ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΖΩΩΝ Κεφάλαιο 15: ΑΝΑΠΝΟΗ 29-30-31 / 22 & 27.04.2015 Ρ. Τσιτσιλώνη Κεφάλαιο 15: ΑΝΑΠΝΟΗ Ι. Εισαγωγή-Ανταλλαγή αερίων στους οργανισμούς ΙΙ. Κύριες λειτουργίες του αναπνευστικού συστήματος ΙΙΙ. Οργάνωση του αναπνευστικού συστήματος ΙV. Επιμέρους λειτουργίες του αναπνευστικού συστήματος Αερισμός - Φυσικές ιδιότητες των πνευμόνων Διάχυση Ο2 και CO2 Μεταφορά Ο2 και CO2 Ρύθμιση του αερισμού V. Περίληψη VI. Βιβλιογραφία
η παροχή Ο2 στους ιστούς και η απομάκρυνση του CO2 ΑΝΑΠΝΟΗ Ανταλλαγή αερίων ανάμεσα στο περιβάλλον και το σώμα του ζώου δηλ η παροχή Ο2 στους ιστούς και η απομάκρυνση του CO2
Ανταλλαγή αερίων στους οργανισμούς απλή διάχυση του Ο2 από επιφάνεια σώματος (πχ πρωτόζωα) πεπτικό σύστημα και επιφάνεια σώματος (πχ υδρόβια ασπόνδυλα [σπόγγοι, θαλάσσιες ανεμώνες, πλατυέλμινθες]) βράγχια (σύστημα αντίθετης ροής: αύξηση απόσπασης Ο2 από το νερό) αναπνοή στον αέρα: τραχείες και πνεύμονες Συνεχούς ροής Παλιρροιακής ροής
Τραχειακή αναπνοή έντομα σύνολο σωλήνων που ξεκινούν από τα στίγματα (10 και 10) και διακλαδίζονται στα τραχειόλια ελαχιστοποίηση κατανάλωσης ενέργειας και απώλειας νερού
Πνεύμονες συνεχούς ροής πουλιά μονόδρομη κατεύθυνση αέρα
Πνεύμονες παλιρροιακής ροής αμφίβια, ερπετά, θηλαστικά αμφίδρομη κατεύθυνση αέρα βάτραχος: αναπνοή σε 4 κινήσεις δάπεδο στόματος κάτω, είσοδος αέρα από τα ρουθούνια κλείνουν τα ρουθούνια, δάπεδο στόματος πάνω, ο αέρας μπαίνει στους πνεύμονες ο αέρας βγαίνει από τους πνεύμονες τα ρουθούνια ανοίγουν, ο αέρας βγαίνει από το στόμα
Εξωτερική αναπνοή: μηχανική διαδικασία μεταφοράς του αέρα μέσα και έξω από τους πνεύμονες ανταλλαγή αερίων μεταξύ του αέρα και του αίματος (διάχυση) Εσωτερική αναπνοή: χρησιμοποίηση Ο2 στις ενεργειακές αντιδράσεις της κυτταρικής αναπνοής ανταλλαγή αερίων μεταξύ του σώματος και των άλλων ιστών του σώματος
Λειτουργίες του αναπνευστικού συστήματος Ανταλλαγή Ο2 και CO2 Ρύθμιση συγκέντρωσης ιόντων υδρογόνου στο αίμα (pΗ) Δημιουργία ήχων ομιλίας Άμυνα έναντι μικροβίων, χημικών παραγόντων, ξένων ουσιών (κροσσοί, βλέννα, φαγοκύτταρα/μακροφάγα) Μεταβολή συγκέντρωσης χημικών ουσιών στο αρτηριακό αίμα Θρομβόλυση αίματος
Οργάνωση του αναπνευστικού συστήματος (Ι) (+ φωνητικές χορδές) (μήκος 11 cm) (κύριος αναπνευστικός μυς)
O ρόλος του διαφράγματος στην αναπνοή εισπνοή εκπνοή
Μύες που συμμετέχουν στην αναπνοή Κύριοι Διάφραγμα Έξω μεσοπλεύριοι Επικουρικοί Στερνοκλειδομαστοειδείς Πρόσθιοι οδοντωτοί Σκαληνοί Ορθοί κοιλιακοί Έσω μεσοπλεύριοι
Οργάνωση του αναπνευστικού συστήματος (ΙΙ) Περιλαμβάνει: στόμα, μύτη, φάρυγγα, λάρυγγα, τραχεία, βρόγχους Ζώνη αγωγής Ρόλος: - προστασία (βλεφαρίδες, αδένες που εκκρίνουν βλέννα, φαγοκύτταρα) - θέρμανση και ύγρανση αέρα - ρύθμιση ποσού αέρα που φτάνει στις κυψελίδες Περιλαμβάνει: βρογχιόλια, κυψελιδικούς σάκους Αναπνευστική ζώνη Ρόλος: ανταλλαγή αερίων μεταξύ αίματος-αέρα
Νεύρωση Λείοι μύες (διάμετρος αεραγωγών) Κροσσοί-βλέννα-μακροφάγα Αιμοφόρα αγγεία Ανταλλαγή
Κροσσοί - Βλέννα
Δομή πνευμονικών κυψελίδων
Τάξεις μεγεθών στις κυψελίδες Διάμετρος κυψελίδων: 100-300 μm Αριθμός κυψελίδων: 300 x 106 Επιφάνεια κυψελίδων: 60-80 m2 Ολική επιφάνεια διάχυσης: 40-60 m2 Σε κάθε καρδιακό παλμό το τοίχωμα μιας κυψελίδας έρχεται σε επαφή με 2.300 RBC Μήκος τριχοειδών στον πνεύμονα: 2.400 km
Κυψελιδική επιφάνεια Κύτταρα Στιβάδες Τύπου Ι: επιθηλιακά πλακώδη Τύπου ΙΙ: διάσπαρτα, κυβικά επιθηλιακά επιφανειοδραστικός παράγοντας (λιποprt) Κυψελιδικό επιθήλιο (0,3 μm) (διατήρηση δομής κυψελίδας) Ενδοθήλιο τριχοειδούς (0,2 μm) (περιορίζει το αίμα) Διάμεσος συνδετικός ιστός (0,2 μm) (κολλαγόνες και ελαστικές ίνες) Στιβάδες + 0,01 μm επιφανειοδραστικός παράγοντας
Επιμέρους λειτουργίες της αναπνοής Αερισμός των πνευμόνων, δηλ. η διακίνηση αέρα μεταξύ της ατμόσφαιρας και των κυψελίδων των πνευμόνων Διάχυση Ο2 και CO2 μεταξύ των κυψελίδων και του αίματος (απόσταση διάχυσης < 0,2 μm) Μεταφορά του Ο2 και του CO2 με το αίμα και τα υγρά του σώματος προς και από τα κύτταρα Ρύθμιση του αερισμού των πνευμόνων και άλλων παραμέτρων της αναπνοής
Τα στάδια της αναπνοής (Διάχυση) 0,2-0,6 μm (Διάχυση)
Αερισμός των πνευμόνων, δηλ Αερισμός των πνευμόνων, δηλ. η διακίνηση αέρα μεταξύ της ατμόσφαιρας και των κυψελίδων των πνευμόνων Διάχυση Ο2 και CO2 μεταξύ των κυψελίδων και του αίματος (απόσταση διάχυσης < 0,2 μm) Μεταφορά του Ο2 και του CO2 με το αίμα και τα υγρά του σώματος προς και από τα κύτταρα Ρύθμιση του αερισμού των πνευμόνων και άλλων παραμέτρων της αναπνοής
Φυσικές ιδιότητες των πνευμόνων Ενδοτικότητα = η ευκολία με την οποία οι πνεύμονες διατείνονται κάτω από πίεση. Μετρείται ως η μεταβολή του πνευμονικού όγκου προς τη μεταβολή της ενδοπνευμονικής πίεσης (συμμετοχή αναπνευστικών μυών). Ελαστικότητα (ελαστική επαναφορά) = η τάση να επιστρέψει ο πνεύμονας στην αρχική του δομή. Χρησιμεύει για την έξοδο του αέρα κατά την εκπνοή (χωρίς κατανάλωση ενέργειας). Επιφανειακή τάση = ασκείται από το υγρό των κυψελίδων. Δημιουργεί μια εσωτερική δύναμη που ασκεί πίεση μέσα στις κυψελίδες.
Ενδοτικότητα, Ελαστικότητα και Υπεζωκότας (ή πλευριτικό υγρό) ~ 5 ml
Όμως στην επιφάνεια των πνευμόνων δεν υπάρχουν μύες. Νόμος του Boyle Τ = σταθερή όπου: F=η ροή του όγκου του αέρα Patm=ατμοσφαιρική πίεση Palv=κυψελιδική πίεση R=αντίσταση των αεραγωγών Όμως στην επιφάνεια των πνευμόνων δεν υπάρχουν μύες. Άρα πώς Palv < Patm?
Διαπνευμονική πίεση Η διαφορά πίεσης μεταξύ του εσωτερικού και του εξωτερικού των πνευμόνων Palv - Pip * * πνευμοθώρακας
Εισπνοή - Εκπνοή Palv<Patm Palv>Patm
Μεταβολές των πιέσεων κατά την εισπνοή και εκπνοή
Μεταβολές των πιέσεων κατά την εισπνοή και εκπνοή
Τι επηρεάζει την ενδοτικότητα ? 1. Διατασιμότητα των πνευμόνων πάχυνση των πνευμονικών ιστών = ενδοτικότητας (πχ. χρόνια βρογχίτιδα) 2. Επιφανειακή τάση στην επιφάνεια επαφής ύδατος-αέρα επιφανειοδραστικός παράγοντας = ενδοτικότητας (πχ. σύνδρομο αναπνευστικής δυσχέρειας νεογνών; ARDS) 3. Αντιστάσεις αεραγωγών συστολή λείων μυών αεραγωγών = ενδοτικότητας (πχ. άσθμα)
Επιφανειοδραστικός παράγοντας Μείγμα λιπιδίων και πρωτεϊνών Εκκρίνεται από τα επιθηλιακά κύτταρα τύπου ΙΙ των κυψελίδων Σχηματίζει μονομοριακό στρώμα λιπιδίων στις κυψελίδες που μειώνει την επιφανειακή τάση ενδοτικότητα ευκολότερη έκπτυξη Φωσφολιπίδια: 80-90 % φωσφατιδυλοχολίνη (70-80%) [μείωση επιφανειακής τάσης] φωσφατιδυλογλυκερόλη (10%) φωσφατιδυλοϊνοσιτόλη (3%) φωσφατιδυλοαιθανολαμίνη (3%) ουδέτερα λιπίδια – χοληστερόλη (10%) [αύξηση ρευστότητας] Πρωτεΐνες: 10-20 % ανοσοσφαιρίνες G αλβουμίνη υδρόφιλες SP-A (50%) και SP-D (49%) [ομοιόσταση ΕΠ/άμυνα] υδρόφοβες SP-B (1%) και SP-C (1%) [κατανομή/διάταξη λιπιδίων]
Λειτουργίες Επιφανειοδραστικού Παράγοντα Έχει επιφανειακή τάση 1/12 – 1/2 του καθαρού ύδατος έργου αναπνοής Βιοφυσικές λειτουργίες Ενισχύει τη διαστολή των πνευμόνων κατά την εισπνοή Αποτρέπει την σύμπτωση των κυψελίδων κατά την εκπνοή Αποτρέπει το πνευμονικό οίδημα εξισορροπώντας τις υδροστατικές δυνάμεις διήθησης των υγρών Σταθεροποιεί τους μικρούς αεραγωγούς Διευκολύνει τη μεταφορά βλέννας, σωματιδίων και κυτταρικών υπολειμμάτων από τις κυψελίδες στους μεγάλους αεραγωγούς Μετακινεί σωματίδια <6 μm κάτω από το επιθηλιακό υγρό Ανοσολογικές λειτουργίες Καταστολή πολλαπλασιασμού και παραγωγής Ig από λεμφοκύτταρα Αναστολή έκκρισης κυτταροκινών από μακροφάγα Εξουδετέρωση ελευθέρων ριζών και δραστικών ενώσεων Ο2 SP-A & SP-D: συμμετέχουν στην φαγοκυττάρωση, χημειοτακτισμό, οψωνισμό μικροοργανισμών και δεσμεύουν βακτηριακές τοξίνες
Επιφαν. παράγοντας & σταθεροποίηση των κυψελίδων Όπου Ρ = πίεση Τ = επιφανειακή τάση r = ακτίνα δηλ. χωρίς ΕΠ οι μικρές κυψελίδες θα «άδειαζαν» στις μεγάλες
Πρόωρο νεογνό με RDS ή «ασθένεια υαλώδους μεμβράνης» Φυσιολογικό νεογνό Πρόωρο νεογνό με RDS ή «ασθένεια υαλώδους μεμβράνης» <34 εβδομάδων ~Survanta ε.τ. κορτικοστεροειδή
Αντιστάσεις αεραγωγών κατά την αναπνοή Ι. Ολική αντίσταση (R) αεραγωγών στη ροή του αέρα αλληλεπιδράσεις μορίων αερίου x μήκος διαδρομής ακτίνα αεραγωγού 4 Ακτίνα αεραγωγού R εξαρτάται: φυσικούς παράγοντες (πχ μεγέθυνση θωρακικής κοιλότητας, διαπνευμονική πίεση, ελαστικότητα ινών που περιβάλλουν τις κυψελίδες) νευρικούς παράγοντες (ΑΝΣ, συμπαθητικοί αδρενεργικοί νευρώνες προκαλούν χαλάρωση των λείων μυών των αεραγωγών, διεύρυνση τους και ελάττωση της R = παρασυμπαθητικοί χολινεργικοί νευρώνες) χημικούς παράγοντες (η αδρεναλίνη προκαλεί διεύρυνση των αεραγωγών)
Αντιστάσεις αεραγωγών κατά την αναπνοή ΙI. Tοπική αντίσταση κυψελίδων στη ροή του αέρα σημαντικός ο ρόλος της τοπικής συγκέντρωσης CO2 Παράγοντες που ελέγχουν την αντίσταση των κυψελίδων Αποτέλεσμα Παράγοντας Σύσπαση Ισταμίνη Παρασυμπαθητικά νεύρα Μείωση CO2 Χαλάρωση Αδρεναλίνη Συμπαθητικά νεύρα Αύξηση CΟ2
Ογκοι και χωρητικότητες των πνευμόνων - Σπιρομέτρηση Μετρούμε: - όγκο εισπνεόμενου αέρα (L) - ροή αέρα (L/sec) Χρήσιμη μέτρηση: ταχέως εκπνεόμενος όγκος σε 1 sec (FEV1) (συνήθως το 80% της ζωτικής χωρητικότητας) 3000 ml 3500 ml 5000 ml 6000 ml 1500 ml 1000 ml 2500 ml
Σπιρόμετρο Με το σπιρόμετρο ελέγχουμε την πνευμονική λειτουργία
Ανατομικός και κυψελιδικός νεκρός όγκος Ο αέρας που δεν χρησιμοποιείται για ανταλλαγή αερίων με το αίμα (έλλειψη αιμάτωσης κυψελίδων) Ο αέρας που υπάρχει στους αεραγωγούς (150 ml) Φυσιολογικός νεκρός χώρος 4 L/min Κυψελιδικός αερισμός (ml/min) = (V αναπνεόμενος – V νεκρός) x αναπνευστική συχνότητα (ml/αναπνοή) (αναπνοές/min) ~ 300 ml 10-12/min (δηλ. ο συνολικός όγκος φρέσκου αέρα που εισέρχεται στις κυψελίδες ανά λεπτό)
Αερισμός των πνευμόνων, δηλ Αερισμός των πνευμόνων, δηλ. η διακίνηση αέρα μεταξύ της ατμόσφαιρας και των κυψελίδων των πνευμόνων Διάχυση Ο2 και CO2 μεταξύ των κυψελίδων και του αίματος (απόσταση διάχυσης < 0,2 μm) Μεταφορά του Ο2 και του CO2 με το αίμα και τα υγρά του σώματος προς και από τα κύτταρα Ρύθμιση του αερισμού των πνευμόνων και άλλων παραμέτρων της αναπνοής
Κυψελιδική επιφάνεια Κύτταρα Στιβάδες Τύπου Ι: επιθηλιακά πλακώδη Τύπου ΙΙ: διάσπαρτα, κυβικά επιθηλιακά επιφανειοδραστικός παράγοντας (λιποprt) Κυψελιδικό επιθήλιο (0,05-0,3 μm) (διατήρηση δομής κυψελίδας) Ενδοθήλιο τριχοειδούς (0,04-0,2 μm) (περιορίζει το αίμα) Διάμεσος συνδετικός ιστός(0,02-0,2μm) (κολλαγόνες και ελαστικές ίνες) Στιβάδες (0,2-0,6 μm) + 0,01 μm επιφανειοδραστικός παράγοντας
Ανταλλαγή αερίων με διάχυση Διάχυση Διάχυση
Ανταλλαγή Ο2 και CO2 σε 1 min αναπνευστικό πηλίκο (RQ) 21% των 4000 ml αναπνευστικό πηλίκο (RQ) = παραγόμενο CO2 καταναλισκόμενο Ο2 φυσιολ. τιμή RQ=0,8
Μερικές πιέσεις Ο2 + CO2 στον αέρα και στον οργανισμό PO2 PCO2
Υποαερισμός - Υπεραερισμός PCO2 > 40 mmHg (o κυψελιδικός αερισμός δεν συμβαδίζει με την παραγωγή CO2) Υπεραερισμός PCO2 < 40 mmHg (ο κυψελιδικός αερισμός πολύ μεγάλος για το παραγόμενο CO2)
Αερισμός των πνευμόνων, δηλ Αερισμός των πνευμόνων, δηλ. η διακίνηση αέρα μεταξύ της ατμόσφαιρας και των κυψελίδων των πνευμόνων Διάχυση Ο2 και CO2 μεταξύ των κυψελίδων και του αίματος (απόσταση διάχυσης < 0,2 μm) Μεταφορά του Ο2 και του CO2 με το αίμα και τα υγρά του σώματος προς και από τα κύτταρα Ρύθμιση του αερισμού των πνευμόνων και άλλων παραμέτρων της αναπνοής
Αναπνευστικές χρωστικές Ιδιότητες: μεγάλη συγγένεια με το Ο2, ώστε να το δεσμεύουν ακόμα και όταν αυτό παρέχεται σε μικρή συγκέντρωση ικανότητα μεταφοράς CO2, ώστε το pH των ιστών να διατηρείται σταθερό. Χαρακτηριστικά: πρωτεΐνες ποικίλου ΜΒ, περιέχουν ένα μέταλλο Fe2+ ή Cu2+ κλεισμένες σε κύτταρα ή στο πλάσμα μικρoύ ΜΒ: σε ζώα με αυξημένες απαιτήσεις σε Ο2, σε κύτταρα, σε υψηλές συγκεντρώσεις Γνωστές αναπνευστικές χρωστικές: αιμοσφαιρίνη (ψάρια, αμφίβια, ερπετά, θηλαστικά) αιμοκυανίνη (βραγχιόποδα, δακτυλιοσκώληκες) αιμοερυθρίνη (αρθρόποδα, εχινόδερμα, σπονδυλωτά) χλωροκρουονίνη (δακτυλιοσκώληκες)
Αιμοσφαιρίνη (Ι) (x4) (x4) 29 x 10–12 gr Hb/RBC (ΜCH) ή ~ 26 x 107 μόρια Hb/RBC
Αιμοσφαιρίνη (ΙΙ) Δομικές αλλαγές στην αλυσίδα της Ηb που επάγονται από την οξυγόνωση Ηb = δεοξυαιμοσφαιρίνη HbO2 = οξυαιμοσφαιρίνη Κάθε αντίδραση έχει διαφορετική σταθερά ισορροπίας
Αιμοσφαιρίνη (ΙΙΙ) Ποσοστό κορεσμού = Ο2 συνδεδεμένο με την Hb ΡΟ2 = 60-100 mmHg κορεσμός Hb > 90% P50 = η τιμή της PO2 που αρκεί για να κορεστεί το 50% της Hb Ποσοστό κορεσμού = Ο2 συνδεδεμένο με την Hb μέγιστη ικανότητα της Hb για δέσμευση
Παράγοντες που επηρεάζουν τον κορεσμό της Hb το pH η θερμοκρασία η PCO2 του αίματος η συγκέντρωση 2,3-διφωσφογλυκερινικού οξέoς (DPG) (μεταβολίτης της γλυκόλυσης, παράγεται από τα RBC) Κατηγορίες μετατοπίσεων της καμπύλης κορεσμού της Hb Bραχυπρόθεσμες (όταν αλλάζουν οι απαιτήσεις των ιστών σε σχέση με το Ο2 του περιβάλλοντος) Μακροπρόθεσμες ή εξελικτικές (εξέλιξη των ειδών σε περιβάλλοντα με διαφορετική περιεκτικότητα σε Ο2 ή διαφορά στις απαιτήσεις Ο2 ανάμεσα σε είδη) Μεσοπρόθεσμες (εγκλιματισμός)
Παράγοντες που επηρεάζουν τον κορεσμό της Hb
Μετατόπιση καμπύλης κορεσμού της Hb Προς τα δεξιά: αύξηση των ιόντων Η+ (μείωση του pH) αύξηση συγκέντρωσης CO2 αύξηση της θερμοκρασίας αύξηση του DPG κατά τη μυϊκή άσκηση γιατί: 1. οι λειτουργούντες μύες εκλύουν μεγάλες ποσότητες CO2 2. παράγουν οξέα που αυξάνουν τη συγκέντρωση των Η+ 3. η θερμοκρασία τους αυξάνεται κατά 3-4 βαθμούς Κατά τη μυϊκή άσκηση αποδίδεται Ο2 στους ιστούς υπό PO2 μέχρι και 40 mmHg ακόμα και αν ο κορεσμός της Ηb είναι < 75%
Μεταφορά του CO2 Ένωση με αμινομάδες της Hb, δηλ. σε διαφορετική θέση από το O2 Ολικό CO2 αίματος = διαλυμένο CO2 (7%) + διττανθρακικά (70%) CO2 καρβαμινοHb (23%)
Tι γίνονται τα ιόντα Η+ ; ΗbO2 + H+ HbH + O2
Αερισμός των πνευμόνων, δηλ Αερισμός των πνευμόνων, δηλ. η διακίνηση αέρα μεταξύ της ατμόσφαιρας και των κυψελίδων των πνευμόνων Διάχυση Ο2 και CO2 μεταξύ των κυψελίδων και του αίματος (απόσταση διάχυσης < 0,2 μm) Μεταφορά του Ο2 και του CO2 με το αίμα και τα υγρά του σώματος προς και από τα κύτταρα Ρύθμιση του αερισμού των πνευμόνων και άλλων παραμέτρων της αναπνοής
Η νευρογενής ρύθμιση της αναπνοής Αναπνευστικό κέντρο: εντοπίζεται αμφοτερόπλευρα στον προμήκη και τη γέφυρα ραχιαία αναπνευστική ομάδα νευρώνων (εισπνευστική κίνηση, κύρια ομάδα) κοιλιακή αναπνευστική ομάδα νευρώνων (εκπνευστική και εισπνευστική κίνηση, επιπρόσθετη ενίσχυση εισπνοής) πνευμοταξικό κέντρο (ρύθμιση ρυθμού και μορφής αναπνευστικών κινήσεων, αύξηση συχνότητας αν. κινήσεων 30-40/min) Διακρίνεται:
Οργάνωση του αναπνευστικού κέντρου (3) (1) (2) Απνευστικό κέντρο (?): συμμετέχει στη ρύθμιση του βάθους των αναπνευστικών κινήσεων. Υπερπλήρωση πνευμόνων και επιτέλεση αραιών και βραχέων εκπνευστικών κινήσεων.
Η χημική ρύθμιση της αναπνοής Η διατήρηση κατάλληλων συγκεντρώσεων Ο2, CO2 και Η+ στους ιστούς Άμεση ρύθμιση από το CO2 και το Η+ (πρωταρχικό ερέθισμα) Άμεση ρύθμιση από τη συγκέντρωση Ο2 Έμμεση ρύθμιση του συστήματος των περιφερικών χημειοϋποδοχέων από το Ο2 Κεντρικοί χημειοϋποδοχείς: χημειοευαίσθητη περιοχή στον προμήκη Περιφερικοί χημειοϋποδοχείς: καρωτιδικά σωμάτια (γλωσσοφαρυγγικό) αορτικά σωμάτια (πνευμονογαστικό)
Χημειοευαίσθητη περιοχή προμήκους μεγάλη ευαισθησία στις μεταβολές της συγκέντρωσης Η+ του αίματος διεγείρει τα άλλα τμήματα του αναπνευστικού κέντρου περισσότερα Η+ αποδίδονται όταν αυξάνεται η συγκέντρωση CO2 στο αίμα
Περιφερικοί χημειοϋποδοχείς ανίχνευση μεταβολών Ο2 αίματος διέγερση περιφερικών χημειοϋποδοχέων στο 1/5 του χρόνου που απαιτείται για κεντρική διέγερση άμεση αντίδραση στην αύξηση CO2 κατά την έναρξη της μυϊκής δραστηριότητας
Αλλοι παράγοντες που επηρεάζουν την αναπνοή Εκούσια ρύθμιση (ανεξάρτητη του αναπνευστικού κέντρου, νευρικές οδοί κατευθείαν από τον εγκεφαλικό φλοιό-φλοιονωτιαία οδό-αναπνευστικούς μύες) Υποδοχείς όχλησης (ερεθισμός αισθητικών απολήξεων τραχείας, βρόγχων, βρογχιολίων, πχ βήχας, φτέρνισμα) Υποδοχείς J των πνευμόνων (αισθητικές απολήξεις στα τοιχώματα των κυψελίδων κοντά στα τριχοειδή) Εγκεφαλικό οίδημα (συμπίεση εγκεφαλικών αρτηριών και αναστολή αιμάτωσης εγκεφάλου) Αναισθησία (μορφίνη, νατριούχος πεντοβαρβιτάλη)
Αερισμός πνευμόνων κατά την άσκηση απότομη & μεγαλύτερη μείωση Παράγοντες που επιδρούν στον αερισμό απότομη αύξηση απότομη & μεγαλύτερη μείωση
Περίληψη: Η κύρια λειτουργία των πνευμόνων είναι να φέρουν τον εισπνεόμενο αέρα σε στενή επαφή με το αίμα που κυκλοφορεί στα πνευμονικά τριχοειδή ώστε να διενεργείται αποτελεσματικά η ανταλλαγή Ο2 και CO2 μέσω παθητικής διάχυσης. Ο αερισμός υπολογίζεται με πολλαπλασιασμό του όγκου κάθε αναπνοής από την συχνότητα αναπνοών. Η διαπότιση υπολογίζεται με πολλαπλασιασμό του καρδιακού ρυθμού επί τον όγκο παλμού της δεξιάς κοιλίας (πνευμονική ροή αίματος). Η αιμοσφαιρίνη (Hb) εντός των ερυθρών αιμοσφαιρίων αυξάνει ιδιαίτερα την ικανότητα του αίματος να μεταφέρει το Ο2. Το CO2 μεταφέρεται από τα τριχοειδή των ιστών στους πνεύμονες κυρίως ως διττανθρακικά ιόντα στο πλάσμα. Ενεργός φάση της αναπνοής είναι η εισπνοή, όπου οι μύες του θωρακικού τοιχώματος, κυρίως το διάφραγμα συστέλλονται και μειώνουν την πίεση στις πνευμονικές κυψελίδες ώστε να εισρεύσει αέρας στους πνεύμονες. Ανατομικά, οι αεραγωγοί είναι δύο τύπων, βρόγχοι και βρογχιόλια. Οι κυψελιδικοί πόροι και οι κυψελίδες συγκροτούν το τμήμα ανταλλαγής αερίων του πνεύμονα. Ένας κλάδος της πνευμονικής αρτηρίας συνοδεύει κάθε αεραγωγό και διακλαδίζεται μαζί του. Για να μεγιστοποιηθεί η ταχύτητα παθητικής ανταλλαγής Ο2 και CO2 με την πνευμονική ροή αίματος, οι πνεύμονες έχουν το πιο εκτεταμένο δίκτυο τριχοειδών αγγείων, που καταλαμβάνει το 70-80% της κυψελιδικής επιφάνειας. Τα ερυθροκύτταρα παραμένουν στα τριχοειδή αρκετό χρόνο, ώστε η ανταλλαγή των αερίων να φθάσει σε ισορροπία, ακόμα και σε επίπονη άσκηση.
Λειτουργική υπολειπόμενη χωρητικότητα είναι ο όγκος του αέρα στους πνεύμονες κατά το τέλος της εκπνοής. Ολική πνευμονική χωρητικότητα είναι ο μέγιστος πνευμονικός όγκος που μπορεί να επιτευχθεί. Η συντονισμένη μυϊκή συστολή του θωρακικού τοιχώματος (διάφραγμα, μεσοπλεύριοι μύες) διευρύνει την θωρακική κοιλότητα κατά την εισπνοή και οι πνεύμονες εκτείνονται παθητικά προς όλες τις κατευθύνσεις, γεμίζοντας την κοιλότητα. Η πνευμονική ενδοτικότητα (διατασιμότητα) κατά τη διόγκωση είναι μικρότερη από την ενδοτικότητα κατά τη μείωση του όγκου, λόγω της μεταβλητής επιφανειακής τάσης αέρα-υγρού στις κυψελίδες. Η αιτία για τη μεταβλητή επιφανειακή τάση είναι ένα ειδικό απορρυπαντικό (επιφανειοδραστικός παράγοντας) που εκκρίνεται από τα κυψελιδικά επιθηλιακά κύτταρα τύπου ΙΙ. Το κύριο συστατικό του είναι η διπαλμιτοϋλο-φωσφατιδυλοχολίνη. Σημαντικός φυσικός παράγοντας που επηρεάζει την αντίσταση των αεραγωγών είναι η διατοιχωματική πίεση κατά μήκος των βρόγχων, τα τοιχώματα των οποίων είναι διασταλτά και συσταλτά. Σε ηρεμία, το έργο της αναπνοής είναι μικρό. Σε διάφορες νόσους των πνευμόνων ή του θωρακικού τοιχώματος, το έργο αυξάνεται σε σημείο ώστε να εκδηλωθεί αναπνευστική ανεπάρκεια (αυξημένη PaCO2). Η Hb δεσμεύει ταχύτατα και αντιστρεπτά το Ο2. Η χωρητικότητα Ο2 του φυσιολογικού ανθρώπινου αίματος (150 g Hb/l) είναι 200 ml O2/l (απόλυτη συγκέντρωση) ή κορεσμός 100 % (σχετική συγκέντρωση).
Η μορφή της καμπύλης ισορροπίας HbΟ2 ανταποκρίνεται στην ανάγκη για δέσμευση του Ο2 στους πνεύμονες και αποδέσμευσή του στα τριχοειδή των ιστών της συστηματικής κυκλοφορίας. Οι φυσιολογικοί παράγοντες που επηρεάζουν κανονικά την καμπύλη της HbO2 είναι η συγκέντρωση των ιόντων Η, η PCO2, η θερμοκρασία και η συγκέντρωση του 2,3-διφωσφογλυκερινικού οξέως στα ερυθροκύτταρα. Αύξηση σε κάποιον από αυτούς τους παράγοντες μετατοπίζει τη θέση της καμπύλης της HbO2 προς τα δεξιά, μειώνοντας τη συγγένεια της Hb με το Ο2. Η μορφή της καμπύλη είναι τέτοια ώστε στα τριχοειδή της συστηματικής κυκλοφορίας η Hb απελευθερώνει μεγάλες ποσότητες Ο2, όταν η ΡO2 μειώνεται κάτω από τα 70 mm Hg. H μεταφορά του Ο2 μεταξύ των διαμερισμάτων του σώματος επιτυγχάνεται με διάχυση η ταχύτητα της οποίας εξαρτάται από την διαφορά της ΡΟ2. Κυριότερος περιοριστικός παράγοντας για τη διάχυση του Ο2 είναι η απόσταση των λίγων μ στο διάμεσο υγρό μεταξύ τριχοειδών της συστηματικής κυκλοφορίας και μιτοχονδρίων των κυττάρων που αναπνέουν. Το CO2 μεταφέρεται στο αίμα με συνδυασμό τριών μηχανισμών (με φυσικό διάλυμα, με την καρβαμινοαιμοσφαιρίνη και ως διττανθρακικά ιόντα [HCO3- ]).
Το CO2 συνδέεται χημικά με βραδύ ρυθμό με το H2O και παράγει ανθρακικό οξύ. Στα ερυθροκύτταρα, το ένζυμο καρβονική ανυδράση καταλύει την αντίδραση. Μόλις σχηματιστεί, το ανθρακικό οξύ διίσταται σε Η+ και HCO3-. Τα Η+ απομακρύνονται με χημική σύνδεση με τις μεγάλες ποσότητες Hb μέσα στα ερυθροκύτταρα. Τα HCO3- διαχέονται έξω από τα ερυθροκύτταρα σε ανταλλαγή ιόντων Cl. Το CO2 παίζει σημαντικό ρόλο στην οξεοβασική ισορροπία. Αποκλίσεις από το φυσιολογικό οδηγούν σε αναπνευστική οξέωση και αλκάλωση, μεταβολική οξέωση και αλκάλωση. Οι συνιστώσες της ρύθμισης της αναπνοής είναι δύο: η μεταβολική (αυτόματη) ρύθμιση που σχετίζεται με την παροχή Ο2 και την οξεοβασική ισορροπία (PaCO2) και η βουλητική που σχετίζεται με την συμπεριφορά και τις συντονισμένες δραστηριότητες. Το ρυθμιστικό σύστημα αποτελείται από τον κεντρικό ρυθμιστή που βρίσκεται στο εγκεφαλικό στέλεχος (προμήκη μυελό και γέφυρα), από τα εκτελεστικά όργανα (μύες θωρακικού τοιχώματος) και αισθητικούς υποδοχείς που μεταφέρουν ερεθίσματα στο στέλεχος. Οι υποδοχείς του προμήκους είναι ευαίσθητοι στην PCO2 του εγκεφάλου και του εγκεφαλονωτιαίου υγρού, η οποία σχετίζεται με την PaCO2. Οι χημειοϋποδοχείς των καρωτιδικών σωμάτων είναι ευαίσθητοι στη χαμηλή τάση του Ο2 του αρτηριακού αίματος.
Βιβλιογραφία: R. Berne, M. Levy, Αρχές Φυσιολογίας, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Κρήτη, 1999. A. Guyton, Iατρική Φυσιολογία, Εκδόσεις Γ. Παρισιάνος, Αθήνα, 1992. Α. Guyton, Φυσιολογία του Ανθρώπου, Εκδόσεις Λίτσας, Αθήνα, 1984. Α. McNaught, R. Callander, Εικονογραφημένη Φυσιολογία, Εκδόσεις Γ. Παρισιάνος, Αθήνα, 1987. Ι. Μπέης, Μαθήματα Φυσιολογίας, Θεσσαλονίκη, 1983. E.J. Veldhuizen, H.P. Haagsman, Biochim. Biophys. Acta, 1467:255, 2000.