Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Κατάρτιση & Διαχείριση Συμβάσεων. Εισαγωγή Για τα στελέχη εφοδιασμού και προμηθειών οι συμβάσεις που συνάπτουν με προμηθευτές για λογαριασμό των εταιριών.

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "Κατάρτιση & Διαχείριση Συμβάσεων. Εισαγωγή Για τα στελέχη εφοδιασμού και προμηθειών οι συμβάσεις που συνάπτουν με προμηθευτές για λογαριασμό των εταιριών."— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 Κατάρτιση & Διαχείριση Συμβάσεων

2 Εισαγωγή Για τα στελέχη εφοδιασμού και προμηθειών οι συμβάσεις που συνάπτουν με προμηθευτές για λογαριασμό των εταιριών σχετικά με την αγορά αγαθών και υπηρεσιών αποτελούν βασικό επαγγελματικό εργαλείο. Επί της ουσίας μια σύμβαση: – περιγράφει και διευθετεί τη σχέση μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών – θεωρείται αποτελεσματική, όταν καθορίζει με σαφήνεια και πληρότητα δικαιώματα, υποχρεώσεις, υπαιτιότητα, παραδοτέα και μηχανισμούς για τη μέτρηση της απόδοσης της κάθε πλευράς.

3 Εισαγωγή Κατά συνέπεια: – μια αποτελεσματική σύμβαση προνοεί και λειτουργεί προληπτικά για τα όλα τα δυνητικά προβλήματα με μηχανισμούς έγκαιρης προειδοποίησης των στελεχών και με επαρκή μέτρα αποκατάστασης των τυχόν συνεπειών, –αναδεικνύεται σε ένα σημαντικό εργαλείο άσκησης διοίκησης, το οποίο δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως έγγραφο μόνο που βρίθει από δυσνόητους νομικούς όρους και είναι χρήσιμο μόνον σε περίπτωση προβλημάτων.

4 Εισαγωγή Στην Ελλάδα αλλά και στην πλειοψηφία των ευρωπαϊκών χωρών, το δίκαιο των συμβάσεων βασίζεται κατά κανόνα στο αστικό δίκαιο. Δεδομένου όμως ότι δεν υπάρχει ένα διεθνώς ενιαίο και ομογενοποιημένο νομικό σύστημα συμβάσεων, σε συμβάσεις μεταξύ μερών από διαφορετικές χώρες : –Μπορεί να εφαρμόζεται κατά περίπτωση είτε η Συνθήκη των Ηνωμένων Εθνών για τις διεθνείς πωλήσεις αγαθών είτε το δίκαιο της Ε.Ε.κ.α. –Σε κάθε πάντως περίπτωση, θα πρέπει να υπάρξει πρόνοια ώστε, τα συμβαλλόμενα μέρη να συμφωνήσουν ως προς το ποιας χώρας το εθνικό δικαίο θα διέπει τη σύμβαση. Εάν δεν αποφασιστεί αυτό, ο κάθε συμβαλλόμενος μπορεί να υποθέσει ότι ισχύει η νομοθεσία της χώρας του. Στην περίπτωση διαφωνιών, τα αρμόδια δικαστήρια αποφασίζουν για την ισχύουσα νομοθεσία.

5 Ορισμός και Συστατικά μιας Σύμβασης Ορισμός: Η σύμβαση είναι μια υπόσχεση ενός φυσικού ή νομικού προσώπου προς ένα άλλο ή ένα σύνολο υποσχέσεων που δίδονται μεταξύ δύο ή περισσότερων φυσικών ή νομικών προσώπων των οποίων η αθέτηση έχει νομικές συνέπειες. Ειδικότερα: –Τα εμπλεκόμενα μέρη μπορεί διατυπώσουν ρητά τη συμφωνία τους είτε προφορικά είτε γραπτά ή να την υπονοούν μέσω πράξεων. –Σε περίπτωση αθέτησης μίας σύμβασης, τα δικαστήρια μπορεί να την επιβάλουν είτε με μια παραγγελία που αναγκάζει τον αθετούντα να πραγματοποιήσει την υπόσχεσή του ή με την καταβολή χρηματικής αποζημίωσης προς το βλαπτόμενο πρόσωπο. Στις εμπορικές συμβάσεις είναι συνήθης ο δεύτερος τρόπος επιβολής.

6 Ορισμός και Συστατικά μιας Σύμβασης Προκειμένου μια σύμβαση να είναι εκτελεστή, πρέπει να περιέχει τα ακόλουθα συστατικά: 1. Αμοιβαία συγκατάθεση των δύο μερών που αποτελείται από μία προσφορά του ενός και από αποδοχή της προσφοράς αυτής από το άλλο. Η προσφορά: είναι η υπόσχεση του προσφέροντος προς τον αποδέκτη. προκειμένου να είναι έγκυρη πρέπει να απευθύνεται σε συγκεκριμένα εξουσιοδοτημένα προς τούτο πρόσωπα του άλλου μέρους και να αφορά συγκεκριμένες ποσότητες ειδών (σημ. οι διαφημίσεις και οι τιμοκατάλογοι των προμηθευτών δεν θεωρούνται προσφορές αλλά προσκλήσεις προς τους αγοραστές για υποβολή αιτήσεων αγορών).

7 Ορισμός και Συστατικά μιας Σύμβασης 2. Εμπλεκόμενα μέρη που διαθέτουν την ικανότητα για τη σύναψη μιας σύμβασης. Γενικά έλλειψη δικαιοπρακτικής ικανότητας στοιχειοθετείται όταν ένα εμπλεκόμενο μέρος είναι ανήλικο, πάσχει από κάποια διανοητική πάθηση ή τελεί υπό την επήρεια φαρμάκων ή οινοπνεύματος. 3. Ανταλλαγές αγαθών που έχουν αξία μεταξύ των μερών. Στις συμβάσεις πρέπει να εφαρμόζεται η αρχή “quid pro quo” δηλ. «κάτι έναντι κάτι άλλου». Ένα αντικείμενο ή μια υπηρεσία ανταλλάσσεται με κατι άλλο ανάλογης αξίας. Εάν η συναλλαγή είναι άνιση, αρκετά δικαστήρια μπορεί να αμφισβητήσουν κατά πόσο ισχύει το «quid pro quo» με αποτέλεσμα η σύμβαση να είναι νομικά άκυρη. 4. Νομιμότητα του αντικειμένου της σύμβασης. Οι συμβάσεις που αφορούν παράνομες συναλλαγές είναι άκυρες (π.χ. Διακίνηση ναρκωτικών).

8 Οι Διαφορές μεταξύ συμφωνίας και σύμβασης Σε αντίθεση με τα ισχύοντα στις συμφωνίες, οι υποσχέσεις των συμβάσεων είναι εκτελεστές μέσω της δικαστικής οδού. Μια σύμβαση είναι ευρύτερη από μια συμφωνία. Η σύμβαση περιλαμβάνει όλα όσα εμπεριέχονται στη συμφωνία (δηλαδή καθορισμός της υποσχόμενης υπηρεσίας, δικαιωμάτων και υποχρεώσεων μερών και συμφωνηθείσα αμοιβή) αλλά επιπρόσθετα ενσωματώνει όλες τις διατάξεις που προβλέπονται από το δίκαιο της χώρας το οποίο εφαρμόζεται.

9 Οι σκοποί μιας σύμβασης Γενικώς, μια σύμβαση στοχεύει στην καταγραφή όλων των συμφωνηθέντων μεταξύ των συμβαλλομένων. Η σύμβαση πρέπει να καταγράφει με σαφήνεια και πληρότητα τις εργασίες που αναλαμβάνει η κάθε πλευρά και ειδικότερα: τα βασικά στάδια υλοποίησης, τα παραδοτέα και τα χρονοδιαγράμματα

10 Οι σκοποί μιας σύμβασης Επιπροσθέτως (εκτός, δηλ. της καταγραφής των συμφωνημένων υποχρεώσεων), μια σύμβαση κρίνεται πλήρης, όταν: –προδιαγράφει τους κανόνες που καθορίζουν τη σχέση –περιγράφει με σαφήνεια τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις κάθε πλευράς –προβλέπει όλα τα πιθανά γεγονότα και λαμβάνει πρόνοια για τα δυσμενή ενδεχόμενα –περιλαμβάνει επανορθωτικές ενέργειες και τρόπους νομικής επίλυσης των διαφορών –επιμερίζει τους κινδύνους μεταξύ των πλευρών.  Εξίσου σημαντικό περιεχόμενο μιας σύμβασης αποτελεί η πρόβλεψη μηχανισμών για την παρακολούθηση και μέτρηση της αποτελεσματικότητας των εμπλεκομένων πλευρών κατά τρόπο ώστε τα προβλήματα να προλαμβάνονται και να αντιμετωπίζονται έγκαιρα.

11 Η ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΜΙΑΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ Η έναρξη της διαδικασίας: –Η κατάρτιση σύμβασης δεν είναι κατά κανόνα δυνατόν να πραγματοποιείται αμέσως μετά από το κλείσιμο μιας κατ΄ αρχήν συμφωνίας μεταξύ αγοραστή και προμηθευτή (π.χ. αρχική επιλογή ενός προμηθευτή). –Ειδικότερα, στην πράξη δεν είναι δυνατή μια δεσμευτική συμφωνία πριν συμφωνηθούν συνολικά οι όροι μιας τυπικής γραπτής σύμβασης και αφού βέβαια προηγηθούν οι απαραίτητες επιπρόσθετες διαπραγματεύσεις.  Τα προβλήματα που είναι δυνατόν να ανακύψουν κατά τη σύναψη μιας σύμβασης αντιμετωπίζονται πιο αποτελεσματικά εάν η διαδικασία κατάρτισης της σύμβασης ξεκινήσει έγκαιρα, συγχρόνως με τον αρχικό καθορισμού των απαιτήσεων και συνεχιστεί σε όλα τα στάδια του αγοραστικού κύκλου

12 Η έναρξη της διαδικασίας (συνέχεια) Αυτή ακριβώς η ολοκλήρωση μεταξύ αγοραστικής διαδικασίας και διαδικασίας κατάρτισης της σύμβασης έχει τα εξής πλεονεκτήματα: Οι απαιτήσεις περιγράφονται με μεγαλύτερη σαφήνεια και πληρότητα Οι προμηθευτές κατανοούν τις απαιτήσεις και υποβάλλουν προσφορές που εμπεριέχουν μικρή αβεβαιότητα Επιλέγονται προμηθευτές με κριτήρια όχι μόνο τιμής αλλά και εξυπηρέτησης- μείωσης λειτουργικών κινδύνων, ενώ ο χρόνος κατάρτισης των συμβάσεων μειώνεται σημαντικά Το περιεχόμενο της σύμβασης καθορίζει με ξεκάθαρο τρόπο την σχέση μεταξύ των εμπλεκομένων πλευρών

13 Ο διαχωρισμός μεταξύ νομικών και εμπορικών όρων Ο διαχωρισμός αυτός υποδηλώνει ότι κατά τις διαπραγματεύσεις καθορίζονται από την επιχείρηση διαφορετικές αρμοδιότητες που αφορούν τα στελέχη διαχείρισης συμβάσεων και τους νομικούς της επιχείρησης. Ωστόσο τα διακριτά όρια των παραπάνω αρμοδιοτήτων δεν είναι αρκετά σαφή. Συγχρόνως διαπιστώνεται ότι η νομική πλευρά της σύμβασης έχει σχεδόν πάντα έντονη επιχειρησιακή διάσταση (π.χ. οι εγγυήσεις συνήθως αντιμετωπίζονται ως ένα αμιγώς νομικό τμήμα μιας σύμβασης, παρότι καθορίζουν πραγματικά ζητήματα καίριας σημασίας, όπως ποιος αναλαμβάνει τους κινδύνους και τις συνεπαγόμενες οικονομικές επιβαρύνσεις ).  Συμπερασματικά θα πρέπει να επισημανθεί ότι είναι σχεδόν αδύνατο να διαχωριστούν τα επιχειρησιακά από τα νομικά θέματα και οι διαπραγματεύσεις πρέπει να τα περιλαμβάνουν αμφότερα.

14 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης 1.Τα στοιχεία ταυτότητας των προσώπων της συμφωνίας: Πρόκειται για τα στοιχεία των προσώπων που συμμετέχουν και περιέχονται σε μια εισαγωγική παράγραφο της σύμβασης, η οποία εκτός από τις επωνυμίες περιλαμβάνει διεύθυνση και είδος του νομικού προσώπου (όπως Α.Ε., Ο.Ε.). Τα στοιχεία αυτά είναι απαραίτητα στην περίπτωση που τυχόν εγερθούν νομικές αξιώσεις λόγω διαφορών. Εκτός της εισαγωγικής παραγράφου, τα στοιχεία ταυτότητας μπορεί να περιληφθούν και στο τέλος της σύμβασης, στην σελίδα με τις υπογραφές.

15 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης (συνέχεια) 2.Εισαγωγή Σε μία απλή, γραπτή σύμβαση είναι σημαντικό στην αρχή να περιλαμβάνεται μια φράση που να δείχνει ότι τα μέρη έχουν καταλήξει σε συμφωνία. Για παράδειγμα: «Η παρούσα συμφωνία παραθέτει τους όρους και τις προϋποθέσεις, οι οποίοι διέπουν την πώληση διαφόρων προϊόντων από τον « Προμηθευτή» προς τον « Αγοραστή» καθ΄ όλη την περίοδο ισχύος της σύμβασης και σύμφωνα με τις παραγγελίες του Αγοραστή προς τον προμηθευτή».

16 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης (συνέχεια) 3.Ορισμοί Μερικοί όροι που έχουν μια ιδιαίτερη σημασία για τους σκοπούς μιας συμφωνίας, είθισται να επεξηγούνται αναλυτικά την πρώτη φορά που απαντώνται ή σε ένα ξεχωριστό τμήμα με ορισμούς ειδών. Συγκεκριμένα, δίδεται πρώτα η περιγραφή (ορισμός) τους και ακολουθούν οι όροι με κεφαλαίο το πρώτο γράμμα τους. Για παράδειγμα: «Η παρούσα συμφωνία παραθέτει τους όρους και τις προϋποθέσεις οι οποίοι διέπουν την πώληση υλικών γραφείου που περιγράφονται αναλυτικά στο επισυναπτόμενο παράρτημα Α (αποκαλούμενα από τούδε «Υλικά») από τον « προμηθευτή» προς τον « Αγοραστή» καθ΄ όλη την περίοδο ισχύος της σύμβασης και σύμφωνα με τις παραγγελίες του Αγοραστή προς τον προμηθευτή».

17 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης (συνέχεια) 4. Αντικείμενο της σύμβασης Σε αυτό το τμήμα περιγράφεται το σύνολο των αγαθών και των υπηρεσιών που αγοράζεται εντός του πλαισίου της συγκεκριμένης σύμβασης. Η περιγραφή των απαιτήσεων πρέπει να είναι εξ αρχής σαφής και πλήρης. Πιθανώς όμως, λόγω π.χ. μιας νεώτερης έρευνας να προκύψει ανάγκη για αναθεώρηση ενός μέρους του αντικειμένου. Τα παραρτήματα που αναφέρονται στο αντικείμενο μιας σύμβασης περιλαμβάνουν καταλόγους προϊόντων, προδιαγραφών και δηλώσεων εργασίας. Αποτελούν δε αναπόσπαστο μέρος της σύμβασης. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να εξασφαλίζεται ότι τα παραρτήματα καλύπτουν πλήρως τις επιθυμητές απαιτήσεις.

18 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης (συνέχεια) 5.Χρονική Διάρκεια μιας Συμφωνίας Στις συμβάσεις πρέπει να καθορίζεται η διάρκειά τους δηλ. η ημερομηνία που τίθενται σε ισχύ και η ημερομηνία λήξης τους. Στις συμβάσεις, η διάρκεια μπορεί να επεκτείνεται με δύο τρόπους: –Με τον πρώτο, η επέκταση γίνεται αυτόματα, εκτός εάν ένα από τα δύο μέρη γνωστοποιήσει στο άλλο την πρόθεσή του να τερματίσει τη σύμβαση. –Αντιθέτως, στις αειθαλείς (αορίστου διάρκειας) συμβάσεις περιλαμβάνεται όρος που καθορίζει το χρόνο και τον τρόπο τερματισμού της σύμβασης. (π.χ. ένα από το δύο μέρη πρέπει να αποστείλει μια γραπτή αναγγελία 30 ή 60 ημέρες πριν από τη λήξη της τρέχουσας περιόδου της σύμβασης, με την οποία δηλώνει την πρόθεση της περί μη συνέχιση της σύμβασης).

19 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης (συνέχεια) 5.Χρονική Διάρκεια μιας Συμφωνίας Οι αειθαλείς συμβάσεις αν και απαλλάσσουν τα στελέχη εφοδιασμού από τις διαδικασίες αξιολόγησης, δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται παρά μόνο σε ειδικές περιπτώσεις και τούτο διότι: –Είναι δυνατόν οι προμηθευτές με το χρόνο, να αναπτύξουν αίσθημα εφησυχασμού και να καταστούν μη ανταγωνιστικοί. –Είναι επίσης δυνατόν να δημιουργηθούν και άλλες παρενέργειες. Εάν π.χ. μια αειθαλής σύμβαση δεν περιέχει κάποια ρήτρα ελάχιστης ποσότητας αγοράς και επεκτείνεται αυτόματα για πολλά χρόνια, μπορεί να λησμονηθεί η ύπαρξή της.

20 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης (συνέχεια) 6. Τίμημα Η διάταξη που περιλαμβάνει τα θέματα της τιμολόγησης μιας σύμβασης πρέπει να χαρακτηρίζεται από πληρότητα και σαφήνεια. Πρέπει όλα τα προϊόντα, οι υπηρεσίες, τα βοηθητικά είδη με τις τιμές τους να περιλαμβάνονται σε ένα πινάκιο το οποίο να αποτελεί αναπόσπαστο παράρτημα της σύμβασης ή τουλάχιστον να προβλέπονται στο σώμα της κύριας σύμβασης. Πρέπει, όπου είναι απαραίτητη, να καθορίζεται επακριβώς η αναπροσαρμογή του τιμήματος. Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να εφαρμόζονται οι κατάλληλοι, ειδικοί δείκτες και να είναι αιτιολογημένες οι αναπροσαρμογές ( π.χ. μια αύξηση των υλικών κατά 5% δεν αιτιολογεί αύξηση της τιμής ενός προϊόντος κατά 5%).

21 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης (συνέχεια) 7.Όροι Πληρωμής Οι όροι πληρωμής μπορεί να περιληφθούν στην ίδια διάταξη με αυτήν του τιμήματος ή να αποτελέσουν ξεχωριστή διάταξη της σύμβασης. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να προσδιορίζονται οι χρόνοι και προϋποθέσεις που δημιουργούν μια οφειλή. Π.χ. σε περιπτώσεις έργων, οι πληρωμές γίνονται τμηματικά και συνδέονται με την αποπεράτωση φάσεων του έργου. Άλλοτε, για την έκδοση τιμολογίου προαπαιτείται η επιθεώρηση των προϊόντων. Εξίσου σημαντικό θέμα που πρέπει να αντιμετωπιστεί με προσοχή είναι οι εκπτώσεις που δίδονται λόγω άμεσης εξόφλησης και οι προσαυξήσεις λόγω εκπρόθεσμης εξόφλησης των τιμολόγιων

22 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης (συνέχεια) 8.Παράδοση και Κίνδυνοι Απωλειών O όρος παράδοση έχει δύο πλευρές: –Η μία προσδιορίζει τον τρόπο, με το οποίο τα αγαθά καταλήγουν στον αγοραστή από τον προμηθευτή και περιλαμβάνει τυχόν συμφωνηθέντες χρόνους παράδοσης και οδηγίες για τον τρόπο και τη διαδρομή μεταφοράς των ειδών. –Η άλλη υποδεικνύει τον τόπο και το χρόνο εκπλήρωσης των υποχρεώσεων ενός προμηθευτή.

23 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης (συνέχεια) 8.Παράδοση και Κίνδυνοι Απωλειών (συνέχεια) Μία απλή μέθοδος για τον καθορισμό του χρόνου και του τόπου παράδοσης περιγράφεται από τον όρο F.O.B. (Free on Board- Ελεύθερο επί του Καταστρώματος ή Ελεύθερο επί του Μεταφορικού Μέσου), o οποίος περιλαμβάνεται στους όρους INCOTERMS που προσδιορίζουν: Τον τρόπο μεταφοράς (Χερσαίος, Θαλάσσιος, Αεροπορικός ή μικτός) Το σημείο παράδοσης των αγαθών (δηλαδή που τελειώνει η ευθύνη του προμηθευτή και αρχίζει αυτή του αγοραστή (ή του μεταφορέα) Ποιος από τους δύο αναλαμβάνει την φροντίδα και τις διαδικασίες που απαιτούνται μέσω των τελωνειακών ή άλλων υπηρεσιών (Τράπεζες, Λιμενικές Αρχές κ.λ.π.)

24 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης (συνέχεια) 8. Παράδοση και Κίνδυνοι Απωλειών (συνέχεια) Χρησιμοποιούνται δύο όροι F.O.B. 1. F.O.B.- τόπος προέλευσης 2. F.O.B.- τόπος προορισμού. Τόπος προέλευσης είναι η γεωγραφική θέση από την οποία αποστέλλονται τα υλικά από έναν προμηθευτή. Τόπος προορισμού η γεωγραφική θέση στην οποία, μετά από εντολή του αγοραστή, τα υλικά καταλήγουν.

25 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης (συνέχεια) 8.Παράδοση και Κίνδυνοι Απωλειών (συνέχεια) Με τον όρο F.O.B.- Τόπος Προέλευσης: Οι υποχρεώσεις του προμηθευτή σε σχέση με την παράδοση των υλικών εξαντλούνται με την παραλαβή τους από την εταιρία μεταφορών. Έτσι, με την παράδοση των υλικών στη μεταφορική εταιρεία, ο αγοραστής αποκτά την κυριότητα των υλικών φέροντας εφεξής την ευθύνη για κινδύνους απώλειας και καταστροφής του φορτίου κατά τη μεταφορά. Ο αγοραστής είναι υπεύθυνος για το κόστος μεταφοράς, το οποίο μπορεί να : –καταβλήθηκε από τον προμηθευτή ο οποίος εν συνεχεία το χρέωσε στον αγοραστή –τιμολογήθηκε από τη μεταφορική εταιρία απευθείας στον αγοραστή –καταβλήθηκε από τον προμηθευτή στο μεταφορέα με την παράδοση των υλικών

26 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης (συνέχεια) 8.Παράδοση και Κίνδυνοι Απωλειών (συνέχεια) Με τον όρο F.O.B.- Τόπος Προορισμού: Οι υποχρεώσεις του προμηθευτή σε σχέση με την παράδοση των υλικών δεν εκπληρώνονται παρά μόνο με την παράδοσή τους στον προκαθορισμένο από τον αγοραστή προορισμό. Ο προμηθευτής φέρει την ευθύνη για τους κινδύνους και καταβάλλει κάθε σχετική δαπάνη για τη μεταφορά του φορτίου στο σημείο παράδοσης. Κατά συνέπεια, σε αντίθεση με τον προηγούμενο όρο, ο προμηθευτής έχει την ευθύνη για τους κινδύνους απώλειας και καταστροφής του φορτίου κατά τη μεταφορά του, η δε κυριότητα μεταβιβάζεται στον αγοραστή μόνον με την παράδοση στον καθορισμένο προορισμό. Επιπρόσθετα ο προμηθευτής επιβαρύνεται με το κόστος μεταφοράς.

27 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης (συνέχεια) 8.Παράδοση και Κίνδυνοι Απωλειών (συνέχεια) Γενικά στο τμήμα της σύμβασης για τη μεταφορά προσδιορίζονται οι χρόνοι παράδοσης, οι εν γένει όροι για τη μεταφορά, στους οποίους περιλαμβάνεται το μέρος που έχει κάθε φορά την ευθύνη της, το κόστος μεταφοράς, πότε μεταβιβάζεται η κυριότητα των υλικών αλλά και η ευθύνη για την ανάληψη των κινδύνων απώλειας ή καταστροφής. Οι δύο χρόνοι δεν συμπίπτουν πάντοτε καθώς η μεταβίβαση της ιδιοκτησίας των αγαθών στον αγοραστή μπορεί να πραγματοποιηθεί κατά το στάδιο της αποστολής αλλά η ευθύνη για τον κίνδυνο απώλειας να ανήκει στον προμηθευτή μέχρι την παράδοση στον προορισμό. Επίσης προσδιορίζονται τυχόν απαιτήσεις για ειδική συσκευασία, σήμανση ως και τα μέτρα αποκατάστασης λόγω πρώιμων ή καθυστερημένων παραδόσεων η και αδυναμίας παραδόσεων.

28 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης (συνέχεια) 9. Παραλαβή O όρος «παραλαβή» διαφοροποιείται από τον όρο παράδοση των υλικών. Όταν πραγματοποιηθεί η παραλαβή, ο αγοραστής δεν δύναται να απορρίψει τα υλικά, υποχρεούμενος να καταβάλει το συμφωνηθέν τίμημα. Το μόνο μέτρο στο οποίο μπορεί να καταφύγει είναι να κινηθεί δικαστικά για παραβίαση των όρων της σύμβασης(claim of breach). Στο τμήμα αυτό της σύμβασης πρέπει να περιληφθούν ειδικές απαιτήσεις παραλαβής διαφορετικά μπορεί να θεωρηθεί ότι ο αγοραστής έχει αποδεχθεί τα υλικά.

29 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης (συνέχεια) 10.Εγγυήσεις και Αποκατάσταση Οι εγγυήσεις λειτουργούν επικουρικά για την πραγματοποίηση μιας σύμβασης διότι η παραβίασή τους επιτρέπει τη διεκδίκηση αποζημίωσης χωρίς όμως να ακυρώνει τη σύμβαση. Ο όρος εγγύηση σημαίνει το βαθμό των υποχρεώσεων που είναι διατιθέμενος να αποδεχθεί ένας πωλητής στην περίπτωση που τα είδη που διέθεσε, έχουν ελαττώματα. Οι εγγυήσεις εμπίπτουν σε δύο τύπους: –τις αυτονόητες(implied) και –τις ρητές(expressed).

30 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης (συνέχεια) 10.Εγγυήσεις και Αποκατάσταση (συνέχεια) Οι Αυτονόητες Εγγυήσεις απορρέουν αυτομάτως από τη νομοθεσία και όχι από δηλώσεις του προμηθευτή. Για παράδειγμα, στην περίπτωση πωλήσεων αγαθών, ο πωλητής εγγυάται ότι έχει την κυριότητά τους. Εάν όμως τα πωλούμενα αγαθά προέρχονται από κλοπή και ο ιδιοκτήτης ανακτά τα αγαθά από τον αγοραστή, ο πωλητής κι αν ακόμη δεν είναι ο κλέφτης, θεωρείται ότι παραβίασε την εγγύηση των τίτλων (οπότε και θα πληρώσει). Άλλος τύπος αυτονόητης εγγύησης είναι η εγγύηση της εμπορευσιμότητας, η οποία υποδηλώνει ότι τα πωλούμενα αγαθά έχουν μια «μέση καλή ποιότητα» για την αναμενόμενη χρήση τους και να είναι απαλλαγμένα από κατασκευαστικές ατέλειες.

31 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης (συνέχεια) 10.Εγγυήσεις και Αποκατάσταση (συνέχεια) Οι Ρητές Εγγυήσεις, σε αντίθεση με τις αυτονόητες, απορρέουν από τις έγραφες δηλώσεις του προμηθευτή σχετικά με την ποιότητα, κατάσταση, περιγραφή ή απόδοση ενός αγαθού και αποτελούν μέρος της συμφωνίας. Οι ρητές εγγυήσεις είναι τριών βασικών τύπων: –Υπεύθυνες διαβεβαιώσεις ή υποσχέσεις γεγονότων ( π.χ. ύφασμα 100% βαμβακερό ή αντλία Χ που αντλεί 5000lit ύδατος ανά min). –Το αγαθό ταυτίζεται με τη δηλωθείσα περιγραφή του (π.χ. ο πωλητής συμφωνεί να διαθέσει ένα παλτό «μοχέρ»., δηλ. εγγυάται ότι το παλτό που θα παραδοθεί θα είναι « μοχέρ». –Τα προϊόντα ταυτίζονται με τα δείγματα ή τα πρότυπα (π.χ. αγοραστής προμηθεύεται μετά από επίδειξη δείγματος, 1000 τ.μ. μάρμαρο, δηλ.θα πρέπει να παραδοθεί η ποσότητα σύμφωνα με το δείγμα από απόψεως ποιότητας).

32 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης (συνέχεια) 11. Αποκατάσταση Στις διατάξεις των εγγυήσεων πρέπει περαιτέρω να προσδιορίζεται η αποκατάσταση που δικαιούται ο αγοραστής σε περίπτωση παραβίασης της εγγύησης. Η αποκατάσταση μπορεί να περιλαμβάνει: –Τη διαφορά μεταξύ της αξίας των αγαθών που παραδόθηκαν και της αξίας που θα είχαν αν η εγγύηση είχε τηρηθεί. –Θετικές και αποθετικές ζημιές: Οι θετικές ζημιές περιλαμβάνουν το κόστος που αφορά παράδοση, επιθεώρηση, αποθήκευση και μεταφορά των αγαθών. Οι αποθετικές ζημιές περιλαμβάνουν οικονομικές απώλειες, όπως διαφυγόντα κέρδη, ζημιές στην περιουσία, τραυματισμούς που προέκυψαν από την παραβίαση της σύμβασης.

33 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης (συνέχεια) 12. ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΑΡΘΡΑ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ i.Αναφορές και έλεγχοι: Σε ορισμένες περιπτώσεις (όπως στις συμβάσεις που τιμολογούνται με βάση το κόστος συν αμοιβή ή συμβάσεις με τιμολογιακή αναπροσαρμογή) απαιτείται να προβλέπεται δικαίωμα του αγοραστή να έχει πρόσβαση στα αρχεία του προμηθευτή προκειμένου να πραγματοποιεί ελέγχους για τη συμμόρφωση των συμβατικών και/ή των νομικών όρων.

34 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης (συνέχεια) 12. ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΑΡΘΡΑ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ii.Πνευματικά Δικαιώματα: Λόγω της διαρκώς αυξανόμενης συμμετοχής των προμηθευτών στη διαδικασία σχεδιασμού νέων προϊόντων, η προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων γίνεται κανόνας. Τα άρθρα περί πνευματικών δικαιωμάτων προβλέπουν την προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων των συμβαλλόμενων μερών. Τα δικαιώματα μπορεί να έχουν τη μορφή ευρεσιτεχνιών, εμπορικών σημάτων, και/ή εμπορικών απορρήτων, ιδίως σε προϊόντα υψηλής τεχνολογίας.

35 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης (συνέχεια) 12. ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΑΡΘΡΑ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ iii.Εμπιστευτικές πληροφορίες: Πολλές πληροφορίες των επιχειρήσεων οι οποίες αφορούν την οικονομική τους κατάσταση, τις διαδικασίες παραγωγής, τα προϊόντα και το δίκτυο πωλήσεων θεωρούνται εμπιστευτικές. Προφανώς, η γνωστοποίηση αυτών των στοιχείων σε προμηθευτές που συνεργάζονται με ανταγωνιστές της επιχείρησης θέτει τα στοιχεία αυτά σε κίνδυνο. Η εχεμύθεια που αφορά εμπιστευτικά στοιχεία αποτελεί σοβαρό λόγο σύναψης εταιρικών συμμαχιών μεταξύ επιχειρήσεων. Για το λόγο αυτό, υπογράφονται συμβάσεις που περιέχουν άρθρα που προστατεύουν την επιχείρηση από την κοινοποίηση αυτών των στοιχείων στον ανταγωνισμό( Professional Service Agreements).

36 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης (συνέχεια) 12. ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΑΡΘΡΑ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ iv. Αποζημιώσεις: Τα άρθρα που αναφέρονται σε αποζημιώσεις αποσκοπούν στο να προφυλάξουν τις επιχειρήσεις από οικονομικές ζημιές που μπορεί να υποστούν λόγω πράξεων η παραλείψεων των προμηθευτών τους. Για παράδειγμα, μια επιχείρηση πρέπει να προφυλάσσεται από ακούσια παραβίαση ενός διπλώματος ευρεσιτεχνίας κατά την αγορά ενός υλικού από έναν προμηθευτή. Μία ρήτρα, δηλαδή, αποζημίωσης μπορεί να αναγκάσει τον προμηθευτή που διέθεσε στον αγοραστή το προϊόν να παράσχει νομική υποστήριξη για την αγωγή και να αποζημιώσει τον αγοραστή για τυχόν βλάβες που προέκυψαν από την αγωγή.

37 Tα συστατικά στοιχεία μιας σύμβασης (συνέχεια) 12. ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΑΡΘΡΑ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ iv. Ανωτέρα Βία Ενίοτε, η παράδοση των προϊόντων ή η παροχή υπηρεσιών από έναν προμηθευτή καθυστερούν ή αναστέλλονται λόγω περιστάσεων οι οποίες είναι εκτός των δυνατοτήτων ελέγχου του προμηθευτή. Οι περιστάσεις αυτές ορίζονται ως ανωτέρα βία. Για παράδειγμα ένας προμηθευτής αδυνατεί να τηρήσει τις προθεσμίες παράδοσης λόγω μιας πυρκαγιάς ή μιας πλημμύρας. Αντίστροφα, ένας αγοραστής μπορεί να μην επιθυμεί παράδοση υλικών λόγω μιας απεργίας στις εγκαταστάσεις του. Συχνά στις συμβάσεις καθορίζεται τι συνιστούν συνήθεις περιπτώσεις ανωτέρας βίας.


Κατέβασμα ppt "Κατάρτιση & Διαχείριση Συμβάσεων. Εισαγωγή Για τα στελέχη εφοδιασμού και προμηθειών οι συμβάσεις που συνάπτουν με προμηθευτές για λογαριασμό των εταιριών."

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google