ΠΡΑΓΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΗΜΑΣΙΟΛΟΓΙΑ
Η Σημασιολογία και η Πραγματολογία αποτελούν αλληλένδετους κλάδους της Γλωσσολογίας. Πρόκειται, ωστόσο, για δύο διαφορετικά επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης.
Ο χώρος της Σημασιολογίας περιορίζεται στις ιδιότητες των γλωσσικών εκφράσεων και των προτάσεων που παραμένουν σταθερές εφόσον ομιλείται η ίδια γλώσσα. Αντίθετα, οι πραγματολογικές αξίες αλλάζουν ανάλογα με το γλωσσικό περιβάλλον (περικείμενο).
Ως προτασιακές οι σημασιολογικές πληροφορίες συνδέονται με συντακτικές και μορφολογικές πληροφορίες, είναι δηλαδή κατεξοχήν γλωσσικές πληροφορίες.
Οι γλωσσικές προτάσεις ενσωματώνουν αυτού του είδους τις πληροφορίες ανεξάρτητα από το αν χρησιμοποιούνται σε πραγματική επικοινωνία ή όχι.
Η Σημασιολογία και η Πραγματολογία αποτελούν διαφορετικούς κλάδους της γλωσσολογίας με διαφορετικές μονάδες ανάλυσης, την πρόταση και το εκφώνημα αντίστοιχα.
Η Πραγματολογία αφορά τα όσα οι χρήστες της γλώσσας μπορούν να κάνουν από τη στιγμή που θα ξεπεράσουν την κυριολεκτική σημασία των εκφράσεων.
Οι πραγματολογικές πληροφορίες είναι εξωγλωσσικές, με την έννοια ότι προκύπτουν μόνο όταν η γλώσσα χρησιμοποιείται σε πραγματικό χρόνο και σε συγκεκριμένες επικοινωνιακές συνθήκες.
Ενώ οι σημασιολογικές πληροφορίες είναι κωδικοποιημένες στα γλωσσικά στοιχεία και τις συνάψεις τους (συντακτικές κλπ.), οι πραγματολογικές πληροφορίες προκύπτουν και καθίστανται ενδιαφέρουσες για τη γλωσσολογία από τη στιγμή που τα στοιχεία εξυπηρετούν την πραγματική επικοινωνία.
Με αυτή την έννοια η διάκριση αφορά την ανεξάρτητη από οποιοδήποτε περικείμενο σημασία από τη μία πλευρά και τη σημασία του ομιλητή, τη σημασία δηλαδή που προκύπτει κατά τη γλωσσική χρήση.
Άρα η διάκριση μπορεί να ταυτιστεί με τη κυριολεκτική σημασία των γλωσσικών εκφράσεων έναντι της περαιτέρω σημασίας που μπορούν να αποκτήσουν βάσει περικειμενικών πληροφοριών.
Αντανακλά δηλαδή τη διαφορά ανάμεσα στις γλωσσικές και εξωγλωσσικές πληροφορίες που έχουν στη διάθεσή τους οι επικοινωνούντες.
Ένας βασικός λόγος για τον οποίο εισήχθηκε η διάκριση στη Γλωσσολογία είναι η παροχή ενός πλαισίου βάσει του οποίου ένας ομιλητής μπορεί να κοινωνήσει σημασίες πέρα από αυτές που συμβατικά συνδέονται με τις εκφράσεις που χρησιμοποιεί.
Επιπλέον, μέσω αυτής της διάκρισης φωτίζονται αντιθέσεις όπως πρόταση-εκφώνημα, περικειμενικά σταθερή και περικειμενικά ευαίσθητη σημασία, κυριολεκτική και μη κυριολεκτική γλωσσική χρήση, λέω και υπονοώ κλπ.
Οι πραγματολογικές πληροφορίες περιλαμβάνουν στοιχεία που είναι σημαντικά ώστε να γίνει κατανοητή η χρήση της γλώσσας από τον ομιλητή. Ο ακροατής καλείται να αναγνωρίζει κάθε φορά την πρόθεση του ομιλητή.
Δεδομένου ότι η πρόθεση αυτή είναι επικοινωνιακή, η προσπάθεια του ακροατή να την αναγνωρίσει βασίζεται εν μέρει στο γεγονός ότι αυτό είναι κάτι που επιθυμεί ο ομιλητής.
Ο ομιλητής επικοινωνεί με επιτυχία, όταν ο ακροατής κατορθώνει να αναγνωρίσει τις προθέσεις του. Η Πραγματολογία ασχολείται με οποιαδήποτε πληροφορία είναι συναφής, πέρα και πάνω από τις συμβατικές ιδιότητες των γλωσσικών εκφράσεων, προκειμένου να γίνει κατανοητή η επικοινωνιακή πρόθεση του ομιλητή.
Συνοπτικά η διάκριση πρέπει να ενσωματώνει τα εξής δεδομένα: -Μόνο οι κυριολεκτικές χρήσεις της γλώσσας σχετίζονται με τη Σημασιολογία. -Η σημασία πολλών εκφράσεων είναι ευαίσθητη στο περικείμενο.
-Οι (γραμματικοί) κανόνες που περιορίζουν τη χρήση των γλωσσικών εκφράσεων δεν προσδιορίζουν απολύτως την πραγματική τους χρήση. -Η χρήση μίας πρότασης σε πραγματική επικοινωνιακή περίσταση αποτελεί πάντοτε ένα πραγματολογικό γεγονός.
Οι δύο κλάδοι, ωστόσο, είναι στενά συνδεδεμένοι και αλληλλοεξαρτώμενοι Οι δύο κλάδοι, ωστόσο, είναι στενά συνδεδεμένοι και αλληλλοεξαρτώμενοι. Η βασική ιδέα είναι ότι το σημασιολογικό περιεχόμενο μας παρέχει μια κοινή γνώση, ένα ουδέτερο περιεχόμενο στο οποίο μπορούμε να στρεφόμαστε όταν η επικοινωνία διασπάται.
ΟΡΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ
Levinson 1983: 5 « Η πραγματολογία περιλαμβάνει τη γλωσσική έρευνα που αναφέρεται σε πτυχές των συμφραζομένων. Ως συμφραζόμενα εννοούμε μεταξύ άλλων, την ταυτότητα των συμμετεχόντων, τις χωροχρονικές παραμέτρους του επικοινωνιακού γεγονότος, τα πιστεύω, τις γνώσεις και τις προθέσεις των συμμετεχόντων σε αυτό το επικοινωνιακό γεγονός»
Thomas 1995: 49 Η Πραγματολογία μπορεί να οριστεί ως «η σημασία στη διεπίδραση» (meaning in interaction). Από τον ορισμό αυτόν προκύπτει ότι η σημασία α) δεν είναι εγγενής ιδιότητα των λέξεων καθαυτών,
β) δεν παράγεται αποκλειστικά ούτε από τον ομιλητή, ούτε από τον ακροατή.
Η δημιουργία της σημασίας είναι κατασκευή, δηλαδή μια δυναμική διαδικασία που περιλαμβάνει τη διαπραγμάτευση της σημασίας μεταξύ των συνομιλούντων, το φυσικό, κοινωνικό και γλωσσικό περιβάλλον ενός εκφωνήματος καθώς και την πιθανή σημασία ενός εκφωνήματος (εφόσον το δυναμικό ενός εκφωνήματος είναι συνήθως εξαιρετικά ευρύ).
Η Πραγματολογία είναι η μελέτη α) της σημασίας του ομιλητή, Yule 1996: 3 Η Πραγματολογία είναι η μελέτη α) της σημασίας του ομιλητή, β) της συμφραστικής σημασίας,
γ) του πώς μπορούμε να επικοινωνήσουμε περισσότερα από όσα λέμε ρητά, δ) της γλωσσικής έκφρασης της σχετικής απόστασης μεταξύ των συνομιλούντων
Verschueren 1999: 1 Η πραγματολογία μπορεί να οριστεί ως «μελέτη της γλωσσικής χρήσης» όπου το κύριο ερώτημα που μας απασχολεί είναι «τι κάνουν οι άνθρωποι όταν χρησιμοποιούν τη γλώσσα».
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι ότι η χρήση της γλώσσας ενέχει μια αδιάκοπη διαδικασία γλωσσικών επιλογών (τόσο από την πλευρά του ομιλητή όσο και από την πλευρά του ακροατή).
Crystal (1997: 301) “H μελέτη της γλώσσας μέσα από την προοπτική των χρηστών της, των επιλογών που αυτοί κάνουν, των περιορισμών που συναντούν κατά τη χρήση της γλώσσας στην κοινωνική διεπίδραση και των συνεπειών που η χρήση αυτή έχει για τους άλλους συμμετέχοντες στην επικοινωνιακή πράξη”