Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη Τ’ αγνάντεμα
Ἐπάνω στὸν βράχον τῆς ἐρήμου ἀκτῆς, ἀπὸ παλαιοὺς λησμονημένους χρόνους, εὑρίσκετο κτισμένον τὸ ἐξωκκλήσι τῆς Παναγίας τῆς Κατευοδώτρας. Ὅλον τὸν χειμῶνα παπὰς δὲν ἤρχετο νὰ τὸ λειτουργήσῃ. Ὁ βορρᾶς μαίνεται καὶ βρυχᾶται ἀνὰ τὸ πέλαγος τὸ ἁπλωμένον μαυρογάλανον καὶ βαθύ, τὸ κῦμα λυσσᾷ καὶ ἀφρίζει ἐναντίον τοῦ βράχου. Κι ὁ βράχος ὑψώνει τὴν πλάτην του γίγας ἀκλόνητος, στοιχειὸ ριζωμένο βαθιὰ στὴν γῆν, καὶ τὸ ἐρημοκκλήσι λευκὸν καὶ γλαρόν, ὡς φωλιὰ θαλασσαετοῦ στεφανώνει τὴν κορυφήν του.
Τὴν ἡμέραν ἐκείνην, καὶ τὰς ἄλλας ἡμέρας τῆς ἀρχῆς τοῦ ἔαρος, καραβάνια γυναικῶν, ἀσκέρια, φουσάτα γυναικῶν, ἀνεῖρπον, ἀνέβαινον, ἀνήρχοντο ἐπάνω στὴν ρεματιάν, τὸ ρέμα-ρέμα, τὸν ἑλικοειδῆ δρομίσκον, ὅστις διαχαράσσεται ἀνὰ τοὺς λόφους τοὺς τερπνούς με τὰς χιλιάδας τῶν ελαιοδέντρων , τὸν ἀειθαλῆ πρασινόφαιον στολισμὸν τῆς μεγάλης κοιλάδος μὲ τὰς ράχεις, μὲ τὰς κορυφὰς, μὲ τὰς ἐσοχὰς καὶ ἐξοχάς, ἀνετώτερον ἀπὸ τὴν κυματίζουσαν ποδιὰν τῆς βοσκοπούλας τοῦ βουνοῦ, πολυπτυχώτερον ἀπὸ τὴν χρυσοκέντητον ἐσθῆτα τῆς νύμφης. Ἐπάνω εἰς τὸν βράχον τῆς ἐρήμου βορεινῆς ἀκτῆς, πλησίον εἰς τὸ λησμονημένον παρεκκλῆσι τῆς Παναγίας τῆς Κατευοδώτρας, ἐκεῖ ἐγίνετο τὸ μάζεμα τῶν γυναικῶν, ἡ σύναξις ἡ μεγάλη.
Βλέπετε κεῖνον τὸ βράχο, κάτω στὸ κῦμα, ποῦ ξεχωρίζει ἀπ᾿ τὸ γιαλό;… ποῦ φαίνεται σὰν ἄνθρωπος, μὲ κεφάλι καὶ μὲ στήθια… ποῦ μοιάζει σὰν γυναῖκα; Ἐκείνη εἶναι τὸ Φλανδρώ. - Ναί, τὸ Φλανδρώ, εἶπεν ἡ ὑπερεξηκοντούτις Χατζηχάναινα. Κάτι ἔχω ἀκουστά μου. Ἐσὺ θὰ τὸ ξέρης καλύτερα, θεία-Φλωροῦ. - Τὸ βλέπετε κ᾿ εἶναι ξέρα, εἶπεν ἡ Φλωροῦ, ἡ Συρραχίνα· μιὰ φορὰ κ᾿ ἕναν καιρὸ ἦτον ἄνθρωπος. - Ἄνθρωπος; - Ἄνθρωπος καθὼς ἐμεῖς. Γυναῖκα. Αἱ ἄλλαι ἤκουον μὲ ἀπορίαν. Ἡ γριά-Συρραχίνα ἤρχισε νὰ διηγῆται: «Στὸν καιρὸ τῶν παλαιῶν Ἑλλήνων, ἦτον μιὰ κόρη ἀρχοντοπούλα, ποὺ τὴν ἔλεγαν Φλάνδρα ἢ Φλανδρώ.
«Τότε τὸ Φλανδρὼ ᾖρθε ν᾿ ἀγναντέψῃ, σὰν καλὴ ὥρα, σ᾿ αὐτὸν τὸν ἔρμο τὸ γιαλό. Ξεκολλοῦσε ἡ ψυχή της ποὺ ἔφευγε ὁ ἄνδρας της· δὲν μποροῦσε νὰ τὸ βαστάξῃ, νὰ στυλώσῃ τὴν καρδιά της. Ἀγνάντεψε τὸ καράβι ποὺ ἔφευγε, κ᾿ ἔκλαψε πικρὰ κ᾿ ἔπεσαν τὰ δάκρυά της στὰ κύματα· καὶ τὰ κύματα ἐπικράθηκαν, κ᾿ ἐφαρμακώθηκαν, καὶ θύμωσαν, κι ἀγρίεψαν κ᾿ ἐθέριεψαν… καὶ στο δρόμο τους που ηύραν το καράβι, έπνιξαν τον άνδρα της Φλανδρώς, κ΄έγινε αγυρισιά του... Καὶ τὸ Φλανδρὼ ᾖρθε κ᾿ ἐξαναῆρθε σ᾿ αὐτὸν τὸν ἔρμο γιαλὸ κ᾿ ἐκοίταζε κι ἀγνάντευε… κ᾿ ἐπερίμενε, κ᾿ ἐκαρτεροῦσε, κι ἀπάντεχε…
Αφήγηση: παντογνώστης αφηγητής που Αφήγηση: παντογνώστης αφηγητής που περιγράφει το τοπίο και τις συμπεριφορές των ανθρώπων, ερμηνεύει την εθιμοτυπία και τις σκέψεις των γυναικών, καταγράφει τη συλλογική ψυχολογία των ναυτικών κατά την ημέρα της αναχώρησης. Τρόποι αφήγησης: Περιγραφή Διήγηση Παραμυθιακή διήγηση (Εγκιβωτισμός) Εγκιβωτισμός είναι η ενσωμάτωση μιας αφήγησης μέσα σε μια άλλη αφήγηση. Στην προκειμένη περίπτωση, η ενσωμάτωση της διήγησης της γριάς Συρραχίνας μέσα στην αφήγηση του συγγραφέα.
Θεματικά κέντρα: Η εθιμοτυπία της νησιωτικής ζωής, η οργάνωση, οι παραδόσεις και η θρησκευτική ζωή. Η ζωή των ναυτικών, μέσα από τη σκηνή της αναχώρησης και του αποχαιρετισμού από τα σπίτια και τις οικογένειές τους. Ο δεσπόζων ρόλος και το ήθος των γυναικών. Ηθοπλαστική παρηγορητική διήγηση για τη δύναμη της συζυγικής πίστης και αγάπης.
Επισημαίνουμε τις παραστατικές περιγραφές: Του εξωκκλησιού και του τοπίου Του ιερέα Των βοσκών Των γυναικών Προσέχουμε: Το προσωνύμιο της Παναγιάς: Κατευοδώτρα Τη γεωγραφική θέση της εκκλησίας αντικρύζει και προστατεύει τους ναυτικούς
Η πορεία των γυναικών προς την εκκλησία Θρησκευτικότητα Αφοσίωση Πίστη Νοικοκυροσύνη Κοινά συναισθήματα – συναδελφοσύνη
Ποιο είναι το βαθύτερο νόημα; Γιατί ο Παπαδιαμάντης παρεμβάλλει την αφήγηση της Συρραχίνας για τη Φλανδρώ; Κεντρίζει το ενδιαφέρον Συναρπάζει τον αναγνώστη Επιβεβαιώνει όσα λέει για την αφοσίωση και την αγάπη Ποιο είναι το βαθύτερο νόημα;
Επιστροφή στην ιστορία σκέψεις και ευχές των γυναικών επισήμανση: κυκλική αφήγηση = ο Παπαδιαμάντης τελειώνει όπως αρχίζει
Ηθογραφικά στοιχεία του κειμένου Το διήγημα συγκεντρώνει πολλά ηθογραφικά στοιχεία: ήθη και έθιμα από τη θρησκευτική και κοινωνική ζωή, αλλά και χαρακτηριστικούς ανθρώπινους τύπους. Η λειτουργία που έκανε στο νησί την ημέρα των Φώτων ο γέρος ιερεύς, την οποία παρακολουθούσαν τρείς-τέσσερεις οικογένειες βοσκών και το έθιμο του αγιασμού των κυμάτων. Το έθιμο των καντηλιών, δηλαδή η συνήθεια των γυναικών της Σκιάθου να πηγαίνουν στο ξωκλήσι της Παναγιάς της Κατευοδώτρας και να ανάβουν τα καντήλια για να προστατέψουν τους θαλασσοδαρμένους ναυτικούς. Το αγνάντεμα των γυναικών από το βράχο του εξωκκλησιού και οι προσευχές τους για «καλό κατευόδιο». Η τυπική ενδυμασία των γυναικών της εποχής που συνήθως φορούσαν «υποκάμισα κόκκινα μεταξωτά με τραχηλιές ψιλοκεντημένες»
Η υποχρέωση των αδερφών να προικίζουν τις αδερφές τους, «να τις φέρουν προικιά από την Πόλιν, στολίδια από την Βενετιάν, κειμήλια από την Αλεξάνδρειαν». Η ζωή των ναυτικών και η σκηνή της αποχώρησης και του αποχαιρετισμού Η νηστεία μετά τις Απόκριες. Ακολουθούσαν οι εβδομάδες νηστειών με αχινούς και στρείδια. Η πίστη σε μυθικές διηγήσεις που ερμήνευαν τα φυσικά φαινόμενα Οι χαρακτηριστικοί ανθρώπινοι τύποι όπως ο σεβάσμιος γέρος ιερέας, η γιαγιά Μαλαμίτσα, η γριά Συρραχίνα
ΕΠΟΧΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ - ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ: https://www.youtube.com/watch?v=-rFQ6RnQLXA ΚΑΛΗ ΣΟΥ ΝΥΧΤΑ ΚΥΡ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕ – ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ: https://www.youtube.com/watch?v=FsSsejrbN60
Κ. Π. Καβάφης Δέησις Η θάλασσα στα βάθη της πήρ’ έναν ναύτη. — Η μάνα του, ανήξερη, πιαίνει κι ανάφτει στην Παναγία μπροστά ένα υψηλό κερί για να επιστρέψει γρήγορα και ναν’ καλοί καιροί — και όλο προς τον άνεμο στήνει τ' αυτί. Αλλά ενώ προσεύχεται και δέεται αυτή, η εικών ακούει, σοβαρή και λυπημένη, ξεύροντας πως δεν θα 'λθει πια ο υιός που περιμένει