Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

2. Διαφωτισμός - Immanuel Kant Πρωτοτυπία και Αυθεντικότητα στην Τέχνη.

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "2. Διαφωτισμός - Immanuel Kant Πρωτοτυπία και Αυθεντικότητα στην Τέχνη."— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 2. Διαφωτισμός - Immanuel Kant Πρωτοτυπία και Αυθεντικότητα στην Τέχνη

2 Διαφωτισμός Την περίοδο της Αναγέννησης ακολούθησε αυτή του Διαφωτισμού. Εδώ ξεκινά η συστηματική προσπάθεια φιλοσόφων να κατανοήσουν τις ψυχικές και αντιληπτικές διεργασίες οι οποίες θεμελιώνουν αφενός την καλλιτεχνική δημιουργία, αφετέρου την αισθητική εμπειρία - δηλαδή την εμπειρία του ωραίου και του υψηλού στην τέχνη και τη φύση.

3 Σε σχέση με την καλλιτεχνική δημιουργία, η οποία μας αφορά, γίνεται μια προσπάθεια ιδιαίτερα να κατανοηθεί η πηγή της στο υποκείμενο. Σε αυτή την προσπάθεια κατανόησης εμφανίζεται μια τάση η οποία ακολουθεί συλλήψεις της Αναγέννησης αλλά και μια τάση η οποία απομακρύνεται από αυτές.

4 Ο διαφωτισμός, ως φιλοσοφικό ρεύμα διακρίνεται από την πίστη στη δύναμη του υποκειμένου να συλλάβει μόνο του την αλήθεια για τον κόσμο αλλά και να κατευθύνει την πράξη του με αρχές που έχει θέσει αυτόνομα. Σε αυτό το πλαίσιο κάθε επίτευγμα, είτε στο πεδίο της γνώσης είτε στο πεδίο της τέχνης, θεωρείται επίτευγμα του ανθρώπινου, αυτόνομου νου και όχι ως κάτι που δίδεται με έξωθεν φώτιση.

5 Σε σχέση με την τέχνη ιδιαίτερα ακολουθείται και ενδυναμώνεται η σύλληψη της Αναγέννησης ότι πηγή της δημιουργίας της είναι η φαντασία, θεωρούμενη ως έμφυτη νοητική ικανότητα και όχι ως θεϊκό χάρισμα, και κεντρική έννοια στη σύλληψη της καλλιτεχνικής δημιουργικότητας γίνεται η έννοια της ιδιοφυΐας, η οποία και πάλι εμφανίζεται κατά την Αναγέννηση.

6 Ωστόσο, και εδώ συνίσταται η απόκλιση, αυτό το οποίο θεωρείται ότι χαρακτηρίζει την ιδιοφυΐα δεν είναι η γνώση και ακολουθία κανόνων σύνθεσης, αλλά η ικανότητα δημιουργικής απομάκρυνσης από αυτούς – δηλαδή η πρωτοτυπία. Για παράδειγμα αναφέρει ο Addison χαρακτηριστικά : « τα δημιουργήματα μιας μεγάλης ιδιοφυΐας, όσες ατέλειες και αβλεψίες κι αν έχουν, είναι χίλιες φορές προτιμότερα από τα έργα ενός κατώτερου συγγραφέα, που είναι σχολαστικά και ακριβή και σύμφωνα με όλους τους κανόνες της σωστής συγγραφής ».

7 Η θέση αυτή είναι συμβατή με το γενικότερο πνεύμα αμφισβήτησης, κατά τον Διαφωτισμό, κάθε μορφής αυθεντίας – όπως στην προκειμένη περίπτωση η αυθεντία των κλασικών δημιουργών ή των κλασικών έργων :  θα πρέπει ο γνήσιος δημιουργός να πάψει να μιμείται τη φύση και τους κανόνες τους οποίους θέτουν τα κλασικά έργα, ώστε να μπορέσει να ξεπεράσει τα καλλιτεχνικά δημιουργήματα του παρελθόντος. Θα πρέπει δηλαδή ο καλλιτέχνης να θέσει ο ίδιος τους κανόνες και τις αρχές που θα διέπουν την καλλιτεχνική του σύνθεση.

8 Σε αυτό το πλαίσιο σκέψης τίθενται λοιπόν τα θεμέλια για της σύλληψη της καλλιτεχνικής δημιουργίας ως καθαρά προσωπικής δημιουργίας, ως πράξης που απορρέει από ψυχικές και νοητικές διεργασίες του ίδιου του υποκειμένου που δημιουργεί. Και η ικανότητα η οποία θεωρείται κεντρική σε μια τέτοια δημιουργία δεν είναι ο λόγος ( όπως για τον Αριστοτέλη και τους θεωρητικούς της Αναγέννησης ) αλλά η φαντασία. ( Συντελείται δηλαδή μια αντιστροφή ως προς την προτεραιότητα λόγου και φαντασίας στη σύλληψη της καλλιτεχνικής δημιουργικότητας σε σχέση με την Αναγέννηση ).

9 Μας λέει π. χ. ο Francis Bacon ότι « η ποίηση είναι ένας τομέας μάθησης εξαιρετικά ελευθέριος και αναφέρεται κατεξοχήν στη Φαντασία, η οποία καθώς δεν δεσμεύεται από τους νόμους της ύλης, μπορεί να συνδέει κατά πώς θέλει αυτά που χώρισε η φύση ή να χωρίζει αυτά που ένωσε η φύση, κι έτσι να προβαίνει σε αθέμιτες συζεύξεις και διαζεύξεις των πραγμάτων ».

10 Στο πλαίσιο της προσπάθειας των φιλοσόφων του Διαφωτισμού, ιδιαίτερα των εμπειριστών, να κατανοήσουν τις νοητικές διεργασίας, θα δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στην ανάλυση της φαντασίας, ακολουθώντας το μοντέλο που διαγράφει παραπάνω ο Bacon : θεωρείται δηλαδή η φαντασία ως ικανότητα επινόησης – ικανότητα δηλαδή του νου να προχωρά πέρα από αυτό που δίδει η εμπειρία – η οποία ικανότητα διέπεται από τους νόμους του συνειρμού.

11 Οι νόμοι αυτοί, τους οποίους θα μελετήσουν εξονυχιστικά, επιτρέπουν τη σύνθεση υπαρχόντων ιδεών, η οποία επιτρέπει την παραγωγή νέων ιδεών που υπερβαίνουν αυτές που μας έχει δώσει η εμπειρία μας. Μάλιστα, στην εφαρμογή της στην καλλιτεχνική δημιουργία, αναγνωρίζεται ότι η φαντασία κινείται επιπλέον από τη συγκίνηση.

12 Όπως μας λέει ο Alexander Gerard στο Δοκίμιο για την Ιδιοφυΐα, « ένα έντονο πάθος λειτουργεί εδώ σαν μαγνήτης που έλκει προς το μέρος του όλες τις ιδέες που μπορούν να το ικανοποιήσουν. Γι ’ αυτό και ο ποιητής, όταν κυριεύεται από μια τέτοια συγκίνηση, βρίσκει σχεδόν ως εκ θαύματος την ενότητα του υλικού του. Ο νους που βρίσκεται υπό το κράτος της συγκίνησης υποβάλλει στον ποιητή πρόσφορες για τον σκοπό του ιδέες και απομακρύνει τις απρόσφορες.»

13 Με την παραδοχή της σύνδεσης ανάμεσα στη δημιουργική ικανότητα του νου και το ανθρώπινο πάθος – τη συγκίνηση η οποία δύναται να κατευθύνει τη δημιουργική ικανότητα – θεμελιώνεται η σύλληψη της καλλιτεχνικής δημιουργικότητας ως καθαρά προσωπικής δημιουργίας. Και η σύλληψη αυτή ενδυναμώνεται μέσα από μια άλλη έννοια η οποία αναπτύσσεται κατά τον Διαφωτισμό, δηλαδή η έννοια του γούστου.

14 Το γούστο θεωρείται ως μια προσωπική ικανότητα αντίληψης του ωραίου, η οποία πάντοτε κατευθύνει τη γνήσια καλλιτεχνική πράξη και θεμελιώνει την αισθητική αξία των παραγόμενων έργων. Έτσι αυτό το οποίο θαυμάζουμε στα μεγάλα έργα τέχνης, όπως ισχυρίζεται ο Thomas Reid, « είναι πάντοτε θαυμαστό επειδή αντανακλά τον δημιουργικό νου που κρύβεται από πίσω του ».

15 Συμπερασματικά λοιπόν, γίνεται σαφές ότι κατά τον Διαφωτισμό θεμελιώνεται η σύλληψη της καλλιτεχνικής δημιουργίας ως προσωπικής δημιουργίας. Το αξιοθαύμαστο καλλιτεχνικό έργο είναι, από αυτή τη σκοπιά, έργο το οποίο απορρέει από την καλλιτεχνική ιδιοφυΐα : δηλαδή από ένα υποκείμενο προικισμένο με φαντασία, πάθος και γούστο, αλλά και ένα υποκείμενο ικανό να διαρρηγνύει τους κανόνες ώστε να δημιουργήσει πρωτότυπο έργο με αξιοθαύμαστες αισθητικές ιδιότητες, οι οποίες όμως θα αντανακλούν πάντοτε το δικό του πνεύμα.

16 Έτσι το καλλιτεχνικό έργο αναγνωρίζεται ως ο καθρέφτης του πνεύματος και της ψυχής του δημιουργού του και ο δημιουργός γίνεται, με μια έννοια, το κέντρο της προσοχής στην καλλιτεχνική κριτική. Η σύλληψη αυτή, όπως θα δούμε, κατοχυρώνεται πια με συστηματικό τρόπο μέσα από το έργο του Καντ και έπειτα εμφατικά κατά τον Ρομαντισμό.

17 Kant: Φαντασία και Δημιουργικότητα Αυτό στο οποίο εστιάζει ο Kant στην Κριτική της Κριτικής Δύναμης είναι η ανάλυση της αισθητικής εμπειρίας, κυρίως της εμπειρίας του ωραίου, αναφερόμενος ωστόσο κυρίως στις αντιδράσεις μας απέναντι στη φύση. Στη συνέχεια του έργου του ωστόσο στρέφεται προς την τέχνη. Καθώς θεωρεί ότι η υποκειμενική αντίδραση μας απέναντι στην τέχνη είναι ανάλογη με αυτή που έχουμε απέναντι στη φύση, το νέο θεωρητικό ζήτημα που θέτει η τέχνη, κατά τον Kant, δεν αφορά στην εμπειρία του θεατή αλλά στον τρόπο δημιουργίας της. Το ζήτημα αυτό θα προσεγγίσει κυρίως μέσω δύο εννοιών : την έννοια της « ιδιοφυΐας » και την έννοια της « αισθητικής ιδέας ».

18 Ο Kant αναγνωρίζει ότι το έργο τέχνης μπορεί να έχει θετικές αισθητικές ιδιότητες ( να είναι δηλαδή καλόγουστο ) και ωστόσο να του λείπει « ψυχή » - να του λείπει δηλαδή αυτό το κάτι που θα το καθιστά κάτι παραπάνω από μια αναπαράσταση ενός όμορφου φυσικού αντικειμένου. Αυτό το οποίο δίνει ψυχή στα έργα τέχνης το ονομάζει αισθητική ιδέα : o μια αισθητική ιδέα είναι μια παράσταση του νου στην οποία δεν ανταποκρίνεται ποτέ επαρκώς κάποια έννοια ( μια εικόνα της φαντασίας η οποία έχει τόσο βάθος και τόσες προεκτάσεις που δεν μπορούμε να την αποδώσουμε επαρκώς με λέξεις ).

19 Το ταλέντο της καλλιτεχνικής ιδιοφυΐας συνίσταται στο να συλλαμβάνει αισθητικές ιδέες αλλά και να τις ενσωματώνει με τέτοιο τρόπο στο καλλιτεχνικό έργο ώστε να μπορούν αυτές να γίνουν αντιληπτές από τον θεατή, προκαλώντας του ανάλογη πνευματική διέγερση με αυτή που βίωσε ο ίδιος ο καλλιτέχνης στη σύλληψή τους.

20 Το ερώτημα λοιπόν που τίθεται πιεστικά για τον Kant είναι : Πώς είναι δυνατόν κάποιος να δημιουργήσει τέχνη ; Για να το απαντήσει θα προσπαθήσει να θέσει τις συνθήκες εκείνες που διαφοροποιούν την τέχνη από τη χειροτεχνία ή από τις μηχανικές τέχνες και η έννοια της ιδιοφυΐας και της αισθητικής ιδέας θα είναι το « κλειδί » αυτής της πραγμάτευσης.

21 Προκειμένου λοιπόν να κατανοήσουμε πώς είναι δυνατή η δημιουργία της τέχνης, θα πρέπει να κατανοήσουμε πρώτα τι είναι τέχνη γενικά ( χωρίς δηλαδή να εστιάζουμε ακόμη στις καλές τέχνες ) και πώς διαφέρει από τη φύση, από τη φυσική δημιουργία. Ο κύριος τρόπος με τον οποίο τα έργα των τεχνών διαφέρουν από τα έργα της φύσης είναι ότι μόνο τα πρώτα είναι ανθρώπινες κατασκευές, δηλαδή παράγωγα της ανθρώπινης βούλησης.

22 Έχοντας αυτό το χαρακτηριστικό ως αφετηρία ο Kant δίνει τον ορισμό της τέχνης, ως γενικής έννοιας : η τέχνη είναι πράξη δημιουργίας καθοδηγούμενη από μια προηγούμενη έννοια. ( π. χ. για να φτιάξω μια καρέκλα θα πρέπει να γνωρίζω εκ των προτέρων τι είναι μια καρέκλα ).

23 Διαχωρίζουμε ακολούθως την τέχνη από τη φύση γιατί ( παρόλο που μπορεί να θεωρούμε τη φύση ως δημιουργό δύναμη ) γνωρίζουμε ότι στην πραγματικότητα δεν υπάρχει κάποια έννοια πίσω από το άνθισμα ενός λουλουδιού – το λουλούδι δεν φέρει την έννοια του ανθίσματος ή οποιαδήποτε άλλη έννοια που θα μπορούσε να καθοδηγεί τις διαφορετικές του μεταμορφώσεις.

24 Όσον αφορά στις καλές τέχνες όμως, επισημαίνει ο Kant, αυτές διαφέρουν επιπλέον και από άλλες ανθρώπινες δημιουργικές δραστηριότητες, συγκεκριμένα από την επιστήμη – δηλαδή από τη θεωρητική δημιουργία. Η τέχνη διαφέρει από την επιστήμη γιατί εκδιπλώνει ικανότητα ενώ η επιστήμη εκδιπλώνει γνώση. Δηλαδή η τέχνη απαιτεί δεξιοτεχνία, πρακτική ικανότητα, και δεν πηγάζει απλά από τη θεωρία, δηλαδή την κατανόηση ενός πεδίου. Επειδή η επιστήμη βασίζεται στη θεωρία έπεται ότι μπορεί να διδαχθεί πλήρως ( η διαδικασία σύλληψης μιας επιστημονικής θεωρίας μπορεί να ανασυγκροτηθεί και να μεταδοθεί σε άλλους ).

25 Αντίθετα η τέχνη, παρόλο που απαιτεί κάποια εκπαίδευση σίγουρα, απαιτεί επίσης φυσική ικανότητα ή ταλέντο, έτσι ώστε να μην είναι δυνατό να εξηγήσει ο καλλιτέχνης πώς ακριβώς έφτασε στη σύλληψή του. Με απλά λόγια, η έμπνευση που κατευθύνει την καλλιτεχνική δημιουργία είναι φυσικό χάρισμα και αυτό το χάρισμα δεν μπορεί ούτε να ανασυγκροτηθεί ( δηλαδή να μας περιγράψει ο καλλιτέχνης πώς συλλαμβάνει τις ιδέες του ) ούτε να διδαχθεί θεωρητικά ώστε να το αποκτήσουν και άλλοι, αν δεν το έχουν από τη φύση τους.

26 Επιπλέον η τέχνη διαχωρίζεται από τη χειροτεχνία, καθώς η τελευταία έχει αξία μόνο χάρη στο αποτέλεσμα που παράγει – το οποίο είναι με κάποιο τρόπο χρήσιμο - ενώ στην τέχνη η ίδια η διαδικασία της δημιουργίας είναι ικανοποιητική και αξιόλογη. Η τέχνη είναι ελεύθερη, δηλαδή δεν καθορίζεται από την πρακτική χρησιμότητα του αποτελέσματος. Το ότι είναι ελεύθερη από χρησιμότητα δεν σημαίνει βέβαια ότι η αξία της είναι απλά η ευχαρίστηση των αισθήσεων, όπως στην περίπτωση της διακόσμησης : η τέχνη διαφέρει από τη διακόσμηση καθώς η ευχαρίστηση που προκαλεί εμπλέκει όχι μόνο τις αισθήσεις αλλά και τη νόηση.

27 Αυτή η ταξινόμηση των τεχνών προσδιορίζει με μεγαλύτερη ακρίβεια το πρόβλημα που θέλει να αντιμετωπίσει ο Kant, δηλαδή τι ακριβώς κινεί τον καλλιτεχνικό δημιουργό, τι συμβαίνει στον νου του όταν δημιουργεί ; Προφανώς δεν επαρκεί η τεχνική ικανότητα χειρισμού κάποιων υλικών αλλά ούτε και το καλό γούστο : σε αυτή την περίπτωση όλοι οι σχεδιαστές θα ήταν καλλιτέχνες, όλοι οι μουσικοί συνθέτες κτλ. Αλλά είναι δύσκολο να πούμε τι επιπλέον χρειάζεται : μπορούμε εύκολα να κατανοήσουμε τι απαιτείται για να φτιάξει ο ωρολογοποιός ένα ρολόι, ο ξυλουργός ένα κρεβάτι κτλ, δηλαδή κάπως κατανοούμε αυτή τη διαδικασία, αλλά δεν κατανοούμε με τον ίδιο τρόπο πώς δημιουργείται ένα έργο τέχνης.

28 Ο Kant συνοψίζει το πρόβλημα μέσα από δύο παράδοξα : Α ) Πρώτον, η τέχνη είναι σκόπιμη δημιουργία, δηλαδή κατευθύνεται από έναν σκοπό [ όπως κάθε ανθρώπινη δημιουργία ] και κάθε σκοπός συνδέεται με την έννοια του αντικειμένου που δημιουργείται. Ωστόσο, την ίδια στιγμή, η καλλιτεχνική δημιουργία δεν μπορεί να κατευθύνεται από κάποια συγκεκριμένη έννοια, ειδάλλως θα αποτύχει να προκαλέσει αισθητική εμπειρία ( η ελευθερία από έννοιες είναι χαρακτηριστικό της αισθητικής εμπειρίας ). o Οπότε μια καλή τέχνη είναι την ίδια στιγμή τέχνη και μη - τέχνη.

29 Β ) Το δεύτερο παράδοξο αφορά τον τεχνητό χαρακτήρα του έργου τέχνης. Καθώς ο Kant θεωρεί γεγονός ότι μας απωθούν τα εξεζητημένα ή υπερβολικά δουλεμένα έργα, δέχεται ότι το έργο τέχνης θα πρέπει να γίνεται αντιληπτό ως τέχνη, ως κατασκευή, παρά ως φύση, αλλά την ίδια στιγμή θα πρέπει να έχει φυσικότητα – θα πρέπει δηλαδή να φαίνεται ελεύθερο από τη δουλική προσήλωση σε κανόνες και θα πρέπει να φαίνεται ότι προέκυψε εύκολα και όχι με δυσκολία. o Το παράδοξο λοιπόν είναι ότι το έργο τέχνης θα πρέπει να φαίνεται την ίδια στιγμή μη - φυσικό αλλά και φυσικό.

30 « Έτσι η σκοπιμότητα των έργων τέχνης δεν πρέπει να δείχνει ως σκόπιμη, αν και έχουν κάποιο σκοπό. Δηλαδή η υψηλή τέχνη θα πρέπει να φαίνεται σαν φυσική παρόλο που αναγνωρίζουμε τον τεχνητό της χαρακτήρα. Ένα έργο τέχνης φαίνεται σαν φύση όταν συμφωνεί απολύτως με τους κανόνες σύμφωνα με τους οποίους θα πρέπει να είναι φτιαγμένο για να εξυπηρετεί το σκοπό του, ωστόσο χωρίς να εμφανίζει την αμηχανία της ακαδημαϊκής φόρμας – δηλαδή χωρίς να δείχνει ότι ο κανόνας καθοδήγησε τον καλλιτέχνη και περιόρισε τις νοητικές του ικανότητες.»

31 ( Ο Kant ακολουθεί εδώ μια παράδοση που ξεκίνησε από την αναγέννηση, η οποία θέτει για τις καλές τέχνες το ιδανικό της sprezzatura, δηλαδή της δημιουργίας έργων που φαίνονται να μην έχουν απαιτήσει καθόλου κόπο – όσο δύσκολη και αν είναι τεχνικά η εκτέλεση ενός έργου, το τελικό αποτέλεσμα θα πρέπει να φαίνεται φυσικό, μη επιτηδευμένο.)

32 Για να υπερβεί αυτά τα δύο παράδοξα ο Kant ενεργοποιεί την υπάρχουσα έννοια της ιδιοφυΐας. « Ιδιοφυΐα είναι το ταλέντο ( το φυσικό χάρισμα ) που δίνει τον κανόνα στην τέχνη. Καθώς το ταλέντο είναι μια έμφυτη δημιουργική ικανότητα του καλλιτέχνη και ως τέτοια ανήκει στη φύση, θα μπορούσαμε να το θέσουμε ως εξής : Ιδιοφυΐα είναι η έμφυτη νοητική προδιάθεση μέσω της οποίας η φύση δίνει τον κανόνα στην τέχνη.»

33 Με άλλα λόγια αυτό το οποίο καθοδηγεί την καλλιτεχνική δημιουργία ( αυτό που επιτρέπει την παραγωγή έργων τέχνης ) είναι μια ικανότητα την οποία δεν μπορεί να δημιουργήσει ούτε το άτομο ούτε η εκπαίδευση – είναι μια ικανότητα την οποία δίνει η φύση. Αυτή η ικανότητα, το φυσικό χάρισμα, δίνει τον κανόνα στην τέχνη, με την έννοια ότι δημιουργεί τους κανόνες με τους οποίους η τέχνη δημιουργείται και εξελίσσεται αλλά και τους κανόνες με τους οποίους πρέπει να κριθεί.

34 Αναφέρει λοιπόν ο Kant συνοπτικά τα χαρακτηριστικά τα οποία διακρίνουν την καλλιτεχνική ιδιοφυΐα με βάση την παραπάνω περιγραφή : Πρώτον ιδιοφυΐα είναι το χάρισμα να δημιουργεί κανείς εκείνο για το οποίο δεν έχει δοθεί ένας ορισμένος κανόνας, συνεπώς η πρώτη ιδιότητα της ιδιοφυΐας είναι η πρωτοτυπία. Δεύτερον, καθώς μπορεί να υπάρχουν και πρωτότυπες ανοησίες, τα προϊόντα της ιδιοφυΐας πρέπει να είναι συγχρόνως πρότυπα, δηλαδή υποδειγματικά : αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να λειτουργούν ως παράδειγμα για άλλους, θέτοντας ένα πρότυπο καλλιτεχνικής δημιουργίας και αποτίμησης.

35 Τρίτον, θα πρέπει οι ιδέες που καθοδηγούν μια τέτοια παραγωγή να είναι προϊόν έμπνευσης, στην οποία περίπτωση ούτε ο ίδιος ο καλλιτέχνης δεν μπορεί να περιγράψει ακριβώς πώς προέκυψε η σύλληψή του ώστε να διδάξει τη μέθοδό του σε άλλους ( λέει χαρακτηριστικά ότι δεν μπορεί κανείς να μάθει να γράφει σπουδαία ποίηση, όσο διεξοδικές κι αν είναι οι οδηγίες για την ποίηση και όσο έξοχα και αν είναι τα πρότυπά της ). Και τέταρτον η ιδιοφυΐα θα πρέπει να νοηθεί ως ικανότητα φυσική, οπότε είναι η ίδια η φύση που δίνει τον κανόνα στην τέχνη.

36 Η κρίση ότι η φύση « δίνει τον κανόνα » στην τέχνη μέσω της ιδιοφυΐας επιδέχεται σίγουρα πολλές ερμηνείες. Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι η τέχνη περιλαμβάνει κανόνες. Αλλά αντίθετα με άλλες ανθρώπινες δραστηριότητες, κατά τον Kant, η τέχνη δεν απαιτεί προσκόλληση στους υπάρχοντες κανόνες. Η ιδιοφυΐα μπορεί να κατανοηθεί ως το άτομο εκείνο που γνωρίζει τους καθιερωμένους κανόνες της τέχνης αλλά γνωρίζει και πότε πρέπει να τους παραβεί και να τους αγνοήσει, δημιουργώντας έτσι νέες τεχνικές. Η πρωτοτυπία της ιδιοφυΐας έγκειται στην ικανότητα της να ακολουθεί κανόνες αλλά και να τους διευρύνει, μάλιστα λειτουργώντας με τέτοιο τρόπο ώστε το αποτέλεσμα να φαίνεται εύκολο και φυσικό.

37 Ο Kant διευκρινίζει ωστόσο ότι η ελευθερία της ιδιοφυΐας ( το γεγονός ότι αυτή δίνει τους κανόνες ) δεν σημαίνει ότι δεν απαιτείται κάποια εκπαίδευση και ακολουθία κανόνων σχετικών με τον κατάλληλο χειρισμό των υλικών. « Η ιδιοφυΐα μπορεί να προσφέρει μόνο πλούσιο υλικό για τα προϊόντα των καλών τεχνών, αλλά η επεξεργασία του και η μορφή του απαιτούν ένα ταλέντο καλλιεργημένο μέσω της μαθητείας, ώστε να κάνουμε μια χρήση τους η οποία να μπορεί να σταθεί ενώπιον της κριτικής δύναμης.»

38 Η εκπαίδευση συγκεκριμένα αποσκοπεί στην καλλιέργεια της τεχνικής ικανότητας αλλά και της καλαισθησίας, έτσι ώστε ο καλλιτέχνης να μπορεί να παράγει έργα που θα εγείρουν θετική αισθητική εμπειρία ( το αίσθημα του ωραίου ). Όμως υπάρχουν έργα τέχνης τα οποία είναι ωραία αλλά ανέμπνευστα, έργα που φαίνεται να τους λείπει το πνεύμα.

39 Αυτό που διακρίνει την καλλιτεχνική ιδιοφυΐα από τους μέτριους καλλιτέχνες είναι η ικανότητα δημιουργίας έργων που δεν είναι μόνο καλαίσθητα αλλά επιπλέον έχουν και πνεύμα, μπορούν δηλαδή να κινήσουν τις πνευματικές δυνάμεις και όχι μόνο τις αισθήσεις μας, δίνοντας μας πλούσιο υλικό για σκέψη. Αυτό λοιπόν που επιτυγχάνουν τα εμπνευσμένα έργα τέχνης, τα έργα της ιδιοφυΐας, κατά τον Kant, είναι ότι εκφράζουν αισθητικές ιδέες.

40 Η αισθητική ιδέα είναι « μια παράσταση της φαντασίας η οποία μας παρακινεί να στοχασθούμε πολύ, χωρίς ωστόσο να μπορεί να της αντιστοιχεί οποιαδήποτε συγκεκριμένη σκέψη, δηλαδή μια έννοια, και την οποία συνεπώς καμιά γλώσσα δεν μπορεί να εκφράσει εντελώς και να την κάνει κατανοητή ». Το έργο τέχνης το οποίο εκφράζει μια αισθητική ιδέα είναι λοιπόν έργο της φαντασίας, το περιεχόμενό του μας δίνεται ως παράσταση και είναι τέτοιο ώστε όχι μόνο γίνεται αντιληπτό αλλά επιπλέον παρακινεί το στοχασμό μας.

41 Και παρακινεί τον στοχασμό μας γιατί φαίνεται να υπάρχει σε αυτό τέτοιος πλούτος υλικού που δεν μπορούμε να το συλλάβουμε εννοιολογικά ή να το συνοψίσουμε πλήρως σε μια λεκτική περιγραφή. Ακόμη και το έξοχο ποιητικό έργο, το οποίο χρησιμοποιεί τον λόγο, έχει ωστόσο νοηματικό βάθος το οποίο υπερβαίνει τη λεκτική περιγραφή και ανάλυση.

42 Ο Kant φαίρνει το παράδειγμα του ποιητή που « τολμά να αισθητοποιεί Ιδέες του Λόγου περί αοράτων όντων, τη χώρα των μακάρων, το βασίλειο της κολάσεως, την αιωνιότητα, τη δημιουργία κοκ, ή ακόμη κι εκείνα, για τα οποία υπάρχουν παραδείγματα στην εμπειρία, λ. χ. τον θάνατο, τον φθόνο και όλες τις κακίες, επίσης την αγάπη, τη δόξα - τολμά υπερβαίνοντας τους φραγμούς της εμπειρίας, να τα καθιστά αισθητά μέσω μιας φαντασίας η οποία υπερβαίνει τον Λόγο κατά την επιδίωξη ενός μεγίστου μεγέθους και σε μια πληρότητα για την οποία δεν υφίσταται κανένα παράδειγμα στη φύση.»

43 Η αισθητική ιδέα λειτουργεί δίνοντας « συμπληρωματικές παραστάσεις » και « αισθητικά κατηγορήματα » μιας ιδέας του Λόγου. Το έργο τέχνης, δηλαδή, αφ ’ ενός παρουσιάζει ένα αντικείμενο εμπειρίας ( το έργο τέχνης ) το οποίο παραπέμπει σε κάποιες ιδέες, αφ ’ ετέρου όμως λειτουργεί έτσι ώστε να κάνει αυτές τις ιδέες πιο κατανοητές ή ( αν είναι αφηρημένες ) πιο αισθητές, καθώς μας δίνει μορφικά πλευρές του περιεχομένου τους.

44 Ο Kant δίνει το ακόλουθο παράδειγμα : « Έτσι ο αετός του Δία, με τη αστραπή στα νύχια του, είναι ένα κατηγόρημα του ισχυρού ουράνιου βασιλιά ». Ο αετός με την αστραπή, ως εικόνα, είναι αντικείμενο αίσθησης και μπορεί να μας δώσει μια παράσταση και κάποια από τα κατηγορήματα μιας αφηρημένης έννοιας, αυτής του ουράνιου βασιλιά, δηλαδή του Θεού : Το κοφτερό μάτι του αετού, το γεγονός ότι μπορεί να επιβλέπει την περιοχή του από ψηλά και είναι έτοιμος να χτυπήσει ανά πάσα στιγμή, όλα αυτά είναι χαρακτηριστικά που αποδίδουμε στον αετό και που η εικόνα μας επιτρέπει να μεταφέρουμε στον Θεό, κάνοντας κάπως αισθητή αυτή την αφηρημένη έννοια η οποία μέσα από την εικόνα μας δίνεται μορφικά.

45 Με τη σειρά τους αυτές οι παραστάσεις εγείρουν συνειρμικά άλλες παραστάσεις, αναζωογονώντας τη σκέψη μας, έτσι ώστε η σύλληψη της έννοιας την οποία τελικά παρακινεί η εικόνα – ο πλούτος της κατανόησης την οποία επιτρέπει σε σχέση με αυτή την έννοια - να μην μπορεί να συνοψιστεί σε μια λεκτική περιγραφή.

46 Η ανάλυση της αισθητικής ιδέας καταλήγει στον ακόλουθο ορισμό : « η αισθητική ιδέα είναι μια παράσταση της φαντασίας που συντροφεύει μια δεδομένη έννοια και συνδέεται με τέτοια ποικιλία δευτερευουσών παραστάσεων κατά την ελεύθερη χρήση της φαντασίας, ώστε δεν μπορεί να βρεθεί γι ’ αυτήν καμιά έκφραση που δηλώνει μια ορισμένη έννοια και η οποία μας επιτρέπει να σκεφθούμε για μια έννοια επιπλέον πολλά ανεκλάλητα, το συναίσθημα των οποίων ζωογονεί τις γνωστικές ικανότητες και συνδέει τη γλώσσα ως απλό γράμμα με το πνεύμα.»

47 Καθώς α ) η καλλιτεχνική ιδιοφυΐα είναι η ικανότητα σύλληψης και μετάδοσης αισθητικών ιδεών και β ) οι αισθητικές ιδέες είναι παραστάσεις της φαντασίας οι οποίες φωτίζουν τις έννοιες εκείνες που υπερβαίνουν τα όρια της εμπειρίας ή που είναι πολύ πλούσιες για να τις κατανοήσουμε πλήρως, έπεται γ ) ότι οι ψυχικές δυνάμεις οι οποίες συνθέτουν την ιδιοφυΐα είναι η φαντασία και η διάνοια ( ως ικανότητα σύλληψης ιδεών ) οι οποίες συμπλέκονται με ελεύθερο τρόπο.

48 Η ελευθερία σε αυτή την περίπτωση έγκειται στο ότι δημιουργεί η φαντασία ιδέες για μια ορισμένη έννοια, τις οποίες ιδέες δεν έχει δώσει καμιά εμπειρία και ούτε υπάρχουν στο άμεσο νόημα της έννοιας, είναι όμως τέτοιες που δύνανται να φωτίσουν την έννοια και το βάθος της.

49 Το ταλέντο να μπορεί να χρησιμοποιεί κανείς τις γνωστικές του ικανότητες κατ ’ αυτόν τον ελεύθερο τρόπο και να μπορεί να κάνει τα αποτελέσματα τους καθολικώς μεταδοτά ( ώστε να διεγείρουν πνευματικά και τους θεατές / αναγνώστες ) ο Kant το ονομάζει πνεύμα και είναι αυτό το πνεύμα που η ιδιοφυΐα εκφράζει στο έργο της.

50 Ωστόσο η καλλιτεχνική ιδιοφυΐα δεν διακρίνεται από αχαλίνωτη ελευθερία των ψυχολογικών δυνάμεων : η καλλιέργεια του έμφυτου ταλέντου μέσω εκπαίδευσης θέτει όρια στους δυνατούς τρόπους έκφρασης έτσι που αυτοί να μπορούν να αντέξουν στη δοκιμασία της κριτικής. Η ιδιοφυΐα δηλαδή περιορίζεται κατάλληλα από τους κανόνες της καλαισθησίας.

51 Η απάντηση την οποία δίνει τελικά ο Kant στο ερώτημα το οποίο έθεσε στην αρχή αυτής της συζήτησης για την τέχνη – δηλαδή πώς προκύπτει η καλλιτεχνική δημιουργία – είναι η εξής : « Για τις καλές τέχνες απαιτούνται συνεπώς φαντασία, διάνοια, πνεύμα και καλαισθησία.»


Κατέβασμα ppt "2. Διαφωτισμός - Immanuel Kant Πρωτοτυπία και Αυθεντικότητα στην Τέχνη."

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google