Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΙΙ Μητράκας Π. Λάμπρος MD, MSc, PhD Ουρολόγος, FEBU

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΙΙ Μητράκας Π. Λάμπρος MD, MSc, PhD Ουρολόγος, FEBU"— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΙΙ Μητράκας Π. Λάμπρος MD, MSc, PhD Ουρολόγος, FEBU
Ακαδ. Υπότροφος Τμήμα Ιατρικών Εργαστηρίων ΤΕΙ Θεσσαλίας Ακαδ. Έτος , Χειμερινό Εξάμηνο

2 ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΙΣΘΗΤΗΡΙΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ
Τα αισθητήρια όργανα είναι εξειδικευμένα περιφερικά νευρικά όργανα, που κατάγονται από το εξώδερμα και τα οποία υποδέχονται τα εξωτερικά ή εσωτερικά ερεθίσματα, από τα οποία διεγείρονται. Την νευρική αυτήν διέγερση τη μεταβιβάζουν με κεντρομόλα νεύρα στο φλοιό των ημισφαιρίων, όπου παράγονται τα αισθήματα. Η συνείδηση των αισθημάτων προβάλλεται στο αισθητήριο όργανο ή στο περιβάλλον. Κάθε αισθητήριο όργανο αποτελείται από: i) το υποδεκτικό όργανο, που δέχεται το ερέθισμα και το μετατρέπει σε νευρική διέγερση των αισθητικών νευρικών απολήξεων, που βρίσκονται εντός αυτού, ii) το αισθητήριο νεύρο που μεταβιβάζει την νευρική διέγερση στο ΚΝΣ, iii) το φλοιώδες εγκεφαλικό (ψυχοαισθητικό) κέντρο, μέσα στο οποίο η νευρική διέγερση μετατρέπεται σε ειδικό αίσθημα. Τα φλοιώδη αισθητικά κέντρα μπορεί να διεγείρονται και δίχως εξωτερικά ερεθίσματα. Στα αισθητήρια όργανα ανήκουν: i) το δέρμα, ii) ο οσφρητικός βλεννογόνος, iii) οι γευστικές κάλυκες, iv) οι οφθαλμοί και v) τα ώτα.

3 ΔΕΡΜΑ Καλύπτει την εξωτερική επιφάνεια του σώματος, αντίστοιχα δε προς τα εξωτερικά στόμια του εντεροαναπνευστικού και του ουροποιογεννητικού συστήματος συνέχεται με τους βλεννογόνους αυτών. Χρησιμεύει επίσης ως: i) προασπιστικό όργανο (με την ελαστικότητα και το άφθονο υποδόριο λίπος προασπίζει τα υποκείμενα όργανα από εξωτερικές μηχανικές επιδράσεις, με την κερατίνη στιβάδα εμποδίζει την εξάτμιση του ύδατος των ιστών και την είσδυση μικροβίων ή βλαβερών ουσιών, με την χρωστική/μελανίνη προφυλάσσει από τις βλαβερές επιδράσεις της ηλιακής ακτινοβολίας), ii) αποταμιευτικό/ αποθηκευτικό όργανο (λίπος, νερό), iii) διαρρυθμιστικό όργανο της σωματικής θερμοκρασίας , iv) αναπνευστικό όργανο (άδηλη δια-πνοή), v) απεκκριτικό όργανο, vi) εκκριτικό όργανο, vii) εκτεταμένο αισθητήριο όργανο αφής, πίεσης, πόνου και θερμοκρασίας.

4 ΔΕΡΜΑ Η χροιά του δέρματος εξαρτάται: i) από το ποσό και τη χροιά της χρωστικής/μελανίνης, που υπάρχει στην επιδερμίδα και το χόριο, ii) από την χροιά του αίματος που κυκλοφορεί. Ποικίλει και εξαρτάται από την φυλή, το φύλο, την ηλικία, την περιοχή του σώματος, την υγεία του οργανισμού. Η εξωτερική επιφάνεια του δέρματος εμφανίζει, εκτός των τριχών, τις ακόλουθες αναγλυφές: i) Πόρους: Μικρά στόμια που φαίνονται με τον φακό και στους οποίους εκβάλλουν οι εκφορητικοί πόροι των ιδρωτοποιών αδένων. ii) Δερματικές θηλές: Μικρές, κωνοειδείς, προεξοχές του χορίου, που επαλείφονται από την επιδερμίδα και είναι πιο ανεπτυγμένες στην εκτατική επιφάνεια των άκρων. Στο άτριχο δέρμα παλάμης και πέλματος σχηματίζουν συνεχείς στίχους, τις δερματικές ακρολοφίες, οι οποίες έχουν ποικίλη διάταξη και περιγράφουν διαγράμματα, χαρακτηριστικά κάθε ατόμου που παραμένουν αναλλοίωτα στον χρόνο (αποτυπώματα). iii) Πτυχές και αύλακες: Άλλες οφείλονται στην ιδιάζουσα διάταξη των οργάνων που βρίσκονται κάτω από το δέρμα και άλλες στις κινήσεις των υποκείμενων μυών και αρθρώσεων).

5

6 ΣΤΙΒΑΔΕΣ ΤΟΥ ΔΕΡΜΑΤΟΣ Το δέρμα αποτελείται από 3 στιβάδες (από έξω προς τα μέσα): i) την επιδερμίδα, ii) το χόριο και iii) το υποδερμάτιο πέταλο. Παρουσιάζει επίσης αδένες, κεράτινα εξαρτήματα (τρίχες, όνυχες), αγγεία και νεύρα.

7 ΕΠΙΔΕΡΜΙΔΑ Αποτελείται από πολύστιβο πλακώδες επιθήλιο, που εμφανίζει κερατινοποίηση, δεν έχει αιμοφόρα και λεμφοφόρα αγγεία, έχει όμως άφθονα νεύρα. Αποτελείται από 2 στίβαδες: την εν τω βάθει ή βλαστική (μαλακή) και την επιπολής ή κερατίνη (σκληρή). Όπου είναι παχιά (πέλμα, παλάμη) έχει 4 στιβάδες (από το βάθος προς την επιφάνεια): Βλαστική ή στιβάδα του Malpighi: στο βάθος αποτελείται από την βασική στιβάδα και επιπολής από την ακανθωτή. Ανάμεσα στα κύτταρα της βασικής ή μεταξύ βασικής και ακανθωτής απαντούν χρωστικοφόρα κύτταρα, τα δενδριτοφύη ή κύτταρα Langerhans, που παράγουν κοκκία μελανίνης. Μέσα στα κύτταρα της βλαστικής και των λοιπών στιβάδων βρίσκονται τα τονικά ινίδια, που παριστάνουν το αρχικό στάδιο παραγωγής της κερατίνης. Η βλαστική στιβάδα είναι η μητρική και είναι υπεύθυνη για την αναγέννηση των υπολοίπων στιβάδων. Κοκκώδης: Αποτελείται από έναν ή περισσότερους στίχους κυττάρων που περιέχουν υποτυπώδη τονικά ινίδια και κοκκία κερατοϋαλίνης. Διαυγής: Αποτελείται από διαυγή κύτταρα με ελάχιστα τονικά ινίδια. Κερατίνη: Είναι σκληρή και ξερή, εμφανίζει πολλούς στίχους κυττάρων, που μετατρέπονται στην επιφάνεια της επιδερμίδας σε φολίδες που αποπίπτουν.

8

9 ΧΟΡΙΟ Αποτελείται από αγγειονευροφόρο πυκνό ινώδη συνδετικό ιστό, περιέχει τις τρίχες και τους αδένες του δέρματος, χρησιμεύει για την θρέψη της επιδερμίδας. Χωρίζεται απ’ αυτήν με έναν λεπτό βασικό υμένα και εμφανίζει 2 στιβάδες: την θηλώδη (επιπολής): εμφανίζει μικρές κωνοειδείς ή κυλινδροειδείς προσεκβολές, τις θηλές, που εισέχουν σε ανάλογα εντυπώματα της επιδερμίδας, τα θηλαία εντυπώματα. Αποτελείται από λεπτές κολλαγόνες ίνες, λίγες ελαστικές και δικτυωτές ίνες, άφθονα συνδετικά κύτταρα, τριχοειδή αγγεία και νευρικές απολήξεις. την δικτυωτή (εν τω βάθει): Έχει πυκνή σύσταση και καταλαμβάνει τα 4/5 του πάχους του χορίου. Είναι η ισχυρότερη και ελαστικότερη στιβάδα του δέρματος. Αποτελείται από αδρές και πυκνά διαταγμένες κολλαγόνες ίνες, άφθονες ελαστικές ίνες, λίγα συνδετικά κύτταρα. Περιέχει άφθονα αιμολεμφοφόρα αγγεία και μυϊκές ίνες.

10

11 ΥΠΟΔΕΡΜΑΤΙΟ ΠΕΤΑΛΟ Αποτελείται από αραιό συνδετικό ιστό που συνδέει το χόριο χαλαρά με τα υποκείμενα όργανα. Περιέχει λίπος, αιμολεμφοφόρα αγγεία, νεύρα, αισθητικές απολήξεις, άκρα των τριχαίων θυλάκων, εκκριτικά μέρη ιδρωτοποιών αδένων και ορογόνους θυλάκους. Στην πολυπλοκότερη μορφή εμφανίζει 3 στιβάδες (από την επιφάνεια προς το βάθος): το υποδόριο λίπος, την υποδόρια περιτονία και τον υποδόριο αραιό συνδετικό ιστό. Λέγεται και υποδερμίδα.

12

13 ΚΕΡΑΤΙΝΑ ΟΡΓΑΝΑ ΔΕΡΜΑΤΟΣ
Τρίχες Είναι λεπτά κεράτινα νημάτια που φέρονται λοξά και εκπορεύονται από τον πυθμένα σωληνοειδών καταδύσεων της επιδερμίδας, που λέγονται θύλακοι των τριχών. Βρίσκονται σε όλο το σώμα εκτός μερικών περιοχών (πχ. πέλμα, παλάμη). Χρησιμεύουν ως προστατευτικά όργανα κυρίως για την κεφαλή και την ηβική χώρα, ως θερμορυθμιστικά όργανα, ως αισθητήρια για την πίεση κ.α. Κάθε τρίχα εμφανίζει ένα ελεύθερο μέρος, το στέλεχος και ένα που βρίσκεται μέσα στο δέρμα, την ρίζα. Το στέλεχος απολήγει σε οξύ άκρο, την κορυφή, η δε ρίζα με μια κωνοειδή απόληξη, τον βολβό. Ο βολβός χρησιμεύει για την διάπλαση και αύξηση της τρίχας, μέσα δε στην κοιλότητα αυτού εισέχει μια αγγειονευροβριθής προσεκβολή του χορίου, η θηλή της τρίχας, από την οποία τρέφεται η τρίχα.

14

15 ΚΕΡΑΤΙΝΑ ΟΡΓΑΝΑ ΔΕΡΜΑΤΟΣ
Νύχια Είναι θολωτά και ημιδιαφανή κεράτινα πέταλα, που προσφύονται στο χόριο και σκεπάζουν την ραχιαία επιφάνεια των ονυχοφόρων φαλάγγων των δαχτύλων των άκρων. Χρησιμεύουν ως αντερείσματα των ραγών των δαχτύλων (=της απτικής συσκευής) και ως αμυντικά όργανα. Έχουν σχήμα κεραμιδιού και εμφανίζουν 2 επιφάνειες και 4 χείλη. Η έσω επιφάνεια είναι υπόκοιλη και συμφύεται με το δέρμα της ράχης της ονυχοφόρας φάλαγγας, που λέγεται κοίτη του όνυχος. Σε κάθε νύχι διακρίνουμε 3 μέρη: το ριζωνύχιο, το σώμα και την κορυφή. Το νύχι αποτελείται επιπολής από την κερατίνη στιβάδα και βαθύτερα από την βλαστική στιβάδα.

16

17 ΑΔΕΝΕΣ ΤΟΥ ΔΕΡΜΑΤΟΣ Σμηγματογόνοι
Βρίσκονται σε όλο το δέρμα εκτός από την παλάμη, το πέλμα και την ραχιαία επιφάνεια των ονυχοφόρων φαλάγγων. Είναι ολοκρινείς. Εκκρίνουν ημίρρευστο και λιπαρό έκκριμα, το σμήγμα, που επαλείφει τις τρίχες και το δέρμα και τα καθιστά μαλακά και αδιάβροχα. Συνεσπειραμένοι Είναι μικροί σωληνοειδείς, στους οποίους το εκκριτικό μέρος πορεύεται σπειροδειδώς, ο δε εκφορητικός πόρος εκβάλλει στην ελεύθερη επιφάνεια του δέρματος. Διακρίνονται σε: Ιδρωτοποιούς: Αποτελούνται από μεροκρινή κύτταρα, βρίσκονται σχεδόν σε όλη την έκταση του δέρματος πλην πχ. της βαλάνου του πέους, της θηλής του μαστού κτλ. και παράγουν τον ιδρώτα. Οσμηγόνους: Αποτελούνται από αποκρινή αδενικά κύτταρα, βρίσκονται σε ορισμένες περιοχές πχ. δέρμα μασχάλης, περίνεο κτλ. και παράγουν ένα έκκριμα πιο πυκνό από τον ιδρώτα και οσμηρό, που προσδίδει στο άτομο ιδιάζουσα οσμή, διαφορετική στις διάφορες φυλές. Μαζικοί αδένες Βρίσκονται στο μαστό και παράγουν το μητρικό γάλα (αποκρινείς). Είναι όλοι εξωκρινείς.

18

19 ΑΓΓΕΙΑ ΤΟΥ ΔΕΡΜΑΤΟΣ Εξαπλώνονται σε όλες τις στιβάδες πλην της επιδερμίδας. Χρησιμεύουν για την θρέψη των ιστών του δέρματος και την διαρρύθμιση της θερμοκρασίας του σώματος (διαστολή, συστολή).

20

21 ΤΟ ΔΕΡΜΑ ΩΣ ΑΙΣΘΗΤΗΡΙΟ ΟΡΓΑΝΟ
Τα νεύρα του δέρματος προέρχονται άλλα από το φυτικό νευρικό σύστημα και νευρώνουν τους αδένες, τις λείες μυϊκές ίνες και τα αγγεία του δέρματος και άλλα από το εγκεφαλονωτιαίο σύστημα. Τα τελευταία είναι αισθητικά και απολήγουν είτε με ελεύθερες απολήξεις είτε με ειδικά υποδεκτικά όργανα. Καθιστούν το δέρμα εκτεταμένο αισθητήριο όργανο που εξυπηρετεί τις αισθήσεις της αφής, της πίεσης, του πόνου και θερμοκρασίας.

22 ΕΠΙΔΕΡΜΙΔΑ Ελεύθερες νευρικές απολήξεις
Μέσα στην βλαστική στιβάδα, εξυπηρετούν την αίσθηση του πόνου. Απτικοί δίσκοι ή μηνίσκοι Merkel Στις εν τω βάθει στιβάδες της επιδερμίδας και τον έξω κολεό των τριχών, εξυπηρετούν την αίσθηση της αφής.

23 ΧΟΡΙΟ Ελεύθερες νευρικές απολήξεις Εξυπηρετούν την αίσθηση του πόνου.
Απτικά σωμάτια του Meissner Κυρίως στις θηλές του χορίου του άτριχου δέρματος, εξυπηρετούν την αίσθηση της αφής. Τελικές κορύνες του Krause Κάτω από την επιδερμίδα, για την αίσθηση του ψύχους. Γεννητικά νευροσωμάτια Στο χόριο του δέρματος των έξω γεννητικών οργάνων (βάλανος πέους, κλειτορίδα, ακροποσθία), για την αίσθηση της ηδονής. Σωμάτια του Ruffini Για την αίσθηση της θερμότητας. Περιτρίχιες νευρικές απολήξεις Για την αίσθηση της πίεσης.

24

25 ΥΠΟΔΕΡΜΑΤΙΟ ΠΕΤΑΛΟ (ΥΠΟΔΕΡΜΙΔΑ)
Πεταλιώδη σωμάτια των Vater-Pacini Στην παλάμη, το πέλμα και την παλαμιαία (πελματιαία επίσης) επιφάνεια των δαχτύλων, για την αντίληψη ισχυρών πιέσεων. Σωμάτια Golgi-Mazzoni Πιθανώς για την αντίληψη ελαφρών πιέσεων. Σωμάτια Ruffini Για την αίσθηση της θερμότητας.

26

27 ΤΟ ΟΡΓΑΝΟ ΤΗΣ ΟΣΦΡΗΣΗΣ Αποτελείται από τον οσφρητικό βλεννογόνο που κατασκηνώνει μέσα στη ρινική κοιλότητα και από τον οποίον αρχίζει το οσφρητικό νεύρο. Μαζί περιγράφεται όλη η ρίνα, που εξυπηρετεί όσφρηση και αναπνοή. Διακρίνουμε την έξω ρίνα και την έσω ή ρινική κοιλότητα μαζί με τους παραρρινικούς κόλπους.

28 ΕΞΩ ΡΙΝΑ Έχει σχήμα 3πλευρης πυραμίδας και εμφανίζει:
i) Την ρίζα, που βρίσκεται προς τα άνω. ii) Την ράχη, που παριστά το πρόσθιο χείλος και φέρεται προς τα κάτω και μπροστά. iii) Την κορυφή ή ακρορρίνιο, δηλ. το ελεύθερο κάτω άκρο. iv) 2 πλάγιες επιφάνειες, που η κάτω μοίρα τους σχηματίζει δεξιά και αριστερά το πτερύγιο της ρίνας. v) Την κάτω επιφάνεια ή βάση, που φέρει 2 στόμια, τους μυκτήρες. Αυτοί χωρίζονται από μία πτυχή δέρματος, τον κίονα ή στυλίδα, που φέρεται οβελιαία από το άνω χείλος προς το ακρορρίνιο Η έξω ρίνα αποτελείται από δέρμα, μυς, οστεοχόνδρινο σκελετό, αγγεία, νεύρα και εσωτερικά από βλεννογόνο.

29

30 ΕΣΩ ΡΙΝΑ Χωρίζεται με το ρινικό διάφραγμα σε 2 περίπου συμμετρικά ημιμόρια, την δεξιά και την αριστερή ρινική θαλάμη. Κάθε θαλάμη εκβάλλει εμπρός με τον σύστοιχο μυκτήρα, πίσω δε στην ρινική μοίρα του φάρυγγα με το σύστοιχο φαρυγγικό στόμιο. Υποδιαιρείται στον πρόδομο της ρίνας και την ιδίως ρινική θαλάμη, της οποίας εξάρτημα είναι οι παραρρινικοί κόλποι.

31

32 ΠΡΟΔΟΜΟΣ ΡΙΝΑΣ, ΙΔΙΩΣ ΡΙΝΙΚΗ ΘΑΛΑΜΗ, ΠΑΡΑΡΡΙΝΙΚΟΙ ΚΟΛΠΟΙ
Πρόδομος ρίνας: Αντιστοιχεί στον πτερυγιαίο χόνδρο και παριστάνει κατάδυση του δέρματος, που προς τα κάτω φέρει μακριές τρίχες, τις μήριγγες. Το έξω τοίχωμα αφορίζεται από την ιδίως ρινική θαλάμη με μία μηνοειδή προεξοχή, που στρέφει το κοίλο προς τα κάτω και λέγεται ουδός της ρίνας. Ιδίως ρινική θαλάμη: Εμφανίζει 4 τοιχώματα (άνω, κάτω, έσω, έξω), που είναι κατά το πλείστον οστέινα και υπαλείφονται από βλεννογόνο. Παρουσιάζει 2 στόμια: το πρόσθιο αντιστοιχεί στον ουδό της ρίνας και το οπίσθιο λέγεται φαρυγγικό στόμιο ή χοάνη. Το έξω τοίχωμα εμφανίζει τις 3 ρινικές κόγχες (άνω, μέση, κάτω) και τους 3 ρινικούς πόρους (άνω, μέσο, κάτω). Παραρρινικοί κόλποι: Εμβρυολογικώς είναι καταδύσεις του ρινικού βλεννογόνου, που σιγά σιγά βλαστάνουν στη σπογγώδη ουσία των παρακείμενων οστών, διατηρούν όμως τη σύνδεσή τους με την ρινική κοιλότητα, όπου εκβάλλουν ο καθένας με δικό του στόμιο. Είναι το γναθιαίο άντρο, ο μετωπιαίος κόλπος, οι πρόσθιες ηθμοειδείς κυψέλες, οι οπίσθιες ηθμοειδείς κυψέλες και ο σφηνοειδής κόλπος. Υπαλείφονται από αναπνευστικό βλεννογόνο.

33

34 ΒΛΕΝΝΟΓΟΝΟΣ ΡΙΝΙΚΗΣ ΚΟΙΛΟΤΗΤΑΣ
Διακρίνεται στον αναπνευστικό και τον οσφρητικό βλεννογόνο, που υπαλείφουν αντίστοιχα την αναπνευστική και την οσφρητική χώρα της ρινικής κοιλόητας. Οσφρητική χώρα: Ο οσφρητικός βλεννογόνος είναι το αισθητήριο όργανο της όσφρησης και καταλαμβάνει την έσω επιφάνεια της άνω ρινικής κόγχης, την αντίστοιχη μοίρα του ρινικού διαφράγματος και τη μοίρα της οροφής, που καλύπτει το τετρημένο πέταλο του ηθμοειδούς οστού. Έχει υποκίτρινη χροιά και αποτελείται από το οσφρητικό επιθήλιο, χόριο και αδένες.

35 ΟΣΦΡΗΤΙΚΟΣ ΒΛΕΝΝΟΓΟΝΟΣ
Το οσφρητικό επιθήλιο αποτελείται από: Οσφρητικά κύτταρα: Είναι νευρικά, δίπολα κύτταρα των οποίων η μεν περιφερική αποφυάδα (=δενδρίτης) απολήγει με πάχυνση στην ελεύθερη επιφάνεια του βλεννογόνου, από την οποία φεύγουν (6-8) πολύ λεπτά ινίδια, τα οσφρητικά τριχίδια, που χρησιμεύουν για την υποδοχή των διεγέρσεων. Η δε κεντρική αποφυάδα (=νευρίτης) είναι λεπτή, αμύελος και λέγεται οσφρητική ίνα, που φέρεται με τα οσφρητικά νημάτια στον οσφρητικό βολβό, όπου διαπλέκεται με τα μιτροειδή κύτταρα αυτού. Το σώμα των οσφρητικών κυττάρων έχει στρογγυλό πυρήνα. Από τους πυρήνες αυτούς παράγεται σε ιστολογικό παρασκεύασμα η ζώνη των στρογγυλών πυρήνων. Ερειστικά κύτταρα: Είναι υψηλά, κυλινδρικά κύτταρα, που εμφανίζουν μία κεντρική λεπτή μοίρα, που φτάνει ως τον βασικό υμένα και μια περιφερική, παχιά και εμπύρηνη μοίρα, που φτάνει μέχρι την ελεύθερη επιφάνεια του οσφρητικού επιθηλίου. Από τους ωοειδείς πυρήνες της μοίρας αυτής παράγεται η ζώνη των ωοειδών πυρήνων, που εντοπίζεται εκτός της ζώνης των στρογγυλών πυρήνων των οσφρητικών κυττάρων. Βασικά κύτταρα: Βρίσκονται στο βάθος και θεωρούνται ως αναπληρωματικά των ερειστικών.

36

37 ΟΣΦΡΗΤΙΚΟΣ ΒΛΕΝΝΟΓΟΝΟΣ
Χόριο Αποτελείται από χαλαρό συνδετικό ιστό. Περιέχει χρωστικοφόρα κύτταρα, αδένες, αγγεία, μέσα δε απ’ αυτό περνούν οι οσφρητικές ίνες. Οσφρητικοί αδένες Είναι ορογόνοι σωληνοκυψελοειδείς, εκβάλλουν στην ελεύθερη επιφάνεια του βλεννογόνου, παράγουν δε ορώδες έκκριμα, που εφυγραίνει τον οσφρητικό βλεννογόνο και χρησιμεύει για την διάλυση των οσμηρών ουσιών, οι οποίες έτσι μπορούν να διεγείρουν τα οσφρητικά τριχίδια.

38

39 ΑΓΓΕΙΑ ΚΑΙ ΝΕΥΡΑ ΡΙΝΙΚΗΣ ΚΟΙΛΟΤΗΤΑΣ
Η κυριότερη αρτ. είναι η σφηνοϋπερώια, κλάδος της γναθιαίας αρτ. Οι φλέβες εκβάλλουν στο πτερυγοειδές πλέγμα, την άνω οφθαλμική (και μ’ αυτήν στον σηραγγώδη κόλπο) και την πρόσθια προσωπική φλέβα. Αισθητήριο νεύρο είναι το οσφρητικό ν. Τα νεύρα της κοινής αισθητικότητας προέρχονται από τον 1ο και τον 2ο κλάδο του τρίδυμου ν. Τα συμπαθητικά νεύρα προέρχονται από το άνω αυχενικό γάγγλιο (αγγειοσύσπαση). Τα παρασυμπαθητικά νεύρα προέρχονται από το σφηνοϋπερώιο γάγγλιο (έκκριση, αγγειοδιαστολή).

40 ΤΟ ΟΡΓΑΝΟ ΤΗΣ ΓΕΥΣΗΣ Αποτελείται από μικρά επιθηλιακά μορφώματα, τις γευστικές κάλυκες. Αυτές έχουν μήκος 0.07mm και πάχος 0.04mm. Βρίσκονται μέσα στο επιθήλιο των περιχαρακωμένων, των φυλλοειδών και των μυκητοειδών θηλών της γλώσσας καθώς και μέσα στο επιθήλιο της γλωσσοϋπερώιας πτυχής, της επιγλωττίδας και της πρόσθιας επιφάνειας της μαλακής υπερώας (πλην της σταφυλής). Το σχήμα των καλύκων είναι ωοειδές ή μοιάζουν με βαρέλι. Η μεν βάση στρέφεται προς τον βασικό υμένα, η δε κορυφή προς την ελεύθερη επιφάνεια του επιθηλίου, με την οποία επικοινωνεί με λεπτό και κοντό σωλήνα, τον γευστικό πόρο. Κάθε γευστική κάλυκα αποτελείται εξωτερικά από ερειστικά επιθηλιακά κύτταρα και εσωτερικά από νευροεπιθηλιακά γευστικά κύτταρα.

41

42 ΤΟ ΟΡΓΑΝΟ ΤΗΣ ΓΕΥΣΗΣ Τα ερειστικά ή καλυπτήρια κύτταρα είναι επιμήκη, με στρογγυλό πυρήνα, που φέρονται σαν τόξο. Τα γευστικά κύτταρα είναι νευροεπιθηλιακά, βρίσκονται εντός των ερειστικών και έχουν ωοειδή πυρήνα. Το ένα άκρο απολήγει με κωνοειδή πάχυνση, το δε έξω άκρο απολήγει σε στιλπνό, κοντό και λεπτό ραβδίο, το γευστικό τριχίδιο, που εισέχει στην εν τω βάθει μοίρα του γευστικού πόρου και έρχεται σε επαφή με το υγρό, στο οποίο είναι διαλυμένες οι γευστικές ουσίες. Στα γευστικά κύτταρα απολήγουν με αμύελες ίνες τα νεύρα της γεύσης: η χορδή του τυμπάνου για τις μυκητοειδείς θηλές, το γλωσσοφαρυγγικό ν. για τις περιχαρακωμένες και τις φυλλοειδείς θηλές, την ρίζα της γλώσσας και μέρος της μαλακής υπερώας, το άνω λαρυγγικό ν. για τις γευστικές κάλυκες της επιγλωττίδας και τα υπερώια ν. για τις γευστικές κάλυκες της μαλακής υπερώας.

43

44 ΤΟ ΟΡΓΑΝΟ ΤΗΣ ΑΚΟΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ
Το ους/αυτί αποτελείται από 3 μέρη: i) το έξω, ii) το μέσο και iii) το έσω ους.

45 ΕΞΩ ΟΥΣ Το έξω ους αποτελείται από: το πτερύγιο του ωτός, τον έξω ακουστικό πόρο και τον τυμπανικό υμένα. Πτερύγιο Είναι πτυχή του δέρματος που έχει ως υπόθεμα ελαστικό χόνδρο, τον πτερυγιαίο χόνδρο. Υποδέχεται τα ηχητικά κύματα, που με τον έξω ακουστικό πόρο τα μεταβιβάζει στον τυμπανικό υμένα. Η περιφέρεια του πτερυγίου λέγεται έλικα και απολήγει προς τα κάτω στο λοβίο του ωτός, που έχει ως υπόθεμα λίπος. Η έξω επιφάνεια του πτερυγίου εμφανίζει την ανθέλικα, που φέρεται μπροστά και παράλληλα προς την έλικα και χωρίζεται απ’ αυτήν με την σκαφοειδή αύλακα ή σκάφος. Μπροστά από την ανθέλικα βρίσκεται ένα κοίλωμα, που άγει στον έξω ακ. πόρο, η κόγχη, η οποία με την αρχή της έλικας υποδιαιρείται στην κύμβη προς τα άνω και την κοιλότητα της κόγχης προς τα κάτω. Μπροστά από την τελευταία βρίσκεται τρίγωνο έπαρμα, ο τράγος. Απέναντι αυτού και κάτω από το στόμιο του έξω ακ. πόρου βρίσκεται άλλο έπαρμα, ο αντίτραγος, που χωρίζεται από τον τράγο με τη μεσοτράγεια εντομή.

46

47 ΕΞΩ ΟΥΣ Έξω ακουστικός πόρος
Είναι οστεοχόνδρινος σωλήνας που εκτείνεται από την κοιλότητα της κόγχης ως τον τυμπανικό υμένα (μήκους 24mm), με τον οποίον χωρίζεται από το κοίλο του τυμπάνου. Βρίσκεται μπροστά από τη μαστοειδή απόφυση, πίσω από την κροταφογναθική διάρθρωση και πάνω από την παρωτίδα. Έχει ανώμαλη ελικοειδή πορεία, γιατί κάμπτεται προς τα εμπρός και συγχρόνως προς τα άνω. Διακρίνουμε μία χόνδρινη μοίρα (8mm) επί τα εκτός και μία οστέινη (16mm) επί τα εντός, που συνδέονται μ’ έναν ινώδη δακτυλιοειδή σύνδεσμο, που επιτρέπει την ευκινησία της χόνδρινης μοίρας και του πτερυγίου. Και οι 2 μοίρες υπαλείφονται από περιόστεο και δέρμα. Το δέρμα έχει σμηγματογόνους και συνεσπειραμένους οσμηγόνους (=κυψελιδοποιούς) αδένες. Το έκκριμα μαζί με τα αποπίπτοντα επιθήλια αποτελεί υποκίτρινη και οσμηρή μάζα, την κυψελίδα. Η κυψελίδα, η παρουσία τριχών, η ελικοειδής πορεία προφυλάσσουν τον τυμπανικό υμένα από την είσδυση ξένων σωμάτων.

48

49 ΕΞΩ ΟΥΣ Τυμπανικός υμένας
Αποφράσσει τον πυθμένα του έξω ακουστικού πόρου. Χωρίζει το έξω από το μέσο ους και φέρεται λοξά. Εμφανίζει 1 περιφέρεια και 2 επιφάνειες (έξω, έσω). Η περιφέρεια προσφύεται στην τυμπανική αύλακα του τυμπανικού οστού και την τυμπανική εντομή του λεπιδοειδούς οστού. Η μοίρα που αντιστοιχεί στην τυμπανική εντομή λέγεται χαλαρή μοίρα ή υμένας Shrapnell, ενώ η υπόλοιπη λέγεται τεταμένη μοίρα. Η έξω επιφάνεια είναι υπόκοιλη και πιο κάτω από το κέντρο παρουσιάζει τον ομφαλό, από τον οποίον φέρεται προς τα άνω και εμπρός υπόλευκη ταινία (παράγεται από την λαβή της σφύρας), τη σφυραία ταινία που απολήγει στο σφυραίο έπαρμα (παράγεται από την έξω απόφυση της σφύρας). Από το έπαρμα φέρονται προς τις άκρες της τυμπανικής αύλακας 2 βραχείες τοξοειδείς ταινίες, η πρόσθια και η οπίσθια πτυχή που ορίζουν τον υμένα Shrapnell. Η έσω επιφάνεια είναι υπόκυρτη, αποτελεί μέρος του έξω τοιχώματος του κοίλου του τυμπάνου. Υπαλείφεται από βλεννογόνο, που στο άνω χείλος εμφανίζει 2 μηνοειδείς πτυχές, την πρόσθια και οπίσθια πτυχή της σφύρας. Ανάμεσα σ΄αυτές και τον υμένα σχηματίζονται τυφλά προς τα άνω κολπώματα του βλεννογόνου, το πρόσθιο και οπίσθιο κόλπωμα του τυμπανικού υμένα (του Tröltsch). Ο υμένας διαιρείται σε 4 τεταρτημόρια. Στο οπίσθιο άνω δεν επιτρέπεται η παρακέντηση, γιατί από μέσα βρίσκεται το μακρό σκέλος του άκμονα και ο αναβολέας. Ο υμένας αποτελείται από τον ινώδη ίδιο υμένα, που εξωτερικά καλύπτεται από επιδερμίδα και εσωτερικά από βλεννογόνο με μονόστιβο πλακώδες επιθήλιο. Ο ίδιος υμένας λείπει στη χαλαρή μοίρα.

50

51 ΜΕΣΟ ΟΥΣ Αποτελείται κυρίως από μία αεροφόρο κοιλότητα, το κοίλο του τυμπάνου, στο οποίο εκβάλλουν από πίσω το μαστοειδές άντρο μαζί με τις μαστοειδείς κυψέλες, από εμπρός η ακουστική/ευσταχιανή σάλπιγγα, που φέρνει σε επικοινωνία το μέσο ους με την ρινική μοίρα του φάρυγγα.

52 ΜΕΣΟ ΟΥΣ Το κοίλο του τυμπάνου
Είναι μια στενή αεροφόρα κοιλότητα. Υπαλείφεται από βλεννογόνο. Βρίσκεται μέσα στο κροταφικό οστό επί τα εντός και παράλληλα προς τον τυμπανικό υμένα. Έχει σχήμα αμφίκοιλου φακού, του οποίου το στενότερο μέρος αντιστοιχεί στον ομφαλό του τ. υμένα και περιέχει την αλυσίδα των 3 ακουστικών οσταρίων (σφύρα, άκμονας, αναβολέας), με τα οποία οι δονήσεις του υμένα μεταδίδονται στον λαβύρινθο του ωτός. Η σφύρα είναι το μεγαλύτερο ακ. οστάριο. Αποτελείται από τη λαβή (που προσφύεται στην έσω επιφάνεια του τ. υμένα ως τον ομφαλό), τον αυχένα, την κεφαλή (σύνταξη με το σώμα του άκμονα) και 2 αποφύσεις (έξω, πρόσθια). Ο άκμονας μοιάζει με γομφίο οδόντα. Εμφανίζει το σώμα και 2 σκέλη (βραχύ, μακρύ). Το μακρύ απολήγει με τη φακοειδή απόφυση (σύνταξη με κεφαλή αναβολέα). Ο αναβολέας είναι το μικρότερο ακ. οστάριο. Εμφανίζει την κεφαλή, τον αυχένα, 2 σκέλη και βάση. Στον αυχένα καταφύεται ο μυς του αναβολέα. Τα σκέλη και η βάση αφορίζουν οπή, που αποφράσσεται από τον επιπωματικό υμένα. Η βάση, που συμπληρώνεται από τον δακτυλιοειδή σύνδεσμο, αποφράζει την ωοειδή θυρίδα.

53

54 ΜΕΣΟ ΟΥΣ Τα ακ. οστάρια συντάσσονται μεταξύ τους με διαρθρώσεις και με τα τοιχώματα του κοίλου του τυμπάνου με συνδέσμους. Βρίσκονται υπό την διαρκή επίδραση του τόνου 2 γραμμωτών μυών: i) του τείνοντος το τύμπανο (νευρώνεται από το ομώνυμο ν. και έλκει τη λαβή της σφύρας και την αλυσίδα των οσταρίων προς τα έσω, έτσι αφενός αυξάνει την τάση στον τ. υμένα αφετέρου αυξάνει την πίεση του υγρού του λαβυρίνθου) και ii) του μυός του αναβολέα (ο μικρότερος γραμμωτός μυς, νευρώνεται από το προσωπικό ν. και έλκει προς τα έξω την βάση του αναβολέα, ελαττώνοντας έτσι την πίεση του υγρού του λαβυρίνθου). Όλα τα τοιχώματα του κοίλου του τυμπάνου, τα ακ. οστάρια, οι σύνδεσμοι, οι τένοντες και η χορδή του τυμπάνου υπαλείφονται από βλεννογόνο χωρίς αδένες.

55

56 ΕΣΩ ΟΥΣ Βρίσκεται μέσα στο λιθοειδές οστό. Είναι το κυρίως αισθητήριο όργανο της ακοής και του χώρου. Λόγω πολύπλοκης κατασκευής λέγεται και λαβύρινθος του ωτός. Αποτελείται από τον οστέινο λαβύρινθο μέσα στον οποίον βρίσκεται ο υμενώδης λαβύρινθος. Ανάμεσά τους βρίσκεται ο περιλεμφικός χώρος γεμάτος με έξω λέμφο. Ο υμενώδης λαβύρινθος είναι κοίλος και περιέχει την έσω λέμφο. Από τα τοιχώματά του ξεκινούν το κοχλιακό και το αιθουσαίο νεύρο.

57

58 ΕΣΩ ΟΥΣ Οστέινος λαβύρινθος
Αποτελείται από 3 κοίλα μέρη που επικοινωνούν μεταξύ τους: i) Aίθουσα (μέση μοίρα): Bρίσκεται μεταξύ κοίλου του τυμπάνου και πυθμένα του έσω ακ. πόρου. Έχει μπροστά της τον κοχλία, πίσω δε και άνω τους 3 ημικύκλιους σωλήνες. ii) Kοχλίας (πρόσθια έσω): Παριστάνει κυλινδρικό και δίαυλο οστέινο σωλήνα, που εξορμάται από το πρόσθιο τοίχωμα της αίθουσας και ελίσσεται σαν το κέλυφος του κοινού κοχλία γύρω από κεντρικό άξονα, την άτρακτο, μέσα στην οποία πορεύονται οι δεσμίδες του κοχλιακού ν. Επομένως, ο κοχλίας αποτελείται από την άτρακτο, τις έλικες και το οστέινο ελικοειδές πέταλο, που φέρεται μέσα στον αυλό των ελίκων. iii) Ημικύκλιοι σωλήνες (οπίσθια έξω): i) ο άνω ή οβελιαίος, ii) ο οπίσθιος ή μετωπιαίος και iii) ο έξω ή οριζόντιος. Κάθε σωλήνας έχει 2 σκέλη (απλό, λυκηθαίο), με τα οποία εκβάλλει στην αίθουσα. Επειδή τα απλά σκέλη του άνω και του οπίσθιου σωλήνα ενώνονται στο λεγόμενο κοινό σκέλος, γι΄αυτό στην αίθουσα βρίσκουμε 5 στόμια ημικύκλιων σωλήνων. Ο υδραγωγός της αίθουσας περιέχει τον ενδολεμφικό πόρο. Αρχίζει από την αίθουσα και τελειώνει στην οπίσθια άνω επιφάνεια του λιθοειδούς οστού. Ο υδραγωγός του κοχλία ή κοχλιακό σωληνάριο περιέχει την φλέβα του κοχλιακού σωληναρίου. Αρχίζει από το κάτω τοίχωμα της αρχής της κλίμακας του τυμπάνου και εκβάλλει στην κάτω επιφάνεια του λιθοειδούς οστού.

59

60 ΕΣΩ ΟΥΣ Υμενώδης λαβύρινθος
Βρίσκεται μέσα στον οστέινο λαβύρινθο. Εμφανίζει 3 μοίρες: i) Αιθουσαία μοίρα (μέση): Αποτελείται από 2 υμενώδη κυστίδια (σφαιρικό, ελλειπτικό) που συνδέονται με τον ενδολεμφικό πόρο. Αυτά παρουσιάζουν από μία ακουστική κηλίδα από την οποία αρχίζει δεσμίδα του αιθουσαίου ν. ii) Ημικύκλια μοίρα (οπίσθια): Αποτελείται από 3 υμενώδεις ημικύκλιους σωλήνες, που εκβάλλουν με 5 στόμια στο ελλειπτικό κυστίδιο. Το ένα σκέλος εμφανίζει ανεύρυσμα, την υμενώδη λήκυθο, όπου υπάρχει η ακουστική ακρολοφία, απ’ όπου αρχίζει ο σύστοιχος ληκυθαίος κλάδος του αιθουσαίου ν. iii) Κοχλιακή μοίρα (πρόσθια): Αποτελείται από τον υμενώδη κοχλία ή κοχλιακό πόρο, που πορεύεται ελικοειδώς εντός του οστέινου κοχλία. Συνδέεται με το σφαιρικό κυστίδιο μέσω του συνδετικού πόρου και απολήγει τυφλά και κατά τα 2 άκρα (κάτω/αιθουσαίο τυφλο, άνω/κορυφαίο τυφλό) αυτού. Ο κοχλιακός πόρος πορεύεται στην κλίμακα της αίθουσας, είναι τρίγωνος σε εγκάρσια διατομή και έχει 3 τοιχώματα: i) το άνω ή αιθουσαίο (=υμένας του Reissner), ii) το έξω και iii) το κάτω ή τυμπανικό, που είναι το σπουδαιότερο, διότι επάνω σ’ αυτό βρίσκεται το όργανο του Corti. Οι μοίρες επικοινωνούν και περιέχουν την έσω λέμφο.

61

62

63 ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΥΜΕΝΩΔΟΥΣ ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΥ: ΚΥΣΤΙΔΙΑ ΚΑΙ ΗΜΙΚΥΚΛΙΟΙ ΣΩΛΗΝΕΣ
Το τοίχωμα των κυστιδίων και των ημικύκλιων σωλήνων έχει ιδιάζουσα κατασκευή αντίστοιχα προς τις ακουστικές κηλίδες και ακρολοφίες, όπου αποτελείται (από έξω προς έσω) από: συνδετικό υπόστρωμα, βασικό υμένα, επιθήλιο και έναν πηκτοειδή καλυπτήριο υμένα. Το επιθήλιο είναι μονόστιβο κυλινδρικό με 2 είδη κυττάρων: τα ερειστικά και ανάμεσά τους τα τριχωτά, που είναι νευροεπιθηλιακά και γύρω τους απολήγουν οι ίνες του αιθουσαίου ν. Από την ελεύθερη επιφάνεια των τριχωτών εξορμάται δέσμη ακίνητων κροσσών, που αποτελούν την ακουστική τρίχα. Το επιθήλιο καλύπτεται από έναν πηκτοειδή υμένα, που στις ακουστικές κηλίδες λέγεται ωτολιθοφόρος υμένας και στις ακουστικές ακρολοφίες τελικό κυπέλλιο. Ωτολιθοφόρος υμένας: Έχει σωληνοειδείς κοιλότητες, τους θαλαμίσκους, όπου εισδύονται οι ακουστικές τρίχες. Πάνω από τον θόλο των θαλαμίσκων, μέσα στην επιπολής στιβάδα του ωτολιθοφόρου υμένα βρίσκονται 3-6 στίχοι κρυσταλλοειδών σωματίων, που λέγονται ωτοκονία ή ωτόλιθοι (αντίληψη θέσης κεφαλής). Τελικό κυπέλλιο: Υψηλό μόρφωμα που επικάθεται σαν καμπάνα πάνω σε κάθε ακ. ακρολοφία. Εμφανίζει πολύ λεπτά σωληνάρια, όπου εισδύονται οι ακ. τρίχες, χωρίς να εμφανίζει ωτοκονία. Η ελάχιστη κίνηση της λέμφου προς την ακ. ακρολοφία ή και αντίστροφα προκαλεί κάμψη του κυπελλίου και των ακ. τριχών και επομένως διέγερση των τριχωτών κυττάρων (αίσθημα περιστροφής, διατήρηση ισορροπίας).

64

65

66 ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΥΜΕΝΩΔΟΥΣ ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΥ: ΚΟΧΛΙΑΚΟΣ ΠΟΡΟΣ-ΟΡΓΑΝΟ ΤΟΥ CORTI
Ο κοχλιακός πόρος έχει 3 τοιχώματα (άνω/υμένας Reissner, έξω, κάτω/τυμπανικό) με σπουδαιότερο το κάτω. Το κάτω/τυμπανικό τοίχωμα εμφανίζει 2 μοίρες: την έσω (υπόθεμα το οστέινο ελικοειδές πέταλο και η ελικοειδής στεφάνη) και την έξω (υπόθεμα το υμενώδες ελικοειδές πέταλο). Το τελευταίο υποβαστάζει το όργανο του Corti και αποτελείται από 3 στρώματα (κάτω προς άνω): Τυμπανικό επάλειμμα: Αποτελείται από συνδετικό ιστό. Βασικός υμένας: Είναι το κύριο συστατικό του υμενώδους ελικοειδούς πετάλου και έχει εξαιρετική σημασία για τη λειτουργία του ακ. οργάνου. Αποτελείται από λεπτές κολλαγόνες ίνες, που φέρονται παράλληλα (ακουστικές χορδές) και που συνάπτονται μεταξύ τους με θεμέλιο ουσία. Οι χορδές δονούνται υπό την επίδραση ακ. ερεθισμάτων, συνδονούν τα υπερκείμενα τριχωτά κύτταρα του οργάνου του Corti και στη συνέχεια τις γύρω απ΄αυτά απολήγουσες ίνες του κοχλιακού ν. Αιθουσαίο επάλειμμα: Αποτελείται από μια ομογενή θεμέλιο ουσία με λίγα διάσπαρτα κύτταρα, είναι πολύ λεπτό και πάνω του εξαπλώνεται κυρίως το όργανο του Corti.

67

68 ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΥΜΕΝΩΔΟΥΣ ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΥ: ΚΟΧΛΙΑΚΟΣ ΠΟΡΟΣ-ΟΡΓΑΝΟ ΤΟΥ CORTI
Ερειστικά κύτταρα: Διακρίνονται σε: i) στυλοειδή, ii) φαλαγγοειδή, iii) αφοριστικά, iv) κύτταρα Hensen και v) κύτταρα Claudius. Σπουδαιότερα είναι τα στυλοειδή, που διατάσσονται σε 2 στίχους (έσω, έξω), οι οποίοι αφορίζουν τρίγωνο χώρο, τη σήραγγα, γεμάτο λέμφο. Τα φαλαγγοειδή διακρίνονται στα έσω (επί τα εντός των έσω στυλοειδών) και τα έξω ή κύτταρα Deiters (3-5 στίχοι επί τα εκτός των έξω στυλοειδών). Επί τα εκτός αυτών των κυττάρων βρίσκονται τα κύτταρα Hensen και τα κύτταρα Claudius. Ακουστικά ή τριχωτά κύτταρα: Είναι νευροεπιθηλιακά. Βρίσκονται μεταξύ των ερειστικών και διακρίνονται σε έσω (1 στίχος, επί τα εντός των έσω στυλοειδών) και έξω (3-5 στίχοι, επί τα εκτός των έξω στυλοειδών, ανάμεσα στα κύτταρα του Deiters). Γύρω από την βάση των τριχωτών κυττάρων απολήγουν ίνες του ελικοειδούς γαγγλίου του κοχλιακού ν., από την ελεύθερη δε επιφάνεια αυτών εξορμώνται οι ακουστικές τρίχες. Δικτυωτός υμένας: Αποτελεί την άνω επιφάνεια του οργάνου του Corti. Σχηματίζεται από την ελεύθερη επιφάνεια των ερειστικών και των τριχωτών κυττάρων. Καλυπτήριος υμένας: Αποτελείται από θεμέλιο πηκτωματώδη ουσία και ινίδια. Καλύπτει από επάνω το όργανο του Corti και έρχεται σε απλή επαφή με τις υποκείμενες ακ. τρίχες.

69

70 ΑΓΓΕΙΑ ΚΑΙ ΝΕΥΡΑ ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΥ
Αρτηρίες: Η έσω ακουστική αρ. (κλάδος της βασικής ή της πρ. κάτω παρεγκεφαλιδικής αρ.) εισδύεται από τον έσω ακ. πόρο, μέσα στον οποίον μεταπίπτει στη λαβυρινθική αρ., η οποία στον πυθμένα του πόρου διαιρείται στην αιθουσαία αρ. και την κοινή κοχλιακή αρ. Φλέβες: Φλέβα του υδραγωγού της αίθουσας, φλέβα του υδραγωγού του κοχλία, έσω ακουστικές φλέβες. Η λεμφοφόρα οδός αποτελείται από τον έξω και έσω λεμφικό χώρο. Νεύρα: Αιθουσαίο ν., κοχλιακό ν.

71 ΤΟ ΟΡΓΑΝΟ ΤΗΣ ΟΡΑΣΗΣ Ο οφθαλμός, δεξιά και αριστερά, βρίσκεται εντός του οφθαλμικού κόγχου. Αποτελείται από: τον βολβό του οφθαλμού μαζί με το οπτικό ν. ii) τα προασπιστικά και επικουρικά μόρια του βολβού (οφρύες, βλέφαρα, επιπεφυκώς, δακρυϊκή συσκευή, περιόφθαλμος, περιτονία, κογχικό λίπος) και iii) τους μυς που κινούν τον οφθαλμό.

72 ΒΟΛΒΟΣ ΤΟΥ ΟΦΘΑΛΜΟΥ Έχει σχήμα ανώμαλο σφαιρικό. Το πρόσθιο εκτημόριο είναι διαφανές και αποτελεί τμήμα σφαίρας ακτίνας 7,75mm και τα υπόλοιπα 5/6 είναι αδιάφανα και ανήκουν σε σφαίρα ακτίνας 12,7mm. Το όριο των 2 σφαιρών είναι μία αβαθής κυκλική αύλακα, η επιπολής σκληραία αύλακα. Έχει 2 πόλους (πρόσθιο, οπίσθιο), έναν ισημερινό και πολλούς μεσημβρινούς. Είναι κοίλος και εμφανίζει τοίχωμα και περιεχόμενο.

73 ΒΟΛΒΟΣ ΤΟΥ ΟΦΘΑΛΜΟΥ ΤΟΙΧΩΜΑ – ΙΝΩΔΗΣ ΧΙΤΩΝΑΣ
Τοίχωμα βολβού. Αποτελείται από 3 ομόκεντρους χιτώνες (έξω προς μέσα): i) Ινώδης: Παριστά τον σκελετό του βολβού (παχύτερος, σκληρότερος όλων). Διακρίνεται μπροστά στον διάφανο κερατοειδή και πίσω στον σκληρό χιτώνα. Όριό τους η επιπολής σκληρή αύλακα, μέσα στην οποία αντιστοιχεί στενή κυκλοτερής ζώνη, η σκληροκερατοειδής στεφάνη. Ο κερατοειδής έχει 5 στιβάδες (εμπρός προς πίσω): επιθήλιο, πρόσθιο ελαστικό ή αφοριστικό πέταλο του Bowman, ίδια ουσία του κερατοειδούς, οπίσθιο ελαστικό ή αφοριστικό πέταλο του Descemet και ενδοθήλιο. Ο σκληρός ή λευκός μπροστά καλύπτεται από τον βολβικό επιπεφυκότα και στην υπόλοιπη έκταση συνάπτεται μέσω του επισκληρίδιου χιτώνα με την περιόφθαλμο περιτονία. Χρησιμεύει για την πρόσφυση των τενόντων των μυώ και εμφανίζει αγγειονευροφόρα τρήματα. Η σκληροκερατοειδής στεφάνη είναι η περιοχή τομής στις ενδοφθάλμιες επεμβάσεις και περιέχει τον φλεβώδη κόλπο και το γωνιακό δικτυωτό. Το γωνιακό δικτυωτό χρησιμεύει για την αποχέτευση του υδατοειδούς υγρού από τον πρόσθιο θάλαμο στον σωλήνα του Schlemm. Ο φλεβώδης κόλπος του σκληρού ή σωλήνας του Schlemm αποχετεύει το υδατοειδές υγρό από τον πρόσθιο θάλαμο στη φλεβική κυκλοφορία. Η παρεμπόδιση της αποχέτευσης του υδατοειδούς υγρού αυξάνει την ενδοφθάλμια πίεση (γλαύκωμα).

74

75 ΒΟΛΒΟΣ ΤΟΥ ΟΦΘΑΛΜΟΥ ΤΟΙΧΩΜΑ – ΑΓΓΕΙΩΔΗΣ ΧΙΤΩΝΑΣ
ii) Αγγειώδης: Είναι ο φορέας των αγγείων του βολβού. Είναι μαύρος, βρίσκεται μεταξύ ινώδους και αμφιβληστροειδούς, εκτείνεται από την είσοδο του οπτικού ν. ως το κοραίο χείλος της ίριδας και εμφανίζει 3 μοίρες (πίσω προς εμπρός): Α) τον χοριοειδή χιτώνα: χαρακτηρίζεται για την αφθονία χρωστικοφόρων κυττάρων, φαρδιών τριχοειδών αγγείων και έχει 4 στιβάδες (έξω προς μέσα: φαιό ή υπερχοριοειδές πέταλο, αγγειώδης στιβάδα, χοριοτριχοειδής στιβάδα, βασικό πέταλο). Β) το ακτινωτό σώμα: η έξω επιφάνεια καταλαμβάνεται από τον ακτινωτό μυ. Αυτός παρουσιάζει μία έξω ή επιμήκη μοίρα (μυς του Brücke) και μία έσω ή κυκλοτερή μοίρα (μυς του Müller). Είναι λείος μυς και νευρώνεται από το παρασυμπαθητικό (κοινό κινητικό ν.). Μεταβάλλει τον βαθμό κύρτωσης του κρυσταλλοειδούς φακού κατά την προσαρμογή της όρασης (εγγύς/άπω). Γ) την ίριδα: είναι η πρόσθια έγχρωμη μοίρα. Παρεμβάλλεται σαν διάφραγμα μεταξύ κερατοειδούς και κρ. φακού. Στο μέσον φέρει οπή, την κόρη, που μεταβάλλοντας το εύρος της ρυθμίζει το ποσό φωτός που προσπίπτει στον βυθό (μύση/μυδρίαση). Αυτό γίνεται αντανακλαστικά με τη λειτουργία λείων μυών. Έχει 4 στιβάδες (εμπρός προς πίσω: πρόσθιο επιθήλιο ή ενδοθήλιο, στρώμα, μυϊκή στιβάδα,οπίσθιο επιθήλιο). Στην μυϊκή στιβάδα βρίσκονται ο σφιγκτήρας της κόρης (περιβάλλει το κοραίο χείλος, αποτελείται από κυκλοτερείς λ.μ. ίνες, νευρώνεται από το παρασυμαπθητικό – κοινό κινητικό ν. – με διακοπή στο οφθαλμικό γάγγλιο) και ο διαστολέας της κόρης (σε όλο το πλάτος της ίριδας, αποτελείται από μυοεπιθηλιακά κύτταρα, νευρώνεται από το συμπαθητικό με ίνες από τα Α8-Θ2 νευροτόμια – βλεφαρονωτιαίο κέντρο – με διακοπή στο άνω αυχενικό γάγγλιο).

76

77 ΒΟΛΒΟΣ ΤΟΥ ΟΦΘΑΛΜΟΥ ΤΟΙΧΩΜΑ - ΑΜΦΙΒΛΗΣΤΡΟΕΙΔΗΣ
iii) Αμφιβληστροειδής: Κατάγεται από το εξώδερμα. Αποτελείται από 2 πέταλα: το έξω (μελάγχρουν επιθήλιο) και το έσω (ιδίως αμφιβληστροειδής). Καθένα πέταλο έχει 3 μοίρες (οπτική, ακτινωτή, ιριδική). Η οπτική παριστά τον κυρίως αισθητήριο χιτώνα του βολβού, που διεγείρεται από το φως και απ΄όπου αρχίζει το οπτικό ν. Όριο οπτικής-τυφλής μοίρας αμφιβληστροειδούς είναι η πριονωτή περιφέρεια (σημείο μετάπτωσης του μεταπλασμένου πολύστιβου οπτικού αμφιβλ. στον αμετάπλαστο ακτινωτό αμφιβλ.). Μελάγχρουν επιθήλιο: Εκτείνεται από την είσοδο του οπτικού ν. ως την πριονωτή περιφέρεια. Χρησιμεύει στην αναγέννηση της πορφύρας και για την θρέψη των περιφερικών στιβάδων του αμφιβλ. Αποτελείται από 1 στίχο κυττάρων με 2 μοίρες (έξω, έσω). Η έσω μοίρα είναι γεμάτη από λεπτά κοκκία μελαγχρωστικής, εμφανίζει λεπτές χρωστικοφόρες αποφυάδες, που φερόμενες προς τα έσω αντεμβαίνουν στην έξω μοίρα των ραβδίων και των κωνίων του ιδίως αμφιβλ. Οι αποφυάδες ακινητούν. Τα κοκκία μετακινούνται στο σκοτάδι προς το κυτταρικό σώμα και στο φως προς τις αποφυάδες και έτσι περιβάλλουν τα κωνία και τα ραβδία.

78 ΒΟΛΒΟΣ ΤΟΥ ΟΦΘΑΛΜΟΥ ΙΔΙΩΣ ΑΜΦΙΒΛΗΣΤΡΟΕΙΔΗΣ
Ιδίως αμφιβληστροειδής: Εκτείνεται από την είσοδο του οπτικού ν. ως την πριονωτή περιφέρεια. Είναι διαφανής και άχρωμος. Η κόκκινη χροιά στην οφθαλμοσκόπηση οφείλεται στα αγγεία του υποκείμενου χοριοειδούς. Επίσης διακρίνονται: η θηλή του οπτικού ν. (η κεντρική μοίρα λέγεται βοθρίο και από εκεί αναδύονται τα κεντρικά αγγεία του αμφιβλ.), που παράγεται από τους συρρέοντες νευρίτες των γαγγλιακών κυττάρων του αμφιβλ. που σχηματίζουν το οπτικό ν. και η ωχρά κηλίδα (κεντρικά παρουσιάζει τον κεντρικό βόθρο στον πυθμένα του οποίου βρίσκεται το κεντρικό βοθρίο, που αποτελείται μόνο από κωνία. Αυτό παριστά το πλέον ευαίσθητο σημείο του αμφιβλ. με το οποίο γίνεται η ευκρινής όραση). Η οπτική μοίρα του ιδ. αμφιβλ. αποτελείται από 9 στιβάδες (έξω προς μέσα): i) στιβάδα των κωνίων και των ραβδίων, ii) έξω αφοριστικός υμένας, iii) έξω κοκκώδης στιβάδα, iv) έξω δικτυωτή στιβάδα, v) έσω κοκκώδης στιβάδα, vi) έσω δικτυωτή στιβάδα, vii) στιβάδα γαγγλιακών κυττάρων, viii) στιβάδα νευρικών ινών και ix) έσω αφοριστικός υμένας.

79 ΒΟΛΒΟΣ ΤΟΥ ΟΦΘΑΛΜΟΥ ΙΔΙΩΣ ΑΜΦΙΒΛΗΣΤΡΟΕΙΔΗΣ
Αυτές οι στιβάδες αποτελούνται από ερειστικά (νευρογλοιακά) και νευρικά στοιχεία. Τα νευρικά στοιχεία αποτελούνται από 3 στιβάδες κεντρομόλων νευρώνων (τα οπτικά, τα δίπολα και τα γαγγλιακά κύτταρα), συνδετικούς νευρώνες και φυγόκεντρες ίνες. Τα οπτικά κύτταρα: Βρίσκονται στην έξω κοκκώδη στ. και εμφανίζουν 2 αποφυάδες: την έσω (φέρεται στην έξω δικτυωτή στ.) και την έξω (περνά τον έξω αφοριστικό υμένα και αναλόγως σχήματος λέγεται ραβδίο ή κωνίο). Γι’ αυτό διακρίνονται σε ραβδιοφόρα και κωνιοφόρα. Τα ραβδία (~ εκ.) επικρατούν στην περιφέρεια και είναι οργανύλλια με τα οποία βλέπουμε στο λυκόφως. Με αυτά δεν διακρίνονται χρώματα και η οξύτητα της όρασης είναι μικρή. Είναι φορέας της πορφύρας, η οποία υπό το φως διασπάται (ελάττωση ευαισθησίας ραβδίων) και ανασυντίθεται στο σκοτάδι (αύξηση ευαισθησίας ραβδίων, σε 15-30΄) με την επίδραση των κυττάρων του μελάγχρου επιθηλίου. Τα κωνία (~6εκ.) είναι τα οργανύλλια με τα οποία βλέπουμε στο φως της μέρας και διακρίνουμε τα χρώματα. Δίπολα κύτταρα: Βρίσκονται στην έσω κοκκώδη στ. Οι έξω αποφυάδες (δενδρίτες) φέρονται στην έξω δικτυωτή στ., όπου συνάπτονται με τις έσω αποφυάδες των οπτικών κυττάρων. Οι έσω αποφυάδες (νευρίτες) φέρονται στην έσω δικτυωτή στ., όπου διαπλέκονται με τους δενδρίτες των γαγγλιακών κυττάρων.

80

81

82 ΒΟΛΒΟΣ ΤΟΥ ΟΦΘΑΛΜΟΥ ΙΔΙΩΣ ΑΜΦΙΒΛΗΣΤΡΟΕΙΔΗΣ
Γαγγλιακά κύτταρα: Είναι πολύπολα και βρίσκονται στην ομώνυμη στ. Οι δενδρίτες φέρονται στην έσω δικτυωτή στ. και συνάπτονται με τους νευρίτες των δίπολων κυττάρων, από τους οποίους δέχονται διεγέρσεις. Οι νευρίτες (αμύελοι) αποτελούν τη στιβάδα των νευρικών ινών και συρρέουν στην θηλή του οπτικού ν., που σύμφωνα μ’αυτά εκφύεται από την γαγγλιακή στ. του αμφιβλ. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Το φως περνά όλο το πάχος του αμφιβλ. και διεγείρει τη στιβάδα των ραβδίων και των κωνίων, που είναι η φωτοδέκτρια ή φωτοδιεγέρσιμη στιβάδα του αμφιβλ. Από εδώ οι διεγέρσεις μεταβιβάζονται αλληλοδιάδοχα στα οπτικά κύτταρα (=νευροεπιθηλιακά), τα δίπολα κύτταρα (=1ος αισθητικός νευρώνας) και τέλος τα γαγγλιακά κύτταρα (=2ος αισθητικός νευρώνας), οι νευρίτες των οποίων θα σχηματίσουν το οπτικό ν. Η κατασκευή του αμφιβλ. διαφέρει στην ωχρά κηλίδα, τη θηλή του οπτικού ν. (=τυφλό σημείο)και την πριονωτή περιφέρεια.

83 ΒΟΛΒΟΣ ΤΟΥ ΟΦΘΑΛΜΟΥ - ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ
Το περιεχόμενο αποτελείται από διαφανή μέσα, δηλ. τον κρυσταλλοειδή φακό μπροστά από τον οποίον βρίσκεται το υδατοειδές υγρό και πίσω του το υαλοειδές σώμα. Κρυσταλλοειδής φακός: Είναι διαφανής. Έχει σχήμα και ιδιότητες αμφίκυρτου φακού. Βρίσκεται κατά μέτωπο πίσω από την ίριδα, μπροστά από το υαλοειδές σώμα και περιβάλλεται από διαφανή υμένα, το περιφάκιο. Στηρίζεται με την ακτινωτή ζώνη ή κρεμαστήριο σύνδεσμο του φακού (του Zinn). Βρίσκεται υπό την επίδραση του ακτινωτού μυός. Αποτελείται από (έξω προς μέσα): το περιφάκιο, το επιθήλιο και τις ίνες. Ο πρόσθιος θάλαμος αφορίζεται μπροστά από τον κερατοειδή, πίσω από την ίριδα και την κεντρική μοίρα της πρ. επιφάνειας του φακού, περιφερικά από την γωνία της ίριδας. Ο οπίσθιος θάλαμος αφορίζεται μπροστά από την ίριδα, πίσω από την περιφερική μοίρα της πρ. επιφάνειας του φακού και την ακτινωτή ζώνη, περιφερικά από τις ακτινοειδείς προβολές. Οι 2 θάλαμοι επικοινωνούν με την τριχοειδή φακοκοραία σχισμή.

84

85 ΒΟΛΒΟΣ ΤΟΥ ΟΦΘΑΛΜΟΥ - ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ
Το υδατοειδές υγρό είναι λεμφώδες, άχρωμο και διαφανές. Χρησιμεύει για την διατήρηση της ενδοφθάλμιας πίεσης και την θρέψη του φακού και του κερατοειδούς. Παράγεται από τα αγγεία των ακτινοειδών προβολών του ακτινωτού σώματος. Αθροίζεται αρχικά στον οπίσθιο θάλαμο και με την φακοκοραία σχισμή φτάνει στον πρόσθιο. Από δω με τα διάκενα του δικτυωτού απάγεται στον σωλήνα του Schlimm και από εκεί στις πρόσθιες ακτινοειδείς φλ. Παρακώλυση της αποχέτευσης προκαλεί αύξηση ενδοφθάλμιας πίεσης, ατροφία αμφιβλ. και τύφλωση (γλαύκωμα). Το υαλοειδές σώμα είναι πηκτοειδής και διαφανής μάζα, που καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της κοιλότητας του βολβού, πίσω από τον φακό και την ακτινωτή ζώνη. Έχει σχήμα σφαιρικό, εμφανίζοντας μπροστά ένα εντύπωμα, τον φακαίο βόθρο, που υποδέχεται την οπίσθια επιφάνεια του φακού. Περιβάλλεται από τον υαλοειδή υμένα. Τον διατρέχει από την θηλή του οπτικού ν. μέχρι την οπ. επιφάνεια του φακού ο υαλοειδής σωλήνας. Ανήκει στα διαθλαστικά μέσα του οφθαλμού.

86

87 ΠΡΟΑΣΠΙΣΤΙΚΑ – ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΑ ΜΟΡΙΑ ΒΟΛΒΟΥ
Οφρύες Είναι μυοδερματικά τριχωτά ογκώματα. Φέρονται τοξοειδώς πάνω από το άνω βλέφαρο και κατά μήκος του υπερκόγχιου χείλους. Προασπίζουν τους οφθαλμούς από τον ιδρώτα. Με την κίνησή τους συμμετέχουν στην έκφραση συναισθημάτων. Χωρίζονται με το μεσόφρυο. Ενίοτε ενώνονται (=μίξοφρυς). Βλέφαρα Είναι 2 (άνω, κάτω). Παριστούν μυώδεις και ευκίνητες πτυχές του δέρματος, που καλύπτουν τους βολβούς και τους προασπίζουν από βλαπτικά ερεθίσματα. Με τις αδιάκοπες κινήσεις εξασφαλίζουν σταθερά την ύγρανση του κερατοειδούς από δάκρυα. Χωρίζονται με τη μεσοβλεφάριο σχισμή. Αποτελούνται από δέρμα (περιέχει μεγάλους σμηγματογόνους αδένες – του Zeiss – που όταν αποφράσσονται φλεγμαίνουν/ κριθή), μυϊκή στιβάδα, ινώδη σκελετό, ταρσαίους μυς (λείοι, συμπαθητική νεύρωση), επιπεφυκότα, αγγεία και νεύρα. Επιπεφυκώς υμένας Είναι λεπτός και διαφανής βλεννογόνος των βλεφάρων, που αφού καλύψει την οπίσθια επιφάνεια αυτών ανακάμπτει στον βολβό, επαλείφοντας το πρόσθιο τριτημόριο. Διακρίνεται επομένως στον βλεφαρικό, τον βολβικό και τους θόλους του επιπεφυκότα. Αποτελείται από επιθήλιο, χόριο και αδένες.

88

89 ΠΡΟΑΣΠΙΣΤΙΚΑ – ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΑ ΜΟΡΙΑ ΒΟΛΒΟΥ
Δακρυϊκή συσκευή Αποτελείται από: τον δακρυϊκό αδένα (εκκρίνει δάκρυα), τους δακρυϊκούς πόρους, τον δακρυϊκό ασκό και τον ρινοδακρυϊκό πόρο (αποχέτευση δακρύων στην ρινική κοιλότητα). Περιόφθλαμη περιτονία ή βολβική περιτονία (του Tenon) Περιβάλλει στη μεγαλύτερη μοίρα του τον βολβό και εκτείνεται από το οπτικό ν. ως κοντά στη σκληροκερατοειδή στεφάνη. Χωρίζει τον βολβό από το λιπώδες σώμα του κόγχου. Την διαπερνούν τα ακτινοειδή αγγεία και νεύρα, το οπτικό ν., οι περιδίνητες φλ. και οι τένοντες των μυών που κινούν τον βολβό. Η έσω επιφάνεια αφορίζει με τον σκληρό χιτώνα έναν σχισμοειδή λεμφώδη χώρο, τον περιόφθαλμο λεμφώδη χώρο, εντός του οποίου κινείται ο βολβός. Κογχικό λίπος ή λιπώδες σώμα του κόγχου Είναι το λίπος γύρω από τον βολβό και ανάμεσα στα διάφορα μόρια που βρίσκονται μέσα στον οφθαλμικό κόγχο. Οι μυς που φέρονται γύρω από τον βολβό το διαιρούν σε έσω στρώμα (ανάμεσα στους μυς, την περιόφθαλμη περιτονία και το οπτικό ν.) και έξω στρώμα (έξω από τους μυς). Περικόγχιο Λεπτός και ανθεκτικός υμένας, που υπαλείφει την έσω επιφάνεια των οστών που σχηματίζουν τα τοιχώματα του οφθαλμικού κόγχου.

90 ΜΥΣ ΤΟΥ ΟΦΘΑΛΜΟΥ Μέσα στον οφθαλμικό κόγχο βρίσκονται 7 γραμμωτοί μυς. Ο ένας καταφύεται στο άνω βλέφαρο (=ανελκτήρας άνω βλεφάρου). Οι υπόλοιποι 6 καταφύονται στον βολβό και ρυθμίζουν τις κινήσεις του. Είναι 4 ορθοί (άνω, κάτω, έσω, έξω) και 2 λοξοί (άνω, κάτω). Οι περισσότεροι εκφύονται κοινά από τον κοινό τενόντιο δακτύλιο (του Zinn), που βρίσκεται στο βάθος του οφθαλμικού κόγχου και περιβάλλει το οπτικό τρήμα καθώς και το κάτω-έσω τμήμα του υπερκόγχιου σχίσματος Συνολικά οι ορθοί και λοξοί μύες στρέφουν τον βολβό προς: άνω/κάτω, έσω/έξω, ρινικά/κροταφικά.

91

92 ΜΥΣ ΤΟΥ ΟΦΘΑΛΜΟΥ Ορθοί (άνω, κάτω, έσω, έξω)
Εκφύονται με βραχείς τένοντες από τον δακτύλιο του Zinn, φέρονται προς τα εμπρός, στην αρχή παράλληλα προς τα 4 τοιχώματα του κόγχου και καταφύονται με λεπτούς και πλατείς τένοντες στον σκληρό χιτώνα σε άλλοτε άλλη απόσταση από τον κερατοειδή. Ο έσω και ο έξω στρέφουν τον βολβό προς τα έσω και προς τα έξω. Ο άνω και ο κάτω στρέφουν τον βολβό προς τα άνω και προς τα κάτω. Νευρώνονται από το κοινό κινητικό ν., εκτός από τον έξω που νευρώνεται από το απαγωγό ν. Λοξοί (άνω, κάτω) Ο άνω εκφύεται από το περικόγχιο και από το σκληραίο έλυτρο του οπτικού ν., μεταβαίνοντας σε κυλινδρικό τένοντα καταφύεται στον σκληρό χιτώνα κατά την άνω-έξω επιφάνεια του βολβού πίσω από τον ισημερινό. Στρέφει τον βολβό προς τα κάτω και έξω. Νευρώνεται από το τροχιλιακό ν. Ο κάτω εκφύεται πίσω από την έσω μοίρα του υποκόγχιου χείλους, επί τα εκτός της αρχής του ρινοδακρυϊκού πόρου, και καταφύεται στην έξω επιφάνεια του σκληρού χιτώνα πίσω από τον ισημερινό. Στρέφει τον βολβό προς τα άνω και έξω. Νευρώνεται από το κοινό κινητικό ν. Εκτός των ταρσαίων μυών των βλεφάρων, απαντούν μέσα στον οφθαλμικό κόγχο διάσπαρτες λ. μ. ίνες, το σύνολο των οποίων αποτελεί τον κογχαίο μυ, που νευρώνεται από το συμπαθητικό.

93

94

95 Ευχαριστώ για την προσοχή σας


Κατέβασμα ppt "ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΙΙ Μητράκας Π. Λάμπρος MD, MSc, PhD Ουρολόγος, FEBU"

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google