Κατέβασμα παρουσίασης
Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε
ΔημοσίευσεΕρμόλαος Μεσσηνέζης Τροποποιήθηκε πριν 8 χρόνια
1
Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΟΥ ΕΝΙΑΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
2
Ως αφετηρία εκλαμβάνεται η ιδέα του Θεού ως βασιλιά. Στο βιβλίο της Εξόδου υπάρχει η ωδή του Μωυσή και του λαού του Ισραήλ προς το Θεό, όπου δοξάζεται ως «κύριος βασιλεύων τον αιώνα και επ αιώνα και έτι.» Από την εποχή του Μωυσή αναπτύσσεται η ιδέα του Θεού ως βασιλιά και με έμμεσο τρόπο εισάγεται η ιδέα της μοναρχίας
3
Η ιδέα των θεών ως βασιλιάδων αποτυπώνεται σε αρκετά κείμενα των ομόρων λαών του Ισραήλ Στο Συρο-παλαιστινιακό περιβάλλον και σε εκείνο της Μεσοποταμίας και της Αιγύπτου, ο βασιλιάς αντιπροσώπευε την αισθητή παρουσία του θεού στη γη. Η ιδέα της ταύτισης του Θεού με το βασιλιά δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτή από τη θρησκευτική πίστη των Ισραηλιτών
4
Τα βιβλικά χωρία που αναφέρονται στην έννοια του Θεόυ ως βασιλιά ανάγονται στην εποχή μετά την εγκαθίδρυση της μοναρχίας στο αρχαίο Ισραήλ. Σύμφωνα με τον Albertz ο Γιαχβέ διατηρούσε την ανεξαρτησία των φυλών και όντας ο ίδιος Θεός- εξουσιαστής του Ισραήλ απέτρεπε την εγκαθίδρυση μιας κεντρικής πολιτικής εξουσίας. H αποδοχή εκ μέρους του Ισραήλ του θεσμού της βασιλείας συνδεέται με την ανάδειξη εκ μέρους του Γιαχβέ χαρισματικών ανδρών που ετίθεντο επικεφαλής του λαού.
5
Ο εκλεγείς από το Θεό βασιλιάς καθοδηγεί : Ως ποιμένας το λαό του Είναι φορέας του θεϊκού δικαίου και πνεύματος στη γη Είναι αντιπρόσωπος του Θεόυ στη γη και ταυτόχρονα Υπεύθυνος για τις πράξεις του λαού
7
Η μετάβαση του Ισραήλ από την κοινωνία των δώδεκα φυλών στο ενιαίο βασίλειο πραγματοποιείται μέσω της χρίσης του Σαούλ σε βασιλιά από τον Σαμουήλ. Ο Σαούλ δεν αναφέρεται ως malik (βασιλιάς), αλλά ως nagid (ηγέτης). Σταδιακά ο Σαούλ αναγνωρίστηκε ως βασιλιάς και οι εναπομείναντες στην ιεραρχία του Ισραήλ συνασπίσθηκαν γύρω του.
8
Η φυλετική οργάνωση παρέμεινε ως είχε, καθώς κανένας οργανισμός διοίκησης δεν αναπτύχθηκε. Ορισμένοι από τους άνδρες των φυλών δεν αντιλαμβάνονταν το Σαούλ ως βασιλιά τους. Το πρώτο βασίλειο, του Σαούλ, φαίνεται να είχε ως κέντρο λήψης αποφάσεων και διοίκησης τη φυλή του Ιούδα. Αποκήρυξη του Σαούλ από τον Σαμούηλ και τον Γιαχβέ Ο Σαμουήλ εμπιστεύεται στον Σαούλ την επιστροφή του λαού στη Μωσαϊκή θρησκεία, προσδοκία την οποία δεν αντιλαμβάνεται ο Σαούλ
9
Ο Γιαχβέ εστιάζει το ενδιαφέρον του στην ανεύρεση του διαδόχου του Σαούλ. Ο Σαμουήλ χρίει τον Δαυίδ βασιλιά. Στην πολιτική ζωή του λαού του Ισραήλ εισάγεται η δυαρχία με παρέμβαση του Γιαχβέ. Χαρακτήριστική είναι η διήγηση περί του Ιεβοσθέ, ο οποίος, ανακυρύσσεται για δύο περίπου έτη βασιλιάς των βορείων φυλών του Ισραήλ.
10
Ο έλεγχος των εδαφών είναι ημιτελής και κατά συνέπεια επισφαλής. Ο Ισραήλ εύκολα γίνεται βορρά στα χέρια των Φιλισταίων. Ο βασιλιάς Σαούλ αυτοκτονεί μετά από μια επώδυνη ήττα στα όρη Γελβούε.
11
Ο Δαυίδ, αφού αντιμετώπισε τις όποιες εσωτερικές έριδες για το θρόνο και απαλλάχθηκε από την παρουσία του Ιεβοσθέ, κατέστη αρχικά nagid και κατόπιν malik. Πέτυχε το συνασπισμό των δυνάμεων του Ιούδα με εκείνων των βόρειων φυλών. Στράφηκε εναντίον του βασικού εχθρού, των Φιλισταίων, με την ακριβή έκταση του βασιλείου του να παραμένει απροσδιόριστη.
12
Για την καλύτερη ένωση των φυλών μεταφέρει την πρωτεύουσα από την απομακρυσμένη Χεβρώνα στην Ιερουσαλήμ. Ακολουθεί η μεταφορά της κιβωτού στην Ιερουσαλήμ. Η κεντρική διοίκηση ασκείται από τον βασιλιά και πλέον από τους ορισθέντες για κάθε διοιηκητικό η θρησκευτικό έργο αξιωματούχους και ιερείς. Σταδιακά οι Χανααναίοι αρχίζουν να ενσωματώνονται στο ενιαίο βασίλειο του Ισραήλ. Έπονται οι κατακτήσεις του Δαυίδ επί των Αμμωνιτών, της νότιας Υπεριορδανίας και της Συρίας.
13
Ο Δαυίδ προβαίνει σε απογραφή του πληθυσμού για φορολογικούς και στρατιωτικούς λόγους, μια ενέργεια που αποκρύπτει αλαζονεία και επιφέρει την τιμωρία του Θεού. Ο βασιλιάς συλλαμβάνει την ιδέα της ανοικοδόμησης Ναού προς τιμήν του Γιαχβέ. Ο βασιλιάς Δαυίδ στο παρασκήνιο ξεκινά τη διαδικασία διαδοχής του. Ο προφήτης Νάθαν μεταβαίνει στη μητέρα του Σολομώνα, Βηρσαβεέ, προτρέποντάς την να υπενθυμίσει στο βασιλιά Δαυίδ τον όρκο του περί διαδοχής του από τον γιο της.
14
Ο Δαυίδ καλεί τον Σολομώντα και του δίνει μια σειρά από υποθήκες, οι οποίες σχετίζονται με την τήρηση των εντολών του Θεού, με τη συμπεριφορά του Ιωάβ, των υιών του Βερζελλί και του Σεμέΐ.
15
Ο Σολομώντας τηρεί τις εντολές που έλαβε από τον πατέρα του κατά γράμμα. Το βιβλικό κείμενο παραθέτει στη συνέχεια τη σοφία του βασιλιά Σολομώντα, η οποία προέρχεται από τον Θεό. Εστιάζει την προσοχή του στην οικονομική ανάπτυξη του βασιλείου του. Ο Σολομώντας ανοικοδομεί - οχυρώνει πόλεις κλειδιά: Χαζώρ στην Άνω Γαλιλαία, Μεγγιδώ στ ἦ ν πεδιάδα Ιεζρεέλ, Γκέζερ, Βαιθ-Ωρών, Βααλάθ στη δυτική παράκτια ζώνη, Ταμώρ νότια της Νεκράς θάλασσας Εξοπλίζει το στρατό με νέο «πολεμικό υλικό» Επεκτείνει τις εμπορικές σχέσεις με τους όμορους λαούς
16
Αναπτύσσει εμπορικές σχέσεις με την Αραβία, την Αίγυπτο, την Κιλικία και την Συρία. Ανάπτυξη οικονομικής δραστηριότητας, σε Χαζώρ, Μεγγιδώ και Γκέζερ, λιμάνι στη Γασιωνγαβέρ και τέλος προχωρεί στην ανοικοδόμηση του Ναού του Θεού. Η ακμή του βασιλείου οδήγησε το Σολομώντα στην αλαζονεία και την τέρψη της ηδονής. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αλλοτριωθεί από τις σχέσεις του με τις αλλοεθνείς και να οδηγηθεί στην ειδωλολατρεία.
18
Ο Γιαχβέ στρέφει εναντίον του τον Αδέρ από την Εδώμ και τον Ιεροβοάμ, βασιλιά της Δαμασκού Ραζών Διάδοχος του Σολομώντα ανακηρύσσεται ο γιος του Ροβοάμ, στον οποίο αντιτίθεται άμεσα ο Ιεροβοάμ. Ο Ροβοάμ σκληραίνει την πολιτική του απέναντι στο λαό. Ο λάος του Ισραήλ καλεί τον Ιεροβοάμ και τον ανακηρύσσει βασιλιά του βορείου βασιλείου. Πλέον υφίστανται δύο βασίλεια στη «γη των πατέρων». Το βόρειο βασίλειο ή βασίλειο του Ισραήλ και το νότιο βασίλειο ή βασίλειο του Ιούδα.
19
Το Βόρειο Βασίλειο ή Βασίλειο του Ισραήλ και το Νότιο Βασίλειο ή Βασίλειο του Ιούδα.
21
Το έργο αυτό έχει ως σκοπό να καταγράψει την ιστορία του Ισραήλ υπό την οπτική γωνία της δυναστείας του Δαυίδ και αφετέρου να αναδείξει τη σημασία του Ναού για τον Ισραήλ. Στο Α΄ Παραλειπομένων πραγματοποιείται μικρή μνεία του ονόματος του Σαούλ, στο γενεαλογικό κατάλογο της φυλής του Βενιαμίν, και στην τελευταία μάχη του εναντίον των Φιλισταίων. Το ενδιαφέρον στρέφεται στη μεταφορά της κιβωτού της διαθήκης από το Κιριαθ-ιαρίμ στην Ιερουσαλήμ, η οποία αναδεικνύεται σε θρησκευτικό και πολιτικό κέντρο του λαού του Ισραήλ.
22
Ο χρονικογράφος προσπαθεί να αναδείξει τον Δαυίδ ως τον «ίδρυτή» του Ναού, ο διάδοχος του όμως είναι εκείνος που θα του επιτραπεί να τον ανοικοδομήσει. Το Β΄ Παραλειπομένων αφιερώνει στον βασιλιά Σολομώντα 9 κεφάλαια από τα οποία τα 6 σχετίζονται με την ανοικοδόμηση του Ναού. Δίδει πληροφορίες για τις σχέσεις του βασιλιά Σολομώντα με τον βασιλιά Τύρου Χιράμ, την οικονομική ισχύ, και την επιβεβαίωση της ακμής και της δόξας του ενιαίου βασιλείου από τη βασίλισσα του Σαβά.
25
Η επιγραφή του Καρνάκ ανακαλύφθηκε στους τοίχους του Ναού του Αμών. Καταγράφει 150 ονόματα πόλεωνκαι χωριών της γης της Παλαιστίνης, που καταστράφηκαν ή κατακτήθηκαν περί το 920 π.Χ. από τη στρατιωτική επιδρομή του Φαραώ Σουσακίμ (Shoshenq I). Η επίδρομη αυτή καταγράφεται και από το βιβλικό κείμενο Γ΄ Βασ. 14,25-26. Στη Μεγγιδώ ανακαλύφθηκε θραύσμα μνημειωδούς στήλης που αναφέρει το όνομα του Φαραώ Σουσακίμ.
26
Οι κατακτηθέντες λαοί φέρονται ως κρατούμενοι και τα ονόματα τους αναγραφονται κάτω στο διακοσμητικό πλαίσιο.
27
Βαιθ-Σαν, Ιεζρεέλ, Tell el Hamah, Tel Rehov, Μεγγιδώ και Ταανάχ ήταν οι πόλεις που έγιναν στόχος της επιδρομής του Σουσακίμ Ι. Τα ευρήματα από τη λίστα των πόλεων που καταγράφονται στις επιγραφές του Καρνάκ αποδεικνύουν ότι κατά την ΕΣ ΙΙΑ υπήρχαν μορφές εγκατάστασης που ανάγονται στο 10 ο αι. π.Χ. Mazar : Η αναφορά των πόλεων στην εν λόγω επιγραφή υποδηλώνει την ύπαρξη και ευημερία τους κατά την εποχή του ενιαίου βασιλείου του Ισραήλ. Ahlstrom: Η αναφορά των πόλεων αυτών δεν είναι απαραίτητα ορθή και φαντάζει απίθανη. Finkelstein: Ο Σουσακίμ δεν έθεσε ως στόχο την Ιερουσαλήμ διότι ήταν μάλλον ασήμαντη πόλη. Grabbe: Κατεξοχήν στόχος του Σουσακίμ ήταν η Ιερουσαλήμ, γεγονός που καθιστά αξιόπιστη τη βιβλική μαρτυρία.
28
Ussishkin: Δεν καταστράφηκε ολοσχερώς η Μεγγιδώ, διατηρήθηκε ως επιχειρησιακό κέντρο των αιγυπτιακών δυνάμεων. Η Μεγγιδώ που καταστράφηκε από τον Σουσακίμ είχε ανοικοδομηθεί από τον βασιλιά Σολομώντα. Mazar: Η καταστροφή του VA-IVB στρωματογραφικού στρώματος της Βαιθσαν, επέφερε ανάλογο αποτέλεσμα στη Μεγγιδώ. Halpern: Η Μεγγιδώ μετατράπηκε μερικώς σε ερείπια, όχι από επιδρομείς, αλλά από ένα αδιευκρίνιστο καταστροφικό γεγονός Finkelstein και Silbermann: Σκοπός του Σουσακίμ ήταν ο έλεγχος του οδικού δικτύου της δυτικής Παλαιστίνης. Wilson: Η στήλη της Μεγγιδώ δεν αποδεικνύει την εισβολή του Αιγυπτίου Φαραώ στην πόλη.
30
Ανακαλύφθηκ το 1993 από τον Biran στα τείχη της πόλης Δαν. Τα δύο θραύσματα που ανακαλύφθηκαν δεν ταιριάζουν μεταξύ τους αλλά αποτελούν, πιθανότατα, συνέχεια της ίδιας επιγραφής. Ο Biran και ο επιγραφολόγος Naveh τοποθετούν την επιγραφή στον 9 ο αι. π.Χ. Η νίκη ενός Αραμαίου βασιλιά επί ενός συνασπισμού δυνάμεων του βασιλείου του Ισραήλ και του οίκου του Δαυίδ ( ביתדוד )
31
Η απόδοση του κειμένου έγινε αποδεκτή από τους Ahituv, Lemaire, Puech, Margalit, Freedman, Goeghegan, Couturier, Mykytiuk. Athas: Χρονολόγηση από τον 8 ο αι.π.Χ. και ο Αραμαίος βασιλιάς είναι ο Μπαρ Χαδάδ. Η φράση κλειδί είναι ביתדזד και δύναται να αναγνωσθεί ως οίκος του Δαυίδ ή αγαπημένος דזד Thompson, Davies, Schniedewind: Η απουσία ενός διαχωριστικού, καταδεικνύει ότι πρόκειται για ονομασία τοποθεσίας και όχι για όνομα. Δύναται να αναγνωσθεί ως Beth-dod. Εμφάνιση της φράσης ο οίκος του Δαυίδ
32
Na’aman Η φράση εξηγεί γιατί το ουσιαστικό מלך χαράχθηκε χωρίς κάποιο κενό. Knauf: Το λεκτικό σχήμα είναι λανθασμένο, καθώς θα έπρεπε και το βασίλειο του Ιούδα να αναφέρεται ως Οίκος Ομρί.
34
Στην πεδιάδα της Σεφελά, σε στρατηγικής σημασίας για το βασίλειο του Ιούδα βρίσκεται το Khirbet Qeiyafa. Ανάγεται χρονολογικά στην περίοδο 10 ος -9 ος αι. π.Χ. Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως ένα όστρακο, τραπεζοειδούς σχήματος. Σύμφωνα με το Πανεπιστήμιο της Χάιφα η επιγραφή αποτελεί την πιο πρώιμη γνωστή εβραϊκή γραφή. Επανακαθορίζει τα δεδομένα όσον αφόρα στη χρονολόγηση των βιβλικών κειμένων, καθώς καθιστάται σαφές ότι η γραφή αναπτύχθηκε από το λαό του Ισραήλ κατά το 10 ο αι. π.Χ.
36
Galil: Η γραφή είναι πρωτοφοινικική και στην επιγραφή αποτυπώνονται χαρακτηριστικοί εβραϊκοί όροι, όπως το asah και το avad. Έμμεση απόδειξη του ενιαίου βασιλείου του Ισραήλ. Rollston: Οι όροι απαντούν σε αρκετές σημιτικές γλώσσες και δεν συνιστούν τυπικά δείγματα της αρχαίας εβραϊκής γλώσσας. Find, Garfinkel και Merill: Καταδεικνύει την παρουσία ανίσχυρων ξένων μεταξύ των Ισραηλιτών και προβάλλει τη μέριμνα της ισραηλιτικής κοινωνίας για αυτούς.
37
Η εποχή του ενιαίου βασιλείου του Ισραήλ συνδεέται αρχαιολογικά, σύφωνα με τη παραδοσιακή άποψη με την ΕΣ ΙΙ ή ΕΣ ΙΙα. Για αυτή τη χρονολογική περίοδο έχουν προταθεί διάφοροι χρονολογικοί προσδιορισμοί Η παραδοσιακή χρονολόγηση Η «χαμηλή» χρονολόγηση Η τροποποιήμενη συμβατική χρονολόγηση
38
Υποστηρίχθηκε από τους αρχαιολόγους: Albright, Aharoni, Herzog, Yadin, Kenyon, Ussishkin, Alt και Ben Tor Ο Albright με την αρχαιολογική ανασκαφή στο Tell Beit Misrim και επί τη βάσει του χρονολογικού προσδιορισμού της φιλισταϊκής κεραμικής και τη σχέση αυτής με τα τέλη της ΕΣ υποστήριξε ότι: Οι Φιλισταίοι εγκαταστάθηκαν στις παρυφές της Χαναάν, αμέσως μετά τις αναμετρήσεις του με τους Λαούς της Θαλάσσης
39
Οι Φιλισταίοι της βιβλικής διήγησης ταυτίζονται με τους Φιλισταίους της αρχαιολογικής περιόδου ΕΣ Ι. Η ισχύς των Φιλισταίων της ΕΣ Ι καταλύθηκε από την επέκταση της ισραηλιτικής αυτοκρατορίας του Δαυίδ. Έτσι, η διακοπή της παραγωγής φιλισταϊκών αντικείμενων σηματοδοτεί τη μετάβαση από την ΕΣ Ι στην ΕΣ ΙΙ Η παραδοσιακή χρονολόγηση της γης της Παλαιστίνης τοποθέτησε την ΕΣ Ι στον 11 ο αι. π.Χ. και την ΕΣ ΙΙΑ στο 10 ο αι. π.Χ.
40
Υποστηρίχθηκε από τους εξής αρχαιολόγους: Finkelstein, Franklin, Piasetzky, Gilboa, Sharon και Boarreto Η χαμηλή χρονολόγηση η οποία μεταθέτει τα ευρήματα του 11 ου αι. π.Χ. στις αρχές, έως και τα μέσα του 10 ου αι. π.Χ. και τα ευρήματα του 10 ου στις αρχές του 9 ου αι. π.Χ.
41
Υποστηρίχθηκε από τους εξής αρχαιολόγους: Mazar, Herzok και Singer-Avitz Η τροποποιημένη συμβατική χρονολόγηση επεκτείνει την ΕΣ ΙΙ (η οποία έχει ως αφετηρία το 1000 π.Χ. ) μέχρι το 840/830 π.Χ. παρέχοντας έτσι ένα ευρύ πλαίσιο ένταξης των αρχαιολογικών ευρημάτων.
43
Οι ανασκαφές έφεραν στο φως ένα επιβλητικό οικοδόμημα που σύμφωνα με τον Α.Mazar είναι «το φρούριο της Σιών», ενώ κατά τον E. Mazar ανάγεται στο 10 ο αι. π.Χ. και είναι το παλάτι του Δαυίδ. Finkelstein: διαφωνεί με την πρόταση του E. Mazar και δεν συνδέει το βιβλικό κείμενο με τα αρχαιολογικά ευρήματα. Πιστεύει ότι η Ιερουσαλήμ τον 10 ο αι.π.Χ. είναι μια τυπική κωμόπολη με την άποψη αυτή συμφωνεί και ο Silberman
45
Na’ aman: Η Ιερουσαλήμ ήταν σε θέση να ελέγχει την επικράτεια του πρώτου βασιλείου του Ισραήλ. Την άποψη αυτή εστερνίζονται οι Meyers, Proval. Long, Longman και Mazar Thompson: Βάση των αρχαιολογικών ανακαλύψεων, πόλεις όπως η Χεβρ ὠ να, η Αράδ και η Λαχίς είχαν σαφώς μεγαλύτερη επιρροή. Millard: Ίχνη της Ιερουσαλήμ του Δαυίδ έχουν χαθεί με το πέρασμα των αιώνων.
46
Η πόλη του Δαυίδ και στα δεξιά ο Ναός του Σολομώντα
48
Η Χαζώρ βρίσκεται στην Άνω Γαλιλαία, πλησίον της λίμνης Σαμαχωνίτιδας. Αναφορές για τη Χαζώρ βρίσκουμε Στα βιβλικά κείμενα: Ι. Ναυή. Α’ Σαμ., Α’ Μακκ. Σε εξωβιβλικά κείμενα: Στα αναθεματικά κείμενα της Αιγύπτου, στα αρχεία Μάρι, στα Χρονικά του νέου Βασιλείου, του Τουθμώσεως Γ’ και στον πάπυρο του Ερμιτάζ. Η θέση της Χαζώρ ταυτοποιήθηκε από τον Porter. Ανασκαφές πραγματοποιήθηκαν από τους: Gastang 1928, Yadin 1955-1958 και 1968 και Ben Tor - τα Πανεπιστήμια της Ιερουσαλήμ, Ισπανίας και ΗΠΑ 1991-2012.
49
Στην ανατολική πλευρά της πόλης βρίσκεται μνημειώδης πύλη.
50
Η στρωματογραφία ανέδειξε το στρώμα Χ Yadin: ανήκει στην εποχή του Σολομώντα, σύγκριση πυλών με Μεγγιδώ και Γκεζερ τις ανάγει στον 10 ο αιώνα π.Χ. Dever: Αναμφισβήτη ένδειξη του ενιαίου βασιλείου. Knoppers: Διαφωνεί με την αξιοποίηση της ομοίομορφης αρχιτεκτονικής των πυλών για να εξαχθούν συμπεράσματα για την εποχή του Σολομώντα Finkestein: Δεν δύναται να αναχθεί στην εποχή του ενιαίου βασιλείου αλλά σε εκέίνη της δυναστείας των Αμβρίδων
52
Το τείχος ανοικοδομήθηκε εκατέρωθεν της κεντρικής πύλης της Χαζώρ. Η περιτείχεια τάφρος απόδόθηκε σύμφωνα με τον Yadin στην εποχή του Σολομώντα. Niemann: Η ανοικοδόμηση των τειχών και της τάφρου δεν αποδίδονται στην εποχή του ενιαίου βασιλείου Zarzeki-Peleg: Συγκρίνει την κεραμική που ανακαλύφθηκε στη Γιοκνεάμ και στη Μεγγιδώ με την αντίστοιχή της Χαζώρ καθώς στην τελευταία είναι περισσότερο εμφανής η μετάβαση από την ΕΣ Ι στην ΕΣ ΙΙ
54
Στην πεδιάδα Ιεζρεέλ, στο νοτιοδυτικό άκρο της, ανοικοδομήθηκε η Μεγγιδώ מגידו. Η πόλη κατείχε γεωστρατηγική θέση επί της Οδούς της Θαλάσσης, μεταξύ του όρους Θαβώρ και της Ταανάχ. Αναφέρεται στο βιβλικό κείμενο στα βιβλία Ι. Ναυή, Κριτ., Α΄ Σαμ. και Δ΄ Βασ. Στις εξωβιβλικές πηγές η Μεγγιδώ αναφέρεται στις επιστολλές του Τελ ελ Αμάρνα και στα Χρονικά του Τουθμώσεως Γ΄. Ανασκαφική δρασηριότητα ανέπτυξαν οι: Schumacher (1903), Fisher (1925-1927), Guy (1927-1935), Loud (1935- 1939), Dunayevsky (1963-1965) Yadin (1966-1967, 1969- 1972),Eitan (1974), Ben Tor (1990-1192) και με τη συνεργασία Finkestein-Silberman και Halpern (1992-2012).
55
Μεγγιδώ, στρώμα V-IV
56
Η στρωματογραφία της Μεγγιδώ της ΕΣ είναι αμφιλεγόμενη. Η ΕΣ ΙΙ ταυτίζεται με τα στρώματα VB και VA-IVB. Το συγκρότημα της πύλης της Μεγγιδώ βρισκόταν στη βόρεια πλευρά της πόλης. Ανακαλύφθηκε ευρύτερο αρχιτεκτονικό σχέδιο με εξωτερική αυλή και εσωτερική πλευρά της εισόδου. Το συγκρότημα της πύλης μαζί με τους πύργους έφθανε τα 20.30μ. και το πλάτος τα 17.5μ.
57
Lamon και Shipton: Το συγκρότημα της πύλης με το στρώμα IV αποδόθηκε στην εποχή του Σολομώντα. Το στρώμα τοποθετείται χρονικά μεταξύ 1000-800 π.Χ. και διαιρέθηκε από τους Albright, Wright, Kenyon και Yadin σε δύο επιμέρους στρώματα VA-IVB και IVA. Οχυρωματικό τείχος τύπου casemate που ενωνόταν με την πύλη και περιέβαλλε την πόλη. Κοινός αρχιτεκτονικός σχεδιασμός με τη Χαζώρ και τη Γκεζερ. Ο Halpern επί τη βάσει των συμπερασμάτων του Ussishkin για τις πύλες της Ασδώδ και της Λαχίς και των Tel Ira Khirbet και Mudayna, που είναι της ίδιας τεχνοτροπίας και ανάγονται σε μεταγενέστερους χρόνους (8 ος αι. π.Χ.) αρνήθηκε ipso facto της χρονολογησή τους κατά το 10 ο αι. π.Χ.
59
Τα ανάκτορα 1723 και 6000 καθώς και το οικοδόμημα 1482, ανάγονται στο στρώμα VA-IVB στην πρώιμη φάση της εποχής ΕΣ ΙΙΑ. Lamon και Shipton αρχικά και κατόπιν οι Ussishkin και Wright εξέλαβαν το ανάκτορο 1723 ως αρχιτεκτονικό δείγμα bit hilani. Μία μικρογραφία του αντίστοιχου ανακτόρου της Ιεροσαλήμ σύμφωνα με τον Ussishkin το ανάκτορο 1723 Ο Fritz και Finkelstein αμφισβητούν την ομοιότητα καθώς τα τύπου bithilani εμφανίστηκαν στη Συρία κυρίως κατά τον 9 ο αι. π.Χ.
60
Τα ανάκτορα 1723 και 6000
61
Οι ανασκαφές έφεραν στο φως και το ανάκτορο 6000 τα αρχαιολογικά πορίσματα όμως παραμένουν πενιχρά. Η σύνδεση του ανακτόρου 6000 με το τείχος οδήγησε τον Yadin στο συμπέρασμα ότι ο βασιλιάς Σολομώντας εφάρμοσε το ίδιο αρχιτεκτονικό σχέδιο στις τρεις βασιλικές πόλεις. Εξέλαβε το τείχος των εσοχών-εξοχών ως μεταγενέστερο του 10 ου αι. π. Χ. και με τις ανασκαφές έφερε στο φως ένα τείχος τύπου casemate της εποχής του βασιλιά Σολομώντα. Η άποψη αμφισβητήθηκε από τον Currid. H κεραμική της εποχής χωρίς στρωματογραφία που να έχει κάποιο στρώμα καταστροφής καθιστά δύσκολη τη χρονολόγηση.
63
To Tell Gezer βρίσκεται 20 περίπου χλμ. βορειοδυτικά της Ιερουσαλήμ, στον κεντρικό οδικό άξονα της Οδού της Θαλάσσης. Η πόλη αναφέρεται στα βιβλία των Ιησ. Ν., Κριτών, Β΄ και Γ΄ Βασιλειών, Α΄ Παραλειπομένων και Α΄ Μακκαβαίων. Σε εξωβιβλικές μαρτυρίες η πόλη καταγράφεται: Στη στήλη του Καρνάκ, σε επιτύμβια επιγραφή ενός εκ των διαδόχων του Φαραώ Τουθμώσεως Δ΄, σε πινακίδα με σφηνοειδή γραφή, με την οποία ο Φαραώ διατάζει τον ηγεμόνα της Γκέζερ να εμφανιστεί ενώπιον του στο Kiddimu και στις επιστολές του Τελλ ελ Αμάρνα.
64
Ανασκαφική δραστηριότητα ανέπτυξαν οι: Clermont – Ganneau (1871), Macalister (1902, 1909), Rowe (1934), Wright και Dever (1964-1972), Seger (1972-1974), Dever (1984, 1990) Το συγκρότημα της πύλης τοποθετείται στο νότιο άκρο της Γκέζερ και διαιρείται σε δύο τμήματα: Το πρώτο, το άνω, το οποίο συμπεριλαμβάνει και τη γραμμή του τείχους, και το κάτω που είναι εκτός των τειχών. Macalister: Η πύλη χρονολογείται στην ελληνιστική περίοδο. Yadin: Η θεμελίωση της πύλης είναι ίδια με εκείνη της Μεγγιδώ. Ομοιότητα της πύλης με τη Χαζώρ οδήγησε στην ταυτοποίηση της κατά την εποχή του Σολομώντα. Ο Finkelstein χρονολογεί την πύλη στις αρχές του 9 ου αι. π.Χ.
65
Η πύλη της Γκέζερ
66
Σύμφωνα με την άποψη του Holladay η κεραμική στην πύλη ανάγεται στα μέσα του 10ου αι. π.Χ.. To ενδιαφέρον των ερευνητών στράφηκε στην αποκάλυψη του τείχους που συνδεόταν με το συγκρότημα της πόλης. 3 τείχη στην οχυρωματική γραμμή της πόλης. Το κεντρικό, το μεσαίο και το εξωτερικό, το οποίο ανάγεται στην ΥΕΧ. Η κεραμική του πύργου προέρχεται από τον 10 ο αι. π.Χ. Finkelstein: Το εξωτερικό τείχος πρέπει να αναχθεί στη εποχή Αμάρνα. Η πύλη της Γκέζερ συνδεόταν με τείχος τύπου casemate - ανακαινισμένο κατά την εποχή του Σολομώντα. Δύο σειρές από ισχυρά τείχη φαντάζουν απίθανο, το εξωτερικό τείχος προέρχεται πιθανότατα από τον 9 ο αι. π. Χ.
Παρόμοιες παρουσιάσεις
© 2024 SlidePlayer.gr Inc.
All rights reserved.