Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΝΩΣΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΜΕ ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ-ΜΕΛΩΝ

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΝΩΣΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΜΕ ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ-ΜΕΛΩΝ"— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΝΩΣΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΜΕ ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ-ΜΕΛΩΝ
Οι ενωσιακοί κανόνες δικαίου εφαρμόζονται στο γεωγραφικό πεδίο ισχύος της ενωσιακής έννομης τάξης, που ταυτίζεται με έδαφος των Κ-μ (ά. 52 ΣΕΕ). Εκεί όμως εφαρμόζονται και οι κανόνες του εθνικού δικαίου. Αυτόματα τίθεται θέμα σχέσεων της ενωσιακής με την εθνική έννομη τάξη ή του ενωσιακού κανόνα με τον εθνικό. Η προσέγγιση των σχέσεων εθνικού και ενωσιακού δικαίου δεν είναι εύκολη για τους εξής λόγους: Πρώτον, γιατί οι σχέσεις αυτές δεν ρυθμίζονται από τις Συνθήκες. Έτσι, οι σχετικοί κανόνες διαπλάστηκαν νομολογιακά από το ΔΕΚ, που, εξάλλου, απέκλεισε τη ρύθμιση των σχέσεων από κανόνες του εθνικού δικαίου. Δεύτερον, γιατί παρατηρούνται στη θεωρεία άλλα και στη νομολογία σημαντικές ορολογικές αλλά πολλές φορές και εννοιολογικές διαφορές στην οριοθέτηση των σχέσεων.

2 Η οριοθέτηση των σχέσεων
Ο όρος «σχέσεις του ενωσιακού με το εθνικό δίκαιο» περικλείει ένα σύνολο επιμέρους ζητημάτων – προβλημάτων – εννοιών, που η εννοιολογική τους οριοθέτηση είναι αναγκαία. Τα ζητήματα αυτά είναι τα εξής: Πρώτον, το ζήτημα της «εισόδου» ή της ενσωμάτωσης του ενωσιακού κανόνα στις εθνικές έννομες τάξεις. Το ερώτημα, που τίθεται εδώ, είναι αν ο ενωσιακός κανόνας αναπτύσσει αυτοδύναμη ισχύ. Αν ναι, όλοι οι ενωσιακοί κανόνες; Δεύτερον, το ζήτημα της έκτασης (εύρους) της ισχύος του ενωσιακού κανόνα στις εθνικές έννομες τάξεις. Απευθύνεται και δεσμεύει μόνο τις αρχές των Κ-μ όπως οι διεθνείς κανόνες ή και τους ιδιώτες, οι οποίοι μπορούν να τον επικαλούνται, αναπτύσσει, δηλαδή, άμεση ισχύ; Αν ναι, το σύνολο των ενωσιακών κανόνων; Τρίτον, το ζήτημα της άρσης των συγκρούσεων του ενωσιακού κανόνα με το εθνικό. Σε περίπτωση σύγκρουσης ο ενωσιακός κανόνας υπερισχύει, αναπτύσσει δηλαδή υπεροχή; Αν ναι, υπό ποιες προϋποθέσεις και σε ποια έκταση, επί του συνόλου των εθνικών κανόνων;

3 I. ΑΥΤΟΔΥΝΑΜΗ ΙΣΧΥΣ ΑΥΤΟΔΥΝΑΜΗ ΙΣΧΥ: είναι η ιδιότητα κανόνων του ενωσιακού δικαίου να εισέρχονται και να ενσωματώνονται στις έννομες τάξεις των Κ-μ, να αναπτύσσουν τα έννομα αποτελέσματά, χωρίς την επικουρία τύπων και μεθόδων του εσωτερικού δημοσίου δικαίου (κυριαρχικού χαρακτήρα), όπως κύρωση ή επικύρωση. Το Πρωτογενές Δίκαιο (Συνθήκες): στερείται αυτοδυνάμου ισχύος. Άλλωστε, το σύνολο των διεθνών πράξεων, που συγκροτούν το Πρωτογενές Δίκαιο της Ένωσης, περιλαμβάνει στις τελικές διατάξεις την πρόβλεψη ότι τίθεται σε ισχύ κατόπιν επικυρώσεως απ’ όλα τα συμβαλλόμενα μέρη κατά τους οικείους συνταγματικούς κανόνες. Η απαίτηση επικύρωσης (κυριαρχικής εκδήλωσης της βουλήσεως του κράτους) δικαιολογείται από το γεγονός ότι με το Πρωτογενές Δίκαιο συντελείται κάθε φορά η παραχώρηση των κρατικών αρμοδιοτήτων στην Ένωση.

4 I. ΑΥΤΟΔΥΝΑΜΗ ΙΣΧΥΣ (συνέχεια)
Το Παράγωγο Δίκαιο (νομοθεσία) αλλά και οι Διεθνείς Συμβάσεις: Διαθέτουν αυτοδύναμη ισχύ. Έτσι, ανάλογα με τα οριζόμενα στη Συνθήκη ή και στη ίδια την πράξη (πχ από της δημοσιεύσεως ή από της κοινοποιήσεως) ενσωματώνεται στις εθνικές έννομες τάξεις και αναπτύσσουν τα έννομα αποτελέσματά τους, χωρίς να χρειάζεται να υποβληθούν την διαδικασία της κύρωσης ή της επικύρωσής. Αυτό δικαιολογείται από το γεγονός ότι τα παράγωγο δίκαιο αποτελεί έκφραση της άσκησης των παραχωρημένων αρμοδιοτήτων, για την εκχώρηση των οποίων τα Κ-μ έχουν δεσμευθεί, επικυρώνοντας τις Συνθήκες. Ζήτημα δημιουργείται, από κάποιες θεωρητικές προσεγγίσεις, σχετικά με τις Οδηγίες. Υποστηρίζεται, με βάση την ανάγκη λήψης μέτρων εκ μέρους των Κ-μ για την υλοποίηση του επιδιωκόμενου αποτελέσματος της Οδηγίας, ότι αυτή στερείται αυτοδύναμης ισχύος. Η θέση αυτή δεν είναι ορθή για τους εξής λόγους:

5 I. ΑΥΤΟΔΥΝΑΜΗ ΙΣΧΥΣ (συνέχεια)
Δεν πρέπει να συγχέεται η κύρωση μιας διεθνούς συμβάσεως, που είναι κυριαρχική εκδήλωση της βουλήσεως του Κράτους να δεσμευθεί, με την λήψη μέτρων εφαρμογής της Οδηγίας, που συνιστά υποχρέωση (δέσμια ενέργεια) εκ της Συνθήκης, η μη τήρηση της οποίας εντός της τεθείσας προθεσμίας εγείρει την ευθύνη του Κ-μ της Ένωσης. Η Συνθήκη, στις περιπτώσεις πράξεων των οργάνων (παράγωγο δίκαιο ως προς τη θέσπισή του) για τις οποίες απαιτείται κύρωση για τη θέση τους σε ισχύ, λόγω του συνταγματικού τους χαρακτήρα, το προβλέπει ρητά (πχ ά. 218 παρ. 8 ΣΛΕΕ, Απόφαση για την Προσχώρηση στη ΕΣΔΑ, ά. 311 ΣΛΕΕ, ίδιοι πόροι κα), Με την κοινοποίησή της η Οδηγία τίθεται σε ισχύ στις έννομες τάξεις των Κ-μ, αν και το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα τελεί «σε λανθάνουσα κατάσταση» μέχρι τη λήψη των μέτρων εφαρμογής ή σε κάθε περίπτωση στη λήξη της προθεσμίας. Στην θέση αυτή συντείνει και το ΔΕΚ, που τόνισε ότι, αν και τα Κ-μ δεν υποχρεούνται να θεσπίζουν τα μέτρα εφαρμογής πριν από την παρέλευση της προθεσμίας για τη μεταφορά της οδηγίας στο εσωτερικό τους δίκαιο, από τις διατάξεις της Συνθήκης «προκύπτει ότι, κατά τη διάρκεια της προθεσμίας αυτής, τα κράτη μέλη οφείλουν να απέχουν από τη θέσπιση διατάξεων ικανών να διακυβεύσουν σοβαρά το επιδιωκόμενο από την οδηγία αυτή αποτέλεσμα» (C-129/96, Inter-Environnement Wallonie ASBL ).

6 II. ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ: είναι η ιδιότητα κανόνων του ενωσιακού δικαίου να δημιουργούν δικαιώματα υπέρ των ιδιωτών, τα οποία αυτοί μπορούν να επικαλούνται ενώπιον των δικαστηρίων και να αξιώνουν δικαστική προστασία (αγώγιμα δικαιώματα) . Από τον ορισμό συνάγεται ότι η ιδιότητα της αμέσου ισχύος δεν αναφέρεται στο χρονικό σημείο έναρξης της ισχύος του κανόνα (αυτό ορίζεται από τον ίδιο κάθε φορά) αλλά από το αν αυτός είναι δεκτικός για τη θεμελίωση δικαιωμάτων υπέρ των ιδιωτών. Η άμεση ισχύς των κανόνων του ενωσιακού δικαίου είναι βασικό και θεμελιώδες χαρακτηριστικό του συστήματος κανόνων δικαίου, που δημιούργησε η Κοινότητα με την ίδρυση της, που τους κάνει να διαφέρουν από τους κανόνες του διεθνούς δικαίου (26/62, Van Gend en Loos). Για να αποδοθεί η συγκεκριμένη ιδιότητα έχουν χρησιμοποιηθεί τόσο από τη θεωρία όσο και από τη νομολογία διάφοροι όροι, που δυσκολεύουν την εννοιολογική της προσέγγιση (άμεση εφαρμογή, άμεσο αποτέλεσμα, απ’ ευθείας εφαρμογή, αυτεκτελέσιμο κα). Παρακάτω χρησιμοποιείται ο όρος άμεση ισχύς, αφού αυτόν χρησιμοποιεί το ελληνικό επίσημο κείμενο της Συνθήκης, αποδίδοντας (εσφαλμένα) τον όρο direct applicability (άμεση εφαρμογή) του ά.288 ΣΛΕΕ (Κανονισμοί, Αποφάσεις).

7 II. ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ Όπως και στην περίπτωση της υπεροχής το ζήτημα της ύπαρξης ή μη αμέσου ισχύος των κανόνων του ενωσιακού δικαίου δεν ορίζεται στις Συνθήκες ή μάλλον αυτές ορίζουν την άμεση ισχύ ως χαρακτηριστικό μόνο των Κανονισμών και των Αποφάσεων (ά. 288 ΣΛΕΕ). Το ζήτημα της αμέσου ισχύος και, κυρίως, η απάντηση στο ερώτημα: αν και άλλοι κανόνες του ενωσιακού δικαίου, πλην των Κανονισμών και των Αποφάσεων, αναπτύσσουν άμεση ισχύ είναι το αποτέλεσμα της συνεπούς νομολογίας του ΔΕΚ, που αναπτύχθηκε κατά φάσεις, πολλές φορές ως «ένα αξιοσημείωτο δείγμα δικαστικού ακτιβισμού για τις ανάγκες της ολοκλήρωσης» (Ιωάννου). Από τη νομολογία αυτή συνάγεται ότι η άμεση ισχύς ενός κανόνα συνδέεται με το περιεχόμενο του, που πρέπει να είναι πλήρες, αυτάρκες (να μη χρειάζεται μέτρα εφαρμογής) και ανεπιφύλακτο (α), καθώς επίσης να αφορά τους ιδιώτες (β). Έτσι, τίθεται ζήτημα για το Πρωτογενές Δίκαιο, που συγκροτείται από διεθνείς συνθήκες που κατά κανόνα δεν αναπτύσσουν άμεση ισχύ, για τις Οδηγίες, που εξ ορισμού απαιτούν μέτρα εφαρμογής και τις Διεθνείς Συμβάσεις, που συνάπτει η Ένωση.

8 II.α ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ - ΣΥΝΘΗΚΕΣ
ΔΕΚ, Απόφαση της , Υπόθεση 26/62, Van Gend en Loos: Η ιδιομορφία της κοινοτικής έννομης τάξης – θεμελίωση αμέσου ισχύος «Ο στόχος της Συνθήκης ΕΟΚ, που είναι η θέσπιση μιας κοινής αγοράς, η λειτουργία της οποίας αφορά άμεσα τους πολίτες της Κοινότητας, συνεπάγεται ότι η Συνθήκη αυτή αποτελεί κάτι περισσότερο από μια συμφωνία που δημιουργεί μόνο αμοιβαίες υποχρεώσεις μεταξύ των συμβαλλομένων κρατών…. Από τις προηγούμενες σκέψεις πρέπει να συναχθεί ότι η Κοινότητα αποτελεί νέα έννομη τάξη διεθνούς δικαίου, υπέρ της οποίας τα κράτη περιόρισαν τα κυριαρχικά τους δικαιώματα, σε περιορισμένους έστω τομείς, και της οποίας υποκείμενα είναι όχι μόνο τα κράτη μέλη, αλλά επίσης και οι υπήκοοι τους….. Επομένως, όπως το κοινοτικό δίκαιο, που είναι ανεξάρτητο από τη νομοθεσία των κρατών μελών, δημιουργεί υποχρεώσεις στους ιδιώτες, πρέπει επίσης να γεννά και δικαιώματα υπέρ αυτών. Τα δικαιώματα αυτά γεννώνται όχι μόνο όταν τούτο προβλέπεται ρητά στη Συνθήκη, αλλά επίσης λόγω σαφών υποχρεώσεων που επιβάλλει η Συνθήκη τόσο στους ιδιώτες όσο και στα κράτη μέλη και τα κοινοτικά όργανα»

9 II.α ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ - ΣΥΝΘΗΚΕΣ
Van Gend en Loos (συνέχεια): Διατάξεις αμέσου ισχύος – προϋποθέσεις «Το άρθρο 12 διακηρύσσει μια σαφή και ανεπιφύλακτη απαγόρευση, που είναι υποχρέωση όχι ενεργείας αλλά αποχής. Αυτή η υποχρέωση δεν συνοδεύεται, άλλωστε, από καμία επιφύλαξη των κρατών να εξαρτήσουν την εφαρμογή της από θετική πράξη εσωτερικού δικαίου. Από την ίδια τη φύση της αυτή η απαγόρευση είναι απολύτως πρόσφορη να παραγάγει άμεσα αποτελέσματα στις έννομες σχέσεις μεταξύ των κρατών μελών και των πολιτών τους …. Η εκτέλεση του άρθρου 12 δεν απαιτεί νομοθετική επέμβαση των κρατών. Το γεγονός ότι αυτό το άρθρο ορίζει τα κράτη ως υποκείμενα της υποχρεώσεως αποχής δεν σημαίνει ότι οι υπήκοοι τους δεν μπορούν να έχουν αντίστοιχο δικαίωμα». ΔΕΚ, Απόφαση της , Υπόθεση/74, Reyners: Διατάξεις αμέσου ισχύος παρά την πρόβλεψη μέτρων εφαρμογής – πυρήνας δικαιώματος σαφής «Ορίζοντας ότι η ελευθερία εγκαταστάσεως πρέπει να έχει επιτευχθεί μέχρι το τέλος της μεταβατικής περιόδου, το άρθρο 52 επιβάλλει υποχρέωση επιτεύξεως ακριβώς καθορισμένου αποτελέσματος, η εκτέλεση της οποίας διευκολύνεται αλλά δεν εξαρτάται, από την εφαρμογή προγράμματος προοδευτικών μέτρων….

10 II.α ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ - ΣΥΝΘΗΚΕΣ
…το γεγονός ότι δεν ακολουθήθηκε η προοδευτική αυτή εφαρμογή αφήνει άθικτη την ίδια την υποχρέωση, μετά από την προθεσμία που είχε προβλεφθεί για την εκπλήρωσή της…. Κατά της απευθείας αυτής εφαρμογής δεν μπορεί να προβληθεί το γεγονός ότι το Συμβούλιο παρέλειψε να εκδώσει τις οδηγίες που προβλέπουν τα άρθρα 54 και 57… Πράγματι, μετά τη λήξη της μεταβατικής περιόδου, οι οδηγίες που προβλέπει το κεφάλαιο περί δικαιώματος εγκαταστάσεως έχουν καταστεί περιττές για την εφαρμογή του κανόνα της ίσης με τους ημεδαπούς μεταχειρίσεως, καθόσον ο κανόνας αυτός επιβάλλεται πλέον από την ίδια τη Συνθήκη με άμεσο αποτέλεσμα» (Reyners). ΔΕΚ, Απόφαση της , Υπόθεση 126/86, Zaera Διατάξεις προγραμματικού χαρακτήρα – άρνηση αμέσου ισχύος «'Όσον αφορά ειδικότερα την προώθηση της επιταχυνόμενης ανύψωσης του βιοτικού επιπέδου, πρέπει να σημειωθεί ότι αποτελεί έναν από τους σκοπούς που υπαγόρευσε τη δημιουργία της ΕΟΚ, σκοπός ο οποίος, λόγω της γενικότητάς του και της συστηματικής σχέσεώς του με τη δημιουργία της κοινής αγοράς και την προοδευτική προσέγγιση της οικονομικής πολιτικής, δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία εννόμων υποχρεώσεων εις βάρος των κρατών μελών ούτε δικαιωμάτων υπέρ των ατόμων ….. Ο προγραμματικός χαρακτήρας των κοινωνικών στόχων που διατυπώνει το άρθρο 117 δεν σημαίνει ότι οι στόχοι αυτοί στερούνται παντελώς εννόμων αποτελεσμάτων… Η υλοποίηση των στόχων αυτών θα είναι πάντως το αποτέλεσμα μιας κοινωνικής πολιτικής, ο προσδιορισμός της οποίας εναπόκειται στις αρμόδιες αρχές…»

11 II.α ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ - ΣΥΝΘΗΚΕΣ
Από τα παραπάνω συνάγεται ότι οι προϋποθέσεις αμέσου ισχύος διατάξεων των Συνθηκών είναι: Η διάταξη θα πρέπει να είναι σαφής, ανεπιφύλακτη πλήρης και αυτάρκης, να μη χρειάζεται δηλαδή μέτρα εφαρμογής σε εθνικό ή ενωσιακό επίπεδο, Στην περίπτωση που προβλέπεται η λήψη μέτρων εφαρμογής, αυτά δεν θα πρέπει να σχετίζονται με τον εννοιολογικό προσδιορισμό του πυρήνα του δικαιώματος, ο οποίος πρέπει να είναι σαφής, Η διάταξη θα πρέπει να αφορά τους ιδιώτες και να αποσκοπεί να τους προσδώσει δικαιώματα («να διεισδύει στην έννομη σφαίρα των ιδιωτών» κατά Πρ. Δαγτόγλου). Να μην είναι δηλαδή μια διάταξη που απευθύνεται μόνο στα Κ-μ.

12 II.β ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ – ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ
Το ζήτημα αν οι διεθνείς συμβάσεις, που συνάπτει η Ένωση, αναπτύσσουν άμεση ισχύ στην έννομη τάξη της Ένωσης αλλά και των Κ-μ της, όταν κατά κανόνα οι κανόνες του διεθνούς δικαίου απευθύνονται και δεσμεύουν τα όργανα των συμβαλλομένων κρατών, καθώς και το ζήτημα αν το διεθνές δίκαιο μπορεί να αποτελέσει κριτήριο ελέγχου της νομιμότητας τόσο των ενωσιακών όσο και των εθνικών πράξεων αποτέλεσε αντικείμενο της απόφασης του ΔΕΚ 24/72, International Fruit Co σχετικά με τη θέση της GATT στην κοινοτική έννομη τάξη: ΔΕΚ, Απόφαση της , Υποθέσεις 21/72 έως 24/72, International Fruit Co «Το ασυμβίβαστο μιας κοινοτικής πράξεως προς διάταξη διεθνούς δικαίου μπορεί να επηρεάζει το κύρος της πράξεως αυτής μόνον εφόσον η Κοινότητα δεσμεύεται απ' αυτή τη διάταξη. Σε περίπτωση που η ακυρότητα προβάλλεται ενώπιον εθνικού δικαστηρίου, πρέπει περαιτέρω η διάταξη αυτή να γεννά υπέρ των πολιτών της Κοινότητος το δικαίωμα να την επικαλούνται ενώπιον δικαστηρίου….. Φαίνεται, συνεπώς, ότι κατά το μέτρο που δυνάμει της Συνθήκης ΕΟΚ η Κοινότητα έχει αναλάβει αρμοδιότητες που προηγουμένως ασκούσαν τα κράτη μέλη στο πεδίο εφαρμογής της Γενικής Συμφωνίας, οι διατάξεις της Συμφωνίας αυτής δεσμεύουν την Κοινότητα.

13 II.β ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ – ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ
International Fruit Co (συνέχεια): «..Πρέπει περαιτέρω να εξεταστεί αν οι διατάξεις της Γενικής Συμφωνίας γεννούν υπέρ των πολιτών της Κοινότητας το δικαίωμα να τις επικαλούνται ενώπιον δικαστηρίου, προκειμένου να προσβάλουν το κύρος μιας κοινοτικής πράξεως. Προς τούτο, πρέπει να ερευνηθεί το πνεύμα, η οικονομία και η διατύπωση της Γενικής Συμφωνίας. Η συμφωνία αυτή, βασισμένη … στην αρχή των διαπραγματεύσεων «επί τη βάσει της αμοιβαιότητας και των αμοιβαίως παρεχομένων ωφελημάτων», χαρακτηρίζεται από τη μεγάλη ελαστικότητα των διατάξεών της, ιδίως των σχετικών με τις δυνατότητες παρεκκλίσεως …Για τη διευθέτηση των διαφορών, τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, έγγραφες παραστάσεις ή προτάσεις προς «εξέτασιν μετά πνεύματος κατανοήσεως », έρευνες συνοδευόμενες ενδεχομένως από συστάσεις, διαβουλεύσεις ή αποφάσεις των συμβαλλομένων μερών, συμπεριλαμβανομένης της εξουσιοδοτήσεως ορισμένων συμβαλλομένων μερών να αναστέλλουν έναντι άλλων την εφαρμογή κάθε παραχωρήσεως ή άλλης υποχρεώσεως που πηγάζει από τη Γενική Συμφωνία …. Τα στοιχεία αυτά αρκούν για να δείξουν ότι με αυτά τα συμφραζόμενα το άρθρο XI της Γενικής Συμφωνίας δεν μπορεί να γεννά υπέρ των πολιτών της Κοινότητας το δικαίωμα να το επικαλούνται ενώπιον δικαστηρίου. Κατά συνέπεια, το κύρος των κανονισμών 459/70, 565/70 και 686/70 της Επιτροπής δεν επηρεάζεται από το άρθρο XI της Γενικής Συμφωνίας».

14 II.β ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ – ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ
Η αρνητική θέση του ΔΕΚ στο ζήτημα της αμέσου ισχύος των κανόνων της GATT (ΓΣΔΕ) δεν άλλαξε ούτε όταν αυτή εξελίχθηκε στον ΠΟΕ, παρά τις σοβαρές αλλαγές ιδιαίτερα στο σύστημα επίλυσης διαφορών. Η εκ νέου αρνητική θέση, με αρκετά πολιτική επιχειρηματολογία, εκφράστηκε στην απόφαση του ΔΕΚ 149/96, Πορτογαλία κατά Συμβουλίου. ΔΕΚ, Απόφαση της , Υπόθεση 149/96, Πορτογαλία κατά Συμβουλίου : «Καίτοι οι συμφωνίες ΠΟΕ παρουσιάζουν, σημαντικές διαφορές σε σχέση με τις διατάξεις της ΓΣΔΕ του 1947, εντούτοις, το σύστημα που προκύπτει από τις συμφωνίες αυτές επιφυλάσσει σημαντική θέση στη μεταξύ των μερών διαπραγμάτευση …Υπό τις συνθήκες αυτές, το να επιβληθεί στα δικαστικά όργανα η υποχρέωση της μη εφαρμογής των εσωτερικών κανόνων δικαίου που είναι ασυμβίβαστοι με τις συμφωνίες ΠΟΕ θα είχε ως αποτέλεσμα να στερήσει τα νομοθετικά ή εκτελεστικά όργανα των συμβαλλομένων μερών από τη δυνατότητα, που τους παρέχει το άρθρο 22 του εν λόγω μνημονίου, να εξεύρουν, έστω και προσωρινώς, λύσεις κατόπιν διαπραγματεύσεων….

15 II.β ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ – ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ
….Δεν αμφισβητείται, εξάλλου, ότι ορισμένα από τα συμβαλλόμενα μέρη, στα οποία από εμπορικής απόψεως περιλαμβάνονται οι σημαντικότεροι εταίροι της Κοινότητας, κατέληξαν στο συμπέρασμα, λαμβάνοντας υπόψη το αντικείμενο και τον σκοπό των συμφωνιών ΠΟΕ, ότι οι συμφωνίες αυτές δεν περιλαμβάνονται μεταξύ των κανόνων βάσει των οποίων τα δικαστικά τους όργανα ελέγχουν τη νομιμότητα των κανόνων της εσωτερικής εννόμου τάξεως…. Πράγματι, αν γίνει δεκτό ότι αποτελεί ευθέως καθήκον του κοινοτικού δικαστή να διασφαλίζει τη συμφωνία του κοινοτικού δικαίου με τους εν λόγω κανόνες, το αποτέλεσμα θα ήταν να αφαιρεθεί από τα νομοθετικά ή εκτελεστικά όργανα της Κοινότητας το περιθώριο χειρισμών που διαθέτουν τα αντίστοιχα όργανα των εμπορικών εταίρων της Κοινότητας». Εξ όλων των ανωτέρω σκέψεων προκύπτει ότι, λόγω της φύσεως και της οικονομίας τους, οι συμφωνίες ΠΟΕ δεν περιλαμβάνονται, καταρχήν, στους κανόνες βάσει των οποίων το Δικαστήριο ελέγχει τη νομιμότητα των πράξεων των κοινοτικών οργάνων.

16 II.β ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ – ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ
Το Δικαστήριο, πάντως, έχει δεχθεί δύο εξαιρέσεις, στο πλαίσιο των οποίων μπορεί να ελέγχει τη νομιμότητα των ενωσιακών κανόνων με βάση τους κανόνες ΠΟΕ (191/82 Fediol, 69/89, Nakajima) (α) Στην περίπτωση, που πρόθεση της Κοινότητας με την θέσπιση της ελεγχόμενης πράξης ήταν να εκπληρώσει μια ειδική υποχρέωση που αναλήφθηκε στο πλαίσιο του ΠΟΕ, (β) Στην περίπτωση, που η κοινοτική πράξη ρητώς παραπέμπει σε συγκεκριμένες διατάξεις των συμφωνιών ΠΟΕ.

17 II.β ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ – ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ
Αντίθετα το ΔΕΚ σταθερά αναγνωρίζει την άμεση ισχύ διατάξεων των Συμφωνιών Σύνδεσης, ιδιαίτερα όταν αυτές εφαρμόζονται στις έννομες τάξεις των Κ-μ ΔΕΚ, Απόφαση της , Υπόθεση 104/81, Kupferberg «Τα κράτη μέλη , εξασφαλίζοντας την τήρηση των υποχρεώσεων πού πηγάζουν από συμφωνία πού έχουν συνάψει τα κοινοτικά όργανα, εκπληρώνουν υποχρέωση , πού έχουν όχι μόνον έναντι τού ενδιαφερομένου κράτους, αλλά προ πάντων και κυρίως έναντι τής Κοινότητος, η οποία έχει αναλάβει την ευθύνη για την καλή εκτέλεση τής συμφωνίας. Έτσι , όπως έχει ήδη δεχθεί το Δικαστήριο στην απόφασή Haegeman, οι διατάξεις των συμφωνιών αυτών αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα τής κοινοτικής εννόμου τάξεως …. Από τον κοινοτικό χαρακτήρα των συμβατικών αυτών διατάξεων προκύπτει ότι δεν δύνανται να ποικίλλουν τα αποτελέσματά τους εντός τής Κοινότητος…. Από το σύνολο των ανωτέρω σκέψεων προκύπτει ότι ούτε η φύση ούτε η οικονομία τής συμφωνίας πού συνήφθη με την Πορτογαλία δύνανται να παρεμποδίζουν τούς επιχειρηματίες να επικαλούνται τις διατάξεις τής ανωτέρω συμφωνίας ενώπιον των δικαστηρίων τής Κοινότητος… Το ζήτημα βεβαίως αν μία τέτοια διάταξη είναι ανεπιφύλακτη και επαρκώς σαφής για να έχει άμεσο αποτέλεσμα εξετάζεται στο πλαίσιο τής συμφωνίας στην οποία εντάσσεται».

18 II.γ ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ - ΟΔΗΓΙΕΣ
ΔΕΚ, Απόφαση της , Υπόθεση 41/74, Van Duyn: Θεμελίωση αμέσου ισχύος Οδηγιών «Μολονότι οι κανονισμοί … ισχύουν άμεσα, και συνεπώς από τη φύση τους μπορούν να παράγουν άμεσα αποτελέσματα, δεν σημαίνει ότι άλλες κατηγορίες πράξεων … δεν μπορούν ποτέ να έχουν ανάλογα αποτελέσματα. … Είναι ασυμβίβαστο με τη βάσει του άρθρου 189 δεσμευτικότητα της οδηγίας να αποκλειστεί καταρχήν η δυνατότητα επικλήσεως από τους ενδιαφερόμενους των υποχρεώσεων που επιβάλλει. Ιδίως στην περίπτωση που οι αρχές της Κοινότητας επιβάλλουν με οδηγία στα κράτη μέλη την υποχρέωση να τηρήσουν ορισμένη συμπεριφορά, η πρακτική αποτελεσματικότητα της οδηγίας θα αποδυναμωνόταν αν οι πολίτες εμποδίζονταν να την επικαλεστούν ενώπιον των δικαστηρίων και αν τα εθνικά δικαστήρια εμποδίζονταν να τη λάβουν υπόψη, ως στοιχείο του κοινοτικού δικαίου … Πρέπει να εξετάζεται σε κάθε περίπτωση, αν από τη φύση, την οικονομία και τη διατύπωση των οικείων διατάξεων συνάγεται ότι αυτές έχουν άμεσα αποτελέσματα στις σχέσεις μεταξύ κράτους και ιδιωτών».

19 II.γ ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ - ΟΔΗΓΙΕΣ
Προϋποθέσεις αμέσου ισχύος διατάξεων Οδηγιών (Van Duyn συνέχεια) «Το άρθρο 3, παρ. 1 της οδηγίας 64/221, ορίζοντας ότι τα μέτρα δημοσίας τάξεως πρέπει να βασίζονται αποκλειστικά στην προσωπική συμπεριφορά του ενδιαφερομένου, αποσκοπεί στο να περιορίσει την διακριτική εξουσία που παρέχεται από τις εθνικές νομοθεσίες στις αρμόδιες αρχές σε θέματα σχετικά με την είσοδο και απέλαση των αλλοδαπών. Η διάταξη αυτή, αφενός μεν προβλέπει μιαν υποχρέωση χωρίς καμία επιφύλαξη ή όρο, και που από τη φύση της δεν απαιτεί την παρεμβολή καμιάς πράξεως των οργάνων είτε της Κοινότητας, είτε των κρατών μελών, αφετέρου δε, κατά την εφαρμογή μιας ρήτρας παρεκκλίσεως από μια από τις υπέρ των ιδιωτών θεμελιώδεις αρχές της Συνθήκης, η ασφάλεια δικαίου απαιτεί να μπορούν οι ενδιαφερόμενοι να επικαλούνται την υποχρέωση που έχουν τα κράτη μέλη να μη λαμβάνουν υπόψη παράγοντες ξένους προς την προσωπική συμπεριφορά, έστω και αν διατυπώνονται σε μια κανονιστική πράξη που δεν έχει αυτοδικαίως άμεσο αποτέλεσμα στο σύνολό της».

20 II.γ ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ - ΟΔΗΓΙΕΣ
ΔΕΚ, Απόφαση της , Υπόθεση 8/81, Becker: Διατάξεις αμέσου ισχύος Οδηγιών παρά την πρόβλεψη διακριτικής ευχέρειας – πυρήνας δικαιώματος σαφής «Κατά συνέπεια, το Κράτος μέλος πού δεν έλαβε εμπροθέσμως τα εκτελεστικά μέτρα πού επιβάλλει η οδηγία δεν δύναται να αντιτάξει στους ιδιώτες την μη εκπλήρωση των υποχρεώσεων πού επέβαλε η οδηγία . Έτσι, σε όλες τις περιπτώσεις στις οποίες προκύπτει ότι , από απόψεως περιεχομένου, οι διατάξεις μιας οδηγίας δεν περιέχουν αιρέσεις και είναι επαρκώς ακριβείς, είναι δυνατή η επίκληση των εν λόγω διατάξεων καίτοι δεν έχουν ληφθεί εμπροθέσμως εκτελεστικά μέτρα , είτε εναντίον κάθε εθνικής διατάξεως πού δεν είναι σύμφωνη με την οδηγία, είτε καθ’ όσον δύνανται να προσδιορίσουν δικαιώματα, τα οποία οι ιδιώτες είναι σε θέση να προβάλουν έναντι τού κράτους… πρέπει κατ’ αρχήν να παρατηρηθεί ότι οι προμνησθείσες «προϋποθέσεις» ουδόλως αναφέρονται στον ορισμό τού περιεχομένου τής προβλεπομένης απαλλαγής … Αφ’ ετέρου , οι «προϋποθέσεις» αφορούν τα μέτρα πού προορίζονται να αποτρέψουν την ενδεχομένη φοροδιαφυγή, φοροαποφυγή και κατάχρηση . Ένα Κράτος , μέλος , το οποίο δεν έχει λάβει τα αναγκαία προς τούτο προληπτικά μέτρα, δεν δύναται να επικαλεσθεί την ιδία του παράλειψη, για να αρνηθεί σ’ ένα φορολογούμενο το ευεργέτημα μιας απαλλαγής, την οποία ο τελευταίος νομίμως δικαιούται να απαιτήσει δυνάμει τής οδηγίας»

21 II.γ ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ - ΟΔΗΓΙΕΣ
Από τα παραπάνω συνάγεται ότι οι προϋποθέσεις αμέσου ισχύος διατάξεων των Οδηγιών είναι: Η διάταξη της Οδηγίας θα πρέπει να είναι σαφής, ανεπιφύλακτη πλήρης και αυτάρκης, να μη χρειάζεται δηλαδή μέτρα εφαρμογής από τις αρχές των Κ-μ, Στην περίπτωση που προβλέπονται μέτρα εφαρμογής, αυτά δεν θα πρέπει να σχετίζονται με τον εννοιολογικό πυρήνα του δικαιώματος, ο οποίος πρέπει να είναι σαφής, Η διάταξη της Οδηγίας θα πρέπει να αφορά τους ιδιώτες και να αποσκοπεί να τους προσδώσει δικαιώματα, τα οποία μπορούν να προσδιοριστούν, Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να έχει λήξει η προθεσμία, που διέθετε το Κ-μ, για να ενσωματώσει τις διατάξεις της Οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη.

22 II.γ ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ – ΟΔΗΓΙΕΣ οριζόντια άμεση ισχύς (αποτέλεσμα)
Οι περιπτώσεις, που προαναφερθήκαν, αφορούσαν την επίκληση εκ μέρους των ιδιωτών δικαιωμάτων που εκπορεύονται από διατάξεις Οδηγιών έναντι των κρατικών αρχών. Αυτή χαρακτηρίζεται κάθετη άμεση ισχύ (αποτέλεσμα). Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 τέθηκε το ζήτημα αν υπάρχει ένα τέτοιο αποτέλεσμα και έναντι ιδιωτών. Αν δηλαδή ένας ιδιώτης μπορεί να επικαλεστεί στις έννομες σχέσεις του με έναν άλλο ιδιώτη διατάξεις Οδηγίας αμέσου ισχύος, που δεν εφαρμόσθηκε εμπρόθεσμα από το Κ-μ αποδέκτη της Οδηγίας. Αυτή η περίπτωση επικράτησε να ονομάζεται οριζόντια άμεση ισχύς (αποτέλεσμα). Το ΔΕΚ με σταθερή νομολογία αρνείται την οριζόντια άμεση ισχύ (αποτέλεσμα) των Οδηγιών, με το επιχείρημα ότι αποδέκτης της Οδηγίας άρα και υπόχρεο εφαρμογής της είναι το Κ-μ, ενώ η αναγνώριση υποχρέωσης συμμόρφωσης σε βάρος ιδιώτη μη αποδέκτη της Οδηγίας θα ήταν αντίθετο με την αρχή της νομικής βεβαιότητας και της ασφάλειας δικαίου.

23 II.γ ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ – ΟΔΗΓΙΕΣ οριζόντια άμεση ισχύς (αποτέλεσμα)
ΔΕΚ, Απόφαση της , Υπόθεση 152/84, Marshall: Άρνηση οριζοντίου αμέσου ισχύος – Έννοια κρατικής αρχής «Όσον αφορά το επιχείρημα ότι δεν μπορεί να γίνει επίκληση οδηγίας κατά ιδιώτη, υπογραμμίζεται ότι, κατά το άρθρο 189 της Συνθήκης, ο δεσμευτικός χαρακτήρας της οδηγίας, στον οποίο στηρίζεται η δυνατότητα επικλήσεώς της ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων, υφίσταται μόνο έναντι «κάθε κράτους μέλους στο οποίο απευθύνεται». Από αυτό έπεται ότι η οδηγία δεν μπορεί, αυτή καθαυτή, να δημιουργήσει υποχρέωση για τους ιδιώτες και ότι, επομένως, δεν μπορεί να γίνει επίκληση αυτών καθαυτών των διατάξεων οδηγίας κατά των προσώπων αυτών. Θα πρέπει, επομένως, να εξεταστεί αν, στην προκειμένη περίπτωση, η εφεσίβλητη πρέπει να θεωρηθεί ότι ενήργησε ως ιδιώτης. Παρατηρείται σχετικά ότι όταν οι ιδιώτες είναι σε θέση να επικαλεστούν οδηγία έναντι του κράτους, μπορούν να το πράξουν ασχέτως της ιδιότητας, εργοδότη ή δημόσιας αρχής, υπό την οποία το κράτος ενεργεί. Και στις δύο περιπτώσεις, θα πρέπει να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να μπορεί το κράτος να επωφεληθεί από τη μη συμμόρφωση του προς το κοινοτικό δίκαιο».

24 II.γ ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ – ΟΔΗΓΙΕΣ οριζόντια άμεση ισχύς (αποτέλεσμα)
Αντιλαμβανόμενο το ΔΕΚ ότι η άρνηση οριζοντίου αμέσου ισχύος των Οδηγιών δημιουργούσε χάσμα στην προστασία των δικαιωμάτων των ιδιωτών, διασφάλισε την προστασία των συμφερόντων τους με στρατηγική τριών επιπέδων: Διεύρυνε σημαντικά την έννοια της κρατικής αρχής (κάθετη άμεση ισχύς), Αναγνώρισε την υποχρέωση των εθνικών δικαστηρίων να ερμηνεύουν το εθνικό δίκαιο «υπό το φως των διατάξεων και του στόχου της οδηγίας» (σύμφωνη ερμηνεία), Τέλος, αναγνώρισε την ευθύνη των Κ-μ να αποκαθιστούν τις ζημίες, που προκάλεσε στους ιδιώτες η μη εφαρμογή (συμμόρφωση) στην Οδηγία. Με βάση αυτό το τελευταίο και σημαντικότερο επίπεδο προστασίας, ένας ιδιώτης που αδυνατεί να επικαλεστεί διάταξη οδηγίας στις έννομες σχέσεις του με άλλο ιδιώτη και έτσι ζημιώνεται, μπορεί να στραφεί κατά των κρατικών αρχών και να αξιώσει αποζημίωση.

25 II.γ ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ – ΟΔΗΓΙΕΣ οριζόντια άμεση ισχύς (αποτέλεσμα)
ΔΕΚ, Απόφαση της , Υπόθεση 188/89, Foster: έννοια κρατικής (δημόσιας) αρχής - διεύρυνση «το Δικαστήριο δέχθηκε ότι οι ιδιώτες μπορούν να επικαλούνται τις ανεπιφύλακτες και επαρκώς σαφείς διατάξεις των οδηγιών έναντι οργανισμών ή φορέων που υπόκεινται στην εποπτεία ή στον έλεγχο του κράτους ή που έχουν εξαιρετικές εξουσίες σε σχέση με εκείνες που απορρέουν από τους εφαρμοστέους στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών κανόνες. Με τον τρόπο αυτό το Δικαστήριο δέχθηκε ότι είναι δυνατή η επίκληση διατάξεων οδηγιών έναντι φορολογικών, οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, αρχών συνταγματικά ανεξαρτήτων, επιφορτισμένων με την τήρηση της τάξεως και τη δημόσια ασφάλεια, καθώς και έναντι δημοσίων αρχών ασχολουμένων με την παροχή υπηρεσιών στον τομέα της δημοσίας υγείας…. Περιλαμβάνεται (έτσι) ένας οργανισμός στον οποίο, ασχέτως της νομικής μορφής του, έχει ανατεθεί από τη δημοσία αρχή η παροχή υπηρεσίας δημοσίου συμφέροντος υπό την εποπτεία της αρχής αυτής και ο οποίος έχει, προς τούτο, εξαιρετικές εξουσίες σε σχέση με τους εφαρμοστέους στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών κανόνες».

26 II.γ ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ – ΟΔΗΓΙΕΣ οριζόντια άμεση ισχύς (αποτέλεσμα)
ΔΕΚ, Απόφαση της , Υπόθεση 14/83, Van Colson: αρχή σύμφωνης ερμηνείας των εθνικών διατάξεων «Πρέπει εντούτοις να τονιστεί ότι η υποχρέωση των κρατών μελών, η οποία απορρέει από οδηγία, να επιτύχουν το αποτέλεσμα που επιδιώκει η οδηγία αυτή, καθώς και το καθήκον που έχουν δυνάμει του άρθρου 5 της συνθήκης να λαμβάνουν κάθε γενικό ή ειδικό μέτρο κατάλληλο να εξασφαλίσει την εκπλήρωση της υποχρέωσης αυτής, επιβάλλονται σε όλες τις αρχές των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων των δικαστηρίων στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους. Από τα παραπάνω συνάγεται ότι το εθνικό δικαστήριο, εφαρμόζοντας το εθνικό δίκαιο και ιδίως τις διατάξεις εθνικού νόμου που έχει θεσπιστεί ειδικά για την εκτέλεση της οδηγίας 76/207, οφείλει να ερμηνεύει το εθνικό του δίκαιο υπό το φως των διατάξεων και του στόχου της οδηγίας, προκειμένου να επιτευχθεί το αποτέλεσμα στο οποίο αναφέρεται το άρθρο 189, παράγραφος 3»

27 II.γ ΕΥΘΥΝΗ ΚΡΑΤΩΝ-ΜΕΛΩΝ (Francovich)
ΔΕΚ, Απόφαση της , C-6/90 ΚΑΙ C-9/90, Francovich Θεμελίωση της ευθύνης των Κρατών-μελών σε αποζημίωση «η πλήρης αποτελεσματικότητα των κοινοτικών κανόνων θα διακυβευόταν και η προστασία των δικαιωμάτων που αυτοί αναγνωρίζουν θα εξασθένιζε, αν οι ιδιώτες δεν είχαν τη δυνατότητα να αποζημιωθούν, όταν τα δικαιώματα τους βλάπτονται από παράβαση του κοινοτικού δικαίου που καταλογίζεται σε κράτος μέλος. Η δυνατότητα αποκαταστάσεως της ζημίας από το κράτος μέλος είναι ιδιαίτερα απαραίτητη όταν η πλήρης αποτελεσματικότητα των κοινοτικών διατάξεων εξαρτάται από ενέργεια του κράτους και, κατά συνέπεια, οι ιδιώτες δεν μπορούν, ελλείψει της ενέργειας αυτής, να επικαλεστούν ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων τα δικαιώματα που τους αναγνωρίζει το κοινοτικό δίκαιο. Από αυτό προκύπτει ότι η αρχή της ευθύνης του κράτους για ζημίες που προκαλούνται στους ιδιώτες από παραβάσεις του κοινοτικού δικαίου οι οποίες του καταλογίζονται είναι σύμφυτη προς το σύστημα της Συνθήκης. Η υποχρέωση των κρατών μελών να αποκαταστήσουν τις ζημίες αυτές μπορεί να στηριχθεί επίσης στο άρθρο 5 της Συνθήκης, κατά το οποίο τα κράτη μέλη λαμβάνουν κάθε γενικό ή ειδικό μέτρο κατάλληλο να εξασφαλίσει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που υπέχουν από το κοινοτικό δίκαιο. Μεταξύ των υποχρεώσεων αυτών περιλαμβάνεται και η υποχρέωση εξαλείψεως των παρανόμων συνεπειών της παραβάσεως του κοινοτικού δικαίου

28 II.γ ΕΥΘΥΝΗ ΚΡΑΤΩΝ-ΜΕΛΩΝ (Francovich)
Προϋποθέσεις ευθύνης Κ-μ: το επιδιωκόμενο από την οδηγία αποτέλεσμα πρέπει να περιλαμβάνει χορήγηση δικαιωμάτων στους ιδιώτες. το περιεχόμενο των δικαιωμάτων αυτών πρέπει να μπορεί να προσδιοριστεί βάσει των διατάξεων της οδηγίας. πρέπει να υφίσταται αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παραβάσεως της υποχρεώσεως του κράτους και της ζημίας που υπέστησαν οι ζημιωθέντες. «Ελλείψει κοινοτικής νομοθεσίας, στην εσωτερική έννομη τάξη κάθε κράτους μέλους απόκειται ο καθορισμός των αρμοδίων δικαστηρίων και η ρύθμιση των δικονομικών λεπτομερειών σχετικά με τα ένδικα βοηθήματα που έχουν ως σκοπό την εξασφάλιση της πλήρους προστασίας των δικαιωμάτων που αντλούν οι ιδιώτες από το κοινοτικό Πρέπει να παρατηρηθεί, εξάλλου, ότι οι ουσιαστικές και τυπικές προϋποθέσεις που ορίζουν οι διάφορες εθνικές νομοθεσίες σχετικά με την αποκατάσταση των ζημιών δεν μπορεί να είναι λιγότερο ευνοϊκές από εκείνες που αφορούν παρόμοιες απαιτήσεις στηριζόμενες στο εσωτερικό δίκαιο ούτε μπορούν να είναι τέτοιες ώστε να καθιστούν πρακτικώς αδύνατη ή εξαιρετικά δυσχερή τη χορήγηση αποζημιώσεως»

29 II.γ ΕΥΘΥΝΗ ΚΡΑΤΩΝ-ΜΕΛΩΝ (Francovich)
ΔΕΚ, Απόφαση της , Υπόθεση 91/92, Dori: περίπτωση εφαρμογής νομολογίας Francovich σε οριζόντια έννομη σχέση «Ελλείψει μέτρων μεταφοράς της οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο εντός της ταχθείσας προθεσμίας, οι καταναλωτές δεν μπορούν να θεμελιώνουν στην οδηγία δικαίωμα υπαναχωρήσεως κατά εμπόρων με τους οποίους συνάπτουν σύμβαση και να το επικαλούνται ενώπιον εθνικού δικαστηρίου.…. Εξάλλου, πρέπει να υπομνηστεί ότι, σύμφωνα με την απόφαση … Francovich το κοινοτικό δίκαιο υποχρεώνει τα κράτη μέλη να αποκαθιστούν τις ζημίες που προκαλούνται στους ιδιώτες λόγω μη μεταφοράς οδηγίας στο εσωτερικό τους δίκαιο, εφόσον πληρούνται τρεις προϋποθέσεις. Πρώτον, η οδηγία πρέπει να έχει ως σκοπό τη χορήγηση δικαιωμάτων στους ιδιώτες. Δεύτερον, το περιεχόμενο των δικαιωμάτων αυτών πρέπει να μπορεί να προσδιοριστεί βάσει των διατάξεων της οδηγίας. Τέλος, πρέπει να υφίσταται αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παραβάσεως της υποχρεώσεως του κράτους και της βλάβης που υπέστησαν οι ζημιωθέντες. Εφόσον υπάρχει ζημία και η ζημία αυτή οφείλεται στην παράβαση εκ μέρους του κράτους της υποχρεώσεώς του, στο εθνικό δικαστήριο απόκειται να διασφαλίσει, στο πλαίσιο του εθνικού δικαίου της ευθύνης, το δικαίωμα των ζημιωθέντων καταναλωτών να αποζημιωθούν».

30 II.γ ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ - ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ
Η νομολογία του ΔΕΚ για την άμεση ισχύ των κοινοτικών / ενωσιακών που εξελίχθηκε κατά φάσεις είχε πολλαπλές στοχεύσεις: Μέσω της αναγνώρισης της αμέσου ισχύος των κοινοτικών κανόνων το ΔΕΚ θέλησε να τονίσει την ιδιομορφία της κοινοτικής έννομης τάξης, ιδιαίτερα έναντι του διεθνούς δικαίου. Στην ιδιαιτερότητα αυτή βάσισε αργότερα σειρά αποφάσεων του για την ισχύ και την εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων. Η άμεση ισχύς αποτελεί απαραίτητο στοιχείο της προστασίας των δικαιωμάτων των ιδιωτών, που αυτοί αντλούν από το ενωσιακό δίκαιο και της εν γένει θέσης του ατόμου στην έννομη τάξη της Ένωσης. Στην επίτευξη των στόχων της Κοινότητας/Ένωσης, που λόγω της ακολουθούμενης μεθόδου (δια του δικαίου ολοκλήρωση) εξαρτάται από την πλήρη και ομοιόμορφη εφαρμογή των θεσπιζόμενων κανόνων δικαίου από τα Κ-μ. Στην ενίσχυση του συστήματος ελέγχου της εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης από τα Κ-μ, με τη δημιουργία «συστήματος διπλής διασφάλισης», εντάσσοντας και τους ιδιώτες (θύματα των παραβιάσεων) σε αυτούς που μπορούν να ενεργοποιούν τον ελεγκτικό μηχανισμό. Με την άμεση ισχύ το ΔΕΚ επιχείρησε να ικανοποιήσει και θεσμικές στοχεύσεις ιδιαίτερα σε περιόδους που η διαδικασία της ολοκλήρωσης επιβραδύνονταν.

31 II.γ ΑΜΕΣΗ ΙΣΧΥΣ - ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ
Η νομολογία του ΔΕΚ για την άμεση ισχύ των κοινοτικών / ενωσιακών διατυπώθηκε και εξελίχθηκε κατά φάσεις: Α Φάση (Van Gend en Loos, Van Duyn), εδώ το Δικαστήριο ασχολήθηκε και αναγνώρισε την άμεση ισχύ διατάξεων των Συνθηκών και των Οδηγιών, που δεν κατέλειπαν καμία διακριτική διακριτική ευχέρεια ούτε απαιτούσαν τη λήψη μέτρων εφαρμογής, καθιέρωναν δε περισσότερο υποχρέωση αποχής παρά ενέργειας (διακριτική ευχέρεια και άμεση ισχύς δεν συμβιβάζονται κατά Κρ. Ιωάννου) Β Φάση (Rayners, Becker), εδώ το Δικαστήριο βασιζόμενο στη «θεωρεία του πυρήνα του δικαιώματος» επέκτεινε σημαντικά την έννοια της αμέσου ισχύος, η οποία πλέον καταλαμβάνει και κανόνες που προβλέπουν μέτρα εφαρμογής. Η προσέγγιση αυτή, που χαρακτηρίσθηκε ως δικαστικός ακτιβισμός για τις ανάγκες της ολοκλήρωσης, θα πρέπει να αντιμετωπισθεί υπό το πρίσμα των θεσμικών αναγκών της ενοποιητικής διαδικασίας, που λόγω της θεσμικής παράλυσης του Συμβουλίου (συμβιβασμός του Λουξεμβούργου) οδηγούσε σε ματαίωση ή καθυστέρηση υλοποίησης βασικών στόχων των Κοινοτήτων (πχ ελεύθερη κυκλοφορία) Γ Φάση (Zaera, Marshall,) εδώ το Δικαστήριο περιορίζει τη νομολογία του περί αμέσου ισχύος, όταν εξέλειπαν οι λόγοι που επέβαλαν μια διευρυμένη προσέγγιση, διασφαλίζοντας παράλληλα την αποτελεσματική προστασία των ιδιωτών (Francovich)

32 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

33 Υπό ποιες προϋποθέσεις διατάξεις Οδηγιών αναπτύσσουν άμεση ισχύ;
Τι είναι η «οριζόντια άμεση ισχύ (αποτέλεσμα» και γιατί το Δικαστήριο αρνείται να την κάνει αποδεκτή; Υπό ποιες προϋποθέσεις αναγνωρίζεται η ευθύνη των Κρατών-μελών, που παραβιάζουν το δίκαιο της Ένωσης, να αποκαθιστούν τη ζημία που προκαλούν στους ιδιώτες;


Κατέβασμα ppt "ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΝΩΣΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΜΕ ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ-ΜΕΛΩΝ"

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google