ιστοριογραφιΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ Προπτυχιακό μάθημα επιλογής Διδάσκουσα: Ελένη Γέμτου
ΤΕΧΝΗ vs. ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΕΧΝΗ Υποκειμενικότητα Ελευθερία έκφρασης Φορέας αξιών ΕΠΙΣΤΗΜΗ Διυποκειμενικότητα Αυστηρή γλώσσα Ουδετερότητα Νομολογικός χαρακτήρας με δυνατότητες πρόβλεψης
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΜΕ ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΤΙΣ ΜΕΘΟΔΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΒΑΘΜΟΥΣ ΙΣΧΥΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΟΝΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ Εξήγηση Διυποκειμενικότητα Ουδετερότητα Νομολογικός χαρακτήρας με προγνωστική δυνατότητα ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ Εξήγηση & Ερμηνεία Το γενικό προσαρμόζεται στο ειδικό που ερμηνεύεται και κατά περίπτωση ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ / AΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ Ερμηνεία Ενισχυμένη υποκειμενικότητα Χαλαρός κανονιστικός χαρακτήρας χωρίς δυνατότητες πρόγνωσης
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ = Ανθρωπιστικh / Πνευματικh Επιστhμη (Humanities / Geisteswissenschaften)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ = Παραδοσιακά, η κεντρική μέθοδος των Ανθρωπιστικών Επιστημών ΕΡΜΗΝΕΙΑ = Παραδοσιακά, η κεντρική μέθοδος των Ανθρωπιστικών Επιστημών. Θεμελιώδης αρχή της ερμηνευτικής θεωρίας είναι ότι κατανοούμε ένα πνευματικό έργο σε σχέση με κάποιο σημείο αναφοράς.
1η φάση της Ερμηνευτικής («Προκριτική», κλασικοί χρόνοι έως 19ο αι 1η φάση της Ερμηνευτικής («Προκριτική», κλασικοί χρόνοι έως 19ο αι.) Θρησκευτικά και κοσμικά κείμενα ερμηνεύονται με αναφορές σε παραδειγματικά χωρία της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, και σε πρότυπα της Κλασικής Αρχαιότητας αντίστοιχα. Ο Δάντης (Il Convivio, 1304-7) αναφέρει 4 ερμηνευτικά στάδια: 1. γραμματικό 2. αλληγορικό 3. ηθικό 4. αναλογικό
2η φάση της Ερμηνευτικής (16ος-1ο μισό 20ου αι 2η φάση της Ερμηνευτικής (16ος-1ο μισό 20ου αι.) Αποδέσμευση από την αναφορά σε δογματικούς κανόνες. Το σημείο αναφοράς, μέσα από το οποίο γίνεται κατανοητό το πνευματικό έργο, είναι το ιστορικό-πολιτισμικό του πλαίσιο και κατ’ επέκταση οι προθέσεις του δημιουργού του. Η ερμηνευτική διαδικασία αποκτά κυκλικό χαρακτήρα, καθώς κείμενο και πλαίσιο (επί μέρους και όλο) συνδιαμορφώνονται.
Friedrich Schleiermacher (1768-1834): Γερμανός θεολόγος, που πρώτος έκανε λόγο για μια καθολική εφαρμογή της Ερμηνευτικής για την κατανόηση όλων των πνευματικών έργων και που συνέβαλε καθοριστικά στη διαμόρφωση της σε κεντρική μέθοδο των Ανθρωπιστικών Επιστημών. Wilhelm Dilthey (1833-1911): Γερμανός φιλόσοφος. Καθιέρωσε την ερμηνεία ως την κατεξοχήν μέθοδο των Aνθρωπιστικών Eπιστημών και τη διαχώρισε από την εξήγηση των Εμπειρικών Επιστημών. Όρισε την ερμηνεία ως κατανοητική μέθοδο που πραγματοποιείται μέσα από εμπειρικές και διαισθητικές διαδικασίες.
3η φάση της Ερμηνευτικής (2ο μισό 20ου αι 3η φάση της Ερμηνευτικής (2ο μισό 20ου αι.- σήμερα) Σημείο αναφοράς για την ερμηνεία γίνεται ο ίδιος ο ερμηνευτής και οι υποκειμενικές του προθέσεις. Ο ερμηνευτής και το περιβάλλον του αποτελούν τον νέο γνωστικό παράγοντα, μέσα από τον οποίο γίνεται κατανοητό το πνευματικό έργο.
Edmund Husserl (1859-1938): Ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο διαμορφώνεται μέσα από υποθέσεις που στοιχειοθετούμε ανάλογα με τις πρότερες εμπειρίες μας. Martin Heidegger (1889-1976): Η ύπαρξη μας είναι απόλυτα εξαρτημένη από τον κόσμο που μας περιβάλλει, τον οποίο κατανοούμε μόνο μέσα από ερμηνευτικές διαδικασίες. Η γλώσσα αποτελεί ερμηνευτικό εργαλείο κατανόησης του κόσμου. Μέσα από αυτή, αλλά και από την τέχνη, αποκαλύπτεται η αλήθεια.
Hans Georg Gadamer (1900-2002): Δεν υπάρχει δυνατότητα εύρεσης της αλήθειας, καθώς κάθε προσέγγιση μας στον κόσμο συνδιαμορφώνεται μέσα από τις προϋπάρχουσες εμπειρίες. Δεν είναι δυνατή η μετάθεση του πνεύματος του ερμηνευτή σε αυτό του δημιουργού για την κατανόηση του έργου. Κατά την ερμηνεία πραγματοποιείται συνδιαλλαγή πνευματικών οριζόντων. Ένα έργο τέχνης μπορεί να έχει περισσότερες σημασίες, ανάλογα με την εποχή και τον πνευματικό ορίζοντα του ερμηνευτή.
Θεωρία της Υποδοχής Διαμόρφωσε νέο παράδειγμα στους χώρους της ιστορίας και της κριτικής της λογοτεχνίας, του κινηματογράφου και της τέχνης, θέτοντας στο επίκεντρο την ερμηνεία του έργου από τον αποδέκτη του ως την κεντρική παράμετρο για τη διερεύνηση της εξέλιξης της τέχνης σε όλες της τις μορφές. Hans Robert Jauss (1921-1997): Προσεγγίζει την ιστορία της λογοτεχνίας ως ιστορία υποδοχής των λογοτεχνικών έργων από διαφορετικούς αναγνώστες μέσα στο πέρασμα του χρόνου (“The Change of Paradigm of Literary Scholarship”, 1969). Εισήγαγε τον όρο του «ορίζοντα προσδοκιών» που λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος μεταξύ λογοτεχνίας και κοινωνίας (άμεση συσχέτιση ιστορίας και ιστορίας της λογοτεχνίας). Η υποδοχή επαναδιαμορφώνει τα νοήματα των κειμένων. Σημαντικά είναι τα έργα που ξεπερνούν τις προσδοκίες μας.
Wolfgang Iser (1926-): Σημαντικός για τη συμβολή του στη θεμελίωση της θεωρίας της υποδοχής στον χώρο της λογοτεχνικής ιστοριογραφίας. Κάνει λόγο για συνδιαλλαγή των οριζόντων του κειμένου και του αναγνώστη στη διαμόρφωση νοημάτων. Διακρίνει δύο είδη αναγνωστών: τον «υποδηλούμενο» & τον «πραγματικό». Το καλό κείμενο έχει τη δυναμική ανανέωσης των πνευματικών οριζόντων του αναγνώστη.
Stanley Fish (1938): Αμερικανός θεωρητικός της λογοτεχνίας. Καθιερώνει τον όρο της «ερμηνευτικής κοινότητας», μέσα στην οποία διαμορφώνεται ο αναγνώστης σε ιστορικό, πολιτισμικό, γεωγραφικό και πολιτικό επίπεδο. Ο αναγνώστης προσεγγίζει το κείμενο μέσα από τις προϋπάρχουσες αξίες και γνώσεις του (που συνδέονται με την ερμηνευτική κοινότητα στην οποία ανήκει), πραγματοποιεί ερμηνεία, η οποία αξιολογείται ως προς την εγκυρότητα και τη δυναμική της από τα μέλη της ερμηνευτικής κοινότητας. Το καλό λογοτεχνικό κείμενο οφείλει να αιφνιδιάζει τον αναγνώστη, π.χ. «Paradise Lost» του John Milton (17ος αι.)
Η θεωρία της υποδοχής στην ιστοριογραφία της τέχνης Δύο ειδών προσεγγίσεις: 1. πλαισιοκρατική-ιστοριστική 2. ψυχολογική
Πλαισιοκρατική-ιστοριστική θεωρία υποδοχής Διερευνώνται οι τρόποι πρόσληψης των έργων από το κοινό, το οποίο έχει συγκεκριμένες προσδοκίες διαμορφωμένες στο πλαίσιο της ιστορικής κοινότητας που ανήκει. Wolfgang Kemp (1946): Γερμανός ιστορικός της τέχνης. Θεμελίωσε τη θεωρία της αισθητικής της υποδοχής, σύμφωνα με την οποία η φαντασία του ερμηνευτή καθοδηγείται από εγγενείς κώδικες του έργου, αλλά και από το πλαίσιο στο οποίο παρατηρείται.
Ψυχολογική θεωρία της υποδοχής Ψυχολογική θεωρία της υποδοχής Ernst Gombrich (1909-2001): Αυστριακός ιστορικός της τέχνης, για τον οποίο η διαμόρφωση του νοήματος ενός έργου τέχνης αποτελεί σύνθετη διαδικασία που επιτυγχάνεται με ψυχολογικούς όρους και στηρίζεται στην προϋπάρχουσα γνώση και εμπειρία του ερμηνευτή: «μερίδιο του θεατή». Art and Illusion (1961): Η πρόσληψη της ιλουζιονιστικής ζωγραφικής ως ανάκλασης του πραγματικού είναι αποτέλεσμα εκπαίδευσης του δυτικού ανθρώπου. Rudolf Arnheim (1904-2007): Γερμανός ψυχολόγος και θεωρητικός της τέχνης, ο οποίος ακολουθώντας τις αρχές της Gestalt Psychologie διερεύνησε τους τρόπους που προσλαμβάνουμε τα καλλιτεχνικά έργα μέσα από τα οπτικά στοιχεία της ισορροπίας, του σχήματος, της μορφής, του χώρου, του φωτός, του χρώματος και της κίνησης.
Κριτική στις ψυχολογικές θεωρίες υποδοχής: Προϋποθέτουν απαθή και αμέτοχο στο κοινωνικό γίγνεσθαι ερμηνευτή.
Μεταμοντερνισμός & Ερμηνευτική Στο πλαίσιο του μεταμοντέρνου παραδείγματος, η ερμηνεία ως μέθοδος διαμόρφωσης νοήματος (είτε του ενός και μοναδικού, είτε περισσοτέρων) έχει επιδεχτεί έντονη κριτική, στο σημείο που να αμφισβητείται η σημασία της στον χώρο των ανθρωπιστικών επιστημών. Susan Sontag, Against Interpretation (1963): «Η επιθυμία μας να ερμηνεύουμε τα έργα τέχνης, ταυτίζεται με μια επιθυμία αντικατάστασης τους με ένα νόημα, που δεν αποτελεί οντολογικό στοιχείο τους, προέρχεται από τον χώρο της νόησης και είναι εντελώς ξένο ως προς αυτά» .
Σκοποί της ερμηνείας ως μεθόδου των πνευματικών επιστημών Σκοποί της ερμηνείας ως μεθόδου των πνευματικών επιστημών Α. Φιλολογία 1. Η ανάλυση φιλολογικών κειμένων (φιλολογική ερμηνευτική-κειμενοκεντρική προσέγγιση) Η διερεύνηση των τρόπων που προσλαμβάνουμε τα νοήματα των φιλολογικών κειμένων (φιλοσοφική ερμηνευτική-ανθρωποκεντρική προσέγγιση). Στη φιλολογική ερμηνευτική προτείνονται: Η μετάθεση του πνεύματος του ερμηνευτή σε αυτό του δημιουργού (ενσυναίσθηση). Η εμπειρική έρευνα πηγών πλαισιοκρατικού χαρακτήρα. Η μελέτη των δομών του ίδιου του έργου. Η έρευνα για την υποδοχή του έργου από το σύγχρονο και μεταγενέστερο κοινό.
Στη φιλοσοφική ερμηνευτική, η διερεύνηση γενικών αρχών για την πρόσληψη νοημάτων πραγματοποιείται με: Αναφορές σε φιλοσοφικές και επιστημονικές θεωρίες για τους τρόπους πρόσληψης και κατανόησης της πραγματικότητας με σκοπό τη συγκρότηση υποθέσεων.
Β. Ιστοριογραφία της Τέχνης Ερευνητικές κατευθύνσεις: Τεχνοϊστορική έρευνα/μέθοδος (εργοκεντρική προσέγγιση) Ανάλυση των καλλιτεχνικών έργων Πλαισιοκρατική περιγραφή της εξέλιξης της τέχνης 2. Φιλοσοφική έρευνα/μέθοδος (ανθρωποκεντρική προσέγγιση) • Ορισμός των αρχών κατανόησης και ερμηνείας των καλλιτεχνικών έργων • Ορισμός των αρχών που επιτρέπουν την κατανόηση της εξέλιξης της τέχνης
Τεχνικές της τεχνοϊστορικής έρευνας/μεθόδου Μετάθεση του πνεύματος του ερμηνευτή σε αυτό του δημιουργού (ενσυναίσθηση). Έρευνα πηγών πλαισιοκρατικού χαρακτήρα. Μελέτη των δομών του ίδιου του έργου. Έρευνα για την υποδοχή του έργου από το σύγχρονο και μεταγενέστερο κοινό. Τεχνικές της φιλοσοφικής έρευνας/μεθόδου Συγκρότηση θεωριών που βρίσκονται σε άμεση συνάρτηση με ισχύουσες φιλοσοφικές και επιστημονικές θεωρίες για τους τρόπους πρόσληψης και κατανόησης της πραγματικότητας.
Φιλοσοφική Μέθοδος στην Ιστοριογραφία της Τέχνης Φιλοσοφική Μέθοδος στην Ιστοριογραφία της Τέχνης Μέθοδοι μοντέρνας περιόδου (1ο μισό 20ου αι.): Εικονογραφία, Εμπειρογνωμοσύνη, Φορμαλισμός, Μαρξισμός, Ψυχαναλυτική. Μέθοδοι μεταμοντέρνας περιόδου (2ο μισό 20ου αι.& 21ος αι.): Σημειωτική, Φεμινιστική, Νέο-ψυχαναλυτική, Μετα-αποικιακή.
Ρητορικά εργαλεία της ιστοριογραφίας της τέχνης Στο πλαίσιο της τεχνοϊστορικής έρευνας: Ιστοριστικό Αφήγημα Στο πλαίσιο της φιλοσοφικής έρευνας: Θεωρίες & Μέθοδοι
Το Ιστοριστικό Αφήγημα Ιστορισμός = Πνευματικό ρεύμα του 18ου και 19ου αι. στη Γερμανία με σημαντικούς εκπροσώπους τους Leopold von Ranke (1795–1886), Johann Gustav Droysen (1808–1884) και Friedrich Meinecke (1862–1954). Κοινό αίτημα: η καταγραφή της ανθρώπινης ιστορίας με βάση την κριτική εξέταση των πηγών κάθε εποχής. Εναντίωση στα: 1. Εγελιανό σύστημα 2. Μεθοδολογικό μονισμό μεταξύ ιστορικών και εμπειρικών επιστημών. Ιστοριστικό αφήγημα = Το παραδοσιακό κατεξοχήν ρητορικό εργαλείο, με τα εξής χαρακτηριστικά γνωρίσματα: • Είναι οργανωμένο χρονολογικά • Επικεντρώνεται σε ένα είδος συνεκτικής ιστορίας • Είναι περισσότερο περιγραφικό παρά αναλυτικό • Έχει συγκεκριμένο χαρακτήρα, με συγκεκριμένες αναφορές (αποφεύγει γενικεύσεις) • Προσεγγίζει τα έργα σε σχέση με τους δημιουργούς τους και το ιστορικό τους πλαίσιο
Κατηγορίες αφηγημάτων στον χώρο της ιστοριογραφίας της τέχνης Κατηγορίες αφηγημάτων στον χώρο της ιστοριογραφίας της τέχνης α) οι βιογραφίες β) τα αφηγήματα (μεγάλα ή μικρότερα) με γενικό πλαισιοκρατικό χαρακτήρα, και γ) τα αφηγήματα (μεγάλα ή μικρότερα) με ειδικό πλαισιοκρατικό χαρακτήρα.
Α) Βιογραφία Υπάρχει από την αρχαιότητα και αποτελεί την πιο πρώιμη μορφή καταγραφής της ιστορίας της τέχνης. Κορυφώνεται στην Αναγέννηση με τον Giorgio Vasari, ενώ συνεχίζει να υφίσταται και έως τις μέρες μας. Τα καλλιτεχνικά έργα μελετώνται σε συνάρτηση με τη ζωή και την προσωπικότητα του δημιουργού τους, ενώ λαμβάνονται υπόψη στοιχεία του ιστορικού, κοινωνικού και πολιτισμικού γίγνεσθαι της εποχής του.
Β) Αφηγήματα με γενικό πλαισιοκρατικό χαρακτήρα Τα καλλιτεχνικά έργα προσεγγίζονται ως μέρη της εποχής που τα παρήγαγε. Τα μεγάλα αφηγήματα καλύπτουν συνήθως την ιστορία της τέχνης από τις απαρχές της έως και τη σύγχρονη εποχή, ενώ τα μικρότερα παρουσιάζουν συγκεκριμένες χρονικές περιόδους, γεωγραφικές περιοχές, καλλιτεχνικές ομάδες ή ακόμη και αναλύσεις μεμονωμένων έργων. Ο Πετράρχης (1304-74) διαμόρφωσε το πρότυπο του κυκλικού μοντέλου εξέλιξης της ιστορίας, το οποίο γρήγορα πέρασε και στον τεχνο-ιστορικό χώρο. Στηρίζεται στη θεωρία ότι η τέχνη εξελίσσεται σε μια διαδοχή φάσεων, αντίστοιχων με αυτών του βιολογικού κύκλου. Στο πλαίσιο ποιοτικής προσέγγισης χρησιμοποιούνται οι μεταφορές της ανάπτυξης, της ωριμότητας και της πτώσης για να χαρακτηρίσουν την έναρξη, την κορύφωση και το τέλος μιας καλλιτεχνικής περιόδου. Ιστορικοί που προτιμούν περιγραφικές προσεγγίσεις αποφεύγουν αξιολογήσεις χρησιμοποιώντας τους όρους της πρώιμης, μέσης και ύστερης εποχής.
Γ) Αφηγήματα (μεγάλα ή μικρότερα) με ειδικό πλαισιοκρατικό χαρακτήρα Γ) Αφηγήματα (μεγάλα ή μικρότερα) με ειδικό πλαισιοκρατικό χαρακτήρα Επικεντρώνονται σε συσχετίσεις και αλληλεπιδράσεις κοινωνικών, πολιτισμικών και πνευματικών φαινομένων με τις εικαστικές τέχνες. Για παράδειγμα διερευνώνται οι σχέσεις της τέχνης με τη φιλοσοφία, την επιστήμη ή τη θρησκεία.
Ρητορικά εργαλεία της φιλοσοφικής έρευνας/μεθόδου στην ιστοριογραφία της τέχνης Σκοπός της φιλοσοφικής έρευνας • Ο ορισμός των αρχών κατανόησης και ερμηνείας έργων τέχνης. • Ο ορισμός των αρχών που επιτρέπουν την κατανόηση της εξέλιξης της τέχνης. Η φιλοσοφική μέθοδος συγκροτήθηκε τον 20ο αι. και υφίσταται έως σήμερα. Ρητορικά εργαλεία της φιλοσοφικής μεθόδου Η θεμελίωση θεωρίας που οδηγεί στη διαμόρφωση μεθόδου για την ανάλυση των καλλιτεχνικών έργων και την καταγραφή της εξέλιξης τους στον χρόνο. Δεν υφίσταται αφήγημα χωρίς θεωρητική υποδομή.
Στάδια εργασίας: • Διατύπωση υπόθεσης για την εξήγηση των αρχών κατανόησης & ερμηνείας των καλλιτεχνικών έργων ή της εξέλιξης της τέχνης στον χρόνο. • Ορθολογική θεμελίωση της θεωρίας και ενίσχυση της εγκυρότητας της μέσα από αναφορές σε προϋπάρχουσες έγκυρες φιλοσοφικές και επιστημονικές θεωρίες. • Διαμόρφωση μεθόδου στηριγμένη στη συγκεκριμένη θεωρία, ως εφαρμογή της στην ανάλυση των καλλιτεχνικών έργων και την καταγραφή της εξελικτικής τους πορείας.
Εικονογραφία, Εμπειρογνωμοσύνη, Φορμαλισμός, Μαρξισμός, Ψυχαναλυτική. Θεωρίες / Μέθοδοι μοντέρνας περιόδου (1ο μισό 20ου αι.) Εικονογραφία, Εμπειρογνωμοσύνη, Φορμαλισμός, Μαρξισμός, Ψυχαναλυτική. Θεωρίες / Μέθοδοι μεταμοντέρνας περιόδου (2ο μισό 20ου αι. & 21ος αι.) Σημειωτική, Φεμινιστική, Νέο-ψυχαναλυτική, Μετα- αποικιακή.
Βασικές διαφορές μεταξύ μοντέρνου και μεταμοντέρνου παραδείγματος Βασικές διαφορές μεταξύ μοντέρνου και μεταμοντέρνου παραδείγματος Μοντέρνο παράδειγμα: • Υπάρχει μια σωστή ερμηνεία των καλλιτεχνικών έργων που σχετίζεται με τον δημιουργό και το πολιτισμικό του πλαίσιο. • Υπάρχουν κάποιες γενικές αρχές, κοινές σε όλα τα υποκείμενα, που ορίζουν τους τρόπους πρόσληψης και κατανόησης του κόσμου. • Η τέχνη εξελίσσεται, με την έννοια ότι αλλάζει με το πέρασμα του χρόνου, και ο ιστορικός έχει τη δυνατότητα και την ικανότητα να εντοπίσει, να κατανοήσει και να καταγράψει αυτές τις αλλαγές, λόγω των διυποκειμενικών αρχών πρόσληψης. • Στο κέντρο όλων των πνευματικών δραστηριοτήτων (άρα και της τέχνης) είναι ο άνθρωπος ως αυτόνομο και σκεπτόμενο υποκείμενο που καθορίζει με την ελεύθερη βούληση το πολιτισμικό περιβάλλον του.
Μεταμοντέρνο παράδειγμα • Τα πολιτισμικά συστήματα προϋπάρχουν των υποκειμένων, και αυτά είναι που ορίζουν τους καλλιτέχνες και τις δημιουργίες τους. • Δεν έχει νόημα για τον ερμηνευτή να γνωρίζει τις προθέσεις του καλλιτέχνη ή το ιστορικό του πλαίσιο. Η κατανόηση του καλλιτεχνικού έργου είναι μόνο εφικτή μέσα από τις αρχές του ίδιου του συστήματος, στο οποίο ανήκει (αυτό δηλαδή της τέχνης). • Δεν υπάρχει η μία και σωστή ερμηνεία, αλλά περισσότερες που σχετίζονται με την υποκειμενικότητα του ερμηνευτή. • Οι ερμηνείες αυτές είναι αληθείς μόνο στο βαθμό τυπικής αλήθειας (έχουν δηλαδή εσωτερική συνοχή και συνέπεια), δεν αφορούν τις προθέσεις του καλλιτέχνη και το ιστορικό-πολιτισμικό του πλαίσιο, αλλά συνδέονται άμεσα με το πνεύμα του ερμηνευτή. • Σε πιο ακραίες μεταμοντέρνες θεωρίες, απορρίπτεται η ύπαρξη ιστορίας της τέχνης, ακυρώνεται η δυνατότητα τεχνοϊστορικής ανάλυσης και υποστηρίζεται ότι τα καλλιτεχνικά έργα μπορούν να «διαβαστούν» μόνο μέσα από τους σύγχρονους του ερμηνευτή κώδικες.