ΟΡΓΑΝΙΚΗ ΧΗΜΕΙΑ Για τη Β Λυκείου
Ο άνθρακας Ο άνθρακας ανήκει στην ΙVA (ή 14) ομάδα του περιοδικού πίνακα και έχει ατομικό αριθμό Ζ=6, άρα ηλεκτρονιακή δομή: Κ(2), L(4). Δηλαδή, ο άνθρακας έχει 4 μονήρη ηλεκτρόνια στην εξωτερική στιβάδα του και συμβολίζεται: Με τα μονήρη ηλεκτρόνια που διαθέτει ένα άτομο C μπορεί να ενωθεί με άτομα άλλων στοιχείων ή και με άλλα άτομα C, με πολλούς και διάφορους συνδυασμούς. Λόγω της μικρής ατομικής ακτίνας του ο άνθρακας έχει την ικανότητα να σχηματίζει σταθερούς ομοιοπολικούς δεσμούς με τα περισσότερα στοιχεία του περιοδικού πίνακα.
Ανθρακικές αλυσίδες Με ομοιοπολικούς δεσμούς ενώνονται τα άτομα του άνθρακα σχηματίζοντας ανθρακικές αλυσίδες. Επειδή ο δεσμός C-C είναι πολύ σταθερός, τα άτομα του C μπορούν να συνδέονται μεταξύ τους και να σχηματίζουν ανθρακικές αλυσίδες. Η ανθρακική αλυσίδα μπορεί να είναι ανοικτή (άκυκλες ενώσεις) ή κλειστή (κυκλικές ενώσεις).
-CC- Η σύνδεση των ατόμων C μεταξύ τους μπορεί να γίνει με απλό δεσμό αλλά και με διπλό δεσμό ή με τριπλό δεσμό -CC-
Όταν σε μία ένωση τα άτομα του C συνδέονται μεταξύ τους μόνο με απλούς δεσμούς, τότε η ένωση ονομάζεται κορεσμένη. Όταν σε μια ένωση υπάρχει ένας, τουλάχιστον, διπλός ή τριπλός δεσμός μεταξύ ατόμων άνθρακα, τότε η ένωση ονομάζεται ακόρεστη.
Με βάση λοιπόν τη δομή των ενώσεων διαχωρίστηκαν και ταξινομήθηκαν σε: Άκυκλες – Κυκλικές ανάλογα με το είδος της ανθρακικής αλυσίδας. Οι άκυκλες δε, διαχωρίστηκαν σε διάφορες ομάδες που ονομάστηκαν ομόλογες σειρές, ανάλογα με το αν οι ανθρακικές αλυσίδες είναι κορεσμένες ή ακόρεστες και ανάλογα με τις χαρακτηριστικές ομάδες που περιέχουν. Οι απλούστερες οργανικές ενώσεις αποτελούνται από C & H και λέγονται υδρογονάνθρακες. Ο γενικός τους τύπος είναι Cx Hy . Υποκατάστατης είναι κάθε άτομο ή ρίζα που αντικαθιστά άτομα υδρογόνου ενός υδρογονάνθρακα και προκύπτει νέα ένωση. Όταν ο υποκατάστατης είναι άτομο ή ρίζα (-ΟΗ, -COOH κλπ ) στα οποία οφείλεται το σύνολο των ιδιοτήτων μιας ομόλογης σειράς, λέγεται χαρακτηριστική ομάδα.
Μερικές ομόλογες σειρές άκυκλων ενώσεων Όνομα Χαρακτηριστική ομάδα Γενικός τύπος και γενικός μοριακός τύπος Παράδειγμα ΑΛΚΑΝΙΑ - RH ή CνH2ν+2 (ν 1) CH3-CH2-CH3 ΑΛΚΕΝΙΑ CνH2ν (ν 2) CH3-CH=CH2 ΑΛΚΙΝΙΑ -CC- CνH2ν-2 (ν 2) CH3-CCH ΑΛΚΟΟΛΕΣ (κορεσμένες μονοσθενείς) (υδροξύλιο) ROH ή CνH2ν+2O (ν 1) CH3CH2OH ΑΙΘΕΡΕΣ (κορεσμένοι μονοαιθέρες) (αιθερομάδα) R-O-R΄ ή CνH2ν+2O (ν 2) CH3-O-CH3 Με R- συμβολίζουμε την ομάδα: CνH2ν+1 - , που ονομάζεται αλκύλιο.
-CH=O -COOH –Cl ή -Βr ή -Ι CνH2ν+1 Χ (ν 1) CH3-Cl -CΝ ή –CΝ Όνομα Χαρακτηριστική ομάδα Γενικός τύπος και γενικός μοριακός τύπος Παράδειγμα ΑΛΔΕΫΔΕΣ ΚΕΤΟΝΕΣ (κορεσμένες μονοκαρβονυλικές ενώσεις) -CH=O (αλδεϋδομάδα) (κετονομάδα) RCH=O ή CνH2νO (ν 1) ή CνH2νO (ν 3) CH3CH=O ΚΑΡΒΟΞΥΛΙΚΑ ΟΞΕΑ (κορεσμένα μονοκαρβοξυλικά οξέα) -COOH (καρβοξύλιο) RCOOH ή CνH2νO2 (ν 1) HCOOH CH3COOH ΑΛΚΥΛΑΛΟΓΟΝΙΔΙΑ –Cl ή -Βr ή -Ι CνH2ν+1 Χ (ν 1) CH3-Cl ΝΙΤΡΙΛΙΑ -CΝ ή –CΝ (κυάνιο) CνH2ν+1 CΝ (ν 1) CH3-CΝ Με R- συμβολίζουμε την ομάδα: CνH2ν+1 - , που ονομάζεται αλκύλιο.
(βαθμός κορεσμού της ένωσης) (χαρακτηριστική ομάδα) ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΟΡΓΑΝΙΚΩΝ ΕΝΩΣΕΩΝ Στο όνομα μιας άκυκλης οργανικής ένωσης διακρίνουμε γενικά δύο μέρη: Το όνομα της κύριας ανθρακικής αλυσίδας και τα ονόματα των διακλαδώσεών της. α) Το όνομα της κύριας ανθρακικής αλυσίδας προκύπτει από τρία συνθετικά: 1ο συνθετικό (αριθμός ατόμων C) 2ο συνθετικό (βαθμός κορεσμού της ένωσης) 3ο συνθετικό (χαρακτηριστική ομάδα) Μεθ- : 1 άτομο C Αιθ- : 2 άτομα C Προπ-: 3 άτομα C Βουτ- : 4 άτομα C Πεντ- : 5 άτομα C Εξ- : 6 άτομα C Επτ- : 7 άτομα C κλπ -αν-: κορεσμένη ένωση -εν-:ακόρεστη ένωση με 1 διπλό δεσμό -ιν-: ακόρεστη ένωση με 1 τριπλό δεσμό -διεν-:ακόρεστη ένωση με 2 διπλούς δεσμούς -ιο : υδρογονάνθρακας -ολη : αλκοόλη(-ΟΗ) -αλη : αλδεύδη(-CΗΟ) -ονη : κετόνη(-CO-) -ικό : οξύ(-COOH) κλπ
Η ένωση CΗ3- CΟ - CΗ2 -CΗ3 Παραδείγματα Η ένωση CH3-CH2-OH έχει: είναι κορεσμένη (-αν-) και είναι αλκοόλη (-ολη), οπότε ονομάζεται ΑΙΘ ΑΝ ΟΛΗ. Η ένωση CH3-CH=CH2 έχει: 3 άτομα C (προπ-), είναι ακόρεστη με 1 διπλό δεσμό (-εν-) και είναι υδρογονάνθρακας (-ιο), οπότε ονομάζεται ΠΡΟΠ ΕΝ ΙΟ. Η ένωση CΗ3- CΟ - CΗ2 -CΗ3 περιέχει 4 άτομα C (βουτ-), και είναι κετόνη (-όνη). οπότε ονομάζεται ΒΟΥΤ ΑΝ ΟΝΗ
ν=1 CΗ3- μεθύλιο ν=2 C2Η5- ή CΗ3CΗ2- αιθύλιο Αν η ένωση περιέχει διακλαδώσεις ή άλλους υποκαταστάτες, τα ονόματά τους μπαίνουν μπροστά από το όνομα της κύριας ανθρακικής αλυσίδας. Οι διακλαδώσεις είναι συνήθως αλκύλια, δηλαδή ρίζες που προκύπτουν από τα αλκάνια με αφαίρεση ενός ατόμου υδρογόνου. Τα αλκύλια έχουν γενικό τύπο CvH2v+1 - , συμβολίζονται με R- και ονομάζονται από το συνθετικό που δηλώνει τον αριθμό ατόμων C και την κατάληξη -υλιο. ν=1 CΗ3- μεθύλιο ν=2 C2Η5- ή CΗ3CΗ2- αιθύλιο
Μερικοί κανόνες ονοματολογίας (IUPAC) Αριθμίζουμε τα άτομα άνθρακα της ευθείας αλυσίδας. Η αρίθμηση της κύριας ανθρακικής αλυσίδας αρχίζει από το άκρο που είναι πιο κοντά στη χαρακτηριστική ομάδα ή από το άκρο που είναι πιο κοντά στον πολλαπλό δεσμό, αν δεν υπάρχει χαρακτηριστική ομάδα, ή από το άκρο που είναι πιο κοντά στην πρώτη διακλάδωση, αν δεν υπάρχουν χαρακτηριστική ομάδα και πολλαπλός δεσμός. α) Η θέση της χαρακτηριστικής ομάδας ή του πολλαπλού δεσμού (διπλού ή τριπλού) καθορίζεται με αριθμό, που γράφεται στην αρχή του βασικού ονόματος και δηλώνει τον αριθμό του ατόμου του C της χαρακτηριστικής ομάδας ή τον αριθμό του πρώτου C του διπλού ή τριπλού δεσμού, ως προς το άκρο αρίθμησης.
Παραδείγματα: CΗ2=CΗ-CΗ2-CΗ3 1-βουτένιο 1 2 3 CΗ3 – CΗ -CΗ3 | ΟΗ 1 2 3 4 CΗ2=CΗ-CΗ2-CΗ3 1-βουτένιο 1 2 3 CΗ3 – CΗ -CΗ3 | ΟΗ 2-προπανόλη 4 3 2 1 CΗ2=CΗ-CΗ-CΗ3 | OH 3-βουτεν-2-όλη 5 4 3 2 1 CΗ2=CΗ-CΗ2-C-CΗ3 || O 4-πεντεν-2-όνη 6 5 4 3 2 1 CΗ3CΗ2CΗ=CΗ-CΗ2-CΟΟΗ 3-εξενικό οξύ
Αν υπάρχουν ίδιες διακλαδώσεις, τότε αναφέρονται ομαδικά, και μπροστά στο όνομά τους μπαίνει αριθμητικό (δι-, τρι-, τετρα-,...), που δείχνει το πλήθος τους. Η ονομασία σχηματίζεται παρόμοια, αν αντί για αλκύλια υπάρχει άλλος υποκαταστάτης, π.χ. αλογόνο (Χ-:, φθορο-, χλωρο-, βρωμο-, ιωδο-). ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ Κορεσμένοι υδρογονάνθρακες ευθείας αλυσίδας: CH4 Μεθάνιο, CH3 -CH3 Αιθάνιο, CH3- CH2 -CH3 Προπάνιο Αλκύλια R- ή Cν Η2ν+1-: CH3- Μεθυλο-, CH3- CH2- Αιθυλο-, CH3- CH2-CH2- Προπυλο- Κορεσμένοι υδρογονάνθρακες με διακλάδωση: CH3 CH CH3 CH3 CH- CH CH3 | | | CH3 CH3 CH3 2-Μεθυλο-προπάνιο ή ισοβουτάνιο 2,3-Διμεθυλο-βουτάνιο
CH3 1 2| 3 4 5 1 2 3 4 5 6 7 CH3 C CH2 CH2 CH3 CH3 CH2 CH - CH CH2 CH2 CH3 | | | CH3 CH3 CH2 CH3 2,2-Διμεθυλο-πεντάνιο 4-Αιθυλο-3-μεθυλο-επτάνιο
CH3 OH CH3 CH2 OH CH3 CH2 CH2 OH CH3 CH CH3 3 2 1 1 2| 3 CH3 OH CH3 CH2 OH CH3 CH2 CH2 OH CH3 CH CH3 Μεθανόλη Αιθανόλη 1- Προπανόλη 2- Προπανόλη Αλδεϋδες –Κετόνες: HCHO CH3 CHO CH3 CH2 CHO Μεθανάλη ή Φορμαλδεΰδη Αιθανάλη ή Ακεταλδεϋδη Προπανάλη CH3-CO-CH3 CH3 CO CH2 CH3 Προπανόνη ή ακετόνη βουτανόνη Οξέα - Εστέρες: HCOOH CH3 COOH CH3 CH2 COOH Μεθανικό ή Μυρμιγκικό οξύ Αιθανικό ή Οξικό οξύ Προπανικό οξύ HCOOCH3 CH3 COOCH3 CH3 CH2 COOCH3 Μυρμικικός Μεθυλεστέρας Οξικός Μεθυλεστέρας Προπανικός Μεθυλεστέρας Αλκυλαλογονίδια - Νιτροενώσεις - Νιτρίλια - Αμίνες CH3 Cl CH3 NO2 CH3 CN CH3 NH2 CH3 NH CH3 Χλωρομεθάνιο Νιτρομεθάνιο Αιθυλονιτρίλιο Μεθυλαμίνη Διμεθυλαμίνη
ΙΣΟΜΕΡΕΙΑ Ισομέρεια ονομάζεται το φαινόμενο κατά το οποίο δύο οι περισσότερες ενώσεις (ισομερείς ενώσεις) έχουν τον ίδιο μοριακό τύπο (Μ.Τ.), αλλά παρουσιάζουν διαφορές στις ιδιότητές τους. Για παράδειγμα, στον τύπο C2H6O αντιστοιχούν δύο ενώσεις: α) το οινόπνευμα (C2H5OH), που είναι υγρό διαλυτό στο νερό και με επίδραση Na δίνει αέριο υδρογόνο (H2) και β) ο διμεθυλαιθέρας (CH3OCH3), που είναι αέριο ελάχιστα διαλυτό στο νερό και δεν αντιδρά με Na. Οι διαφορές στις ιδιότητες μπορεί να οφείλονται στο διαφορετικό συντακτικό τύπο (συντακτική ισομέρεια) ή στο διαφορετικό στερεοχημικό τύπο (στερεοϊσομέρεια). 'Οταν διαφέρουν στον συντακτικό τύπο η ισομέρεια λέγεται συντακτική και εμφανίζεται με τρεις μορφές: Ομόλογης σειράς, Αλυσίδας, Θέσης.
Είδη συντακτικής ισομέρειας α) Ισομέρεια αλυσίδας: τα συντακτικά ισομερή διαφέρουν μεταξύ τους ως προς τη διάταξη των ατόμων άνθρακα στην ανθρακική αλυσίδα. Για παράδειγμα: β) Ισομέρεια θέσης: Τα συντακτικά ισομερή διαφέρουν μεταξύ τους ως προς τη θέση της χαρακτηριστικής ομάδας ή του πολλαπλού δεσμού. Παραδείγματα: γ) Ισομέρεια ομόλογης σειράς: τα συντακτικά ισομερή διαφέρουν μεταξύ τους ως προς την ομόλογη σειρά στην οποία ανήκουν. Παραδείγματα:
ΥΔΡΟΓΟΝΑΝΘΡΑΚΕΣ Αλκάνια : CνH2v+2, R-H, R-R' λέγονται και παραφίνες. Το μεθάνιο είναι το κύριο συστατικό του φυσικού αερίου, το οποίο είναι καύσιμο μίγμα αερίων υδρογονανθράκων. Το φυσικό αέριο σχηματίστηκε παρόμοια με το πετρέλαιο και εξάγεται από φυσικές κοιλότητες υπόγειες ή υποθαλάσσιες. Μεθάνιο παράγεται επίσης στο πεπτικό σύστημα των ζώων από τη βακτηριακή ζύμωση φυτικών τροφών. Έχει υπολογιστεί ότι μία αγελάδα παράγει 500L μεθανίου ημερησίως! Το μεθάνιο είναι αέριο, άχρωμο και άοσμο. Είναι ελάχιστα διαλυτό στο νερό και ελαφρότερο από τον αέρα. Γενικά, τα κατώτερα μέλη των αλκανίων (C1-C4) είναι αέρια, άχρωμα και άοσμα, τα μέσα μέλη (C5-C16) είναι υγρά με οσμή βενζίνης και τα ανώτερα (C17 και άνω) είναι άχρωμα στερεά. Τα αλκάνια είναι αδιάλυτα στο νερό.
CH4 + 3O2 2CO2 + 2H2O + Q (τέλεια καύση) Το μεθάνιο, όπως και όλα τα αλκάνια, δίνει αντιδράσεις υποκατάστασης ενός ή περισσοτέρων ατόμων υδρογόνου από άτομα άλλων στοιχείων κυρίως αλογόνων. Αντιδρά με χλώριο στο διάχυτο φως και με αλυσωτή αντίδραση δίνει μίγμα χλωροπαραγώγων. CH4 + Cl2 CH3Cl + HCl χλωρομεθάνιο CH3Cl + Cl2 CH2Cl2 + HCl διχλωρομεθάνιο CH2Cl2 + Cl2 CHCl3 + HCl τριχλωρομεθάνιο (χλωροφόρμιο) CHCl3 + Cl2 CCl4 + HCl τετραχλωρομεθάνιο (τετραχλωράνθρακας)
Αλκένια : CνH2v, λέγονται και ολεφίνες. Αλκένια ονομάζονται οι υδρογονάνθρακες στο μόριο των οποίων δύο γειτονικά άτομα άνθρακα συνδέονται μεταξύ τους με διπλό δεσμό. Τα δύο πρώτα μέλη της ομόλογης σειράς των αλκενίων είναι το αιθένιο, C2H4 και το προπένιο, C3H6. Το επόμενο μέλος, το βουτένιο, C4H8 έχει 3 ισομερή.
Παρασκευές αλκενίων 1) Από αφυδάτωση αλκοολών ( με H2SO4 σε 1700C ): 2) Από αφυδραλογόνωση αλκυλαλογονιδίου ( με KOH ή NaOH) σε διάλυμα αλκοόλης
Χημικές ιδιότητες CH3CH=CH2 + Η2 CH3CH2 CH3 Αντιδράσεις Προσθήκης Tα αλκένια είναι δραστικές ενώσεις λόγω του διπλού δεσμού ( ) που περιέχουν στο μόριό τους. Το αιθένιο και γενικά τα αλκένια δίνουν αντιδράσεις προσθήκης, κατά τις οποίες ο διπλός δεσμός «ανοίγει» και επιτρέπει σε διάφορες ουσίες να προστεθούν στο μόριο, οπότε σχηματίζονται κορεσμένες ενώσεις. CH3CH=CH2 + Η2 CH3CH2 CH3 CH3CH=CH2 + Cl2 CH3CH CH2 | | Cl Cl CH3CH=CH2 + Η2Ο CH3CH CH3 | ΟΗ CH3CH=CH2 + HCl CH3CH CH3 | Cl
Στις αντιδράσεις προσθήκης πρέπει να έχουμε υπ’ όψη και τον κανόνα Markovnikov συμφωνα με τον οποίο: το θετικό τμήμα Αδ+ , ( το οποίο είναι συνήθως Ηδ+ ), της ένωσης ΑΒ που προστίθεται στο διπλό δεσμό (δ.δ.) ενώνεται με τον άνθρακα εκείνο του δ.δ. που έχει τα περισσότερα υδρογόνα. Έτσι αυτός γίνεται πλουσιότερος σε άτομα υδρογόνου.
Β. Αντιδράσεις πολυμερισμού * 'Ετσι θα έχουμε:
ΠΟΛΥΜΕΡΗ Τι είναι τα πολυμερή; `Οπως γνωρίζουμε, πολυμερισμός είναι η συνένωση πολλών, μικρών, ακόρεστων μορίων και η δημιουργία πολύ μεγάλων μορίων. Τα μεγάλα αυτά μόρια λέγονται πολυμερή. Πολυμερή μπορεί να φτιάξει ο άνθρωπος αλλά και η φύση να δημιουργήσει. `Ετσι έχουμε δυο μεγάλες κατηγορίες πολυμερών, τα φυσικά και τα τεχνητά. Φυσικά πολυμερή Μερικά γνωστά φυσικά πολυμερή είναι το άμυλο και η κυτταρίνη. Και τα δυο παράγονται από τη γλυκόζη. Δηλαδή η γλυκόζη είναι το μονομερές. Η διαφορά τους οφείλεται στον τρόπο σύνδεσης των μορίων της γλυκόζης μεταξύ τους. Το άμυλο και η κυτταρίνη ανήκουν στους υδατάνθρακες. `Αλλο γνωστό φυσικό πολυμερές είναι το καουτσούκ. Παράγεται στους κορμούς των καουτσουκόδεντρων. Αφού συλλεγεί, επεξεργάζεται για να αποκτήσει καλύτερες ιδιότητες.
Τεχνητά πολυμερή Τεχνητά πολυμερή είναι το συνθετικό καουτσούκ, το νάιλον, οι συνθετικές ίνες, τα πλαστικά και πολλά άλλα. Τα πλαστικά χρησιμοποιούνται πάρα πολύ σήμερα στην καθημερινή ζωή γιατί είναι ελαφρά, ανθεκτικά, φθηνά. Έχουν όμως και ένα μεγάλο μειονέκτημα, δεν αποσυντίθενται. Ποιες ιδιότητες πρέπει να έχουν τα πολυμερή για να μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως πλαστικά; Να λιώνουν και να παίρνουν το σχήμα του καλουπιού. Να είναι ανθεκτικά, ελαφρά, αδιάλυτα στο νερό και άλλους διαλύτες και γενικά ιδιότητες που να τα κάνει χρήσιμα στη βιομηχανία. Τα πλαστικά διακρίνονται: Στα θερμοπλαστικά, όπως είναι η πολυστερίνη, το PVC κ.α. Αυτά όταν θερμαίνονται μαλακώνουν και με την ψύξη στερεοποιούνται πάλι. Στα θερμοσκληραινόμενα, όπως τη φορμάικα. Αυτά σκληραίνουν όταν τα θερμαίνουμε.
Πολυαιθυλένιο Μονομερές: αιθυλένιο, αέριο Πολυμερές: πολυαιθυλένιο , στερεό: Πλαστικές φιάλες, σακούλες, επένδυση ηλεκτρικών καλωδίων. P.V.C. Πολυβινυλοχλωρίδιο Μονομερές: βινυλοχλωρίδιο Πολυμερές: πολυβινυλοχλωρίδιο ή P.V.C.: Πλαστικά πατώματα, Πλαστικά δέρματα, Παιχνίδια
Αλκίνια : CνH2v-2,
Παρασκευές ακετυλενίου Πυρόλυση μεθανίου Υδρόλυση ανθρακασβεστίου Με αφυδραλογόνωση 1,2-διχλωροαιθανίου με αλκοολικό διάλυμα NaOH ή ΚΟΗ Cl Cl
προπενονιτρίλιο ή Ακρυλονιτρίλιο Χημικές ιδιότητες H – C H = C H– CN Προσθήκη προπενονιτρίλιο ή Ακρυλονιτρίλιο + H-CN H–C C–H M A R K O V N I + H-Cl H Cl | | H– C =C – H βινυλοχλωρίδιο* + H2 + H2Ο H – C H = C H– H + H-Cl + H2 H Cl | | H – C - C – H H – C H2 - CH2 – H C H3 – CH=Ο * C H2 = CH – ρίζα βινύλιο
Αντιδράσεις όξινου υδρογόνου Το υδρογόνο που δεσμεύεται σε άνθρακα που μετέχει σε τριπλό δεσμό, (όταν ο τριπλός δεσμός είναι στην άκρη της ανθρακικής αλυσίδας), εμφανίζει ψευδώς όξινο χαρακτήρα και υποκαθίσταται από δραστικά μέταλλα.
Πολυμερισμός Βενζόλιο Βινυλακετυλένιο
Υδροξυενώσεις Είναι οι ενώσεις που περιέχουν στο μόριό τους ένα ή περισσότερα υδροξύλια (-ΟΗ ) Τις χαρακτηρίζει το υδροξύλιο. Είναι η χαρακτηριστική τους ομάδα.
Υδροξυενώσεις Αλκοόλες Φαινόλες CH3OH μεθανόλη CH3CH2OH αιθανόλη ΟΗ HOCH2CH2OH γλυκόλη CH2 -CH - CH2 γλυκερίνη | | | OH OH OH ΟΗ Υδροξυβενζόλιο ή φαινόλη
Αλκοόλες Κορεσμένες Ακόρεστες ( Αl Kojol ) CH3CH2OH CH2=CH - CH2OH CH2=C - CH2OH CH3
Αλκοόλες Μονοσθενείς Δισθενείς Τρισθενείς CH3OH μεθανόλη CH3CH2OH αιθανόλη CH3CH2CH2OH 1- προπανόλη CH3CHCH3 2- προπανόλη | OH CH2- CH2 | | ΟΗ ΟΗ 1,2-αιθανοδιόλη ή γλυκόλη CH2 -CH - CH2 | | | OH OH OH 1,2,3 προπανοτριόλη ή γλυκερίνη
Αλκοόλες CH3CH2OH CH3- CH - OH CH3 CH3 CH3- C - OH R-CH2OH Πρωτοταγείς Δευτεροταγείς Τριτοταγείς CH3CH2OH CH3- CH - OH CH3 CH3 CH3- C - OH R-CH2OH R1 - CH - OH R2 R2 R1 - C - OH R3
Αλκοόλες κορεσμένες μονοσθενείς ROH CνH2ν+1OH
CH3OH CH3CH2OH Μεθανόλη ή μεθυλική αλκοόλη ξυλόπνευμα Αιθανόλη ή αιθυλική αλκοόλη οινόπνευμα Μεθανόλη ή μεθυλική αλκοόλη ξυλόπνευμα
Παρασκευές μεθανόλης Ξηρά απόσταξη ξύλων Βιομηχανικά:
Φυσικές ιδιότητες Τα κατώτερα μέλη είναι υγρά , άχρωμα και ευδιάλυτα στο νερό. Τα μέσα μέλη είναι υγρά ελαιώδη, με δυσάρεστη οσμή. Τα ανώτερα μέλη είναι στερεά, άοσμα και αδιάλυτα στο νερό. Η αιθανόλη είναι υγρό, άχρωμο, με ευχάριστη γεύση. Αναμιγνύεται στο νερό σε κάθε αναλογία. Κατά την ανάμειξη με νερό έχουμε ελάττωση όγκου και εκλύεται θερμότητα.
Χημικές ιδιότητες Καύση: Γενικά :
Χημικές ιδιότητες Οξείδωση: π.χ. Οι Πρωτοταγείς οξειδώνονται προς αλδεΰδες ή καρβοξυλικά οξέα π.χ.
Χημικές ιδιότητες Οξείδωση: Οι δευτεροταγείς αλκοόλες οξειδώνονται σε κετόνες. R΄ π.χ.
Οξείδωση: Για την οξείδωση των αλκοολών χρησιμοποιούμε : ή Με βάση το δεύτερο γίνεται αλκοτέστ, το διάλυμα του K2Cr2O7 γίνεται από πορτοκαλί πράσινο.
Αφυδάτωση: Με θέρμανση παρουσία H2SO4 αφυδατώνονται. Γενικά :
Υποκατάσταση: Οι αλκοόλες έχουν ασθενώς όξινο χαρακτήρα. Αντιδρούν με δραστικά μέταλλα υποκαθιστώντας το αλκοολικό υδρογόνο: Αλκοξείδια π.χ. Αιθοξείδιο του νατρίου
Υποκατάσταση: CH3CH2OH + ΗCl CH3CH2Cl +H2O Υποκαθιστούν το υδροξύλιο –ΟΗ με αλογόνο: Cl ή Br ή I Η αντίδραση γίνεται με υδραλογόνο ή θειονυλοχλωρίδιο SOCl2 CH3CH2OH + ΗCl CH3CH2Cl +H2O CH3CH2OH + SOCl2 CH3CH2Cl + SO2 + HCl
Εστεροποίηση: Γενικά : π.χ. Αντιδρούν με καρβοξυλικά οξέα υποκαθιστώντας το αλκοολικό υδρογόνο και σχηματίζουν εστέρες: Γενικά : π.χ. Αιθανικός αιθυλεστέρας