Α)ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ – ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ 1) ΣΧΟΛΙΚΗ ΒΙΑ- ΣΧΟΛΙΚΟΣ ΕΚΦΟΒΙΣΜΟΣ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ 21ΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΚΑΛΛΙΘΕΑΣ Α)ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ – ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ Ερωτηματολόγιο με θέμα: «Σχολική Βία-Σχολικός εκφοβισμός» διανεμήθηκε στους μαθητές του 21ου Δημοτικού Σχολείου Καλλιθέας (εκτός των μαθητών Α΄τάξης) με στόχο να μετρήσει και να καταγράψει το φαινόμενο της σχολικής βίας, τις αναπαραστάσεις των μαθητών γι’ αυτήν και την αντίδραση των μαθητών που υφίστανται ή γίνονται οι ίδιοι μάρτυρες περιστατικών σχολικού εκφοβισμού καθώς και τα συναισθήματα που βιώνουν και την αντίληψη που έχουν οι ίδιοι οι μαθητές για το ποιος μπορεί να εξαλείψει το πρόβλημα.
Συμπληρώθηκαν 205 ερωτηματολόγια, οι απαντήσεις των οποίων έδειξαν τα παρακάτω: Ως σχολικό εκφοβισμό, οι μαθητές στo σύνολό τους, θεωρούν τη φυσική και τη συμβολική βία που ασκείται ή μπορεί να ασκηθεί σε βάρος τους από τους συμμαθητές τους ή τους μαθητές των άλλων τάξεων στο χώρο του σχολείου. Ιδιαίτερη έμφαση αποδίδεται στη φυσική βία κυρίως από τους μαθητές της Β΄ και της Γ΄ τάξης .
Στην ερώτηση «τι κάνεις, όταν πέφτεις ο ίδιος θύμα σχολικής φυσικής ή συμβολικής βίας και εκφοβισμού» η πλειοψηφία των μαθητών απάντησε, ότι καταφεύγει στους γονείς (ποσοστό 60%) και τους δασκάλους (ποσοστό 64%) προκειμένου να προστατέψουν τον εαυτό τους. 53 από τους μαθητές (ποσοστό 25,85%) προτιμά να το εκμυστηρευτεί σε φίλο του, 15 μαθητές (ποσοστό 7,31%) απάντησαν ότι ανταποδίδουν την ίδια βίαιη συμπεριφορά ενώ 17 (ποσοστό 8,29%) επιλέγουν να μην εκμυστηρευτούν το γεγονός σε κανέναν.
Όσον αφορά στα συναισθήματα που βιώνουν όσοι από τους μαθητές πέφτουν θύματα σχολικής βίας και εκφοβισμού, την πρώτη θέση κατέχουν –στη Β΄ και Γ΄ τάξη – ο φόβος, η ταπείνωση και η μοναξιά ενώ την πρωτιά στις μεγαλύτερες τάξεις, Δ΄, Ε΄ και ΣΤ΄, κατέχουν ο θυμός, ο φόβος και το άγχος, η ταπείνωση και η οργή ενώ κάποιοι μαθητές αν και ελάχιστοι 4 στον αριθμό, εκδήλωσαν την επιθυμία για εκδίκηση.
Στην ερώτηση «τι κάνεις όταν γίνεσαι μάρτυρας σχολικής βίας που ασκείται σε κάποιον από τους μαθητές του σχολείου σου» η πλειοψηφία των μαθητών (ποσοστό 56%) απάντησε ότι σπεύδει να βοηθήσει τα θύματα και κατόπιν (σε ποσοστό 46%) καταφεύγει στους δασκάλους και (σε μικρότερο ποσοστό 21%) στους γονείς τους. Αμέτοχοι στο γεγονός δήλωσαν 34 (ποσοστό 16,5%), ενώ αδιαφορία μόνον 4 μαθητές (ποσοστό 1,95%). Τα δε συναισθήματα που εγείρονται στα παιδιά- μάρτυρες σχολικής βίας είναι κυρίως αγανάκτηση και φόβος ενώ αδιαφορία για το γεγονός δήλωσαν μόνον 22 (ποσοστό 10,73%)
Τέλος, στο το ποιος μπορεί να εξαλείψει το φαινόμενο, η μεγάλη πλειοψηφία των μαθητών (ποσοστό 64%) απάντησε πρωτίστως οι εκπαιδευτικοί του σχολείου και δευτερευόντως οι γονείς (ποσοστό 40%) ενώ το κράτος και η αστυνομία αναφέρονται σε ποσοστό 26,8%.
Β)ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣ—ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ Ερωτηματολόγιο με θέμα: «Σχολική Βία –Σχολικός εκφοβισμός» διανεμήθηκε στους εκπαιδευτικούς που υπηρετούν στο 21ο Δημοτικό Σχολείο Καλλιθέας με στόχο να μετρήσει τις γνώσεις αυτών αναφορικά στο υπό διερεύνηση θέμα, την έκταση του φαινομένου στο χώρο του σχολείου και τη σπουδαιότητα που εκείνοι προσδίδουν στα διάφορες μορφές της σχολικής βίας όπως και τις μεθόδους που εφαρμόζουν για τη μείωση του αριθμού εκδήλωσης βίαιων πράξεων και την αποτελεσματικότητα των μεθόδων αυτών στον τρόπο αντίδρασης των μαθητών που βιώνουν άμεσα ή έμμεσα το φαινόμενο καθώς και τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν από την επίσημη Πολιτεία για την εξάλειψη του φαινομένου.
To ερωτηματολόγιο συμπλήρωσαν 22 εκπαιδευτικοί από τους οποίους οι 15 ανήκουν στην κατηγορία των ΠΕ70 και οι 7 στην κατηγορία εκπαιδευτικών ειδικοτήτας. Ο 13 από τους εκπαιδευτικούς ΠΕ 70 που υπηρετούν στο σχολείο, οι 12 κατέχουν οργανική θέση και είναι υπεύθυνοι τάξης ενώ 1 υπηρετεί ως υπεύθυνος του ολοήμερου. Από τους ΠΕ 70,από 1 έως 10 χρόνια υπηρετούν στο σχολείο οι 4(ποσοστό 30,77%) και από 21 έως 30 χρόνια υπηρετούν στο σχολείο οι 9 (ποσοστό 69,23%).
Οι εκπαιδευτικοί ειδικοτήτων, εκτός από έναν, ο οποίος κατέχει οργανική θέση υπηρετεί στο σχολείο 7 έτη, οι υπόλοιποι έξι δεν αποτελούν μόνιμο προσωπικό του σχολείου. Όσον αφορά στο φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού οι εκπαιδευτικοί απάντησαν (κατά μέσον όρον) ότι δυσχεραίνει αρκετά την ομαλή λειτουργία της σχολικής κοινότητας
Ενήμεροι για το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού δηλώνουν και οι 22 εκπαιδευτικοί ενώ άγνοια κανείς. Σε ποσοστό 70% οι δάσκαλοι αναφέρουν ότι πηγές ενημέρωσής τους αποτελούν, κατά σειρά απαντήσεων, συζητήσεις με συναδέλφους, το διαδίκτυο, οι ημερίδες και τα σεμινάρια ενώ το 30%, αναφέρει βιβλία και έντυπα περιοδικά που διαπραγματεύονται το θέμα και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης .
Το σύνολο των εκπαιδευτικών θεωρεί, κατά μέσον όρον, και τις τρεις μορφές σχολικής βίας εξίσου σοβαρές δίνοντας ένα μικρό προβάδισμα στη λεκτική βία. Όσον αφορά στα συνηθέστερα περιστατικά σχολικής βίας που διαπράττονται στο σχολείο, οι εκπαιδευτικοί απάντησαν ότι πρόκειται κυρίως για μορφές άσκησης σωματικής βίας όπως κλοτσιές, σπρωξιές και δευτερευόντως περιστατικά συναισθηματικής βίας όπως: απειλές, προσβολές, απομόνωση, αποκλεισμός από την ομάδα, περιθωριοποίηση της διαφορετικότητας.
Οι πρακτικές εξάλειψης σχολικής βίας και εκφοβισμού που θεωρούν και εφαρμόζουν οι εκπαιδευτικοί ως τις πιο αποτελεσματικές είναι: α) η καλλιέργεια κλίματος εμπιστοσύνης και κατανόησης μεταξύ των μαθητών και δασκάλων (ποσοστό 68%), β) η καλλιέργεια κλίματος εμπιστοσύνης και κατανόησης μεταξύ των μαθητών (ποσοστό 45,45%),
γ) η ανάπτυξη στρατηγικών αποφυγής εμπλοκής σε βίαιες πράξεις και προστασίας του εαυτού (ποσοστό 40,9%), δ)η ανάπτυξη στρατηγικών διαχείρισης και μείωσης αρνητικών συναισθημάτων που βιώνουν θύτες και θύματα σχολικής βίας (ποσοστό 36,36%), ε)η αφήγηση και αναπαράσταση από τους μαθητές περιστατικών βίας που έχουν βιώσει οι ίδιοι (ποσοστό 22,7%), στ) αφήγηση και αναπαράσταση από τους μαθητές περιστατικών βίας των οποίων έχουν γίνει οι ίδιοι μάρτυρες(ποσοστό 9%)
Όσον αφορά στο αν οι μαθητές αναφέρουν στο δάσκαλό τους ή σε άλλους δασκάλους τα περιστατικά βίας που βιώνουν οι ίδιοι ή οι άλλοι μαθητές, το 90% των εκπαιδευτικών απάντησε ότι οι μαθητές καταφεύγουν σε αυτούς, τις περισσότερες φορές, και στις δύο περιπτώσεις
Τέλος, πολιτικές διαχείρισης του φαινομένου τις οποίες θα έπρεπε να ακολουθούν η επίσημη Πολιτεία και οι θεσμοί, οι εκπαιδευτικοί αναφέρουν ως αναγκαίες: την ενημέρωση δασκάλων και γονέων με ημερίδες, σεμινάρια, προβολές ταινιών, συζητήσεις με ειδικούς στα σχολεία ή σε κέντρα συμβουλευτικής (ποσοστό 50%) και την ένταξη ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών σε όλα τα σχολεία (ποσοστό 25%). Από τους εκπαιδευτικούς, πέντε δεν διατύπωσαν καμιά πρόταση(ποσοστό 25%).
Γ) ΔΙΕΞΑΓΩΓΗ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΩΝ: 1. Γνώστες του φαινομένου της σχολικής βίας και του σχολικού εκφοβισμού καθώς και των αιτίων που το προκαλούν, οι εκπαιδευτικοί ως οι πρώτοι κοινωνικοί διαμεσολαβητές ερμηνεύουν τους πολιτισμικούς κανόνες των μαθητών τους και διαμορφώνουν το ανθρώπινο κλίμα της τάξης.
Μεταδίδουν στους μαθητές τις γνώσεις τους και τους καθιστούν ικανούς να κατανοούν τη φύση του φαινομένου και το περιεχόμενο του όρου(Deligianni-Kouimtzi , 2006Tsigganou,J.,Daskalaki, I.&Tsamparli, D., 2004)) καλλιεργώντας πρωτίστως κλίμα εμπιστοσύνη (στη σχέση μαθητή και δασκάλου καθώς και στη σχέση των μαθητών μεταξύ τους ως απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχή εφαρμογή και των άλλων πρακτικών εξάλειψης του φαινομένου με απώτερο στόχο την προστασία του εαυτού και την καλλιέργεια της ενσυναίσθησης των μαθητών (Goleman , 1997).
2. Οι εκπαιδευτικοί που ανήκουν στην κατηγορία των ΠΕ 70 αποτελούν στη μεγάλη τους πλειοψηφία το μόνιμο και έμπειρο διδακτικό προσωπικό του σχολείου. Θεωρούνται από τους μαθητές πρόσωπα οικεία και προσιτά και αυτό αποδεικνύεται από την έρευνα που θέλει και δασκάλους να καταγράφουν και τους μαθητές να δηλώνουν ότι στην πλειοψηφία τους καταφεύγουν στους εκπαιδευτικούς και δη στους εφημερεύοντες, 4 στον αριθμό κατά τη διάρκεια των διαλειμμάτων ( Ε.Ψ.Υ.Π.Ε), όταν εκδηλωθεί κάποιο περιστατικό βίας προσδοκώντας να λύσουν τη σύγκρουση(Ε.Ψ.Υ.Π.Ε).
Αν και αυτό αποδεικνύει ότι εκπαιδευτικοί και μαθητές καταβάλλουν συνεχείς προσπάθειες να αντιμετωπίσουν επιτυχώς το φαινόμενο και να καταστήσουν το σχολικό περιβάλλον δημοκρατικό, ανοιχτό στην κοινωνία και ασφαλές για όλους, υπάρχει και ένα ποσοστό μαθητών που δηλώνουν ότι μπορεί εναλλακτικά να καταφύγουν σε φίλο τους ή σε κανέναν ή ν΄ ανταποδώσουν την ίδια συμπεριφορά και ανέρχεται στο 41,4%.
Η συνεχόμενη μείωση όμως του αριθμού αυτού με τις κατάλληλες (προαναφερθείσες) πρακτικές θα εγγυηθεί στο μέλλον τη διατήρηση της φυσικής και ψυχολογικής υγείας των μαθητών αφού αυτό θα σημάνει και την παγίωση των επιδιωκόμενων συμπεριφορών.
3. Το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού παρότι είναι υπαρκτό, δεν αποτελεί τροχοπέδη στην ομαλή λειτουργία της σχολικής κοινότητας και τα περιστατικά βίας που εκδηλώνονται συστηματικά και απειλούν τη φυσική και ψυχική υγεία των μαθητών καταγράφονται και συζητούνται όχι μόνον διαπροσωπικό επίπεδο αλλά και σε επίπεδο συλλόγου διδασκόντων όπου και αποφασίζονται από κοινού οι πρακτικές αντιμετώπισής τους.
4. Ιδιαίτερη σημασία προσλαμβάνει το γεγονός ότι στην πλειοψηφία τους οι μαθητές δηλώνουν θετικά διακείμενοι απέναντι στα θύματα και σπεύδουν να τα βοηθήσουν ενώ αμέτοχοι και αδιάφοροι δηλώνουν το 18,45% των μαθητών. Διαπιστώνουμε αλλαγή της στάσης των μαθητών απέναντι στο φαινόμενο της βίας σε γνωστικό και συναισθηματικό επίπεδο και στις συμπεριφορικές τάσεις αυτών σε σχέση με το αντικείμενο-φαινόμενο (McGuire,1969)του σχολικού εκφοβισμού έστω και σε επίπεδο πρόθεσης.
5. Τα συναισθήματα που βιώνουν οι μαθητές ως θύματα και ως μάρτυρες βίαιων πράξεων στο χώρο του σχολείου είναι και στις δυο περιπτώσεις ο φόβος, η ταπείνωση και ο θυμός που τροφοδοτεί τον κύκλο της σχολικής βίας και του εκφοβισμού καθώς οποιαδήποτε μορφή βίας είναι ταυτόχρονα φυσική και συμβολική και διαταράσσει την ισόρροπη ανάπτυξη σώματος, ψυχής και νου των μαθητών που είναι και το ζητούμενο της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Το ποσοστό άσκησης σωματικής βίας παρατηρείται περισσότερο σε παιδιά μικρότερων τάξεων ενώ εκείνο της άμεσης λεκτικής εκδηλώνεται αυξητικά στα παιδιά των μεγαλύτερων τάξεων(Hantzi C.Chountoumadi, A.&Paterakis.L.,2000), (ΕΚΚΕ., 2006).Πρόσφατα δεδομένα από το Π.Ο.Υ. (2001-2002)έχουν επισημάνει ότι το ποσοστό των μαθητών που εκφοβίζονται στην Ελλάδα φτάνει το 8,7% , ενώ των μαθητών που εκφοβίζουν το 7,45%.
Παρόμοια είναι επίσης τα αποτελέσματα από άλλες επιδημιολογικές μελέτες στην Ελλάδα που δείχνουν ότι ένα στα δέκα παιδιά σχολικής ηλικίας έχει εμπλακεί συστηματικά σε πράξεις εκφοβισμού (Δεληγιάννη-Κουιμτζή κ.ά 2005. Ψάλτη & Κωνσταντίνου,2007
Τα δε είδη εκφοβισμού που αναπτύσσονται πιο συχνά είναι ο λεκτικός εκφοβισμός με τη μορφή διάδοσης φημών, και ο κοινωνικός αποκλεισμός (απομόνωση, αποκλεισμός από κοινωνικές συναναστροφές και παρέες) ιδιαίτερα σε μεγαλύτερες ηλικίες ενώ η σωματική βία είναι συχνότερη στις μικρότερες ηλικίες (Boulton, et.,al 2001. Smithetal., 2002). Τα ποσοστά εκδηλούμενης συναισθηματικής βίας εμφανίζονται μικρότερα γιατί οι μαθητές λόγω του συναισθήματος της ταπείνωσης και της ντροπής που βιώνουν, δυσκολεύονται να εκμυστηρευτούν τέτοιου είδους περιστατικά.
2)ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΕΝΔΥΝΑΜΩΣΗΣ ΤΟΥ ΕΑΥΤΟΥ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΒΙΑΣ Α) Το ψυχόδραμα και ο Moreno Ιδρυτής του ψυχοδράματος , ως ψυχοθεραπευτικής μεθόδου, θεωρείται ο εβραίος ψυχίατρος Jacob Levy Moreno (1892-1974). Δημιούργησε το αυτοσχέδιο πειραματικό θέατρο στο οποίο οι συμμετέχοντες ήταν ταυτόχρονα θεατρική ομάδα και κοινό. Στόχος του είναι η αναβίωση πάνω στη σκηνή της καθημερινής δράσης του ατόμου, η οποία του επιτρέπει να γνωρίσει σε βάθος τον εαυτό του και έτσι να λειτουργήσει πιο απελευθερωμένα. Είναι μια θεραπεία δράσης η οποία αποσκοπεί να ενεργοποιήσει το άτομο με αυθόρμητο και δημιουργικό τρόπο ώστε να αποτινάξει τους εγκλωβισμούς εντός των οποίων υποχρεούται να λειτουργεί.(Κ. Λέτσιος , 2006).
Β) Η διαμεσολάβηση στο δημοτικό σχολείο Η σχολική διαμεσολάβηση ή διαμεσολάβηση συνομηλίκων είναι μία μορφή διαμεσολάβησης, η οποία οργανώνεται και εφαρμόζεται στο σχολείο για την επίλυση των διαφορών μεταξύ των μαθητών. Αποτελεί μια εναλλακτική πρακτική που έρχεται να αντικαταστήσει το τιμωρητικό πειθαρχικό σύστημα και αποτελεί μια δομημένη διαδικασία με σαφή όρια: (Αρτινοπούλου,2001,2010α: 60 &2010β).
α) Γραπτή υποβολή αιτήματος του μαθητή που αντιμετωπίζει πρόβλημα, στον διαμεσολαβητή. β) Ο διαμεσολαβητής έρχεται σε επικοινωνία με κάθε πλευρά ξεχωριστά, ενημερώνει και τα δυο μέρη και εγγυάται εμπιστευτικότητα. γ)Εφόσον οι δυο πλευρές συμφωνήσουν, ο διαμεσολαβητής ορίζει την ημερομηνία συνάντησης.
δ )Οι δυο πλευρές συστήνονται και ο διαμεσολαβητής ανακοινώνει της αρχές διαμεσολάβησης με τις οποίες οι δυο πλευρές πρέπει να συμφωνήσουν. ε) Κάθε πλευρά εκφράζει τη δική της άποψη για το συμβάν καθώς και τα συναισθήματά της.
στ) Ο διαμεσολαβητής συνοψίζει όσα αναφέρθηκαν και ζητά από τις δύο πλευρές να προτείνουν λύσεις. ζ) Από τις προτεινόμενες λύσεις επιλέγουν μία από κοινού αποδεκτή ως τελική λύση και μια δεύτερη εναλλακτική.
η)Ορίζεται νέα ημερομηνία ανατροφοδότησης και συζήτησης σχετικά με την πορεία της συμφωνίας. θ) Η διαδικασία ολοκληρώνεται με την υπογραφή συμφωνητικού και από τις τρεις πλευρές. (Αρτινοπούλου,2010α:80-81. Αρτινοπούλου, Καλαβρή &Μιχαήλ2010 Θάνος, Κολοφωτιά &Χατζάκη,2011:50)
Γ) Οι ρίζες της ενσυναίσθησης Η ενσυναίσθηση οικοδομείται πάνω στην αυτοεπίγνωση. Όσο περισσότερο ανοικτοί είμαστε στις ίδιες μας τις συγκινήσεις, τόσο περισσότερο ικανοί θα είμαστε στο να αντιληφθούμε τα συναισθήματα. Συναισθανόμαστε με τον άλλον σημαίνει ότι νοιαζόμαστε: ο πόνος του άλλου είναι και δικός μας.
Ο Μάρτιν Χόφμαν ισχυρίζεται ότι οι ρίζες της ηθικής πρέπει να αναζητηθούν στην ενσυναίσθηση, επειδή ακριβώς αυτή η ενσυναισθητική αντίδραση απέναντι στο εν δυνάμει θύμα, κάποιον που υποφέρει, κινδυνεύει ή στερείται τα ουσιώδη, και η συνακόλουθη συμμετοχή στη δυστυχία του είναι που παρακινεί τους ανθρώπους να προσφέρουν τη βοήθειά τους. Η ικανότητα ενσυναισθητικής επαφής- μπαίνω στη θέση του άλλου- είναι που οδηγεί τους ανθρώπους να ακολουθούν ηθικές αρχές (MartinL. Hoffman,1984).
Toσχολείο των συναισθημάτων(D. Goleman,1997)καλλιεργεί: Α) τη συναισθηματική αυτοεπίγνωση: Αναγνώριση-κατονομασία-αιτίες πρόκλησης των συναισθημάτων και κατανόηση αυτών και της διαφοράς μεταξύ συναισθημάτων και πράξεων
Β) το χειρισμό των συναισθημάτων: Μεγαλύτερη ανοχή στην απογοήτευση, έλεγχο του θυμού, θετικά συναισθήματα για τον εαυτό-το σχολείο-την οικογένεια, λιγότερη μοναξιά και κοινωνικό άγχος, εστίαση στο καθήκον
Γ) Ενσυναίσθηση: αντίληψη των συναισθημάτων των άλλων Ικανότητα κατανόησης των απόψεων και ευαισθησία στα συναισθήματα των άλλων, προσεκτική ακρόαση των άλλων.