Martha Argerich Ένας ζωντανός μύθος του πιάνου
Εργασία στο μάθημα της μουσικής Από τη μαθήτρια του Γ3 ΧΛΙΑΠΑ ΓΑΒΡΙΕΛΛΑ
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Εισαγωγή Βιογραφικά στοιχεία Παρουσίαση της Martha Algerich Δισκογραφία Βραβεία Επίλογος Πηγές
Martha Argerich Ένας ζωντανός μύθος του πιάνου
Η Argerich κατοικεί στις υψηλές κορυφές του κόσμου των βιρτουόζων. Οι θαυμαστές της εξαντλούν όλο το απόθεμα των υπερθετικών για να μιλήσουν γι αυτήν, οι ανταγωνιστές της μετατρέπονται σε φανατικούς θαυμαστές και περιμένουν καρτερικά έξω από τα καμαρίνια της. Στα κοντσέρτα της βλέπει κανείς σκηνές από άλλους τόπους και χρόνους: αξιοσέβαστους κυρίους να τρέχουν στους διαδρόμους με μπουκέτα στα χέρια, διάσημους μουσικούς να χειροκροτούν ξέφρενα από τα θεωρεία τους, χολερικούς κριτικούς να παραδίδονται με αμήχανα χαμόγελα.
Γεννήθηκε στο Μπουένος Άιρες στις 5 Ιουνίου του 1941. Οι προγονοί της ήταν Καταλανοί που έφτασαν στο Μπουένος Άιρες τον 18ο αιώνα.
Οι παππούδες και γιαγιάδες της ήταν εβραίοι μετανάστες από τη Ρώσικη Αυτοκρατορία , οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στο Colonia Villa Clara, στην επαρχία Entre Rios , μια από τις αποικίες που συστάθηκαν από τους εβραϊκής καταγωγής αποίκους στην Αργεντινή. Η προέλευση του ονόματος Argerich είναι ισπανική.
Άρχισε να παίζει πιάνο σε ηλικία τριών ετών Άρχισε να παίζει πιάνο σε ηλικία τριών ετών. Στην ηλικία των πέντε ετών, ξεκίνησε στο δάσκαλο μουσικής Vincenzo Scaramuzza , ο οποίος τόνισε σε αυτήν τη σημασία του λυρισμού και του συναισθήματος στο παίξιμο των μελωδιών στο πιάνο. Η Argerich έδωσε τη πρώτη της συναυλία το 1949 στην ηλικία των οκτώ ετών παίζοντας ένα κονσέρτο του W.A. Mozart .
Στη συνέχεια η οικογένεια μετακόμισε στην Ευρώπη το 1955, όπου σπούδασε με τον μουσικό Friedrich Gulda στην Αυστρία. Αργότερα σπούδασε με τους μουσικούς Arturo Benedetti Michelangeli και Stefan Askenase. Το 1957, στην ηλικία των δεκαέξι ετών , ήρθε πρώτη σε δύο διαγωνισμούς στον Geneva International Music Competition και στον Ferruccio Busoni International Competition σε διάστημα τριών εβδομάδων Στον Ferruccio Busoni International Competition η Argerich συνάντησε τον Arturo Benedetti Michelangeli τον οποίο θα ψάξει απεγνωσμένα αργότερα στα είκοσι της χρόνια για να της διδάξει μουσική σε μια προσωπική καλλιτεχνική κρίση .
Η Argerich κέρδισε στον 7th International Frederick Chopin Piano Competition στη Βαρσοβία το 1965. Μία από τις εμφανίσεις της σε αυτόν τον διαγωνισμό ήταν μια προκλητικά γεμάτη αυτοπεποίθηση εκτέλεση στο Chopin's Etude in C major (Op. 10, No. 1).). Την επόμενη χρονιά έκανε το ντεμπούτο της στις ΗΠΑ στο the Lincoln Center's Great Performers Series.
Στην αρχή ακολούθησε τη συνήθη διεθνή καριέρα, αλλά όσο ωρίμαζε μετατρεπόταν σε ένα σύμπαν, σε ένα πρότυπο και «νομοθέτη», απρόβλεπτη, γενναιόδωρη, αδάμαστη, με ηφαιστειώδες ταμπεραμέντο και με αιφνιδιαστικές συμπεριφορές για τα συμβατικά μέτρα του κόσμου των μεγάλων ερμηνευτών. «Ένας υπέροχος πίνακας χωρίς πλαίσιο», όπως λέει γι αυτήν ο Ντάνιελ Μπάρενμπόιμ. Η ώριμη ταυτότητα της Martha Argerich προέκυψε από έναν παράδοξο συνδυασμό: αδιαφορία για τη φήμη, τα χρήματα και την καριέρα και μια βασανιστική μοναξιά που νιώθει όταν είναι μόνη της στην σκηνή. Πάνω σε αυτό το έδαφος δημιούργησε θεσμούς για να συνεργάζεται με καταξιωμένους συναδέλφους της, να στηρίζει και να αναδεικνύει νέους μουσικούς και να συγκροτεί μουσικές «οικογένειες».
Με την υπογραφή της γίνεται από το 2002 το Martha Argerich Project, που διαρκεί 3 εβδομάδες, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ του Λουγκάνο, εκεί όπου συγκεντρώνεται κάθε χρόνο η «οικογένεια» με τα μόνιμα και τα νέα μέλη της και στο Μπουένος Άιρες, από το 1999, ο Διεθνής Διαγωνισμός Μάρθα Άργκεριχ με πρόεδρο της κριτικής επιτροπής την ίδια. Από την ίδια χρονιά στη νότια Ιαπωνία γίνεται το Μουσικό Φεστιβάλ Μάρθα Άργκεριχ και στη Λουκέρνη της Ελβετίας, σε συνεργασία με τον Κλάουντιο Αμπάντο, οι ημέρες πιάνου και εργαστηρίων για την ανάδειξη νέων πιανιστών.
Η Martha Argerich έχει παντρευτεί δύο φορές Η Martha Argerich έχει παντρευτεί δύο φορές. Πρώτα , με τον κινέζο συνθέτη - μαέστρο Robert Chen το 1963, αλλά χώρισαν αμέσως, πριν από τη γέννηση της κόρης τους Lyda Chen- Argerich, μετέπειτα γνωστής βιολίστριας. Το 1969 παντρεύτηκε για δεύτερη φορά με τον μαέστρο της Συμφωνικής του Μόντρεαλ Σαρλ Ντυτουά, με τον οποίο απέκτησε επίσης μια κόρη την Άννυ Ντυτουά. Το ζευγάρι χώρισε μετά από πέντε χρόνια. Ήταν, επίσης, σε σχέση με τον πιανίστα Στέφανο Kovacevich , με τον οποίο έφτασαν δυο φορές να παντρευτούν αλλά ποτέ δεν το έκαναν. Απέκτησε μαζί του μια ακόμα κόρη τη Στέφανι Άργκεριχ.
Η Stephanie στη συνέχεια θα σκηνοθετήσει τη ταινία με τίτλο "Bloody daughter" όπου θα παρουσιάσει τη Martha Argerich μέσα από τα δικά της μάτια . Η ταινία είναι ένα πορτρέτο της οικογένειας, μια ανάμειξη οικείων συνομιλιών, συμφωνιών και διαφωνιών και η τελική απόσχιση των δεσμών των ήχων και του αίματος. Μέσα στη ταινία σκιαγραφούνται τα πορτρέτα των δύο μουσικών γιγάντων της Μάρθα Άργκεριχ και του Στέφανο Kovacevich. Μέσα από γυρίσματα που διήρκεσαν πάνω από δύο δεκαετίες , σε όλο τον κόσμο: Βαρσοβία, όπου η Μάρθα Άργκεριχ κέρδισε το πρώτο βραβείο στο Διαγωνισμό Chopin , Ιαπωνία, η οποία φιλοξένησε μια μοναδική γιορτή Άργκεριχ, Λονδίνο, όπου ο Stephen Kovacevich, ο πατέρας της Stéphanie του, ζει, εργάζεται και απολαμβάνει με μανία ινδικό φαγητό, Βέλγιο, όπου η Μάρθα ζει σε ένα σπίτι γεμάτο με πιάνα και γάτες, Αργεντινή την οποία η μουσικός άφησε στην ηλικία των δώδεκα ετών για να σπουδάσει στη Βιέννη, αλλά εξακολουθεί να κρύβει πολύτιμους θησαυρούς της οικογένειας, Ελβετία, όπου η Stéphanie και η αδελφή της Λήδα ζουν σήμερα. Η ταινία απαρτίζεται από ακολουθία ντοκιμαντέρ εστιάζοντας στους δύο χαρακτήρες της Μάρθας και του Stephen, στην καθημερινή τους ζωή, στην πρόβα και στην απόδοση των μουσικών τους .
Το 1990 στην Άργκεριχ διαγνώστηκε κακόηθες μελάνωμα . Μετά από θεραπεία ο καρκίνος φάνηκε να νικήθηκε , αλλά στη συνέχεια επέστρεψε το 1995 με μεταστάσεις στους πνεύμονες της και στους λεμφαδένες. Μετά την επιθετική θεραπεία στο John Wayne Cancer Institute , η οποία περιελάμβανε και την απομάκρυνση τμήματος του πνεύμονα και τη χρήση ενός πειραματικού εμβολίου , ο καρκίνος και πάλι νικήθηκε Σε ένδειξη ευγνωμοσύνης στις 25 Μαρτίου του 2000 η Άργκεριχ έπαιξε πιάνο σε μουσική των Μπαχ, Σοπέν, Προκόφιεφ, Σούμαν και Ραβέλ. μαζί με τον Nelson Freire στο πιάνο και το Κουαρτέτο Εγχόρδων Juilliard. Carnegie Hall. στο Carnegie Hall με τα έσοδα να διατίθενται προς όφελος του John Wayne Cancer Institute για τη μάχη που δίνει ενάντια στον καρκίνο. Από το 2000 η Άργκεριχ παραμένει υγιής .
Η Martha Argerich ταξιδεύει ανά τον κόσμο με τη μουσική «οικογένεια» που από χρόνια έχει δημιουργήσει, με μέλη της μεγάλους αστέρες σολίστ, καταξιωμένους ερμηνευτές, αλλά και νέους μουσικούς που έχουν ξεχωρίσει. Ο Μίσα Μάισκυ (βιολοντσέλο), ο Στίβεν Κοβάσεβιτς (πιάνο), ο Γιούρι Μπασμέτ (βιόλα και διεύθυνση ορχήστρας), ο Ρενό Καπυσόν και η Λία Πέτροβα (βιολί), η Ντόρα Μπακοπούλου, η Ακάνε Σακάι, η Λίλι Μάισκυ, ο Αλεξάντερ Μογκιλέφσκι, η Τζούλια Ζαΐκινα (πιάνο), ο Αλέξανδρος Καπέλης (πιάνο), ο Τάκης Καπογιάννης (κοντραμπάσο), ο Σεργκέι Νακαριάκοφ (τρομπέτα) και διακεκριμένους μουσικούς από τις χώρες που επισκέπτεται.
Έχει ποιότητες που σπάνια συνδυάζονται σε ένα πρόσωπο: πιανίστα με αδιανόητη τεχνική σβελτάδα, χαρισματική γυναίκα με αινιγματική ζωή, ανεπιτήδευτη ερμηνεύτρια που η μητρική της γλώσσα είναι η μουσική και αυτό είναι που την κάνει να ξεχωρίζει. Υπάρχουν πολλοί σπουδαίοι πιανίστες που κάνουν θαύματα, αλλά λίγοι έχουν κατακτήσει αυτή την ανεμπόδιστη φυσικότητα στην έκφραση που τους επιτρέπει να κατοικούν τη μουσική αντί να την ερμηνεύουν.
Όπως και άλλοι μυθικοί ερμηνευτές –ο Πάμπλο Καζάλς, ο Βλάντιμιρ Χόροβιτς- η Άργκεριχ δεν ξεπέρασε ποτέ τον τρόμο της σκηνής. «Υπάρχουν φορές που παθαίνω φοβερούς πανικούς, από το μυαλό μου περνάνε τα πιο απίθανα πράγματα, μια γεμάτη αίθουσα, είναι τρομακτικό. Τα γόνατά μου τρέμουν, έχω ρίγη, αισθάνομαι ότι θα καταρρεύσω», εξομολογήθηκε στο εξαιρετικό πορτρέτο που της έκανε ο Γάλλος σκηνοθέτης Ζορζ Κασό, το 2002 και κυκλοφορεί σε DVD από την εταιρία Medici Arts.
Γι αυτό και τα σόλο ρεσιτάλ της είναι σπάνια, γι’ αυτό πολλές φορές κρύβεται πίσω και τα πλούσια και πυκνά μαλλιά της στη σκηνή και γι αυτό «συνομιλεί» με τους συνθέτες όταν παίζει και απομονώνεται στον μεταξύ τους διάλογο: «Προτιμώ να μην αστειεύομαι με τον Σούμαν, αλλά νομίζω ότι του αρέσω. Με τον Σοπέν δεν είναι πάντα εύκολο, μάλλον με ζηλεύει λίγο. Ο Προκόφιεφ με αγαπάει πολύ, δεν μου στήνει ποτέ παγίδες».
Με ένα σοκ άρχισε η σχέση της με το πιάνο: ήταν 6 χρονών και η μητέρα της την πήγε στο Τεάτρο Κολόν του Μπουένος Άιρες, στο κοντσέρτο για πιάνο αρ. 4 του Μπετόβεν με τον Κλάουντιο Αράου, «είχα αποκοιμηθεί και ξαφνικά άκουσα τις τρίλιες στο δεύτερο μέρος, ανατρίχιασα, με διαπέρασε ηλεκτρικό σοκ, αρνούμαι να παίξω αυτό το κοντσέρτο, φοβάμαι τι θα συμβεί, είναι τόσο σημαντικό για μένα».
Στα 9 της, πριν παίξει σε ένα κοντσέρτο του Μότσαρτ, γονάτισε και σκέφτηκε: «αν κάνω λάθος σε μια νότα, θα πεθάνω». Η τελειομανία την ακολουθεί από τότε. «Πάντα αμφιβάλλω, πάντα είμαι αβέβαιη, ψάχνω. Αν είναι κανείς πολύ ικανοποιημένος ή εγκαταλείπεται στη ρουτίνα, είναι καταστροφή».
Ο Μίσα Μάισκυ, που συνεργάζεται μαζί της από το 2002 στο Λουγκάνο λέει ότι «η συνεργασία με τη Μάρθα Άργκεριχ είναι σαν τη ζωή: δεν είναι εύκολη, μπορεί να είναι πολύ απρόβλεπτη και πολύ εκνευριστική. Αλλά είναι ό,τι πιο υπέροχο μπορεί να σου συμβεί. Είναι αδιανόητα προικισμένη, σε βαθμό σχεδόν απελπιστικό».
Και ο Αμερικανός κριτικός, Άλεξ Ρος σημειώνει ότι στις ερμηνείες της Άργκεριχ έχει κανείς την αίσθηση, «πως η πιανίστα εγκαταλείπει την ιδέα της μεγάλης ερμηνείας και είναι σαν να παίζει για τον εαυτό της και σιγά-σιγά προκύπτει μια σπάνια εκτέλεση. Σώζει πολλούς συνθέτες από τις συνήθεις υπερβολές των βιρτουόζων και αποκαθιστά την ουσία τους, τους κάνει να ακούγονται καινούργιοι, σύγχρονοι, με τολμηρές τονικότητες. Ο τρόπος που το πιάνο ανταποκρίνεται στο άγγιγμα της Άργκεριχ είναι ένα φυσικό φαινόμενο που αντιστέκεται στις ερμηνείες, είναι σαν τα Επιφάνεια, μια αποκάλυψη».
Ποια είναι, η Μάρτα Αργκεριχ μέσα από τα μάτια της ελληνίδας φίλης της Ντόρα Μπακοπούλου
Η Ντόρα Μπακοπούλου και η Μάρτα Αργκεριχ γνωρίζονται μεταξύ τους από μικρές. Πρωτοσυναντήθηκαν στο Σάλτσμπουργκ, μαθήτριες και οι δύο του Φρίντριχ Γκούλντα. Εκτοτε η καταξιωμένη ελληνίδα πιανίστρια διατηρεί βαθιά φιλία με τη θρυλική αργεντινή ομότεχνή της. Εχουν, δε, παίξει επανειλημμένως μαζί .
«Το φαινόμενο Μάρτα Αργκεριχ είναι πολυσύνθετο» λέει η Ντόρα Μπακοπούλου. «Οι διάφορες πτυχές της προσωπικότητάς της είναι συχνά αντικρουόμενες, χωρίς κάποια από αυτές τις πλευρές δεν θα ήταν η Μάρτα. Το μυαλό της είναι σαν σφουγγάρι και σαν κομπιούτερ, εγγράφει απίθανα πράγματα. Η αντίληψή της, η κρίση της γύρω από τα συμβάντα της ζωής και η τρομερή της μνήμη, και από την άλλη η ευαισθησία και η φαντασία στο παίξιμό της είναι μια από τις βασικές της αντιθέσεις». Κατά την Ντόρα Μπακοπούλου, η Αργκεριχ είναι άτομο τρομερά πρακτικό και προσγειωμένο. Η θρυλική πιανίστρια έχει τρομερή ενέργεια που νομίζει κανείς ότι δεν σταματά ποτέ, διακόπτεται απλά μόνο όταν κοιμάται. Αντέχει τρένα, αεροδρόμια, αναμονές, ατελείωτες πρόβες. Ζει μέσα στη μουσική και ίσως από τη μουσική.
«Είναι πολύ εργατική και τελειομανής» συνεχίζει η Ντόρα Μπακοπούλου «Είναι πολύ εργατική και τελειομανής» συνεχίζει η Ντόρα Μπακοπούλου. «Μελετά ώρες ολόκληρες, όταν όμως ο υπόλοιπος κόσμος πέφτει για ύπνο. Είναι πολύ πρωτότυπη και σε αυτό. Κάθεται στο πιάνο γύρω στις 12 τα μεσάνυχτα και μελετά μέχρι τις 4 το πρωί για την επόμενη συναυλία. Ξεκουράζεται τα πρωινά. Ανήκει στην οικογένεια των ανθρώπων που τους αρέσει να θαυμάζουν όπου βρουν ομορφιά, στο βλέμμα ενός ανθρώπου, στην προσεγμένη και όμορφη εμφάνιση μιας γυναίκας, στο ωραίο παίξιμο μιας ή ενός συναδέλφου πιανίστα. Συμμετέχει με χαρά στο τρελό κέφι μιας φιλικής παρέας».
Σύμφωνα με την ελληνίδα φίλη της, η χάρη της Αργκεριχ σαν νεαρά κοπέλα μάγευε τους πάντες. «Εχει παντρευτεί δυο φορές, έχει τρεις κόρες από διαφορετικούς άντρες. Είναι πολύ δεμένη με την οικογένειά της αν και δεν ζουν μαζί. Η γενναιοδωρία της είναι παροιμιώδης. Βοηθά εντατικά νέους καλλιτέχνες, συχνά άπορους στους οποίους προσφέρει ως και στέγη. Δεν διδάσκει, όμως. Η βάση της τα τελευταία χρόνια είναι οι Βρυξέλλες.
Μιλά τέσσερις ξένες γλώσσες κι όλες εξαιρετικά. Είναι τρυφερή ως φίλη Μιλά τέσσερις ξένες γλώσσες κι όλες εξαιρετικά. Είναι τρυφερή ως φίλη. 'Εχει ήδη έρθει πέντε φορές στην Ελλάδα την οποία αγαπά πολύ. Εχει μείνει στην Υδρα και πιο πολύ στην Αίγινα. Μαζί έχουμε παίξει στο Μόναχο, στο Λουγκάνο και στην Αθήνα.».
ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ
Βραβεία
The Order of the Rising Sun, Gold Rays with Rosette 2005 Ιαπωνία Praemium Imperiale 2005 Ιαπωνία Grammy Award for Best Instrumental Soloist(s) Performance (with orchestra): Claudio Abbado (conductor), Martha Argerich and the Mahler Chamber Orchestra for Beethoven: Piano Concertos Nos. 2 & 3 (2006) Grammy Award for Best Chamber Music Performance: Martha Argerich and Mikhail Pletnev for Prokofiev (Arr. Pletnev): Cinderella Suite for Two Pianos/Ravel: Ma Mere L'Oye (2005) Grammy Award for Best Instrumental Soloist(s) Performance (with orchestra) Charles Dutoit (conductor), Martha Argerich and the Montreal Symphony Orchestra for Prokofiev: Piano Concertos Nos. 1 and 3/Bartók: Piano Concerto No. 3 (2000)
ΕΠΙΛΟΓΟΣ "Ελπίζω", λέει, "ότι το καλύτερο παίξιμό μου είναι ακόμα μπροστά. Διαφορετικά, είμαι νεκρή ."
www.tovima.gr http://el.wikipedia.org http://www.medici.tv https://www.youtube.com/results?search_query=martha+argerich ΠΗΓΕΣ :