ΚΡΗΤΙΚΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΟΡΓΑΝΑ Α΄2 Λυκείου Καστελίου Πεδιάδος
Πρόλογος ● Η κρητική παραδοσιακή μουσική παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην ιστορία και την παράδοση της χώρας μας και σε σχέση με άλλες περιοχές συνεχίζει να εμπλουτίζεται διαρκώς. ● Τα περισσότερα κρητικά παραδοσιακά όργανα, τα οποία χρησιμοποιούνται για την απόδοση της μουσικής, χρονολογούνται από τον 13 ο -18 ο αιώνα μΧ.
Κρητική λύρα ● Είναι ένα τρίχορδο, τοξωτό όργανο, παραλλαγή της βυζαντινής λύρας. ● Συναντάται από τα χρόνια των Μινωικών ανακτόρων. Από τότε είχε αλλάξει διάφορα σχήματα. ● Το σχήμα που έχει σήμερα προέρχεται από την μεσαιωνική εποχή. ● Τα χαρακτηριστικά της είναι ότι έχει τρείς χορδές και τα μικρά κουδουνάκια στο δοξάρι
Είδη κρητικής λύρας: ● Το λυράκι: Συνήθως ήταν συνοδευτικό όργανο. Μοιάζει στην βυζαντινή, έχει σκάφος πιο βαθύ. ● Η βροντόλυρα: Είναι διαφορετική από τις άλλες. Το ηχείο έχει ημισφαιρικό σχήμα και θυμίζει λαούτο με κοντό βραχίονα. Έχει μεγαλύτερη, πιο πλατιά σκάφη. Εγκαταλείφτηκε σε σύντομο χρονικό διάστημα από τους Κρητικούς. ● Η κοινή λύρα: Μεσαίος τύπος ανάμεσα στο λυράκι και στην βροντόλυρα. Μορφή: ● Σώμα, καπάκι, χορδές, δοξάρι
Ιστορία: ● Η λύρα έχει άμεση σχέση με τη μυθολογία, καθώς ήταν το σύμβολο του θεού Απόλλωνα. ● Όσο για την προέλευσή της, άλλοι πιστεύουν ότι ήρθε στην Κρήτη από τους Άραβες και άλλοι από την Κων/πολη ή τον στρατό του Νικηφόρου Φωκά. ● Το βιολί την περίοδο της Ενετοκρατίας, άσκησε μεγάλη επιρροή στην μουσική της Κρήτης και άλλαξε πολλά πράγματα που την αφορούν, τόσο την κρητική μουσική όσο και την κρητική λύρα. ● Τέλος, Η Κρητική λύρα χρησιμοποιείται ακόμα ευρέως στην Κρήτη, στα Δωδεκάνησα, στο Αιγαίο και στην βόρεια Ελλάδα.
Λαούτο ● Είναι ένα έγχορδο, κρητικό παραδοσιακό όργανο ● Συνοδεύει το βιολί, την λύρα και άλλα μουσικά όργανα στην ελληνική παραδοσιακή μουσική. ● Υπάρχουν δύο τύποι: το στεριανό και το κρητικό ● Έντονη διάδοση παρατηρούμε στα νησιά, ενώ στις στεργιανές περιοχές είναι λιγότερο διαδεδομένη η χρήση του.
Μορφή Διαμορφώθηκε τον 17 ο αι από στοιχεία σύνθεσης παλαιότερων τύπων (αρχαιοελληνική πανδούρα, το αραβικό ούτι και από ένα αραβικό όργανο με το όνομα al ud ). ● Ηχείο (μεγάλο και αχλαδόσχημο), Μανίκι (μακρύ με χωρίσματα), Χορδές (4 διπλές), Λαιμός (μακρύς, όχι τάστα), Πλάτη, Μπράτσο, Σκάφος, Καλούπι, Ντάκος (τριγωνικός), Ντούγιες (είναι 23, κάτω μέρος σκάφους, πάνω στον ντάκο), Καπάκι (δύο λωρίδες πεύκου), Βραχίονας, Μπερντέδες (σταθεροί, δεμένοι κατά ημιτόνια )
Ιστορία ● Ανακαλύφθηκε από τους Καπαδόκες, τους Ασσυρίους και τους Αιγυπτίους. ● Ένα παρόμοιο όργανο, με το όνομα «πανδουρίς», γνώριζαν και οι αρχαίοι Έλληνες. ● Το ευρωπαϊκό λαούτο του 15ου και 16ου αιώνα είναι το κυρίαρχο όργανο στη μουσική της εποχής. ● Οι συνθέσεις για λαούτο αποτελούν και τις πρώτες προσπάθειες για τη δημιουργία μιας καθαρά ενόργανης μουσικής. ● Μέχρι την εποχή του Μπαρόκ, ήταν ένα ανεξάρτητο όργανο. ● Ο λόγος που έχασε την εξέχουσα θέση που είχε παλιά οφείλεται μάλλον στην μεταβολή των συνθηκών εργασίας στο χώρο των επαγγελματιών μουσικών
Μαντολίνο ● Είναι ένα έγχορδο νυκτό μουσικό όργανο. ● Γεννήθηκε λίγο πριν το τέλος του 17ου αιώνα στην μεσαιωνική μαντόλα ή μαντόρα. ● Τότε υπήρχε και ένα άλλο όργανο, που ονομαζόταν Μantola, από το οποίο, το μαντολίνο πήρε το όνομα του.
Μορφή ● Χορδές (συρμάτινες), Καπάκι (2 χιλιοστά, άκαμπτο ξύλο), Σκάφος (σκληρό ξύλο), Ηχείο (μεγάλο και βαθύ), Αντιχείο (διατήρηση ηχητικής ενέργειας), Μπράτσο (εκεί πατιούνται οι χορδές), Κεφαλή (εκεί προσαρμόζονται τα κλειδιά), Κλειδιέρα, Κλειδιά (μεταλλικό ανοξείδωτο υλικό) Ιστορία ● Πρωτοεμφανίστηκε στην Ιταλία, κυρίως στην Νάπολη, από τον 17ο αιώνα. ● Μετά τον 17 ο αιώνα, άρχισαν να δημιουργούνται πολλοι και διαφορετικοί τύποι Μαντολίνων (Μιλανέζικο, Φλορεντινό, Ναπολιτάνικο, Γενοβέζικο, Παντουάνικο, Ρωμαϊκό, Σιενέζικο και Σικελικό) ● Στις αρχές του 20ου αιώνα το μαντολίνο γνώρισε μεγάλη άνθηση ● Το μαντολίνο συναντάτε πλέον σε όλο τον κόσμο. Συνοδεύει κατά τόπους παραδοσιακά τραγούδια, blue grass αμερικάνικες μελωδίες, μοντέρνα ακούσματα της rock και pop μουσικής.
Ασκομαντούρα ● Είναι ένα πνευστό κρητικό μουσικό όργανο, το οποίο είναι υπό εξαφάνιση. ● Η παρακμή του οργάνου χρονολογείται μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. ● Στην Κρήτη το όργανο φαίνεται πως ήταν πολύ διαδεδομένο μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα. ● Είναι απόγονος του άσκαυλου ενός αρχαιότατου πνευστού μουσικού οργάνου.
Μορφή Οι βοσκοί κατασκευάζουν την ασκομαντούρα από δέρμα κατσίκας και από διπλό λιανό καλάμι. ● Σκάφη (μεγάλη, χοντρό ξύλο), Αυλοί (έχουν τρύπες), Μπιμπίκια, Τουλούμι (μικρό), Ασκός (δέρμα ριφιού), Μαντουράκι (καλάμι από μέσα είναι κούφιο και έχει κόμπους σε κάποια σημεία). Ιστορία ● Η ασκομαντούρα είναι απόγονος του άσκαυλου, ενός αρχαιότατου πνευστού μουσικού οργάνου και είναι σύμβολο της ιερής μέθεξης, για το οποίο υπάρχει αναφορά στη «Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη. ● Ήταν πολύ διαδεδομένη μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα. ● Είναι ποιμενικό όργανο καθώς η χρήση του ήταν ευρύτατα διαδεδομένη στην Κρητική ύπαιθρο από βοσκούς. ● Η σταδιακή παρακμή της φαίνεται πως ξεκίνησε μετά το Β’ Παγκόσμιο.
Χαμπιόλι ● Το χαμπιόλι είναι ενα αρχέγονο, καλαμένιο πνευστό όργανο της Κρήτης. ● Οι συχνότερες ονομασίες του είναι το θιαμπόλι ή φθιαμπόλι, φτιαμπόλι, φιαμπόλι, παμπιόλι, μπαμπιόλι, χαμπιόλι, σφυροχάμπιολο, σφυροχάμπουλο, πειροχάμπιολο, και γλωσσοχάμπιολο. ● Είναι ένα είδος μικρής φλογέρας και γενικότερα είναι ένα όργανο που το παίζουν περισσότερο οι βοσκοί, χωρίς συνοδεία. ● Το μέγεθός του είναι τόσο όσο η απόσταση μεταξύ δύο κόμπων
Κατασκευή ● Το χαμπιόλι κατασκευάζεται από ένα λεπτό καλάμι, με το ίδιο όνομα, με άνοιγμα οπής 8 χιλιοστά. ● Το μήκος του είναι 20 με 25 εκατοστά. ● Πάνω στο κομμένο λοξά ξερό καλάμι, κάνουνε πέντε τρύπες με ένα μαχαίρι και για να παράγεται όμορφα ο ήχος, τις καίνε με κάρβουνο, ώστε να γίνουν στρογγυλές. ● Η τονικότητα του ήχου είναι ανάλογη με το μήκος και το άνοιγμα του καλαμιού - αν αυτό είναι μακρύ ο τόνος βαρύς, αν είναι κοντό ο τόνος οξύς. ● Οι τρύπες επάνω στο χαμπιόλι καλύπτουν μόνο ένα πεντάχορδο, όσες και οι νότες της κοντυλιάς, σπάνια να τις υπερβαίνουν.
Μορφή ● Επιστόμιο (είναι καλυμμένο με τη ψίχα του καλαμιού) και Πείρο ή Σούρο (είδος τάπας με λεπτή σχισμή) Μέρη Δεν είναι διακριτά, όμως υπάρχουν ● Άνω μέρος ή κεφαλή: εκεί φυσά ο οργανοπαίκτης και περιλαμβάνει το Επιστόμιο. ● Κυρίως μέρος ή σώμα: εκεί βρίσκονται τρύπες της φλογέρας. ● Κάτω μέρος ή πόδι: περιέχει την τελευταία σειρά των τρυπών και την τρύπα που είναι ανοικτή απέναντι από την κεφαλή. Ιστορία ● Συνανάται στην κρητική παραδοσιακή κρητική μουσική του 20ου αι. ● Παρεγκωνίστηκε για κάποιους αιώνες αν και παλαιότερα κατείχε σημαντικό ρόλο. Αναβιώνει στην Κρήτη από μερακλήδες μουσικούς
Μπουλγαρί ● Το μπουλγαρί ή μπουλγκαρί είναι ένα τρίχορδο μουσικό όργανο ● Ανήκει στην οικογένεια των ταμπουράδων (Βυζαντινούς, Τούρκικους χρόνους, Ενετοκρατία) (Μ. Ασία, Εγγύς Ανατολή, Αίγυπτο, Περσία) ● Το όνομα του πιθανά να προέρχεται από αρχαιολογική του ονομασία «πανδουρίς» (μονόχορδα με μακρύ βραχίονα και μικρό ηχείο όργανα ή συμφώνα με τους Σουμέριους όργανα με μακρύ τόξο)
Μορφή Μοιάζει με το αραβικό σάζι (σχήμα) και στον τζουρά (μέγεθος) ● Ηχείο (κυρτό, με σχήμα αχλαδιού, άνοιγμα διαφυγής ήχου στο πλάι), Βραχίονας (μακρύς και λεπτός), Χορδές (3 λεπτές, διπλές, ατσάλινες, κινητοί μπερντέδες), Καβαλάρης (κινητός), Σκάφος, Καπάκι (λεπτό, από κατράνι), Μπράτσο (μακρύ). Κούρδισμα ● πάχη χορδών: Για το κάτω ζευγάρι: 13-13, το μεσαίο ζευγάρι: ή και 22 και το πάνω ζευγάρι: ● Κουρδίζεται SOL - DO -FA, SOL - DO -SOL και SOL - RE –SOL.
Ιστορία ● Η ονομασία του προέρχεται από την πιο μπάσα χορδή του οργάνου, που ονομάζεται "βουργάρα" ή και "μπουργάρα". ● Η εμφάνισή του στην Κρήτη χρονολογείται προς το 1800 π.Χ. με την έλευση των προσφύγων από τη Μικρά Ασία και εξαπλώθηκε γύρω στο ● Ηρθε στην Κρήτη με τους Τούρκους ή στα μέσα της τουρκοκρατίας, αλλά δεν είναι πολύ σίγουρο. ● Ιδιαίτερη εμφάνιση κάνει κατά την γερμανική κατοχή (τότε το μπουλγαρί συνόδευε την λύρα και το μαντολίνο) και κατά τον Μεσοπόλεμο (Τότε εμφανίζεται και στη δισκογραφία) ● Εκείνη την περίοδο, το μπουλγαρί άρχισε να παραγκωνίζεται από το λαγούτο στην συνοδεία της λύρας
Ευχαριστούμε για την προσοχή σας Τα άτομα της ομάδας Σεργιάνι στην παράδοση: Χαλκιαδάκη Κατερίνα Μούκα Σίμπε Μαραγκάκης Παντελής Λασηθιωτάκης Μιχάλης Υπεύθυνη καθηγήτρια: Μάριον Πολίτη