Δρ. Ευριπίδου Πολύκαρπος ΠΑΘΟΛΟΓΟΣ-ΔΙΑΒΗΤΟΛΟΓΟΣ C.D.A. College Limassol 2015/2016
Κύρια συμπτώματα νεφρολογικών παθήσεων: 1. Πόνος στην οσφύ: Εντοπίζεται στη νεφρική ή στην πλευροσπονδυλική γωνιά και περιγράφεται σαν οσφυαλγία. Συχνά είναι δύσκολο να διαφοροδιαγνωσθεί από τη χαμηλή οσφυαλγία ή όταν επεκτείνεται στην κοιλιά, από τα διάφορα αίτια κοιλιακού πόνου.
2. Νεφρικός κολικός: Έχει χαρακτηριστική κατανομή στην οσφύ, γύρω στο υποχόνδριο και επεκτείνεται προς τα κάτω στη βουβωνική χώρα, γεννητικά όργανα και τη μηρό και μπορεί να συνοδεύεται από υπόταση, νηματοειδή σφυγμό και ιδρώτες. Εάν η κατανομή του πόνου είναι κυρίως πρόσθια μπορεί να γίνει σύγχυση με οξεία κοιλία, όπως: διάτρηση, σκωληκοειδίτιδα ή χολοκυστίτιδα.
3. Πόνος ουροδόχου κύστης: Συνήθως είναι ένα δυσάρεστο αίσθημα καύσου υπερηβικά, αλλά ο πόνος μπορεί να γίνεται αντιληπτός στην ουρήθρα ή στο περίνεο σε ουρηθρική ή προστατική φλεγμονή.
4. Διαταραχές της ούρησης: Συχνουρία: Ο μέσος αριθμός είναι 4-5 φορές την ημέρα στους άνδρες και 2-3 φορές στις γυναίκες, οποιαδηποτε αύξηση αποτελεί τη συχνουρία. 5. Το αίσθημα για ούρηση στη φυσιολογικού μεγέθους κύστη διεγείρεται με 300 ml περίπου ούρων έτσι, η πολυουρία θα προκαλέσει και συχνουρία.
Σακχαρώδης διαβήτης. Άποιος διαβήτης. Χρόνια σπειραματονεφρίτιδα. Υπερβολική λήψη υγρών, μπύρας, τσαγιού. Προστατική απόφραξη. Καρκίνωμα κύστης. Λιθίαση κύστης. Διουρητικά. Συγκινησιακή.
Δυσουρία (δυσχερεία ούρησης). Καύσος ή πόνος κατά την ούρηση, που συνήθως γίνεται αισθητός στην ουρήθρα και συχνά συνοδεύεται με συχνουρία λέγεται δυσουρία.
Λιθίαση κύστης ή ουρητήρα. Καρκινώμα ουρήθρας. Υπερπλασία προστάτου. Προστατίτιδα. Σκλήρυνση κατά πλάκας. Παράλυση κύστης. Όγκος νωτιαίου μυελού. Ινομυώματα μήτρας. Καρκίνος κόλπου. Εγκυμοσύνη.
Πολυουρία. Η μόνιμη παραγωγή ούρων σε όγκο πάνω από 2, 5-3 λίτρα το 24ωρο, λέγεται πολυουρία.
Σακχαρώδης διαβήτης. Άποιος διαβήτης. Χρόνια σπειραματονεφρίτιδα. Υπερβολική λήψη υγρών, μπύρας, τσαγιού. Νυκτουρία. Η ανάγκη για έγερση τη νύκτα για ούρηση είναι πρώιμο σύμπτωμα της χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας. Η ενούρηση, δηλαδή η εμβροχή με ούρα κατά τη διάρκεια του ύπνου που παρατηρείται στα παιδιά, μπορεί να οφείλεται σε υποκειμενική νεφρική πάθηση, όπως η νυκτουρία στους ενήλικες.
Ολιγουρία – ανουρία. Σαν ολιγουρία ορίζεται η παραγωγή ούρων σε όγκο μικρότερο από 400 ml το 24ώρο. Ανουρία ορίζεται η παραγωγή ούρων σε όγκο μικρότερο από 100ml το 24ώρο. Πλήρης ανουρία σημαίνει ότι δεν υπάρχουν καθόλου ούρα και θα πρέπει να εγείρει την υπόνοια της απόφραξης των ουρητήρων. Ανουρία δε σημαίνει επίσχεση όπου στη τελευταία υπάρχει αρκετός όγκος ούρων μέσα στην ουροδόχο κύστη.
Λοιμώξεις: Πυελονεφρίτιδα, σηψαιμία. Καρδιοπάθειες: καρδιακή ανεπάρκεια, έμφραγμα μυοκαρδίου. Οξεία νεφρίτιδα. Φάρμακα: καναμυκίνη, πολυμιξίνη, κολιστίνη. Δηλητήρια: μανιτάρια, υδράργυρος, χαλκός, ουράνιο, αρσενικό. Υποογκαιμική καταπληξία.
Εγκαύματα. Ρήξη νεφρού. Μετάγγιση ασύμβατου αίματος. Δρεπανοκυτταρική αναιμία. Σαρκοείδωση, συστηματικός ερυθηματώδης λύκος, δερματομυοσίτιδα, οζώδης πολυαρτηρίτιδα, σκληροδερμία. Απόφραξη ουρητήρων από κρυστάλλους ή όγκο. Κύηση: αιμορραγία, πρόωρη αποκόλληση πλάκουντα, προεκλαμψία.
Αίτια μεταβολής του χρώματος των ούρων: Θολερά Βακτηρίδια, ουρικά άλατα, φωσφορικά άλατα. Ερυθρά αιμοσφαίρια. Κόκκινα Αιμοσφαιρίνη, μυοσφαιρίνη, παντζάρια, βατόμουρα. Πορτοκαλόχροα Ριφαμπικίνη.
Κίτρινα Ουροχολινογόνο. Κυανοπράσινα Χολερυθρίνη (με κίτρινο αφρό). Καστανόμαυρα Αιμοσφαιρίνη. Χολερυθρίνη (με κίτρινο αφρό).
Αιματουρία: Είναι κλασικό σημείο νόσου των ουροφόρων οδών. Η ούρηση αιματηρών ούρων και μόνο 0,5ml αίματος σε ένα λίτρο ούρων είναι αρκετό για την εμφάνιση μακροσκοπικής αιματουρίας.
Τραυματικές κακώσεις των νεφρών. Όγκοι νεφρών. Λοιμώξεις νεφρών:σπειραματονεφρίτιδα, φυματίωση. Αιματολογικές: θρομβοπενία, δρεπανοκυτταρική αναιμία, αντιπηκτική αγωγή. Ουρική αρθρίτιδα. Υδρονέφρωση.
Πυελονεφρίτιδα. Χρόνια προστατίτιδα. Όγκοι ουρητήρα-προστάτου. Νεφρολιθίαση. Κυστίτιδα.
Η αιματουρία πρέπει να διακρίνεται από την αιμοσφαιρινουρία. Στην αιμοσφαιρινουρία ο έλεγχος με ταινία για αίμα είναι θετικός, αλλά στην μικροσκοπική εξέταση ο έλεγχος για ερυθρά είναι αρνητικός. Η αιμοσφαιρινουρία εμφανίζεται όταν συμβαίνει αιμόλυση και καταστροφή ερυθρών ενδοαγγειακά ή εξωαγγειακά, αντίθετα η αιματουρία μπορεί να οφείλεται σε αιμορραγία οποιουδήποτε τμήματος μόνο της νεφρικής οδού.
Οι δοκιμασίες με ταινία μπορούν να αποκαλύψουν κάθε σημαντική αιμορραγία, ακόμα και μικρότερη από την ορατή. Η μικροσκοπική εξέταση δείχνει ότι τα φυσιολογικά άτομα έχουν μερικές φορές ερυθρά στα ούρα, ενώ θετικές δοκιμασίες κατά τη διάρκεια της εμμηνορρυσίας είναι φυσιολογικές, αλλά η επιμένουσα αιματουρία απαιτεί διερεύνηση, ιδιαίτερα σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας ή αυξημένου κινδύνου για καρκίνωμα της κύστης ή άλλες κακοήθειες.
Ενδοαγγειακή αιμόλυση αίματος. Εγκυμοσύνη, λοχεία. Έντονη σωματική άσκηση. Έκθεση στο κρύο. Διουρηθρική προστατεκτομή. Ανεπάρκεια G6PD. Δαγκώματα φιδιών. Φάρμακα (σουλφοναμίδες, κινίνη). Κακοήθης υπέρταση. Αιμόλυση αίματος δότη από κακή συντήρηση (υπερθέρμανση, η κατάψυξη ή προσθήκη απεσταγμένου νερού). Γενικευμένες λοιμώξεις (μυκόπλασμα, τυφοειδής πυρετός, άνθρακας).
Η μικροσκοπική εξέταση των ούρων βοηθά στον καθορισμό της αιτίας της αιμορραγίας. Η παρουσία ερυθροκυτταρικών κυλίνδρων δείχνει σπειραματική αιμορραγία. Η μεγάλη αναλογία παραμορφωμένων ερυθροκυττάρων υποδηλώνει την ύπαρξη σπειραματικής αιμορραγίας. Επί απουσίας σαφούς ένδειξης ενδονεφρικού νοσήματος, ο υπερηχογραφικός έλεγχος του νεφρού και η κυστεοσκόπηση θα πρέπει να είναι οι πρώτες εξετάσεις σε ηλικιωμένους αρρώστους.
Αίτια λευκωματουρίας: Παρεγχυματικές νεφρικές παθήσεις. Πολυκυστικοί νεφροί. Βλάβη του σπειράματος. Σπειραματονεφρίτιδα. Βλάβες των ουροφόρων σωληναρίων. Συγγενείς σωληναριακές διαταραχές. Λοιμώξεις των ουροφόρων οδών. Φυσιολογική ή λειτουργική λευκωματουρία.
Μυϊκή άσκηση. Ψυχολογική υπερένταση. Ακραίες θερμοκρασίες. Ορθοστατική λευκωματουρία. Καρδιακή ανεπάρκεια.
Οι αρρώστοι συνήθως δεν αντιλαμβάνονται τη λευκωματουρία, αν και η παρουσία της μπορεί να προκαλεί εύκολο άφρισμα των ούρων. Φυσιολογικά διηθούνται στο σπείραμα μέτριες ποσότητες λευκώματος μικρού μοριακού βάρους. Συνήθως οι πρωτεϊνες αυτές επαναρροφώνται από τα κύτταρα των σωληναρίων, έτσι ώστε στα ούρα βρίσκεται λιγότερο από 150 mg/ημέρα λεύκωμα.
Η μικρού μοριακού βάρους πρωτεΐνες, που αποβάλονται στα ούρα σε μεγαλύτερες ποσότητες από την παραπάνω, υποδηλώνουν ανεπαρκή επαναρρόφηση λόγω βλάβης των σωληναριακών κυττάρων. Οι ποσότητες τέτοιων πρωτεϊνών σπανίως υπερβαίνουν το g/24ωρο, ενώ όταν υπάρχει μεγαλύτερη λευκωματουρία σχεδόν πάντοτε είναι ένδειξη σημαντικής σπειραματικής νόσου. Σε πολλούς τύπους νεφρικής νόσου, η βαρύτητα της λευκωματουρίας αποτελεί δείκτη αυξημένου κινδύνου για προοδευτική απώλεια της νεφρικής λειτουργίας, ενώ μπορεί να υποδηλώνει και άμεση τοξικότητα.
Τα μικρά επίπεδα λευκωματουρίας χωρίς άλλη ένδειξη νεφρικής νόσου μπορεί να αντιμετωπισθούν με παρακολούθηση μόνο, αλλά αποτελούν ένδειξη μελλοντικής ανάπτυξης υπέρτασης και εμφανούς νεφρικού νοσήματος. Τα νεφρωσικά επίπεδα λευκωματουρίας ή τα μικρότερα επίπεδα επί παρουσίας αιματουρίας, υπέρτασης ή έκπτωσης της νεφρικής λειτουργίας, αποτελούν συνήθως ένδειξη για νεφρική βιοψία.
Η ουρία αίματος αποτελεί την πιο κοινή αδρή εξέταση της νεφρικής λειτουργίας. Οι τιμές της ουρίας στο αίμα δεν αυξάνουν ότου η σπειραματική διήθηση πέσει σε 60ml/min. Οι τιμές της ουρίας του αίματος επηρεάζονται όχι μόνον από την πρόσληψη λευκώματος αλλά επίσης από το μεταβολισμό της.
Η λοίμωξη, η νηστεία, η χορήγηση στεροειδών, τετρακυκλινών και άλλων καταβολικών ή αντιαναβολικών φαρμάκων θα προκαλέσουν αύξηση της ουρίας του αίματος χωρίς διαταραχή της σπειραματικής διήθησης. Στην κύηση, εξαιτίας της υψηλής νεφρικής ροής αίματος και της αύξησης της σπειραματικής διήθησης, (μέχρι και 200ml/min), η ουρία του αίματος θα πρέπει να βρίσκεται στα κατώτερα φυσιολογικά επίπεδα. Μπορεί να είναι ψευδώς χαμηλή στη βαριά ηπατική ανεπάρκεια και σε βαριά λευκωματουρία.
Τα επίπεδα της κρεατινίνης του ορού είναι μια πιο αξιόπιστη εξέταση της νεφρικής λειτουργίας, από την ουρία του αίματος. Αν και έχει παρόμοια σχέση με τη σπειραματική διήθηση, δεν επηρεάζεται από τους εξωνεφρικούς παράγοντες που επηρεάζουν τις τιμές της ουρίας του αίματος.
Η κάθαρση της ενδογενούς κρεατινίνης χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της σπειραματικής διήθησης είναι δε η πιο σημαντική λειτουργική δοκιμασία των νεφρών. Χρησιμοποιείται αρχικά για την εκτίμηση του βαθμού της νεφρικής λειτουργίας και στη συνέχεια για την παρακολούθηση των μεταβολών της νεφρικής λειτουργίας. Απαιτείται ακριβής χρονολογική συλλογή των ούρων, μέχρι και το τελευταίο λεπτό και το τελευταίο ml, για διάστημα 24 ωρών και συγχρόνως ένα δείγμα αίματος για τη μέτρηση της κρεατινίνης στο πλάσμα.
Οξεία νεφρική ανεπάρκεια: Οξεία νεφρική ανεπάρκεια ονομάζεται η αιφνίδια ελάττωση της νεφρικής λειτουργίας σε μια περίοδο ωρών ή ημερών, οπότε η ανεπαρκής ποσότητα ή η κακή ποιότητα των ούρων, οδηγεί σε αύξηση τοξικών ουσίων (του υπολειπομένου αζώτου) στο πλάσμα. Η κατάσταση αυτή ονομάζεται οξεία ουραιμία.
Ταξινόμηση οξείας νεφρικής ανεπάρκειας: Προνεφρική. Νεφρική. Μετανεφρική.
Προνεφρική οξεία νεφρική ανεπάρκεια Αίτια: 1. Καρδιακή ανεπάρκεια. 2. Υποογκαιμική καταπληξία. 3. Συψαιμική καταπληξία. Το συχνότερο αίτιο ελαττωμένης αιμάτωσης των νεφρών είναι η καταπληξία.
Οξεία νεφρική ανεπάρκεια Αίτια: 1. Φάρμακα νεφροτοξικά (αμινογλυκοσίδες). 2. Διάμεσες νεφρίτιδες. 3. Αγγειΐτιδες. 4. Πολυαρτιρίτις, wegener. Η οξεία νεφρική ανεπάρκεια προέρχεται από δομική βλάβη του νεφρού. Το συχνότερο αίτιο είναι η προοδευτική επιδείνωση της προνεφρικής μορφής που δεν διαγνώστηκε και έμεινε χωρίς θεραπεία ή η λήψη νεφροτοξικών φαρμάκων.
Μετανεφρική οξεία νεφρική ανεπάρκεια Αίτια: 1. Απόφραξη του αποχετευτικού τμήματος των νεφρών. 2. Όγκοι ουρητήρα. 3. Λίθοι ουρητήρα. 4. Καθίζηση κρυστάλλων ουρικού οξέως. 5. Οπισθοπεριτοναϊκή ίνωση. Αυτή χαρακτηρίζει την οξεία απόφραξη της ροής των ούρων και είναι επίσης γνωστή σαν οξεία αποφρακτική ουροπάθεια. Μονόπλευρη απόφραξη δεν προκαλεί σημαντική μείωση της νεφικής λειτουργίας υπό την προϋπόθεση ο άλλος νεφρός να λειτουργεί φυσιολογικά.
Ελάττωση του όγκου των ούρων. Ανουρία – υποδηλώνει μετανεφρική απόφραξη. Πόνος στη νεφρική χώρα – κάνει πιθανότερη τη μετανεφρική απόφραξη. Δίψα, ξηροστομία. Λόξυγγας. Θόλωση της διάνοιας. Δύσπνοια.
Τα ούρα μπορεί να είναι σκοτεινόχροα λόγω της συμπύκνωσης ή της παρουσίας ελεύθερης αιμοσφαιρίνης, η ανουρία και ο πόνος στη νεφρική χώρα υποδηλώνουν συνήθως μετανεφρικής αιτιολογίας νεφρική ανεπάρκεια, ενώ ο λόξυγγας ο κνησμός και η θόλωση της διάνοιας οφείλονται στην οξεία ουραιμία, τέλος η δίψα και η ξηροστομία οφείλονται στην αφυδάτωση και υποδηλώνουν νεφρική ανεπάρκεια προνεφρικής αιτιολογίας.
Η χρόνια νεφρική ανεπάρκεια χαρακτηρίζεται από μία βραδεία, προοδευτική μείωση της νεφρικης λειτουργίας για πολλούς μήνες ή χρόνια μέχρι ένα τελικό στάδιο που εκδηλώνεται με χρόνια ουραιμία και καλείται «ουραιμικό σύνδρομο». Είναι μη αναστρέψιμη κατάσταση.
Χρόνια σπειραματονεφρίτιδα – νόσος από ανοσοσυμπλέγματα. Χρόνια πυελονεφρίτιδα. Διαβητική νεφροπάθεια. Χρόνια διάμεση νεφρίτιδα. Χρόνια αποφρακτική ουροπάθεια. Υπερτασική νεφροσκλήρυνση. Ουρική αρθρίτιδα. Πολυκυστική νόσος. Αμυλοείδωση. Πολλαπλούν μυέλωμα.
Από το δέρμα: 1. Κνησμός 2. Μελάγχωση. 3. Ξηροδερμία. Από τα μάτια: 1. Ελάττωση της όρασης. 2. Επιπεφυκίτιδα.
Από το καρδιαγγειακό σύστημα: 1. Δύσπνοια. 2. Ορθόπνοια. 3. Θωρακικός πόνος. 4. Οίδημα των άκρων. Από το γαστρεντερικό: 1. Ανορεξία. 2. Χαρακτηριστική απόπνοια. 3. Εξελκώσεις στόματος. 4. Εμετοί. 5. Δίψα. 6. Διάρροια.
Από το νευρομυϊκό σύστημα: 1. Λήθαργος, τρόμος άνω άκρων. 2. Σπασμοί, μυϊκές κράμπες. 3. Κώμα. Από το σκελετό: 1. Οστικοί πόνοι. 2. Αρθρικοί πόνοι. 3. Ουρική αρθρίτιδα.
Από το ενδοκρινικό σύστημα: 1. Ανικανότητα. 2. Στειρότητα. 3. Διαταραχές της εμμηνορρυσίας. 4. Καθυστερημένη ήβη. 5. Γυναικομαστία. Από το αιμοποιογεννητικό σύστημα: 1. Αναιμία. 2. Αιμορραγική διάθεση. 3. Επίσταξη.
Από το ουροποιογεννητικό σύστημα: 1. Νυκτουρία. 2. Ενούρηση. 3. Πρωτεϊνουρία. Οι ασθενείς με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια (ΧΝΑ) σχεδόν πάντοτε αναπτύσσουν υπέρταση και καρδιακή ανεπάρκεια.
Επίσης συχνά αναπτύσσουν τη λεγόμενη ουραιμική εγκεφαλοπάθεια με διαταραχές του ύπνου, τρόμο των άκρων και αισθητική-κινητική περιφερική νευροπάθεια. Αναιμία παρατηρείται στους ασθενείς με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια και τιμές σπειραματικής διήθησης μικρότερες από το 30% της προβλεπόμενης τιμής.
Είναι μια αμφοτερόπλευρη νεφρική πάθηση που χαρακτηρίζεται από ποικιλία κλινικών συνδρόμων και σπειραματικών βλαβών. Αίτια: Οξύ νεφριτικό σύνδρομο – οξεία σπειραματονεφρίτιδα. Ταχέως εξελισσόμενη σπειραματονεφρίτιδα. Επιμένουσα λευκωματουρία.
Νεφρωσικό σύνδρομο. Υποτροπιάζουσα αιματουρία. Οξεία νεφρική ανεπάρκεια. Χρόνια νεφρική ανεπάρκεια – χρόνια σπειραματονεφρίτιδα. Υπέρταση.
Η βακτηριακή προσβολή οποιουδήποτε μέρους των ουροφόρων οδών, της κύστεως, των ουρητήρων, της πυέλου, των θηλών και του νεφρικού παρεγχύματος, που αριθμεί 10 5 μικροοργανισμούς ανά ml ούρων ή περισσότερους, συνιστά τη λοίμωξη των ουροφόρων οδών. Ο όρος «ουρηθρίτιδα» περιορίζεται στην αφροδισιακή λοίμωξη της ουρήθρας, π.χ γονοκοκκική ουρηθρίτιδα.
Η νεφρική φυματίωση, οι νεφρικοί δοθιήνες και τα περινεφρικά αποστήματα προέρχονται από άμεση αιματογενή διασπορά και προσβολή του νεφρού, παρά από ανιούσα λοίμωξη από τους ουρητήρες.
Κλινική ταξινόμηση ουρολοίμωξης 1. Ασυμπτωματική μικροβιουρία. 2. Συμπτωματική οξεία ουρηθρίτιδα και κυστίτιδα. 3. Οξεία προστατίτιδα. 4. Οξεία πυελονεφρίτιδα. 5. Σηψαιμία (συνήθως από Gram αρνητικά μικρόβια).
Συμπτώματα και σημεία: Δυσουρία συχνουρία αίσθημα ατελούς ούρησης. Κάκοσμα, θολερά ούρα. Υπερηβικός πόνος. Αιματουρία. Πόνο στην οσφύ. Πυρετός, κακουχία.
Η δυσουρία, συχνουρία, έπειξη για ούρηση και αίσθημα ατελούς ούρησης και απουσία σημαντικής μικροβιουρίας συνιστούν το ουρηθρικό σύνδρομο. Η συνουσία, η αλλεργία σε ναύλον εσώρουχα, σε βιολογικές σκόνες καθαρισμού, σε αφρόλουτρα και τοπικό ψύχος μπορούν να προδιαθέσουν γι’αυτή την κατάσταση.
Εκτός από τα συμπτώματα του ουρηθρικού συνδρόμου, εάν υπάρχουν κάκοσμα, θολερά ούρα, υπερηβικός πόνος και ευαισθησία και μερικές φορές αιματουρία τότε αναφερόμαστε στην οξεία κυστίτιδα. Αν και τα συμπτώματα περιορίζονται στις κατώτερες ουροφόρες οδούς, η λοίμωξη μπορεί να μεταδοθεί προς τα πάνω, να προσβάλλει την πύελο και το νεφρό, χωρίς τα ειδικά συμπτώματα της οξείας πυελονεφρίτιδας.
Η βακτηριδιακή προσβολή του νεφρικού παρεγχύματος (οξεία πυελονεφρίτις) συνήθως έπεται μιας προσβολής κυστίτιδας, χωρίς αυτό να συμβαίνει πάντα. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν, πόνο στην οσφύ, ρίγη, κακουχία και τα συμπτώματα της κυστίτιδας. Συνοδά υπάρχει ευαισθησία στη οσφυϊκή χώρα, πυρετός, συχνά πολύ υψηλός και παθολογικό δείγμα ούρων που περιέχει ερυθρά, λευκά και βακτηρίδια. Λευκωματουρία μικρότερη από 3 g μπορεί να υπάρχει.
Μερικοί ασθενείς, συνήθως γυναίκες, έχουν συμπτώματα υποδηλωτικά ουρηθρίτιδας ή κυστίτιδας, αλλά χωρίς ανάπτυξη μικροβίων στις καλλιέργειες ούρων. Οι πιθανές εξηγήσεις περιλαμβάνουν λοίμωξη από μικρόβια που δεν καλλιεργούνται εύκολα με τις συνηθισμένες μεθόδους (π.χ χλαμύδια, ορισμένα αναερόβια), αλλεργία σε προϊόντα τοπικής περιποίησης ή αντισηπτικά, ερεθισμό της ουρήθρας από τη σεξουαλική επαφή και μετεμμηνοπαυσιακή ατροφική κολπίτιδα. Δεν ενδείκνυται η χρήση αντιβιοτικών.
Η απόφραξη μπορεί να οφείλεται σε δομική βλάβη ή σε συγγενή νευρομυϊκή διαταραχή, η οποία παρεμποδίζει το συσταλτικό κύμα, άρα και τη ροή των ούρων. Συνοδεύεται συχνά από πόνο στο περίνεο και σημαντικές γενικές διαταραχές. Ο προστάτης συνηθως είναι πολύ ευαίσθητος. Η διάγνωση επιβεβαιώνεται με θετική καλλιέργεια ούρων ή εκκρίματος της ουρήθρας.
Πόνο στην οσφύ με αντανάκλαση στο περίνεο. Καταβολή. Πυρετό. Δυσουρία.
Τα συμπτώματα ποικιλούν ανάλογα με την αιτία και τη θέση της βλάβης. Όταν η απόφραξη είναι άνωθεν της κύστης μπορεί να εμφανιστεί κωλικός του νεφρού, κυρίως όταν η απόφραξη είναι αιφνίδια. Συνηθέστερα, η απόφραξη είναι βαθμιαία και παρατηρείται βύθιο άλγος στην οσφύ, που μερικές φορές επιδεινώνεται με την πόση υγρών. Η λοίμωξη προκαλεί καταβολή, πυρετό, δυσουρία και μερικές φορές σηψαιμία. Είναι συνήθης η αιματουρία.
Ο κλασικός ορισμός του νεφρωσικού συνδρόμου προϋποθέτει: υπολευκωματιναιμία, οίδημα, λευκωματουρία μεγαλύτερη από 3.5 g/d υπερλιπιδαιμία.
Συνηθή αίτια Σπειραματονεφρίτιδες. Λοιμώξεις Μεταστρεπτοκοκκική. Ηπατίτιδα-β. AIDS.
Φάρμακα Πενικιλαμίνη. Καπτοπρίλη. Προβενεσίδη. Αντιοφικοί οροί. Νόσος Hodgkin. Λευχαιμία. Αμυλοείδωση. Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος. Σακχαρώδης διαβήτης. Μυξοίδημα. Νεφρική υπέρταση.
Το νεφρωσικό σύνδρομο συνήθως είναι το τελικό αίτιο ποικιλίας νόσων που προκαλούν διταραχή στη διαβατότητα του τοιχώματος των τριχοειδών του σπέιραματος. Το οίδημα συσσωρεύεται κυρίως στα κάτω άκρα στους ενήλικες, επεκτεινόμενο στα γεννητικά όργανα και το κατώτερο τμήμα της κοιλίας όσο επιδεινώνεται. Στα παιδιά εμφανίζεται ασκίτης νωρίς, ενώ το οίδημα συχνά παρατηρείται μόνο στο πρόσωπο.