ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ TA ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΜΟΥΣΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ AP4 ΤΜΗΜΑ 2012-2013
Η ΟΜΑΔΑ ΜΑΣ ΒΑΛΑΒΑΝΙΔΟΥ ΘΕΟΔΩΡΑ Α1 ΑΥ1 ΠΛΟΥΜΠΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Α4 ΑΥ3 ΤΟΡΟΦΩΤΙΔΟΥ ΙΩΑΝΝΑ Α5 ΑΥ4 ΤΟΤΑ ΚΑΛΛΙΟΠΗ Α6 ΑΥ4 ΤΣΑΡΙΚΤΣΗ ΜΑΓΔΑΛΙΝΗ Α6 ΑΥ4
Tα παραδοσιακά μουσικά όργανα
Tα παραδοσιακά μουσικά όργανα Τα μουσικά παραδοσιακά όργανα χωρίζονται στις κατηγορίες: Έγχορδα Κρουστά Πνευστά Στις πιο σύγχρονες μορφές του τραγουδιού είναι το μπουζούκι, ο μπαγλαμάς , το μαντολίνο ,η κιθάρα ,το μπάσο κλπ.
Ποντιακή λύρα (Kementse)(κεμεντσε) Παίζεται σαν βιολί, στυλ τόξου , όρθια θέση ,3 χορδές και συνοδεύεται με ντέφι ή νταούλι. Κρητική λύρα Παρόμοιο σαν το βιολί , 3 χορδές , όρθια θέση , συνοδεύεται με μικρά καμπανάκια και κρητικό λάουτο.
Ούτι Έγχορδο, τύπου λάουτου , χρησιμοποιείται σε όλο τον αραβικό κόσμο , ξεκίνησε με τους Άραβες , Θράκη και Μικρά Ασία. Συνοδεύεται μαζί με βιολί, κανόνι , τύμπανο (π.χ. τουμπερλέκι ή με κλαρίνο και σαντούρι) Μπαγλαμάς Σόλο όργανο , ρεμπέτες , μικρό όργανο.
Μπουζούκι Απόγονος της Αρχαίας Ελλάδας και της Ανατολικής. Παλιά λεγόταν 3χορδο ή 3 χορδές όργανο η (ταμπούρα, γιόνγκαρι , παντούρι). Συνοδεύεται ακόμα με μπουζούκι , μπαγλαμά , κιθάρα , βιολί , ακορντεόν και πιάνο.
Ζυγιά Διμελές οργανικό συγκρότημα της δημοτικής μας μουσικής. Το όνομα του οφείλεται στη μεσαιωνική λέξη «ζυγή» (ζευγάρι και σε προέκταση, ζευγάρι οργάνων). Συναντιέται σε όλες τις περιοχές της χώρας, περιλαμβάνοντας ένα όργανο ‘ρυθμού’ και ένα ‘μελωδίας’. Στην ηπειρωτική Ελλάδα σχηματίζεται από ντα(γ)ούλι με ζουρνά. Στα νησιά από λαγούτο με βιολί, ενώ στη βόρεια Ελλάδα, από ντέφι με λύρα ή (τουμπερλέκι με γκάιντα).
Υπάρχουν φυσικά πολλοί συνδυασμοί οργάνων που την σχηματίζουν (βλ Υπάρχουν φυσικά πολλοί συνδυασμοί οργάνων που την σχηματίζουν (βλ. και ζουρνάς) και πολλές συνώνυμες λέξεις που την υπονοούν (κλαρίνα, ταϊφάς, κουρτάλα , γύφτοι, τακίμι, όργανα, βιολιά, παρέα, κομπανία, συγκρότημα, κουμπανία , λαλούμενα) κλπ.
Χασάπικο Το Χασάπικο ή Χασάπικος είναι χορός και τύπος των τραγουδιών των Ελλήνων από την Κωνσταντινούπολη. Οι ρίζες του ανάγονται στη βυζαντινή περίοδο , όταν αποτελούσε χορευτική μίμηση μάχης με σπαθιά από την συντεχνία των Ελλήνων χασάπηδων στην Κωνσταντινούπολη. Η πρώτη σειρά κρατούσε μαχαίρια , ραβδιά και μαστίγια, ενώ η δεύτερη δεν είχε όπλα.
Η ονομασία προέρχεται από την τούρκικης προέλευσης λέξη kasap, που σημαίνει κρεοπώλης , ενώ η αντίστοιχη ελληνική ονομασία ήταν μακελάρικος. Ο όρος στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε για να υποδηλώσει μόνο τη γρήγορη εκδοχή του χασάπικου, γνωστή ως και χασαποσέρβικο.
Μορφές του χορού αυτού ήταν γνώστες από παλαιότερα χρόνια σε αρκετά μέρη του ελληνικού ή Ελληνόφωνου Χριστιανικού χώρου , περισσότερο όμως στην Κωνσταντινούπολη και την ελεύθερη περιοχή της. Αντρικός χορός, τώρα χορεύεται σε ευθεία γραμμή, κυρίως από άνδρες (σπάνια από γυναίκες).
Παλιότερα , για να χορέψει κάποιος χασάπικο, έπρεπε να φοράει τραγιάσκα με σηκωμένο γείσο, κάνοντας το ίδιο βήμα σαν να είναι όλοι ένα σώμα. Τα βήματα και η περιγραφή έμοιαζαν και μοιάζουν με την παράθεση τελετουργικών κινήσεων σε μια προσπάθεια σύνδεσης του χορού με την αρχαιότητα, με τον τρόπο στάσης και τακτικής κίνησης, στο στρατό του Μεγάλου Αλεξάνδρου ή την αναπαράσταση των στάσεων των πολεμιστών του.