Ωσμωρύθμιση και απέκκριση Ανδρονίκη Κλώνη
Ομοιόσταση: η διατήρηση σταθερών συνθηκών στο εσωτερικό περιβάλλον του οργανισμού (π.χ. θερμοκρασία, πίεση του αίματος, ρΗ, κ.α) Απέκκριση: η αποβολή των τοξικών ουσιών του μεταβολισμού (π.χ. ουρία, διοξείδιο του άνθρακα, ουρικό οξύ και αμμωνία) Ωσμωρύθμιση: ο έλεγχος των συγκεντρώσεων των συστατικών των υγρών του σώματος και το ισοζύγιο ανάμεσα στο εξωκυττάριο και το ενδοκυττάριο υγρό
Ουροποιητικό Σύστημα Ουροποιητικά όργανα: νεφροί Ουροποιητικά όργανα: νεφροί Ουροφόρα όργανα: νεφρικοί πύελοι, ουρητήρες, ουροδόχος κύστη, ουρήθρα
Νεφροί Βρίσκονται μέσα στην κοιλιακή κοιλότητα Λειτουργίες: Βρίσκονται μέσα στην κοιλιακή κοιλότητα Λειτουργίες: Η απέκκριση άχρηστων και τοξικών υδατοδιαλυτών προϊόντων του μεταβολισμού Η ρύθμιση του όγκου, της σύστασης, της ωσμωτικής πίεσης και του ρΗ του αίματος Η παραγωγή ορμονών
Το αίμα εισέρχεται μέσω των νεφρικών αρτηριών και απομακρύνεται μέσω των νεφρικών φλεβών. Τα ούρα φεύγουν από τους νεφρούς μέσω των ουρητήρων. Αποθηκεύονται προσωρινά στην ουροδόχο κύστη και εξέρχονται μέσω της ουρήθρας. Η αποβολή των ούρων ελέγχεται από σφιγκτήρες μύες.
Δομή νεφρού Εξωτερικά είναι ο φλοιός και εσωτερικά ο μυελός. Εξωτερικά είναι ο φλοιός και εσωτερικά ο μυελός. Διαθέτουν πολυάριθμα μικροσκοπικά σωληνάρια, τους νεφρώνες. Στους νεφρώνες διηθείται το αίμα και σχηματίζονται τα ούρα. Στο ένα άκρο του νεφρώνα που είναι κλειστό, σχηματίζεται η κάψα (έλυτρο) του Bowman, το οποίο περιέχει ένα σύστημα διακλαδιζόμενων τριχοειδών που ονομάζεται αγγειώδες σπείραμα.
Δομή νεφρώνα Η κάψα του Bowman και το αγγειώδες σπείραμα αποτελούν το Μαλπιγγειανό σωμάτιο. Ουροφόρο σωληνάριο: Εγγύς σπειροειδές τμήμα Αγκύλη του Henle Απομακρυσμένο σπειροειδές τμήμα Το σωληνάριο του νεφρώνα καταλήγει στο αθροιστικό σωληνάριο το οποίο εκβάλλει στη βάση μιας νεφρικής πυραμίδας στη νεφρική πύελο.
Λειτουργία των νεφρώνων Οι νεφρώνες αφαιρούν από το αίμα: τις άχρηστες ουσίες π.χ. ουρία, κρεατίνη, ουρικό οξύ και ουρικά άλατα το πλεόνασμα των ιόντων νατρίου, καλίου, χλωρίου και υδρογόνου
Το αίμα, μέσω του προσαγωγού αρτηριδίου, εισέρχεται στα τριχοειδή του αγγειώδους σπειράματος και φεύγει μέσω του απαγωγού αρτηριδίου. Στο αγγειώδες σπείραμα επιτυγχάνεται η υπερδιήθηση του αίματος λόγω ψηλής πίεσης. Το πλάσμα (χωρίς πρωτεΐνες) από τα τριχοειδή μεταφέρεται στην ουροφόρο κοιλότητα.
Η διήθηση διευκολύνεται από την παρουσία πόρων στα τριχοειδή και με τα κύτταρα της κάψας, τα ποδοκύτταρα. Τα ποδοκύτταρα έχουν αποφυάδες με σχισμές διήθησης που λειτουργούν ως φίλτρο. Η διήθηση δεν είναι επιλεκτική. Επιτρέπει το πέρασμα του νερού και διαλυμένων ουσιών (άλατα, γλυκόζη, βιταμίνες, ουρία, ιόντα) - πρόουρο. Τα έμμορφα συστατικά του αίματος και οι ουσίες με μεγαλύτερη μοριακή μάζα δεν περνούν.
Εκλεκτική επαναρρόφηση: απορροφώνται εκλεκτικά πίσω στο αίμα τα συστατικά που είναι χρήσιμα. Τα απαγωγά αρτηρίδια διακλαδίζονται γύρω από το ουροφόρο σωληνάριο. Στο εγγύς σπειροειδές τμήμα επαναρροφώνται η γλυκόζη και τα αμινοξέα. Στην αγκύλη του Henle επαναρροφώνται άλατα και νερό. Στο απομακρυσμένο σπειροειδές τμήμα και στο αθροιστικό σωληνάριο επαναρροφάται το μεγαλύτερο μέρος του νερού.
Ρύθμιση ρΗ (4,5 – 8,5) Ρυθμίζεται στο εγγύς και απομακρυσμένο σπειροειδές τμήμα. Αν το ρΗ τείνει να μειωθεί, ιόντα Η εξέρχονται από τα δύο σπειροειδή τμήματα και επαναρροφώνται όξινα ανθρακικά άλατα (βασικά). Αν το ρΗ τείνει να αυξηθεί, ιόντα Η εισέρχονται στα δύο σπειροειδή τμήματα.
Σχηματισμός ούρων - Ούρηση Λίγο νερό που περιέχει τις άχρηστες ουσίες, καταλήγει στη νεφρική πύελο → ουροδόχο κύστη (μέσω ουρητήρα). Τα ούρα περιέχουν: ουρία ουρικό οξύ κρεατίνη γαλακτικό οξύ διάφορα άλατα
Η ούρηση ελέγχεται από ένα αυτόματο νωτιαίο νευρικό αντανακλαστικό – αντανακλαστικό ούρησης Συνειδητή επιθυμία για ούρηση και ελέγχεται από εγκεφαλικά κέντρα Τα ούρα αποβάλλονται από την ουρήθρα. Η ποσότητα και η σύσταση των ούρων επηρεάζεται από: το διαιτολόγιο, την ποσότητα των προσλαμβανομένων υγρών και την εφίδρωση.
Στις γυναίκες η ουρήθρα είναι αμιγής ουροσωλήνας (μόνο ούρα), ενώ στους άνδρες είναι μικτός ουρογεννητικός σωλήνας (ούρα και σπέρμα).
Ωσμωρύθμιση Ώσμωση: είναι η παθητική μεταφορά μορίων νερού από αραιό σε πυκνό διάλυμα, όταν τα δύο δ/τα χωρίζονται από εκλεκτικά διαπερατή μεμβράνη. Ωσμωρύθμιση: είναι η λειτουργία με την οποία ελέγχονται οι συγκεντρώσεις των συστατικών των υγρών του σώματος και το ισοζύγιο ανάμεσα στο εξωκυττάριο και το ενδοκυττάριο υγρό.
Η ποσότητα του νερού στο σώμα καθορίζεται από το ισοζύγιο ανάμεσα στην πρόσληψη και την αποβολή νερού. Το νερό που χάνεται με την άδηλη αναπνοή αναπληρώνεται με την πρόσληψη νερού (μηχανισμός δίψας).
Ο όγκος και η πυκνότητα των υγρών ελέγχονται με μηχανισμό αρνητικής ανάδρασης. Επιτυγχάνεται με τη δράση ορμονών.
Όταν μειωθεί η πρόσληψη υγρών, ο όγκος του αίματος μειώνεται → αύξηση ωσμωτικής πίεσης (μεγαλώνει η πυκνότητα του αίματος). Ωσμωυποδοχείς στον υποθάλαμο εντοπίζουν τη διαφοροποίηση της ωσμωτικής πίεσης και ο υποθάλαμος εκκρίνει την αντιδιουρητική ορμόνη (ADH) η οποία μεταφέρεται στους νεφρώνες μέσω του κυκλοφορικού συστήματος. Επίσης προκαλείται το αίσθημα της δίψας.
Λειτουργίες αντιδιουρητικής ορμόνης (ADH) Αυξάνει τη διαπερατότητα των απομακρυσμένων σπειροειδών σωληνάριων και των αθροιστικών σωληνάριων για επαναρρόφηση μεγαλύτερης ποσότητας νερού. Αυξάνει τον όγκο του αίματος και μειώνει την ωσμωτική πίεση.
Αλδοστερόνη – ορμόνη από τη φλοιώδη μοίρα των επινεφριδίων Ρύθμιση της πίεσης του αίματος Προκαλεί αυξημένη επαναρρόφηση ιόντων νατρίου και νερού από το απομακρυσμένο σπειροειδές τμήμα των νεφρώνων → αυξάνεται ο όγκος του αίματος → αύξηση της πίεσης του αίματος (δεν διαφοροποιείται η ωσμωτική πίεση). Τα ούρα θα είναι πολύ πυκνά. Εκκρίνεται όταν υπάρχει υπερβολική απώλεια υγρών και αλάτων λόγω αιμορραγίας ή οξείας διάρροιας.
Παραδείγματα αζωτούχων τοξικών ουσιών που εκκρίνου διάφοροι οργανισμοί Αμμωνία: αποβάλλεται από τα περισσότερα υδρόβια ζώα με διάχυση από το δέρμα τους Ουρία (προϊόν της αμμωνίας) – γίνεται στο συκώτι και αποβάλλεται από τους νεφρούς στα χερσαία ζώα Ουρικό οξύ: αποβάλλεται από τα έντομα, τα πτηνά και τα ερπετά – είναι ελάχιστα διαλυτό στο νερό (στερεά ουσία) και δεν υπάρχει σημαντική απώλεια νερού Κρεατίνη: παράγεται στους μυς και αποβάλλεται από τα ζώα
Παθήσεις νεφρών Νεφρική ανεπάρκεια: όταν μέρος του νεφρού ή ολόκληρος ο νεφρός καταστρέφεται με αποτέλεσμα να μην απομακρύνονται οι άχρηστες και τοξικές ουσίες από το αίμα. Αντιμετωπίζεται με καθαρισμό του αίματος σε μονάδα τεχνητού νεφρού ή με μεταμόσχευση νεφρού.
Ουραιμία: αύξηση της ουρίας στο αίμα πέραν ορισμένου σημείου → ουραιμικό κώμα και θάνατος Αντιμετωπίζεται με μεταμόσχευση νεφρού και πρόσκαιρα με αιμοκάθαρση. Σύνδεση με τεχνητό νεφρό – το αίμα του ασθενούς περνά μέσα από μικρές διόδους οι οποίες περιβάλλονται από ένα ρυθμιστικό δ/μα (υγρό κάθαρσης) και μέσα σε αυτό περνούν με διάχυση όλες οι άχρηστες ουσίες του αίματος, μαζί και η ουρία.
Νεφρολιθίαση: είναι ο σχηματισμός λίθων μέσα στο νεφρό ή στα ουροφόρα όργανα. Γίνεται λόγω υπερπαραγωγής μιας λιθογόνου ουσίας (πέτρα) π.χ. οξαλοξικού ασβεστίου, φωσφορικού ασβεστίου, ουρικού οξέος Μπορεί να προκαλέσει απόφραξη σε διάφορα μέρη του νεφρού Θεραπεία: χειρουργική αφαίρεση του λίθου Πρόληψη: λήψη άφθονων υγρών (νερού)
Άλλα απεκκριτικά όργανα Πνεύμονες – αποβάλλουν το διοξείδιο του άνθρακα με την αναπνοή Δέρμα – αποβάλλει ουρία και ουρικό οξύ με την εφίδρωση