2. Η ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΨΕΛΛΟΥ: ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΕΣ ΚΑΙ ΝΕΩΤΕΡΕΣ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ - Η ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ ΤΗΣ
Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του έργου του Μιχαήλ Ψελλού έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον της φιλολογικής και ιστορικής έρευνας. Το συγγραφικό του εγχείρημα ερμηνεύτηκε παλαιότερα ως «τα απομνημονεύματα ενός αυλικού» ή ως «βιογραφίες αυτοκρατόρων» κατά το πλουτάρχειο πρότυπο. Ωστόσο οι ερμηνείες αυτές στηρίχθηκαν σε επιλεκτική ερμηνεία χωρίων και όχι στη γενική θεώρηση του έργου του.
Πιο πρόσφατα επιχειρήθηκαν νέες ερμηνευτικές προσεγγίσεις της Χρονογραφίας: 1. Θεωρήθηκε ως πολιτικο - φιλοσοφικό μανιφέστο, κάτι περισσότερο από ιστορία. Πρόκειται για ένα κείμενο απατηλό. Σε πρώτο επίπεδο προβάλλουν οι παραδοσιακές κοινοτοπίες του συγγραφέα, αλλά οι πραγματικές ανατρεπτικές πεποιθήσεις του βρίσκονται πίσω από το κείμενο και τις γραμμές του κειμένου.
Σύμφωνα με τη θεώρηση αυτή ο Μιχαήλ Ψελλός εμφανίζεται να απορρίπτει και να υπονομεύει τις παραδοσιακές αξίες, όπως η πνευματικότητα, η ευσέβεια, η φιλευσπλαχνία. Η πνευματικότητα και ο ασκητισμός δεν αποτελούν ιδεώδη για το συγγραφέα και ούτε προσγράφονται στα θετικά των αυτοκρατόρων.
Η ανέγερση εκκλησιών, οι δωρεές και τα προνόμια των βασιλέων προς τα μοναστήρια παρουσιάζονται τελείως αρνητικά καθώς δεν προσφέρουν τίποτα στο κοινωνικό σύνολο. Δεν γίνεται συχνά επίκληση της θείας πρόνοιας για την επέμβασή της στα ανθρώπινα πράγματα.
Από τους αυτοκράτορες τέλος προβάλλονται μόνο οι στρατιώτες Βασίλειος Β΄ και Ισαάκιος Κομνηνός που δεν είχαν παιδευτικά ενδιαφέροντα. Όλα αυτά συνιστούν σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή την «αναγέννηση της απελευθερωμένης φιλοσοφίας» στο έργο του Μιχαήλ Ψελλού.
Ο αντίλογος στην προσέγγιση αυτή είναι ότι ως τεκμήρια αξιοποιήθηκαν χωρία από τις δύο κατηγορίες, των συμβατικών δηλώσεων των κοινοτοπιών του συγγραφέα και των διφορούμενων διατυπώσεών του. Πρόκειται για προσέγγιση που πάσχει από την επιλεκτική αξιοποίηση χωρίων που δεν οδηγεί σε ασφαλή πορίσματα.
Δεν στηρίζονται δηλαδή σε σταθερές απόψεις που διέπουν ολόκληρο το κείμενο. Τα περί απατηλού κειμένου στηρίζονται σε μια προειλημμένη θεωρητική υπόθεση η οποία τεκμηριώνεται με αποσπασματικές μαρτυρίες από το πρώτο μόνο μέρος του έργου.
2. Σύμφωνα με μια άλλη θεώρηση τα αυτοβιογραφικά και απολογητικά στοιχεία που διατρέχουν το έργο εντάσσονται σε ένα «λογοτεχνικό πρόγραμμα» που επεξεργάστηκε ο συγγραφέας σε μια προσπάθεια να δικαιώσει τον πολιτικό του βίο έναντι των επικρίσεων που δέχθηκε από τους αντιπάλους του.
Στα αρνητικά της θεώρησης αυτής προσγράφονται α) ότι δεν διευκρινίζεται ποιο είναι το λογοτεχνικό πρόγραμμα που κατέστρωσε ο συγγραφέας και β) ότι δεν τίθεται το ερώτημα σε ποιους κλήθηκε ή χρειάστηκε να απολογηθεί ο Μιχαήλ Ψελλός.
Σύμφωνα με μια πολύ πιο πρόσφατη ερμηνευτική προσέγγιση τα ζητήματα που προκύπτουν από τη μελέτη του κειμένου της Χρονογραφίας καθιστώντας την ένα «ιδιαίτερο» κείμενο μπορούν να διαφωτιστούν από την παράλληλη απάντηση στο ζήτημα της σκοπιμότητας της συγγραφής της.
Κατ' αρχήν, με τις σκανδαλιστικές λεπτομέρειες που περιλαμβάνει είναι αδύνατο να παρουσιάστηκε στην αυλή. Μόνο το δεύτερο τμήμα του έργου, όπου εγκωμιάζεται ο Μιχαήλ Ζ' Δούκας, θα μπορούσε να δημοσιευθεί και μάλλον δημοσιεύθηκε ως πρώτη γραφή χωρίς να προκαλέσει αντιδράσεις.
Συνεπώς δεν πρόκειται για έργο που γράφτηκε για να εξυπηρετήσει άμεσα δυναστικά συμφέροντα. Ενδεχομένως τέτοια στόχευση να εξυπηρετούσε μόνο το φλύαρο και εγκωμιαστικό β' μέρος του έργου.
Οι κατά καιρούς ερμηνείες του έργου ως απομνημονεύματα αυλικού, πλουτάρχειας έμπνευσης βιογραφίες, ανατρεπτικό μανιφέστο, καταδεικνύουν το σύνθετο χαρακτήρα του.
Το βασικό όμως χαρακτηριστικό της Χρονογραφίας παραμένει η παρουσία του συγγραφέα μέσα στο κείμενο του και μάλιστα σε μεγάλη έκταση.
Θα πρέπει επίσης να ληφθεί υπ' όψιν ότι το έργο γράφτηκε σε μια περίοδο παρακμής και κρίσης. Πίσω από την κρίση αξιών υποβόσκει η σύγκρουση στρατιωτικής αριστοκρατίας και αυλικής γραφειοκρατίας, της οποίας κύριος εκφραστής υπήρξε ο ίδιος ο συγγραφέας.
Παρά τις περί του αντιθέτου δηλώσεις του ότι θα ασκήσει κριτική και σε προσφιλή πρόσωπα, δεν επιδίωξε να ερμηνεύσει την πολιτική κρίση της εποχής του. Αντίθετα, αντιπαρέρχεται την κορύφωση της κρίσης, τη μάχη του Ματζικέρτ το 1071, για να μην αναγκαστεί να ασκήσει κριτική στον οίκο των Δουκών με τον οποίο ήταν στενά συνδεδεμένος.
Ενδιαφέρεται περισσότερο να προβεί στην απομυθοποίηση της πολιτικής εξουσίας σκιαγραφώντας αριστοτεχνικά αδύναμους βασιλείς και τους αδίστακτους αυλικούς, μένοντας ο ίδιος βέβαια στο απυρόβλητο.
Δεν ερμηνεύει κοινωνικά φαινόμενα ούτε επιχειρεί να κατανοήσει την ιστορία μέσα από ένα συγκεκριμένο, διαμορφωμένο πολιτικό πρίσμα. Θα μπορούσε βλέποντας το παρελθόν από κάποια απόσταση, να γράψει μια πολιτική ιστορία στην οποία θα δημοσιοποιούσε τα πολιτικά του πιστεύω. Περιορίστηκε λοιπόν στην καταγραφή προσωπικών αναμνήσεων κυμαινόμενος μεταξύ ιστορίας και εγκωμίου.
Η σκοπιμότητα συνεπώς της συγγραφής του ήταν να γράψει την ιστορία του πρόσφατου παρελθόντος από τη δική του σκοπιά του φιλοσοφημένου έμπειρου πολιτικού, ξεσκεπάζοντας την εξουσία και αποκαθηλώνοντας τα σύμβολά της για να φανεί η ανικανότητα των εκάστοτε κυβερνώντων.
Ο απώτερος στόχος του δεν ήταν να γράψει ούτε αυτοβιογραφία, ούτε απολογία, ούτε πολιτικό και φιλοσοφικό ανατρεπτικό μανιφέστο. Γράφει κυρίως για τις επόμενες γενιές, για να καταγγείλει ότι δεν εκτιμήθηκε από τους εκάστοτε αυτοκράτορες, που υπηρέτησε ως φιλόσοφος - πολιτικός, για την ευρυμάθεια, την εμπειρία και τις ικανότητες που διέθετε.
Στη Χρονογραφία κεντρικός ήρωας είναι ο ίδιος Στη Χρονογραφία κεντρικός ήρωας είναι ο ίδιος. Βασικό χαρακτηριστικό της γραφής του είναι η προβολή του ίδιου ως αφηγητή, το προσωπικό και αυτοβιογραφικό στοιχείο που υπερβαίνει τους κανόνες του είδους της ιστοριογραφίας.
Και αυτό γιατί ξεκίνησε να γράφει ιστορία, αλλά ήταν αδύνατο να κρατήσει τον εαυτό του έξω από τα ιστορικά δρώμενα που κατέγραφε. Πρόκειται συμπερασματικά για ένα έργο πρωτότυπο και σύνθετο.