Κατέβασμα παρουσίασης
Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε
1
ΜΑΘΗΜΑ: ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΦΛΩΡΙΝΑΣ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΘΕΜΑ: ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ: ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΩΝ ΦΟΡΕΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΚΡΑΤΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΒΙΒΛΙΟ: ΖΑΜΠΕΤΑ, Ε. (1974). Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ (1974 – 1989), ΑΘΗΝΑ, ΘΕΜΕΛΙΟ ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΑ: ΗΛΙΑΔΟΥ- ΤΑΧΟΥ Σ. ΦΟΙΤΗΤΡΙΑ: ΜΙΧΑΗΛ ΜΑΙΡΗ (3171) ΕΞΑΜΗΝΟ: ΣΤ’ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 9/05/14
2
ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΠΟΥ ΑΣΚΗΘΗΚΑΝ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ, ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ 1974-1989
Αφορούν 4 ευρύτερες κατηγορίες προβλημάτων: 1) Οι «ελάχιστες προϋποθέσεις» της εκπαίδευσης (τα «minimum standards») 2) Το περιεχόμενο των σπουδών 3) Η «Ισότητα των εκπαιδευτικών ευκαιριών» 4) Η αξιολόγηση και η απόδοση λόγου των εκπαιδευτικών θεσμών
3
1. Οι «ελάχιστες προϋποθέσεις» της εκπαίδευσης
Η κατηγορία αυτή εξετάζει προβλήματα της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης που αναφέρονται στην τήρηση και εξασφάλιση ορισμένων βασικών και ελάχιστων λειτουργιών του εκπαιδευτικού συστήματος. Τέτοιου είδους «ελάχιστες προϋποθέσεις», τις οποίες οφείλει να εξασφαλίσει το εκπαιδευτικό σύστημα είναι: α) η τήρηση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης με την εξασφάλιση της καθολικής φοίτησης β) η εκμάθηση από τους μαθητές των στοιχειωδών γνώσεων της ανάγνωσης, γραφής και αρίθμησης, δηλαδή ο αλφαβητισμός γ) η εξασφάλιση κάποιων στοιχειωδών ενιαίων εκπαιδευτικών standards σε όλα τα σχολεία, ανεξάρτητα από γεωγραφική θέση, δυναμικότητα, κλπ.
4
α) Υποχρεωτική εκπαίδευση και μαθητική διαρροή
Στην Ελλάδα η εκπαίδευση είναι υποχρεωτική και διαρκεί σύμφωνα με το Σύνταγμα του 1975, 9 χρόνια και περιλαμβάνει τις 6 τάξεις του Δημοτικού και τις 3 του Γυμνασίου. Η φοίτηση των παιδιών ξεκινά σε ηλικία 5 ½ ετών. Η Μ. Ηλίου στην έρευνα της «Προβλήματα σχολικής φοίτησης: αναλφαβητισμός και διαρροή μαθητών», τοποθετεί την διαρροή ως ένα σύνθετο φαινόμενο που περιλαμβάνει διάφορες παραμέτρους, οικονομία, πολιτική και είναι άμεσα συνδεδεμένη με τον αναλφαβητισμό. Όπως φαίνεται και από τα στοιχεία της έρευνας της, το ποσοστό μαθητικής διαρροής από την Α’ τάξη μέχρι το απολυτήριο κυμαίνεται γύρω στο 21,2%. Την περίοδο μέχρι και , το ποσοστό μαθητικής διαρροής ήταν 13,57%, ενώ όσα παιδιά γράφτηκαν στο Δημοτικό το το ποσοστό έπεσε στο 6,7%. Γεγονός που αποδεικνύει ότι η πολιτική που ασκήθηκε εκείνη την περίοδο με την υποχρεωτική εκπαίδευση, την κατάργηση των εξετάσεων στο Δημοτικό κτλ. λειτούργησε θετικά.
5
Τα μέτρα αυτά συνάντησαν αποδοχή από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις και απ’ όλα τα πολιτικά κόμματα, ενώ μόνο η αριστερά ζήτησε την 12χρονη υποχρεωτική φοίτηση, συμπεριλαμβανόμενου του Λυκείου. Εδώ πρέπει να τονίσουμε ότι για τον υπολογισμό της μαθητικής διαρροής στις σημερινές συνθήκες, πρέπει να συνυπολογιστούν οι εξής παράμετροι: α) Οι μαθητές που δεν γράφτηκαν καθόλου, ούτε μια φορά στο σχολείο β) Η γεωγραφική κατανομή- σε κάποιους νομούς υπήρχαν μεγαλύτερα ποσοστά διαρροής, ενώ σ’ άλλα μικρότερα γ) Πέρα από την διαρροή στις 6 τάξεις του Δημοτικού να εξεταστεί και η διαρροή στις 3 τάξεις του Γυμνασίου δ) Εξέταση του βαθμού διαρροής, με τον βαθμό αναλφαβητισμού.
6
β) Αλφαβητισμός Ορισμός: Σύμφωνα με παλαιότερο ορισμό της UNESCO (1958), αναλφάβητος χαρακτηρίζεται ένα άτομο, όταν δεν μπορεί να διαβάσει, γράψει και να κατανοήσει ένα απλό κείμενο. Αργότερα η έννοια διευρύνεται και αναλφάβητος δεν χαρακτηρίζεται μόνο αυτός που δεν πήγε στο σχολείο, αλλά και αυτός που πήγε, αλλά δεν έχει κατακτήσει τους βασικούς μηχανισμούς, ανάγνωσης, γραφής και αρίθμησης. Τα άτομα της πρώτης κατηγορίας ονομάζονται οργανικά αναλφάβητοι και τα άτομα της δεύτερης λειτουργικά αναλφάβητοι. Με δεδομένο ότι στην Ελλάδα η υποχρεωτική εκπαίδευση ισχύει από το 1834 και παρέχεται δωρεάν από το 1885, τα ποσοστά αναλφαβητισμού θα έπρεπε να είναι πολύ μικρά. Δυστυχώς όμως, με στοιχεία της έρευνας εργατικού δυναμικού το 1989, τα ποσοστά είναι αρκετά μεγάλα άτομα ετών, δεν πήγαν ποτέ στο σχολείο, ενώ άτομα ίδιας ηλικίας δεν είχαν αποφοιτήσει. Ποσοστά ιδιαίτερα ανησυχητικά, καθώς τα παιδιά αυτά είχαν συμπληρώσει την ηλικία υποχρεωτικής εκπαίδευσης μετά την μεταρρύθμιση του 1976.
7
γ) Ενιαίες συνθήκες εκπαίδευσης
Λόγοι που οδήγησαν στην αύξηση του αναλφαβητισμού εκείνη την εποχή ήταν η αδυναμία των σχολικών θεσμών, η μη υποχρεωτική εκπαίδευση, η μαθητική διαρροή, το επίπεδο των εκπαιδευτικών, η ηλικία εισαγωγής των παιδιών στο Δημοτικό κτλ. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις αναφέρονταν ότι το πρόβλημα δεν έχει τεθεί σε όλο το φάσμα του και τα πολιτικά κόμματα δεν αναδείκνυαν το θέμα ως αιχμή της πολιτικής τους, καθώς θεωρούσαν ότι δεν αφορά μεγάλο ποσοστό του λαού. γ) Ενιαίες συνθήκες εκπαίδευσης Η απουσία ενιαίων εκπαιδευτικών συνθηκών και standards στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, συνδέονται με τον τρόπο που συγκροτήθηκε ιστορικά η Πρωτοβάθμια εκπαίδευση, με την υπαγωγή των Δημοτικών σχολείων στους Δήμους, αλλά και με τον τόπο ανάπτυξης της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας και την ανισότητα μεταξύ αστικών περιοχών και περιφέρειας.
8
Την περίοδο αυτή υπήρχαν πολλά μονοθέσια και ολιγοθέσια σχολεία στις αγροτικές περιοχές και πολλά πολυθέσια στα αστικά κέντρα. Χαρακτηριστικά το έτος ο αριθμός όλων των σχολικών μονάδων ήταν και των ολιγοθέσεων ανερχόταν στα Στα μονοθέσια σχολεία σε κάθε δάσκαλο αντιστοιχούσαν 14 μαθητές το σχολικό έτος και στα αστικά κέντρα 29 μαθητές σε κάθε δάσκαλο. Το έτος όμως, η αναλογία μειώνεται στα μονοθέσια στους 12 μαθητές και στις πόλεις στους 26 μαθητές. Στην μείωση αυτή συνέβαλε η αύξηση του διδακτικού προσωπικού, η υπογεννητικότητα και η ανεπάρκεια σχολικής στέγης (πρωινό- απογευματινό σχολείο). Από το 1981 γίνεται έντονος λόγος για μείωση και συγχώνευση ολιγοθέσεων σχολείων, όμως χωρίς μεγάλο αποτέλεσμα, καθώς οι κάτοικοι των περιοχών προέβαλλαν αντίσταση. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις θέτουν το πρόβλημα των ολιγοθέσεων σχολείων, ως πρόβλημα εκπαιδευτικού και επαγγελματικού χαρακτήρα, ενώ από την άλλη τα πολιτικά κόμματα δεν πιέζουν πολύ το θέμα βλέποντας την αντίσταση των κατοίκων περιοχών με ολιγοθέσια σχολεία.
9
δ) Υλικοτεχνική υποδομή και χρηματοδότηση
Η υλικοτεχνική υποδομή της εκπαίδευσης αναφέρεται κυρίως στην σχολική στέγη και τον εξοπλισμό των σχολικών κτιρίων, καθώς επίσης και στα εποπτικά μέσα διδασκαλίας. Η γενική κατάσταση των κτιρίων χαρακτηρίζεται από μέτρια ως κακή και τα ποσοστά αντί να μειώνονται αυξάνονται ολοένα και περισσότερο. Το 1975 ο χαρακτηρισμός αυτός συμπεριλάμβανε περίπου το 30% όλων των σχολείων, ενώ το 1988 το 40%. Ανάλογη και χειρότερη η κατάσταση στα Νηπιαγωγεία της χώρας μας. Τα περισσότερα σχολεία κρίνονταν ακατάλληλα λόγω έλλειψης πόσιμου νερού, θέρμανσης, υγιεινής και δεν υπήρχαν αίθουσες γυμναστικής, χημείας, φυσικής. Μεγαλύτερο πρόβλημα αντιμετώπιζε η Αττική, γιατί πέρα από την έλλειψη υποδομών, δεν υπήρχαν και επαρκή κτίρια εξαιτίας των πολλών μαθητών με αποτέλεσμα τα σχολεία να λειτουργούν διπλοβάρδιες (πρωί- απόγευμα). Το πρόβλημα της υλικοτεχνικής υποδομής τίθεται και από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις και από τα πολιτικά κόμματα, και προσπαθούν να βρουν τρόπο χρηματοδότησης και μεγαλύτερης βάσης στην εκπαίδευση, ενώ το ΚΚΕ διατηρεί το προδικτατορικό αίτημα του 15% για την παιδεία.
10
2. Το περιεχόμενο των σπουδών
Στην κατηγορία αυτή εξετάζονται προβλήματα που αναφέρονται στην ποιότητα και στο επίπεδο περιεχομένων της εκπαίδευσης, είτε αυτά επηρεάζουν άμεσα, είτε έμμεσα και είναι τα εξής: α) τα αναλυτικά προγράμματα, τα διδακτικά βιβλία και οι παιδαγωγικές μέθοδοι διδασκαλίας β) η εκπαίδευση και επιμόρφωση των εκπαιδευτικών γ) η εκπαιδευτική έρευνα
11
α) Αναλυτικά προγράμματα, διδακτικά βιβλία, παιδαγωγικές μέθοδοι
Τα αναλυτικά προγράμματα, τα διδακτικά βιβλία και οι παιδαγωγικές μέθοδοι αποτελούν ορισμένα από τα σημαντικότερα μέσα οργάνωσης της γνώσης σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα. Οι πολιτικές που αναφέρονται στα περιεχόμενα της γνώσης χαρακτηρίζονται ως «εσωτερική μεταρρύθμιση», σε αντιδιαστολή με τις πολιτικές που αναφέρονται στη θεσμική οργάνωση της εκπαίδευσης και χαρακτηρίζονται ως «εξωτερική μεταρρύθμιση». Τα αναλυτικά προγράμματα και τα βιβλία της εποχής ήταν επηρεασμένα από την γερμανική και κυρίως ερβατιανή παιδαγωγική και αντιπροσώπευαν ένα πιο παλιό εκπαιδευτικό σύστημα, και για αυτό τον λόγο θεωρήθηκαν απαραίτητες κάποιες «εσωτερικές μεταρρυθμίσεις». Όσον αφορά τα αναλυτικά προγράμματα η επιτροπή Παιδείας του 1975, αποφάσισε την σύνταξη ενός νέου αναλυτικού προγράμματος για το Δημοτικό, που θα δίνει έμφαση στο περιεχόμενο και ειδικό βάρος των μαθημάτων στο εβδομαδιαίο ωρολόγιο πρόγραμμα. Η γλώσσα που θα χρησιμοποιείται θα είναι η δημοτική και θα γίνει προσπάθεια για την δημιουργία ενός ενιαίου εννιάχρονου σχολείου με διαφορετικό πρόγραμμα για Δημοτικό και Γυμνάσιο ώστε να αποφεύγεται η επανάληψη μεταξύ των δυο βαθμίδων.
12
Όσον αφορά τα βιβλία, κρίνονται ακατάλληλα, τόσο από άποψη περιεχομένου και ποιότητας, όσο και αισθητικής. Γίνεται πρόταση για παροχή 3 βιβλίων και η επιλογή ποιο βιβλίο θα διδαχτεί να ανήκει στον δάσκαλο κάθε τάξης. Τα βιβλία θα είναι γραμμένα στη δημοτική γλώσσα. (Γλωσσικό ζήτημα- οριστική επίλυση 1976). Όσον αφορά τις παιδαγωγικές μεθόδους δεν συζητήθηκε κάτι σχετικό στην επιτροπή. Τόσο τα πολιτικά κόμματα όσο και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, συμφωνούν ότι τα βιβλία και τα προγράμματα θα πρέπει να είναι σύγχρονα. Το ΠΑΣΟΚ περνά σε μεταρρυθμίσεις με ορισμένα λάθη και ατοπήματα, αλλά η ανανέωση των αναλυτικών προγραμμάτων και βιβλίων γίνεται μετά το 1981 από την κυβέρνηση του. Η ΝΔ υποστήριζε άλλα ως αντιπολίτευση και άλλα υλοποίησε ως κυβέρνηση επί του θέματος και τα κόμματα της αριστεράς συμφώνησαν στο αίτημα ενιαίου εννιάχρονου σχολείου, χωρίς να αναλύσουν τις διαστάσεις του. Τέλος, την περίοδο η εκπαιδευτική πολιτική που αφορά τα προγράμματα δεν αντιμετωπίζει ορισμένα αιτήματα όπως: α) την ενιαία εννιάχρονη εκπαίδευση που προϋποθέτει και την ενιαιοποίση των προγραμμάτων και των στόχων Δημοτικού σχολείου και Γυμνασίου β) την εισαγωγή ορισμένων σύγχρονων γνωστικών αντικειμένων στα προγράμματα όπως π.χ. τις ξένες γλώσσες
13
β) Εκπαίδευση και επιμόρφωση εκπαιδευτικών
Η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών αναφέρεται σε ένα αντικείμενο της εκπαιδευτικής πολιτικής που έχει τεράστια ιδεολογική και πολιτική σημασία για την αναπαραγωγή του όλου εκπαιδευτικού συστήματος. Οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί λάμβαναν μόρφωση από τις Παιδαγωγικές Ακαδημίες, οι οποίες υπάγονταν στον έλεγχο του Υπουργείου Παιδείας και δέχτηκαν έντονη κριτική από τους διανοούμενους και συνδικαλιστές εκπαιδευτικούς για ορισμένα θέματα, όπως το επίπεδο εκπαίδευσης που παρείχαν ήταν πολύ χαμηλό, η διάρκεια των σπουδών ήταν μικρή, η οργάνωση της εκπαίδευσης των δασκάλων και νηπιαγωγών σε 20 σχολές διάσπαρτες σε 15 πόλεις της χώρας κτλ. Το μεγαλύτερο ποσοστό των εκπαιδευτικών ήταν άντρες , έναντι που ήταν οι γυναίκες σύμφωνα με έρευνα του Ελάχιστοι είχαν λάβει κάποια επιπλέον μόρφωση εκτός ακαδημίας ή είχαν κάνει μεταπτυχιακές σπουδές 18,71%. Οι περισσότεροι εργάζονταν στο δημόσιο Δημοτικό σχολείο και πολλοί λίγοι σε ιδιωτικά, κυρίως αυτοί που είχαν τελειώσει τώρα τις ακαδημίες και δεν είχαν προϋπηρεσία ή διοριστεί. Το χαμηλό αυτό μορφωτικό επίπεδο των εκπαιδευτικών οφείλεται αφενός στην ποιότητα της βασικής εκπαίδευσης που δέχονται στις Παιδαγωγικές Ακαδημίες και αφετέρου στη δομή του εκπαιδευτικού συστήματος και την ανεπάρκεια των θεσμών επιμόρφωσης, γεγονός που έχει άμεσες επιπτώσεις στην ποιότητα της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης.
14
Το πρόβλημα της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών αποτέλεσε αντικείμενο συγκρούσεων και διεκδικήσεων, τουλάχιστον τα τελευταία 35 χρόνια από την λειτουργία των Παιδαγωγικών Ακαδημιών και το θέμα επανήλθε στο προσκήνιο από την μεταπολίτευση τοθ 1974 και μετά. Το αίτημα της αναβάθμισης των σπουδών των εκπαιδευτικών στη Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση θα υποστηριχτεί από όλα τα κόμματα την περίοδο , αλλά οι θέσεις τους διαφοροποιούνται ως προς τη μορφή που θα έπρεπε να πάρει αυτή. Η ΝΔ είναι σαφές ότι προσανατολίζεται προς την κατεύθυνση της «αναμόρφωσης» και όχι της κατάργησης των Παιδαγωγικών Ακαδημιών και Σχολών Νηπιαγωγών. Από την άλλη το ΠΑΣΟΚ ως αντιπολίτευση θα καταθέσει σχέδιο νόμου για την ίδρυση «Ανώτατων Παιδαγωγικών Σχολών» ενταγμένων στα Πανεπιστήμια και το ΚΚΕ προτείνει 4χρονη Πανεπιστημιακή εκπαίδευση για το δάσκαλο και τη νηπιαγωγό. Αλλά όλα τα κόμματα έχουν να υποδείξουν μόνο υποσχέσεις και ολιγωρία Το 1982 ιδρύονται τα πρώτα Τμήματα Δημοτικής Εκπαίδευσης και Νηπιαγωγών. Το θέμα της επιμόρφωσης των δασκάλων και νηπιαγωγών είναι ένα οξύ θέμα που ακόμα και σήμερα δεν έχουν δοθεί σαφείς απαντήσεις.
15
γ) Εκπαιδευτική έρευνα
Η εκπαιδευτική έρευνα είναι μια θεμελιώδης προϋπόθεση για την ανάπτυξη της εκπαίδευσης και για την άσκηση εκπαιδευτικής πολιτικής με βάση την εμπεριστατωμένη ανάλυση της εκπαιδευτικής πραγματικότητας και επομένως αποτελεί και προϋπόθεση μιας ουσιαστικής εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης. Η κατάσταση στο χώρο της εκπαιδευτικής έρευνας στη χώρα μας δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντική, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από το ύψος των γενικότερων δημοσίων δαπανών για την έρευνα στη χώρα μας, που δεν ξεπερνούν το 0,2%, το 1985. Πέρα όμως από την έρευνα σε ακαδημαϊκό επίπεδο, ως θεσμοί εκπαιδευτικής έρευνας θεωρούνται και ορισμένοι θεσμοθετημένα όργανα στα πλαίσια του ΥΠΕΠΘ, όπως το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και το ΚΕΜΕ που έχουν να κάνουν με την συστηματική έρευνα και μελέτη των εκπαιδευτικών προβλημάτων και παίζουν συμβουλευτικό ρόλο όσον αφορά θέματα θεσμικά ή αναλυτικών προγραμμάτων και βιβλίων. Η Επιτροπή Παιδείας του 1975 δεν αναφέρθηκε καθόλου στο πρόβλημα της εκπαιδευτικής έρευνας. Από την πλευρά των κομμάτων δεν εκφράζεται ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την έρευνα. Το ΠΑΣΟΚ δεν αναφέρεται καθόλου στην εκπαιδευτική έρευνα, η ΝΔ στο προεκλογικό της πρόγραμμα, περιλαμβάνει την εκπαιδευτική έρευνα και τότε διαπιστώνει ότι τελεί ουσιαστικά υπό διωγμό και ιδιαίτερη έμφαση στην έρευνα δείχνουν τα προγράμματα του Συνασπισμού και της Αριστεράς.
16
3. Η «Ισότητα των εκπαιδευτικών ευκαιριών»
Σε αυτή την κατηγορία θα αναλυθούν προβλήματα, τα οποία σχετίζονται με την ενίσχυση του δημοσίου χαρακτήρα της εκπαίδευσης και την αντιστάθμιση των κοινωνικών ανισοτήτων. Συγκεκριμένα θα αναλυθούν τα προβλήματα που αφορούν: α) αντισταθμιστικές πολιτικές για μαθητές που βρίσκονται σε μειονεκτική θέση για λόγους κοινωνικούς ή άλλους β) την ενίσχυση του δημοσίου χαρακτήρα της εκπαίδευσης
17
α) Αντισταθμιστικές πολιτικές
Το αίτημα της ισότητας των εκπαιδευτικών ευκαιριών, διατυπώνεται κυρίως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και απορρέει από τη διαπίστωση, ότι το εκπαιδευτικό σύστημα αποτελεί έναν από τους κυριότερους θεσμούς κοινωνικής αναπαραγωγής και με αυτή την έννοια λειτουργεί επιλεκτικά σε βάρος των κατώτερων κοινωνικών τάξεων. Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα πρέπει να παρέχει όχι ίσες αλλά περισσότερες ευκαιρίες στα άτομα που προέρχονται από μειονεκτικά κοινωνικά, οικονομικά κτλ στρώματα και αυτό θα επιτευχθεί μέσα από ειδικές πολιτικές και εκπαιδευτικά προγράμματα. Σύμφωνα και με πολλές έρευνες που έγιναν εκείνη την περίοδο, το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα όντως λειτουργεί επιλεκτικά και αναπαράγει κοινωνικές ανισότητες. Έρευνα της Μ. Ηλιού φανερώνει ότι η κατανομή των εκπαιδευτικών ευκαιριών μεταξύ των 54 νομών της χώρας δεν είναι ίση, και σε μειονεκτική θέση βρίσκονται οι κάτοικοι της Ξάνθης, Ροδόπης και Ευρυτανίας. Επίσης μειωμένες εκπαιδευτικές ευκαιρίες έχουν οι κάτοικοι των χωριών σε σχέση με τους κατοίκους της πόλεις, καθώς και οι γυναίκες. Στην έρευνα του Θ. Μυλωνά πάλι τονίζεται ότι το μορφωτικό, κοινωνικό και πολιτιστικό επίπεδο της οικογένειας επηρεάζει τη σχολική επίδοση και συντελεί στην αναπαραγωγή των ανισοτήτων μέσα στην εκπαίδευση.
18
Για την παροχή ίσων ευκαιριών εκπαίδευσης σε όλες τις κοινωνικές βαθμίδες δημιουργήθηκαν και ορισμένα προγράμματα όπως αυτό της ενισχυτικής διδασκαλίας και τα Προγράμματα Δημιουργικής Απασχόλησης Μαθητών-παιδιών Εργαζομένων Γονέων (ΠΔΑΜΕΓ). Ωστόσο τα προγράμματα αυτά δεν προχώρησαν παραπέρα και έμειναν μόνο σε πειραματικό στάδιο, λόγω έλλειψης προσωπικού, κονδυλίων και ανοργάνωσης στο χώρο της εκπαίδευσης. Η Επιτροπή Παιδείας του 1975 θα θίξει το θέμα της ισότητας ευκαιριών σε σχέση μόνο με την ιδιωτική εκπαίδευση. Το πρόβλημα των κοινωνικών ανισοτήτων στην εκπαίδευση, παρότι θίγεται γενικά από τους εκπαιδευτικούς και πολιτικούς φορείς, δεν φαίνεται να έχει αναλυθεί σε βάθος με τέτοιο τρόπο, ώστε να εκφράζονται και επεξεργασμένες προτάσεις για την αντιμετώπιση του. Όσον αφορά τα πολιτικά κόμματα επί του θέματος, το ΠΑΣΟΚ το στο προεκλογικό του πρόγραμμα δεν κάνει λόγο για ισότητα ευκαιριών, αλλά αναφέρεται γενικότερα στο ξεπέρασμα των διακρίσεων και την ισότητα των δύο φύλων, η ΝΔ θα κάνει αναφορά στην ισότητα ευκαιριών στο προεκλογικό της πρόγραμμα το 1989, ενώ τα κόμματα της αριστεράς και κυρίως το ΚΚΕ στο πρόγραμμά του το 1981 πέρα από την κοινωνική ανισότητα στην εκπαίδευση θα αναφερθεί στην κατάργηση ταξικών φραγμών και στην εφαρμογή του ενιαίου εννιάχρονου υποχρεωτικού σχολείου.
19
β) Ενίσχυση του δημοσίου χαρακτήρα της εκπαίδευσης
Με βάση το Σύνταγμα του 1975, η εκπαίδευση παρέχεται δωρεάν από το κράτος σε όλους τους Έλληνες και σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες. Ωστόσο υπάρχουν αρκετά προβλήματα στην χώρα μας αυτή την περίοδο που δεν ενισχύουν τόσο το δημόσιο χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Η ανεπάρκεια της δημόσιας εκπαίδευσης να ανταποκριθεί στο ρόλο της και να καλύψει βασικές κοινωνικές και μορφωτικές ανάγκες έχει τεθεί από πολλές πλευρές. Ο Α. Καζαμίας επισημαίνει ότι ιστορικά το πρόβλημα αυτό συνδέεται με το γενικότερο πρόβλημα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης στην Ελλάδα. Επίσης, το γεγονός ότι η δημόσια εκπαίδευση είναι ανεπαρκής, έχει υποστηριχτεί και από πολλούς υπουργούς Παιδείας. Μάλιστα η ανεπάρκεια αυτή φανερώνεται και σε άλλους τομείς, όπως είναι η έλλειψη βιβλίων για όλα τα μαθήματα του Δημοτικού, η ανυπαρξία ξένων γλωσσών κτλ. με αποτέλεσμα να υποβιβάζεται η δημόσια εκπαίδευση και να προωθείται η ιδιωτική. Από την πλευρά τους τα πολιτικά κόμματα εκφράζουν διαφορετικές απόψεις. Το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ προτείνουν την κατάργηση φροντιστηρίων και ιδιωτικών σχολείων, καθώς υπονομεύουν την δημόσια εκπαίδευση και δημιουργούν κοινωνικές ανισότητες, ενώ η ΝΔ τίθεται υπέρ των ιδιωτικών σχολείων, με το επιχείρημα ότι η πολιτεία πρέπει να παρέχει στα παιδιά της υψηλής ποιότητας εκπαίδευση και όταν αυτή δεν παρέχεται, οι γονείς και τα παιδιά μπορούν να διαλέξουν κάτι καλύτερο (ιδιωτικό σχολείο).
20
4. Η αξιολόγηση και η απόδοση λόγου των εκπαιδευτικών θεσμών
Η απόδοση λόγου της εκπαίδευσης αναφέρεται στις διαδικασίες με τις οποίες οι εκπαιδευτικοί θεσμοί συνδέονται με την κοινωνία και το πολιτικό σύστημα, στις διαδικασίες νομιμοποίησης των εκπαιδευτικών πολιτικών και γενικότερο στη σχέση των εκπαιδευτικών θεσμών με το κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο εγγράφονται. Η απόδοση λόγου της εκπαίδευσης αναφέρεται στις διαδικασίες εποπτείας, αξιολόγησης και συμμετοχής από την πλευρά των φορέων. Η κυρίαρχη μορφή απόδοσης λόγου της εκπαίδευσης στις περισσότερες χώρες όπως και στην Ελλάδα από την περίοδο είναι αυτή του διοικητικού μηχανισμού και της γραφειοκρατικής ιεραρχίας με τον Επιθεωρητή. Τονίζεται επίσης σε μεγάλο βαθμό η συνεργασία των φορέων που εργάζονται μέσα στους εκπαιδευτικούς θεσμούς, να ενδιαφέρονται για αυτούς, να έχουν λόγο στη διαχείριση, τον έλεγχο και την αξιολόγηση της εκπαίδευσης. Από την πλευρά των πολιτικών κομμάτων, το κάθε κόμμα εκφράζει την δική του πρόταση με παραλλαγές, χωρίς να καταλήγουν κάπου συγκεκριμένα. Γενικότερα το θέμα απόδοσης λόγου, αξιολόγησης και εποπτείας είναι ένα οξύ και διαχρονικό ζήτημα που δύσκολα μπορεί να δοθεί λύση και να είναι αποδεκτή και σεβαστή απ’ όλους τους φορείς.
21
ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ!!!
Παρόμοιες παρουσιάσεις
© 2024 SlidePlayer.gr Inc.
All rights reserved.