Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

1 ΜΙΚΡΟΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΥΓΙΕΙΝΗ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΑΣΚΗΣΗ ΠΡΑΞΗΣ 9 Η ΜΥΚΟΤΟΞΙΝΕΣ.

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "1 ΜΙΚΡΟΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΥΓΙΕΙΝΗ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΑΣΚΗΣΗ ΠΡΑΞΗΣ 9 Η ΜΥΚΟΤΟΞΙΝΕΣ."— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 1 ΜΙΚΡΟΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΥΓΙΕΙΝΗ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΑΣΚΗΣΗ ΠΡΑΞΗΣ 9 Η ΜΥΚΟΤΟΞΙΝΕΣ

2 2 Μυκοτοξίνες Μυκοτοξίνες: Ορισμένοι τύποι μούχλας παράγουν επικίνδυνα δηλητήρια, ιδίως την οικογένεια των μυκοτοξινών. Ο όρος μυκοτοξίνες προέρχεται από την ελληνική λέξη «μύκης» που σημαίνει μύκητας και τη λατινική λέξη «toxicum» που σημαίνει δηλητήριο. Χαρακτηρίζει τις τοξικές χημικές ουσίες που παράγουν ορισμένοι τύποι μούχλας που αναπτύσσονται σε συγκεκριμένα τρόφιμα.

3 3 Η μεγάλη ποικιλία των συμπτωμάτων καθιστά δύσκολη τη διάγνωση της μυκοτοξίκωσης, τα αίτια της οποίας είναι μια ομάδα εξαιρετικά τοξικών ουσιών που είναι γνωστές ως μυκοτοξίνες (mycotoxins). Πολλά γεωργικά προϊόντα σε συνθήκες υψηλής υγρασίας και θερμοκρασίας προσβάλλονται εύκολα από ομάδες μυκήτων που παράγουν μυκοτοξίνες.

4 4 Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 της 19ης Δεκεμβρίου 2006 για τον καθορισμό μέγιστων επιτρεπτών επιπέδων για ορισμένες ουσίες οι οποίες επιμολύνουν τα τρόφιμα Αφλατοξίνες. Πρόκειται για γονιδιοτοξικές καρκινογόνες ουσίες που αναπτύσσονται κατά την αύξηση της θερμοκρασίας και της υγρασίας. Οι μέθοδοι διαλογής ή άλλες φυσικές μέθοδοι επεξεργασίας επιτρέπουν τη μείωση της περιεκτικότητας σε αφλατοξίνες σε ορισμένα τρόφιμα, όπως στα αράπικα φιστίκια, στους ξηρούς καρπούς με κέλυφος, στα ξηρά φρούτα και στον αραβόσιτο.

5 5 Αφλατοξίνες Φυσ/χημικές ιδιότητες: Εμφάνιση: Υποκίτρινο έως κίτρινο άοσμο κρυσταλλικό στερεό Μοριακός τύπος: C 17 H 12 O 6 Σχετική μοριακή μάζα: 312,28 Σημείο τήξης 268-269 ο C LD50: 0,4 mg/Kg Διαλυτότητα: ελαφρά διαλυτή στο νερό, ευδιάλυτη σε οργανικούς διαλύτες όπως μεθανόλη, χλωροφόρμιο, ακετόνη, ακετονιτρίλιο. 2,3,6aα,9aα-Tetrahydro-4-methoxycyclopenta [c]furo[3´,2´:4,5]furo[2,3-h][l]benzopyran-1,11-dione

6 6 Εισαγωγικά για τις αφλατοξίνες Οι αφλατοξίνες (aflatoxins) αποτελούν μια ομάδα από τις πιο τοξικές ουσίες που βρίσκονται στη φύση. Παράγονται από μύκητες (μούχλα), που αναπτύσσονται κυρίως σε ξηρά φρούτα, ξηρούς καρπούς (ιδιαίτερα αράπικα φυστίκια, αμύγδαλα), μπαχαρικά, σιτηρά, τυριά, σε κατάλληλες συνθήκες υγρασίας και θερμοκρασίας. Επίσης μπορεί να εμφανισθούν στο γάλα ζώων που έχουν τραφεί με ζωοτροφές (καλαμπόκι κ.λπ.), όπου είχαν αναπτυχθεί μύκητες (ευρωτίαση, μούχλα).

7 7 (α): Το φυτό αραχίδα (Arachis hypogea). (β) Ο (υπόγειος) καρπός της αραχίδας (φυστίκια αράπικα). (γ) Φυστίκια αράπικα (peanuts, groundnuts) στα οποία έχει αναπτυχθεί ευρωτίαση (μούχλα).

8 8 Αφλατοξίνες

9 9 Δράση αφλατοξινών Οι αφλατοξίνες είναι εξαιρετικά τοξικές, καρκινογόνοι, μεταλλαξιγόνοι και ανοσοκατασταλτικές ουσίες. Η αφλατοξίνη Β1 θεωρείται ως το ισχυρότερο γνωστό καρκινογόνο του ήπατος με αποδεδειγμένη γονοτοξικότητα. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι η καρκινογόνος δράση του είναι περίπου 1.000 φορές ισχυρότερη του βενζοπυρενίου, ενός πολυπυρηνικού υδρογονάνθρακα που αποτελεί το δραστικότερο μεταλλαξιγόνο συστατικό του καπνού των τσιγάρων. Το πρόβλημα των αφλατοξινών αναγνωρίσθηκε ως σημαντικό διατροφικό πρόβλημα όταν το 1960 προκλήθηκε σοβαρή ασθένεια (νέκρωση του ήπατος) στα πουλερικά και κυρίως στις γαλοπούλες (turkeys) στη Μ. Βρετανία, από την οποία πέθαναν περίπου 100.000 πτηνά.

10 10 Μαρκάκη Π., Βαλαβανίδης Θ., Ευσταθίου Κ. http://www.chem.uoa.gr/chemicals/chem_aflatoxins.htm

11 11 Turkey “X” disease Αρχικά, τα αίτια ήταν άγνωστα και έτσι η ασθένεια ονομάστηκε "Turkey 'X' disease". Αργότερα διαπιστώθηκε ότι αιτία ήταν ο μύκητας Aspergillus flavus στις πτηνοτροφές, από τον οποίο πήραν και το όνομα οι αφλατοξίνες (A. fla. toxin). Το ανώτερο επιτρεπόμενο όριο για ολικές αφλατοξίνες στην Ευρωπαϊκή 'Eνωση είναι 4 μg/Kg, ενώ για την αφλατοξίνη Β1 (AFB1) 2 μg/Kg τροφίμου. Η νομοθεσία δεν παρέχει απόλυτη ασφάλεια, αλλά μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο για επιβλαβείς συνέπειες, λόγω της υψηλής τοξικότητας της αφλατοξίνης Β1. Στις ΗΠΑ το όριο είναι 20 μg/Kg για σιτηρά και καλαμπόκι που προορίζονται για ζωοτροφές σε νεαρά ζώα και ιδιαίτερα κοτόπουλα, ενώ το όριο μπορεί να φθάσει τα 200-300 μg/Kg για ζωοτροφές που προορίζονται για μεγάλα ζώα (αγελάδες, χοίρους).

12 12 Τοξικές, καρκινογόνες και μεταλλαξιγόνες ιδιότητες των αφλατοξινών Συνοπτικά, ο μηχανισμός της τοξικής δράσης των αφλατοξινών έχει ως εξής: Οι αφλατοξίνες στον οργανισμό με την επίδραση των ενζύμων της ομάδας του κυτοχρώματος P450 μεταβολίζονται στο ήπαρ προς διάφορα προϊόντα μεταξύ των οποίων βρίσκεται και μια εποξειδική ένωση. Ο μεταβολίτης αυτός σχηματίζει ένωση προσθήκης (adduct) με τη γουανίνη (G) του DNA και του RNA, γεγονός που οδηγεί σε αποπουρίνωση και θραύση της αλυσίδας των νουκλεϊνικών οξέων με αποτέλεσμα να διακοπεί η σύνθεση απαραίτητων πρωτεϊνών και DNA σε ιστούς ζωτικών οργάνων, όπως το ήπαρ, τα έντερα και ο μυελός των οστών.

13 13 Σχηματισμός ένωσης προσθήκης αφλατοξίνης Β1 – γουανίνης.

14 14 Τοξικές, καρκινογόνες και μεταλλαξιγόνες ιδιότητες των αφλατοξινών Η επικινδυνότητα των αφλατοξινών αυξάνεται ιδιαίτερα σε περιπτώσεις ατόμων που πάσχουν από ηπατικές νόσους. Κατά ατά τη μόλυνση με τον ιό ηπατίτιδας (Hepatitis B virus, HBV), η έκθεση σε αφλατοξίνες αυξάνει τον κίνδυνο για ηπατοκυτταρικό καρκίνο (hepatocellular carcinoma, HCC). Ο ιός HBV καθιστά δύσκολο τον μεταβολισμό των αφλατοξινών από τα ηπατοκύτταρα και έτσι η ένωση προσθήκης αφλατοξίνης Μ1-DNA παραμένει για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα στο ήπαρ αυξάνοντας την πιθανότητα βλάβης του ογκοκατασταλτικού γονιδίου p53. Ο εμβολισμός κατά της ηπατίτιδας των κατοίκων περιοχών της Ασίας-Αφρικής όπου ενδημεί ο ιός HBV, θα μειώσει σημαντικά τις ηπατικές βλάβες σε πληθυσμούς που τρέφονται με μουχλιασμένα τρόφιμα.

15 15 Τοξικές, καρκινογόνες και μεταλλαξιγόνες ιδιότητες των αφλατοξινών Ο προσδιορισμός των αφλατοξινών στον άνθρωπο γίνεται με δύο τεχνικές. Στην πρώτη μετρείται η ένωση προσθήκης AFM1-γουανίνης στα ούρα. Η παρουσία αυτού του προϊόντος μεταβολισμού δείχνει έκθεση σε αφλατοξίνες κατά τις προηγούμενες 24 ώρες. Η δεύτερη τεχνική στηρίζεται στον προσδιορισμό της ένωσης προσθήκης AFB1-αλβουμίνης στο πλάσμα του αίματος. Ο προσδιορισμός είναι ακριβέστερος και είναι θετικός κατά 90% στα θετικά δείγματα και μπορεί να χρησιμοποιηθεί για μακροχρόνιες εκθέσεις, αφού παραμένει θετικός για 2-3 μήνες μετά την έκθεση σε αφλατοξίνες.

16 16 Έκθεση του ανθρώπου στις αφλατοξίνες Η έκθεση του ανθρώπου/ζώων σε μύκητες μπορεί να εκδηλωθεί : - Αναπνευστική δυσκολία, βήχας, φτάρνισμα, ρινίτιδα - Δυσκολία κατάποσης, αίσθημα πνιγμού, βλεννώδη πτύελα - Υψηλή πίεση, ρινορραγίες - Κάψιμο στο λάρυγγα και στους πνεύμονες - Έντονη εφίδρωση κατά τον ύπνο - Ναυτία, διάρροια, κοιλιακοί πόνοι - Καρδιακή αρρυθμία - Χρόνια κόπωση - Οδυνηρή ούρηση, σκοτεινόχρωμα ούρα - Προβλήματα όρασης - Ασθματικές καταστάσεις - Βοή στα αυτιά, προβλήματα ισορροπίας, βαρηκοΐα - Άσχημη γεύση στο στόμα

17 17 Έκθεση του ανθρώπου στις αφλατοξίνες - Πνευμονίες, πνευμονικά οιδήματα - Πρησμένοι λεμφαδένες - Απότομες μεταβολές σωματικού βάρους - Προβλήματα θυρεοειδούς - Απώλεια τριχοφυΐας, εύθραυστα νύχια - Αναφυλαξία, αλλεργίες κάθε είδους - Αστάθεια στη βάδιση - Πονοκέφαλοι- Προβλήματα στο αναπαραγωγικό σύστημα - Αποβολές- Δυσκολία στην ομιλία, άνοια - Μυϊκή δυσκαμψία -Απώλεια μνήμης -Καρκίνοι - 'Άγχος, κατάθλιψη, ταχυκαρδία, σύγχυση, κόπωση - Θάνατος σε ακραίες περιπτώσεις

18 18 Οι χημικοί τύποι των κυριότερων αφλατοξινών Χαρακτηριστική φυσικοχημική ιδιότητα των αφλατοξινών είναι ο έντονος φθορισμός των διαλυμάτων τους υπό την επίδραση υπεριώδους ακτινοβολίας (λex,max = 365 nm). Από την ιδιότητα αυτή προκύπτει το γράμμα που χαρακτηρίζει τις αφλατοξίνες B και G, έτσι οι αφλατοξίνες B (B1, B2, B2a) χαρακτηρίζονται από έντονο κυανό (B: blue) φθορισμό (λem,max = 425 nm), ενώ οι αφλατοξίνες G (G1, G2, G2a) από έντονο πράσινο (G: green) φθορισμό (λem,max = 450 nm). Οι αφλατοξίνες M1 και Μ2 είναι μεταβολίτες των αφλατοξινών Β1 και Β2 και βρίσκονται στο γάλα (M: milk) ανθρώπων και θηλαστικών ζώων που έχουν τραφεί με τροφές μολυσμένες με αφλατοξίνες. Συντομογραφικά οι αφλατοξίνες συμβολίζονται ως: AFB1, AFB2, AFG1, AFG2,... κ.λπ.

19 19 Φυσικές και χημικές ιδιότητες αφλατοξινών Αφλατοξίνη Μοριακός τύπος Μοριακό βάρος Σημείο τήξης, ο C Πηγές και Ιδιότητες Β1C17H12O6312,28268-269 Παράγεται από τον Aspergillus flavus και τον Aspergillus parasiticus. Κυανός φθορισμός (425 nm). Θεωρείται ως η ισχυρότερη καρκινογόνος ουσία για το ήπαρ. Β2C17H14O6314,29286-289 Παράγεται από τον Aspergillus flavus και τον Aspergillus parasiticus. Κυανός φθορισμός (425 nm). G1C17H12O7328,28244-246 Παράγεται από τον Aspergillus parasiticus. Πράσινος φθορισμός (450 nm). G2C17H14O7330,29237-240 Παράγεται από τον Aspergillus parasiticus. Πράσινος φθορισμός (450 nm). M1C17H12O7328,28299 Μεταβολίτης της B1 στους ανθρώπους και τα ζώα. Βρίσκεται στο μητρικό γάλα σε ποσότητες ng. M2C17H14O7330,29293 Μεταβολίτης της B2 στους ανθρώπους και τα ζώα. Βρίσκεται στο γάλα (και σε γαλακτοκομικά προϊόντα) βοοειδών που τρέφονται με τροφές μολυσμένες με B2. B2aC17H14O7330,29240 Προϊόν προσθήκης ύδατος (καταλυόμενη από οξέα) στην B1. Κυανός φθορισμός (425 nm). G2aC17H14O8346,29190 Προϊόν προσθήκης ύδατος (καταλυόμενη από οξέα) στην G1. Πράσινος φθορισμός (450 nm).

20 20 Εξυγίανση των τροφών από αφλατοξίνες Η επίδραση φυσικών και χημικών παραγόντων στις αφλατοξίνες έχει εξετασθεί ώστε να διαπιστωθεί το κατά πόσο είναι δυνατόν να απαλλαχθούν οι τροφές από αυτές με κάποια φυσική ή χημική διαδικασία. Συνοπτικά η επίδραση των παραγόντων αυτών έχει ως εξής: Θερμότητα: Σε ξηρά κατάσταση είναι σταθερές μέχρι το σημείο τήξης τους. Αντίθετα, παρουσία υγρασίας καταστρέφονται, πιθανώς με υδρόλυση της λακτονικής ομάδας και στη συνέχεια με αποκαρβοξυλίωση. Αλκάλια: Καταστρέφουν τις αφλατοξίνες με υδρόλυση του λακτονικού δακτυλίου. Ωστόσο φαίνεται ότι η υδρόλυση αυτή είναι αντιστρεπτή. Παρουσία οξέος επανασχηματίζεται ο λακτονικός δακτύλιος. Σε υψηλότερες θερμοκρασίες τα αλκάλια αποσπούν τη μεθοξυλική ομάδα (CH3O-) από τον αρωματικό δακτύλιο.

21 21 Το πρόβλημα των αφλατοξινών στην Ελλάδα - Αναλύσεις και έρευνα Συστηματικά ελέγχονται οι εισαγωγές σιτηρών και ξηρών καρπών (φυστίκια) από χώρες της Ασίας και Αφρικής, όπου η εμφάνιση των αφλατοξινών είναι συχνή λόγω υγρασίας και υψηλών θερμοκρασιών. Με ανοσοχημικές τεχνικές, όπως η ELISA (Enzyme- Linked Immunosorbant Assay), ο προσδιορισμός των αφλατοξινών στα τρόφιμα αποτελεί μια απλή διαδικασία. Κατά το χρονικό διάστημα 1995-1996 ελέγχθηκαν 81 δείγματα γάλακτος από την Ελληνική Αγορά. Τα 32 δείγματα γάλακτος περιείχαν ΑFΜ1 (παράγωγο της ΑFΒ1) σε επίπεδα από 2,5 έως 5 ng/L, 31 περιείχαν μόνο ίχνη ενώ μόνο 9 υπερέβαιναν τα 5 ng/L, που ορίζει η νομοθεσία για την AFM1.

22 22 Το πρόβλημα των αφλατοξινών στην Ελλάδα Οι ελιές δεν αποτελούν ευνοϊκό υπόστρωμα βιοσύνθεσης αφλατοξινών. Κατά την περίοδο 1995-1996 εξετάστηκαν 50 δείγματα ελαιολάδου και η AFB1 βρέθηκε σε 36 δείγματα, αλλά σε πολύ χαμηλά επίπεδα (2,8-15,7 ng/Kg) και μόνο ένα δείγμα περιείχε 46 ng/Kg. Κατά την περίοδο 1998-2001 εξετάστηκαν άλλα 50 δείγματα ελαιολάδου, 11 περιείχαν ίχνη AFB1 και μόνο ένα δείγμα υπερέβαινε τα όρια (60 ng/Kg). Η βιοσύνθεση της AFΒ1 στα τρόφιμα είναι ένα εξαιρετικά πολύπλοκο φαινόμενο. Το σύστημα HACCP (Hazard Analysis and Critical Control Point: Ανάλυση Κινδύνων και Κρίσιμα Σημεία Ελέγχου) πρέπει να εφαρμόζεται σε κάθε παραγωγική διαδικασία στον αγρό, στο εργοστάσιο, αλλά και κατά τη συσκευασία των τροφίμων. Το σημαντικότερο είναι η πρόληψη της μόλυνσης των τροφίμων και η αποφυγή αποθήκευσης σε συνθήκες υψηλών θερμοκρασιών και υγρασίας.

23 23 Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 της 19ης Δεκεμβρίου 2006 Ωχρατοξίνη A (OTA) Η ωχρατοξίνη A (OTA) είναι μια μυκοτοξίνη παραγόμενη από διάφορους μύκητες (γένους «penicillium» και «aspergillus») με καρκινογόνες, νεφροτοξικές, τερατογόνες, ανοσοτοξικές και, ενδεχομένως, νευροτοξικές ιδιότητες. Έχει επίσης συσχετιστεί με τη νεφροπάθεια στον άνθρωπο. Υπάρχει στη φύση σε πολλά φυτικά προϊόντα, σε ολόκληρο τον κόσμο, όπως στα δημητριακά, στους κόκκους του καφέ, στο κακάο και στα ξηρά φρούτα. Το “ανεκτό” όριο εβδομαδιαίας πρόσληψης (ΑΟΕΠ) ωχρατοξίνης Α είναι 120 ng/kg σ.β.

24 24 Ωχρατοξίνη Α ΒΑΛΚΑΝΙΚΗ ΕΝΔΗΜΙΚΗ ΝΕΦΡΟΠΑΘΕΙΑ ΚΑΡΚΙΝΟΙ ΤΟΥ ΟΥΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

25 25 Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 της 19ης Δεκεμβρίου 2006 Πατουλίνη Η πατουλίνη είναι μυκοτοξίνη παραγόμενη από διάφορα είδη μυκήτων. Ανιχνεύεται στους χυμούς φρούτων, ειδικότερα στο χυμό μήλου. Το προσωρινό μέγιστο “ανεκτό” όριο ημερήσιας πρόσληψης για την ουσία αυτή ανέρχεται σε 0,4 μg/kg σ.β.

26 26 Το «μουχλιασμένο» μήλο και η πατουλίνη

27 27 Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 της 19ης Δεκεμβρίου 2006 Οι τοξίνες από μύκητες του γένους Fusarium Μια ποικιλία μυκήτων του γένους Fusarium, που είναι κοινά μανιτάρια αναπτυσσόμενα στο έδαφος, παράγει ορισμένες μυκοτοξίνες της τάξης των τριχοθηκινών όπως τη δεσοξυνιβαλενόλη (DON), τη νιβαλενόλη (NIV), τις τοξίνες T-2 και HT-2 καθώς και ορισμένες άλλες τοξίνες (ζεαραλενόνη και φουμονισίνες).

28 28 Fusarium graminearum

29 29 Fusarium graminearum

30 30 Τοξίνες του Φουζάριου

31 31 Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 της 19ης Δεκεμβρίου 2006 Οι μύκητες του γένους Fusarium ανιχνεύονται στα δημητριακά που καλλιεργούνται στις εύκρατες ζώνες της Αμερικής, της Ευρώπης και της Ασίας. Η ΕΕΤ εξέδωσε 6 γνωμοδοτήσεις στις οποίες καθορίζει το ανεκτό όριο ημερήσιας πρόσληψης (ΑΟΗΠ) για τις εν λόγω τοξίνες. Καθορίζει ένα ΑΟΗΠ για τη δεσοξυνιβαλενόλη ίσο με 1 g/kg σ.β., ένα προσωρινό ΑΟΗΠ ίσο με 0,2 g/kg σ.β. για τη ζεαραλενόνη, ένα ΑΟΗΠ ίσο με 2 μg/kg σ.β. για τις φουμοσίνες, ένα προσωρινό ΑΟΗΠ ίσο με 0,7 g/kg σ.β. για τη νιβαλενόλη καιένα συνδυασμένο προσωρινό ΑΟΗΠ ίσο με 0,06 g/kg σ.β. για τις τοξίνες T-2 και HT-2.

32 32 Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 της 19ης Δεκεμβρίου 2006 Mέγιστα επιτρεπτά όρια για βρέφη και μικρά παιδιά είναι: νιτρικά: 200 mg/kg, αφλατοξίνη B1: 0,10 μg/kg, αφλατοξίνη M1: 0,025 μg/kg, ωχρατοξίνη A: 0,50 μg/kg και το ίδιο μέγιστο επιτρεπτό επίπεδο για τα διαιτητικά τρόφιμα που προορίζονται για ειδικές ιατρικές χρήσεις ειδικά για βρέφη, πατουλίνη: 10 μg/kg, δεσοξυνιβαλενόλη: 200 μg/kg, ζεαραλενόνη: 20 μg/kg και το ίδιο μέγιστο επιτρεπτό επίπεδο για τα παρασκευάσματα με βάση τον αραβόσιτο που προορίζονται για βρέφη και μικρά παιδιά, φουμονισίνες: 200 μg/kg για προϊόντα που προορίζονται για βρέφη και μικρά παιδιά.

33 33 ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ ΜΥΚΟΤΟΞΙΝΩΝ ΑΦΟΡΑ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΤΑ ΞΗΡΑ ΦΡΟΥΤΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΞΗΡΟΥΣ ΚΑΡΠΟΥΣ ISO/IEC 17025:2005 HPLCs με διάφορους ανιχνευτές GF-AAS, GC-MS AOAC 991.31 για αφλατοξίνες B1, B2, G1 και G2 AOAC 2000.08 για αφλατοξίνη M1 Journal of AOAC International, Vol. 84, No. 6, p. 1818 – 1827 for OTA Journal of AOAC International, Vol. 84, No. 6, p. 1828 – 1837 for Fumonisins B1&B2 Central Science Laboratory (2001), Zearalenone Collaborative trial 130 Central Science Laboratory (2001), Deoxinivalenone Collaborative trial 130 CEN N 320 για προσδιορισμό της πατουλίνης.

34 34 AOAC INTERNATIONAL WORKSHOP “Foods to Dye for – Contaminants – sampling, analysis, legal limits” Monday 6th – Tuesday 7th November, 2006, Limassol, Cyprus. Τα περισσότερα από τα δείγματα που εξετάστηκαν (ξηροί καρποί, δημητριακά, αποξηραμένα φρούτα, μπαχαρικά) ήταν εντός του ανεκτού επιπέδου που έχει ορίσει η ΕΕ για τις αφλατοξίνες, εκτός από μερικά δείγματα, κυρίως τα εισαγόμενα, όπως οι αραχίδες, φιστίκια, όπου διαπιστώθηκε ότι ήταν πάνω από τις σχετικές κοινοτικές MLS (συνολικά AFs = 4 μg/kg και AF B1= 2 μg/kg ).

35 35 AOAC INTERNATIONAL WORKSHOP “Foods to Dye for – Contaminants – sampling, analysis, legal limits” Monday 6th – Tuesday 7th November, 2006, Limassol, Cyprus. Όσον αφορά afllatoxin M1 μόνο ένα μικρό ποσοστό από τα εξετασθέντα δείγματα (γάλακτος), διαπιστώθηκε ότι ήταν θετικά. Η ωχρατοξίνη Α (σιτηρά, σταφίδες, κρασί, καφέ, καθώς και παιδικές τροφές), διαπιστώθηκε ότι ήταν παρούσα, και στα δείγματα από κρασί 100% θετική. Η Πατουλίνη βρέθηκε στο χυμό μήλου και στον πολτό μήλου, ενώ στις παιδικές τροφές κυμάνθηκε από μη ανιχνεύσιμα όρια έως 13 ppb. Οι Τοξίνες από Fusarium (δεσοξυνιβαλενόλη, ζεαραλενόνη, Fumonisines FB1 & FB2) κυμαίνονταν από 0 έως 113 ppb.

36 36

37 37

38 38


Κατέβασμα ppt "1 ΜΙΚΡΟΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΥΓΙΕΙΝΗ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΑΣΚΗΣΗ ΠΡΑΞΗΣ 9 Η ΜΥΚΟΤΟΞΙΝΕΣ."

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google