Επιγενετικά χαρακτηριστικά
Το ενδιαφέρον για την κατανόηση της αναπτυξιακής βιολογίας και διαφόρων ασθενειών οδήγησαν στο τομέα της επιγενετικής
από τον Αριστοτέλη, που πρώτος σκέφτηκε και έγραψε για την επιγένεση, δηλαδή την εμβρυογένεση, μέχρι σήμερα, που οι επιγενετικοί μηχανισμοί αρχίζουν σιγά-σιγά να αποκωδικοποιούνται και να βοηθούν στην κατανόηση διαδικασιών, όπως εκείνου της ανάπτυξης του οργανισμού, μέχρι και του καρκίνου.
Η πιο βασική διαδικασία που μπορεί να ονομαστεί επιγενετική είναι η ανάπτυξη από το ένα κύτταρο, το γονιμοποιημένο ωάριο, που φτάνει στη δημιουργία ενός περίπλοκου οργανισμού, όπως ο άνθρωπος. Ενώ το γονιμοποιημένο ωάριο αρχίζει να διαιρείται, κάποια γονίδια ενεργοποιούνται, άλλα απενεργοποιούνται, ενώ στη συνέχεια αυτές οι αλλαγές πρέπει να απομνημονευθούν, έτσι ώστε το κύτταρο να διατηρήσει την ταυτότητά του
Η αναγκαιότητα της επιγενετικής έγκειται σε αυτή τη διατήρηση των μοτίβων έκφρασης των γονιδίων
Αυτά που τρώμε μπορούν προφανώς να επηρεάσουν την ευεξία μας και μία τέτοια επίδραση στη φυσιολογία μας εξαρτάται από τα γονίδιά μας και την έκφρασή τους. Μένει ερωτηματικό εάν αυτό είναι επιγενετική, γιατί υπάρχουν ελάχιστες, εάν όχι καθόλου, αποδείξεις ότι αυτά που τρώμε δημιουργούν σταθερές κληρονομούμενες αλλαγές.
Υπάρχουν επιγενετικές αλλαγές που συνδέονται με την εμφάνιση καρκίνου Υπάρχουν επιγενετικές αλλαγές που συνδέονται με την εμφάνιση καρκίνου. Έρχονται στην επιφάνεια όλο και περισσότερα στοιχεία ότι γονίδια που δεν εκφράζονται με τον τρόπο που θα έπρεπε, συντελούν στην καρκινική διαδικασία. Αυτή η κατανόηση προσφέρει ελπίδα ότι τα επιγενετικά φάρμακα θα μπορούσαν να αντιστρέψουν τέτοιες αλλαγές ή να επιβραδύνουν την εξέλιξη της νόσου.
πρόσφατη αναγνώριση της σημασίας των επιγενετικών αλλαγών έχει ασύλληπτες επιπτώσεις για τη ζωή και την υγεία των ανθρώπων. Για παράδειγμα η Αμερικανική Εταιρεία για την Ερευνα του Καρκίνου (AACR) έχει δημοσιεύσει πολλές στατιστικές έρευνες που δείχνουν σαφώς ότι πάνω από το 60% των διαγνωσμένων νεοπλασιών δεν οφείλεται σε γενετικούς παράγοντες αλλά στον τρόπο ζωής των ασθενών
Υπάρχουν πολύπλοκες σχέσεις ανάμεσα στα γονίδια και το περιβάλλον τους. Πολυπλοκότητα επιγενετικών μηχανισμών που διαμεσολαβούν στις αμφίδρομες αλληλεπιδράσεις των γονιδίων με το περιβάλλον.
«αν η ισότητα μεταξύ των ανθρώπων εξαρτάται όντως από την κοινή βιολογική μας καταγωγή (και όχι από κάποια ηθικο-πολιτική ή θρησκευτική επιταγή), τότε πώς εξηγούνται η τεράστια ποικιλομορφία στο εσωτερικό του είδους μας και η ουσιαστική μοναδικότητα κάθε ανθρώπινου όντος;»
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο HeartMath στο Boulder Creek της California, η επιστήμη της επιγενετικής συμπεριλαμβάνει πολλά περισσότερα από απλώς DNA, το περιβάλλον και την εμπειρία μας. Ύστερα από δύο δεκαετίες έρευνας, ανακαλύφθηκε πως παράγοντες όπως η αγάπη και η εκτίμηση ή αντίθετα το άγχος και ο θυμός επηρεάζουν το γενετικό αποτύπωμα ενός ατόμου
Ο βιολόγος Charles H. Waddington το 1942 χρησιμοποίησε τον όρο επιγενετική, για να εξηγήσει ότι η διαμόρφωση του φαινοτύπου, δηλαδή οι μορφολογικές και λειτουργικές ιδιότητες ενός οργανισμού, καθορίζεται από το γονιδίωμα υπό την επήρεια του περιβάλλοντος.
Η επιγενετική κατάσταση του γονιδιώματος (επιγονιδίωμα) μεταβάλλεται δυναμικά στα κύτταρα των διάφορων ιστών, σε αντίθεση με την ακολουθία του DNA, που παραμένει σταθερή, και χρησιμοποιώντας ένα μεγάλο αριθμό ενζύμων σε συντονισμό μεταξύ τους, ρυθμίζει την έκφραση των γονιδίων και διαμορφώνει διαφορετικούς φαινοτύπους σε διαφορετικά κύτταρα. Οι κύριοι επιγενετικοί μηχανισμοί που διαμορφώνουν την επιγενετική κατάσταση του γονιδιώματος περιλαμβάνουν: • τη μεθυλίωση του DNΑ • την τροποποίηση των ιστονών
Επιγενετική είναι η μελέτη των αναστρέψιμων κληρονομήσιμων αλλαγών στη λειτουργία των γονιδίων, που εμφανίζονται χωρίς καποια αλλαγή στην αλληλουχία του πυρηνικού DNA. Είναι η διαδικασία της επίδρασης στη δράση ενός γονίδιου χωρίς να αλλάζει το ίδιο το DNA του γονιδίου (R. Jaenisch and A. Bird, 2003). Το επιγένωμα είναι η γενική επιγενετική κατάσταση ενός κυττάρου. Δεδομένου ότι ένα έμβρυο μπορεί να παραγάγει ένα πλήθος κυττάρων με διαφορετικές τύχες κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης, θα μπορούσε να ειπωθεί ότι ένα γονιδίωμα δίνει γένεση σε πολλά επιγενώματα.
Ψευδοπαθολογία
Αρχαίο DNA?? Η μελέτη του DNA που προέρχεται από οργανισμούς που έζησαν στο παρελθόν (αρχαίο DNA) εμπεριέχει το δέλεαρ του ταξιδιού πίσω στο χρόνο και έχει προσελκύσει την προσοχή και το ενδιαφέρον πολυάριθμων ερευνητών. Ωστόσο, η επιτυχία στο χώρο του αρχαίου DNA απαιτεί σκεπτικισμό και την ορθολογική διάθεση του ερευνητή. Το 1994 και ενώ το Jurassic Park κέρδιζε εκατομμύρια δολάρια στις κινηματογραφικές αίθουσες, αμερικάνοι ερευνητές υποστήριζαν ότι αλληλούχησαν DNA από δεινόσαυρο ηλικίας 80 εκατομμυρίων ετών. Εντούτοις, οι ισχυρισμοί τους αποδείχθηκαν λανθασμένοι, αφού το DNA που είχαν στα χέρια τους δεν ήταν παρά προϊόν επιμόλυνσης.
Παράλληλα, οι πληροφορίες του DNA των αρχαίων δειγμάτων πρόκειται να βοηθήσουν ιδιαίτερα την αναπαράσταση των αρχαίων ατόμων, καθώς μια σειρά από ανθρωπομετρικά χαρακτηριστικά καθορίζονται γενετικά, π.χ. χρώμα ματιών, μαλλιών, δέρματος, σωματότυπος κ.λπ. Αυτό είναι ακόμα μία σημαντική διάσταση. Ο χώρος ανάλυσης του αρχαίου DNA σήμερα είναι σημείο συνάντησης πολλών διαφορετικών επιστημονικών ειδικοτήτων, όπως Παλαιοντολογία, Βιοαρχαιολογία, Γενετική των πληθυσμών, Γενετική Ιατροδικαστική, Εγκληματολογία κ.ά.
Μας δίνεται η δυνατότητα να κατανοήσουμε αρχαίες ασθένειες και μολυσματικούς παράγοντες, μικρόβια, ιούς κ.λπ.
Ο όρος «αρχαίο» DNA καλύπτει κάθε ποσότητα DNA, μικρή ή μεγάλη, που βρίσκουμε σε νεκρούς οργανισμούς (σκελετούς, μούμιες) σε τμήματα τους (τρίχες, φτερά, φολίδες, σπέρματα, κουκούλια) ή σε προϊόντα τους (σάλιο, σπέρμα, αίμα, ουρία, περιττώματα) και το οποίο έχει υποστεί αυτολυτικές ή διαγενετικές διεργασίες ή άλλη μετατροπή.
Ομαλή επικοινωνία με τη φύση