ΜΕΤΑ-ΚΕΫΝΣΙΑΝΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ

Slides:



Advertisements
Παρόμοιες παρουσιάσεις
Αποφάσεις Τιμολόγησης
Advertisements

Εισαγωγή στην Οικονομική ΤΟΜΟΣ Α΄
Σχέση ισοτιμίας και εισοδήματος
Βασική πολιτική μικροοικονομία Μάνθος Ντελής. Ελεύθερη αγορά  Τα τελευταία χρόνια έχει δοθεί μεγάλο βάρος στη σπουδαιότητα της έννοιας ελεύθερη αγορά.
Εισαγωγή στην Οικονομική ΤΟΜΟΣ Α΄
Οικονομική κρίση και καταναλωτική συμπεριφορά
ΤΙΜΟΛΟΓΗΣΗ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑ: ΚΟΣΤΟΛΟΓΗΣΗ ΓΙΑ ΑΡΤΟΠΟΙΕΙΟ ΖΑΧΑΡΟΠΛΑΣΤΕΙΟ
ΤΙΜΟΛΟΓΗΣΗ II Φαίδων Θεοφανίδης
Ανάπτυξη Επιχειρηματικότητας: από την ιδέα στην υλοποίηση Δρ. Εμμανουήλ Αλεξανδράκης 28/05/2004.
Τραπεζική Ι Κ.1 Ο ρόλος και η λειτουργία ενός τραπεζικού οργανισμού
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΤΙΜΟΛΟΓΗΣΗ I Φαίδων Θεοφανίδης
ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΖΗΤΗΣΗ 10η Διάλεξη.
Διαμεσολάβηση και πραγματική οικονομία
© 2007 Εκδόσεις Κριτική Εισαγωγή στην Οικονομική ΤΟΜΟΣ Β’ David Begg S. Fischer, R. Dornbusch.
ΠΑΡΑΓΩΓΗ 5η Διάλεξη.
ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΖΗΤΗΣΗ ΚΑΙ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΠΡΟΣΦΟΡΑ
Βασικές Οικονομικές Έννοιες
Εισαγωγή στην Οικονομική ΤΟΜΟΣ Α΄
1 Προϋπολογισμός 2007 Δεκέμβριος Ποια είναι τα κριτήρια αξιολόγησης του Κρατικού προϋπολογισμού ; Ο προϋπολογισμός του 2007, όπως και κάθε προϋπολογισμός,
Εισαγωγή στην Οικονομική ΤΟΜΟΣ Α΄
Συνολική Ζήτηση Εθνικό Εισόδημα Εθνικό Προϊόν Εθνική Δαπάνη
Κοινωνικοοικονομική Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη 4η
Κοινωνικοοικονομική Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη 3η
Κεφάλαιο 7 Δημόσια οικονομικά σε καθεστώς πλήρους απασχόλησης Μακροοικονομία.
Ερμηνεία Όρων που Χρησιμοποιούνται στο Μάθημα Απόδοση Προϊόντων Ο όρος «απόδοση προϊόντος» περιγράφει το ποσοστό της πρώτης ύλης που θα καταλήξει στο πιάτο,
ΕΝΟΤΗΤΑ 8η ΤΕΙ ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ - ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ - ΣΑΒΒΑΣ ΚΑΤΕΡΕΛΟΣ.
ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ 1. Μέσω των δημοσίων δαπανών πραγματοποιούνται όλοι οι στόχοι του κράτους, όπως : 1.Η ανακατανομή των πόρων της οικονομίας. 2.Η επέκταση.
1 ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΜΟΝΟΠΩΛΙΑΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΔΙΑΛΕΞΗΣ Βαγής Σαμαθρακής 2 ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΟΝΟΠΩΛΙΑΚΩΝ ΑΓΟΡΩΝ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΣΤΟ ΜΟΝΟΠΩΛΙΟ ΜΟΝΟΠΩΛΙΟ &
ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΛΕΞΗ 7η Περί Χρήματος. ΧΡΗΜΑ Χρήμα (Money) οτιδήποτε γενικά αποδεκτό στις συναλλαγές. Λειτουργεί ως:  Μέτρο υπολογισμού αξιών και.
Επιχειρηματικό Σχέδιο Ελαστικότητα Ζήτησης Επιχειρηματικό Σχέδιο.
Μικροοικονομική Θεωρία και Πολιτική Ενότητα 2: ΖΗΤΗΣΗ. Διάλεξη 3. Γεώργιος Θεοδοσίου, Αναπληρωτής Καθηγητής, Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων, T.E.I. Θεσσαλίας.
Το κόστος της παραγωγής Κεφάλαιο 13 Copyright © 2001 by Harcourt, Inc. All rights reserved. Requests for permission to make copies of any part of the work.
Εισαγωγή στην Οικονομική Ι Θεωρία παραγωγής και κόστους.
ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΟΧΛΕΥΣΗΣ Επιμέλεια: Ειρήνη Μανωλοπούλου, Διδάκτωρ Οικονομικών Επιστημών, Διδάσκουσα Τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων Πατρών σύμφωνα με το Π.Δ.
Τι είναι Χρηματοδοτική Διοίκηση;...τομέας των χρηματοοικονομικών ο οποίος ασχολείται κυρίως με τη διοίκηση μιας επιχείρησης Βασικές Χρηματοοικονομικές.
ΒΑΣΙΚΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΜΕΓΕΘΗ – ΑΝΑΛΥΣΗ ΝΕΚΡΟΥ ΣΗΜΕΙΟΥ Γ. Καμπουρίδης 9/26/ Βασικά Οικονομικά Μεγέθη - Ανάλυση Νεκρού Σημείου.
1 ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ. ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΩΝ ΑΓΟΡΩΝ 1 2 Στην αγορά συμμετέχουν πολλοί αγοραστές και πωλητές Τα προσφερόμενα.
Χρηματοοικονομική Ανάλυση …η διαδικασία άντλησης οικονομικών πληροφοριών από τα χρηματοοικονομικά στοιχεία μιας εταιρείας. Η χρηματοοικονομική ανάλυση.
ΜΕΘΟΔΟΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΝΕΚΡΟΥ ΣΗΜΕΙΟΥ
Απλή Κεφαλαιοποίηση Κεφάλαιο ονομάζουμε το χρηματικό ποσό που όταν δανειστεί ή αποταμιευτεί αποκτά παραγωγική ικανότητα. Οι χρηματοοικονομικές αγορές αναπτύχθηκαν.
ΕΝΟΤΗΤΑ 1η ΤΕΙ ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ - ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ - ΣΑΒΒΑΣ ΚΑΤΕΡΕΛΟΣ.
1 Σχέση ισοτιμίας και εισοδήματος Οικονομική πολιτική Βραχυχρόνιες-μακροχρόνιες επιπτώσεις.
Διάλεξη 7 Μακροοικονομία. Κεϋνσιανός Σταυρός Πραγματική δαπάνη (Υ): το ποσό που τα νοικοκυριά, οι επιχειρήσεις και το κράτος δαπανούν σε αγαθά και υπηρεσίες,
Μακροοικονομία Διάλεξη 8. Ισορροπία στο Υπόδειγμα IS-LM Καμπύλη IS: ισορροπία στην αγορά αγαθών Υ = C(Y – T) + I(r) + G Καμπύλη LM: ισορροπία στην αγορά.
Μακροοικονομία Διάλεξη 5. Πληθωρισμός: μετράει τη μεταβολή του γενικού επιπέδου των τιμών Τα αίτια του Πληθωρισμού 1)Η θεωρία του πληθωρισμό ζήτησης:
Μακροοικονομία Διάλεξη 6. Ανεργία Τριβής: (βραχυχρόνια) είναι το ελάχιστο επίπεδο ανεργίας σε μια οικονομία. Η ανεργία που οφείλεται στο χρόνο που είναι.
Απλή Κεφαλαιοποίηση Κεφάλαιο ονομάζουμε το χρηματικό ποσό που όταν δανειστεί ή αποταμιευτεί αποκτά παραγωγική ικανότητα. Οι χρηματοοικονομικές αγορές.
Αριθμοδείκτης ιδίων προς συνολικά κεφάλαια
Εισαγωγή στις δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
Μικροοικονομία Διάλεξη 1.
Αξιολόγηση Εναλλακτικών Επιλογών.
M. PARKIN, M. POWELL, K. MATTHEWS
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ
ΣΧΟΛΗ: ΤΕΧΝΟΛΟΓΩΝ ΓΕΩΠΟΝΩΝ & ΤΕΧΝΟΛΟΓΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ
ΝΕΚΡΟ ΣΗΜΕΙΟ (Break-even point)
ΤΕΙ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΣΧΟΛΗ: ΤΕΧΝΟΛΟΓΩΝ ΓΕΩΠΟΝΩΝ & ΤΕΧΝΟΛΟΓΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΤΜΗΜΑ: ΤΕΧΝΟΛΟΓΩΝ ΓΕΩΠΟΝΩΝ.
Ενότητα 10: Καμπύλες κόστους
Ανοικτά Ακαδημαϊκά Μαθήματα στο ΤΕΙ Ιονίων Νήσων
ΟΡΙΣΜΟΣ ΑΓΟΡΑΣ.
Η έννοια της επιχείρησης
MICRO: Ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των πολύ μικρών επιχειρήσεων σε αγροτικές περιοχές Ενότητα No.5: Πρόσβαση των πολύ μικρών επιχειρήσεων αγροτικών.
Αρχές Χρηματοοικονομικής Διοίκησης
Η μέθοδος της συνεισφοράς
Απλή Κεφαλαιοποίηση Κεφάλαιο ονομάζουμε το χρηματικό ποσό που όταν δανειστεί ή αποταμιευτεί αποκτά παραγωγική ικανότητα. Οι χρηματοοικονομικές αγορές.
ΜΕΤΑ-ΚΕΫΝΣΙΑΝΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ
ΜΕΤΑ-ΚΕΫΝΣΙΑΝΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ
Αναλυση χρηματοοικονομικων καταστασεων
Θεωρία Διεθνούς Εμπορίου: μονοπωλιακός ανταγωνισμός
Μεταγράφημα παρουσίασης:

ΜΕΤΑ-ΚΕΫΝΣΙΑΝΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: Η ΜΕΤΑ-ΚΕΫΝΣΙΑΝΗ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ

Η Μ-Κ θεωρία επιλογής του καταναλωτή Η Μ-Κ θεωρία επιλογής του καταναλωτή εδράζεται σε ιδέες και συμπεράσματα διάφορων επιστημονικών πεδίων, όπως της ψυχολογίας, της θεσμικής οικονομικής, του μάρκετινγκ, των συμπεριφορικών οικονομικών κ.α. Η Μ-Κ θεωρία επιλογής καταναλωτή δεν στηρίζεται σε μια αξιωματική προσέγγιση (όπως η νεοκλασική), αλλά στην παρατηρούμενη συμπεριφορά του καταναλωτή. Τα συμπεράσματα της Μ-Κ επιβεβαιώνονται και από σχετικές πειραματικές μελέτες ψυχολόγων και οικονομολόγων. Κεντρική έννοια στη Μ-Κ θεωρία επιλογής καταναλωτή είναι η διάκριση μεταξύ επιθυμιών και αναγκών. Η διαφορά είναι ότι: Οι ανάγκες μπορούν να ταξινομηθούν και να ιεραρχηθούν (υπάρχει μια ιεραρχική ταξινόμηση των αναγκών). Οι επιθυμίες, αντίθετα, προκύπτουν από τις ανάγκες (αποτελούν ξεχωριστές προτιμήσεις μιας συγκεκριμένης κατηγορίας ανάγκης).

Η Μ-Κ θεωρία επιλογής του καταναλωτή Παράδειγμα: Η δίψα συνιστά μια ανάγκη. Αλλά η επιλογή μεταξύ Coca- Cola ή Pepsi προκύπτει από την επιθυμία για ένα προϊόν έναντι του άλλου. Η Μ-Κ θεωρία επιλογής του καταναλωτή διέπεται από τις ακόλουθες επτά αρχές: Οι επτά αρχές της Μ-Κ θεωρίας επιλογής του καταναλωτή Διαδικαστική ορθολογικότητα Κορεσμός των αναγκών Διαχωρισμός των αναγκών Ιεράρχηση των αναγκών Μεταβολή των αναγκών Μη-ανεξαρτήσια Κληρονομικότητα

Η Μ-Κ θεωρία επιλογής του καταναλωτή Η διαδικαστική ορθολογικότητα Οι περισσότερες καταναλωτικές αποφάσεις είναι αυθόρμητες ως συνέπεια ρουτίνας και συνήθειας. Επίσης, βασίζονται σε ορισμένα μόνο κριτήρια επιλογής: π.χ. στην επιλογή μιας καρέκλας, το χρώμα μπορεί να μη παίζει τόσο ρόλο στις προτιμήσεις των καταναλωτών όσο η ποιότητα του δέρματος. Τα νοικοκυριά επομένως παίρνουν αποφάσεις, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τους όλες τις πιθανές επιλογές, παρά μόνο σε περιπτώσεις πολύ σημαντικών αγορών. Η παραπάνω ιδιότητα δίνει τη δυνατότητα στους καταναλωτές να παίρνουν γρήγορα αποφάσεις.

Η Μ-Κ θεωρία επιλογής του καταναλωτή Ο κορεσμός των αναγκών Σύμφωνα με την αρχή του κορεσμού, η απόκτηση ενός αγαθού πέραν ενός ορίου δεν οδηγεί σε περισσότερη ικανοποίηση. Η συγκεκριμένη αρχή μοιάζει με τη νεοκλασική αρχή της φθίνουσας οριακής χρησιμότητας. Όμως στην περίπτωση της Μ-Κ θεωρίας επιλογή του καταναλωτή, η αρχή του κορεσμού ισχύει και για θετικές τιμές ενός προϊόντος. Ο διαχωρισμός των αναγκών Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη αρχή, υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ των αναγκών (ή μεταξύ των διάφορων καταναλωτικών δαπανών). Αυτό συμβαίνει διότι είναι αδύνατον για κάθε καταναλωτή να κατανείμει με ακρίβεια το εισόδημά του μεταξύ διάφορων αγαθών βάσει των σχετικών τιμών τους. Συνεπώς, τα άτομα επιμερίζουν τις καταναλωτικές τους αποφάσεις - δαπάνες.

Η Μ-Κ θεωρία επιλογής του καταναλωτή Αρχικά, οι καταναλωτές κατανέμουν τον προϋπολογισμό τους μεταξύ των διάφορων κατηγοριών δαπανών (π.χ. τροφή, είδη ένδυσης, υπηρεσίες, αναψυχή, στέγαση και μετακίνηση). Κατόπιν, σε κάθε κατηγορία δαπάνης αξιολογούν ξεχωριστά τις διάφορες υπο-κατηγορίες της. Έτσι, δημιουργούνται ροές δαπανών, κάθε μια από τις οποίες αντιστοιχεί σε ένα αριθμό επιλογών εντός μιας υπο-κατηγορίας δαπανών. Μεταβολές στις σχετικές τιμές αγαθών μιας συγκεκριμένης υπο- κατηγορίας δεν επηρεάζουν αποφάσεις για αγαθά άλλης υπο-κατηγορίας. Π.χ. αν μειωθεί η τιμή των πουκαμίσων, τότε πιθανά θα επηρεαστεί η ζήτηση για παντελόνια, αλλά όχι η ζήτηση για ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Μόνο εάν μεταβληθεί η τιμή όλων των αγαθών μιας υπο-κατηγορίας, τότε ενδέχεται να μεταβληθεί η ζήτηση για αγαθά άλλης κατηγορίας. Π.χ. αν αυξηθεί η τιμή όλων των ειδών ένδυσης, τότε πιθανά θα επηρεαστεί η ζήτηση για τρόφιμα. Το νεοκλασικό αποτέλεσμα της υποκατάστασης ισχύει επομένως μόνο στην περίπτωση αγαθών της ίδιας υπο-κατηγορίας (π.χ. μεταξύ χυμού και αναψυκτικού).

Η Μ-Κ θεωρία επιλογής του καταναλωτή Η ιεράρχηση των αναγκών Η συγκεκριμένη αρχή υποβαθμίζει περαιτέρω το αποτέλεσμα της υποκατάστασης. Ορίζει ότι οι καταναλωτές κατανέμουν τις ανάγκες τους βάσει μιας ιεραρχικής σειράς: πρώτα καλύπτουν τις βασικές τους ανάγκες και μόνο εάν περισσέψουν πόροι, τότε τους κατανέμουν βάσει σειράς προτεραιότητας και σε άλλες υπο-κατηγορίες. Η σειρά προτεραιότητας-ιεράρχησης των αναγκών ακολουθεί τη γνωστή «πυραμίδα των αναγκών» του A. Maslow: στη βάση της πυραμίδας βρίσκονται οι βιολογικές ανάγκες, κατόπιν οι υλικές, πολυτελείς, κοινωνικές και στην κορυφή της πυραμίδας οι ηθικές ανάγκες. Σύμφωνα με την ιεράρχηση των αναγκών, δεν υπάρχει δυνατότητα υποκατάστασης μεταξύ αγαθών διαφορετικών υπο-κατηγοριών. Δεν ισχύει, δηλαδή, η νεοκλασική ιδέα ότι κάθε αγαθό μπορεί να υποκατασταθεί από ένα άλλο. Υποκατάσταση μπορεί να υπάρξει μόνο μεταξύ αγαθών που ανήκουν σε μια συγκεκριμένη υπο-κατηγορία.

Η Μ-Κ θεωρία επιλογής του καταναλωτή Η αρχή της μεγέθυνσης των αναγκών Η συγκεκριμένη αρχή απαντά στο πως γίνεται η μετακίνηση από μια ανάγκη σε μια άλλη. Ορίζει ότι η μετακίνηση από ένα χαμηλότερο σε ένα υψηλότερο επίπεδο αναγκών σχετίζεται με μεταβολές στο επίπεδο του εισοδήματος. Με άλλα λόγια, όσο αυξάνεται το εισόδημα των νοικοκυριών τόσο αυτά ανεβαίνουν σε ένα υψηλότερο επίπεδο στην πυραμίδα των αναγκών τους. Η αρχή της εξάρτησης των αναγκών Η αρχή της εξάρτησης απαντά στο γιατί κάποιος έχει τις ανάγκες που έχει. Με άλλα λόγια, από πού προέρχονται οι ανάγκες του καθενός μας. Σύμφωνα με την αρχή της εξάρτησης, σημαντικό ρόλο στην επιλογή και στην εξέλιξη των αναγκών μας έχουν το κοινωνικό περιβάλλον, οι τάσεις της μόδας και το μάρκετινγκ.

Η Μ-Κ θεωρία επιλογής του καταναλωτή Η αρχή της εξάρτησης των αναγκών συνδέεται με το φαινόμενο της επιδεικτικής κατανάλωσης που περιγράφει ο Veblen. Η αρχή της κληρονομικότητας Η αρχή της κληρονομικότητας είναι αποτέλεσμα της αρχής της εξάρτησης των αναγκών και ενσωματώνει την έννοια του ιστορικού χρόνου στη θεωρία επιλογής του καταναλωτή. Ορίζει ότι οι επιλογές δεν είναι ανεξάρτητες της σειράς με την οποία έγιναν ∙ με άλλα λόγια, οι τρέχουσες επιλογές εξαρτώνται από εκείνες του παρελθόντος. Για παράδειγμα, η αγορά ενός X-box σήμερα θα εξαλείψει την ανάγκη μελλοντικής αγοράς DVD player.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Το περιβάλλον λειτουργίας της Μ-Κ επιχείρησης Η τυπική Μ-Κ επιχείρηση λειτουργεί συνήθως σε ένα περιβάλλον ατελούς ανταγωνισμού, όπου κυριαρχούν λίγες μεγάλες επιχειρήσεις (megacorps). Το οικονομικό περιβάλλον διακρίνεται από αυξημένη αλληλεξάρτηση και οι αποφάσεις κάθε επιχείρησης επηρεάζουν τις υπόλοιπες. Ειδικότερα, οι επιχειρήσεις πρέπει να λάβουν υπόψη τους: τη στρατηγική των ανταγωνιστών τους και τις επιχειρήσεις που ενδέχεται να εισέλθουν στην αγορά (τους εν δυνάμει ανταγωνιστές). Η επιχειρησιακή στρατηγική επομένως αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της συμπεριφοράς μιας Μ-Κ επιχείρησης. Όταν οι managers καταρτίζουν και εφαρμόζουν μια επιχειρησιακή στρατηγική πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το ευμετάβλητο οικονομικό περιβάλλον, έχοντας μακροπρόθεσμο προσανατολισμό. Αυτό ισχύει κυρίως για την πολιτική τιμολόγησης.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Η πολιτική τιμολόγησης της Μ-Κ επιχείρησης Οι τιμές δεν προσδιορίζονται από τις «δυνάμεις της αγοράς», αλλά από τις ίδιες επιχειρήσεις βάσει της εκτίμησης του κόστους λειτουργίας τους και όχι βάσει της μεταβολής της ζήτησης του προϊόντος τους. Στην αγορά υπάρχουν ηγετικές επιχειρήσεις που είναι διαμορφωτές των τιμών και μικρότερες επιχειρήσεις που είναι αποδέκτες τιμών οι οποίες ακολουθούν την πολιτική τιμολόγησης των ηγετικών επιχειρήσεων. Οι μικρές επιχειρήσεις προσπαθούν να διαφοροποιήσουν το προϊόν τους, ενώ προσαρμόζουν το κόστος και τα περιθώρια κέρδους τους στις τιμές που θέτουν οι μεγάλες επιχειρήσεις. Με άλλα λόγια, η τιμολογιακή πολιτική των ηγετικών επιχειρήσεων λειτουργεί ως σημείο αναφοράς για τις υπόλοιπες στην αγορά. Οι τιμές επομένως στην αγορά είναι προκαθορισμένες και δεν προσαρμόζονται ώστε να εξισορροπήσει η προσφορά με τη ζήτηση.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Η αύξηση της ζήτησης, αντίθετα, οδηγεί σε αύξηση της παραγόμενης ποσότητας ώστε οι επιχειρήσεις να εξασφαλίσουν υψηλότερα μερίδια αγοράς. Η αντίδραση αυτή δεν θα επιφέρει μεταβολή στο κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων, καθώς αυτές λειτουργούν σε καθεστώς μη πλήρους αξιοποίησης της παραγωγικής τους ικανότητας (βλ. παρακάτω).

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Η ισχύς και η επέκταση των επιχειρήσεων Με δεδομένο το ευμετάβλητο οικονομικό περιβάλλον και τις αλληλεξαρτήσεις που υπάρχουν μέσα σε αυτό, η μεγιστοποίηση του κέρδους είναι αδύνατο να επιτευχθεί στη βραχυχρόνια περίοδο. Βασική μέριμνα της Μ-Κ επιχείρησης είναι η επιβίωσή της, που εξαρτάται από την ισχύ της. Μια ισχυρή επιχείρηση συνεπάγεται ότι μπορεί να ελέγξει το περιβάλλον μέσα στο οποίο εντάσσεται και δραστηριοποιείται. Ειδικότερα μια ισχυρή επιχείρηση μπορεί να εμποδίσει την είσοδο νέων ανταγωνιστών, να ασκήσει έλεγχο επί των προμηθευτών και των πιστωτών της, να επηρεάσει τις προοπτικές του κλάδου, να επηρεάσει τις αποφάσεις της κυβέρνησης. Η ισχύς στο πλαίσιο αυτό μεταφράζεται σε ικανότητα διαμόρφωσης των τιμών, που σε συνδυασμό με τη δομή της αγοράς εργασίας και το ύψος των μισθών, αναδιανέμει το εισόδημα υπέρ των επιχειρήσεων.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Η ισχύς κάθε επιχείρησης εξαρτάται από μέγεθός της και συγκεκριμένα από τον όγκο των πωλήσεων και το μερίδιο αγοράς της. Για να αυξήσουν όμως το μερίδιο αγοράς, οι επιχειρήσεις πρέπει να αναπτυχθούν. Η μεγέθυνση επομένως είναι ο τρόπος μέσω του οποίου οι επιχειρήσεις αυξάνουν την ισχύ τους. Εάν συνεπώς οι επιχειρήσεις επιδιώκουν την μεγιστοποίηση ενός μεγέθους, αυτό είναι η μεγέθυνσή τους. Για τους Μ-Κ το κίνητρο των επιχειρήσεων να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν αποτελεί βασικό μηχανισμό συσσώρευσης στις σύγχρονες οικονομίες. Οι επιχειρήσεις συνεπώς δεν έχουν ένα βέλτιστο μέγεθος, ούτε αντιμετωπίζουν φθίνουσες αποδόσεις κλίμακας. Για τους Μ-Κ, οι επιχειρήσεις περιορίζονται μόνο από το ρυθμό μεγέθυνσής τους και όχι από το απόλυτο μέγεθός τους.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Ο ρόλος του κέρδους Το κέρδος αποτελεί το μέσο για την επέκταση των επιχειρήσεων, καθώς τις επιτρέπει να δανειστούν από τις τράπεζες και να χρηματοδοτήσουν τις επενδύσεις τους σε κεφαλαιουχικό εξοπλισμό και σε δραστηριότητες έρευνας & ανάπτυξης. Συνεπώς, το κέρδος αποτελεί πηγή χρηματοδότησης των ιδιωτικών επενδύσεων (επενδυτικών αποφάσεων). Όμως, η νεοκλασική υπόθεση ότι η αποταμίευση μετασχηματίζεται σε επένδυση (S = I) δεν υιοθετείται από τους Μ-Κ. Το εάν θα πραγματοποιηθεί μια επένδυση προσδιορίζεται από τις προσδοκίες των επιχειρηματιών για τη μελλοντική απόδοση της επένδυσης σε συνθήκες αβεβαιότητας (και όχι από την αποταμίευση). Επίσης οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν σημαντικούς χρηματοοικονομικούς περιορισμούς. Ειδικότερα, σύμφωνα με την καλετσκιανή «αρχή του αυξανόμενου κινδύνου» το μέγιστο ποσό δανεισμού μιας επιχείρησης εξαρτάται από τις πωλήσεις της (και άρα από τα κέρδη της), διότι αυτό προσδιορίζει το ρίσκο των τραπεζών (πιστωτών). Συνεπώς, τα κεφάλαια που θα χορηγήσουν οι τράπεζες είναι ένα πολλαπλάσιο του τρέχοντος όγκου των αδιανέμητων κερδών. Αυτό αποτυπώνει το ρίσκο του πιστωτή.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Από την άλλη, όμως, οι επιχειρηματίες επιθυμούν να μειώσουν την έκθεση τους σε δανεισμό ώστε να αποφύγουν μια ενδεχόμενη κρίση ρευστότητας ή μια χρεωκοπία. Αυτό αποτυπώνει το ρίσκο του δανειολήπτη. Επομένως, μέσα από τα κέρδη, οι επιχειρήσεις μπορούν: α) να αυξήσουν τα κεφάλαιά τους, β) να διατηρούν μια υγιή χρηματοοικονομική θέση και γ) να έχουν πρόσβαση σε πιστώσεις. Με άλλα λόγια, η δημιουργία κέρδους χαλαρώνει τους χρηματοοικονομικούς περιορισμούς που εμποδίζουν την επέκταση μιας επιχείρησης.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Κέρδος και επέκταση της επιχείρησης Οι Μ-Κ οι μακροπρόθεσμες προοπτικές των επιχειρήσεων υπόκεινται σε δύο περιορισμούς: α) Στο όριο χρηματοδότησης, που συνδέει τον ρυθμό επέκτασης της επιχείρησης με το ελάχιστο ποσοστό κέρδους που χρειάζεται για τη χρηματοδότηση αυτής της επέκτασης και β) στο όριο επέκτασης, που δείχνει το μέγιστο ποσοστό κέρδους που θα πρέπει να έχουν οι επιχειρήσεις για να επιτύχουν ένα συγκεκριμένο ρυθμό επέκτασης. Το όριο επέκτασης (expansion frontier): Δείχνει ότι ο ρυθμός επέκτασης μιας επιχείρησης συνδυάζεται με θετικές και αρνητικές επιδράσεις. Όταν ο ρυθμός ανάπτυξης της επιχείρησης είναι σχετικά χαμηλός, τα ποσοστά κέρδους είναι υψηλότερα, καθώς οι επιχειρήσεις επενδύοντας εισάγουν νέες και πιο αποδοτικές τεχνολογίες, μειώνοντας έτσι το κόστος παραγωγής. Όταν οι ρυθμοί ανάπτυξης είναι όμως πολύ υψηλοί, τα ποσοστά κέρδους μειώνονται, καθώς οι εργαζόμενοι αδυνατούν ολοένα και περισσότερο να προσαρμοστούν στη φιλοσοφία και στις τεχνικές διοίκησης της επιχείρησης. Επίσης, τα υψηλά ποσοστά επέκτασης συνεπάγονται και διαφοροποίηση του προϊόντος και συνεπώς υψηλότερο κόστος για μάρκετινγκ. Τα παραπάνω θα μειώσουν το μέγιστο ποσοστό κέρδους μιας επιχείρησης.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Το όριο χρηματοδότησης (expansion frontier): Καθορίζει τις εσωτερικές και εξωτερικές πηγές χρηματοδότησης μιας επιχείρησης. Έστω, π.χ., τα δανεικά κεφάλαια μιας επιχείρησης είναι ένα πολλαπλάσιο ρ των αδιανέμητων κερδών. Αν η επιχείρηση αυτή πραγματοποιεί κέρδη P και μέσες πληρωμές για τόκους και μερίσματα i επί του κεφαλαίου K, τότε το μέγιστο ύψος της επένδυσης δίνεται από τη σχέση: I = (P – iK) + ρ(P – iK) Διαιρώντας με Κ, προκύπτει ότι: I/K = P/K – i + ρ(P/K – i) r = i + g/(1+ρ) Όπου: P – iK είναι τα αδιανέμητα κέρδη, g = I/K ο ρυθμός αύξησης του αποθέματος κεφαλαίου (ή ο ρυθμός επέκτασης της επιχείρησης) και r το ελάχιστο ποσοστό κέρδους (P/K) που πρέπει να επιτύχει η επιχείρηση για να αναπτυχθεί με ρυθμό g εάν οι πληρωμές για τόκους και μερίσματα είναι i.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Διάγραμμα 2.1: Το όρια επέκτασης και χρηματοδότησης μιας Μ-Κ επιχείρησης. Πηγή: Lavoie (2009), σελ. 38.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Η τομή του ορίου επέκτασης και του ορίου χρηματοδότησης Το σημείο τομής G δείχνει τον μέγιστο ρυθμό μεγέθυνσης της επιχείρησης, με δεδομένους τους περιορισμούς που δημιουργεί το ανταγωνιστικό και χρηματοπιστωτικό της περιβάλλον. Αν η επιχείρηση θέλει να επεκταθεί ταχύτερα (μετατόπιση του G προς τα δεξιά), μπορεί να το επιτύχει: μετατοπίζοντας το όριο επέκτασής της προς τα πάνω, π.χ. μέσω της ανάπτυξης νέων προϊόντων που θα της δώσουν πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών της. μετατοπίζοντας το όριο χρηματοδότησής της προς τα κάτω, π.χ. μέσω της μείωσης των επιτοκίων και των πληρωμών για μερίσματα ή μέσω της εισαγωγής πιο χαλαρών όρων δανεισμού από τις τράπεζες.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Η πλεονάζουσα παραγωγική δυναμικότητα Σύμφωνα με τους Μ-Κ, οι επιχειρήσεις λειτουργούν κάτω από επίπεδο της πλήρους παραγωγικής τους δυναμικότητας (συνήθως 75% - 80% αυτής). Ο λόγος για αυτό εντοπίζεται στην αρχή της θεμελιώδους αβεβαιότητας. Ειδικότερα, όπως τα νοικοκυριά κρατούν ρευστά χρηματικά διαθέσιμα για να ανταπεξέλθουν σε απρόβλεπτες μεταβολές στο διαθέσιμο εισόδημά τους, έτσι και οι επιχειρήσεις διατηρούν πλεονάζουσα παραγωγική δυναμικότητα ώστε να ανταποκριθούν άμεσα σε αιφνίδιες μεταβολές της ζήτησης για το προϊόν τους. Διατηρώντας προσωρινά κάποια τμήματα παραγωγής κλειστά, οι επιχειρήσεις μπορούν να καλύψουν τυχόν απρόβλεπτες μεταβολές στη ζήτηση του προϊόντος τους και να προσαρμόσουν πιο εύκολα την προσφορά τους.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Αν δεν διατηρούσαν πλεονάζουσα παραγωγική δυναμικότητα, οι επιχειρήσεις δεν θα μπορούσαν να καλύψουν την αυξημένη ζήτηση για το προϊόν τους και συνεπώς να επεκταθούν. Επιπλέον, θα έχαναν πελάτες, καθώς η αυξημένη ζήτηση θα καλύπτονταν από ανταγωνίστριες επιχειρήσεις. Επομένως, η διατήρηση πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας σχετίζεται με το στόχο κάθε επιχείρησης να επιβιώσει, διατηρώντας και αυξάνοντας το μερίδιο αγοράς της. Θεωρητικά, οι επιχειρήσεις θα μπορούσαν επίσης να ανταποκριθούν στην αύξηση της ζήτησης για το προϊόν τους: Διατηρώντας αποθέματα. Όμως, τα αποθέματα μπορεί να χρησιμοποιηθούν μόνο μια φορά σε μια απρόβλεπτη αύξηση της ζήτησης. Εισάγοντας υπερωριακή εργασία: Όμως, η επιλογή αυτή οδηγεί σε εντατικοποίηση της χρήσης του μηχανολογικού εξοπλισμού, προκαλώντας σε αυτό φθορά με συνέπεια τη διακοπή της παραγωγής και την απώλεια πελατών. Κατασκευάζοντας νέες μονάδες παραγωγής: Όμως, η επιλογή αυτή απαιτεί χρόνο και συνεπάγεται την απώλεια πελατών.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Πώς υπολογίζεται το ποσοστό παραγωγικής δυναμικότητας; Έστω μια επιχείρηση λειτουργεί υπό κανονικές συνθήκες πέντε ημέρες την εβδομάδα και με μια βάρδια την ημέρα και υπό αυτές τις συνθήκες παράγει 150 μονάδες προϊόντος το μήνα. Έστω επίσης ότι η παραγωγή ενός συγκεκριμένου μήνα ήταν 125 μονάδες. Σε αυτό το μήνα, το ποσοστό αξιοποίησης της παραγωγικής δυναμικότητας της συγκεκριμένης επιχείρησης ήταν: (125/150)*100 = 83%. Έστω η ίδια επιχείρηση τον επόμενο μήνα πρόσθεσε μια επιπλέον βάρδια λειτουργίας το Σάββατο ώστε να ανταποκριθεί στην υψηλή ζήτηση του προϊόντος της, αυξάνοντας έτσι τη μηνιαία παραγωγή της στις 160 μονάδες. Σε αυτή την περίπτωση, το ποσοστό αξιοποίησης της παραγωγικής δυναμικότητας ανέρχεται πλέον στο: (160/150)*100 = 107%.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Οι καμπύλες κόστους στα Μ-Κ οικονομικά Οι Μ-Κ θεωρούν ότι, λόγω γραφειοκρατικών κανόνων και θεσμικών ρυθμίσεων (π.χ. συλλογικές συμβάσεις εργασίας), οι συνθήκες παραγωγής, τουλάχιστον στη βραχυχρόνια περίοδο, χαρακτηρίζονται από σταθερές αναλογίες. Με άλλα λόγια, κάθε επιχείρηση απασχολεί ένα συγκεκριμένο αριθμό εργαζομένων για ένα συγκεκριμένο ωράριο και κάθε εργαζόμενος έχει στη διάθεσή του μια δεδομένη ποσότητα παγίου κεφαλαίου (μηχανήματα). Για τους Μ-Κ συνεπώς ο λόγος κεφαλαίου-εργασίας θεωρείται σταθερός και δεν υπάρχει δυνατότητα υποκατάστασης του κεφαλαίου από εργασία. Επιπλέον, οι Μ-Κ κάνουν διάκριση μεταξύ: Πρακτικής παραγωγικής δυναμικότητας: που αντιστοιχεί σε ένα επίπεδο παραγωγής, όταν μια παραγωγική μονάδα λειτουργεί με κανονικό ωράριο, η παραγωγή της διακόπτεται για τυπική συντήρηση και επισκευές, χωρίς άλλες διαταραχές στην τυπική λειτουργία της μονάδας. Θεωρητικής παραγωγικής δυναμικότητας (FCth): που αντιστοιχεί σε ένα επίπεδο παραγωγής, όταν η παραγωγική μονάδα λειτουργεί χωρίς διακοπές για λόγους συντήρησης και για επισκευές. Σε αυτές τις συνθήκες, η παραγωγική μονάδα παράγει τη μέγιστη δυνατή ποσότητα προϊόντος και σε ρυθμούς υψηλότερους από εκείνους που είναι σχεδιασμένη.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Πλήρους παραγωγικής δυναμικότητας (FC): που είναι το άθροισμα όλων των πρακτικών επιπέδων παραγωγικής δυναμικότητας των μονάδων της επιχείρησης. Συνεπώς, για μια τυπική μικρομεσαία επιχείρηση που έχει μόνο μια μονάδα παραγωγής ισχύει ότι η πρακτική ταυτίζεται με την πλήρη παραγωγική δυναμικότητα. Κανονικής (ή τυπικής) παραγωγικής δυναμικότητας: που αποτελεί το μέσο ποσοστό της συνολικής πρακτικής δυναμικότητας που μια επιχείρηση προσδοκά να λειτουργεί κατά τη διάρκεια του οικονομικού κύκλου. Π.χ. η επιχείρηση θα λειτουργεί στο 65% - 95% της πρακτικής της δυναμικότητας, ώστε να πετύχει κανονική δυναμικότητα 80% - 90%. Υπάρχουν τρεις βασικές κατηγορίες κόστους: Μοναδιαίο άμεσο κόστος (unit direct cost, UDC): Αναφέρεται στο ανά μονάδα προϊόντος κόστος που σχετίζεται άμεσα με την παραγωγική διαδικασία (π.χ. μισθοί, πρώτες ύλες, ενδιάμεσα αγαθά). Μοναδιαίο έμμεσο κόστος (unit indirect cost): Αναφέρεται στις ανά μονάδα προϊόντος γενικές-υποστηριχτικές δαπάνες της επιχείρησης (π.χ. κόστος εποπτείας παραγωγής, διοικητικές δαπάνες, έξοδα μεταφοράς προϊόντος κ.α.) Μοναδιαίο κόστος (unit cost, UC): Αποτελεί το άθροισμα του μοναδιαίου άμεσου και έμμεσου κόστους.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Με βάση τα παραπάνω, οι Μ-Κ υποστηρίζουν ότι: Το μοναδιαίο άμεσο κόστος (UDC) και το οριακό κόστος (MC) μιας επιχείρησης παραμένουν σταθερά έως το επίπεδο της πρακτικής (πλήρους) παραγωγικής δυναμικότητας. Η ισότητα και σταθερότητα των UDC και MC οφείλονται στις σταθερές αναλογίες παραγωγικών συντελεστών. Το μοναδιαίο κόστος (UC) της επιχείρησης μειώνεται έως το επίπεδο της πρακτικής (πλήρους) παραγωγικής δυναμικότητας. Το ποσοστό αξιοποίησης της παραγωγικής δυναμικότητας μπορεί να ξεπεράσει το επίπεδο της πλήρους παραγωγικής δυναμικότητας με αυξανόμενο όμως οριακό κόστος. Το MC ανεβαίνει επίπεδο και αυξάνεται λόγω: α) της φθοράς και του αυξημένου κόστους αντικατάστασης των μηχανημάτων που προκαλεί η εντατικοποίηση της χρήσης τους και β) του υψηλότερου κόστους της υπερωριακής εργασίας. Η τυπική Μ-Κ επιχείρηση θα αποφύγει να λειτουργεί σε επίπεδο αξιοποίησης της παραγωγικής δυναμικότητας που αυξάνει το κόστος λειτουργίας της. Συνεπώς, θα παράγει σε επίπεδα χαμηλότερα της πλήρους αξιοποίησης της παραγωγικής δυναμικότητας, διατηρώντας εφεδρική παραγωγική δυναμικότητα.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Διάγραμμα 2.2: Οι καμπύλες κόστους της Μ-Κ επιχείρησης Πηγή: Lavoie (2014), σελ. 150.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Η πολιτική τιμολόγησης μιας Μ-Κ επιχείρησης Στα Μ-Κ υποδείγματα χρησιμοποιείται μια πρακτική τιμολόγησης που στηρίζεται στην προσαύξηση του κόστους (cost-plus pricing). Βασικά χαρακτηριστικά της πρακτικής αυτής είναι ότι οι τιμές: Διαμορφώνονται βάσει της εκτίμησης του κόστους λειτουργίας της επιχείρησης και κατόπιν προστίθεται ένα περιθώριο κόστους. Συνεπώς, οι τιμές δεν προσδιορίζονται από τις δυνάμεις της αγοράς. Είναι προ-διαμορφωμένες: ορίζονται πριν τη διάθεση των προϊόντων στην αγορά. Παραμένουν αμετάβλητες για εύλογο χρονικό διάστημα. Αυτό αποτρέπει τον κίνδυνο διατάραξης της σχέσης εμπιστοσύνης επιχειρήσεων-πελατών, αλλά και την πιθανότητα πολέμου τιμών μεταξύ των επιχειρήσεων. Οι πιο συχνές μέθοδοι τιμολόγησης που συναντάμε στα Μ-Κ οικονομικά είναι οι ακόλουθες τρεις:

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Τιμολόγηση βάσει περιθωρίου κέρδους (mark-up pricing): Αποτελεί την παλαιότερη μέθοδο τιμολόγησης και χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα, διότι δεν προϋποθέτει αρκετή γνώση λογιστικής. Σύμφωνα με τη συγκριμένη μέθοδο, οι τιμές εξαρτώνται από το μοναδιαίο άμεσο κόστος (UDC) στο οποίο προστίθεται ένα ακαθάριστο περιθώριο κόστους θ που καλύπτει το μοναδιαίο έμμεσο κόστος και τα εκτιμώμενα κέρδη: p = (1+θ)(UDC) Η μέθοδος αυτή είναι απλή, καθώς το μοναδιαίο άμεσο κόστος (UDC) είναι σταθερό για κάθε επίπεδο παραγωγής κάτω από το επίπεδο πλήρους αξιοποίησης της παραγωγικής δυναμικότητας. Επειδή είναι απλή, η συγκεκριμένη μέθοδος υιοθετείται από τα περισσότερα Μ-Κ υποδείγματα.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Τιμολόγηση κανονικού κόστους (normal-cost pricing): Υιοθετεί νέες λογιστικές μεθόδους που επιτρέπουν την αντιστοίχηση μέρος του έμμεσου (και όχι μόνο του άμεσου) κόστους στο παραγόμενο προϊόν. Σύμφωνα με τη μέθοδο αυτή, οι επιχειρήσεις υπολογίζουν αρχικά το κανονικό μοναδιαίο κόστος, NUC (το μοναδιαίο κόστος που αντιστοιχεί σε ένα κανονικό επίπεδο παραγωγής - δηλαδή στην παραγωγή κανονικού ποσοστού αξιοποίησης της παραγωγικής δυναμικότητας). Κατόπιν, προσθέτουν στο NUC ένα καθαρό περιθώριο κόστους Θ που καλύπτει μόνο τα κέρδη. p = (1 + Θ)(NUC) Με τη μέθοδο αυτή οι επιχειρήσεις μπορούν να διαμορφώνουν τις τιμές τους χωρίς να γνωρίζουν το μοναδιαίο κόστους τους (UC) για κάθε επίπεδο παραγωγής. Το μόνο που πρέπει να γνωρίζουν είναι το μοναδιαίο κόστος τους για ένα κανονικό (τυπικό) επίπεδο παραγωγής, που είναι ανεξάρτητο από τις μεταβολές της ζήτησης.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Τιμολόγηση βάσει ενός καθορισμένου μεγέθους αποδοτικότητας (target-return pricing) : Είναι παρόμοια με τη μέθοδο τιμολόγησης κανονικού κόστους. Η μόνη διαφορά είναι στη μέθοδο αυτή τιμολόγησης το καθαρό περιθώριο κέρδους Θ υπολογίζεται έτσι ώστε να επιτυγχάνεται ένα συγκεκριμένο ποσοστό απόδοσης κεφαλαίου όταν οι πωλήσεις είναι ίσες με το ύψος της κανονικής παραγωγής (δηλαδή, ώστε να επιτευχθεί ένα κανονικό ποσοστό κέρδους rn). Ισχύει: p = (1 + Θ)(NUC) Ειδικότερα, σύμφωνα με αυτό το είδος τιμολόγησης, το καθαρό περιθώριο κέρδους Θ εξαρτάται από: α) τον στόχο απόδοσης κεφαλαίου, β) τον βαθμό κανονικής αξιοποίησης της παραγωγικής δυναμικότητας και γ) τεχνικής φύσης παράγοντες.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Καθώς το κανονικό ποσοστό αξιοποίησης της παραγωγικής δυναμικότητας εξαρτάται από τα πρότυπα του κλάδου και θεωρώντας τους τεχνικούς παράγοντες σταθερούς, τότε το καθαρό περιθώριο κόστους Θ εξαρτάται μόνο από τον στόχο απόδοσης του κεφαλαίου (το κανονικό ποσοστό κέρδους rn). Ως προς τον προσδιορισμό του rn (άρα και του Θ) έχουν δοθεί διάφορες ερμηνείες: Μαρξιστές: εξαρτάται από την ταξική πάλη και τη διαπραγματευτική ισχύ επιχειρηματιών και συνδικάτων, που με τη σειρά τους εξαρτώνται από την εργατική νομοθεσία, το επίπεδο της ανεργίας κ.α. Μετα-Κεϋνσιανοί (Μ-Κ): εξαρτάται από την ταξική πάλη, αλλά και από το βαθμό μονοπωλιακής ισχύος (βαθμός συγκέντρωσης κλάδου και τα εμπόδια εισόδου). Επίσης ορισμένοι Μ-Κ (π.χ. Robinson και Kaldor) θεωρούν ότι το rn σχετίζεται θετικά με τον ρυθμό μεγέθυνσης. Σραφφαϊανοί: εξαρτάται από την (ιστορική ή προσδοκώμενη) πορεία των επιτοκίων. Αν η κεντρική τράπεζα θέσει υψηλά πραγματικά επιτόκια, τότε το πραγματικό επιδιωκόμενο ποσοστό κέρδους θα είναι υψηλότερο.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Διάγραμμα 2.3: Η διαμόρφωση των τιμών των Μ-Κ επιχειρήσεων Πηγή: Lavoie (2009), σελ. 47.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Πρέπει να σημειώσουμε ότι το γεγονός ότι οι τιμές προσδιορίζονται βάσει του κόστους παραγωγής δεν σημαίνει ότι κάθε φορά που αυτό μεταβάλλεται τότε θα μεταβάλλονται και οι τιμές. Αναφέραμε ότι οι επιχειρήσεις επιδιώκουν να διατηρούν σταθερές τις τιμές. Επιπλέον, ο καθορισμός των τιμών γίνεται συνήθως βάσει του κανονικού μοναδιαίου κόστους που στηρίζεται στην εκτίμηση ενός μέσου ποσοστού αξιοποίησης στη διάρκεια όλου του οικονομικού κύκλου. Βραχυχρόνια όμως πιθανά το πραγματικό μοναδιαίο κόστος των επιχειρήσεων να είναι διαφορετικό από το κανονικό μοναδιαίο κόστος. Σε αυτή την περίπτωση, οι επιχειρήσεις προσαρμόζουν το περιθώριο κόστους, αφήνοντας έτσι τις τιμές τους αμετάβλητες. Επίσης, οι μέθοδοι τιμολόγησης βάσει περιθωρίου κέρδους και κανονικού κόστους δείχνουν πως διαμορφώνουν τις τιμές τους οι ηγετικές επιχειρήσεις. Οι μικρότερες επιχειρήσεις που είναι αποδέκτες τιμών υιοθετούν παρόμοιες μεθόδους, έχοντας όμως υπόψη την τιμή που έχουν διαμορφώσει οι ηγετικές.

Τα χαρακτηριστικά της Μ-Κ επιχείρησης Με δεδομένο ότι οι μικρές και λιγότερο αποδοτικές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν υψηλότερο μοναδιαίο κόστος, η συγκεκριμένη πρακτική θα διασφαλίσει το μερίδιο αγοράς τους και την επιβίωσή τους μόνο βραχυχρόνια. Μεσο-μακροπρόθεσμα, οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις θα μπορέσουν να επιβιώσουν μόνο αν γίνουν πιο αποδοτικές και διαφοροποιήσουν το προϊόν τους.