Ανάπτυξη στην παιδική ηλικία ΑΣΠΑΙΤΕ Κοζάνης Τμήμα 4 Μαστοροδήμου Ευαγγελία
Παιδική ηλικία. Περίοδος που εκτείνεται από το 6ο έτος ως την ηλικία που το άτομο γίνεται σεξουαλικώς ώριμο (ως το 12 έτος για τα κορίτσια και το 13ο έτος για τα αγόρια). Αρχίζει με την εμφάνιση των πρώτων μόνιμων δοντιών και την είσοδο του παιδιού στο σχολείο και τελειώνει με την έναρξη της εφηβείας. (ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ, 1985)
Η βιολογική αναπτυξιακή πορεία Το ύψος και το βάρος τους αυξάνονται, η μυϊκή τους δύναμη ενισχύεται ενώ παρατηρείται σαφής αλλαγή και στα χαρακτηριστικά του προσώπου τους. Παράλληλα βελτιώνεται ο συντονισμός των κινήσεών τους όπως και η κινητική τους δεξιότητα, με διαφορετική ένταση στα δύο φύλα: Τα αγόρια τα καταφέρνουν καλύτερα σε δραστηριότητες που απαιτούν μυϊκή δύναμη, ενώ τα κορίτσια σε εκείνες που διακρίνονται για λεπτές κινητικές δεξιότητες, όπως είναι η ζωγραφική, η ισορροπία κλπ. ) Εκτός των εξωτερικών αλλαγών στις αρχές της περιόδου της μέσης παιδικής ηλικίας, εμφανίζεται και ουσιαστική πρόοδος στην βιολογική ανάπτυξη του εγκεφάλου και εντοπίζεται μεγαλύτερος συντονισμός μεταξύ των διάφορων εγκεφαλικών περιοχών.
Η βιολογική αναπτυξιακή πορεία Πιο αναλυτικά, η ψυχοκινητική ανάπτυξη του παιδιού ακολουθεί τρεις βασικές κατευθύνσεις : από αντανακλαστική γίνεται σκόπιμη και ελεγχόμενη , από μαζική και γενικευμένη γίνεται μερική και εξειδικευμένη και από αμφίπλευρη γίνεται ετερόπλευρη. Έτσι οι κινήσεις την περίοδο αυτή αποκτούν σταθερότητα, χάρη και ισχύ. Οι προϋποθέσεις για την καλύτερη ψυχοκινητική ανάπτυξη του παιδιού αφενός είναι περιβαλλοντικές ( ασφαλείς χώροι για άθληση) και αφετέρου ψυχολογικές ( ενθάρρυνση του παιδιού να χρησιμοποιεί το σώμα του ελεύθερα, περιορισμός του άγχους των γονέων για τα παιδικά παιχνίδια ). ( ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ , 1985)
Γνωστική ανάπτυξη Στην ηλικία αυτή το παιδί μπορεί να σκέφτεται λογικά για τα αντικείμενα και τα γεγονότα, επιτυγχάνει τη διατήρηση του αριθμού (6 ετών), της μάζας (7 ετών) και του βάρους (9 ετών). Μπορεί να κατηγοριοποιεί τα αντικείμενα με βάση περισσότερα του ενός χαρακτηριστικά και μπορεί να τα σειροθετεί με βάση μόνο μια διάσταση όπως π.χ. το μέγεθος (Cole & Cole, 2002).
Γνωστική ανάπτυξη Κατά τον Piaget (Piaget, 1966, 1975), το παιδί γύρω στα εφτά, μπαίνει στο στάδιο που χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη της ικανότητας για απλές λογικές διεργασίες (στάδιο των συγκεκριμένων λογικών πράξεων), που αφορούν κυρίως την ταξινόμηση και τη συσχέτιση διαφόρων νοητικών στοιχείων. Με τον όρο λογικές πράξεις, εννοούνται οι οργανωμένες σε σύνολα πράξεις, που πραγματοποιούνται εσωτερικά και είναι αναστρέψιμες (Piaget, 1952).
Γνωστική ανάπτυξη Σύμφωνα με την παραπάνω άποψη θα μπορούσαμε να πούμε ότι η γνωστική ανάπτυξη επηρεάζεται και από την ιδιοσυγκρασία του παιδιού (Lawrence & Pervin 2001). Είναι ένας μηχανισμός που ενεργοποιεί το ίδιο το παιδί από μόνο του. Συμπερασματικά η γνωστική ανάπτυξη αναπτύσσεται μέσω της αυτό-ρύθμισης. Επηρεάζεται τόσο από εσωτερικούς - γενετικούς παράγοντες, όσο και από περιβαλλοντικούς παράγοντες. Παράλληλα σημαντικό ρόλο παίζει η παρώθηση καθώς και τα εσωτερικά και εξωτερικά κίνητρα (Brown, 1983). Τα αποτελέσματα αυτών των πειραμάτων αποτελούν σχήματα και θεωρίες αυτής της αλληλεπίδρασης (Μαριδάκη – Κασσωτάκη, 1997).
Τα γνωστικά επιτεύγματα των παιδιών σχολικής ηλικίας. Α. Ταξινόμηση «Η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του ταξινομώ, η διαίρεση κατά κατηγορίες, η λογική εργασία κατά την οποία η πρώτη διαίρεση ακολουθείται από μία ή από περισσότερες υποδιαιρέσεις» (Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών 1998, σελ. 1323). Β. Σειροθέτηση Είναι η τοποθέτηση αντικειμένων σε μία λογική σειρά, που αναπαριστά σχέσεις ανισότητας μεταξύ των αντικειμένων. Ως συνώνυμη έννοια θα μπορούσε να είναι η «ικανότητα για πραγματοποίηση ακολουθιών» (Ινστιτούτο νεοελληνικών σπουδών 1998, σελ. 50). Γ. Διατήρηση «Η σταθεροποίηση στη σκέψη, ενός διανοητικού στοιχείου, μιας μόνιμης πνευματικής εικόνας του αναπαριστώμενου αντικειμένου ανεξάρτητα από τις οποιεσδήποτε επιφανειακές αλλοιώσεις που υφίσταται το αντικείμενο αυτό». (Παρασκευόπουλος, σελ. 56, 1982). Δ. Αρίθμηση Η αρίθμηση έχει άμεση σχέση με την ταξινόμηση και την σειροθέτηση. Κάθε στοιχείο του αριθμητικού συστήματος υποδηλώνει μία τάξη και μία σειρά.
Γνωστική ανάπτυξη Απόψεις γενετιστών (ποιοτικές αλλαγές νοημοσύνης) Παρουσιάζει αληθείς λογικές πράξεις που βασίζονται στην ικανότητα για γνωστική αναστρεψιμότητα. Ταξινομεί με τρόπο λογικό τα πράγματα ( κατανόηση εννοιών και σχέσεων μεταξύ τους) Τοποθετεί σε σειρά κατά ανιούσα και κατιούσα κλίμακα Έχει αποκτήσει την έννοια της διατήρησης των διαφόρων φυσικών μεγεθών Έχει κατακτήσει την έννοια του αριθμού τόσο ως τάξη όσο και ως θέση
Γνωστική ανάπτυξη Απόψεις γενετιστών (ποιοτικές αλλαγές νοημοσύνης) Εξάγει συμπεράσματα για την πραγματική κατάσταση του κόσμου που το περιβάλλει Έχει αποκτήσει την ικανότητα να στρέφει την προσοχή του σε περισσότερα του ενός χαρακτηριστικά Συλλαμβάνει νοητικά ( προβλέπει) όχι μόνο τις σταθερές καταστάσεις αλλά και τις ενδιάμεσες φάσεις μεταξύ αρχικής και τελική κατάστασης
Ψυχομετρικά δεδομένα για τη νοητική ανάπτυξη των παιδιών της σχολικής ηλικίας Ποσοτική πλευρά της νοητικής ανάπτυξης Κλίμακα Binet (ψυχομετρική κλίμακα νοημοσύνης) Κλίμακα WISC D.Washler Αξιοπιστία 0,90 σε φάσμα 2 ετών Αφορούν κυρίως τη σχολική μάθηση ITPA ( Ιλλινόις τεστ ψυχογλωσσικών ικανοτήτων): διόδους επικοινωνίας, ψυχογλωσσικές διεργασίες, επίπεδο οργάνωσης εμπειριών
Οργάνωση μνήμης Η διαδικασία με την οποία το άτομο προσλαμβάνει, εντυπώνει και αναπλάθει τις προηγούμενες εμπειρίες. Στοιχεία: αισθητηριακές εικόνες, βραχυπρόθεσμη μνήμη, μακροπρόθεσμη μνήμη.
Μνήμη στην παιδική ηλικία Η ικανότητα της σκόπιμης απομνημόνευσης αυξάνεται κατά την διάρκεια της μέσης παιδικής ηλικίας. Οι αλλαγές στην μνημονική τους ικανότητα συνδέονται: με την ικανότητα να διατηρούν αρκετές μονάδες πληροφοριών στο νου τους ταυτοχρόνως με την αυξημένη γνώση σχετικά με τις πληροφορίες που θέλουν να θυμούνται με την χρήση μνημονικών στρατηγικών όπως η οργάνωση και η επανάληψη, και με την ικανότητα να σκέφτονται σχετικά με τις ίδιες τις διεργασίες της μνήμης τους. Να σημειωθεί ότι οι παραπάνω ικανότητες / δεξιότητες που αποκτά το άτομο την περίοδο αυτή γίνονται πιο αισθητές και αντανακλώνται στην πρόοδο του παιδιού στα σχολικά μαθήματα.( ΚΡΑΣΑΝΑΚΗΣ, 1987)
Οργάνωση δημιουργικής σκέψης Η αποκλίνουσα νόηση αντιπροσωπεύει έναν ελεύθερο τύπο πνευματικής διεργασίας με κύριο χαρακτηριστικό το μεγάλο αριθμό πιθανών λύσεων. Κλίμακες δημιουργικής σκέψης με παιδιά δημοτικού. Ασυνήθεις χρήσεις Συνέπειες Τροποποιήσεις Τίτλος επεισοδίων
Συναισθηματική Ανάπτυξη Στην παιδική ηλικία η συναισθηματικότητα του μικρού παιδιού παρουσιάζεται πολύ ζωντανή έντονη και εκρηκτική (Κασιώλας, 1975). Έτσι είναι δύσκολο να διακριθούν τα πραγματικά συναισθήματα. Παράλληλα με την εκμάθηση των αποδεκτών συναισθηματικών εκδηλώσεων, αναπτύσσεται και η όλη συναισθηματικότητα του παιδιού (Κασιώλας, 1975). Στην παιδική ηλικία (6ο-10ο έτος) βρίσκεται στο στάδιο της συναισθηματικής αντιστρεπτικότητας και μαζί αποκτάει και την συνείδηση του εγώ του άλλου (Στυλιάρας, 1968).
Η συναισθηματική ανάπτυξη στην παιδική ηλικία Freud Το τελευταίο στάδιο αρχίζει από την ηλικία των 5 ετών και τελειώνει στην ηλικία περίπου των 12 ετών. Είναι η ηλικία της λανθάνουσας ή αφανέρωτης σεξουαλικότητας (Στυλιάρας, 1968). Στην ηλικία των πέντε έως δώδεκα ετών διαμορφώνεται προοδευτικά το βασικό τμήμα του υπερεγώ, το καθαυτό υπερεγώ, που κινητοποιεί τα συναισθήματα ντροπής και ενοχής, ικανοποίησης και φόβου. Αρχίζει επίσης να διαμορφώνεται το ιδεώδες του εγώ, με την ανάπτυξη της αίσθησης του σωστού και λάθους, του δίκαιου και άδικου, του ηθικού και ανήθικου (Παπανούτσος, 1972).
Η συναισθηματική ανάπτυξη στην παιδική ηλικία Freud
Erikson: «παραγωγικότητα (φιλοπονία) ή ανεπάρκεια» Το παιδί οικοδομώντας στα επιτεύγματα των προηγούμενων ηλικιών της βασικής εμπιστοσύνης, της αυτονομίας και της πρωτοβουλίας, μπορεί τώρα να αποκτήσει το συναίσθημα ότι είναι παραγωγικό. Ολοκλήρωση έργου με τις ποικίλες δεξιότητές του. Το παιδί που αναπτύσσεται με το δεύτερο σύστημα κοινωνικής μάθησης και έχει ήδη αποκτήσει τα χαρακτηριστικά της δυσπιστίας , της ντροπής , της ενοχής, δυσκολεύεται να ανταποκριθεί στα σχολικά του καθήκοντα , διακατέχεται από συναισθήματα μειονεξίας
Erikson: «παραγωγικότητα (φιλοπονία) ή ανεπάρκεια» Το παιδί που ακόμα παραμένει υπερβολικά εξαρτημένο και προσκολλημένο στο μητρικό πρόσωπο , δεν μπορεί να ενεργοποιήσει και να εστιάσει τη ζωτικότητά του σε νέες επιδιώξεις. Κίνδυνοι: υπερβολικά ανταγωνιστικό ή ανίκανο να εκτελέσει ότι το ζητούν ( υπερβολικές απαιτήσεις έξω από τις δυνατότητές του)
Τα είδη των συναισθημάτων της παιδικής ηλικίας Σύμφωνα με την Izard (1991), στην παιδική ηλικία η ενεργοποίηση του συναισθήματος οδηγεί παράλληλα και σε έκφραση του Λίγο αργότερα τα παιδιά (6-7 ετών) είναι σε θέση να ρυθμίζουν των συναισθήματά τους. Έτσι μπορούν κάποιες φορές να ελέγχουν την έκφραση αυτών, να δείχνουν διαφορετικά από αυτό που αισθάνονται και να αποκρύπτουν εντελώς κάποιο συναίσθημα (Harris, 1989). Τέλος στην ηλικία των 8 ετών τα παιδιά μπορούν να αντιλαμβάνονται τα ανάμεικτα συναισθήματα, δηλαδή ότι κάποιος έχει πολλές και αμφίρροπες συναισθηματικές ανταποκρίσεις σε μία δεδομένη κατάσταση καθώς επίσης και να αντιλαμβάνονται τα αρνητικά συναισθήματα που μπορεί να πηγάζουν από μία άσχημη - ανήθικη πράξη ή τα θετικά από μία ηθική (Harris & Rosnay, 2004).
Συναισθήματα παιδικής ηλικίας Ο φόβος: το παιδί προσπαθεί να απομακρυνθεί ή να ανακουφισθεί από μια κατάσταση που του προκαλεί φόβο Ο θυμός: το παιδί που βρίσκεται στην σχολική ηλικία χαρακτηρίζεται από μια τάση για ανεξαρτησία. Πολλές καταστάσεις του προκαλούν θυμό. Η ζήλια: κατά την σχολική ηλικία το συναίσθημα της ζήλιας σε μερικά παιδιά γίνεται εντονότερο. Συνήθως υπάρχει ζήλια για απέναντι στα αδέρφια. Η στοργή και η αγάπη: τα δύο συναισθήματα εκφράζονται πολύ χλιαρά από τα παιδιά αυτής της ηλικίας. Θα έλεγε κανείς ότι δεν δέχονται εύκολα τις αγκαλιές και τα φιλιά Η χαρά: το παιδί της σχολικής ηλικίας μπορεί και χαίρεται με τα ίδια πράγματα που χαιρόταν και πριν, αλλά πλέον και με τα επιτεύγματά της ηλικίας του. (Κασιώλας, 1975).
Ενσυναίσθηση Η ενσυναίσθηση ενσωματώνει δύο καταστάσεις (Jackson, Meltzoff, & Decety, 2005) Γνωστική (ικανότητα του ατόμου να κατανοεί μία κατάσταση ανησυχίας, να αποδίδει στους άλλους νοητικές καταστάσεις, να αναγνωρίζει τα συναισθήματά τους και με βάση αυτά να προβλέπει τη συμπεριφορά τους. Συναισθηματική ( η ικανότητα τους ατόμου να μπορεί να μοιράζεται, να βιώνει νοερά και να ταυτίζεται με τα συναισθήματα του άλλου)
Ενσυναίσθηση ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΕΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ Συμπόνια και ενσυναίσθητη προσωπική ανησυχία Έχει διαπιστωθεί ότι τα παιδιά με υψηλή ενσυναίσθηση εκδηλώνουν λιγότερη επιθετικότητα και έχουν πιο ανεπτυγμένη ηθική κρίση σε σχέση με εκείνα που έχουν χαμηλή ενσυναίσθηση (Στάλικας & Χαμόδρακα,2004). Στο τέταρτο στάδιο, κατά την σχολική ηλικία το παιδί είναι πλέον ικανό να εκδηλώσει ενσυναίσθηση όχι μόνο για ότι συμβαίνει στο παρόν αλλά κάποια ανάμνηση από το παρελθόν που του ξυπνάει μνήμες. Ακόμη τα παιδιά σε αυτή την ηλικία δείχνουν ενδιαφέρον όχι μόνο στα παροδικά συναισθήματα των άλλων αλλά και στις συνθήκες τις οποίες ζουν (Goleman, 1997).
Ψυχοκοινωνική ανάπτυξη στην παιδική ηλικία Κοινωνική αλληλεπίδραση με τους συνομήλικους Σχέση «παιδί-ενήλικος», «παιδί-παιδί» Ομάδες παιχνιδιού (συμμετοχή, ανταγωνισμός, αλληλεπίδραση) Ομάδες αναφοράς ( προσβλέπει για τα πρότυπα συμπεριφοράς) τάση για συμμόρφωση στην ομάδα των συνομηλίκων. Στην φάση αυτή, της πρώτης εμπειρίας στο σχολείο με τους συμμαθητές, ξεκινάει και η δευτερογενής κοινωνικοποίηση του παιδιού (Πυργιωτάκης, 1984).
Ψυχοδυναμική παιδικών ομάδων Κοινωνιογράμματα ( κυρίως ομόφυλη διαφοροποίηση γύρω στα 10) 10-13 συμμόρφωση στα πρότυπα των συνομηλίκων Κοινωνική αποδοχή- κοινωνική απόρριψη (διαχρονική σταθερότητα) Υιοθέτηση αρνητικών κοινωνικών ρόλων για αναπλήρωση κοινωνικής απόρριψης: (ψευτοπαλικαράς, γελωτοποιός, κόλακας, μικρομέγαλος)
Κοινωνική αποδοχή και ευθύνη του σχολείου Απαιτούνται λεπτοί χειρισμοί Ευκαιρίες να γνωριστούν τα παιδιά μεταξύ τους Συνεργασία με τους γονείς Ανάπτυξη δεξιοτήτων συναισθηματικής νοημοσύνης των παιδιών ( ενσυναίσθηση, ευτοεκτίμηση) Στάση σεβασμού στα άτομα και στην ομάδα
Προσαρμογή στο σχολείο Σχολική φοβία Ελαφρές αναπτυξιακές αποκλίσεις Σημαντικές αποκλίσεις και αναπηρίες
Προβλήματα συμπεριφοράς στη σχολική ηλικία Αντικοινωνική συμπεριφορά Υπερβολική αναστολή Ανεπάρκεια- ανωριμότητα Σοβαρότητα προβλημάτων: Συχνότητα εμφάνισης Ένταση Βαθμός απόκλισης
Σχολικός Εκφοβισμός (Bullying) Παραδείγματα συμπεριφορών Θυματοποίησης / εκφοβισμού. Όλες οι μορφές σωματικής βίας (χτυπήματα, σπρώξιμο, φτύσιμο,τρικλοποδιά κτλ.) Κλοπή και καταστροφή των προσωπικών αντικειμένων του παιδιού-στόχου. Λεκτικές συμπεριφορές ( βρίσιμο, κοροιδία, διάδοση φημών, ενάντια στο παιδί – στόχος και την οικογένεια του.)
Σχολικός Εκφοβισμός (Bullying) Υποβάθμιση των ικανοτήτων και επιτευγμάτων του παιδιού – στόχου. Γράψιμο υβριστικών συνθημάτων εναντίων του παιδιού- στόχου σε τοίχο ή άλλα μέρη που μπορούν να δουν τα άλλα παιδιά. Κοροϊδία της Θρησκείας, της εθνικής προέλευσης, της κοινωνικής καταγωγής ή της εμφάνισης του παιδιού- στόχου. Αποκλεισμός του παιδιού από ομαδικές δραστηριότητες (πχ. συμμετοχή σε αθλητικές ομαδικές δραστηριότητες, από πάρτυ κτλ. Κοροϊδία του παιδιού στόχου για τον τρόπο που ντύνεται. Προσπάθεια επιβολής στο παιδί στόχο ώστε να συμπεριφερθεί με τρόπο που δεν θέλει. Μάνος (1997)
Πού απευθύνονται Στο δημοτικό σχολείο: 23,0% απευθύνονται στον δάσκαλο/ διευθυντή. 76,7% απευθύνονται στους γονείς. 15,9% απευθύνονται στους φίλους. 8,4% σε κανέναν. 1,0% άλλο. Πηγή: Χηνάς & Χρυσαφίδης (2000)
Χαρακτηριστικά παιδιών που εκδηλώνουν επιθετική συμπεριφορά Αισθάνονται ανεπάρκεια και μειονεξία ως προς την αντιμετώπιση γεγονότων της καθημερινής ζωής. Πιθανότατα, έχουν υποστεί ανάλογη συμπεριφορά τα ίδια, μέσα στο οικογενειακό ή ευρύτερο περιβάλλον τους. Προέρχονται από οικογένειες οι οποίες «εκθειάζουν» τις «αρετές» και τα «οφέλη» τέτοιων συμπεριφορών. Είναι τα ίδια «θύματα» κάποιας μορφής κακοποίησης. Δεν ξέρουν πώς να εξωτερικεύσουν/ εκφράσουν τα συναισθήματά τους ή δεν τους επιτρέπεται να το κάνουν. Δεν επιτυγχάνουν «επιθυμητές» σχολικές επιδόσεις. Δεν έχουν συναίσθηση της αυτό- εκτίμησης τους, ή της αξίας για τον εαυτό.
Χαρακτηριστικά παιδιών που εκδηλώνουν επιθετική συμπεριφορά Είναι άτομα που έχουν μάθει «να γίνεται πάντα το δικό τους», θεωρούν τα πάντα αυτονόητο δικαίωμά τους, ενώ κάθε τι και καθένας που δεν ανταποκρίνεται ανάλογα , θα υποστεί τις οδυνηρές συνέπειες. Κάποια άλλα, απλά ικανοποιούνται να είναι «αρχηγοί» και εδραιώνουν το «status» μέσω τέτοιων εκφοβιστικών συμπεριφορών προς τους «ανυπάκουους». Είναι άτομα με «αυτοπεποίθηση, αλλά έντονα ενοχλητικά και αντιπαθητικά για τους συνομηλίκους τους που δεν τους θεωρούν «ισότιμους»
Συμπτώματα στο παιδί – στόχο Φοβάται να περπατήσει μόνο του προς/ από το σχολείο, αλλάζει σε καθημερινή βάση το δρομολόγιό του. Δεν επιθυμεί , πλέον, να πάει στο σχολείο με το σχολικό. Ικετεύει τους γονείς να πάνε/ πάρουν το παιδί από το σχολείο οι ίδιοι, είτε με το αυτοκίνητο, είτε με τα πόδια. Δείχνει, συχνά, απροθυμία να πάει στο σχολείο, ή προφασίζεται ασθένεια κάθε πρωί. Αρχίζει να κάνει σκασιαρχείο. Παρουσιάζει πτώση / κάμψη της συνήθους σχολικής επίδοσης Επιστρέφει στο σπίτι με σκισμένα ρούχα, καταστραμένα βιβλία, ή δηλώνοντας « απώλεια» προσωπικών αντικειμένων. Γίνεται δύστροπο στη συναναστροφή του με την οικογένεια και τους οικείους του.
Συμπτώματα στο παιδί – στόχο Επιστρέφει στο σπίτι πεινασμένο (ο θύτης του έχει αποσπάσει το κολατσιό του, ή τα χρήματα για την αγορά του). Παρουσιάζεται αποσυρμένο, κλείνεται στον εαυτό του, αρχίζει να «τραυλίζει», χάνει την αυτοπεποίθησή του. Εκδηλώνει έντονο άγχος και ανησυχία, ψυχοσυναισθηματική δυσφορία και καταθλιπτική συντριβή, καθώς και ανορεκτική συμπεριφορά. Κλαίει το βράδυ μόνο στο δωμάτιο του πριν αποκοιμηθεί, ενώ μπορεί να έχει και συχνούς εφιάλτες.
Συμπτώματα στο παιδί – στόχο Αρνείται επίμονα να αποκαλύψει τι του συμβαίνει. Έχει «ανεξήγητες» γρατσουνιές, μελανιές και άλλα χτυπήματα στο σώμα του. Αρχίζει να εκδηλώνει το ίδιο, επιθετική συμπεριφορά προς τους συνομηλίκους ή/και προς τα αδέλφια του. Παρουσιάζει έντονα επιθετική συμπεριφορά και αδιαλλαξία σε θέματα επικοινωνίας, δικαιωμάτων, ορίων, ευθυνών και υποχρεώσεων. Πηγή: Τσαγκάρη (2003)
Ευχαριστώ για την προσοχή σας!