Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

«Τα πέτρινα γεφύρια : __από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, __από τη Λακωνία στην Βορειοδυτική .

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "«Τα πέτρινα γεφύρια : __από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, __από τη Λακωνία στην Βορειοδυτική ."— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 «Τα πέτρινα γεφύρια : __από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, __από τη Λακωνία στην Βορειοδυτική Ελλάδα αλλά και __την κεντρική Ευρώπη: Φωτογραφικό εργαστήρι»

2 2ο ΓΕΛ ΣΠΑΡΤΗΣ Α ΤΑΞΗ ΜΙΚΤΟ ΤΜΗΜΑ Υπεύθυνος καθηγητής: Στρίφας Πέτρος Συμμετέχουν: Λαγού Σταυρούλα Νικόλαρος Κων/νος Το Γεφύρι του Κόπανου στον Καραβά

3 ΠΕΤΡΙΝΑ ΓΕΦΥΡΙΑ Γιώργος Νικολακάκος Παναγιώτης Λιναρδάκης
Ηλίας Μπεκιάρης Στράτης Κυρκίρης Χρήστος Πάνος

4 Η ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΞΗΡΟΚΑΜΠΙΟΥ
Δεκαπέντε χιλιόμετρα νότια της Σπάρτης, στον κάμπο της Λακεδαίμονος και πολύ κοντά στους πρόποδες του Ταϋγέτου βρίσκεται η κωμόπολη του Ξηροκαμπίου, αντίθετα με την ονομασία του, είναι μια πανέμορφη κωμόπολη «πνιγμένη στο πράσινο». Στην έξοδο του φαραγγιού του Ανακώλου, του οποίου ρέει ο ποταμός Ερασίνος , ο επισκέπτης μένει έκθαμβος στο αντίκρισμα ενός γεφυριού που ενώνει τις 2 όχθες, ηλικίας χρόνων, ανεπανάληπτης πραγματικά δομικής κατασκευής και μοναδικού στην Ελλάδα και Ευρώπη εν ενεργεία. Το γεφύρι του Ξηροκαμπίου είναι της ύστερης ελληνιστικής περιόδου. Οι ογκόλιθοι των θεμελίων είναι λαξευμένοι. Στην δυτική πλευρά έχουν τοποθετηθεί 2 λαξευτοί ογκόλιθοι σε κεκλιμένο επίπεδο προς αποφυγή λάξευσης των φυσικών βράχων. Το τόξο διαγράφει ημικύκλιο ακτίνας 3,70μ., αποτελείται από σφηνοειδής πέτρες 32 σειρών σε πλάτος και βάθος στο εσωτερικό του τόξου 0,38μ. και 0,57μ. αντίστοιχα. Στο μέσο, πάνω από το τόξο, έχουν τοποθετηθεί απ’ ευθείας πάνω σ’ αυτό, λαξευμένες πλάκες του στηθαίου, το στηθαίο τώρα δεν υπάρχει. Το πλάτος της οδού του γεφυριού είναι 3,15μ. Ο δρόμος αυτός ήταν πάντοτε σε χρήση απ’ τους Σπαρτιάτες. Η τεχνική του τόξου σφηνοειδών λίθων που παρουσιάζει το γεφύρι του Ξηροκαμπίου πρωτοεμφανίζεται σαν χαρακτηριστικό της Ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής. Στο ίδιο κτίσμα παρουσιάζονται 2 τεχνοτροπίες διαφορετικές ως προς το χρόνο πρωτοχρησιμοποίησής τους, η χρήση της τεχνικής του τόξου των σφηνοειδών λίθων αφ’ ενός, Ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής και η χρήση πολυγωνικών τοίχων μ’ ευθείες οριζόντιες συνδέσεις αφ’ ετέρου Ελληνιστικής εποχής. Η μία άποψη είναι ότι το γεφύρι κτίστηκε στα ελληνιστικά χρόνια, η άλλη ότι είναι κτίσμα Ρωμαϊκής εποχής. Η τελευταία επίσημη άποψη που επικρατεί είναι ότι το γεφύρι του Ξηροκαμπίου είναι της ύστερης ελληνιστικής περιόδου, από το 100π.Χ. έως 30π.Χ.

5 Η ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΞΗΡΟΚΑΜΠΙΟΥ
Kατά την τοπική παράδοση αναφέρονται 3 μύθοι για το γεφύρι: Ο 1ος μύθος αναφέρει ότι: από το γεφύρι αυτό πέρασε ο Πάρις, γιος του Πριάμου με την ωραία Ελένη του Μενέλαου, κατευθυνόμενοι προς την νησίδα Κρανάη του Γυθείου, απ’ όπου απέπλευσαν προς Τροία. Ο 2ος μύθος αναφέρει ότι: από το ίδιο γεφύρι πέρασε ερχόμενος από την Καρδαμύλη μέσα από τον Ταΰγετο, ο γιος του Αχιλλέα, Πύρρος ή αλλιώς Νεοπτόλεμος για να πάει στην Σπάρτη να παντρευτεί την κόρη του Μενέλαου και της Ελένης, Ερμιόνη. Ο 3ος μύθος αναφέρει ότι: ο Τηλέμαχος πέρασε από αυτό το γεφύρι ερχόμενος απ’ την Πύλο, το βασίλειο του Νέστορα για να πάει στην Σπάρτη να ρωτήσει τον Μενέλαο για τον πατέρα του Οδυσσέα. Επίσης ο προϊστορικός αρχαιολόγος κ. Χρήστος Τσούντας είχε την γνώμη πως αυτόν τον δρόμο είχε κατορθώσει να φτάσει ο Αριστοτέλης διασχίζοντας τον Ταΰγετο από ένα νότιο πέρασμα και όχι από το γνωστό βορειότερο του Μυστρά, απ’ όπου περνάει ο σημερινός δημόσιος δρόμος Σπάρτης-Καλαμάτα. Τέλος ο αρχαιολόγος Λουδοβίκος Ρος στις 13 Μαΐου 1834, είδε το γεφύρι, όταν συνόδευε το διάδοχο της Βαυαρίας και τη νεαρή βασίλισσα Αμαλία.

6 Η ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΞΗΡΟΚΑΜΠΙΟΥ

7 Η ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΞΗΡΟΚΑΜΠΙΟΥ

8 ΤΟ ΓΕΦΥΡΙ ΤΟΥ ΚΟΠΑΝΟΥ Το γεφύρι του Κόπανου βρίσκεται στις όχθες του ποταμού Ευρώτα κοντά στα χωριά Καραβά και Κλαδά και η κατασκευή του χρονολογείται από τα μέσα του 18ου αιώνα ως την αρχή του 20ου αιώνα. Το χτίσιμο του ξεκίνησε το 1749 από τον πρωτομάστορα Ιωάννη Κόπανο και σε αυτόν οφείλει το όνομά του. Διαδραμάτισε έναν πολύ σημαντικό ρόλο στην επικοινωνία της Λακεδαίμονος με την γειτονική Αρκαδία. Ήταν αυτό που συνέδεε το μοναδικό καρόδρομο που οδηγούσε από τον Μυστρά στην Τεγέα. Ήταν πέτρινο και τοξωτό. Η κύρια καμάρα του έφτανε τα είκοσι (20) μέτρα. Εκτός όμως από το κεντρικό τόξο είχε και δύο πλάγια τόξα, μικρότερα και χαμηλότερα στον ποταμό. Το μέγιστο πλάτος του συμπεριλαμβανομένων και των παραπετασμάτων ήταν λιγότερο των τριών (3) μέτρων, αρκετό για το φορτίο ζώων. Το 1902, ύστερα από μεγάλη πλημμύρα του ποταμού Ευρώτα και κατόπιν σύγκρουσης με μεγάλο παρασυρόμενο κορμό δέντρου, το γεφύρι αυτό γκρεμίστηκε. Σήμερα, σώζονται ελάχιστα μέρη του ιστορικού αυτού γεφυριού στις όχθες του ποταμού, στην πλευρά του χωριού Κλαδά.

9 ΤΟ ΓΕΦΥΡΙ ΤΟΥ ΚΟΠΑΝΟΥ

10 ΤΟ ΓΕΦΥΡΙ ΤΟΥ ΚΟΠΑΝΟΥ

11 ΓΕΦΥΡΙ ΤΟ ΑΡΧΟΝΤΙΚΟ Η ΜΕΛΙΣΣΑΣ
Λέγεται και Μεγάλο γεφύρι και είναι χτισμένο στον ποταμό Σμήνο, λίγο έξω από το χωριό Αρχοντικό στα όρια του χωριού της Μέλισσας. Βρίσκεται πάνω στον δημόσιο δρόμο, κομμάτι του οποίου αποτελεί, και οδηγεί στα χωριά της Έξω Μάνης. Το γεφύρι αυτό έχει καλυφθεί με τσιμέντο και άσφαλτο και έχει εμπλουτισθεί με σιδερένια προστατευτικά κιγκλιδώματα. Το 1970 έγινε και η τσιμεντένια διαπλάτυνση του. Το γεφύρι αυτό χτίστηκε κατά πάσα πιθανότητα το 1896, τη χρονιά των Ολυμπιακών αγώνων. Είναι χτισμένο με πέτρα που έπαιρναν δίπλα, από την περιοχή, αλλά και πέτρα που κουβαλούσαν με κάρα από τις Αιγιές, την περιοχή του ρέματος “Δήμακα”. Αποτελείται από δύο ισομεγέθη τόξα, μια σειρά από θολίτες, με το μεσόβαθρο να πατάει στην κοίτη ροής του ποταμού και στο οποίο την δεκαετία του 1980 έγιναν ενέσεις τσιμέντου για την ενίσχυσή του, όπως επίσης με τσιμέντο καλύφθηκε και η κοίτη του ποταμού κάτω από το γεφύρι. Η βάση του μεσαίου βάθρου είναι κυκλική και συγχρόνως παίζει και το ρόλο του πρόβολου, μειώνοντας την ορμή της ροής του νερού σε περιόδους κατεβασμάτων ενώ τα ακρόβαθρα πατάνε σε σαθρό έδαφος και για το λόγο τούτο έχουν ενισχυθεί με τσιμέντο για να αντέχουν.

12 ΓΕΦΥΡΙ ΤΟ ΑΡΧΟΝΤΙΚΟ Η ΜΕΛΙΣΣΑΣ

13 ΤΟ ΓΕΦΥΡΙ ΤΗΣ ΣΤΑΡΑΣ Το ιστορικό γεφύρι της Στάρας, ένωνε της όχθες του ποταμού Σμήνου σ' ένα από τα στενότερα σημεία του, στο ύψος του χωριού Μέλισσα. Αποτελείται από ένα μεγάλο τόξο και εκατέρωθεν αυτού από άλλα δύο μικρότερα και ανισομεγέθη τόξα , που λειτουργούν και σαν ανακουφιστικά ανοίγματα με τα ακρόβαθρά τους να ακουμπάνε σε βραχώδη έδαφος. Το αριστερό μεσόβαθρο, πατάει πάνω σε συμπαγή βράχο ενώ το δεξιό μεσόβαθρο είναι μέσα στην κοίτη της ροής του ποταμού. Έχει καλντεριμωτή επιφάνεια και μια σειρά καμαρολιθιών, ενώ τα στηθαία του έχουν φθαρεί αρκετά και εξ αυτού του γεγονότος έχουν χαμηλώσει πολύ. Δίπλα από το γεφύρι υπάρχει κτίσμα οθωμανικής τεχνοτροπίας, που χρησίμευε σαν τελωνείο-φυλάκιο των Τούρκων της τουρκοκρατούμενης περιοχής ενώ στην απέναντι όχθη υπήρχε ο μύλος του Γράφου, που με τη σειρά του ήταν στην ουσία το αντίστοιχο Ελληνικό φυλάκιο και ο οποίος όπως λέγεται από τους ντόπιους είχε δοθεί ως εγγύηση για καταβολή λουφέδων στον στρατηγό Μακρυγιάννη. Το γεφύρι αυτό έχει χαρακτηρισθεί διατηρητέο μνημείο

14 ΤΟ ΓΕΦΥΡΙ ΤΗΣ ΣΤΑΡΑΣ

15 ΤΟ ΓΕΦΥΡΙ ΤΗΣ ΣΤΑΡΑΣ

16 ΜΑΡΜΑΡΟΓΕΦΥΡΟ ΣΤΟ ΚΑΣΤΟΡΙ
Λέγεται και γεφύρι του Κάστορα, γιατί είναι χτισμένο στον ποταμό, Κάστορα , που κατεβαίνει από το Γεωργίτσι και χύνεται στον Ευρώτα, πάνω στη θέση παλιού γεφυριού, που ανάγεται κατά πληροφορίες των ντόπιων στην βυζαντινή περίοδο. Είναι κατασκευασμένο σε τεθλασμένη γραμμή, με δύο καμάρες από μάρμαρο και οι ντόπιοι το λένε “Μαρμαρογιόφυρο”. Η αριστερή καμάρα είναι τοξωτή ενώ η δεξιά καταβιβασμένη και με μεγαλύτερο άνοιγμα από την πρώτη. Δεν έχει στηθαία και μέχρι πρόσφατα αποτελούσε τμήμα του υπάρχοντος δημόσιου δρόμου. Η επιφάνειά του πρέπει να ήταν καλντεριμωτή, γιατί τέτοια κομμάτια διακρίνονται πάνω στην τοξωτή και μικρότερη καμάρα. Λέγεται ότι χτίστηκε κατά την περίοδο του Τρικούπη (τέλος 19ου αιώνα), στο κάτω μέρος του χωριού και με κονδύλια που δόθηκαν στον τότε Δήμαρχο Καστορείου γιατρό Γεώργιο Λεοναρδόπουλο, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη της οικονομικής και αγροτικής ζωής της περιοχής.

17 ΜΑΡΜΑΡΟΓΕΦΥΡΟ ΣΤΟ ΚΑΣΤΟΡΙ

18 ΜΑΡΜΑΡΟΓΕΦΥΡΟ ΣΤΟ ΚΑΣΤΟΡΙ

19 Γεφύρι του Κόκκορη-Νούτσου

20 Που βρίσκεται; Στο κεντρικό Ζαγόρι, κοντά στο χωριό Κουκούλι, 39 χλμ
Που βρίσκεται; Στο κεντρικό Ζαγόρι, κοντά στο χωριό Κουκούλι, 39 χλμ. από τα Γιάννενα, στο ποτάμι του Βοϊδομάτη Πότε κατασκευάστηκε; Η επιγραφή που βρίσκεται εκεί αναγράφει χρονολογία 1750 ή 1752 Από ποιον; Από τον Νούτσο Καραμερσίνη

21 Περαιτέρω πληροφορίες: Ο Νούτσος Κοντοδήμος από το Βραδέτο χρηματοδότησε την κατασκευή του γεφυριού, το οποίο πήρε το όνομα του ευεργέτη. Λέγεται και γεφύρι του Κόκκορη (ή Κόκκορου) γιατί, ο Κόκκορος από το Κουκούλι, που είχε μύλο εκεί, διέθεσε το 1910 χρήματα για την επισκευή του. Πριν λίγα χρόνια, το γεφύρι επισκευάστηκε ξανά από την ένωση Ζαγορισίων. Δίπλα στο γεφύρι βρίσκεται η σπηλιά που κρύφτηκε ο λήσταρχος Νταβέλης με δύο άλλους ληστές. Από μια πρόχειρη ξύλινη γέφυρα κοντά στο γεφύρι του Κόκκορου περνούσαν φορτωμένες με πυρομαχικά και εφόδια οι γυναίκες της Πίνδου κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

22 Γεφύρι της Άρτας Που βρίσκεται; Στην Άρτα, στον ποταμό Άραχθο
Πότε κατασκευάστηκε; Το 1612

23 Περαιτέρω πληροφορίες: Το θρυλικό γεφύρι της Άρτας, ορόσημο της πόλης, πήρε την τελική του μορφή το Ωστόσο τα θεμέλια του γεφυριού δείχνουν ότι στη θέση αυτή υπήρχε ήδη γέφυρα από τους κλασσικούς ή ελληνιστικούς χρόνους. Η τελευταία προσθήκη έγινε στους χρόνους της Τουρκοκρατίας, όταν ανυψώθηκε το οδόστρωμα, οπότε το γεφύρι πήρε τη σημερινή του όψη. Θρύλος και μαστοριά συναντιούνται πάνω στο υπέροχο αυτό κτίσμα, που αποτελεί και την πιο εντυπωσιακή υποδοχή της πόλης στον επισκέπτη που έρχεται απ' τα δυτικά, όπως και το εντυπωσιακότερο αντίο της για εκείνον που τη γνώρισε και την αποχαιρετάει. Η ιστορία του γεφυριού της Άρτας είναι πολύ παλαιότερη απ' ό,τι ίσως θα νόμιζε κανείς, επηρεασμένος απ' το γνωστό δημοτικό τραγούδι και την εποχή που αυτό αντιπροσωπεύει. Η σημερινή του όψη είναι η κατάληξη πολλών, κατά καιρούς, συμπληρώσεων και ανακατασκευών του αρχικού κτίσματος. Η ίδια η δομή και ο τρόπος κατασκευής του μαρτυρούν για τις διάφορες φάσεις ολοκλήρωσης του έργου και μας οδηγούν στην αφετηρία της ιστορίας του.

24 Άραχθος ποταμός

25 Είναι φυσικό, αφού σ' αυτά τα μέρη αναπτύχθηκε αξιόλογος πολιτισμός απ' τα προχριστιανικά ακόμη χρόνια, να είχαν φτιάξει και οι αρχαίοι Αμβρακιώτες σ' αυτό το σημείο κάποιο πέρασμα, έργο που ασφαλώς θα βελτιώθηκε στα Ελληνιστικά χρόνια, όταν ο Πύρρος έκανε την Αμβρακία πρωτεύουσα του κράτους του, κι ακόμη αργότερα - στα ρωμαϊκά χρόνια - με την άνθηση της Νικόπολης και την αύξηση της εμπορικής κίνησης. Δυστυχώς, τα στοιχεία που μας παρέχουν οι αρχαίες πηγές είναι ελάχιστα και γι' αυτό είμαστε αναγκασμένοι να στηριχθούμε για τη μελέτη του στο ίδιο το κτίσμα. Τα βάθρα του είναι κτισμένα με μεγάλους κανονικούς λίθους κατά το ισοδομικό σύστημα, με επίστεψη, έτσι που θυμίζουν τοιχοποιία ελληνιστικών μεγάρων. Αυτή, λοιπόν, η δομή των βάθρων μαρτυρεί ότι το γεφύρι θεμελιώθηκε κατά τους ελληνιστικούς χρόνους, και, κατά την άποψη του μελετητή Γιάννη Τσούτσινου, πιθανότατα, είναι έργο του Πύρρου (3ος π.χ. αιώνας). Σύμφωνα με διαπιστώσεις του Φ. Πέτσα (αρχαιολόγου που παρακολούθησε τις εκσκαφές για τη στήριξη σιδερένιας γέφυρας πλάι στην παλιά στα χρόνια της κατοχής), το ίδιο χτίσιμο συνεχίζεται μέχρι τα κατώτατα θεμέλια του γεφυριού.

26

27 Πάνω σ' αυτά τα βάθρα, κατά την άποψη ορισμένων μελετητών, κτίστηκαν κατά τη Βυζαντινή εποχή (πρώτη περίοδος του Δεσποτάτου της Ηπείρου) ή ,κατά την άποψη άλλων, στην πρώτη μεταβυζαντινή περίοδο, τέσσερις μεγάλες καμάρες, μεταξύ των οποίων παρεμβλήθηκαν στα ποδαρικά τους, καθώς και στα ακρινά σκέλη του γεφυριού, 8 συνολικά μικρά τοξωτά ανοίγματα, για να διοχετεύονται τα νερά σε περίπτωση πλημμύρας. Η τοιχοποιία της ανωδομής είναι ομοιόμορφη με μικρούς κανονικούς λίθους. Φαίνεται ότι η μεγαλύτερη καμάρα που, λόγω του ανοίγματός της, ήταν περισσότερο επισφαλής, από άγνωστη αιτία γκρεμίστηκε και ξαναχτίστηκε στην τουρκοκρατία και είναι ακριβώς αυτή η ανακατασκευή της ψηλής καμάρας που γέννησε το θρύλο της στοίχειωσης της γυναίκας του πρωτομάστορα και το αντίστοιχο δημοτικό τραγούδι. Σύμφωνα με σωθείσες γραπτές μαρτυρίες, η κατασκευή αυτή έγινε το 1612, οι εργασίες κράτησαν τρία χρόνια και η νέα καμάρα έγινε ακόμη ψηλότερη.

28 Το 1881, όταν απελευθερώθηκε η Άρτα, το γεφύρι ήταν το σύνορο της ελεύθερης με την τουρκοκρατημένη Ελλάδα. Το διώροφο νεοκλασικό κτίριο στο δυτικό άκρο του γεφυριού, το οποίο κτίστηκε το 1864 από αυστριακό αρχιτέκτονα και σήμερα στεγάζει το λαογραφικό μουσείο, αρχικά, χρησιμοποιήθηκε ως φυλάκιο της Γέφυρας και, αργότερα, μετά το 1881, ως μεθοριακός σταθμός-τελωνείο των Τούρκων. Στο τέλος της δεκαετίας του 1930, πλάι στα αρχαία βάθρα, προστέθηκαν και τσιμεντένια, αισθητικά εκτρώματα, για τη στήριξη ξύλινης, αρχικά, γέφυρας, την οποία οι Γερμανοί κατακτητές ενίσχυσαν με σιδηροδοκούς για τη διέλευση των οχημάτων τους. Το 1945, κατασκευάσθηκε κανονική σιδηρογέφυρα, η οποία, σε συνδυασμό με τις χονδροειδείς τσιμεντοβάσεις της, κατέστρεψε τη βόρεια όψη του Παλιού γεφυριού. Μόλις πριν λίγα χρόνια απαλλάχτηκε το μνημείο απ' αυτούς τους “κακοήθεις όγκους” του και με τις εργασίες στερέωσης ξαναβρήκε την αρχική του λάμψη.

29 Στην ανατολική όχθη του Αράχθου, κοντά στην αρχή της γέφυρας, σώζεται μεγάλος πλάτανος, ο πλάτανος του Αλή πασά, γιατί, όπως λένε, στον ίσκιο του, καθόταν ο Αλής και έβλεπε κρεμασμένους απ' τα κλαδιά του όσους είχε καταδικάσει σε θάνατο με απαγχονισμό. Σ' αυτό το μακάβριο θέαμα μας μεταφέρει το δημοτικό τραγούδι: "- Τ' έχεις καημένε πλάτανε και στέκεις μαραμένος με τις ριζούλες στο νερό; - Αλή πασάς επέρασε."

30 Πάνε χρόνια που το γεφύρι ορφάνεψε απ' το φυσικό του σύντροφο, το νερό, αφού μετά την κατασκευή του υδροηλεκτρικού φράγματος Πουρναρίου το 1981 δεν υπάρχει συνεχής ροή στο ποτάμι. Έτσι, το μνημείο έπαψε να δροσίζει τα πόδια του, κατάντησε εκκλησιά χωρίς εικόνες, βρύση χωρίς νερό. Το 1983, για τον ίδιο λόγο (ακανόνιστη ροή), διέτρεξε θανάσιμο κίνδυνο. Μπορεί βέβαια να γλίτωσε τότε, έστω και την τελευταία στιγμή, απ' την καταστροφή, εξακολουθεί όμως να γεφυρώνει ένα στέρφο από νερό ποτάμι, πληρώνοντας μ' αυτό τον τραγικό τρόπο το τίμημα της εξέλιξης.

31 Δημοτικό τραγούδι για το γεφύρι της Άρτας
Σαράντα πέντε μάστοροι κι εξήντα μαθητάδες γιοφύρι εθεμέλιωσαν στης Άρτας το ποτάμι. Ολημερίς το χτίζανε, το βράδυ εγκρεμιζόταν. Μοιρολογιούν οι μάστοροι και κλαιν οι μαθητάδες: “Αλοίμονο στους κόπους μας, κρίμα στις δούλεψές μας, ολημερίς να χτίζουμε το βράδυ να γκρεμιέται." Πουλάκι εδιάβη κι έκατσε αντίκρυ στο ποτάμι, δεν εκελάηδε σαν πουλί, μηδέ σαν χελιδόνι, παρά εκελάηδε κι έλεγε ανθρώπινη λαλίτσα: "Αν δε στοιχειώσετε άνθρωπο, γιοφύρι δε στεριώνει, και μη στοιχειώσετε ορφανό, μη ξένο, μη διαβάτη, παρά του πρωτομάστορα την όμορφη γυναίκα, που έρχεται αργά τ' αποταχύ και πάρωρα το γιόμα.’’ →

32 Τ' άκουσ' ο πρωτομάστορας και του θανάτου πέφτει
Τ' άκουσ' ο πρωτομάστορας και του θανάτου πέφτει. Πιάνει, μηνάει της λυγερής με το πουλί τ' αηδόνι: Αργά ντυθεί, αργά αλλαχτεί, αργά να πάει το γιόμα, αργά να πάει και να διαβεί της Άρτας το γιοφύρι. Και το πουλί παράκουσε κι αλλιώς επήγε κι είπε: "Γοργά ντύσου, γοργά άλλαξε, γοργά να πας το γιόμα, γοργά να πας και να διαβείς της ʼρτας το γιοφύρι." Να τηνε κι εμφανίστηκε από την άσπρη στράτα. Την είδ' ο πρωτομάστορας, ραγίζεται η καρδιά του. Από μακριά τους χαιρετά κι από κοντά τους λέει: "Γειa σας, χαρά σας, μάστοροι και σεις οι μαθητάδες, μα τι έχει ο πρωτομάστορας και είναι βαργομισμένος; "Το δαχτυλίδι του 'πεσε στην πρώτη την καμάρα, και ποιός να μπει, και ποιός να βγει, το δαχτυλίδι νά 'βρει;" "Μάστορα, μην πικραίνεσαι κι εγώ να πά σ' το φέρω, εγώ να μπω, εγώ να βγω, το δαχτυλίδι νά 'βρω." Μηδέ καλά κατέβηκε, μηδέ στη μέση πήγε, "Τράβα, καλέ μ' τον άλυσο, τράβα την αλυσίδα τι όλον κόσμο ανάγειρα και τίποτες δεν βρήκα." →

33 Ένας πηχάει με το μυστρί κι άλλος με τον ασβέστη, παίρνει κι ο πρωτομάστορας και ρίχνει μέγα λίθο. "Αλίμονο στη μοίρα μας, κρίμα στο ριζικό μας! Τρεις αδελφάδες ήμαστε, κι οι τρεις κακογραμμένες, η μια 'χτισε το Δούναβη, κι η άλλη τον Αφράτη κι εγώ η πιο στερνότερη της Άρτας το γιοφύρι. Ως τρέμει το καρυόφυλλο, να τρέμει το γιοφύρι, κι ως πέφτουν τα δεντρόφυλλα, να πέφτουν οι διαβάτες." "Κόρη, το λόγον άλλαξε κι άλλη κατάρα δώσε, που 'χεις μονάκριβο αδελφό, μη λάχει και περάσει." Κι αυτή το λόγον άλλαζε κι άλλη κατάρα δίνει: "Αν τρέμουν τ' άγρια βουνά, να τρέμει το γιοφύρι, κι αν πέφτουν τ' άγρια πουλιά, να πέφτουν οι διαβάτες, γιατί έχω αδελφό στην ξενιτιά, μη λάχει και περάσει.

34 Ανεζίνα Καλούδη Αριστέα Καραγιαννάκου Μεταξία Κοκκίνη Κωνσταντίνα Κουρτσούνη

35 Λαμπρινάκου Ευαγγελία
ΓΕΦΥΡΕΣ Καναρά Κωνσταντίνα Κυριακίδης Γιώργος Λαμπρινάκου Ευαγγελία Μπλάθρα Μαρία Νίκια Δήμητρα

36 Προϊστορικές και ελληνιστικές οδογέφυρες
Στην αρχαιότητα, ήδη από τη μυκηναϊκή εποχή υπήρχε αρκετά ώριμη τεχνογνωσία για την κατασκευή γεφυρών στους διάφορους δρόμους του ελληνικού χώρου. Στην αρχαία Ελλάδα υπήρχε πράγματι ένα ανεπτυγμένο οδικό δίκτυο για την εξυπηρέτηση των αναγκών του περιορισμένου σχετικά χερσαίου εμπορίου, καθώς και για τις εκάστοτε πολιτιστικές αλλά και στρατιωτικές μετακινήσεις των πληθυσμών. Κατά τη μυκηναϊκή εποχή οι γεφυροποιοί κατασκεύαζαν με τη γνωστή σ' αυτούς τεχνική του οξυκόρυφου εκφορικού θόλου τις γέφυρες, μια τεχνική που εφαρμόστηκε και στην περίπτωση των μυκηναϊκών τάφων. Οι αρχαίοι Έλληνες κατείχαν την τεχνογνωσία της χρήσης και εφαρμογής του ημικυκλικού, κυλινδρικού θόλου ως φέρουσας κατασκευής, παρ' όλο το γεγονός ότι η θόλος χρησιμοποιήθηκε γενικά με φειδώ στην αρχαία αρχιτεκτονική η οποία διέπονταν από την αρχή της αμφιερίστου δοκού, του επιστυλίου δηλαδή που στηρίζεται επάνω σε δύο κίονες. Τα σχετικά αρχαιολογικά κατάλοιπα μαρτυρούν το γεγονός ότι οι αρχαίοι αντιμετώπισαν αποτελεσματικά τα προβλήματα που προέκυπταν από την υλοποίηση εργασιών κάτω από το νερό, καταφέρνοντας να φέρουν σε πέρας με επιτυχία κατασκευές που θα ήταν εκτεθειμένες στις καταστροφικές, διαβρωτικές ιδιότητές του . Ορισμένοι μάλιστα αρχαίοι αρχιτέκτονες - γεφυροποιοί διέθεταν μεγάλη φήμη, όπως για παράδειγμα ο Μανδροκλής ο Σάμιος που κατασκεύασε τη μεγάλη πλωτή λεμβόζευκτη γέφυρα στον Ελλήσποντο το 513π.Χ. με εντολή του Δαρείου και ο Απολλόδωρος ο Δαμασκηνός ο οποίος κατασκεύασε την μεγάλη λίθινη και ξύλινη γέφυρα του Δούναβη μήκους 1300μ. με διαταγή του Τραϊανού.

37 Η τεχνολογία των αρχαίων ελληνικών γεφυρών αναπτύχθηκε με βάση κυρίως δύο συστήματα κάλυψης των ανοιγμάτων:  α) με οριζόντιες εφαπτόμενες πλακοδοκούς στηριγμένες σε στύλους ή παράλληλες σειρές υποστηριγμάτων, οι οποίες διαιρούσαν την κοίτη του ποταμού σε μικρότερα ρεύματα β) με εκφορικά διατεταγμένες οριζόντιες στρώσεις Σχετικά με τον μαθηματικό υπολογισμό, τη στατική ανάλυση, αλλά και τις τεχνικές προδιαγραφές των αρχαίων γεφυρών δεν υπάρχουν αρχαίες γραπτές πηγές. Αντιθέτως, η καλή διατήρηση αρκετών από αυτές, αποκαλύπτει το σχετικό τεχνολογικό επίπεδο της εποχής. Από τα αρχαιολογικά λείψανα προκύπτει ότι η σχετική τεχνολογία είχε ευρύτερη εφαρμογή στο χώρο της αρχιτεκτονικής, με την πρόσθετη δυσκολία που προέκυπτε από την ανάγκη θεμελίωσης μέσα στην κοίτη του ρέματος. Οι προϊστορικές, καθώς και οι ελληνιστικές οδογέφυρες είναι κατασκευές με έμφαση στο κτίσμα, το βαρύ και στερεό και όχι στο μέγιστο άνοιγμα της γέφυρας, το οποίο αναπτύχθηκε στη ρωμαϊκή περίοδο με την πλήρη εξέλιξη της σφηνοειδούς τοξοδομίας. Στην κλασική περίοδο επικρατούσε επίσης η ίδια εμπιστοσύνη στη λιθοδομή για την ασφαλή γεφύρωση. Έτσι ενώ καταβάλλονταν προσπάθεια για τη μέγιστη δυνατή μείωση του πλάτους των βάθρων στήριξης πλακοδοκών, η πυκνή διάταξή τους φανερώνει τη συνάρτηση της σταθερότητας από τα πολλά λίθινα στηρίγματα. Η σφικτή συναρμογή και η περίτεχνη σύνθεση των λίθων εισάγει επίσης στη γεφυροδομία μία διακοσμητική διάθεση με αξιόλογα αισθητικά αποτελέσματα.

38 Τεχνολογία Αρχαίας Γεφυροδρομίας
Η τεχνολογία των αρχαίωνελληνικών γεφυρών αναπτύχθηκε με βάση κυρίως δύο συστήματα κάλυψης των ανοιγμάτων: α) με οριζόντιες εφαπτόμενες πλακοδοκούς στηριγμένες σε στύλους ή παράλληλες σειρές υποστηριγμάτων, οι οποίες διαιρούσαν την κοίτη του ποταμού σε μικρότερα ρεύματα β) με εκφορικά διατεταγμένες οριζόντιες στρώσεις Μυκηναϊκές Γέφυρες Οι είκοσι περίπου μυκηναϊκές γέφυρες κατά μήκος των δρόμων γύρω από την Ακρόπολη των Μυκηνών και στην πεδιάδα της Ναυπλίας είναι στο σύνολό τους κυκλώπειες κατασκευές από ακανόνιστους ασβεστολιθικούς ογκόλιθους και βύσματα στους χαίνοντες, χαλαρούς αρμούς γύρω από το μοναδικό τριγωνικό τους άνοιγμα. Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί η γέφυρα στο φαράγγι μεταξύ των υψωμάτων Κοντοβούνι και Κουτσογιάννης, όπου οι πλακαροί ογκόλιθοι εκατέρωθέν της στενής τριγωνικής διόδου έχουν τοποθετηθεί σε περίπου ισοϋψείς σειρές οι οποίες συναντώνται υπεράνω της οξείας κορυφής. Η μεγαλιθική πλαισίωση της οδού παροχέτευσης απέβλεπε στην ενίσχυση των μερών τα οποία κατ' εξοχήν δοκιμάζονταν. Με τη βαρύτητα όμως των όγκων και τη συμμετρικότητά της ως προς τον κατακόρυφο άξονα τόνιζε τη σταθερότητα του μνημείου και του προσέδιδε αρμονία. Μικρότεροι λίθοι είχαν αρμολογηθεί με τη βοήθεια βυσμάτων (λιθίων) κατά το πολυγωνικό σύστημα τοιχοδομίας στην υπόλοιπη επιφάνεια. Άλλα παραδείγματα από το Αρκαδικό παρουσιάζουν επίσης αυτό το συνδυασμό των συστημάτων τοιχοδομίας, στα οποία έχει διαπιστωθεί και η χρήση της οργανικής κλείδας. Γενικά οι Μυκηναΐοι κατασκευαστές διέθεταν υψηλή τεχνογνωσία χρησιμοποιώντας ένα σύστημα κάλυψης με τεράστιες δυνατότητες, το οποίο όμως δεν εξελίχθηκε περαιτέρω. Το γεγονός αυτό πιστοποιείται από το πλήθος των ρωμαϊκών γεφυρών οι οποίες κτίστηκαν με τη βοήθεια του ημικυκλικού, κλειδωτού τόξου, γεγονός που μαρτυρεί την τεράστια σημασία της πρώιμης αυτής εφαρμογής στη γεφυρωτική. Η κατασκευή γεφυρών με εκφορικά τόξα και σφηνόλιθο παρ' όλα αυτά ήταν ένα εγχείρημα περιορισμένο τοπικά και χρονικά, που λησμονήθηκε στους κατοπινούς ιστορικούς χρόνους.

39

40 H Αρχαία Γέφυρα του Ευρώτα
Τμήματα ποδαρικών της αρχαίας γέφυρας του Ευρώτα σώζονται εντός της κοίτης του ποταμού και σε μικρή απόσταση(περίπου 60μ.) δυτικά της σύγχρονης τσιμεντένιας γέφυρας. Στη συγκεκριμένη περιοχή τεκμηριώνεται, με βάση επιγραφικές μαρτυρίες και ανασκαφικά δεδομένα, η ύπαρξη δύο διαδοχικών γεφυρών, στις οποίες αποδίδονται και τα κατάλοιπα των ποδαρικών. Η προτιμότερη κατασκευάστηκε τον 1ο αιώνα π.χ. από το Γάιο Ιούλιο Ευθυκλή και επισκευάστηκε από τον Ιούλιο Παυλίνα στα μέσα του 3ου αιώνα μX... Τη διαδέχτηκε η γέφυρα του μοναχού Νικόδημου, που χρονολογείται στον 11ο αιώνα μ... Από τα ευρύτερα αρχαιολογικά και τοπογραφικά δεδομένα στην ίδια θέση μπορούμε να τοποθετήσουμε τη γέφυρα του 4ου αιώνα π.X. που αναφέρεται από τον Ξενοφώντα. Κοντά σε αυτό το σημείο βρισκόταν επίσης η βορειοανατολική πύλη του τείχους της πόλεως, καθώς και αρχαία οδός που περνώντας από τη γέφυρα κατευθύνονταν προς βορρά. Το βόρειο ποδαρικό έχει ακανόνιστο σχήμα, με μέγιστο μήκος 3,40μ. και πλάτος 3,20μ. περίπου. Το ορατό σήμερα τμήμα του νοτιότερου ποδαρικού έχει διαστάσεις 5,20Χ3,80μ.. Πρόκειται για κατασκευές από ποταμίσιους λίθους και κονίαμα. Στο νότιο άκρο του νότιου ποδαρικού σώζονται πώρινες ωμόπλινθοι που πιθανότατα αποτελούσαν τμήμα της εξωτερικής επένδυσής του. Κατά την υλοποίηση του υποέργου, τα ποδαρικά της αρχαίας γέφυρας καθαρίστηκαν, φωτογραφήθηκαν και σχεδιάστηκαν, ενώ στη θέση τοποθετήθηκε και πινακίδα σήμανσης.

41

42 Το πετρογέφυρο Πώς δημιουργήθηκε;
Δεκαεφτά χιλιόμετρα από τη Σπάρτη, το Προκάμει, η έδρα του Δήμου Φάρδος, είναι γεμάτη ζωή και διάσημη για το αρχαίο πέτρινο γεφύρι που χρησιμοποιείται κανονικότατα ως σήμερα, πάνω από τον αρχαίο δρόμο Σπάρτης-Καρδαμύλης. Φέρει μία στρώση καμαρίλων, η διάμετρος της καμάρας του υπολογίζεται στα περίπου 4 μ., ενώ το κατάστρωμα, ο διάδρομος διάβασης, είναι επίπεδος. Η άψογη μηχανική του δεν αλλοιώνεται από τις υποστηρικτικές κατασκευές που έχουν γίνει στο πέρασμα των αιώνων, ιδίως στο αριστερό τμήμα του κατά τον 17ο αιώνα. Καθώς το ρέμα αναζητά τον δρόμο του ανάμεσα στα βράχια και τα τοιχία που ανακόπτουν την ορμή του, σχηματίζει υδάτινα παραπετάσματα και διαδρόμους: ένα θέαμα που βρίσκεται σε μεγάλες δόξες τους χειμερινούς και ανοιξιάτικους μήνες. Πώς δημιουργήθηκε; Στους ρωμαϊκούς χρόνους η Λακωνία συνδεόταν με τη Μεσσηνία μέσω της «βασιλικής οδού» η οποία ένωνε την αρχαία Σπάρτη με το τότε λιμάνι της, την Καρδαμύλη, διασχίζοντας το δάσος της Βασιλικής και ακολουθώντας τη ροή του Βέρου. Στην αρχή της οδού, στο σημερινό χωριό Προκάμει, το εμπόδιο του χείμαρρου Φασίνα υπερπηδήθηκε στο διάστημα από τον 1ο π.X. έως τον 1ο μ.X. αιώνα με την κατασκευή μιας θαυμαστής λιθόκτιστης καμάρας, του μονότοκου γεφυριού του Ξερόκαμπου που είναι ένα από τα παλαιότερα γεφύρια του ελλαδικού χώρου.

43 ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΑ ΓΕΦΥΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ:
Γεωργιο Καννελοπουλο Φωτη Κολοβο Χρηστο Καρλαυτη Μαριο Κεφαλα Αλεξανδρο Καπετανεα 6) Η οργανωση των μαστορων των γεφυρων Οι λαϊκοί οικοδόμοι ήταν οργανωμένοι σε συντεχνίες (συνάφια ή ισνάφια) - μπουλούκια. Οι ονομασίες των συντεχνιών των μαστόρων - χτιστάδων διαφέρουν από τόπο σε τόπο. Στην Ήπειρο ονομάζονται Κουδαραίοι. Οι χτίστες των πέτρινων γεφυριών ειδικά, ονομάζονται κιουπρουλήδες (τούρκικα: Kopru = γεφύρι). Η μαθητεία στην οικοδομική τέχνη ξεκινούσε από την ηλικία των 15ετών περίπου. Περνούσε από γενιά σε γενιά, στον τόπο της δουλειάς, στα εργαστήρια και στα γιαπιά, υπό την επίβλεψη του αρχιτεχνίτη (πρωτομάστορα). Ταυτόχρονα με τη μαθητεία στο επάγγελμα γινόταν και η πνευματική αγωγή του μαθητευόμενου οικοδόμου. Μάθαινε την τοπική παράδοση και το πως να κρατά και να προσαρμόζει στα έργα του τα ζωντανά στοιχεία της παράδοσης, συμβάλλοντας έτσι στην εξέλιξη και τη συνέχισή της. Μάθαινε επίσης να κατανοεί την πολυπλοκότητα των φυσικών στοιχείων και τις σχέσεις ανάμεσα στο φυσικό περιβάλλον και το έργο του. Αυτό του επέτρεπε να κατανοεί καλύτερα τις δυνατότητες και τους περιορισμούς των δομικών υλικών (τα οποία έπαιρνε από το άμεσο φυσικό περιβάλλον). Συχνά ερχόταν σε επαφή με άλλους πολιτισμούς, εξαιτίας των ταξιδιών, γεγονός που εμπλούτιζε τις γνώσεις του και τον έφερνε σε επαφή με ομότεχνούς του με τους οποίους είχε την ευκαιρία να ανταλλάξει απόψεις.

44 7) Ιεραρχια και ειδικοτητες τεχνιτων
Επικεφαλής του μπουλουκιού ήταν ο πρωτομάστορας. Αυτός είχε την ευθύνη όλης της ομάδας, της πληρωμής των μισθών, του κλεισίματος των συμφωνιών, των συμβολαίων, της εύρεσης δουλειών, κ.λ.π. Ο πρωτομάστορας ήταν εργολάβος και εργοδότης και συνέταιρος. Ήταν συνήθως και άριστος πελεκάνος - τεχνίτης της πέτρας. Οι πελεκάνοι ήξεραν τις ιδιοτροπίες του υλικού και πως να το χειριστούν, φτιάχνοντας αριστουργήματα. Ο πρωτομάστορας έδινε σε γενικές γραμμές το σχέδιο του σπιτιού σε συνεργασία με τις επιθυμίες του ιδιοκτήτη. Κυρίως όμως, έπρεπε να είναι καλός στο κουμάντο. Ακολουθούσαν οι τεχνίτες και οι κάλφες. Την ιεραρχία μπορούσε κάποιος να την διαβεί σταδιακά. Η προαγωγή από τη μία βαθμίδα στην επόμενη γινόταν πάντα υπό την αυστηρή επίβλεψη του πρωτομάστορα. Ένα μπουλούκι περιελάμβανε διάφορες ειδικότητες: Πελεκάνος, Χτίστης, Νταμαρτζής ή Μαντεμτζής, Ταβανατζής ή ταβαντζής (μαραγκός), Ασβεστάς, Σκαλιστής, Μπογιατζής, Τσιράκι . Οι μαραγκοί ήταν αυτοί οι οποίοι έφτιαχναν οποιαδήποτε ξύλινη κατασκευή του κτιρίου (πατώματα, ταβάνια, παράθυρα, πόρτες, έπιπλα, κ.λ.π.). Αν δεν υπήρχαν σκαλιστάδες έκαναν και τα σκαλίσματα. Οι σκαλιστάδες έφτιαχναν ξυλόγλυπτα - ταβάνια και μεσάντρες κυρίως στα σπίτια, καθώς και τέμπλα εκκλησιών. Επιπλέον, υπήρχαν και οι ζωγράφοι, οι οποίοι ερχόταν όταν ολοκληρωνόταν η κατασκευή, για να διακοσμήσουν το εσωτερικό του σπιτιού (ξύλινες επιφάνειες, ταβάνια, ντουλάπια, τοίχους, κ.λ.π.). Σημαντικό στοιχείο του μπουλουκιού ήταν και τα ζώα (μουλάρια), τα οποία χρησίμευαν για τη μεταφορά των υλικών (πέτρες από το νταμάρι) και συνόδευαν την ομάδα. Επιπλέον, για τον εξοπλισμό και την κατασκευή των μύλων εργάζονταν ειδικοί μαστόροι, οι σκεπαρνάδες, οι οποίοι προέρχονταν από το Μέτσοβο ή τη Βελτσίστα

45 8) Υλικο για την κατασκευη των πετρινων γεφυρων
Η εξέλιξη στην κατασκευή των γεφυρών ακολούθησε αυτή των δρόμων, ενώ στην Ελλάδα διακρίνονται τρεις φάσεις, ανάλογα με τα υλικά που χρησιμοποιούνταν. Κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης, τα υλικά που χρησιμοποιούνταν ήταν κορμοί δέντρων, πέτρινες πλάκες ή ογκόλιθοι και με αυτό το τρόπο γεφύρωναν ρυάκια. Παράδειγμα τέτοιας γέφυρας είναι η γέφυρα του Αρκαδικού, η οποία κατασκευάστηκε την μυκηναϊκή εποχή και αποτελείται από ογκόλιθους.[4] Πρόχειρες ξύλινες γέφυρες, σήμερα γνωστές ως λιάσια ή λεσιά, χρησιμοποιούνται ακόμη σε μικρά ποτάμια. Αυτές οι γέφυρες δεν έχουν δικά τους βάθρα, αλλά στερεώνονται σε δέντρα ή βράχια στις όχθες των ποταμών. Για να γίνει μια γέφυρα πιο ασφαλής χρησιμοποιούνταν ξύλινα ή πέτρινα μεσόβαθρα και κατάστρωμα από κορμούς και μικρότερα ξύλα. Οι Μυκηναίοι κατασκεύασαν γέφυρες από ογκόλιθους οι οποίες είχαν ένα εκφορητικό σύστημα με τη χρήση λίθινων προβολών (δηλαδή το πάνω μέρος να προβάλει περισσότερο από το αποκάτω) με αποτέλεσμα να σχηματίζουν ψευδοθόλους με τριγωνικό άνοιγμα. Η φάση αυτή τελείωσε περίπου το 200 π.Χ., όταν οι Ρωμαίοι εισήγαγαν τις επεξεργασμένες πέτρινες πλάκες στην κατασκευή των γεφυρών. Οι Ρωμαίοι, πέρα από την χρήση επεξεργασμένων πλακών, χρησιμοποίησαν επίσης την αψίδα με ημικυκλικό τόξο για την κατασκευή γεφυρών και κυρίως υδραγωγείων.[2] Μια εξέλιξη αυτού του σχεδίου ήταν οι αψίδες με οξυκόρυφα τόξα, τα οποία είναι επηρεασμένα από τους ανατολίτικους πολιτισμούς.

46 9) Τα μερη ενός πετρινου τοξωτου γεφυριου
Τα τοξωτά γεφύρια, πολλά από τα οποία κατασκευάστηκαν κατά το 18ο και 19ο αιώνα, αποτελούν αξιόλογα έργα της λαϊκής αρχιτεκτονικής, με λεπτά τόξα, γερά βάθρα και τα οποία έχουν μεγάλη αισθητική αξία.[2] Συνήθως στη κορυφή του τόξου είναι πολύ στενά. Τα γεφύρια αυτά ήταν αρχικά ξύλινα, αλλά στη συνέχεια κατασκευάστηκαν από πέτρα η οποία ήταν ανθεκτική, ομοιόμορφη, συμπαγής, χωρίς ρωγμές και με αντοχή στην διάβρωση. Στην Ήπειρο, τα γεφύρια αυτά ήταν από σχιστόλιθο. Για την κατασκευή τους, πρώτα στηνόταν ο ξυλότυπος και εν συνεχεία η κατασκευή προχωρούσε παράλληλα σχηματίζοντας το τόξο. Οι γέφυρες αυτές δεν χρησιμοποιούν κονίαμα. Το σημείο που επιλεγόταν για την κατασκευή της γέφυρας ήταν κάποιο στένωμα του ποταμού ενώ οι βράχοι στις όχθες ήταν σημεία στήριξης των βάθρων της γέφυρας. Το πόσα τόξα θα χρειάζονταν για τη κατασκευή εξαρτώταν από το πλάτος του ποταμού. Συχνά υπήρχαν μικρότερα τόξα στα σημεία πρόσβασης. Πολλά από αυτά τα γεφύρια καταστράφηκαν και στη συνέχεια ξαναχτίστηκαν.[1] Σήμερα σώζονται σε όλη την Ελλάδα τουλάχιστον πέτρινα τοξωτά γεφύρια.[5] Το μακρύτερο από αυτά είναι η γέφυρα Ντε Μποσσέ (Δεβοσέτου) στο Αργοστόλι της Κεφαλλονιάς, με μήκος 900 μέτρα. Θεμελιώθηκε το 1812, από τον Ελβετό Κάρολο Φίλιππο Ντε Μποσσέ, ταγματάρχη του βρετανικού στρατού κατοχής.[6]

47 Κατάλογος των μαθητών της ομάδας.
ΚΑΛΟΥΔΗ ΑΝΕΖΙΝΑ Α2 ΚΑΝΑΡΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΠΕΤΑΝΕΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΑΚΟΥ ΑΡΙΣΤΕΑ ΚΑΡΑΧΑΛΙΟΥ ΜΑΡΙΑ ΚΑΡΛΑΥΤΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΣΤΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΕΦΑΛΑΣ ΜΑΡΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΟΚΚΙΝΗ ΜΕΤΑΞΙΑ ΚΟΚΚΟΡΟΥ ΕΛΕΝΗ ΚΟΛΟΒΟΣ ΦΩΤΙΟΣ ΚΟΡΟΙΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΚΟΥΡΤΣΟΥΝΗ ΚΡΕΤΣΗ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥΛΙΑ ΑΘΗΝΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ Α3 ΚΥΡΚΙΡΗΣ ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΚΗΣ ΛΑΜΠΡΑΚΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑ ΛΑΜΠΡΙΝΑΚΟΣ ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΛΑΜΠΡΙΝΑΚΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΛΙΝΑΡΔΑΚΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΑΡΙΝΑΚΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΗΝΑΚΑΚΗΣ ΜΠΕΚΙΑΡΗΣ ΗΛΙΑΣ ΜΠΛΑΘΡΑ ΝΙΚΙΑ ΔΗΜΗΤΡΑ ΝΙΚΟΛΑΚΑΚΟΣ

48 Ο Βίκος παγωμένος (12ος 2015)

49 Παγωμένο Ζαγόρι

50 Rakotz Bruke Γερμανία

51 Της Άρτας το Γεφύρι

52 Tο γεφύρι της Πλάκας

53 Πεσμένο το γεφύρι της Πλάκας

54 Το Θεογέφυρο

55 Λαμπρινάκου Ευαγγελία
ΓΕΦΥΡΕΣ Καναρά Κωνσταντίνα Κυριακίδης Γιώργος Λαμπρινάκου Ευαγγελία Μπλάθρα Μαρία Νίκια Δήμητρα

56 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ https://eurotas.wordpress.com/


Κατέβασμα ppt "«Τα πέτρινα γεφύρια : __από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, __από τη Λακωνία στην Βορειοδυτική ."

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google