Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Κυριότητα στο Ρωμαϊκό Δίκαιο

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "Κυριότητα στο Ρωμαϊκό Δίκαιο"— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 Κυριότητα στο Ρωμαϊκό Δίκαιο
Αθ. Δημοπούλου, Νομική Σχολή Αθηνών

2 Dominium Η κυριότητα αποτελούσε το πληρέστερο και ισχυρότερο δικαίωμα που μπορούσε να έχει κάποιος επί ενός πράγματος. Η κτήση, απώλεια και προστασία της κυριότητας απασχόλησαν ευρύτατα τους Ρωμαίους νομικούς. Η πρώτη μορφή ιδιοκτησίας = η συλλογική. H ιδιοκτησία που ανήκει σε σύνολο προσώπων, όπως π.χ. η φράτρα, το γένος, η οικογένεια. Ο ίδιος ο όρος dominium, δηλαδή η κυριότητα, θεωρείται ότι αποτελεί κατάλοιπο αυτής της αρχαϊκής συλλογικής ιδιοκτησίας της οικογένειας (domus = οίκος, οικογένεια), που κατέληξε να εννοεί την ιδιοκτησία του αρχηγού του οίκου (dominus). Πριν η δήλωση της ιδιοκτησίας γινόταν με την έκφραση “είναι δικό μου” (meum esse), η οποία διατηρήθηκε σε ορισμένες τυπικές δικαιοπραξίες του Ρωμαϊκού Δικαίου, όπως η mancipatio και η in iure cessio. Την εποχή του Δωδεκαδέλτου, όπου και έχουμε την πρώτη καταγραφή του Ρωμαϊκού Δικαίου (μέσα του 5ο π.Χ. αιώνα), το μόνο γνωστό είδος ιδιοκτησίας είναι πλέον η ατομική.

3 Dominium ex iure Quiritium
Από την προκλασική ήδη περίοδο του Ρωμαϊκού Δικαίου η κυριότητα αρχίζει να διαμορφώνεται ως έννοια και δικαίωμα, διαχωρισμένο από το αντικείμενο και από τον φορέα του αρχίζει να διακρίνεται από τη νομή και τα άλλα εμπράγματα δικαιώματα. Την εποχή του Κικέρωνα η σχετική ορολογία δεν έχει ακόμα αποκρυσταλλωθεί, όμως εν συνεχεία η έννοια της κυριότητας αποσαφηνίζεται πλήρως, ως ιδιωτικό δικαίωμα που παρέχει πλήρη, άμεση και απόλυτη εξουσία επί του πράγματος, καλούμενη "dominium ex iure Quiritium" (κυριότητα ρωμαϊκού δικαίου). Η κυριότητα (dominium) χαρακτηρίζει πλέον το υψηλότερο και πληρέστερο δικαίωμα κάποιου (του dominus) επί του πράγματος, η οποία διακρίνεται από ήσσονες μορφές εμπραγμάτων δικαιωμάτων

4 Χαρακτηριστικά της κυριότητας
Ορισμός της κυριότητας δεν περιλαμβάνεται στο Ρωμαϊκό Δίκαιο, απορρέει από τα χαρακτηριστικά της (ius utendi fruendi abutendi): το δικαίωμα χρήσεως, αποκτήσεως καρπών και καταχρήσεως (που περιλαμβάνει το δικαίωμα εκποιήσεως) έχουν απομονωθεί από μεταγενέστερους σχολιαστές του Ρωμαϊκού Δικαίου, = απόλυτη εξουσίαση που επιτρέπει επί του πράγματος, όπως αυτή είναι δυνατή σύμφωνα με τη φύση και το δίκαιο.

5 2 όψεις Ως θετική όψη εννοείται η απόληψη κάθε δυνατής ωφέλειας από το πράγμα Ως αρνητική, ο αποκλεισμός της επέμβασης κάθε τρίτου στο πράγμα χωρίς τη θέληση του κυρίου (+ δικαίωμα της διεκδικήσεως). ελευθερία : περιορίζεται από τα αντίστοιχα δικαιώματα των άλλων ιδιοκτητών επί των δικών τους ιδιοκτησιών. Ο κύριος πράγματος έχει την ισχυρότερη έννομη προστασία έναντι παντός τρίτου, Δεν πρέπει απαραιτήτως να είναι και νομέας του πράγματος, φθάνει να είναι σε θέση να αποδείξει τον τίτλο του, δηλαδή το δικαίωμα κυριότητάς του επί του πράγματος.

6 Ποιος μπορούσε να αποκτήσει κυριότητα (Dominium) ρωμαϊκού δικαίου;
Ιδιότητα αυτεξούσιου Ρωμαίου πολίτη ή ius commercii = dominium ex iure Quiritium, όπου Quirites = η αρχαιότερη ονομασία των Ρωμαίων). Οι ξένοι (peregrini), εκτός και εάν τους έχει απονεμηθεί το ius commercii (το δικαίωμα να συνάπτουν ρωμαϊκές δικαιοπραξίες), δεν μπορούσαν να αποκτήσουν κυριότητα ρωμαϊκού δικαίου (dominium) με κάποια από τις δικαιοπραξίες του ius civile, μόνον με παράδοση της νομής (traditio). Είχαν ένα αντίστοιχο δικαίωμα (iure peregrino) που συνίστατο στο δικαίωμα του έχειν, κατέχειν, καρπίζεσθαι το πράγμα (δηλαδή ένα είδος νομής), για το οποίο αναγνωριζόταν έννομη προστασία. Πράγμα δεκτικό κυριότητας. Εξαιρούνται οι γαίες των επαρχιών, που ανήκαν είτε στον ρωμαϊκό λαό είτε στον Αυτοκράτορα. Παραχωρούντο συνήθως σε ιδιώτες μέσω μακροχρόνιων μισθώσεων (εμφύτευση ή επιφάνεια). Νόμιμος τρόπος μεταβίβασης: mancipatio - in iure cessio. Ο συνηθέστερος όμως (και πιο πρακτικός) τρόπος που επικράτησε στις συναλλαγές ήταν η traditio, η απλή παράδοσή τους.

7 Τρόποι μεταβίβασης της κυριότητας
Πρωτότυπη: είναι η κτήση κυριότητας, όταν ο τίτλος επί του πράγματος δεν εξαρτάται από αυτόν του προηγούμενου ιδιοκτήτη, είτε γιατί το πράγμα δεν ανήκε πριν σε κανένα (όπως όταν ψαρεύουμε ένα ψάρι) είτε γιατί η νέα κυριότητα αποδεικνύεται χωρίς ανάγκη προσφυγής σε αυτήν προηγούμενου ιδιοκτήτη (π.χ. στην χρησικτησία). Παράγωγη: είναι η κτήση κυριότητας όταν το πράγμα προηγουμένως ανήκε σε κάποιον άλλον. Για την νόμιμη απόκτηση παράγωγης κυριότητας πρέπει να αποδειχθεί ότι το πράγμα ανήκε πράγματι στον προηγούμενο ιδιοκτήτη. Αρχικά όλοι οι τρόποι κτήσεως κυριότητας θεωρούντο πρωτότυποι, θεωρείτο ότι μεταβιβάζεται το ίδιο το πράγμα και όχι κάποιο δικαίωμα που να ήταν συνάρτηση και συνέχεια αυτού του προηγουμένου ιδιοκτήτη. Μετά την διαμόρφωση της έννοιας της κυριότητας ως εννόμου δικαιώματος, το κατά πόσον ο προηγούμενος κύριος κατείχε νομίμως το πράγμα ως κύριος καθίσταται στοιχείο που λαμβάνεται υπ' όψιν από το δίκαιο.

8 Α. Παράγωγοι τρόποι κτήσεως κυριότητας 1.Κατά το ius civile:
Η mancipatio (εικονική πώληση πραγμάτων που ανήκαν στην κατηγορία των res mancipi, παρουσία ζυγοστάτη και πέντε μαρτύρων). H in iure cessio (εικονική δίκη διεκδικήσεως κυριότητας πράγματος ενώπιον του Πραίτωρα ή του Διοικητή της Επαρχίας). Και οι δύο αποτελούν αφηρημένες δικαιοπραξίες, δηλαδή είναι αδιάφορη η ύπαρξη ή το κύρος της υποκειμένης αιτίας της συναλλαγής. Προσέδιδαν στη βούληση των μερών την αναγκαία δημοσιότητα που καθιστούσε ευρύτερα γνωστή και αδιαμφισβήτητη τη μεταβίβαση.

9 Res mancipi Ακίνητα και οι αγροί εντός ιταλικού εδάφους, οι αγροτικές δουλείες που συνδέονταν με αυτούς, οι δούλοι και τα υποζύγια (βόδια, άλογα, μουλάρια, γαϊδούρια) Τα σημαντικότερα και μεγαλύτερης αξίας περιουσιακά στοιχεία σε μία πρώιμη αγροτική κοινωνία. Κατάλοιπο μίας προ-χρηματικής φάσης της αρχαϊκής οικονομίας. Με τον καιρό στην πράξη εγκαταλείφθηκαν Επιβίωσαν μάλλον ως τυπικοί όροι, κενοί ουσίας, σε δικαιοπρακτικά έγγραφα. (η εισαγωγή του νομίσματος στη ρωμαϊκή οικονομία έγινε εντυπωσιακά αργά, στα τέλη του 4ου π.Χ.αι.).

10 2. Κατά το ius gentium: Γενικεύεται στις συναλλαγές η απλή παράδοση (traditiο) της νομής του πράγματος, που δεν απαιτούσε κάποιο περίπλοκο τυπικό και μπορούσε να γίνει και μεταξύ απόντων. Καθώς η παράδοση ενός πράγματος σε κάποιον μπορεί να γίνει για πολλούς λόγους (πώληση, δάνειο, ενέχυρο), για την μεταβίβαση της κυριότητας έπρεπε να υπάρχει κάποιος νόμιμος λόγος (iusta causa traditionis). Δηλαδή, πριν την εμπράγματη δικαιοπραξία μεταβίβασης του πράγματος έπρεπε να έχει συναφθεί και μία ενοχική, όπως πώληση, δωρεά, εξόφληση δανείου κ.λπ. Σε εκτέλεση της δέσμευσης που αναλάμβαναν τα μέρη με την συμφωνία αυτή, ακολουθούσε η traditio.

11 Προϋποθέσεις για να είναι ισχυρή η μεταβίβαση της κυριότητας
Ι. το πράγμα να ανήκει κατά κυριότητα στον παραδίδοντα «κανείς δεν μπορεί να μεταβιβάσει περισσότερα δικαιώματα απ’όσα έχει» - "nemo plus iuris transferre potest quam ipse habet». ΙΙ. το πράγμα να είναι δεκτικό μεταβιβάσεως με παράδοση. res nec mancipi. Αν μεταβιβαζόταν με traditio πράγμα που ανήκε στην κατηγορία των res mancipi, γινόταν μεταβίβαση της πραιτορικής («βονιταρίας») κυριότητος και για την πλήρη κτήση κυριότητος έπρεπε να συμπληρωθεί ο χρόνος χρησικτησίας. ΙΙΙ. Η παράδοση ήταν αιτιώδης. Το κύρος της εξαρτάται από την ύπαρξη και το κύρος της υποκειμένης αιτίας (iusta causa ή titulus αργότερα), δηλαδή να αποτελεί συνέπεια μίας προσωπικής έννομης σχέσης μεταξύ παραδίδοντος και αποκτώντος.

12 "Ποτέ η παράδοση της νομής (traditio) δεν μεταβιβάζει μόνη της την κυριότητα, πάρα μόνον, εάν έχει προηγηθεί μία πώληση ή άλλη νόμιμη αιτία, σε συνέχεια της οποίας ακολουθεί η μεταβίβαση της νομής." Παύλος, D pr.

13 Η "βονιταρία" κυριότητα Εάν το μεταβιβαζόμενο με απλή παράδοση της νομής (traditio) πράγμα ανήκε στην κατηγορία των res mancipi, η δικαιοπραξία τυπικά έπασχε. Στην περίπτωση αυτή, για την απόκτηση της κυριότητας επί του πράγματος έπρεπε επιπλέον να συμπληρωθεί ο χρόνος χρησικτησίας (usucapio), - 1 χρόνος για τα κινητά, 2 για τα ακίνητα. Κατά το κρίσιμο ενδιάμεσο διάστημα (μεταξύ της παράδοσης του πράγματος και της απόκτησης του dominium), θεωρείτο ότι υφίστανται συγχρόνως επί του πράγματος δύο εν δυνάμει κύριοι (δυϊσμός κυριότητας): ο κύριος κατά το ius civile, που διατηρούσε την “ψιλή κυριότητα” προσωρινά και ο νομέας, στον οποίο το πραιτορικό δίκαιο αναγνώριζε την λεγόμενη “βονιταρία” κυριότητα. Όταν συμπληρωνόταν ο χρόνος χρησικτησίας, τότε ο αποκτών αποκτούσε πλήρη ρωμαϊκή κυριότητα, το "dominium ex iure Quiritium". (ο όρος είναι βυζαντινός και προήλθε από την περιγραφή της κυριότητας αυτής από τους Ρωμαίους νομικούς ως "in bonis": το να έχει κάποιος το πράγμα "μεταξύ των πραγμάτων του", χαρακτηριστικό της διστακτικότητάς τους να κάνουν χρήση του όρου dominium για κάτι που είχε αποκτηθεί χωρίς τους νόμιμους τύπους)

14 Η προστασία του αποκτώντος
Κατά το ενδιάμεσο διάστημα, δηλαδή μέχρι τη συμπλήρωση του χρόνου χρησικτησίας, η θέση κάποιου που αποκτούσε με traditio ήταν επισφαλής. Δεν μπορούσε να ανακτήσει το πράγμα, αν του το αφαιρούσε κάποιος τρίτος (καθώς ο τίτλος του έπασχε). Υπήρχε επίσης ο κίνδυνος, ο παλαιός (κακόπιστος) κύριος να επικαλεστεί το "τεχνικό" πρόβλημα της παράτυπης μεταβίβασης του πράγματος (ως res mancipi) με απλή παράδοση (traditio) και να το διεκδικήσει πίσω ως δικό του, αν και γνώριζε εξ αρχής το σχετικό πρόβλημα και είχε συναινέσει σε αυτόν τον τρόπο μεταβίβασης.

15 Προστασία από τους Πραίτορες
Για να προστατεύσουν τους πραγματικούς κυρίους έναντι κακόπιστων διεκδικήσεων: Έναντι του κυρίου που διεκδικούσε κακόπιστα το πράγμα, χορηγούσαν την άμυνα της "ένστασης του δόλου" (exceptio doli) ή της “ένστασης του πωληθέντος και παραδοθέντος πράγματος” (exceptio rei venditae et traditae). Δημιούργησαν επίσης την Πουβλικιανή αγωγή (Actio Publiciana), η οποία βασιζόταν στο πλάσμα δικαίου, ότι ο νεμόμενος είχε συμπληρώσει το χρόνο χρησικτησίας (ενώ δεν τον είχε), στρεφόμενος κατά του κυρίου ή τρίτου που του είχε αφαιρέσει το πράγμα, για να το διεκδικήσει πίσω. Με τον τρόπο αυτό, οι Πραίτορες χορηγούσαν σε όσους είχαν αποκτήσει οιοδήποτε πράγμα με απλή παράδοση της νομής (traditio) ουσιαστική προστασία, η οποία, με την πάροδο ορισμένου χρόνου, επέτρεπε την εξομοίωση το δικαιώματος τους με πλήρη κυριότητα. Η ένσταση αυτή, που οι Πραίτορες εισήγαγαν στη formula της διεκδικητικής αγωγής, απαιτούσε από το δικαστή να απορρίψει την αγωγή, αν η μεταβίβαση του πράγματος είχε υπάρξει ως αποτέλεσμα συμφωνίας πώλησης και παράδοσής του από τον ενάγοντα.

16 ΑΚ Σήμερα η ένσταση του πωληθέντος και παραδοθέντος πράγματος θεωρείται ειδικότερη περίπτωση της ένστασης από δικαίωμα για νομή ή κατοχή της 1095 ΑΚ: Ο νομέας μπορεί να αρνηθεί την απόδοση του πράγματος, αν έχει έναντι του κυρίου δικαίωμα να νέμεται ή να κατέχει το πράγμα. Πουβλικιανή αγωγή: ΑΚ 1112 Εκείνος που απέκτησε τη νομή ακινήτου με τα προσόντα της τακτικής χρησικτησίας δικαιούται, αν έχασε τη νομή πριν συμπληρωθεί ο χρόνος, να απαιτήσει από αυτόν που το νέμεται χωρίς έγκυρο ή νομιζόμενο τίτλο, την απόδοση του πράγματος κατά τις διατάξεις για τη διεκδικητική αγωγή που εφαρμόζονται αναλόγως. Αν ο παραπάνω νομέας ακινήτου προσβάλλεται με άλλο τρόπο εκτός από αφαίρεση ή κατακράτηση του πράγματος, έχει δικαίωμα επίσης να προστατευθεί όπως και ο κύριος.

17 Πρωτότυποι τρόποι κτήσεως κυριότητας
Η χρησικτησία (usucapio), αποτελεί την κτήση της κυριότητας με την για ορισμένο χρόνο άσκηση εξουσίας επί του πράγματος. Με την χρησικτησία, ο πραγματικός κύριος καθίσταται και νόμιμος κύριος. Ο χρησιδεσπόζων (ο κατέχων δηλαδή το πράγμα) δεν στηρίζει το δικαίωμά του στο δικαίωμα του προκατόχου του, αλλά αποκτά κυριότητα ανεξάρτητα από τη θέληση του τελευταίου. Απόκτηση κυριότητας δια της απόσβεσης (παραγραφής), μετά την πάροδο συγκεκριμένου (σύντομου) χρονικού διαστήματος, του δικαιώματος του κυρίου να διεκδικήσει πίσω το πράγμα από αυτόν που το κατέχει και το νέμεται.

18 Αρχαϊκή χρησικτησία Πρωτοεμφανίζεται ως θεσμός στο Δωδεκάδελτο.
Προϋπόθεση αποτελεί η «χρησιμοποίηση του πράγματος συνεχώς και αδιαταράκτως από κάποιον, σαν να ήταν δικό του», καθώς και ο νομέας να αντλεί το δικαίωμά του από το νόμιμο δικαιούχο (usus auctoritas). Ο χρόνος της αρχαϊκής χρησικτησίας, ονομαζόμενος usus (= νομή) οριζόταν σε ένα έτος για κινητά και δύο έτη για τα ακίνητα.

19 Απαρχές χρησικτησίας Ο εξαιρετικά σύντομος χρόνος είναι συνάρτηση του λόγου γέννησης του θεσμού. Αναπτύχθηκε για να διορθώσει κάποιο πρόβλημα που παρεισέφρησε στη διαδικασία μεταβίβασης με traditio ενός πράγματος που ανήκε στην κατηγορία των res mancipi, ή άλλου προβλήματος στον τίτλο εκείνου που μεταβίβασε προς έναν καλόπιστο αποκτώντα (π.χ. έλλειψη κυριότητάς του), με απώτερο σκοπό την προστασία των καλόπιστων συναλλασσομένων και την ασφάλεια των συναλλαγών.

20 Ο εξαιρετικά σύντομος αυτός χρόνος (για τα σύγχρονα δεδομένα) είναι συνάρτηση του λόγου γέννησης του θεσμού. Ο θεσμός αναπτύχθηκε, προκειμένου να διορθώσει κάποιο πρόβλημα που παρεισέφρησε στη διαδικασία μεταβίβασης με traditio ενός πράγματος που ανήκε στην κατηγορία των res mancipi, ή άλλου προβλήματος στον τίτλο εκείνου που μεταβίβασε προς έναν καλόπιστο αποκτώντα (π.χ. έλλειψη κυριότητάς του), με απώτερο σκοπό την προστασία των καλόπιστων συναλλασσομένων και την ασφάλεια των συναλλαγών. Μετά από ένα σύντομο χρονικό διάστημα, κατά το οποίο ο προηγούμενος κύριος μπορούσε να ασκήσει τα δικαιώματά του, ο αποκτών καλή τη πίστη (bona fides), που δεν είχε νόμιμο τίτλο, αλλά είχε αποκτήσει με iusta causa (νόμιμη αιτία), αποκτούσε πλήρη κυριότητα.

21 Σήμερα Ο θεσμός της χρησικτησίας έχει κυρίως σημασία για τα ακίνητα, ιδίως όπου δεν υφίσταται κτηματολόγιο. Σκοπός του είναι: α) η προστασία αυτού που απέκτησε καλόπιστα, αν ο τίτλος του δεν είναι έγκυρος (τακτική χρησικτησία), β) η νομιμοποίηση μίας πραγματικής καταστάσεως όμοιας με την ιδιοκτησία που δημιουργείται από τη μακροχρόνια κατοχή και οικονομική εκμετάλλευση του πράγματος, γ) η άρση της αβεβαιότητας για την τύχη των πραγμάτων, και η εκκαθάριση των σχέσεων προσώπου και πράγματος και δ) κοινωνικό-οικονομικοί σκοποί που επιβάλλουν την αξιοποίηση των αγαθών.

22 "Η χρησικτησία των πραγμάτων, που πλέον επιτρέπεται και για άλλους λόγους, αρχικά δημιουργήθηκε για τα πράγματα αυτά που κατέχουμε, πιστεύοντας ότι είναι δικά μας, προκειμένου να υπάρχει ένα τέλος στις αντιδικίες." Νεράτιος, D

23 Προϋποθέσεις Η χρησικτησία θεωρείται πρωτότυπος τρόπος κτήσεως κυριότητας, καθώς ο αποκτών δεν βασίζει το δικαίωμά του στο δικαίωμα κυριότητας του δικαιοπαρόχου του. Υπόκειται σωρευτικά σε πέντε προϋποθέσεις: Ο χρησιδεσπόζων πρέπει να έχει στην αδιατάρακτη νομή του το πράγμα κατά το χρονικό διάστημα που ορίζει ο νόμος. Να το έχει αποκτήσει α) με νόμιμη αιτία (ex iusta causa) και β) με καλή πίστη (bona fide). Το πράγμα να είναι δεκτικό κυριότητας. Να μην έχει κλαπεί ή αποσπασθεί με τη βία.

24 Εξαιρούνται: Τα θρησκευτικού χαρακτήρα, οι τάφοι
τα όρια μεταξύ αγροτικών ακινήτων. όλα τα εκτός συναλλαγής πράγματα, όσα ανήκουν στο δημόσιο (fiscus), σε στρατιώτες που βρίσκονται σε εκστρατεία ή ανηλίκους, οι ελεύθεροι άνθρωποι. Ιδίως τα κλοπιμαία, δεν μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο χρησικτησίας ούτε από τον κλέφτη, ούτε από τρίτο, στον οποίο αυτός τυχόν τα μεταβίβαζε. Με χρησικτησία δεν μπορούσαν επίσης να αποκτήσουν κυριότητα κατά το ius civile οι ξένοι (peregrini). Σήμερα (άρθρο 1054 ΑΚ), θεωρούνται επίσης ανεπίδεκτα χρησικτησίας τα εκτός συναλλαγής πράγματα, καθώς και (1055 ΑΚ), όσα ανήκουν σε πρόσωπα που τελούν υπό πατρική εξουσία, επιτροπεία, κηδεμονία, ή δικαστική αντίληψη.

25 α) στον τρόπο κτήσεως του πράγματος, είτε
ΙΙ. Νόμιμος τίτλος ή νόμιμη αιτία χρησικτησίας (iustus titulus usucapionis) Νόμιμος τίτλος = νομικό γεγονός, το οποίο θα επέφερε άμεση κτήση της κυριότητας κατά το ius civile, εάν δεν υπήρχε ελάττωμα είτε: α) στον τρόπο κτήσεως του πράγματος, είτε β) στο δικαίωμα του δικαιοπαρόχου (π.χ. ο δικαιοπάροχος δεν είχε κυριότητα).

26 Η νόμιμη αιτία (iusta causa)
Π.χ. πώληση και παράδοση ενός δούλου (που ανήκε στην κατηγορία των res mancipi) με απλή traditio, η αιτία ήταν η πώληση και το ελάττωμα συνίστατο στον τύπο της δικαιοπραξίας, αφού κανονικά κατά το ius civile θα έπρεπε ο δούλος να έχει μεταβιβαστεί με mancipatio. Δωρεά ενός πράγματος που ανήκε σε τρίτο (εν αγνοία των μερών), η αιτία ήταν η δωρεά και το ελάττωμα συνίστατο στο ότι ο δωρητής δεν είχε την κυριότητα του πράγματος. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις το ελάττωμα αυτό εμπόδιζε την κτήση κυριότητας, εμπόδιο το οποίο θεράπευε η χρησικτησία.

27 Νόμιμες αιτίες χρησικτησίας
Η αγοραπωλησία (usucapio pro emptore). Η δωρεά (usucapio pro donato). Η προίκα (usucapio pro dote), αν ο γάμος είναι νόμιμος. Η εξόφληση (usucapio pro soluto). Η κληροδοσία (usucapio pro legato), αν ο κληροδοτών είναι καλής πίστεως νομέας του κληροδοτούμενου πράγματος.

28 Άλλες νόμιμες αιτίες: Νόμιμη αιτία (τίτλο) χρησικτησίας αποτελούν και ορισμένες περιπτώσεις, όπου δεν τίθεται θέμα ελαττώματος στον τρόπο κτήσεως του πράγματος, ούτε υφίσταται δικαιοπάροχος, όπως: Η κτήση εγκαταλειφθέντος πράγματος (usucapio pro derelicto), σύμφωνα με την άποψη της σχολής των Προκουλιανών, επιφέρει την κυριότητα αφού συμπληρωθεί ο χρόνος χρησικτησίας. Η κληρονομία (usucapio pro herede). Για τα κληρονομιαία πράγματα θεωρείται ότι χρησιδεσπόζονται όχι ως σύνολο, αλλά κάθε ένα ξεχωριστά. Το κλασικό Ρωμαϊκό Δίκαιο αναγνωρίζει τίτλο χρησικτησίας pro suo επί των πρωτοτύπων («φυσικών») τρόπων κτήσεως κυριότητας.

29 ΑΚ Σήμερα, κατά το άρθρο 1041 ΑΚ (τακτική χρησικτησία), ορίζεται ότι όποιος έχει με καλή πίστη και νόμιμο τίτλο στη νομή του, διανοία κυρίου, πράγμα κινητό για τριετία και ακίνητο επί δεκαετία, γίνεται κύριος αυτού.

30 Νομιζόμενος τίτλος (titulus putativus):
Ο νόμιμος τίτλος χρησικτησίας, εν αντιθέσει απ' ό,τι συνέβαινε για τον νόμιμο τίτλο της παράδοσης της νομής (traditio), έπρεπε να είναι υπαρκτός, δεν αρκούσε δηλαδή τα μέρη να θεωρούν ότι έχει λάβει χώρα πώληση, δωρεά κ.λπ., ενώ αυτή δεν είχε στην πραγματικότητα υπάρξει. Νομιζόμενος τίτλος θεωρείται ότι υπάρχει όταν ο χρησιδεσπόζων, κατά συγγνωστή πλάνη, πιστεύει ότι υπάρχει νόμιμη αιτία, ενώ στην πραγματικότητα δεν υπάρχει. Π.χ.: αυτός που μεταβίβασε ακίνητο δεν είχε ικανότητα προς δικαιοπραξία ή δεν είχε εξουσία διαθέσεώς του. Ή η κατάληψη ξένου πράγματος που κάνει κάποιος, νομίζοντας ότι είναι αδέσποτο. Στο κλασικό ρωμαϊκό γινόταν δεκτή σε εξαιρετικές περιπτώσεις η θεμελίωση χρησικτησίας σε νομιζόμενο τίτλο, ενώ το Ιουστινιάνειο δίκαιο την αποκλείει.

31 ΑΚ Ο νομιζόμενος τίτλος θεμελιώνει χρησικτησία και στο σύγχρονο δίκαιο, εφ’όσον ο νομέας είναι καλόπιστος (ΑΚ 1043). Επί ακινήτων όμως, δεν υφίσταται νομιζόμενος τίτλος, καθόσον απαιτείται για την κτήση τους μεταγραφή και αυτή δεν υφίσταται.

32 Καλή πίστη (fides-bona fides)
Το τί συνιστά "καλή πίστη" νοείται διαφορετικά στους διάφορους κλάδους του δικαίου και ο ορισμός της δεν είναι πάντοτε ευχερής. Στο πλαίσιο της χρησικτησίας, ως καλή πίστη νοείται η πεποίθηση του χρησιδεσπόζοντος ότι αποκτά νομίμως, κατά το ius civile, την κυριότητα του πράγματος του οποίου αποκτά τη νομή, ή ότι απέκτησε από τον πραγματικό κύριο. Κατ’εξαίρεση, δεν απαιτείται καλή πίστη στην βονιταρία κυριότητα και την χρησικτησία εγκαταλειφθέντων. Η καλή πίστη πρέπει να υφίσταται κατά τον χρόνο που αποκτάται η νομή, ενώ η επιγενόμενη κακή πίστη δεν βλάπτει: mala fides superveniens non nocet. Εάν δηλαδή ο αποκτών πληροφορηθεί αργότερα ότι αυτός από τον οποίο απέκτησε δεν ήταν κύριος, η χρησικτησία δεν διακόπτεται. Κατ’εξαίρεση, επί των κλοπιμαίων και με βία αφαιρεθέντων πραγμάτων, η καλή πίστη του τρίτου αποκτώντος δεν λαμβάνεται υπ’όψιν.

33 Βάρος απόδειξης Το βάρος αποδείξεως της κακής πίστης του χρησιδεσπόζοντος βάρυνε αυτόν που θα αμφισβητούσε τη χρησικτησία, που θα έπρεπε να αποδείξει ότι ο χρησιδεσπόζων υπήρξε κακόπιστος ειδικά κατά το χρόνο που απέκτησε τη νομή του πράγματος

34 Κλοπή κινητού Σε περίπτωση κλοπής κινητού (με την οποία εξομοιώνονταν κάθε περίπτωση, κατά την οποία το πράγμα είχε εκφύγει της νομής του κυρίου του παρά τη θέλησή του), η καλή πίστη του τρίτου, στον οποίο αυτό τυχόν περιερχόταν, δεν λαμβανόταν υπ' όψιν και δεν του επέτρεπε να το αποκτήσει με την πάροδο του χρόνου με χρησικτησία. Γάιος: παρατηρεί ότι σπάνια ο bone fide νομέας κινητού πράγματος μπορεί να το αποκτήσει μέσω χρησικτησίας. Ο θεσμός της χρησικτησίας επομένως είχε μεγαλύτερη πρακτική σημασία για τα ακίνητα, που δεν μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο κλοπής. Αν όμως ο κύριος ακινήτου είχε αποβληθεί με τη βία από αυτό (το αντίστοιχο της κλοπής κινητού), το ακίνητο επίσης δεν μπορούσε να αποκτηθεί με χρησικτησία από καλόπιστο τρίτον, στον οποίο θα είχε μεταβιβασθεί, εκτός εάν ο κύριος δεν είχε επιδιώξει την επιστροφή της ιδιοκτησίας του ή είχε συναινέσει σε αυτήν.

35 ΑΚ Η καλή πίστη του χρησιδεσπόζοντος ορίζεται στον ΑΚ ως η πεποίθησή του, χωρίς βαριά αμέλεια, ότι έχει αποκτήσει την κυριότητα (άρθρο1042). Η καλή πίστη πρέπει, όπως και στο Ρωμαϊκό Δίκαιο, να υπάρχει κατά το χρόνο αποκτήσεως της νομής, ενώ η επιγενόμενη κακή πίστη δεν βλάπτει (1044 ΑΚ). Κατά τον ίδιο τρόπο, η τακτική χρησικτησία δεν είναι δυνατή επί πραγμάτων που έχουν κλαπεί ή απολεσθεί από τον ιδιοκτήτη τους (1038 ΑΚ).

36 Νομή του πράγματος: Προϋπόθεση της χρησικτησίας αποτελεί και η νομή του πράγματος, δηλαδή η χρησιμοποίηση του πράγματος, συνεχώς και αδιαταράκτως, από τον χρησιδεσπόζοντα σαν να ήταν δικό του. Αν χαθεί η νομή, διακόπτεται η χρησικτησία. Σήμερα ο ΑΚ θεσπίζει τεκμήριο νομής (άρθ. 1046). Όποιος έχει τη νομή πράγματος, διανοία κυρίου, κατά την έναρξη και το τέλος μίας περιόδου, τεκμαίρεται ότι το έχει νεμηθεί και κατά τον ενδιάμεσο χρόνο.

37 Πάροδος ορισμένου χρόνου
Κατά την προκλασική και κλασική περίοδο του Ρωμαϊκού Δικαίου, η χρησικτησία συνέχισε να διέπεται από τις διατάξεις του Δωδεκαδέλτου που όριζαν ως χρόνο χρησικτησίας, το ένα έτος για τα κινητά και τα δύο έτη για τα ακίνητα. Ο χρόνος χρησικτησίας διακόπτεται σε περίπτωση πραγματικής απώλειας της νομής. Η έγερση διεκδικητικής αγωγής δεν αποτελεί λόγο διακοπής του χρόνου χρησικτησίας. Η χρησικτησία που άρχισε στο πρόσωπο κληρονομουμένου, μπορούσε να συνεχίσει στο πρόσωπο του κληρονόμου του. Ο κληρονόμος νεμομένου πράγμα με τα προσόντα της χρησικτησίας, δικαιούται να προσμετρήσει στον δικό του τον χρόνο χρησικτησίας του προ αυτού χρησιδεσπόσαντα. Περί το τέλος των κλασικών χρόνων, ο ειδικός διάδοχος μπορεί να προσμετρήσει τη νομή του δικαιοπαρόχου.

38 ΑΚ Σήμερα, η χρησικτησία διακόπτεται επίσης με την απώλεια της νομής (1048 ΑΚ), η διακοπή όμως λογίζεται ότι δεν επήλθε, αν αυτός που απώλεσε τη νομή την ανέκτησε εντός έτους, ή αργότερα αλλά με αγωγή που ασκήθηκε εντός του έτους. Σύμφωνα με το άρθρο ΑΚ 1051 αυτός που απέκτησε το πράγμα με καθολική ή ειδική διαδοχή, μπορεί να συνυπολογίσει τον χρόνο χρησικτησίας του αυτόν του δικαιοπαρόχου του.

39 Μακρού χρόνου παραγραφή (longi temporis praescriptio)
Η χρησικτησία ως τρόπος κτήσεως κυριότητας δεν ίσχυε αρχικά για τα ακίνητα των ρωμαϊκών επαρχιών. Στο τέλος της κλασικής περιόδου, οι Αυτοκράτορες με αποφάσεις τους διαμορφώνουν την “παραγραφή μακράς νομής” (praescriptio longae possessionis-longi temporis) = αποσβεστική προθεσμία για την έγερση της διεκδικητικής αγωγής επαρχιακών ακινήτων, μετά την πάροδο 10 ετών, εάν ο νομέας και ο κύριος έμεναν στην ίδια πόλη (inter praesentes)), και 20 ετών, εάν έμεναν σε διαφορετικές. Η νομή έπρεπε να βασίζεται σε νόμιμο τίτλο (iusta causa) και να έχει κτηθεί με καλή πίστη. Αρχικά λειτουργούσε ως μέσο άμυνας (praescriptio=ένσταση) που μπορούσε να προβάλλει ο νομέας του ακινήτου κατά του κυρίου, αν αυτός ασκούσε τη διεκδικητική αγωγή, αφού επί μακρόν είχε αδιαφορήσει για την τύχη του ακινήτου του. Αργότερα, η αποσβεστική αυτή προθεσμία, που επεκτάθηκε και στα κινητά, οδηγούσε σε κτήση κυριότητας μέσω χρησικτησίας. Η χρησικτησία (δηλαδή ο χρόνος που απαιτείτο για την συμπλήρωσή της) διακοπτόταν με την έγερση διεκδικητικής αγωγής (όπως και η έκτακτη χρησικτησία στο σύγχρονο δίκαιο, άρθρο 1049 ΑΚ).

40 δ. Mακροτάτου χρόνου παραγραφή (longissimi temporis praescriptio) = Έκτακτη χρησικτησία
Με rescriptum του M. Κων/νου ορίσθηκε ότι ο νεμόμενος ακίνητο για 40 χρόνια, χωρίς τη συνδρομή καμίας άλλης προϋπόθεσης, προστατεύεται έναντι διεκδικήσεως του κυρίου, με την εισαγωγή της «μακροτάτου χρόνου παραγραφής». Η παραγραφή κατέστησε δυνατή την κτήση κυριότητας επί ακινήτων (ακόμα και σε βάρος του Δημοσίου, της Εκκλησίας ή ιδρυμάτων) και κινητών (ακόμα και κλοπιμαίων), χωρίς τη συνδρομή καμίας άλλης προϋπόθεσης πέραν της νομής τους επί σαράντα έτη Ο χρόνος αργότερα μειώθηκε στα 30 έτη. Αποτελούσε την κυριότερη εξαίρεση στον κανόνα του απαραβίαστου της ιδιοκτησίας στο ρωμαϊκό δίκαιο, δικαιολογούμενη από την μακρά απραξία του κυρίου της έναντι των παραβιάσεων τρίτων.

41 Η μακροτάτου χρόνου παραγραφή του Ρωμαϊκού Δικαίου έχει την αντιστοιχία της, στο σύγχρονο δίκαιο, στην έκτακτη χρησικτησία, η οποία ορίζεται σε (ΑΚ 1045) 20 έτη νομής για κινητά και ακίνητα, χωρίς άλλες προϋποθέσεις. Μόνη σχετική δυνατότητα αποτελεί η απόδειξη ότι ο χρόνος χρησικτησίας είχε συμπληρωθεί έως τις , σύμφωνα με τις τότε ισχύουσες διατάξεις, δηλαδή το βυζαντινο-ρωμαϊκό δίκαιο, όπως αυτές εφαρμόζονται εν προκειμένω από τα σύγχρονα δικαστήρια, παρέμποντας στον Ιουστινιάνειο Κώδικα, τον Πανδέκτη και τα Βασιλικά. ΑΠ 4/2013: "Επειδή κατά τις διατάξεις του βυζαντινορωμαϊκού δικαίου, των νόμων 8 παρ.1 Κώδ (7.39), 9 παρ.1 Β (50.14), 2 παρ.20 Πανδ (41.4), 6 Πανδ (44.3), 76 παρ.1 Πανδ (18.1) και 7 παρ.3 Πανδ (23.3), κατά τις οποίες σύμφωνα με το άρθρο 51 Εισ. ΝΑΚ, κρίνεται η απόκτηση κυριότητας, εφ' όσον τα δικαιογόνα γεγονότα έγιναν κατά το χρόνο που αυτές ίσχυαν, ήταν επιτρεπτή η απόκτηση κυριότητας με χρησικτησία από ιδιώτη και συνεπώς και σε ακίνητα, έστω και αν αυτά ανήκαν στο δημόσιο. Προϋπόθεση της χρησικτησίας, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές είναι η άσκηση φυσικής εξουσίας στο ακίνητο με διάνοια κυρίου και με καλή πίστη επί συνεχή τριακονταετία."

42 ε. Ιουστινιάνειο δίκαιο
Ο Ιουστινιανός αναμόρφωσε το θεσμό της χρησικτησίας. Ο όρος Usucapio διατηρείται για τα κινητά μόνο, ο χρόνος χρησικτησίας των οποίων ορίζεται σε 3 χρόνια. Για τα ακίνητα γενικεύεται ο κανόνας της μακρού χρόνου παραγραφής (longi temporis praescriptio), με χρόνο χρησικτησίας τα 10 έτη μεταξύ παρόντων (στην ίδια πόλη ή επαρχία), και τα 20 έτη μεταξύ απόντων (κατοίκων διαφορετικών επαρχιών). Τόσο επί χρησικτησίας κινητών όσο και επί ακινήτων, διατηρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις: πράγμα δεκτικό χρησικτησίας, νόμιμος τίτλος, καλή πίστη και νομή. Το Ιουστινιάνειο δίκαιο διατηρεί την μακροτάτου χρόνου παραγραφή, ανερχόμενη σε 30 έτη, ενώ κατ’εξαίρεση, για πράγματα που ανήκουν στην εκκλησία, σε μονές και ορφανοτροφεία ο χρόνος χρησικτησίας ανέρχεται σε 40 έτη. Για την μακροτάτου χρόνου παραγραφή του ιουστινιάνειου δικαίου, είναι απαραίτητη η καλή πίστη, όχι ο νόμιμος τίτλος. Από την μακροτάτου χρόνου παραγραφή εξαιρούνται τα βίαια αφαιρεθέντα πράγματα, όχι όμως τα κλοπιμαία. Στο σύγχρονο δίκαιο, ο χρόνος τακτικής χρησικτησίας ορίζεται σε τρία χρόνια για τα κινητά και δέκα για τα ακίνητα (άρθρο 1041 ΑΚ).

43 Επιδίκαση Πρωτότυπος τρόπος κτήσεως κυριότητας αποτελεί και η επιδίκαση (adiudicatio), στις περιπτώσεις: α) αγωγής ιθύνσεως ορίων β) διανομής κληρονομίας και γ) διανομής επικοίνου.

44 Πρωτότυποι τρόποι κτήσεως κυριότητας («φυσικοί»)
Οι "φυσικοί" τρόποι κτήσεως κυριότητας οδηγούσαν στην πρωτότυπη κτήση κυριότητας επί πράγματος που δεν ανήκε πριν σε κανένα. Διαμορφώθηκαν κατά naturalis ratio (φυσική λογική), ως ισχύοντες σε όλους τους λαούς κατά το ius gentium. Pλέον πρωτόγονη μορφή κτήσεως κυριότητας (έχουν αποκληθεί από σύγχρονους ιστορικούς του δικαίου και "νόμος της ζούγκλας"), που επιτρέπει την κατάληψη πραγμάτων που βρίσκει κάποιος πρώτος στη φύση Kατ' εφαρμογή στο πεδίο του εμπραγμάτου δικαίου ενός συνήθους νομικού κανόνα, της άντλησης δικαιωμάτων από την αρχή της χρονικής προτεραιότητας (prior temporis, potior iure). Απασχόλησαν τους Ρωμαίους νομικούς ιδίως όσον αφορά την θήρα και την αλιεία, εν όψει της σημασίας τους για την αρχαία οικονομία και διατροφή. Παρά την εκτενή περιπτωσιολογία που συναντούμε στις ρωμαϊκές πηγές (και τα αρκετά άρθρα που τους αφιερώνονται στους σύγχρονους Αστικούς Κώδικες), στην πράξη αποτελούν τους λιγότερο συνήθεις τρόπους κτήσεως κυριότητας.

45 Κατάληψη (occupatio) Η κατάληψη αποτελεί την κτήση κυριότητας αδέσποτου πράγματος με κατάληψη της νομής του. Ι. Αδέσποτα πράγματα (res nullius):  Όσα πράγματα δεν είχαν ποτέ κύριο, όπως τα άγρια ζώα και τα θηράματα, με την σύλληψή τους. Αναγκαίο στοιχείο για την διατήρηση κυριότητας των άγριων ζώων αποτελεί η νομή τους, καθώς αν ξεφύγουν από τον έλεγχό μας αυτή χάνεται, εκτός αν συνηθίζουν να φεύγουν και ξανάρχονται, όπως τα περιστέρια που διατηρούν την "έξη της επιστροφής" (animus revertendi). Για τα οικόσιτα (π.χ. ένας σκύλος που φεύγει και επιστρέφει στον κύριό του) ισχύει το ίδιο, η νομή τους διατηρείται, εκτός και αν αποβάλλουν την έξη της επιστροφής, δηλαδή πάψουν να επιστρέφουν στην εστία του κυρίου τους.

46 Περιπτωσιολογία ζώων Οι ρωμαϊκές πηγές εξετάζουν περιπτωσιολογικά διάφορα ζώα, για τα οποία υπήρχε δυσκολία κατάταξής τους στην κατηγορία των εξημερωμένων ή μη ζώων (π.χ. περίπτωση ελαφιού που, αν και είχε εκπαιδευτεί να φεύγει και να επιστρέφει από το δάσος, θεωρείται άγριο ζώο). Τα θηράματα θεωρούντο αδέσποτα και καταλαμβάνονταν από τον κυνηγό, ακόμα και εάν είχαν θηρευθεί σε ξένη ιδιοκτησία (αν και η παράνομη είσοδος σε αυτή θα μπορούσε να συνιστά iniuria), εφόσον αυτή δεν είχε επιφυλαχθεί ειδικά για κυνήγι από τον ιδιοκτήτη της (κυνηγετική ρεζέρβα). Ιδιαιτέρως απασχόλησε τους Ρωμαίους νομικούς το ζήτημα του σμήνους μελισσών (όπως εξάλλου και τον Αστικό Κώδικά μας, που τους αφιερώνει όχι λιγότερα από τρία άρθρα, 1078, 1079, 1080), για τις οποίες ίσχυαν σε γενικές γραμμές τα ίδια κριτήρια, με κρίσιμο κριτήριο την στέγασή τους σε κυψέλη μας. "Όλα τα ζώα που συλλαμβάνονται στη γη, τη θάλασσα ή τον αέρα, δηλαδή τα θηρία, τα πουλιά και τα ψάρια, γίνονται ιδιοκτησία αυτού που τα συλλαμβάνει." Γάιος, D

47 Όσα πράγματα ανήκαν σε εχθρούς.
Το δικαίωμα καταλήψεως εχθρικών πραγμάτων περιορίστηκε από τους προκλασικούς χρόνους με διατάξεις δημοσίου δικαίου σχετικά με τα λάφυρα. Τα κινητά ορίστηκε ότι ανήκαν στο ρωμαϊκό δημόσιο, που δικαιούτο να τα πουλήσει με δημοπρασία. Τα εδάφη των κατακτούμενων περιοχών που δεν συνδέονταν με συνθήκη με τη Ρώμη, θεωρείτο ότι αποκτούσε κυριότητα ο ρωμαϊκός λαός. Η κυριότητα επί των πραγμάτων αυτών αποκτάτο με την σύλληψη ή την κατάληψή τους. Αδέσποτοι θεωρούνται επίσης: οι εκβρασθέντες σε ακτή πολύτιμοι λίθοι και μαργαριτάρια, νησί που είχε αναφανεί σε αιγιαλό, που γινόταν κτήμα όποιου το καταλάμβανε, αν και, όπως αναφέρεται στις Εισηγήσεις, κάτι τέτοιο σπάνια συμβαίνει.

48 Στο σύγχρονο δίκαιο Η κατάληψη αδεσπότων ρυθμίζεται από το άρθρο 1075 του ΑΚ, περιοριζόμενη όμως σε κινητά πράγματα. Το άρθρο 1077 ρυθμίζει αναλόγως προς το Ρωμαϊκό Δίκαιο την τύχη των αγρίων ζώων, προσδιορίζοντας ποια θεωρούνται ως τέτοια (τα ευρισκόμενα στη «φυσική ελευθερία» τους και όχι όσα βρίσκονται σε περιφραγμένο χώρο, περιλαμβανομένων των ψαριών ιχθυοτροφείου). Άγριο ζώο που έχει ανακτήσει την ελευθερία του καθίσταται αδέσποτο, αν ο κύριός του δεν λάβει άμεσα τα μέτρα προς καταδίωξή του. Τιθασευμένο ζώο καθίσταται αδέσποτο αν αποβάλλει την έξη της υποστροφής. Ειδικότερα ζητήματα σχετικά με τις μέλισσες ρυθμίζονται στα άρθρα

49 ΙΙ. Εγκαταλειφθέντα πράγματα (res derelictae):
Είναι όσα πράγματα εγκατέλειψε ηθελημένα ο κύριός τους, με την πρόθεση να πάψει να είναι πλέον κύριος Όχι όμως τα απολεσθέντα. Ειδικά για τα εγκατελειφθέντα πράγματα της κατηγορίας των Res mancipi  η σχολή των Προκουλιανών θεωρούσε ότι για την κτήση της κυριότητος τους έπρεπε να συμπληρωθεί και ο χρόνος της χρησικτησίας. Στο σύγχρονο δίκαιο το άρθρο ΑΚ 1076 ορίζει ότι κινητό πράγμα καθίσταται αδέσποτο εάν ο κύριος εγκαταλείψει τη νομή του με σκοπό να παραιτηθεί από την κυριότητα επ’αυτού.

50 Oυλπιανός, D "Ας δούμε κατά πόσον κάποιος, που βρήκε κάτι χωρίς να ξέρει σε ποιον ανήκει και το πήρε για να το επιστρέψει στο πρόσωπο που θα το αναζητήσει ή θα αποδείξει ότι είναι δικό του, ευθύνεται για κλοπή. Δεν πιστεύω ότι ευθύνεται για κλοπή. Πολλοί άνθρωποι συνηθίζουν να αναρτούν ανακοινώσεις ότι βρήκαν κάτι και θα το επιστρέψουν, όταν αναζητηθεί. Αυτό επομένως καταδεικνύει ότι δεν έχουν ενεργήσει με δόλια προαίρεση. Αν όμως κάποιος ζητήσει τα επονομαζόμενα "εὔρετρα"; Και πάλι δεν λογίζεται για κλέφτης, ακόμα κι αν ζητήσει κάτι αντίθετα με τους καλούς τρόπους."

51 ΙΙΙ. Εύρεση θησαυρού (thesauri inventio):
Θησαυρός είναι κινητό πράγμα με περιουσιακή αξία, που έμεινε κρυμμένος τόσο καιρό ώστε να μην είναι πλέον γνωστός ο κύριός του. Αρχικά, ο θησαυρός που ανευρισκόταν μέσα σε ακίνητο, περιερχόταν στην κυριότητα του κυρίου του ακινήτου. Σύμφωνα με μεταγενέστερη διάταξη του Αδριανού όμως, θεσπίσθηκε ότι το ήμισυ του θησαυρού θα περιερχόταν στον κύριο του ακινήτου, και το άλλο ήμισυ στον ευρέτη. Σήμερα, το άρθρο 1093 υιοθετεί ακριβώς τη ρύθμιση του Αδριανού.

52 2. Καρποκτησία Ι. Κτήση καρπών με αποχωρισμό τους (per separationem):
Οι φυσικοί καρποί ανήκουν κατ’αρχήν στον κύριο του καρποφόρου πράγματος, και εφ’όσον παραμένουν ενωμένοι με το κύριο πράγμα, ως συστατικά του, ακολουθούν την τύχη του στις συναλλαγές. Από τον αποχωρισμό τους όμως, με οιονδήποτε φυσικό ή τεχνητό τρόπο, ο κύριος του καρποφόρου πράγματος γίνεται κύριος των αυτοτελών πλέον καρπών. Την ίδια λύση, της κτήσεως κυριότητας των καρπών από του αποχωρισμού, αποδέχεται το κλασικό Ρωμαϊκό Δίκαιο και για τον καλής πίστεως νομέα και τον εμφυτευτή. Την ίδια λύση ακολουθεί και το σύγχρονο Αστικό Δίκαιο, με το άρθρο 1064 ΑΚ.

53 ΙΙ. Κτήση καρπών δια της συλλογής τους (per perceptionem)
Τρίτα πρόσωπα που έχουν εμπράγματο ή ενοχικό δικαίωμα επί των παραγόμενων φυσικών καρπών, αποκτούν τους καρπούς μόνο από τη συλλογή (συγκομιδή) τους. Τέτοιο δικαίωμα έχουν: ι) ο επικαρπωτής (ειδικά για τα ζώα ο επικαρπωτής αποκτά τα νεογνά από τη γέννησή τους – per separationem), ιι) ο ενεχυρούχος δανειστής, εάν έχει συμφωνηθεί η λήψη των καρπών, και ιιι) ο μισθωτής, εφ’όσον δεν την απαγόρευε ο εκμισθωτής.

54 3. Ένωση πραγμάτων (accessio)
Ζήνων Κιτιεύς, ιδρυτής Στωικής φιλοσοφίας Υπό τον όρο accessio το Ρωμαϊκό Δίκαιο περιλαμβάνει διάφορες περιπτώσεις υλικής σύνδεσης στερεών ή ανάμειξης στερεών και υγρών υλών έτσι ώστε τα δύο πράγματα να χάσουν την αυτοτέλειά τους και να καταστούν ένα. Στη διαμόρφωση των τρόπων αυτών κτήσεως κυριότητας συνέβαλε η ελληνική φιλοσοφία. Για τις προκρινόμενες λύσεις λαμβάνεται υπ’όψιν η δυνατότητα ή μη επαναφοράς των συνδεθέντων πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση και η οικονομική σημασία των συναφθέντων πραγμάτων. Αριστοτέλης, ιδρυτής της Περιπατητικής Σχολής Επίκουρος, ιδρυτής της Επικούρειας φιλοσοφίας

55 Ιουλιανός, D "Ο κάτοικος ενός ξένου ακινήτου τοποθέτησε σε αυτό πόρτες και παράθυρα. Μετά από ένα χρόνο ο ιδιοκτήτης του ακινήτου τα αφαίρεσε. Ρωτώ εάν αυτός που τα εγκατέστησε μπορεί να τα διεκδικήσει. Απάντησε ότι μπορεί, καθώς ό,τι συνδέεται με ξένο ακίνητο παραμένει μέρος του ακινήτου όσο είναι συνδεδεμένο με αυτό. Μόλις όμως αποχωρισθεί, αμέσως επανέρχεται στην προηγούμενη νομική του κατάσταση."

56 Ι. Ένωση κινητού με ακίνητο.
Η κυριότητα στο Ρωμαϊκό Δίκαιο, σύμφωνα με την γενική αρχή “τἀ ὑπερκείμενα εἴκει τοῖς ὑποκειμένοις” (superficies solo cedit), επεκτείνεται απεριορίστως σε ό,τι υπέρκειται και ό,τι υπόκειται του ακινήτου, δηλαδή, τόσο στα φυτά και δέντρα που φυτρώνουν σε αυτό, στα οικοδομήματα που έχουν ανεγερθεί επί του εδάφους σε όλο τους το ύψος, όσο και το υπέδαφος και τα προϊόντα του. Σε αντίθεση με το σύγχρονο δίκαιο, το ρωμαϊκό γνωρίζει μόνο την κάθετο ιδιοκτησία και όχι την οριζόντια, δηλαδή δεν υπήρχε δυνατότητα κατ' όροφον ιδιοκτησίας σε πολυώροφα ακίνητα, τα οποία ήταν συνήθη, ιδίως στην πολυάνθρωπη Ρώμη. Η κυριότητα στο Ρωμαϊκό Δίκαιο, σύμφωνα με την γενική αρχή “τἀ ὑπερκείμενα εἴκει τοῖς ὑποκειμένοις” (superficies solo cedit), επεκτείνεται απεριορίστως σε ό,τι υπέρκειται και ό,τι υπόκειται του ακινήτου, δηλαδή, τόσο στα φυτά και δέντρα που φυτρώνουν σε αυτό, στα οικοδομήματα που έχουν ανεγερθεί επί του εδάφους σε όλο τους το ύψος, όσο και το υπέδαφος και τα προϊόντα του. Σε αντίθεση με το σύγχρονο δίκαιο, το ρωμαϊκό γνωρίζει μόνο την κάθετο ιδιοκτησία και όχι την οριζόντια, δηλαδή δεν υπήρχε δυνατότητα κατ' όροφον ιδιοκτησίας σε πολυώροφα ακίνητα, τα οποία ήταν συνήθη, ιδίως στην πολυάνθρωπη Ρώμη. (Οι πολυκατοικίες, που συνήθως προορίζονταν για τις λαϊκές τάξεις, αποκαλούντο insulae ενώ οι αριστοκρατικές μονοκατοικίες domus). Οι ένοικοι των ορόφων ήταν συνήθως μισθωτές του κυρίου όλου του ακινήτου.

57 α. Σε περίπτωση ανοικοδόμησης (inaedificatio)
Αν όμως τα οικοδομικά υλικά είχαν κλαπεί από αυτόν, μπορούσε να ζητήσει από τον κύριο της οικοδομής ως αποζημίωση, με την έγερση ποινικού χαρακτήρα αγωγής, το διπλάσιο της αξίας των υλικών. Το Ιουστινιάνειο δίκαιο θα παράσχει, υπό προϋποθέσεις, στον κύριο των υλικών, δικαίωμα αφαιρέσεώς τους από την οικοδομή.

58 Γάιος, Εισηγήσεις, 2.73 "Περαιτέρω, αυτό το οποίο κτίζεται σε δικό μας έδαφος από άλλον, ακόμα κι αν το έχτισε επ' ονόματί του, γίνεται δικό μας φυσικώ δικαίω, αφού ό,τι ανοικοδομείται ανήκει στο υποκείμενο ακίνητο (superficies solo cedit)."

59 Β) Φύτευση και σπορά σε ξένο ακίνητο (implantatio)
Ο κύριος του ακινήτου καθίσταται κύριος των φυτών, αφ’ότου αυτά ριζώσουν ή φυτρώσουν, οπότε και αποτελούν συστατικά του εδάφους που δεν έχουν αυθυπαρξία και ο αρχικός κύριός τους χάνει οριστικά την κυριότητά τους.

60 Γάιος, D "Αν φυτέψω το φυτό άλλου στο έδαφός μου, γίνεται δικό μου. Αντιστοίχως, αν φυτέψω το φυτό μου στο έδαφος άλλου, γίνεται δικό του. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις εννοείται ότι το φυτό έβγαλε ρίζες. Γιατί, πριν βγάλει ρίζες, ανήκει στον προηγούμενο κύριο."

61 Στο σύγχρονο δίκαιο Σύμφωνα με το άρθρο 1057 του ΑΚ, ο κύριος του κινητού που ενώθηκε με ακίνητο χάνει οριστικά την κυριότητά του επ’αυτού, η οποία δεν μπορεί πλέον να αναβιώσει. Προϋπόθεση όμως είναι η ένωση του κινητού με το ακίνητο να γίνει κατά τέτοιο τρόπο ώστε το πρώτο να καταστεί ουσιώδες συστατικό του δευτέρου. Αυτός που χάνει την κυριότητα ή εμπράγματο δικαίωμα επί του κινητού, έχει απαίτηση έναντι του ωφεληθέντος από την ένωση σύμφωνα με τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού, ή και αποζημίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις περί αδικοπραξίας ή περί αποδόσεως δαπανών (1063 ΑΚ).

62 ΙΙ. Ένωση ακινήτου με ακίνητο
Στην κατηγορία αυτή συγκεντρώνονται διάφορες, μάλλον εξεζητημένες περιπτώσεις πρωτότυπης κτήσεως κυριότητας, λόγω της – πάντως συνήθους στον μεσογειακό κόσμο – αλλαγής της κοίτης και ρύσης των ποταμών. α. Πρόσχωση παρόχθιου ακινήτου (adluvio) Αποτελεί η αύξηση της έκτασης παρόχθιου ακινήτου με τη βαθμιαία και ανεπαίσθητη προσθήκη εδάφους από ρεύμα ποταμού. Αν το ακίνητο έχει φυσικά όρια, γινόταν δεκτό από το Γάιο ότι ο κύριος του ακινήτου γινόταν κύριος και της πρόσχωσης.

63 β. Πρόσκλυση (avulsio) Αποτελεί η απόσπαση τμήματος εδάφους από την ορμή του ρεύματος ποταμού και η προσκόλλησή του σε άλλο ακίνητο. Κύριος του αποσπασθέντος τμήματος εδάφους γίνεται ο κύριος του ακινήτου επί του οποίου προσκολλήθηκε, αφότου δέντρα ριζώσουν σε αυτό.

64 γ. Η αναφυείσα νήσος σε δημόσιο ποταμό και εγκαταλειφθείσα κοίτη ποταμού (με σχηματισμό νέας κοίτης). Προϋπόθεση: παραποτάμιο κτήμα, το οποίο βρίσκεται σε επαφή με τον ποταμό. Περιέρχονται στους εκατέρωθεν παρόχθιους ιδιοκτήτες. Προσαυξάνουν τα ακίνητά τους, κατανεμόμενα επί τη βάσει νοητής γραμμής κατά μήκος και εις το μέσο του ποταμού.

65 Σύγχρονο δίκαιο Ακολουθούνται σε γενικές γραμμές οι ρυθμίσεις του Ρωμαϊκού Δικαίου για την ένωση ακινήτων (ΑΚ ). Στην περίπτωση της προσχώσεως παρέχεται όμως προθεσμία ενός έτους στον κύριο του αποσπασθέντος τμήματος για να ανακτήσει τη νομή ή να εγείρει σχετική αγωγή Η διάταξη για την εγκαταλειφθείσα κοίτη ποταμού εφαρμόζεται σε μη πλεύσιμους ποταμούς (217/2009 Εφ.Ιωαν.)

66 ΙΙΙ. Ένωση κινητού με κινητό
ΙΙΙ. Ένωση κινητού με κινητό Η ένωση κινητών πραγμάτων που ανήκουν σε διαφορετικούς κυρίους, εφ' όσον έγινε με τη σύμφωνη γνώμη αμφοτέρων, ανήκει σε αυτούς κατά τους όρους της συμφωνίας τους, άλλως ιδρύεται συγκυριότητα κατ' ιδανικά μερίδια. Αν η ένωση μπορεί να αναστραφεί, καθένας μπορεί να αναζητήσει το πράγμα που του ανήκει (π.χ. τον πολύτιμο λίθο από κόσμημα). Αν όμως η αναστροφή λόγω της φύσεως του πράγματος που δημιουργήθηκε από την συνένωση δεν είναι δυνατή, ανακύπτουν ζητήματα κυριότητας του πράγματος (δικαιώματα in rem) και αποζημίωσης (δικαιώματα in personam). Το βασικό κριτήριο που χρησιμοποιείται εν προκειμένω είναι αυτό της ταυτότητας του νέου αντικειμένου: ποια δηλαδή από τις ταυτότητες των συνενωθέντων πραγμάτων κυριαρχεί σε αυτό και ποια έχει απορροφηθεί από την άλλη. Το κριτήριο αυτό όμως δεν είναι πάντα εύκολο να διακριθεί στην πράξη και έδωσε αφορμή για πολλές συζητήσεις μεταξύ των Ρωμαίων νομικών.

67 Νέο απλό πράγμα α. Εάν δύο ή περισσότερα κινητά πράγματα που ανήκουν σε διαφορετικούς κυρίους ενωθούν κατά τέτοιο τρόπο ώστε να σχηματίσουν ένα νέο απλό πράγμα, τότε κύριος του νέου πράγματος γίνεται ο κύριος αυτού του πράγματος από τα ενωθέντα που έχει μείζονα σημασία. Εντούτοις οι λύσεις δίδονται συχνά στο Ρωμαϊκό Δίκαιο κατά περίπτωση, χωρίς να είναι πάντοτε επιτυχείς ή πρακτικές.

68 Παραδείγματα ι. Επί βαφής (tinctura) υφασμάτων, κύριος γίνεται ο κύριος του υφάσματος, ακόμα και εάν η βαφή ήταν πολυτιμότερη του υφάσματος, όπως η πορφύρα. ιι. Επί γραφής (scriptura) κύριος γίνεται ο κύριος της περγαμηνής ή του παπύρου, ακόμα και αν η γραφή έγινε π.χ. με χρυσά γράμματα. ιιι. Επί σφυρηλατήσεως μετάλλων (feruminatio), με τα οποία επέρχεται η συνένωσή τους σε ένα απλό πράγμα χωρίς να διακρίνεται η ένωση, οι Προκουλιανοί δέχονται την ύπαρξη συγκυριότητας των κυρίων των συνενωθέντων μετάλλων, ενώ οι Σαβινιανοί θεωρούν ότι κύριος γίνεται ο κύριος του σημαντικότερου μετάλλου.

69 Πνευματική ιδιοκτησία;
"Η κυριότητα των εγγράφων, ακόμα και εάν είναι γραμμένα με χρυσά γράμματα, ακολουθεί την κυριότητα του παπύρου ή της περγαμηνής, όπως η κυριότητα της οικοδομής ή του σπαρμένου σπόρου ακολουθεί το έδαφος. Επομένως, εάν γράψω ένα ποίημα ή μια ιστορία ή έναν λόγο στο δικό σου πάπυρο ή περγαμηνή, εσύ, και όχι εγώ, θα λογίζεσαι κύριος του έργου. Εάν όμως εσύ μου ζητήσεις τον πάπυρο ή την περγαμηνή σου, και δεν είσαι πρόθυμος να πληρώσεις για το κόστος της γραφής, μπορώ να αντιτάξω στην αγωγή την ένσταση του δόλου, αν έχω λάβει τη νομή καλή τη πίστει." Γάιος, D "Εάν κάποιος έχει ζωγραφίσει έναν πίνακα σε ξένη σανίδα, πολλοί (νομικοί) θεωρούν ότι η κυριότητα της σανίδας υπερισχύει έναντι αυτής της ζωγραφιάς. Άλλοι πιστεύουν ότι η ζωγραφιά, όποια και αν είναι η ποιότητά της, υπερισχύει της σανίδας. Όμως σε εμάς φαίνεται ορθότερο, η σανίδα να υποχωρεί έναντι της ζωγραφιάς: είναι γελοίο μία ζωγραφιά του Απελλή ή του Παράσσιου να υποχωρεί έναντι μίας φθηνότατης σανίδας..." Ιουστινιανός, Εισηγήσεις,

70 β. Εάν περισσότερα απλά πράγματα συνενωθούν ώστε να σχηματίσουν νέο σύνθετο πράγμα (π.χ. πλοίο), ο κάθε κύριος διατηρεί την κυριότητα επί των συνενωθέντων πραγμάτων του και μπορεί να ζητήσει τον αποχωρισμό του συστατικού με ειδική αγωγή διανομής (actio communi dividundo). Το ίδιο ίσχυε και σε συγκόλληση μετάλλων εφ’όσον, αντίθετα προς τη σφυρηλάτηση, η σύνδεσή τους είναι εμφανής.

71 γ. Σύμμειξη στερεών & σύγχυση υγρών:
γ. Σύμμειξη στερεών & σύγχυση υγρών: Εάν η σύμμειξη των στερεών (π.χ. σιτηρών) ή η σύγχυση υγρών (π.χ. ελαίων) γίνει με τη θέληση όλων των κυρίων των υλών, ιδρύεται μεταξύ τους συγκυριότητα κατ’ιδανικά μέρη η οποία μπορεί να λυθεί ε αγωγή διανομής. Εάν γίνει παρά τη θέληση ενός ή περισσοτέρων κυρίων, δεν δημιουργείται συγκυριότητα, αλλά διατηρείται η κυριότητα ποσότητας ίσης προς την ενωθείσα, την οποία ο κύριος μπορεί να διεκδικήσει με διεκδικητική αγωγή μέρους.

72 Ουλπιανός D pr. "Ο ίδιος Πομπώνιος γράφει: όταν σιτηρά που ανήκουν σε δύο πρόσωπα αναμειχθούν χωρίς τη συναίνεσή τους, καθένας έχει μία actio in rem για το μέρος του συνόλου που φέρεται ότι του ανήκει. Εάν, ωστόσο, τα σιτηρά αναμείχθηκαν με τη συναίνεσή τους, τότε πρόκειται για ζήτημα συγκυριότητας και θα ασκηθεί μια αγωγή διανομής κοινού πράγματος."

73 Νομίσματα Ειδική περίπτωση αποτελεί η ανάμειξη νομισμάτων, όπου, ανεξαρτήτως του εάν έγινε ηθελημένα ή όχι, κύριος του συνόλου γίνεται ο νομέας του, έχοντας όμως υποχρέωση προς απόδοση. "Εάν τα νομίσματα κάποιου ξοδεύτηκαν εν αγνοία του ή αντίθετα με την βούληση του κυρίου τους, παραμένουν στην κυριότητα αυτού, στον οποίο ανήκαν. Εάν αναμείχθηκαν με άλλα, ώστε να μην μπορούν να διαχωριστούν, όπως γράφει ο Γάιος στα βιβλία του, γίνονται εκείνου που τα έλαβε, με αποτέλεσμα ο κύριός τους να έχει αγωγή για κλοπή κατά αυτού που τα ξόδεψε." Ιαβολένος, D

74 Σύγχρονο δίκαιο Ισχύει ο γενικός κανόνας ότι, επί συνένωσης κινητών (άρθρο 1058 ΑΚ) και συμμείξεως ή συγχύσεώς τους (άρθρο1059 ΑΚ), οι κύριοι των αρχικών υλικών καθίστανται συγκύριοι του νέου πράγματος, εκτός εάν το ένα πράγμα θεωρηθεί το κύριο, οπότε ο κύριος αυτού αποκτά κυριότητα επί του όλου.

75 4. Ειδοποιία Ειδοποιία είναι η δι’επεξεργασίας ή μεταπλάσεως ξένης ύλης δημιουργία νέου είδους (π.χ. ή παραγωγή κρασιού από ξένα σταφύλια). Σχετικά με την ειδοποιία υπήρχε διαφωνία μεταξύ των σχολών των Προκουλιανών και των Σαβινιανών. Κατά τους Προκουλιανούς, που επηρεάζονταν από την Περιπατητική φιλοσοφία, και έδιναν μείζονα σημασία στη μορφή, κύριος είναι ο κατασκευαστής (π.χ. ο ζωγράφος). Κατά τους Σαβινιανούς, που επηρεάζονταν από τη Στωική φιλοσοφία και απέδιδαν μείζονα σημασία στην ουσία, κύριος του νέου είδους καθίστατο ο κύριος της πρώτης ύλης (κύριος της ζωγραφισμένης σανίδας). Οι λύσεις που είχαν προκριθεί στο Ρωμαϊκό Δίκαιο δεν λάμβαναν υπ' όψιν τους την αξία της εργασίας αυτού που επεξεργάστηκε τις ύλες, από τις οποίες προήλθε το νέο πράγμα, πιθανώς λόγω της ύπαρξης των δούλων.

76 Ιουστινιανός Υιοθέτησε τη μέση οδό (media sententia)), σύμφωνα με την οποία εάν ήταν δυνατή η επαναφορά του είδους στην πρώτη του μορφή, κύριος θεωρείτο ο κύριος της ύλης και εάν όχι, κύριος θεωρείτο ο κατασκευαστής. ("...για παράδειγμα, ένα βάζο μπορεί να λιώσει και να επανέλθει στην αρχική του ύλη, τον χρυσό, τον άργυρο ή τον χαλκό. Το κρασί, το λάδι και το σιτάρι δεν μπορούν να ξαναγίνουν σταφύλια, ελιές και σπαρτά"). Στο ιουστινιάνειο δίκαιο θεσπίζεται επίσης ότι ο αποκτών κυριότητα επί ξένου πράγματος με έναν από τους τρόπους ενώσεως κινητού με κινητό, υποχρεούτο να αποζημιώσει τον κύριο του πράγματος αυτού.

77 Σύγχρονο δίκαιο Το άρθρο 1061 ΑΚ ορίζει ότι η κτήση κυριότητας σε περίπτωση ειδοποιίας εξαρτάται από το εάν η αξία της καταβληθείσας εργασίας είναι προφανώς ανώτερη από την αξία της ύλης. Το δικαίωμα αποζημιώσεως αυτού που απώλεσε την κυριότητά του επί του πράγματος από την ένωση, ανάμιξη, επεξεργασία ή μετάπλασή του, θεμελιώνεται στο άρθρο 1063 ΑΚ.


Κατέβασμα ppt "Κυριότητα στο Ρωμαϊκό Δίκαιο"

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google