Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η «ιδιωτική επιβολή» του δικαίου ανταγωνισμού:

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "Η «ιδιωτική επιβολή» του δικαίου ανταγωνισμού:"— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 Η «ιδιωτική επιβολή» του δικαίου ανταγωνισμού:
Η αγωγή αποζημίωσης ως μέσο προστασίας έναντι παραβάσεων των κανόνων ανταγωνισμού & η Οδηγία 2014/104/ΕΕ Εργασία στο Οικονομικό Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Υπεύθυνες καθηγήτριες: Μ. Κουσκουνά, Ρ. – Ε. Παπαδοπούλου Επιμέλεια: Αμαλία – Κωνσταντίνα Βαρδακούλια Βασιλική Δαμούλου Αλέξανδρος Μακρής Χριστιάννα Μαρά

2 Α. Εισαγωγή Άρθρα 101 και 102 ΣΛΕΕ & Καν. 1/2003
Η δημόσια επιβολή δεν αρκεί για την αποτελεσματική προστασία των καταναλωτών. Η εφαρμογή των κανόνων πρέπει να μπορεί να εξασφαλιστεί όχι μόνο από τις δημόσιες αρχές, αλλά και από τους ιδιώτες και τις επιχειρήσεις, αφού και οι δύο μεριές επιδιώκουν κοινό σκοπό. Οι ενωσιακοί κανόνες ανταγωνισμού αποτυπώνονται κυρίως στα άρθρα 101 και 102 ΣΛΕΕ, που είναι άμεσης εφαρμογής στις εθνικές έννομες τάξεις. Για την εφαρμογή των άρθρων αυτών στο πλαίσιο της δημόσιας επιβολής ισχύει ο Κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου. Βασικός του στόχος αποτελεί και η διευκόλυνση της ιδιωτικής επιβολής των άρθρων 101 και 102 ΣΛΕΕ, ιδίως μέσω των αγωγών αποζημίωσης.

3 Υπόθεση “Courage / Crehan” (C-453/99, 20.9.2001)
Ιστορικό: 1991: IEL – Crehan: Τυποποιημένη σύμβαση μίσθωσης ποτοπωλείου με 20ετή ρήτρα αποκλειστικής προμήθειας ζύθου από την Courage (η οποία ήταν μέτοχος στην IEL) 1993: Αγωγή της Courage κατά του Crehan για καταβολή οφειλομένων Crehan: ακυρότητα της ρήτρας αποκλειστικής προμήθειας λόγω αντίθεσης σε α. 85 ΣΕΚ (νυν 101 ΣΛΕΕ) + ανταγωγή για καταβολή αποζημίωσης Αγγλικό δίκαιο: δεν επιτρέπει στο συμβαλλόμενο μέρος μιας παράνομης συμβάσεως να ζητήσει αποζημίωση από τον αντισυμβαλλόμενό του  προδικαστικό ερώτημα στο (τότε) ΔΕΚ (1999)

4 Υπόθεση “Courage / Crehan” (συνέχεια)
Απόφαση: Τα (τότε) α. 85, 86 ΣυνθΕΚ (και νυν α. 101, 102 ΣΛΕΕ): έχουν άμεσα αποτελέσματα  γεννούν απευθείας δικαιώματα και υπέρ ιδιωτών Πρακτική αποτελεσματικότητα άρθρων: κάθε υποκείμενο δικαίου μπορεί να επικαλείται παράβαση κοινοτικού δικαίου ανταγωνισμού και να αξιώνει αποζημίωση Εναπόκειται στα κράτη ο καθορισμός των δικονομικών προϋποθέσεων άσκησης αγωγών αποζημίωσης Το (τότε) α. 85 ΣυνθΕΚ (νυν α. 101 ΣΛΕΕ)  απαγορεύει κανόνα εθνικού δικαίου που αποκλείει την αξίωση αποζημίωσης μόνο επειδή κάποιος ήταν συμβαλλόμενος σε παράνομη σύμβαση Εξαίρεση: δυνατότητα αποκλεισμού αξίωσης κατά το εθνικό δίκαιο αν είχε σημαντική ευθύνη για στρέβλωση ανταγωνισμού

5 Υπόθεση “Manfredi” (C-295/04, 13.7.2006)
Ιστορικό: Ιταλική Επιτροπή Ανταγωνισμού  κυρώσεις σε εταιρείες οι οποίες είχαν σχηματίσει καρτέλ για τον καθορισμό του ύψους των εισφορών που θα πλήρωναν οι οδηγοί για την ασφάλιση αστικής ευθύνης Οι ασφαλισμένοι άσκησαν αγωγές αποζημίωσης στα εθνικά δικαστήρια για την επιστροφή της προσαύξησης των ασφαλίστρων

6 Υπόθεση “Manfredi” (συνέχεια)
Απόφαση: Θεμελίωση ενωσιακού δικαιώματος σε αποζημίωση ΚΑΘΕ προσώπου για παραβάσεις του ενωσιακού δικαίου ανταγωνισμού (παράβαση άρθρου 81 ΕΚ) Καθορισμός από το ΔΕΚ νομιμοποίησης και έκτασης ζημίας, προθεσμιών παραγραφής και ουσιαστικών προϋποθέσεων επέλευσης του δικαιώματος (αιτιώδης συνάφεια) Ελλείψει σχετικής κοινοτικής ρύθμισης, εναπόκειται στα κράτη μέλη ο καθορισμός των προϋποθέσεων και του τρόπου άσκησης της αξίωσης αποζημίωσης για παραβάσεις των ενωσιακών κανόνων ανταγωνισμού, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θίγονται οι αρχές της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας

7 Η δράση της Επιτροπής Πράσινη Βίβλος (2005)
Προηγείται η μελέτη Ashurst (2004): μηχανισμός ιδιωτικής επιβολής  σε κατάσταση υπανάπτυξης σε όλα τα κράτη μέλη Έναρξη διαβούλευσης με στόχο την εγκαθίδρυση ενός αποτελεσματικού συστήματος έγερσης αγωγών αποζημίωσης για παραβάσεις της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας στην ΕΕ – όχι δεσμευτικά κείμενα Προσδιορισμός βασικότερων δυσκολιών + πρόταση εναλλακτικών λύσεων Βασικότερα θέματα: προϋπόθεση πταίσματος, αποδεικτική διαδικασία, μετακύλιση, συλλογικές αγωγές, πλήρης αποζημίωση Λευκή Βίβλος (2008) Προτάσεις συγκεκριμένων μέτρων: δυνατότητα κάθε ζημιωθέντα να λάβει πλήρη αποζημίωση Βασικές προτάσεις: νομιμοποίηση κάθε προσώπου, πλήρης αποζημίωση, συλλογικές αγωγές, αποδοχή δυνατότητας ένστασης μετακύλισης, νόθος αντικ. ευθύνη

8 Β. Η Οδηγία 2014/104/ΕΕ Σκοπός (α. 1)
Οδηγία 2014/104/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις αγωγές αποζημίωσης για τα παραβάσεις των διατάξεων του ενωσιακού δικαίου προστασίας του ανταγωνισμού. Σκοπός των ρυθμίσεων της: 1. αύξηση της αποτελεσματικότητας της ιδιωτικής επιβολής, 2. εναρμόνιση των σχετικών εθνικών διαδικαστικών κανόνων, 3. συντονισμός της ιδιωτικής με την δημόσια επιβολή των κανόνων του ανταγωνισμού  θέσπιση ενός ελάχιστου κοινού πλαισίου αρχών (minimum common standards), που θα επιτρέπει στους ζημιωθέντες κάθε κράτους μέλους να αξιώσουν και να επιτύχουν στο μέγιστο δυνατό βαθμό αποκατάσταση της βλάβης τους. Ανάγκη απονομής αποκαταστατικής δικαιοσύνης (corrective justice) και επιπλέον αποτρεπτικό αποτέλεσμα (deterrent effect) στο ήδη υπάρχον διοικητικό σύστημα.

9 Πεδίο εφαρμογής – Μη ρύθμιση – Νομική βάση
Πεδίο εφαρμογής: παραβάσεις που επηρεάζουν το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών κατά την έννοια των άρθρων 101 και 102 ΣΛΕΕ. Αντικείμενο: αγωγές αποζημίωσης  Διακρίνονται στις λεγόμενες παρεπόμενες αγωγές (follow-on actions), που εγείρονται στη βάση σχετικής απόφασης αρχής ανταγωνισμού που διαπιστώνει παράβαση δικαίου του ανταγωνισμού, και στις αυτοτελείς αγωγές (stand-alone claims). Μη ρύθμιση άλλου είδους αξιώσεων, όπως αξίωσης προσωρινής προστασίας (ασφαλιστικά μέτρα) ή αξίωσης παύσης της παράβασης και απαγόρευσης επανάληψής της στο μέλλον και μη πρόβλεψη άσκησης αναγνωριστικής αγωγής ή in natura αποκατάστασης της ζημίας. Διπλή νομική βάση: άρθρα 103 ΣΛΕΕ και 114 ΣΛΕΕ, διότι επιδιώκει δύο άρρηκτα συνδεόμενους στόχους: 1. εφαρμογή των κανόνων των α. 101 και 102 ΣΛΕΕ + 2. εναρμόνιση των εθνικών νομοθεσιών.

10 Σχέση με τη δημόσια επιβολή
Απαραίτητος ο συντονισμός και η αρμονική συνεργασία μεταξύ των οργάνων, προκειμένου να επιτευχθούν τα μέγιστα αποτελέσματα στην εφαρμογή των κανόνων του ανταγωνισμού (α. 1 παρ. 2 Οδ.). Τρία σημαντικά σημεία διαφοροποίησης των δύο συστημάτων: 1. οι αρχές ανταγωνισμού επιλαμβάνονται μια υπόθεσης αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από υποβολή παραπόνου ≠ στα πολιτικά δικαστήρια ο ζημιωθείς εκκινεί την διαδικασία με δική του πρωτοβουλία. 2. δημόσια επιβολή: προστασία δημοσίου συμφέροντος ≠ ιδιωτική επιβολή: οι ιδιώτες ενδιαφέρονται κυρίως για το προσωπικό τους συμφέρον/κέρδος. 3. διοικητικό σύστημα: επιβολή «βέλτιστου προστίμου» ≠ αστικό σύστημα: μη ύπαρξη «βέλτιστης αποζημίωσης» Προτιμότερο για μια έννομη τάξη: ανάπτυξη και των δύο συστημάτων, καθώς αλληλοσυμπληρώνονται, παρά τα όποια σημεία τριβής.

11 Γ. Επιμέρους ζητήματα στοιχειοθέτησης αδικοπρακτικής ευθύνης – Προϋποθέσεις
Ι) Παράνομη συμπεριφορά Α. 3 παρ. 1 της οδηγίας 2014/104/ΕΕ: «Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει υποστεί ζημία λόγω παράβασης του δικαίου ανταγωνισμού μπορεί να αξιώσει και να επιτύχει πλήρη αποζημίωση για την εν λόγω ζημία» Προϋπόθεση για τη στοιχειοθέτηση αδικοπρακτικής ευθύνης είναι η ύπαρξη παράνομης συμπεριφοράς Ως παράβαση του δικαίου ανταγωνισμού νοείται η παράβαση των άρθρων 101 και 102 ΣΛΕΕ ή του εθνικού δικαίου ανταγωνισμού (άρθρα 1 και 2 του ν.3959/2011), υπό την προϋπόθεση ότι μπορεί να επηρεάσει το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών κατά την έννοια των άρθρων 101 και 102, δηλαδή δεν συνιστούν αμιγώς εθνικές συμπράξεις

12 Ι) Παράνομη συμπεριφορά (συνέχεια)
Ο παράνομος χαρακτήρας στοιχειοθετείται βάσει της θεωρίας του σκοπού του κανόνα δικαίου (Normzwecklehre) Συνεπώς, η θετική έκβαση της ακόλουθης 3επίπεδης εξέτασης θα καθορίσει την κατάφαση της παρανομίας στο πεδίο των αγωγών λόγω παράβασης του δικαίου ανταγωνισμού: 1) Έλεγχος του γενικού προστατευτικού σκοπού του ενωσιακού δικαίου ανταγωνισμού (άρθρα 101 και 102 ΣΛΕΕ) 2) Έλεγχος της ειδικής προστατευτικής ενέργειας των διατάξεων αυτών υπέρ συγκεκριμένων ομάδων προσώπων ή βαθμίδων της αγοράς και προσδιορισμός του κριτηρίου εξειδίκευσης αυτών 3) Έλεγχος της έκτασης της προστατευτικής ενέργειας των άρθρων 101 και 102 ΣΛΕΕ υπέρ των εκάστοτε προσβληθέντων αγαθών

13 ΙΙ) Αιτιώδης συνάφεια Δεν προβλέπεται ρητά στην οδηγία
Κατά πάγια νομολογία του ΔΕΕ, η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της προκληθείσας ζημίας και της παράβασης των κανόνων ανταγωνισμού αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση (“Manfredi”) Τα εθνικά δικαστήρια θα οριοθετήσουν την αιτιώδη συνάφεια με βάση τις αρχές της αποτελεσματικότητας και της ισοδυναμίας Έχουν διατυπωθεί 2 θεωρίες για τον περιορισμό της έννοιας του όρου, ώστε να μην επεκτείνεται η ευθύνη και στις πιο απομακρυσμένες επιζήμιες συνέπειες: - θεωρία της conditio sine qua non - θεωρία της πρόσφορης αιτίας (κρατούσα και στην Ελλάδα)

14 ΙΙΙ) Υπαιτιότητα Δεν προβλέπεται ρητά στην οδηγία
Η ρύθμιση του ζητήματος εναπόκειται στα κράτη μέλη, τηρώντας τις αρχές της αποτελεσματικότητας και της ισοδυναμίας και σεβόμενα το ενωσιακό κεκτημένο (“Courage”, “Manfredi”, “Brasserie du Pecheur”), το οποίο ορίζει μέγιστο επίπεδο υπαιτιότητας, σύμφωνα με το οποίο η υπαιτιότητα του εναγομένου τεκμαίρεται, εκτός αν ο εναγόμενος αποδείξει γνησίως συγγνωστό σφάλμα ή συντρέχον πταίσμα  Νόθος αντικειμενική ευθύνη Αν το εθνικό δίκαιο απαιτεί χαμηλότερο επίπεδο υπαιτιότητας (αντικειμενική ή μερική αντικειμενική ευθύνη), τότε αυτό εφαρμόζεται

15 IV) Το βάρος απόδειξης της παράνομης συμπεριφοράς
Η Οδηγία δεν θίγει το ζήτημα της κατανομής του βάρους απόδειξης Το θέμα έχει ήδη ρυθμιστεί με το άρθρο 2 του Κανονισμού 1/2003 (αρρύθμιστο παραμένει το ζήτημα του μέτρου απόδειξης) Για το βάρος απόδειξης της παράβασης των άρθρων 1 και 2 του ν. 3959/2011 ισχύει το άρθρο 4 του ίδιου νόμου, το οποίο ρυθμίζει μόνο τη διαδικασία ενώπιον της αρχής ανταγωνισμού και ως προς το οποίο ισχύουν οι κοινές διατάξεις Κατά το άρθρο 2 του Κανονισμού, το βάρος απόδειξης των πραγματικών περιστατικών φέρει ο ενάγων, επί τη βάσει ορισμένων κανόνων, ανάλογα με το εάν η συμπεριφορά αφορά σε παράβαση του άρθρου 101 παρ.1 ή 102 ΣΛΕΕ

16 IV) Το βάρος απόδειξης (συνέχεια)
Σε δεύτερο στάδιο, αν διαπιστωθεί ο περιορισμός του ανταγωνισμού (101 παρ.1), θα εξεταστεί αν από τη συμφωνία προκύπτουν θετικά οικονομικά στοιχεία (συνδρομή εξαίρεσης του άρθρου 101 παρ. 3 ΣΛΕΕ) Οι προϋποθέσεις του άρθρου 101 παρ.3 ΣΛΕΕ είναι σωρευτικές και εξαντλητικές και το βάρος απόδειξής τους φέρει η εναγόμενη επιχείρηση  μέσο άμυνας Στο άρθρο 102 ΣΛΕΕ δεν προβλέπεται εξαίρεση αντίστοιχη του άρθρου 101 ΣΛΕΕ αλλά οι δεσπόζουσες επιχειρήσεις δύνανται πάντα να αποδείξουν ότι η συμπεριφορά τους δικαιολογείται αντικειμενικά (Microsoft κατά Επιτροπής)

17 IV) Το βάρος απόδειξης (συνέχεια)
Όσον αφορά το βάρος απόδειξης της αιτιώδους συνάφειας, το ΔΕΚ έκρινε ότι ο ενάγων φέρει το βάρος απόδειξής της ενώ ο εναγόμενος βαρύνεται με την απόδειξη της ύπαρξης αιτιών που διέκοψαν τον αιτιώδη σύνδεσμο Ο ενάγων βαρύνεται, επίσης, με την απόδειξη της ύπαρξης ζημίας στο πρόσωπό του. Όσον αφορά τις παραβάσεις από οριζόντιες συμπράξεις, η ζημία τεκμαίρεται και ο παραβάτης δικαιούται να αντικρούσει το τεκμήριο αυτό (άρθρο 17 παρ.2 οδηγίας)

18 V) Ευθύνη από κοινού και εις ολόκληρον
Προβλέπεται στο άρθρο 11 της οδηγίας Οφειλή εκ μέρους καθεμίας εκ των παραβαινουσών επιχειρήσεων πλήρους αποζημίωσης για τη ζημία Σε περίπτωση καταβολής μεγαλύτερης συνεισφοράς σε ζημιωθέντα, ο παραβάτης δικαιούται να προσφύγει αγωγικά κατά των λοιπών παραβατών (καθορισμός ύψους συνεισφοράς σε συνάρτηση με τη σχετική ευθύνη των παραβατών) Πρόβλεψη ειδικού καθεστώτος για 2 κατηγορίες επιχειρήσεων: 1) περιορισμένη ευθύνη μικρομεσαίων επιχειρήσεων (παύση της εξαίρεσης αν η επιχείρηση ηγήθηκε της παράβασης ή εξανάγκασε άλλες επιχειρήσεις σε συμμετοχή ή είχε διαπιστωμένα παραβιάσει ξανά το δίκαιο ανταγωνισμού) 2) περιορισμένη ευθύνη επιχειρήσεων που τους έχει χορηγηθεί απαλλαγή από πρόστιμα στο πλαίσιο προγράμματος επιείκειας (εκτός αν οι ζημιωθέντες δεν μπορούν να λάβουν πλήρη αποζημίωση από άλλους παραβάτες)

19 Δ. Νομιμοποιούμενοι φορείς για την άσκηση αγωγών αποζημίωσης
ΔΕΕ σε “Courage” και “Manfredi”: άρθρα 81 και 82 ΣΕΚ  άμεσα αποτελέσματα στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών και δημιουργούν άμεσα δικαιώματα υπέρ αυτών + πλήρης αποτελεσματικότητά τους θα θιγόταν, αν κάθε υποκείμενο δικαίου δεν δικαιούταν να ζητήσει αποζημίωση Α. 1 παρ. 1, α. 3 παρ. 1 και α. 12 παρ. 1 Οδηγίας: κάθε πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, άμεσος ή έμμεσος αγοραστής, δύναται να ζητήσει και να λάβει πλήρη αποζημίωση  επιβεβαίωση νομολογίας ΔΕΕ

20 Δ. Νομιμοποιούμενοι φορείς για την άσκηση αγωγών αποζημίωσης (συνέχεια)
Υπόθεση “Otis” (C-199/11, ) Ιστορικό: 2007: Επιτροπή  πρόστιμο €992 εκατ. σε Otis, Kone, Schindler και ThyssenKrupp, κατασκευάστριες εταιρίες ανελκυστήρων, λόγω σύναψης συμφωνίας καθορισμού τιμών και κατανομής αγορών (παράβαση νυν α. 101 ΣΛΕΕ) ΕΕ ασκεί εκπροσωπούμενη από την Επιτροπή αγωγή αποζημίωσης για ζημία από την παράνομη σύμπραξη με αίτημα την καταβολή σε αυτήν €7 εκατ. Απόφαση: Η Ένωση έχει ικανότητα διαδίκου στα δικαστήρια κάθε κράτους μέλους, εκπροσωπούμενη από την Επιτροπή (α. 282 ΣΕΚ, 335 ΣΛΕΕ) Η Ένωση, όπως κάθε υποκείμενο δικαίου, μπορεί να ασκήσει αγωγή αποζ.! Όχι παραβίαση δικαιώματος σε δίκαιη δίκη (α. 47 Χάρτη), παρά τη δεσμευτικότητα των αποφάσεων της Επιτροπής (α. 16 Κανονισμού), διότι: προσφυγή α. 263 ΣΛΕΕ  δικαστικός έλεγχος αποφάσεων Επιτροπής + εθνικός δικαστής κρίνει ελεύθερα τη ζημία και τον αιτιώδη σύνδεσμο

21 Δ. Νομιμοποιούμενοι φορείς για την άσκηση αγωγών αποζημίωσης (συνέχεια)
Υπόθεση “Kone” (C-557/12, ) Ιστορικό: 2007: Επιτροπή  πρόστιμο €992 εκατ. σε Otis, Kone, Schindler και ThyssenKrupp, κατασκευάστριες εταιρίες ανελκυστήρων, λόγω σύναψης συμφωνίας καθορισμού τιμών και κατανομής αγορών ÖBB-Infrastruktur: σύμπραξη λειτούργησε «προστατευτικά» για τις τιμές στην αγορά (“umbrella effect”)  ζητεί αποζημίωση για ζημία €1.9 εκατ. που ισχυρίζεται ότι υπέστη, καθόσον προμηθευόταν ανελκυστήρες από τρίτες, μη συμμετέχουσες στη σύμπραξη, επιχειρήσεις, σε τιμές υψηλότερες από εκείνες που θα ίσχυαν χωρίς την παράνομη σύμπραξη. ΟΜΩΣ υπάρχει αιτιώδης συνάφεια;  κατά την causa adaequata όχι! (: ισχυρισμός εναγομένων) Απόφαση: Αποτελεσματικότητα α. 101 και 102 ΣΛΕΕ θα θιγόταν, αν το εθνικό δίκαιο εξαρτούσε δικαίωμα προς αποζημίωση από την ύπαρξη αμέσου αιτιώδους συνάφειας μεταξύ παράβασης και ζημίας  αυτός που ζημιώθηκε επειδή τρίτες επιχειρήσεις αύξησαν τις τιμές τους, επωφελούμενες από τη σύμπραξη (“umbrella pricing”), σαφώς δικαιούται να αξιώσει αποζημίωση από τα μέλη της συμπράξεως, ακόμα κι αν δεν συνδέεται συμβατικά με αυτά  ΔΙΕΥΡΥΝΣΗ κύκλου δικαιούμενων αποζημίωση!

22 Προβλήματα που συνδέονται με την άσκηση ατομικών αγωγών
Δυσχέρειες, ειδικά σε άσκηση από μεμονωμένους καταναλωτές: μικρό ύψος της απαίτησής τους + κόστος, καθυστέρηση και γενικότερη πολυπλοκότητα της δικαστικής διαδικασίας  αποθάρρυνση από άσκηση Εν μέρει επιλύονται με τον Κανονισμό 861/2007 (εφαρμ. από ) περί ευρωπαϊκής διαδικασίας μικροδιαφορών: Διαφορές με επίδικες απαιτήσεις έως €2000 Απλούστευση διαδικασίας  τυποποιημένα έντυπα δικογράφου Περιορισμός του κόστους άσκησης  όχι αναγκαία η εκπροσώπηση από συνήγορο Μείωση των προθεσμιών εκδίκασης Στην πράξη αφορά κυρίως παρεπόμενες αγωγές  απλούστευση και επιτάχυνση διαδικασίας δεν επιτρέπουν απόδειξη παράβασης στη δίκη

23 Συλλογικές αγωγές Δυσχέρειες άσκησης ατομικών αγωγών  ανάγκη πρόβλεψης της δικονομικής δυνατότητας άσκησης συλλογικών αγωγών (ομαδικών ή αντιπροσωπευτικών)  ΚΑΜΙΑ ρύθμιση σε Οδηγία 2014/104/ΕΕ Σύσταση 2013/396/ΕΕ της Επιτροπής (μη δεσμευτική) Αφορά συλλογικές αγωγές παράλειψης και αποζημίωσης για κάθε παραβίαση δικ/ματος – στόχος: διευκόλυνση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη Ομαδικές και αντιπροσωπευτικές συλλογικές αγωγές – ποιες οι αντιπροσωπευτικές οντότητες;  διορίζονται από τα κράτη / εξουσιοδότηση δημοσίων αρχών

24 Συλλογικές αγωγές (συνέχεια)
Τρόπος καθορισμού των εναγόντων: σύστημα “opt-in” = η ιδιότητα του ενάγοντος αποκτάται βάσει της ρητής συναίνεσης των προσώπων που ισχυρίζονται ότι έχουν υποστεί ζημία ≠ “class actions” αμερικανικού δικαίου (“opt-out”) Συλλογικές αγωγές υποβάλλονται αφού η δημόσια αρχή (π.χ. ΕΑΑ) έχει αποφανθεί, ενώ το δικαστήριο θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να αναστείλει την εκδίκαση Ν. 2251/1994 (α. 10 παρ. 15, 16): Ενώσεις καταναλωτών μπορούν να εγείρουν, ως μη δικαιούχοι διάδικοι, αγωγή, με σκοπό την έννομη προστασία των μελών τους από παραβάσεις – μεταξύ άλλων – της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας  μη επαρκής πρόβλεψη (έλλειψη ειδικών ρυθμίσεων – πείρας …) Απουσία δεσμευτικής ενωσιακής νομοθεσίας για συλλογικές αγωγές  μείωση πρακτικής χρησιμότητας της αναγνώρισης δικαιώματος πλήρους αποζημίωσης !

25 Ε. Καθορισμός της ζημίας
Οριοθέτηση της ζημίας Άρθρο 3 Οδηγίας : πλήρης αποζημίωση → θετική και αποθετική ζημία + τόκοι ΟΧΙ τιμωρητική, πολλαπλή και υπερβολική αποζημίωση Περιορισμός της έννοιας της ζημίας → αντιανταγωνιστική (“antitrust injury”) (αμερικανική νομολογιακή διαμόρφωση) Υπόθεση Brunswick (Supreme Court ΗΠΑ): Ο ενάγων επικαλείτο ότι με σειρά παρανόμων κατά το δίκαιο του ανταγωνισμού εξαγορών, η εναγόμενη εταιρία είχε αποκτήσει και εξυγιάνει διάφορες επιχειρήσεις μπόουλινγκ που υπολειτουργούσαν, μειώνοντας με αυτόν τον τρόπο το μερίδιο αγοράς που θα είχε ο ενάγων, αν οι εξαγοραζόμενες επιχειρήσεις είχαν πτωχεύσει.

26 Οριοθέτηση της ζημίας (συνέχεια)
Απόφαση του Supreme Court σε Brunswick: H ζημία θα πρέπει να είναι εκείνη που οι αντιμονοπωλιακοί νόμοι έχουν σκοπό να αποτρέψουν και πρέπει να απορρέει από το στοιχείο εκείνο που καθιστά τη συμπεριφορά του εναγομένου παράνομη. Άρα: α) ζημία, β) αντιανταγωνιστική, γ) αιτιώδης σύνδεσμος  Στόχος: Ο περιορισμός των αριθμών καταχρηστικών αξιώσεων που κατ’ ουσία στρέφονται κατά της αποτελεσματικότητας ανταγωνιστών ή στοχεύουν στην μη εκπλήρωση νόμιμων συμβατικών συμπεριφορών.

27 Φύση της αποζημίωσης Εναλλακτικές προτάσεις Επιτροπής σε Π.Β.:
Α) Παραδειγματική αποζημίωση Διπλασιασμός ποσού αποζημίωσης σε περιπτώσεις οριζόντιων καρτέλ Αμερικανικό δίκαιο: τριπλή αποζημίωση ως κίνητρο, στοχεύοντας στην ενεργοποίηση των πολιτών ως “ιδιωτών – εισαγγελέων”  Η πρόταση δεν περιλήφθηκε τελικώς ούτε στο κείμενο της Λευκή Βίβλου ούτε στην Οδηγία 2014/104/ΕΕ Απόφαση Manfredi: “Η αρχή αποτελεσματικότητας δεν υποχρεώνει τα εθνικά δικαστήρια να επιδικάζουν παραδειγματική αποζημίωση”

28 Φύση της αποζημίωσης (συνέχεια)
Β) Αποζημίωση βάσει του παράνομου κέρδους Αναζήτηση του παράνομου κέρδους του παραβάτη, ώστε, αν αυτό αφαιρεθεί, να καθίσταται μη οικονομικώς συμφέρουσα η παράνομη δραστηριότητα (πρόστιμο Χ πιθανότητα επιβολής = παράνομο κέρδος Χ πιθανότητα απόκτησης) Πλεονεκτήματα: Υπερέχει από πλευράς αποτρεπτικής πολιτικής Κίνητρο να ασκήσουν αγωγή και τα θύματα που υπέστησαν μικρότερη ζημία Μειονεκτήματα: Δυσκολία υπολογισμού προσδοκώμενου οφέλους Νομιμοποίηση του παράνομου κέρδους τρίτου, το οποίο δεν καταλήγει στο Δημόσιο, αλλά σε ιδιώτες, οι οποίοι πλουτίζουν από την παράνομη συμπεριφορά Δυσκολία καταμερισμού μεταξύ των διάφορων ζημιωθέντων

29 Φύση της αποζημίωσης (συνέχεια)
Γ) Αποζημίωση βάσει της ζημίας του ενάγοντος Βραχυπρόθεσμα ο κατάλληλος τρόπος καθορισμού της αποζημίωσης Διαφορά μεταξύ της πραγματικής κατάστασης και εκείνης που θα είχε διαμορφωθεί χωρίς το ζημιογόνο γεγονός Στο εθνικό δίκαιο αποκαταστατέα ζημία είναι αυτή που πράγματι υπέστη ο ενάγων (θετική και αποθετική), όπως και στο ευρωπαϊκό ηπειρωτικό δίκαιο Τα εθνικά δικαστήρια των κρατών μελών είναι εξοικειωμένα προς αυτή τη λύση Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πάντως δεν απέκλεισε στη Λευκή Βίβλο το ενδεχόμενο να στραφεί μακροπρόθεσμα υπέρ ενός άλλου συστήματος, το οποίο θα επιδικάζει στον ενάγοντα αποζημίωση υψηλότερη της ζημίας του

30 Ποσοτικοποίηση της ζημίας (α. 17)
Εθνικές αρχές  κατ’ αρχήν αρμόδιες για τη ρύθμιση των προϋποθέσεων τις οποίες πρέπει να πληροί ο ενάγων για να αποδείξει το ποσό ζημίας που υπέστη Αρχή της αποτελεσματικότητας  ΟΧΙ μέθοδοι απόδειξης ή βαθμός βεβαιότητας που καθιστούν αδύνατη ή εξαιρετικά δύσκολη την επιδίκαση αποζημίωσης Διάκριση απόδειξης ύπαρξης ζημίας και απόδειξης έκτασης ζημίας

31 Ποσοτικοποίηση της ζημίας (συνέχεια)
Η αποζημίωση έχει σκοπό να επαναφέρει τον ζημιωθέντα στην κατάσταση που θα βρισκόταν, εάν δεν είχε διαπραχθεί η παράβαση του άρθρου 101 ή 102 της ΣΛΕΕ (ανάλυση υποθετικής κατάστασης – “but for analysis”) Υποθετική κατάσταση δεν μπορεί να παρατηρηθεί άμεσα  αναγκαίο ένα ρεαλιστικό σενάριο αναφοράς, με το οποίο να δύναται να συγκριθεί η πραγματική κατάσταση (“σενάριο της μη παράβασης” ή “αντιπαράδειγμα”)

32 Ποσοτικοποίηση της ζημίας (συνέχεια)
Το ΔΕΕ σε υποθέσεις πολύπλοκων υπολογισμών έχει ταχθεί υπέρ της δειγματοληψίας και της εύλογης εκτίμησης της ζημίας Κατευθυντήριες γραμμές (μη δεσμευτικές)  Πρακτικός Οδηγός Επιτροπής (2013) Συνδρομή ΕΑΑ κατόπιν αιτήσεως εθνικού δικαστηρίου (α. 17 παρ. 3)

33 Συγκριτικές μέθοδοι Α) Διαχρονική σύγκριση:
Σύγκριση της πραγματικής κατάστασης στη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία η παράβαση παρήγαγε αποτελέσματα με την κατάσταση στην ίδια αγορά πριν παραχθούν τα αποτελέσματα από την παράβαση, ή αφού έπαυσαν.  Τρία χρονικά σημεία αναφοράς: η μη επηρεαζόμενη περίοδος πριν από την παράβαση η μη επηρεαζόμενη περίοδος μετά την παράβαση και οι δύο μη επηρεαζόμενες περίοδοι πριν και μετά την παράβαση

34 Συγκριτικές μέθοδοι (συνέχεια)
Β) Μέθοδος μέτρου σύγκρισης: Βασίζεται στην ύπαρξη μιας “αγοράς αναφοράς”, η οποία λειτουργεί αποδεικτικά ως μέτρο σύγκρισης. Εντοπίζεται μια παρόμοια σχετική αγορά (τόσο γεωγραφική όσο και προϊόντος), η οποία φέρει τα ίδια βασικά χαρακτηριστικά με την υπό κρίση αγορά και δεν επηρεάζεται από την παράβαση (βλ. ομοιότητα προϊόντων, κοστολογική δομή, περιθώρια κέρδους, μερίδια αγοράς, δομή προσφοράς και ζήτησης, βαθμό ανταγωνισμού ή συγκέντρωσης, φραγμούς εισόδου). Στοιχεία που διαφοροποιούν την κοστολογική δομή (φόροι, κόστος μεταφοράς, μισθοί εργαζομένων, ασφαλιστικές εισφορές κλπ.) ποσοτικοποιούνται και απομονώνονται.

35 Άλλες μέθοδοι ποσοτικοποίησης
Α) Μοντέλα προσομοίωσης: οικονομικά μοντέλα συμπεριφοράς στην αγορά, μελέτες για τον τρόπο λειτουργίας της αγοράς και τις συνθήκες ανταγωνισμού των επιχειρήσεων, βάσει των οποίων μπορούν να γίνουν μαθηματικές προβλέψεις των μεταβλητών (τιμών, περιθωρίων κέρδους κλπ). Β) «Ανάλυση βάσει κόστους»: Βασίζεται στον υπολογισμό του κόστους παραγωγής ανά μονάδα προϊόντος και στην προσθήκη ενός περιθωρίου κέρδους που θα ήταν εύλογο, σε συνθήκες αγοράς χωρίς παράβαση. το περιθώριο κέρδους εκτιμάται στη βάση μιας ή περισσοτέρων από τις μεθόδους που παρουσιάστηκαν ήδη.

36 Μετακύλιση της ζημίας (α. 12-16 Οδηγίας)
Παράβαση του δικαίου του ανταγωνισμού  αύξηση τιμών προϊόντων ή των υπηρεσιών που διαθέτουν οι παραβάτες, είτε εξαιτίας σύναψης από αυτούς συμπράξεων καθορισμού τιμών, είτε εξαιτίας καταχρηστικής εκμετάλλευσης της δεσπόζουσας θέσης τους στην αγορά Αντίδραση άμεσων αγοραστών σε αύξηση τιμών: περιορισμός ή και εξάλειψη της ζημίας τους μέσω αύξησης των δικών τους τιμών  μετακύλιση του υπερτιμήματος σε έμμεσους αγοραστές

37 Μετακύλιση της ζημίας (συνέχεια)
Το ίδιο συμβαίνει, όταν οι έμμεσοι αγοραστές αυξάνουν τις δικές τους τιμές έναντι των πελατών τους, μετακυλίοντας έτσι περαιτέρω το υπερτίμημα, που είχε προηγουμένως μετακυλιστεί σε αυτούς Η αύξηση της τιμής συνεπεία της μετακύλισης οδηγεί κατά κανόνα σε μείωση της ζήτησης, που σημαίνει βλάβη (διαφυγόν κέρδος): «αποτέλεσμα όγκου» Το αν θα υπάρξει μετακύλιση ή όχι εξαρτάται από πολλούς παράγοντες (π.χ. ζήτηση, ένταση ανταγωνισμού, διάρκεια παράβασης κ.ά.)

38 Μετακύλιση της ζημίας (συνέχεια) Παράδειγμα εφοδιαστικής αλυσίδας
Μετακύλιση της ζημίας (συνέχεια) Παράδειγμα εφοδιαστικής αλυσίδας υπερτίμηση Παραβάτης: αλευροβιομηχανία υπερτίμημα Άμεσος αγοραστής: αρτοποιείο Έμμεσος αγοραστής: σούπερ μάρκετ Έμμεσος αγοραστής: τελικός καταναλωτής

39 Μετακύλιση της ζημίας (συνέχεια)
Με βάση τα παραπάνω, ποιος δικαιούται να αξιώσει αποζημίωση; Α. 12 παρ. 1 Οδηγίας: κάθε πρόσωπο μπορεί να απαιτήσει ζημία, είτε πρόκειται για άμεσο, είτε έμμεσο αγοραστή, σε περίπτωση μετακύλισης της ζημίας (επιθετική χρήση ισχυρισμού μετακύλισης: “passing on sword”) Α. 12 παρ. 3: μπορεί να ζητηθεί αποζημίωση και για διαφυγόν κέρδος λόγω μετακύλισης Α. 14: διευκόλυνση απόδειξης μετακύλισης από ενάγοντα – έμμεσο αγοραστή (το αντίθετο = πολύ επαχθές)  καθιέρωση μαχητού τεκμηρίου ότι αποδείχθηκε η μετακύλιση, αν αποδειχθεί: τέλεση παράβασης από εναγόμενο, επιπλέον επιβάρυνση άμεσου αγοραστή, αγορά αγαθών – αντικειμένων παράβασης

40 Μετακύλιση της ζημίας (συνέχεια)
Α.13: δυνατότητα του εναγομένου – παραβάτη να επικαλεσθεί την ένσταση μετακύλισης, εάν η περαιτέρω επιβάρυνση μετακυλίστηκε από τον ενάγοντα σε επόμενο αγοραστή της εφοδιαστικής αλυσίδας (αμυντική χρήση ισχυρισμού μετακύλισης: “passing on shield”), έχοντας όμως ταυτόχρονα το βάρος απόδειξης ≠ αλλιώς: κίνδυνος αδικ. πλουτισμού άμεσου αγοραστή που μετακύλισε ήδη τη ζημία του Αντίθετα το Supreme Court των ΗΠΑ: αποφάσεις “Hanover Shoe” (1968) και “Illinois Brick” (1977) Α. 15: για αποφυγή αντιφατικών αποφάσεων (έλλειψη ευθύνης / πολλαπλή ευθ.): δικαστήρια λαμβάνουν υπόψη ασκηθείσες αγωγές + αποφάσεις επί αυτών

41 ΣΤ. Η υποχρέωση κοινοποίησης –Κοινοποίηση αποδεικτικών στοιχείων & περιορισμοί
Πρόβλημα της ασυμμετρίας πληροφόρησης: πολλά αποδεικτικά στοιχεία που χρειάζεται ο ενάγων για την επιτυχή θεμελίωση της αξίωσης αποζημίωσης για παράβαση του ενωσιακού ή εθνικού δικαίου ανταγωνισμού βρίσκονται στην κατοχή του εναγόμενου ή τρίτου μέρους  δικαίωμα αίτησης επίδειξης αποδεικτικών στοιχείων, ώστε να ικανοποιείται η ισότητα των όπλων. Αφορά τόσο μεμονωμένα έγγραφα, όσο και κατηγορίες εγγράφων. Υφίσταται (α) μεταξύ των διαδίκων ή και των διαδίκων και τρίτων και (β) από την εθνική αρχή ανταγωνισμού στο εθνικό δικαστήριο  αίτημα αναλογικό, σαφές και συγκεκριμένο, ώστε να αποφεύγονται και φαινόμενα αλίευσης πληροφοριών (“fishing expeditions”).

42 (α) Κοινοποίηση αποδεικτικών μέσων μεταξύ διαδίκων ή μεταξύ διαδίκων και τρίτων
Ρυθμίζεται στο άρθρο 5 της Οδηγίας, όπου απαιτείται: 1. ο ενάγων να έχει τεκμηριωμένη αιτιολόγηση με επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για την παραδεκτή αξίωση αποζημίωσης, 2. να τηρείται η αρχή της αναλογικότητας, δηλαδή ο ενάγων να έχει πείσει το δικαστήριο ότι έχει ζημιωθεί από τον εναγόμενο, και 3. το δικαστήριο να λάβει υπόψη του τα έννομα συμφέροντα όλων των διαδίκων και των τρίτων, καθώς και την προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών και του δικηγορικού απορρήτου.

43 (β) Κοινοποίηση αποδεικτικών στοιχείων από την εθνική αρχή ανταγωνισμού στο εθνικό δικαστήριο
Ρυθμίζεται στα άρθρα 6 και 7 της Οδηγίας και διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες εγγράφων: 1. Τη “μαύρη λίστα”: έγγραφα που απαγορεύεται εντελώς να κοινοποιηθούν, δηλαδή δηλώσεις εταιρικής επιείκειας και υπομνήματα διακανονισμού. Δεν αποτελεί όμως μια απόλυτη απαγόρευση (βλ. άρθρο 6 παρ.7 της Οδηγίας) Τη “γκρίζα λίστα”: έγγραφα που μπορούν να κοινοποιηθούν, μόνο όμως μετά την περάτωση της διοικητικής διαδικασίας, π.χ. μαρτυρικές καταθέσεις. 3. Τη “λευκή λίστα”: κάθε άλλο έγγραφο που δεν εντάσσεται σε κάποια από τις άλλες δύο κατηγορίες, π.χ. προϋπάρχουσες πληροφορίες.

44 (β) Κοινοποίηση αποδεικτικών στοιχείων από την εθνική αρχή ανταγωνισμού στο εθνικό δικαστήριο (συνέχεια) Για την κοινοποίηση των εγγράφων, απαιτείται: 1. η τήρηση της αρχής της αναλογικότητας: το δικαστήριο υποχρεούται να λάβει υπόψη του τις ενστάσεις των αρχών ανταγωνισμού, αν αυτές επικαλεστούν το κριτήριο της ανάγκης διασφάλισης της αποτελεσματικότητας της δημόσιας επιβολής και 2. να μην μπορούν ευλόγως τα στοιχεία αυτά να συγκεντρωθούν από άλλο διάδικο ή τρίτο. Η Οδηγία δεν αφορά τα εσωτερικά έγγραφα των αρχών ανταγωνισμού, ούτε την μεταξύ τους αλληλογραφία. Επιτρέπεται η χρήση των εγγράφων από το φάκελο της αρχής μόνο για αξιώσεις αποζημίωσης.

45 Αλληλεπίδραση μεταξύ αγωγών αποζημίωσης και προγραμμάτων επιείκειας
Πρόγραμμα επιείκειας: νομικό πλαίσιο που ορίζει την επιεική μεταχείριση των επιχειρήσεων που θα επιλέξουν να συνεργαστούν με την αρχή ανταγωνισμού για την αποκάλυψη κάποιας παράνομης οριζόντιας σύμπραξης, στην οποία συμμετείχαν. Αντικρουόμενα συμφέροντα: διαφύλαξη των κινήτρων των επιχειρήσεων για να ομολογήσουν τη συμμετοχή τους στην αντιανταγωνιστική πρακτική ≠ δικαίωμα πρόσβασης στα αποδεικτικά στοιχεία (δηλ. δηλώσεις επιείκειας) για άσκηση αγωγής αποζημίωσης. Ανακοίνωση 2006: πλήρη προστασία των εταιρικών δηλώσεων με ειδικές δικλίδες ασφαλείας  αποφυγή επιδείνωσης της δικονομικής θέσης τους. Η υπαγωγή κάποιας επιχείρησης σε πρόγραμμα επιείκειας δεν θα πρέπει να σημαίνει και απαλλαγή και από τις αστικού τύπου υποχρεώσεις της. Νομολογία ΔΕΕ: 1. Απόφ. της , C-360/09, Pfleiderer AG κατά Bundeskartellant 2. Aπόφ. της , C-536/11, Bundeswettbewerbsbehӧrde κατά Donau Chemie.

46 Αλληλεπίδραση μεταξύ αγωγών αποζημίωσης και προγραμμάτων επιείκειας (συνέχεια)
1. Υπόθεση “Pfleiderer”: Τα προγράμματα επιείκειας αποτελούν χρήσιμα μέσα για την πάταξη των παραβάσεων ≠ το δίκαιο της Ένωσης δεν αποκλείει την πρόσβαση στα έγγραφα που αφορούν διαδικασία επιείκειας & κάθε υποκείμενο δικαίου δικαιούται αποκατάσταση της ζημίας του (ήδη παγιωθείσα νομολογία  αποφάσεις “Courage” & “Manfredi”). Ζήτημα των εθνικών οργάνων να σταθμίσουν τα εκάστοτε συμφέροντα. Όμως παρέλειψε να συγκεκριμενοποιήσει τα κρίσιμα κριτήρια για τη στάθμιση. Υπόθεση “Donau Chemie”: Η στάθμιση συμφερόντων είναι υποχρεωτική και η συστηματική απαγόρευση δεν επιτρέπεται, διότι καθίσταται εκ προοιμίου δυσχερής η άσκηση του δικαιώματος αποζημίωσης. Κριτήρια στάθμισης: εναλλακτικές λύσεις πρόσβασης σε αποδεικτικά στοιχεία & πραγματικά επιζήμιες συνέπειες της παροχής πρόσβασης επί του δημοσίου συμφέροντος ή επί των θεμιτών συμφερόντων άλλων προσώπων. ≠ Τελικά: Οδηγία 2014/104/ΕΕ τάσσεται υπέρ της μη κοινοποίησης των δηλώσεων επιείκειας (“μαύρη λίστα”, βλ. πίσω).

47 Ζ. Ισχύς εθνικών αποφάσεων (α. 9)
α. 16 του Κανονισμού 1/2003: αποφάσεις τις Επιτροπής για παραβάσεις του δικαίου ανταγωνισμού  δεσμευτικές για τα εθνικά δικαστήρια (καλύπτει μόνο παράβαση, όχι ζημία ή αιτ. σύνδεσμο) Α. 9 παρ. 1: με σκοπό την αποφυγή αντιφατικών αποφάσεων και ασυνέπειας στην εφαρμογή των α. 101, 102 ΣΛΕΕ: δεσμευτική («αδιάψευστη») η τελεσίδικη απόφαση ΕΑΑ ή αναθεωρητικού δικαστηρίου, που διαπιστώνει ύπαρξη παράβασης, για αγωγές αποζημίωσης που ασκούνται στο ίδιο κράτος μέλος  όχι ανάγκη απόδειξης από τον ενάγοντα Δέσμευση αφορά μόνον τη φύση της παράβασης και το καθ’ ύλην, προσωπικό, χρονικό και κατά τόπον πεδίο εφαρμογής της Α. 9 παρ. 2: άσκηση αγωγής σε άλλο κράτος μέλος από ΕΑΑ / αναθεωρ. δικαστήριο που εξέδωσε απόφαση  prima facie αποδ. μέσο + εκτίμηση παράλληλα με αποδ. μέσα που προσκομίζουν οι διάδικοι Κριτική α. 9 παρ. 2: ασάφεια (prima facie + εκτίμηση παράλληλα με άλλα αποδ. μέσα = ?), κίνδυνος αντιφατικών αποφάσεων, ανασφάλεια δικαίου

48 Η. Συναινετική επίλυση διαφορών (α. 18, 19)
Εξωδικαστικοί συμβιβασμοί: διαιτησία, διαμεσολάβηση, συνδιαλλαγή Κίνητρα για προσφυγή στη συναινετική επίλυση διαφορών  περιορισμός ανασφάλειας, απλούστευση + επιτάχυνση διαδικασίας + μείωση κόστους Αναστολή των προθεσμιών παραγραφής για την άσκηση αγωγής αποζημίωσης κατά τη διάρκεια της συναινετικής επίλυσης Συνυπολογισμός καταβληθείσης αποζημίωσης, ως ελαφρυντική περίσταση, πριν εκδοθεί η απόφαση περί επιβολής προστίμου

49 Η. Συναινετική επίλυση (συνέχεια)
Μείωση της απαίτησης του ζημιωθέντος που συμμετείχε στη διαδικασία διευθέτησης κατά το μερίδιο ζημίας του παραβάτη που συμμετείχε στη διαδικασία διευθέτησης Οποιαδήποτε εναπομένουσα αξίωση ασκείται μόνο κατά των άλλων παραβατών που δεν συμμετέχουν στη διαδικασία, οι οποίοι δεν μπορούν να ανακτήσουν συνεισφορά για την εναπομένουσα αξίωση από τον παραβάτη που συμμετέχει στη διαδικασία Εξαίρεση: εφόσον οι υπόλοιποι παραβάτες που δεν συμμετέχουν στη διαδικασία εξωδικαστικής επίλυσης δεν είναι σε θέση να αποζημιώσουν το ζημιωθέντα πλήρως

50 Θ. Παραγραφή Στο άρθρο 10 της οδηγίας προβλέπεται ότι η ρύθμιση του ζητήματος εναπόκειται στα κράτη μέλη, βάσει των αρχών της αποτελεσματικότητας και της ισοδυναμίας. Θέσπιση ορισμένων βασικών προϋποθέσεων από την οδηγία: τουλάχιστον 5ετής παραγραφή αναστολή ή διακοπή σε περίπτωση λήψης μέτρων από αρχή ανταγωνισμού στο πλαίσιο διερεύνησης υπόθεσης για παράβαση δικαίου ανταγωνισμού, η οποία λήγει 1 έτος μετά την τελεσιδικία της απόφασης ή την περάτωση της διαδικασίας με άλλο τρόπο.

51 Επιλογικές σκέψεις

52 Ήρθα για να μείνω! Ποιος είναι αυτός;! Οδηγία 2014/104/ΕΕ

53 Ευχαριστούμε για την προσοχή σας!

54 Βιβλιογραφία Αθανασίου, Λ. (2013), Αστικές Αξιώσεις, εις Τζουγανάτο, Δ. (επιμ.) (2013), Δίκαιο του Ελεύθερου Ανταγωνισμού, Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη Αυγητίδης, Δ. (2015), Αγωγές αποζημίωσης για παραβάσεις του δικαίου ανταγωνισμού, ΔΕΕ 7/2015 Καρύδης, Γ. (2012), Ευρωπαϊκό Δίκαιο Συναλλαγών, Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη Περάκης, Μ. (2011), Ανταγωνισμός, εις Χριστιανό, Β. (επιμ.) (2011), Το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσα από τη Νομολογία, Αθήνα: Εκδόσεις Σάκκουλα Λιάσκος, Ε. –Π. (2004), Ο Κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού των άρθρων 81 και 82: Η μεγάλη πρόκληση για τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού και τα εθνικά δικαστήρια, ΧρΙΔ 2004 Μπουχάγιαρ, Α. (2009), Αστική Ευθύνη για Παραβάσεις του Κοινοτικού Δικαίου του Ανταγωνισμού, Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη Παπαδέλλη, Α. (2010), Αγωγές αποζημίωσης λόγω παράβασης της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας στην ΕΕ, ΔΕΕ 6/2010 Παπαδέλλη, Α. (2013), Ο απόρρητος χαρακτήρας των δηλώσεων επιείκειας, ΔΕΕ 12/2013 Σουφλερός, Η. (2015), Η Οδηγία 2014/104/ΕΕ για τις αγωγές αποζημίωσης λόγω παράβασης της νομοθεσίας ανταγωνισμού και η σχέση της με τον Κανονισμό 1/2003 και άλλα σχετικά με την εφαρμογή του ενωσιακά κείμενα, ΝοΒ 5/2015 Τρούλη, Ε. (2007), Η Πράσινη Βίβλος για τις αγωγές αποζημίωσης για παράβαση των αντιμονοπωλιακών κανόνων της ΕΚ, Ευρωπαίων Πολιτεία Σουφλερός, Η. (2015), Ο Κανονισμός 1/2003 για την Εφαρμογή των Κανόνων Ανταγωνισμού της ΕΕ (Άρθρα 101 & 102 ΣΛΕΕ), Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη Κόκκορης, Ι. και Λιανός, Ι. (επιμ.) (2008), Η Μεταρρύθμιση του Ευρωπαϊκού και Ελληνικού Δικαίου του Ελεύθερου Ανταγωνισμού, Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη Τρούλη, Ε. (2016), Αγωγές αποζημίωσης για παραβάσεις της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας, ΕφΑΔ 5/2016 Dunne, N. (2015), Courage and Compromise: the Directive on Antitrust Damages, European Law Review


Κατέβασμα ppt "Η «ιδιωτική επιβολή» του δικαίου ανταγωνισμού:"

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google