ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Α΄ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΤΑΣΗ ΖΩΗΣ ΟΜΑΔΑ :ΑΕΛ ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΕΡΓΑΔΟΣ ΚΑΙ ΜΑΡΙΑ ΒΕΡΓΑΔΟΥ
ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1798 από γονείς με διαφορετική κοινωνική καταγωγή, τον ηλικιωμένο κόμη Νικόλαο Σολωμό και την νεαρή Αγγελική Νίκλη, από λαϊκή τάξη που εργαζόταν στο σπίτι του. Ήταν η σημαντικότερη ποιητική φυσιογνωμία της Επτανησιακής Σχολής και όλης της νεοελληνικής λογοτεχνίας του 19ου αιώνα. Τα νεανικά του ποιήματα (1818-1823) είναι γραμμένα σε στίχους τροχαϊκούς ή ιαμβικούς που θυμίζουν ιταλική στιχουργία, αλλά είναι επηρεασμένα και από την ποίηση του Χριστόπουλου.Εκτός από τις μεγάλες ποιητικές του συνθέσεις έγραψε και πολλά άλλα μικρότερα ποιήματα στα ελληνικά και ιταλικά εμπνευσμένα από γεγονότα της Επανάστασης ή κοινωνικά και μετέφρασε Ιταλούς κυρίως ποιητές. Προς το τέλος της ζωής του ξαναγράφει ιταλικά ποιήματα. Μέρικα από τα πιο γνωστά του έργα είναι : Ελεύθεροι Πολιορκημένοι , Ύμνος εις την Ελευθερίαν και Η Φαρμακωμένη
ΤΕΛΛΟΣ ΑΓΡΑΣ(ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ) Γεννήθηκε το 1899 στην Καλαμπάκα, γιος του σχολάρχη Γεωργίου Ιωάννου και της Ειρήνης Βλάχου. Ήταν εκτός από ποιήτης, δοκιμιογράφος, μεταφραστής και κριτικός λογοτεχνίας Τοποθετείται στους έλληνες ποιητές του μεσοπολέμου, τους λεγόμενους νεορομαντικούς ή παρακμιακούς.Το ποιητικό του έργο είναι αποτέλεσμα δημιουργικής αφομοίωσης του πνεύματος του γαλλικού συμβολισμού και αισθητισμού αλλά και της ελληνικής ποιητικής παράδοσης από το δημοτικό τραγούδι. Κινήθηκε στα πλαίσια της εσωτερικότητας, της μελαγχολίας, της νοσηρότητας και της απαισιοδοξίας. Μερικά από τα πιο γνωστά του έργα ειναι : Χριστούγεννα , Αμάξι στην βροχή και Καθημερινές.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΒΑΦΗΣ Γεννήθηκε στις 29 Απριλίου 1863 στην Αλεξάνδρεια όπου οι γονείς του, εγκαταστάθηκαν εγκαταλείποντας την Κωνσταντινούπολη το 1840. Ήταν το ένατο παιδί του Πέτρου-Ιωάννη Καβάφη μεγαλέμπορου βαμβακιού. Η μητέρα του, Xαρίκλεια Φωτιάδη, ανήκε σε παλιά Φαναριώτικη οικογένεια της Κωνσταντινούπολης. Το 1886 άρχισε να δημοσιεύει ποιήματα επηρεασμένα από τους Αθηναίους ρομαντικούς ποιητές, χωρίς να τον έχει επηρεάσει καθόλου η στροφή της γενιάς του .Σήμερα η ποίησή του όχι μόνο έχει επικρατήσει στην Ελλάδα, αλλά και κατέλαβε μία εξέχουσα θέση στην όλη ευρωπαϊκή ποίηση. Τα ποιήματα του χωρίζονται σε ιστορικά ,αισθητικά ή ηδονικά και φιλοσοφικά.Μερικά από τα πιο γνωστά του είναι η Ιθάκη, Θερμοπύλες, Κεριά, Όσο μπορείς.
ΓΙΩΡΓΙΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ(ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΙΑΔΗΣ) Γεννήθηκε στη Σμύρνη στις 13 Μαρτίου του 1900, αλλά το 1914 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Το 1947 τιμήθηκε με το Έπαθλο Παλαμά και το 1961 με το Βραβείο Foyle και είναι ο πρώτος Έλληνας που τιμήθηκε το 1963 με το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας. Η κηδεία του στις 22 Σεπτεμβρίου 1971 στην Αθήνα μετατράπηκε στην πρώτη μαζική εκδήλωση κατά της δικτατορίας. Τα ποιήματα της συλλογής του, απλά στην έκφραση αλλά με πυκνά νοήματα, μας φέρνουν σ’ ένα εντελώς διαφορετικό κλίμα από αυτό της παρακμής και της διάλυσης που χαρακτήριζε τη γενιά του 1920. Μετά το 1935 ο ποιητής εγκαταλείπει πια οριστικά το μέτρο και την ομοιοκαταληξία και δημιουργεί με τον ελεύθερο στίχο το δικό του προσωπικό ύφος. Μερικά από τα πιο γνωστά έργα του είναι: Η Στροφή , η Άρνηση και το Μυθιστόρημα.
ΡΕΥΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΣ : Είναι ένα από τα σημαντικότερα πνευματικά και καλλιτεχνικά κινήματα όλων των εποχών. Εκδηλώθηκε και κυριάρχησε στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία, στην Αγγλία, τη Γερμανία και τη Γαλλία, από τα τέλη του 18ου αιώνα έως τα μέσα του 19ου αιώνα. Με κάποια καθυστέρηση εμφανίζεται και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. ΠΑΡΝΑΣΣΙΣΜΟΣ : Είναι ένα κίνημα που εμφανίζεται στη Γαλλία γύρω στα μέσα του 19ου αιώνα, ως αντίδραση προς το ρομαντισμό. Το νέο λογοτεχνικό κίνημα θα διατηρήσει τη σημασία του για τρεις περίπου δεκαετίες ( 1.850 – 1.880 ) και σιγά σιγά θα εξαπλωθεί σε μερικές ακόμη χώρες. Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε ότι, με τον παρνασσισμό, η ποίηση επανέρχεται σε μια ισορροπία. Από την άποψη αυτή, συνιστά ένα είδος νεο-κλασικισμού, ενώ έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εποχή του, αλλά δεν είχε μεγάλη διάρκεια ή συνέχεια. ΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ : Με τον όρο μοντερνισμός δηλώνουμε συνήθως μια σειρά από τάσεις. Η αρχή τους τοποθετείται στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και η πλήρης ανάπτυξή του στις τέσσερις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Ένα πνευματικό κίνημα, που εξεγέρθηκε ενάντια στον παραδοσιακό πολιτισμό, αμφισβήτησε τις παραδοσιακές αξίες και επιχείρησε να καταργήσει όλους τους καθιερωμένους κανόνες. Ο βασικός αντίπαλος με τον οποίο αναμετρήθηκε η μοντερνιστική πεζογραφία ήταν ο ρεαλισμός . ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ : Είναι λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό κίνημα που ξεκίνησε από τη Γαλλία γύρω στο 1880 υπό την επίδραση της φιλοσοφίας του υποσυνειδήτου και επηρέασε σε μεγαλύτερο βαθμό την ποίηση και σε μικρότερο τη μουσική και τη ζωγραφική («εμπρεσιονισμός ή ιμπρεσιονισμός»). ΥΠΕΡΡΕΑΛΙΣΜΟΣ : Ο υπερρεαλισμός ή σουρρεαλισμός, από τις γαλλικές λέξεις sur και réalisme όπου στα ελληνικά θα μπορούσε να αποδοθεί ως «πάνω ή πέρα από την πραγματικότητα», ήταν ένα κίνημα που αναπτύχθηκε κυρίως στο χώρο της λογοτεχνίας αλλά εξελίχθηκε σε ένα ευρύτερο καλλιτεχνικό και πολιτικό ρεύμα. Άνθισε κατά κύριο λόγο στη Γαλλία των αρχών του 20ου αιώνα, κατά την περίοδο μεταξύ του πρώτου και δεύτερου παγκοσμίου πολέμου. ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ : Ο όρος του προέρχεται από τη φιλοσοφία και, παραδόξως, χρησιμοποιείται από τους Γερμανούς ρομαντικούς χωρίς όμως να δηλώνει μία συγκεκριμένη λογοτεχνική σχολή. Στη Γαλλία, εμφανίζεται για πρώτη φορά το 1826 στο Mercure Français για να χαρακτηρίσει τη λογοτεχνία του πραγματικού, αυτή που, κατά τη γνώμη του συντάκτη, θα αποτελούσε τη λογοτεχνία του 19ου αιώνα .
ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Τα ποιήματα έχουν : Συγκεκριμένο θέμα και θεματικά μοτίβα, όπως πατρίδα, φύση, όραμα, έρωτας, θάνατος. Νοηματική αλληλουχία. Μέτρο, ομοιοκαταληξία, στροφές. Προσεκτικό λεξιλόγιο. Λυρισμό και μουσικότητα.
ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ Ἄρνηση Στὸ περιγιάλι τὸ κρυφὸ κι ἄσπρο σὰν περιστέρι διψάσαμε τὸ μεσημέρι μὰ τὸ νερὸ γλυφό. Πάνω στὴν ἄμμο τὴν ξανθὴ γράψαμε τ᾿ ὄνομά της ὡραῖα ποὺ φύσηξεν ὁ μπάτης καὶ σβήστηκε ἡ γραφή. Μὲ τί καρδιά, μὲ τί πνοή, τί πόθους καὶ τί πάθος πήραμε τὴ ζωή μας· λάθος! κι ἀλλάξαμε ζωή ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ Η «Άρνηση», είναι ένα ερωτικό ποίημα, αλλά και ποίημα που περικλείει ένα από τα προσφιλή θέματα του Σεφέρη, την τραγικότητα του «ανθρώπου που ξαστόχησε», του ανθρώπου που ξεκίνησε με όνειρα, με επιθυμίες, με πάθος για τη ζωή, αλλά που κάποια στιγμή συνειδητοποιεί πως η ζωή του ήταν ένα μοιραίο λάθος, πως χαράχτηκε πάνω σ’ ένα λανθασμένο δρόμο κι αποφασίζει ν’ αλλάξει ζωή. Το ποίημα αυτό ανήκει στην παραδοσιακή ποίηση και στο ρεύμα του ρομαντισμού. Είναι το πέμπτο της συλλογής Στροφή και ανήκει στην ενότητα «Κοχύλια, Σύννεφα». Γραμμένο στα 1929, μεταφέρει όλα όσα ο ποιητής αισθάνεται. Η γλώσσα του είναι γνήσια δημοτική, απαλλαγμένη από περιττά στολίδια. Το μέτρο είναι ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο ανά δύο στίχους και η ομοιοκαταληξία σταυρωτή. Οι στίχοι όλοι είναι ανισομέτρητοι, ενώ ο αριθμός των συλλαβών του καθενός κυμαίνεται από 6 ως 9. Ανήκει στο ρεύμα του νεορομάντισμου λόγω των παρακάτω χαρακτηριστικών : Το θέμα του είναι η φύση. Κυριαρχεί το συναίσθημα (Μὲ τί καρδιά….καὶ τί πάθος). Υπάρχει μελαγχολική διάθεση και απαισιοδοξία (διψάσαμε….τὸ νερὸ γλυφό). Ο λόγος του είναι χειμαρρώδης και τα εκφραστικά του μέσα πολλα (Στὸ περιγιάλι…σὰν περιστέρι) Ο ποιητής προτιμάει ορισμένα σκηνικά όπως θαλασσινά τοπία (Στὸ περιγιάλι). Ωστόσο υπάρχει πιθανότητα να πρόκειται και για ένα συμβολικό ποίημα, καθώς είναι γεμάτο σύμβολα, μπορεί να ερμηνευτεί με περισσότερους από έναν τρόπους.
«Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» Σχεδίασμα Α΄ ΑΝΑΛΥΣΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΑΤΟΣ «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» Σχεδίασμα Α΄ 2 Παράμερα στέκει Ο άντρας και κλαίει· Αργά το τουφέκι Σηκώνει και λέει: «Σε τούτο το χέρι Τι κάνεις εσύ; Ο εχθρός μου το ξέρει Πως μου είσαι βαρύ.» Της μάνας ω λαύρα! Τα τέκνα τριγύρου Φθαρμένα και μαύρα Σαν ίσκιους ονΕίρου· Λαλεί το πουλΙά Στου πόνου τη γη Και βρίσκει σπυράκι Και μάνα φθονεί ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΑΝΑΛΥΣΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΑΤΟΣ Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι είναι από τα κορυφαία έργα του Σολωμού και της νεοελληνικής ποίησης γενικότερα. Μπορούμε επίσης να πούμε ότι είναι το έργο ζωής του Σολωμού, αφού, όπως φαίνεται, τον απασχόλησε σε όλη τη διάρκεια της ώριμης ποιητικής του περιόδου. Θέμα του είναι ο ηρωικός αγώνας των Μεσολογγιτών κατά τη δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου (1825-1826) ως την απεγνωσμένη έξοδο, την παραμονή των Βαΐων. Ο ποιητής ξεκινώντας από το συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός ανάγεται στον αγώνα του ανθρώπου για την ηθική, την εσωτερική του ελευθερία. Το έργο όμως ποτέ δεν ολοκληρώθηκε και έφτασε σ' εμάς σε χειρόγραφα «αποσπάσματα» συγκροτημένα σε τρία σχεδιάσματα που το καθένα τους αντιπροσωπεύει όχι μονάχα διαφορετικό στάδιο επεξεργασίας αλλά και διαφορετική ποιητική αντίληψη. Το αρχικό σχεδίασμα, «συνθεμένο εις είδος προφητικού θρήνου εις το πέσιμο του Μεσολογγίου», πρέπει να γράφτηκε γύρω στα 1830. Το ποιήμα αυτό ανήκει στο κίνημα του ρομαντισμού. Το ύφος του πεζού θυμίζει έντονα εκκλησιαστική γλώσσα. Το ποιητικό μέρος έχει ύφος σοβαρό, υποβλητικό, γλαφυρό. Το τραγούδι της θεόπνευστης ψάλτρας διακρίνεται για το μικρό στίχο (εξασύλλαβος, πεντασύλλαβος) και το μακρόσυρτο ρυθμό. Το μέτρο του τραγουδιού είναι το μεσοτονικό (ο αρχαίος αμφίβραχυς, υ-υ).Τρισύλλαβο πόδι με τον τόνο στη μεσαία συλλαβή. Ομοιοκαταληξία πλεκτή, πλούσια, παροξύτονη και οξύτονη. Οκτάστιχες στροφές. Εχει χασμωδία, συνιζήσεις και διασκελισμούς. 3 Γρικούν να ταράζει Του εχθρού τον αέρα Μιαν άλλη, πουμοιάζει Τ’ αντίλαλου πέρα· Και ξάφνου πετιέται Με τρόμου λαλιά· Πολληώρα γρικιέται, Κι ο κόσμος βροντά 4 Αμέριμνον όντας Τ’ Αράπη το στόμα Σφυρίζει, περνώντας Στου Μάρκου το χώμα· Διαβαίνει, κι αγάλι Ξαπλώνετ’ εκεί Που εβγήκ’ η μεγάλη Του Μπάιρον ψυχή.
ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΠΟΙΗΣΗ Τα ποιήματα έχουν : Επιθυμία για απελευθέρωση της ατομικότητας του ανθρώπου Συνειρμική λειτουργία της μνήμης Ερμητικότητα, η σκοτεινότητα, η αφαίρεση και το δραματικό στοιχείο της γραφής. Ενσωμάτωση στο μοντέρνο ποιητικό λόγο ζωντανών στοιχείων της παράδοσης (ποιητικού ρυθμού, υιοθέτηση της γλώσσας της δημοτικής ποίησης κ.ά.) Συμφιλίωση του θέματος με την απόλυτη καθαρότητα της εικόνας. Μια εγγενής μουσικότητα, που αναβρύζει απ’ ευθείας από τον ποιητικό λόγο. Χρήση μυθικών υπαινιγμών και αναφορών στο αρχαίο παρελθόν. Εμφαση στο τοπίο και στο φως Αναπόληση του παρελθόντος με ένα αίσθημα μελαγχολίας, που οφείλεται στο βάθεμα της αυτογνωσίας και στην αναζήτηση μιας αυθεντικής ζωής. Κυριαρχία της έννοιας του τραγικού, της τραγικής θεώρησης της ιστορίας. Επιλογή μορφικών ελευθεριών.
Απολείπειν ο θεός Aντώνιον Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ’, ακουσθεί αόρατος θίασος να περνά με μουσικές εξαίσιες, με φωνές— την τύχη σου που ενδίδει πια, τα έργα σου που απέτυχαν, τα σχέδια της ζωής σου που βγήκαν όλα πλάνες, μη ανωφέλετα θρηνήσεις. Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος, αποχαιρέτα την, την Aλεξάνδρεια που φεύγει. Προ πάντων να μη γελασθείς, μην πεις πως ήταν ένα όνειρο, πως απατήθηκεν η ακοή σου• μάταιες ελπίδες τέτοιες μην καταδεχθείς. σαν που ταιριάζει σε που αξιώθηκες μια τέτοια πόλι, πλησίασε σταθερά προς το παράθυρο, κι άκουσε με συγκίνησιν, αλλ’ όχι με των δειλών τα παρακάλια και παράπονα, ως τελευταία απόλαυσι τους ήχους, τα εξαίσια όργανα του μυστικού θιάσου, κι αποχαιρέτα την, την Aλεξάνδρεια που χάνεις. ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ Το «Ἀπολείπειν ὁ Θεός Ἀντώνιον» του Κωνσταντίνου Καβάφη, αναφέρεται στη μεγάλη αξία που έχει η διατήρηση της αξιοπρέπειας μπροστά στην απώλεια. Ο ποιήτης παρουσιάζει τον Αντώνιο τη στιγμή που ακούει τον αόρατο θίασο να απομακρύνεται από την πόλη και συνειδητοποιεί ότι ο προστάτης θεός του τον εγκαταλείπει. Η κρίσιμη εκείνη στιγμή που ο Αντώνιος αντιλαμβάνεται ότι η ήττα του είναι δεδομένη και ότι όλα όσα απέκτησε στη ζωή του και όλα όσα σχεδίαζε για το μέλλον του, φτάνουν στο τέλος τους, έχει ιδιαίτερη αξία, καθώς ακριβώς εκείνη τη στιγμή ο Αντώνιος θα πρέπει να σεβαστεί τον εαυτό του και να μη φανεί λιπόψυχος. Αν ο Αντώνιος αρχίσει να παρακαλάει για τη ζωή του και αρχίσει να κλαίει, όπως θα έκανε ένας δειλός άνθρωπος, αυτό θα σήμαινε ότι πέρα από τις κτήσεις του και τα αξιώματά του, θα έχανε και κάτι πολύ πιο σημαντικό, θα έχανε την αξιοπρέπειά του. Το ποίημα αυτό ανήκει στα διδακτικά ποιήματα του Καβάφη, με τα οποία ο ποιητής επιχειρεί να περάσει στον αναγνώστη ουσιώδη μηνύματα για τη ζωή, αλλά και για τον τρόπο που οφείλουν οι άνθρωποι να αντιμετωπίζουν κάποιες καταστάσεις. Εδώ, ο Καβάφης με τις προτρεπτικές προστακτικές δίνει εντονότερα την παραινετική αυτή αίσθηση του ποιήματος, μιας και ο ουσιαστικός του σκοπός είναι να συμβουλεύσει, όχι βέβαια τον Αντώνιο, αλλά τον αναγνώστη που ενδεχομένως μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπος με την απώλεια και την αποτυχία. Ο ποιητής, επομένως, με τις πολλαπλές προστακτικές προσπαθεί να καθοδηγήσει τον άνθρωπο που θα έρθει αντιμέτωπος με μια τόσο σημαντική απώλεια για το πώς θα πρέπει να φερθεί.
ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ Αμάξι στη βροχή Τ' ανώφλια έπεσαν κι' οι αγκωνιές Το ποίημα αυτό είναι χαρακτηριστικό δείγμα της ποίησης του συμβολισμού .Ο ποιητής, με την μουσική ενορχήστρωση του ποιήματος, υποβάλλει την ψυχική του κατάσταση, που εκφράζει τη σύγκρουση με την πραγματικότητα και μια τάση φυγής στο παρελθόν. Ο ποιητής εμπνεύστηκε το ποίημα από μια άμαξα, απομεινάρι μιας παλιάς εποχής, που την είδε να περιμένει μέσα στη βροχή, μήπως και έρθει κάποιος επιβάτης, και έχει την πρόθεση να προβάλει εικόνες από το παρελθόν, που το νοσταλγεί, και να υποβάλει στον αναγνώστη τα συναισθήματά του. Το ποίημα κινείται ανάμεσα στα απλά, μικρά, καθημερινά πράγματα, που προεκτείνονται σε σύμβολα της νοσταλγίας και της μελαγχολίας του ποιητή. Το περιεχόμενο του ποιήματος είναι νοσταλγικό και στοχαστικό. Το ποίημα ως προς την τεχνοτροπία ακολουθεί τις βασικές αρχές του συμβολισμού, αφού διαπιστώνονται τα ακόλουθα: Προβάλλονται σε αυτό ψυχικές καταστάσεις του ποιητή και συνδέονται με τα φθαρτά πράγματα, τα οποία γίνονται σύμβολα των συναισθημάτων. Κυριαρχούν οι εικόνες και η υποβλητική, μουντή και θολή ατμόσφαιρα που υπάρχει σε αυτές. Το ποίημα έχει μουσικότητα. Υπάρχει υποβλητικότητα – με όλα τα παραπάνω ο ποιητής προσπαθεί να περάσει και στην ψυχή του αναγνώστη τα δικά του συναισθήματα. Νοσταλγική αναπόληση του παρελθόντος. Χαμηλόφωνος τόνος- μικρά και ασήμαντα πράγματα. Αμάξι στη βροχή Ώρα προσμένει μοναχή η άμαξα κάτω απ' τη βροχή, και δεν τη μέλει, κι είναι σα να την τυραννά πιότερη η ξένη γειτονιά που δεν τη θέλει. Τ' αλογατάκια της, σιμά, κάτω απ' τον ίδιο μουσαμά κάνουν καρτέρι, στον τόπο αυτόν, τον θλιβερό, πράμα δε μένει από καιρό, να τό' χουν ταίρι. Γρίλιες δεν είναι, μήτε αυλές περικοκλάδες βαθουλές, δεν έμειν' ένα απ' τα φανάρια στη σειρά με τα δυο μπρούτζινα φτερά, τα σταυρωμένα. Τ' ανώφλια έπεσαν κι' οι αγκωνιές κι' οι ανεμοπέραστες, στενές, οι γαλαρίες κι' έφυγαν έντρομες, πολλές κι' οι θύμησες, σαν τις καλές, σεμνές κυρίες. Άδεια βιτόρια και φτωχή, πάρε μου εμένα την ψυχή, πάρε με εμένα για ταξιδιώτη σου, κι' εθύς πάμε, όθε κίνησες να' ρθείς: στα Περασμένα.
ΧΡΟΝΟΓΡΑΜΜΗ Απολείπειν ο θεός Aντώνιον Άρνηση Ελεύθεροι πολιορκημένοι Αμάξι στην βροχή Απολείπειν ο θεός Aντώνιον Άρνηση
ΤΕΛΟΣ