολής των εκφράσεων αυτών. Είναι ενδιαφέρον διότι μέχρι στιγμής έρευνες έχουν αναφερθεί στον έλεγχο των αρνητικών συγκινήσεων ο οποίος ξεκινά από την ηλικία των 4 και βελτιώνεται σταδιακά. Ωστόσο, όσον αφορά στις θετικές συγκινήσεις, δεν υπάρχουν ακόμη αρκετά αποτελέσματα.
Μέθοδος: Συμμετέχοντες: 65 παιδιά (31 αγόρια, 34 κορίτσια) ηλικίας 7 και 10 ετών. Προέρχονται από 9 διαφορετικές τάξεις από 2 δημοτικά σχολεία της Γένοβας. Τα 26 παιδιά είναι ελβετικής υπηκοότητας, τα 29 ευρωπαїκής και τα 9 από την Ασία ή από την Ανατολική Ευρώπη. Όλα τα παιδιά μιλούσαν άπταιστα Γαλλικά. Υλικό: 3 αστεία θεατρικά σκετσάκια από κλόουν (ζωντανή αναπαράσταση) τα οποία διαρκούσαν 103, 104 και 75 δευτερόλεπτα το καθένα. κάμερα η οποία βιντεοσκοπούσε τα παιδιά (τους έγινε γνωστή η παρουσία της μετά το τέλος τηων θεατρικών-κανένα δεν επιθυμουσε τη διαγραφή της), 18 κριτές οι οποίοι δε γνώρζαν το πείραμα και αποκωδικοποιούσαν με τη βοηθεια του FACS (facial action coding system) τις εκφράσεις προσώπου των παιδιών.
Διαδικασία: Δυο ομάδες Διαδικασία: Δυο ομάδες. Και στις δυο ενημερώνονται τα παιδιά ότι θα δουν αστεία θεατρικά και πιθανόν κάποιες στιγμές να γελάσουν. Στην δεύτερη ομάδα δόθηκε η οδηγία να μη γελάσουν («Θα ήθελα να μη γελάσεις»)Κάθε παιδί ξεχωριστά παρακολουθεί τα θεατρικά. Κάθε φορά που τελειώνει ένα θεατρικό τους ζητείται να βαθμολογήσουν πόσο αστείο ήταν το θεατρικό. Δόθηκαν κλίμακες ‘πολύ αστείο-καθόλου αστείο’ με emoticon τυπωμένες σε χαρτί. Η δειρά των emoticon άλλαζε κάθε φορά από το πιο θετικό στο πιο αρνητικό και αντρίστροφα. Στη συνέχεια, παιδί και κλόουν έπαιζαν το παινίδι του ‘κοιτάζω στα μάτια ζχωρίς να γελάσω’. Στο τέλος της διαδικασίας τα παιδιά της 2ης ομάδας ερωτήθηκαν «Τι έκανες για να μη γελάσεις;» και σε περίπτωση που δεν απαντούσαν ρωτούσαν «Τι κόλπο χρησιμοποιήσες για να μείνεις σοβαρός/ή;»
Αποτελέσματα (τι απάντηση πήραν οι ερευνητές σε σχέση με το αρχικό τους ερώτημα) Τα παιδιά της 1ης ομάδας αξιολόγησαν ως πιο αστεία τα θεατρικά σε σχέση με τη 2η ομάδα. Τα παιδιά της 1ης ομάδας γελούσαν σε ποσοστό 84% ενώ τα παιδιά της 2ης ομάδας σε ποσοστό 50%. Οι πιο συχνά χρησιμοποιούμενες στρατηγικές ελέγχου ήταν το να κρατάνε σφιχτά τα χείλη τους ή να τα πιέζουν. Δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές ως προς τη λεκτικοποίηση των στρατηγικών ελέγχου στις δυο ηλικιακές ομάδες (7 και 10 ετών). → δυο τελικά συμπεράσματα Οι δυο ηλικιακές ομάδες κατέστειλαν μερικώς τις εκφράσεις γέλιου Το πέτυχαν χρησιμοποιοώντας τη χαμηλότερη δράση των μυών του προσώπου- ανταγωντιστικά ως προς την ενεργοποίηση των ζυγωματικών Δεν υπήρχαν βασικές διαφορές ως προς τον έλεγχο των εκφράσεων.
Συζήτηση Τι προσφέρουν τα πορίσματά της στη διερεύνηση του υπό μελέτη ζητήματος/έννοιας; Μια ακόμη απόδειξη ότι οι εκφράσεις των θετικών συγκινήσεων είναι αρκετά δύσκολο να ελεγχθούν από τα μικρά παιδιά. Συσχέτιση συγκινησιακής γνώσης και συμπεριφοράς Συνείδηση και συγκινησιακή αυτορρύθμιση.
Συζήτηση Περιορισμοί: Μικρό δείγμα με μειωμένη τη μεταξύ τους ποικιλία στις εκφράσεις του προσώπου Ίσως χρειαζόταν πιο πολύπλοκη μέτρηση για τη συσχέτιση της γνώσης και της συμπεριφοράς
Συζήτηση/ Προτάσεις Θεωρώ ότι τα αστεία θεατρικα δε θα έπρεπε να γίνονται ζωντανά εκείνη την ώρα αλλά να υπάρχουν σε ένα βίντεο και να προβάλλονται καθώς όλες αυτές οι επαναλήψεις κουράζουν ίσως τον ηθοποιό και καθώς είναι άμνθρωπος και όχι μηχανή σίγουρα το αποτέλεσμα δεν είανι κάθε φορά ακριβώς ίδιο. Επομένως, κατά τη γνώμη μου, δε μελετήθηκαν όλα τα παιδιά στην ίδια πειραματική συνθήκη. Βεβαίως η ζωντανή αναπαράσταση είναι σίγουρα διαφορετική και πιο ενδιαφέρουσα όμως έχει αυτό το βασικό μειονέκτημα σε μια τέτοια πειραματική συνθήκη. Δυσκολία λεκτικοποίησης των στρατηγικών από τα παιδιά. Θα μπορούσαν ενδεχομένως να τους πουν να τα ζωγραφίσουν κάτι το οποίο θα έδινε περισσότερες πληροφορίες στον ερευνητή, όπως για παράδειγμα το πώς ένιωθε το παιδί για το γεγονός ότι έπρεπε να μη γελάσει. Θα ήταν ενδιαφέρον να μελετούνταν και οι αρνητικές συγκινήσεις ώστε να φανεί αν τα παιδιά δυσκολέυοντυαι περισσότερο στον έλεγχο των θετικών ή αρνητικών συγκινήσεων.
Εμπειρική Έρευνα 2 ‘Preschoolers’ emotion knowledge: self-regulatory foundations and predictions of early school success’ Ερευνητικό ερώτημα Μελετά τις σχέσεις μεταξύ των πτυχών της συγκινησιακής γνώσης και της αυτορρύθμισης κατά την προσχολική περίοδο. Ειδικότερα μελετά τα ερωτήματα: Βραχύχρονες αναπτυξιακές αλλαγές σε συσχέτιση με δημογραφικούς τομείς (φύλο, ηλικία) Αναδυόμενες συσχτίσεις με την αυτορρύθμιση Πρόβλεψη προσχολικής και νηπιακής προσαρμογής και προ-ακαδημαїκών ικανοτήτων Μεγαλύτρεη προσοχή στη μετριοπάθεια συσχετίσεων μεταξύ των στόχων και ηλικίας/φύλου Είναι ενδιαφέρον να μελετηθεί καθώς τα παιδιά προσχολικής ηλικίας σε αλληλεπίδραση με την εκπαιδευτικό αλλά και με τους συμμαθητές τους, μαθαίνουν και αξιοποιουν τις συγκινήσεις τους ώστε να διευκολύνουν τη μάθηση αυτών. Η συγκινησιακή γνώση δείχνει τη σχετική με την ηλικία πρόοδο, τόσο στην αναγνώριση συγκινησιακών εκφράσεων όσο και στην κατανόηση των καταστάσεων που υποκρύπτονται συγκινήσεις. Μελέτες συσχετίζουν τη συγκινησιακή γνώση με τη σχολική προσαρμογή και επιτυχία των παιδιών.
Μέθοδος: Συμμετέχοντες 322 παιδιά 3 (34,5%)και 4 (65,5%) ετών από ιδιωτικά νηπιαγωγεία της Βόρειας Βιρτζίνια. Περίπου τα μισά παιδιά ήταν αγόρια και τα υπόλοιπα κορίτσια. Στην πλειονότητά τους τα παιδιά ήταν Καυκάσιοι ή Αφρικανοί Αμερικάνοι και ένα ποσοστό 12,2% ήταν Ισπανοί. Υλικό Υφασμάτινες κούκλες οι οποίες απεικόνιζαν χαρά, λύπη, θυμό και φόβο, ερωτηματολόγια τα οποία συμπλήρωσαν οι μαμάδες των παιδιών για πιθανές αντιδράσεις σε υποθετικά σενάρια (ίδια με αυτά που έπαιζαν οι κουκλοπαίχτες)
Διαδικασία Labelling susbtest Στα παιδιά ζητήθηκε να αναφέρουν και να αναγνωρίσουν από τα πρόσωπα τις εκφράσεις χαρά, λύπη, θυμός, φόβος (γνώση εφράσεων) και στη συνέχεια να τις δείξουν (δεκτική γνώση) Situation knowledge subtest Χρησιμοποιήθηκαν 20 κατάλληλες ηλικιακά βινιέτες χρησιμοποιώντας τις κούκλες. Κάθε μια συνοδευόταν από ένα λεκτικό και οπτικό συναισθηματικό σύνθημα το οποίο εξέπεμπε ο πειραματιστής. Για τη διάρκεια 8 βινιετών, οι κούκλες απεικόνιζαν συγκινήσεις τις οποίες οι περισσότεροι άνθρωποι θα ένιωθαν σε συγκεκριμένα περιστατικά (πχ χαρά στη λήψη ενός παγωτού). Στις εναπομείνουσες 12 βινιέτες, απεικονίστηκε σε κάθε παιδί διαφορετική συγκίνηση από αυτές τις οποίες οι μητέρες τους είχαν απαντήσει ότι θα ένιωθε το παιδί τους σε ανάλογα περιστατικά. Τα παιδιά επέλεγαν τη συγκινησιακή έκφραση της επιλογής τους για να δείξουν πώς θα ένιωθε η κούκλα. Αποτελέσματα: η συγκίνηση της χαράς αναγνωρίστηκε σε ποσοστό μεγαλύτερο του 79%
Σχολική προσαρμογή/ κοινωνική αλληλεπίδραση: Οι εκπαιδευτικοί αξιολόγησαν τις συμπεριφορές των παιδιών (από τη γενική εμφάνιση στην τάξη) ως «οξύθυμος» (Κλίμακα θυμού/εποθετικότητας), «αποφυγή νέων καταστ’ασεων» (κλίμακα άγχους/απόσυρσης), «βοήθεια συμμαθητών σε δυκολίς» (Κλίμακα ευαισθησίας/συνεργασίας) Σχολική προσαρμογή (συμπεροφορές μάθησης): Οι εκπαιδευτικοί αξιολόγησαν τις γνώσεις των παιδιών σχετικά με τη συμπεριφορά με τη βοήθεια της χρήσης του PLBS (Preschool Learning Behaviours Scale) πάνω σε 29 συγκεκριμένες για τα παιδιά παρατηρήσιμες συμπεριφορές στην τάξη. Η μέτρηση έγινε πάνω σε 3 συγκεκριμένους τομείς: 1. κίνητρο αρμοδιότητας 2. προσοχή/επιμονή 3. απόψεις σχετικά με τη μάθηση Ακαδημαική Επιτυχία: Οι εκπαδιευτικοί συμπλήρωσαν την κλίμακα ECLS-K του Εθνικού κέντρου Εκπαιευτικής Στατιστικής, από το Αγγκλικό Τμήμα Εκπάιδευσης στους τομείς: Γλώσσα και λογοτεχνία (ανάγνωση) Γενικές γνώσεις Μαθηματικός τρόπος σκέψης
Αποτελέσματα Πιο ανεπτυγμένη γνώση των συγκινήσεων στα παιδιά 4 ετών σε σχέση με τα τρίχρονα. Δεν υπάρχει σηματική διαφορά μεταξύ αγορι΄ν και κοριτσιών όσον αφορά στην αυρτορρύθμιση. Η συγκινησιακή γνώση συσχετίζεται με τη ακαδημαική επιτυχία.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Πιο συγκεκριμένα όσον αφορά στα 3 ερωτήματα: Βραχύχρονες αναπτυξιακές αλλαγές σε συσχέτιση με δημογραφικούς τομείς (φύλο, ηλικία) Η συγκινησιακή γνώση είναι πιο ανεπτυγμένη στα παιδιά 4 ετών σε σχέση με τα παιδιά 3 ετών, αλλά δεν υπάρχει κάποια διαφορά όσον αφορά στο φύλο. 2. Αναδυόμενες συσχτίσεις με την αυτορρύθμιση Η αρνητική αναγνωρίση και η γνώση των καταστάσεων προβλέπονται μέσω της αυτορρύθμισης 3. Πρόβλεψη προσχολικής και νηπιακής προσαρμογής και προ-ακαδημαїκών ικανοτήτων Η συγκινησιακή γνώση παίζει σημαντικό ρόλο στη σχολική επιτυ΄χία κυρίως των αγοριών
Συζήτηση Όχι αρκετά μεγάλο δείγμα ώστε να μπορεί να είναι αντιπροσωπευτικό. Δυσκολία λεκτικής επικοινωνίας με τα παιδιά ώστε να γίνει κατανοητή η συγκινησιακή γνώση και το επίπεδο αυτής σε κάθε παιδί.
Συζήτηση Προσφέρει γνώση για το κατά πόσον τα παιδιά ηλικίας 3-4 ετών κατανοούν και αντιλαμβάνονται τις συγκινησιακές εκφράσεις και συμπεριφορές. Ωστόσο, αυτή η γνώση δεν αξιοποιείται κάπου.
Συζήτηση/ Προτάσεις Θα μπορούσαν ενδεχομένως σε ένα επόμενο στάδιο να προταθούν κάποια υποθετικά σενάρια στα οποία να ρωτώνταν τα παιδιά πώς θα ένιωθαν/τι θα έκαναν υπό συγκεκριμένες συνθήκες. Πχ ‘ο Γ. Παίζει μόνος του και κοιτά συνεχώς κάτω. Πώς μπορεί να νιώθει; Γιατί;’ Εναλλακτικά, θα μπορούσαν να δίνουν εικόνες με συγκινησιακές εκφράσεις ή να χρησιμοποιήσουν τις κούκλες τις οποίες έχουν και να πουν στα παιδιά να μαντέψουν γιατί είναι θυμωμένες, φοβισμένες, χαρούμενες, λυπημένες οι κούκλες. Με αυτόν τον τρόπο θα γινόταν, θεωρώ, μια πιο άμεση συσχέτιση συγκινήσεων-συμπεριφοράς-αιτίου
ΚΡΙΤΙΚΗ Το δεύτερο είναι αρκετά συγκεχυμενο τόσο ως προς τον τρόπο γραφής αλλά και ως προς την ίδια την πειραματική διαδικασία, καθώς: Δεν είναι ξεκάθαρα τα αποτελέσματα ούτε η διαδικασία του πειράματος. Όχι ξεκάθαρο δείγμα Γίνεται απλή συσχέτιση και παρατήρηση συμπεριφορών χωρίς οι ίδιοι να προκαλούν ένα ερέθισμα