Οργανολογία Ι Μάθημα ΧΙ Ελληνικά λαϊκά μουσικά όργανα
Ζυγιά. Είναι το μουσικό σύνολο της λαϊκής μουσικής της υπαίθρου. 1.Ζουρνάδες 2.Γκάιντα – νταχαρές 3.Ζουρνάς – νταούλι 4.Βιολί – λαούτο 5.Λύρα – λαούτο 6.Τσαμπούνα – τουμπάκι 7.Τσαμπούνα – λύρα Κομπανία: κλαρίνο, βιολί, σαντούρι, λαούτο, ντέφι.
Αερόφωνα Φλογέρα 1.Πρόκειται για σωλήνα ανοιχτό και στα δύο άκρα. 2.Ανάλογα με τον αριθμό των τρυπών και το μήκος τους διακρίνονται σε δύο κατηγορίες: κοντές (έως 50 εκ.) μακριές (έως 85 εκ.) που ονομάζονται τζαμάρες στην Ήπειρο και καβάλια στην Θράκη. Σουραύλι 1.Παίζεται κυρίως στην νησιωτική Ελλάδα. 2.Το επιστόμιό του είναι κομμένο λοξά (ίσιο στα μακριά) και κλείνεται με μία τάπα, ώστε να υπάρχει μια λεπτή σχισμή απ’ την οποία περνά ο αέρας. Μαντούρα 1.Παίζεται κυρίως στην Κρήτη. 2.Το επιστόμιο είναι κλειστό από τον κόμπο του καλαμιού και έχει ένα γλωσσίδι.
Αερόφωνα Τσαμπούνα 1.Την συναντάμε στη νησιωτική Ελλάδα. 2.Αποτελείται από έναν ασκό (από δέρμα κατσίκας), ένα επιστόμιο (από καλάμι, ξύλο ή κόκκαλο) και δύο αυλούς με μονό γλωσσίδι 3.Οι δύο αυλοί κατασκευάζονται από καλάμι και προσδένονται με κερί σε μία ξύλινη αυλακωτή βάση. 4.Ο ένας αυλός παίζει τη μελωδία και ο άλλος χρησιμοποιείται ως ισοκράτης. 5.Παίζεται μόνη της ή συνοδεύεται με τουμπί ή λύρα
Αερόφωνα Γκάιντα 1.Υπάρχει κυρίως στην στεριανή Ελλάδα. 2.Έχει ασκό και επιστόμιο. 3.Οι δύο αυλοί είναι χωριστοί. Στον έναν παίζεται η μελωδία (7+ 1 τρύπες) και στον άλλο, ο οποίος αποτελείται από τρία τμήματα, παίζεται το ισοκράτημα. 4.Παίζει μόνη της ή συνοδεύεται με νταϊρέ.
Αερόφωνα Ζουρνάς 1.Έχει διπλό γλωσσίδι. 2.Φτιάχνεται σε διάφορα μεγέθη (από εκ.). 3.Συνήθως παίζουν δύο ζουρνάδες μαζί. Στον πρώτο παίζεται η μελωδία, στον δεύτερο το ισοκράτημα. Κλαρίνο. 1.Το έφεραν στην Ελλάδα οι Τουρκόγυφτοι κατά τα μέσα του 19 ου αιώνα. 2.Στο κλαρίνο πέρασαν οι τεχνικές του ζουρνά και της φλογέρας.
Χορδόφωνα Ταμπουράς. 1.Προέρχεται από την αρχαία πανδούρα και τη βυζαντινή θαμπούρα. 2.Έχει μικρό ηχείο, μακρύ χέρι και παίζεται με πλήκτρο. 3.Άλλα ονόματα: μπουζούκι, μπαγλαμάς, σάζι, μπουλγαρί. Λαγούτο 1.Είναι υβρίδιο και αποτελεί σύνθεση των στοιχείων της πανδούρας και του ούτι. 2.Έχει τέσσερις διπλές χορδές κουρδισμένες σε πέμπτες. 3.Συνοδεύει αρμονικά και ρυθμικά και σε κάποιες περιπτώσεις παίζει και την μελωδία (Κρήτη).
Χορδόφωνα Ούτι 1.Είναι το αραβικό al ’ud 2.Έχει πέντε διπλές χορδές κουρδισμένες κατά τέταρτες. Συναντάται στην Μ. Ασία και τη Θράκη. Λύρα 1.Έχει προέλευση από τη Μ. Ασία (αραβικό ρεμπάμπ). 2.Έχει τρεις χορδές που κλείνονται από τον οργανοπαίχτη με το νύχι από τα πλάγια. 3.Η χρήση της περιορίστηκε από το βιολί. 4.Σήμερα την συναντάμε στην Κρήτη, στα Δωδεκάνησα και τη Μακεδονία.
Χορδόφωνα Κεμεντζές. 1.Είναι η ποντιακή λύρα 2.Είναι φιαλόσχημη και έχει τρεις χορδές κουρδισμένες σε τέταρτες. 3.Ο καβαλάρης επιτρέπει στα δάχτυλα να πατούν δύο χορδές μαζί. Κεμανές 1.Είναι η Καππαδοκική λύρα. 2.Είναι φιαλόσχημη και έχει 6 κύριες χορδές κουρδισμένες σε πέμπτες και τέταρτες και έξι συμπαθητικές σε ταυτοφωνία ή οκτάβα.
Χορδόφωνα Κανονάκι 1.Προέρχεται από το αρχαίο επιγόνειον και το βυζαντινό ψαλτήριο. 2.Οι χορδές βαίνουν παράλληλα στο ηχείο. 3.Έχει κινητούς καβαλάριδες που κινούνται ανάλογα με τον τρόπο του εκάστοτε κομματιού. 4.Παίζεται με δαχτυλήθρες. Σαντούρι 1.Ανήκει στο γένος του ψαλτηρίου. 2.Παίζεται με σιδερένια ραβδάκια. 3.Εξαπλώθηκε στον Ελλαδικό χώρο μετά την μικρασιατική καταστροφή.
Κρουστά - Ιδιόφωνα Νταούλι 1.Ρυθμικό όργανο της στεριανής Ελλάδας. 2.Είναι είδος κυλινδρικού τυμπάνου με δύο μεμβράνες από δέρμα ζώου. 3.Παίζεται με δύο ράβδους: έναν χοντρό στο δεξί χέρι (κόπανος) και έναν λεπτό στο αριστερό (βίτσα). Τουμπί 1.Είναι μικρό νταούλι. 2.Παίζεται με δύο μικρά ξύλα (τουμπόξυλα) ή με τα χέρια, μόνο όμως από την μία μεμβράνη.
Κρουστά - Ιδιόφωνα Τουμπελέκι, Ντέφι, νταϊρές, ταμπουτσά Ιδιόφωνα: κουδούνια, σφαιρικά κουδούνια, ζίλια (κύμβαλα), κουτάλια, ποτήρια, κομπολόι, σήμαντρα, ροκάνα, λαλίτσες κ.α.