Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ,ΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ,ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΤΗ ΝΕΟΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΤΟΣ:2016-2017 ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΤΕΡΙΝΑ Β3΄
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ(ΑΘΗΝΑ –ΣΠΑΡΤΗ) 2.ΡΩΜΑΪΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ 3.ΒΥΖΑΝΤΙΟ 4.ΝΕΟΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ(ΣΗΜΕΡΑ)
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ
ΑΡΧΑΙΑ ΑΘΗΝΑ 2.Οι γυναίκες περνούσαν το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας τους στο γυναικωνίτη, συνήθως στον πάνω όροφο του σπιτιού, γνέθοντας, πλέκοντας ή υφαίνοντας στον αργαλειό. Αυτές, άλλωστε, ήταν και οι μόνες εργασίες που θεωρούνταν ότι άρμοζαν σε γυναίκες αριστοκρατικής καταγωγής. Οι μόνες έξοδοί τους σε δημόσια θέα ήταν σε μεγάλες θρησκευτικές γιορτές, σε γαμήλιες τελετές, γιορτές συγγενών και κηδείες. Δεν υπήρχε θεσμοθετημένη εκπαίδευση για τις γυναίκες και οι όποιες γνώσεις προερχόταν από συγγενείς, φίλες και άλλες γυναίκες του περιβάλλοντός τους. 1. Οι γυναίκες στην αρχαία Αθήνα δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα. Για την αθηναϊκή κοινωνία, αποστολή της ενάρετης γυναίκας, της δέσποινας, ήταν από τη μία μεριά η φύλαξη του οίκου και η επιτέλεση των καθηκόντων που αφορούσαν στην καλή λειτουργία του (με τη βοήθεια δούλων, που ήταν καθεστώς για όλα σχεδόν τα σπίτια), και από την άλλη η απόκτηση παιδιών – κυρίως αρσενικών – για τη διαιώνιση του οίκου. Οι γάμοι εξυπηρετούσαν πρωτίστως κοινωνικές και θρησκευτικές ανάγκες. Οι κοπέλες παντρεύονταν σε πολύ νεαρή ηλικία άνδρες που είχαν επιλέξει οι πατέρες τους. Ο σύζυγος γινόταν κηδεμόνας της νέας και έπαιρνε προίκα, την οποία διαχειριζόταν ο ίδιος. Σε περίπτωση διαζυγίου, η προίκα επέστρεφε στον πατέρα ή στον πιο κοντινό συγγενή.
ΜΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΛΕΠΤΟΜΕΡΙΕΣ...... ΜΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΛΕΠΤΟΜΕΡΙΕΣ...... Ο ΓΑΜΟΣ: Παρόλο που ο γάμος δεν είναι υποχρεωτικός, επιβάλλεται έμμεσα, λόγω της έντονης κοινωνικής κριτικής που ασκείται στους άγαμους. Στη Σπάρτη, σύμφωνα με τον Πλούταρχο, υπήρχαν τελετές στις οποίες οι άγαμοι παραδίδονταν στη δημόσια χλεύη, περιφερόμενοι γυμνοί και τραγουδώντας άσματα στα οποία παραδέχονταν ότι δίκαια τιμωρούνταν, γιατί παραβίασαν τους νόμους. Η δημιουργία οικογένειας εξυπηρετεί δύο τουλάχιστον βασικούς σκοπούς: Την απόκτηση απογόνων που θα υπηρετήσουν την πόλη και την εξασφάλιση της περίθαλψης των γονέων στα δύσκολα χρόνια πριν απ' το θάνατο. Η εξασφάλιση της διαδοχής όμως προϋποθέτει την ύπαρξη τωναπαραίτητων οικονομικών όρων, που σχετίζονται απόλυτα με την οικογενειακή περιουσία.
ΤΟ ΜΟΝΟΓΑΜΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Σ' όλες τις ελληνικές πόλεις, κάθε πολίτης είχε δικαίωμα να έχει μία μόνο σύζυγο. Παρά το γεγονός ότι για τον άνδρα οι εξωσυζυγικές σχέσεις θεωρούνταν νόμιμες, η μονογαμία αποτελούσε θεμελιώδη αρχή για το θεσμό του γάμου και τη δημιουργία οικογένειας. Για τους άνδρες κατάλληλη ηλικία για γάμο θεωρούσαν τα 24-30 χρόνια, ενώ για τις γυναίκες τα 12-16'. Στην Αθήνα, σύμφωνα με νόμο του Περικλή (451 π.Χ.), απαγορευόταν ο γάμος μεταξύ ενός Αθηναίου πολίτη και μιας γυναίκας που δεν ανήκε σε οικογένεια Αθηναίων πολιτών. Η παράβαση του νόμου είχε ως συνέπεια να μην αναγνω-ρίζονται ως πολίτες τα παιδιά που προέρχονταν απ' αυτό το γάμο και ουσιαστικά να αποκλείο-νται από την πολιτική ζωή της Αθήνας. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, παρόμοιες ρυθμίσεις ίσχυαν και στις άλλες πόλεις της Ελλάδας. Σε ορισμένες περιπτώσεις, κυρίως τον 4ο αιώνα π.Χ., ο νόμος δεν εφαρμοζόταν αυστηρά, όταν τα δημογραφικά προβλήματα ήταν εντονότερα και ο αριθμός των γνήσιων πολιτών περιοριζόταν σημαντικά.
Η ΠΡΟΙΚΑ Το βασικότερο αντικείμενο συζήτησης στο πλαίσιο της εγγύης ήταν η προίκα, που αποτελούσε το κύριο γνώρισμα ενός νόμιμου γάμου. Ο πατέρας ήταν υποχρεωμένος να δώσει στην κόρη του τουλάχιστον το 1/10 της περιουσίας του ως προίκα, συνήθως σε χρήμα, οικιακά σκεύη, ρούχα, έπιπλα και κοσμήματα. Η ακίνητη περιουσία προοριζόταν για τα αγόρια, και με τον τρόπο αυτό περιοριζόταν, όσο ήταν δυνατό, ο κατακερματισμός της. Η προίκα δεν αποτελούσε ιδιοκτησία του γαμπρού μετά το γάμο. Αντίθετα, σε περίπτωση που αποφάσιζε να χωρίσει από τη σύζυγο του, είχε την υποχρέωση να την επιστρέψει στην οικογένεια της. Έτσι, η προίκα λειτουργούσε και ως μέσο αποτροπής του διαζυγίου. Στη Σπάρτη, σε περίπτωση διαζυγίου ή χηρείας, η προίκα δεν επιστρεφόταν στην οικογένεια της νύφης, αλλά παρέμενε στην ίδια. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, τον 4ο αιώνα π.Χ. τα 2/5 της λακωνικής γης ανήκαν σε γυναίκες, κάτι που θεωρείται απαράδεκτο από το μεγάλο φιλόσοφο.
Η ΓΑΜΗΛΙΑ ΤΕΛΕΤΗ Στην Αθήνα οι γάμοι γίνονταν συνήθως χειμώνα, όταν ήταν πανσέληνος, το μήνα Γαμηλιώνα (Ιανουάριο), που ήταν αφιερωμένος στην Ήρα, θεά που προστάτευε το γάμο. Οι τελετές κρατούσαν τρεις μέρες. Την πρώτη μέρα γίνονταν προσφορές στους θεούς από τον πατέρα της νύφης. Η ίδια η νύφη πρόσφερε στην Αρτεμη τα παιδικά της παιχνίδια και έτσι δηλωνόταν συμβολικά η αποκοπή από την προηγούμενη ζωή της. Οι μελ -λόνυμφοι λούζονταν με νερό από μια ιερή πηγή ή ποτάμι2. Τη δεύτερη μέρα ο πατέρας της νύφης παρέθετε γαμήλιο γεύμα και στη συνέχεια οδηγούσαν τη νύφη, πάνω σε άμαξα, στο νέο της σπίτι. Την τρίτη ημέρα η νύφη δεχόταν στο σπίτι τα γαμήλια δώρα. Στη Σπάρτη, στα πλαίσια της γαμήλιας τελετής, προβλεπόταν η διαδικασία της αρπαγής της νύφης από το γαμπρό και η αντίσταση από τη νύφη. Ο Πλούταρχος σημειώνει ότι στην πόλη αυτή, μετά το γάμο, για αρκετό χρονικό διάστημα οι συζυγικές σχέσεις των νεόνυμφων δια -τηρούσαν ένα χαρακτήρα παρανομίας. Η σύζυγος, μέχρι να αποκτήσει παιδί, έμενε στο πατρικό της σπίτι. Ο σύζυγος την επισκεπτόταν τα βράδια κρυφά και επέστρεφε γρήγορα στο στρατώνα. Έτσι,δεν είναι περίεργο ότι υπήρξαν μερικοί που απέκτησαν παιδιά πριν καλά-καλά να δουν το πρόσωπο της συζύγου τους στο φως της μέρας.
Η ΣΥΖΥΓΙΚΗ ΠΙΣΤΗ Στην αθηναϊκή κοινωνία η συζυγική απιστία εκ μέρους της γυναίκας αποτελούσε, σύμφωνα με το νόμο, ανεπανόρθωτο αδίκημα που στρεφόταν όχι μόνο εναντίον του συζύγου και της οικογενείας της, αλλά και εναντίον της πόλης, αφού έτσι δεν παρεχόταν η βεβαιότητα ότι τα παιδιά που γεννιούνται είναι γνήσια. Η τιμωρία για τη γυναίκα στην περίπτωση της μοιχείας περιοριζόταν στην αποπομπή της από το συζυγικό σπίτι ή και στην απαγόρευση της συμμετοχής της στις θρησκευτικές τελετές. Αντίθετα, ο άνδρας-μοιχός αντιμετώπιζε πολύ πιο σοβαρές κυρώσεις. Ο νόμος του Δράκοντα επέτρεπε τη θανάτωσή του από το σύζυγο, στην περίπτωση που συλλαμβανόταν επ' αυτοφώρω, ωστόσο, κατά τον 5ο και 4ο αιώνα π.Χ., το ζήτημα μπορούσε να διευθετηθεί με μια ικανοποιητική χρηματική αποζημίωση. Σε άλλες πόλεις, η τιμωρία του μοιχού μπορούσε να είναι πληρωμή προστίμου, διαπόμπευση ή ακόμα και τύφλωση. Ίσως να φαίνεται περίεργη η επιείκεια με την οποία αντιμετωπίζεται η γυναίκα στην περίπτωση της μοιχείας. Η εξήγηση βρίσκεται στη μειονεκτική θέση που είχε στην πόλη- κράτος: η γυναίκα δεν είχε πολιτικά δικαιώματα, και επομένως έπρεπε να θεωρείται ανεύθυνη. Ο άνδρας ήταν αυτός στον οποίο έπρεπε να καταλογίζονται όλες οι ευθύνες.
ΔΙΑΖΥΓΙΟ Στην Αθήνα, όταν οι απιστίες του συζύγου γίνονταν προκλητικές ή η κακομεταχείριση της συζύγου έφτανε σε αφόρητο σημείο, η σύζυγος είχε το δικαίωμα να ζητήσει από τον επώνυμο άρχοντα την απόλειψιν, δηλαδή την εγκατάλειψη της συζυγικής στέγης, χωρίς όμως να είναι βέβαιη η λύση του γάμου. Όταν η Ιππαρέτη, σύζυγος του ονομαστού για τις απιστίες του Αλκιβιάδη, έφτασε στο σημείο να ζητήσει διαζύγιο, ο Αλκιβιάδης την άρπαξε και, περνώντας μέσα από την αγορά, την υποχρέωσε να επιστρέψει στο σπίτι, χωρίς κανένας να τολμήσει να επέμβει. Πιο συχνός όμως τρόπος διάλυσης του γάμου ήταν η έκπεμψις, η αποπομπή της γυναίκας από το σπίτι με πρωτοβουλία του συζύγου, χωρίς να είναι υποχρεωτική η αιτιολόγηση αυτής της απόφασης. Ο γάμος μπορούσε να λυθεί επίσης και από τον πατέρα της νύφης, με την αφαίρεσιν, δηλαδή την επιστροφή της στο πατρικό σπίτι. Πάντως η αφαίρεσις δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί παρά μόνο αν μέχρι τότε δεν είχε γεννηθεί αρσενικό παιδί από το ζευγάρι.
Η ΧΗΡΕΙΑ Η γυναίκα που έμενε χήρα, ως κάτοχος της πατρικής αλλά και της συζυγικής περιουσίας, ονομαζόταν επίκληρος και δύσκολα έμενε ελεύθερη για μεγάλο χρονικό διάστημα, ακόμα κι' αν η ηλικία της ήταν μεγάλη. Σύμφωνα με το νόμο, έπρεπε να δεχθεί να γίνει σύζυγος του πιο κοντινού συγγενή της. Πολλές φορές, όταν η περιουσία της ήταν σεβαστή, δεν ήταν λίγοι αυτοί που τη διεκδικούσαν. Το ζήτημα τότε καλούνταν να διευθετήσουν τα δικαστήρια. Έτσι, η περιουσία επέστρεφε στην οικογένεια. Και επειδή ο νόμος απαγόρευε τη διγαμία, αν ο διεκδικητής της χήρας (και της περιουσίας της) που τον δικαίωναν τα δικαστήρια ήταν έγγαμος, υποχρεωνόταν να χρησιμοποιήσει την έκπεμψιν, δηλαδή να πάρει διαζύγιο από τη μέχρι τότε σύζυγο του, ώστε να είναι ελεύθερος για τον καινούριο γάμο.
ΤΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΘΗΝΑ ΤΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΘΗΝΑ Η πολιτική οργάνωση της αρχαίας Ελλάδας, πριν και μετά τη δημιουργία της πόλης- κράτους, περιόριζε τη γυναίκα στην άσκηση συγκεκριμένων οικογενειακών ρόλων και, κατά κανόνα, της παρείχε ελάχιστες ευκαιρίες συμμετοχής στη δημόσια ζωή. Η γυναίκα σύζυγος ενός άνδρα με πλήρη πολιτικά δικαιώματα, κλεισμένη τις περισσότερες μέρες του χρόνου μέσα στο σπίτι, είχε ως κύριες ασχολίες της το νοικοκυριό και την ανατροφή των παιδιών. Ένας τέτοιος περιορισμός είχε και κάποια διαλείμματα, όταν στην πόλη γίνονταν γιορτές και θρησκευτικές τελετές, ή όταν η οικογένεια συμμετείχε στις συνηθισμένες κοινωνικές εκδηλώσεις. Η γυναίκα δεν αποκλείστηκε ποτέ από τη θρησκευτική ζωή.
ΑΡΧΑΙΑ ΣΠΑΡΤΗ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΣΠΑΡΤΙΑΤΙΣΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΣΠΑΡΤΙΑΤΙΣΩΝ Σε καμία Ελληνική πόλη στην αρχαία Ελλάδα οι γυναίκες δεν απολάμβαναν την ίδια ελευθερία και κοινωνική θέση όπως οι Σπαρτιάτισσες. Μόνο στη Σπάρτη οι γυναίκες διέθεταν οικονομική δύναμη και επιρροή. Τα κορίτσια ασχολούνταν με τον αθλητισμό και ελάμβαναν δημόσια εκπαίδευση εν αντιθέσει με άλλες πόλεις, όπου οι περισσότερες γυναίκες ήσαν τελείως αγράμματες. Επισκέπτες από άλλες Ελληνικές πόλεις σχολίαζαν για τις Σπαρτιάτισσες ότι όχι μόνο είχαν άποψη, που δεν φοβόντουσαν να εκφράσουν δημόσια, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις ανάγκαζαν τους συζύγους τους να τις αποδεχθούν!
Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΩΝ ΚΟΡΙΤΣΙΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΑΤΡΟΦΗ ΤΟΥΣ ΣΕ ΝΕΑΡΗ ΗΛΙΚΙΑ Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΩΝ ΚΟΡΙΤΣΙΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΑΤΡΟΦΗ ΤΟΥΣ ΣΕ ΝΕΑΡΗ ΗΛΙΚΙΑ Η κατάσταση των γυναικών στην Σπάρτη κρίνεται με βάση το σκηνικό αυτού του ουσιαστικά «εχθρικού» περιβάλλοντος, όπου οι γυναίκες θεωρούντο «κατάρα για την ανθρωπότητα» και «πανούκλα χειρότερη από πυρκαγιά ή οποιαδήποτε οχιά» (Ευριπίδης). Οι αρχαίες Σπαρτιάτισσες δεν ήταν τόσο ελεύθερες όσο οι σύγχρονες γυναίκες. Οι κύριοι ρόλοι τους στην κοινωνία, ήταν της συζύγου και μητέρας. Οι πατέρες επέλεγαν τους συζύγους γι’ αυτές και δεν είχαν το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Παρ’ όλα αυτά, απολάμβαναν τέτοιας κοινωνικής θέσης και δικαιωμάτων που ήταν «σκανδαλώδη» για το σύνολο του αρχαίου κόσμου. Η ελευθερία και κοινωνική υπόσταση των Σπαρτιατισσών άρχιζε από την γέννησή τους. Οι νόμοι της Σπάρτης απαιτούσαν τα θηλυκά βρέφη και παιδιά να έχουν την ίδια φροντίδα και ανατροφή, όπως τα αδέρφια τους – σε αντίθεση με άλλες Ελληνικές πόλεις, όπου τα κορίτσια είχαν περισσότερες πιθανότητες να «απορριφθούν» κατά τη γέννηση, καθότι τρεφόντουσαν με λιγότερο θρεπτικές τροφές από τους αδελφούς τους και δεν τους επιτρεπόταν να ασκηθούν. Επιπλέον όπως και τα αδέλφια τους, τα κορίτσια στην Σπάρτη παρακολουθούσαν δημόσιο σχολείο, αν και για μικρότερο χρονικό διάστημα από ότι τα αγόρια. Στο σχολείο είχαν τη δυνατότητα και ενθαρρύνονταν να συμμετέχουν στις αθλητικές δραστηριότητες. Αλλά όπως επισημαίνει ο Πλάτων στον Πρωταγόρα (342d) η εκπαίδευση δεν ήταν καθαρά σωματική. Στην Σπάρτη «δεν ήταν μόνο οι άνδρες αλλά και οι γυναίκες που υπερηφανεύονταν για την πνευματική καλλιέργειά τους». Αυτό ήταν κάτι περισσότερο από απλή παιδεία…….ήταν συστηματική εκπαίδευση στη ρητορική και φιλοσοφική σκέψη.
Ο γάμος ήταν θεσμός υποχρεωτικός, για όλο τον ελεύθερο και υγιή πληθυσμό. Οι νόμοι προέβλεπαν την τιμωρία όσων παντρεύονταν σε μεγάλη ηλικία, καθώς και των γυναικών εκείνων, που παντρεύονταν σε μικρή ηλικία. Ειδικές ποινές προβλέπονταν για τον "οψιγάμιον", καθώς και για τον "κακογάμιον". Ο Πλούταρχος (Λύσανδρος, 2), αναφέρεται στην περίπτωση του βασιλιά Αρχιδάμου, τον οποίο τιμώρησαν οι Έφοροι, διότι νυμφεύθηκε γυναίκα πολύ μικρής ηλικίας και συνεπεία τούτου του γεγονότος, δεν ήταν δυνατόν να γεννηθούν άρτια τέκνα. Η τελετή του γάμου στη Σπάρτη φαίνεται πως δεν αποτελούσε δημόσιο γεγονός. Όπως περιγράφει ο Πλούταρχος, ένας διαδεδομένος τύπος σύστασης του γάμου είναι δι' αρπαγής: Χωρίς παρουσία οικογενειών ή προσκεκλημένων, την γυναίκα απήγαγε τελετουργικά κατά τη διάρκεια της νύχτας ο μέλλων σύζυγός της. Με την βοήθεια της νυμφεύτριας, της ξύριζαν το κεφάλι, της φορούσαν ανδρικά ρούχα και την άφηναν ξαπλωμένη στο σκοτάδι να περιμένει. Ο σύζυγος μετά την ερωτική συνάντησή τους όφειλε να επιστρέψει στους κοιτώνες του και εξακολουθούσε να ζει εκεί με τους συνηλικιώτες στις αγέλες, έως ότου συμπλήρωνε τα τριάντα έτη του. Έως τότε συγκατοίκηση των συζύγων δεν προβλεπόταν. Είναι σαφές πως αυτή η διαδικασία είχε ως στόχο αποκλειστικά την τεκνοποίηση. Εξάλλου, εξ αιτίας του οξυμένου δημογραφικού προβλήματος της Σπάρτης, οποιοσδήποτε πολίτης μπορούσε να απαγάγει μια γυναίκα στη Σπάρτη, με στόχο την παιδοποιία, αρκεί ο πατέρας ή και ο σύζυγος της να ήταν σύμφωνος. Έτσι λειτούργησε και ο θεσμός της πολυανδρίας, η θέσπιση της οποίας αποδίδεται στον ίδιο τον θρυλικό νομοθέτη Λυκούργο. Η πολυανδρία συνιστά σπάνια μορφή πολυγαμίας, όπου η σύζυγος τεκνοποιούσε νομίμως με περισσοτέρους συζύγους ταυτόχρονα. Ο ΓΑΜΟΣ
Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ Η Λακωνική φράση «ή ταν ή επί τας» λέγεται ότι εκστομιζόταν από την τυπική Σπαρτιάτισσα μητέρα ή τη σύζυγο και απευθυνόταν στο γιο ή τον άντρα της όταν εκείνος έφευγε για τον πόλεμο. Σήμαινε: «γύρνα πίσω με την ασπίδα σου, ζωντανός και νικητής φέροντας την ασπίδα σου, ή γύρνα νεκρός, να σε κουβαλούν πάνω στην ασπίδα οι νικηφόροι συμπολεμιστές σου». Η ιδιάζουσα ελευθερία των γυναικών στη Σπάρτη, που σκανδάλιζε τους Αθηναίους δεν ήταν η μοναδική περίπτωση στην Αρχαία Ελλάδα. Μολονότι στις περισσότερες ελληνικές χώρες η γυναίκα ήταν πλήρως υποδουλωμένη στον άνδρα, σε ορισμένες άλλες απολάμβανε σημαντική ισοτιμία μ' αυτόν. Εκτός από τη Σπάρτη και σε άλλες δωρικές πόλεις, όπως στο Άργος, τη Γόρτυνα της Κρήτης, αλλά και σε αιολικές, όπως στις πόλεις της Λέσβου, οι γυναίκες είχαν εξέχουσα θέση. Στη Λέσβο επίσης οι γυναίκες ήταν πολύ πιο ελεύθερες, όχι μόνο από τις Ατθίδες αλλά κι από τις περισσότερες Ελληνίδες. Μπορούσαν να μορφωθούν, διατηρούσαν τα δικαιώματα τους στην πατρική εξουσία και είχαν κοινωνικές δραστηριότητες. Φαίνεται πως στη δωρική και στην αιολική φυλή επιβιώσανε πολλοί θεσμοί και συνήθειες της παλαιότερης μητρογραμμικής κοινωνίας, που επικρατούσε κατά την προϊστορική εποχή στο Αιγαίο. Μιά ακόμα σοβαρή ένδειξη της πελασγικής συνέχειας και αυτοχθωνίας των Ελλήνων . Όμως, ή κοινωνική θέση της γυναίκας στη Σπάρτη δεν ήταν περιορισμένη όπως στην Αθήνα. Η Σπαρτιάτισσα διοικούσε η ίδια την περιουσία της ακόμη και όταν δεν ήτο πατρούχος και μπορούσε να επιλέξει άλλο σύζυγο, αν ο δικός της απουσίαζε επί μακρόν. Πολλοί έλληνες συγγραφείς την θεωρούν αιτία ανταγωνισμών και διεκδικήσεων ανάμεσα σε οίκους, ενώ παραμένει ενεργή και στο παρασκήνιο της πολιτικής, επηρεάζοντας δημοσίους άρχοντες, για τους οποίους ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί τον βαρύ χαρακτηρισμό «γυναικοκρατούμενοι». Οι Σπαρτιάτισσες δεν δείλιαζαν να μιλήσουν. Αναπτύχθηκε παράδοση που ανιχνεύεται στην εποχή του Ηρόδοτου ακόμη, η οποία αποδίδει στις γυναίκες της Σπάρτης εξαιρετικά οξυδερκείς ή πνευματώδεις παρατηρήσεις. Πολλές από αυτές συγκεντρώθηκαν σε ένα έργο με τίτλο «Αποφθέγματα Λακωνικά» που αποδίδεται στον Πλούταρχο. Όταν μια ξένη γυναίκα ρώτησε τη Γοργώ, θυγατέρα του βασιλιά Κλεομένη του Α΄ και σύζυγο του βασιλιά Λεωνίδα (του σπουδαίου ήρωα των Θερμοπυλών), γιατί οι Σπαρτιάτισσες ήταν οι μόνες που εξουσίαζαν τους άντρες τους, εκείνη απάντησε «γιατί είμαστε οι μόνες γυναίκες που γεννάμε (πραγματικούς) άντρες». Όταν ένα αγόρι γύριζε από τη μάχη μόνο, δίχως τ’ αδέλφια του, η μητέρα, αντί να τον καλωσορίσει με τρυφεράδα, τον σφυροκοπούσε με προσβολές: «Σε μεγάλωσα για να γίνεις εσύ ο μόνος δειλός από τα παιδιά μου;».
ΡΩΜΑΪΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Οι γυναίκες στην Αρχαία Ρώμη δεν είχαν νομικά ή πολιτικά δικαιώματα. Έπρεπε να είναι υποταγμένες στην πατρική εξουσία ( πατέρας , σύζυγος και αργότερα γιος. Ο σύζυγος και ο πατέρας μπορούσαν να σκοτώσουν τη γυναίκα για τον οποιοδήποτε λόγο καθώς ήταν νόμος της εποχής. Η κατάσταση αυτή άλλαξε με την άφιξη μιας νέας θρησκείας,του Χριστιανισμού). Η κοινωνική τάξη όμως της Ρωμαίας οικοδέσποινας στην πράξη ήταν συνήθως υψηλή. Σε αντίθεση με τη γυναίκα στην Αρχαία Ελλάδα η Ρωμαία οικοδέσποινα δεν έμενε πότε περιορισμένη στον γυναικωνίτη. Τα καθήκοντα μιας Ρωμαίας ήταν τα μητρικά και τα συζυγικά δηλαδή ο γάμος και η ανατροφή των παιδιών. Παρόλο που μόνο οι άντρες είχαν δικαίωμα στην εξουσία, υπήρξαν φορές όπου η πολιτική επιρροή των γυναικών είχε ως αποτέλεσμα να παρθούν καθοριστικές αποφάσεις.
.......ΣΥΝΕΧΕΙΑ Κατά τη περίοδο της δημοκρατίας οι γυναίκες θεωρούνταν επικίνδυνες και ακατάλληλες για να εξισωθούν με τους άντρες. Επίσης οι Ρωμαίοι πίστευαν ότι μια γυναίκα ήταν ανίκανη να διαχειριστεί μεγαλύτερη περιουσία και εξουσία από έναν άνδρα. Λέγεται ότι η θέση της γυναίκας στην Αρχαία Ρώμη άλλαξε προς το καλύτερο από τους Ετρούσκους οι οποίοι είχαν μητριαρχία. Γι’ αυτό οι γυναίκες των Ετρούσκων υπερείχαν των ανδρών, κάτι το οποίο προκαλούσε δυσαρέσκεια στους Ρωμαίους. Κατά την περίοδο της ανόδου του Καίσαρα και περίπου τριάντα χρόνια από την εποχή του Αυγούστου βλέπουμε γυναίκες από εύπορες τάξεις να δημιουργούν ένα κίνημα με το οποίο διεκδικούν δικαιώματα. Τα δικαιώματα αυτά αφορούν τις ελευθερίες στην δημόσια και την ιδιωτική τους ζωή. Καταφέρνουν να πετύχουν πολλά ( π.χ. διαχείριση της προίκας , ικανότητα διαζυγίου και εφαρμογή μεθόδων αντισύλληψης ) όμως δεν μπόρεσαν να κάνουν κάτι για να βελτιώσουν την θέση τους στον πολιτικό τομέα. Στην αρχαία Ρώμη στις γυναίκες δεν επιτρεπόταν να διδαχτούν ιατρική όπως και πολλά άλλα επαγγέλματα. Όμως τα πράγματα άλλαξαν από την στιγμή που οι Ρωμαίοι κατέκτησαν την Ελλάδα. Επειδή στον Ελλαδικό χώρο υπήρχαν γυναίκες ιατροί, οι Ρωμαίοι τις έπαιρναν σκλάβες για να μάθουν στους άντρες την τέχνη της ιατρικής. Αργότερα όμως δίδασκαν και τις γυναίκες αυτήν την πολύ σημαντική και χρήσιμη τέχνη. Όπως είδαμε παραπάνω η θέση της γυναίκας στην αρχαία ρώμη δεν ήταν ιδιαίτερα καλή σε σχέση με άλλους λαούς. Οι μόνες αλλαγές οι οποίες έγιναν υπέρ των γυναικών έγιναν είτε επειδή θα είχαν κάποια συμφέροντα οι Ρωμαίοι (τιμούσαν συγγενικά τους πρόσωπα τα οποία θα μπορούσαν να τους αναδείξουν και να τους βοηθήσουν να αποκτήσουν φήμη) είτε από την επίδραση που είχαν πολλοί και διαφορετικοί λαοί στην αρχαία Ρώμη.
ΒΥΖΑΝΤΙΟ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η γυναίκα της βυζαντινής περιόδου ζει μια ζωή περιορισμένη, σαφώς οριοθετημένη, ακολουθώντας τους κανόνες και τις παραδόσεις. Η γυναίκα αντιμετωπίζεται σαν ένα ον με έμφυτες αδυναμίες, σωματικές αλλά και ηθικές. Ο τομείς στους οποίους της επιτρέπεται να αναδειχτεί είναι η οικογένεια και η φιλανθρωπία, σε αντίθεση με τον άνδρα που μπορεί να δράσει και να αναδειχτεί σε όλο το κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι.
Η ΖΩΗ ΤΗΣ ΣΕ ΝΕΑΡΗ ΗΛΙΚΙΑ Ζει το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής της στο σπίτι. Στο Στρατηγικόν του Κεκαυμένου διαβάζουμε : "Τας θυγατέρας του ως καταδίκους έχε εγκεκλεισμένας και απροόπτους ". Οι έξοδοι, πάντα με συνοδεία, για την εκκλησία, τα πανηγύρια και το λουτρό, καθώς και οι επισκέψεις σε συγγενικά πρόσωπα, ήταν οι μόνες κοινωνικά αποδεκτές δραστηριότητες της γυναίκας έξω από το σπίτι. Επίσης, δεν ήταν ευπρεπές να κάθεται στο ίδιο τραπέζι με τους άνδρες, παρά μόνο αν ήταν πολύ στενά συγγενικά της πρόσωπα, όπως για παράδειγμα ο πατέρας, ο σύζυγος και οι αδελφοί. Συχνά έτρωγε σε χωριστή αίθουσα, όπως σε χωριστά δωμάτια από τους άντρες περνούσε την ημέρα της. Από πολύ μικρή μάθαινε "τα του οίκου", ενώ οι γραμματικές γνώσεις της ή ήταν ανύπαρκτες ή περιορίζονταν συνήθως σε γραφή και ανάγνωση.
Ο ΓΑΜΟΣ H κόρη μπορούσε να παντρευτεί από τα 12-13 χρόνια της. Για το γάμο της φρόντιζαν οι γονείς. Η αιτία που κρινόταν κατάλληλη για γάμο μια τόσο μικρή ηλικία ήταν η μεγάλη θνησιμότητα της εποχής. Πάντως δεν έλειπαν και οι υπερβολές: Έχουμε περιπτώσεις μνηστείας ακόμη και στην ηλικία των 7 ετών . Το λόγο για την επιλογή του συζύγου είχε ο πατέρας. Αργότερα με τη νομοθεσία των Ισαύρων - στην προσπάθειά τους να ενισχύσουν τη μητέρα και να ισχυροποιήσουν τους οικογενειακούς θεσμούς - απαιτείται η συγκατάθεση και των δύο γονέων για τη σύναψη γάμου. Όμως όταν οι Μακεδόνες ανήλθαν στην εξουσία επανέφεραν σε ισχύ την πατρική εξουσία στο θέμα του γάμου.Συχνά βοηθούσαν στην επιλογή του συζύγου οι προξενήτρες, που είχαν ως αμοιβή ποσοστά από την προίκα.Οι χριστιανικές αρχές που καθόριζαν τις λειτουργίες της βυζαντινής κοινωνίας εξασφάλιζαν μία αξιοπρεπή ζωή στην παντρεμένη γυναίκα. Ανεξάρτητα από την κοινωνική τάξη όπου ανήκε, ήταν οικοδέσποινα και κυρά. Η απόκτηση παιδιών την εξύψωνε και την ολοκλήρωνε ως ύπαρξη. Ο σκοπός του γάμου ήταν η τεκνοποίηση. Γι αυτό και η νομοθεσία επέτρεπε τη λύση γάμων που παρέμεναν στείροι
ΔΙΑΖΥΓΙΟ Η γυναίκα ήταν δυνατό να ζητήσει τη λύση του γάμου σε περίπρωση ακραίας συμπεριφοράς του συζύγου της. λόγους, λόγω μοιχεία ή κολάσιμων πράξεων του συζύγου. Αν όμως ο άνδρας είχε σχέσεις με γυναίκα άγαμη, διαζευγμένη ή χήρα, αυτό θεωρούταν πορνεία κι όχι μοιχεία, επομένως η γυναίκα δεν μπορούσε να ζητήσει διαζύγιο. Ο Ιουστινιανός με τη νομοθεσία του, κάτω από την πίεση της εκκλησίας, απαγόρευσε τη συναινετική λύση του γάμου, με εξαίρεση λόγω επιλογής του μοναχικού βίου. Νόμος περί διαζυγίου που εξέδωσε το 331 ο Μέγας Κωνσταντίνος: "Όταν μια γυναίκα στείλει αναγγελία διαζυγίου, θα πρέπει να ερευνώνται μόνο οι ακόλουθες κατηγορίες: υπάρχουν αποδείξεις ότι αυτός είναι φονιάς, μάγος ή τυμβωρύχος; Αν ναι, τότε αυτή η γυναίκα θα πρέπει να επαινείται και να ανακτά όλη την προίκα της. Αν όμως έχει στείλει αναγγελία διαζυγίου για λόγους ανεξάρτητους από αυτές τις τρεις κατηγορίες, θα πρέπει να αφήσει ακόμα και την τελευταία φουρκέτα της στο σπίτι του συζύγου της και να εκτοπισθεί σε κάποιο νησί για τη μεγάλη της έπαρση. Αν οι άνδρες στείλουν αναγγελία διαζυγίου, θα πρέπει να ερευνηθούν οι εξής τρεις κατηγορίες: επιθυμούν να αποκηρύξουν μια μοιχαλίδα, μάγισσα ή μαστροπό; Αν κάποιος άνδρας διώξει τη σύζυγό του η οποία δεν έχει αποδεδειγμένα σχέση με αυτές τις κατηγορίες, θα πρέπει να της επιστρέψει όλη την προίκα και ο ίδιος να μην ξαναπαντρευτεί. Αν πράγματι πράξει κάτι τέτοιο, επιτρέπεται στην τέως σύζυγο να εισέλθει στο σπίτι του και να μεταβιβάσει στον εαυτό της όλη την προίκα της δεύτερης συζύγου, ως αποζημίωση για τη ζημιά που υπέστη.
Η ΠΡΟΙΚΑ Σκοπός της προίκας ήταν η συντήρηση των παιδιών ιδιαίτερα στην περίπτωση θανάτου του άνδρα. Όταν πέθαινε η γυναίκα, η προίκα ανήκε στα παιδιά της. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο σύζυγος, αν και διαχειριζόταν την προίκα, δεν μπορούσε εύκολα να την απαλλοτριώσει. Η γυναίκα μάλιστα μπορούσε να προσφύγει σε δικαστήριο, αν έκρινε ότι ο άντρας της δεν διαχειριζόταν σωστά την προίκα της. Αν πάλι χήρευε η σύζυγος, τότε γινόταν αυτή διαχειριστής της περιουσίας του μακαρίτη και προστάτης των παιδιών. Με άλλα λόγια αναγνωριζόταν ως αρχηγός της οικογενείας, φτάνει να μην ξαναπαντρευόταν
Η ΜΟΙΧΕΙΑ Η μοιχαλίδα γυναίκα μπορούσε να φονευθεί από το σύζυγό της. Αργότερα επί Λέοντος Σοφού η ποινή αυτή μετριάσθηκε σε αποκοπή της ρινός και διαπόμπευση. Εννοείται ότι η ποινή που ίσχυε για τις γυναίκες μοιχαλίδες δεν εφαρμοζόταν στους άνδρες μοιχούς. Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος (ο οποίος βλέπει ότι η μοιχευόμενη γυναίκα τιμωρείται, ενώ ο μοιχός θεωρείται ανεύθυνος) φωνάζει: "ου δέχομαι ταύτην την νομοθεσίαν, ουκ επαινώ την συνήθειαν". Υπόψη ότι ο άντρας θεωρείται μοιχός μόνο όταν έχει σχέση με παντρεμένη γυναίκα και μάλιστα μοιχός όχι έναντι της γυναικός του, αλλά μόνο έναντι του συζύγου της άλλης γυναίκας
Η ΕΡΓΑΣΙΑ Στον επαγγελματικό τομέα ο ρόλος της γυναίκας ήταν μικρός. Συχνά η ανάγκη εξουδετέρωνε τους κοινωνικούς κανόνες. Η φτώχεια υποχρέωνε πολλές γυναίκες να βγαίνουν στην αγορά για να βγάλουν το ψωμί τους, ασκώντας τα επαγγέλματα της βιοτέχνισσας, πουλώντας έργα φτιαγμένα από τα χέρια τους, της υφάντριας, κ. α. Οι φτωχές γυναίκες δούλευαν στα χωράφια και στα εργαστήρια της οικογένειάς τους. Λίγες γυναίκες, μορφωμένες, ήταν ιατροί που θεράπευαν το γυναικείο πληθυσμό. Άλλες, οι λεγόμενες κοινές, ζούσαν στα μιμαρεία και στα καπηλειά. Ένα επάγγελμα περιφρονημένο και κοινωνικά απαράδεκτο ήταν οι θεατρίνες που έφτασε να θεωρείται περίπου συνώνυμο της πόρνης. Ασκώντας τέτοιου είδους επαγγέλματα για να ζήσουν, οι γυναίκες του Βυζαντίου ήταν νομοθετικά αποκλεισμένες από άλλα σοβαρότερα και αξιολογότερα. Μια γυναίκα δεν μπορούσε να ασκήσει δημόσιο λειτούργημα, ούτε να γίνει δικαστίνα ή δικηγορίνα. Σύμφωνα με την Ιουστινιάνεια νομοθεσία το να καθίσει μια έγγαμη γυναίκα και να γευματίσει με τη συντροφιά τρίτων αντρών θεωρούνταν λόγος διαζυγίου. Η θέση της εκκλησίας ήταν αρνητική. Η γυναίκα έπρεπε να μένει στο γυναικωνίτη απομονωμένη και όφειλε να περιορίζεται αποκλειστικά στις οικιακές ασχολίες και την ανατροφή των παιδιών. Μάλιστα η γυναίκα όταν έβγαινε από το σπίτι (ακόμη και η αυτοκράτειρα) έπρεπε να είναι καλυμμένη με πέπλο. Ο Μ. Βασίλειος διαμαρτύρεται για τις γυναίκες εκείνες που συμμετέχουν στα πανηγύρια και τις διασκεδάσεις που ακολουθούν, διότι "από των κεφαλών τα της εσχημοσύνης καλύμματα έρριπτον». Ωστοσο από τον 11ο αιώνα και μετά, οι κοινωνικές αλλαγές που δρομολογουνται μεταβάλλουν πολλές από τις κατεστημένες απόψεις για το ρόλο της γυναικας και οι πρώτες που επωφελούνται είναι οι γυναίκες από τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα. Μέσα στο σπίτι, οι δουλειές των γυναικών ήταν η ύφανση στον αργαλειό, το πλύσιμο των ρούχων, το άλεσμα του σιταριού, το ζύμωμα του ψωμιού, το μαγείρεμα, και φυσικά, η γενική συντήρηση και καθαριότητα του σπιτιού. Στα σπίτια των πατρικίων, αλλά και πολλών αστών, υπήρχαν οι υπηρέτριες: ελεύθερες φτωχές κοπέλες, που αναγκάζονταν να δουλέψουν σε τρίτους για να ζήσουν. Τις έλεγαν μισθαρνίσσας ή μισθωτρίας και κατοικούσαν στο σπίτι του αφεντικού μ' ένα μικρό μηνιαίο μισθό, τη ρόγαν, με διατροφή και ρουχισμό. Οι όροι καθορίζονταν με ειδικό συμβόλαιο το δουλευτικόν.
Η ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ Η γυναίκα, ανεξάρτητα από κοινωνική τάξη έπρεπε να μάθει να ακούει, να πειθαρχεί και να σωπαίνει. Η γυναικεία φλυαρία επικρίνεται , πόσο μάλλον όταν γίνεται μέσα στην εκκλησία. Η οι γυναίκες δεν πρέπει να γελάνε μπροστά σε άντρες, να μην κοιτάζουν τους άντρες στα μάτια, να μην χασκογελούν πίσω από τα πατζούρια τους με τους περαστικούς, να μην μιλούν άσχημα, να αποφεύγουν τα συχνά λουτρά να κυκλοφορούν με σκεπασμένο το κεφάλι. Δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις γυναικών που αγνοούσαν τα παραπάνω κάνοντας τη δική τους μικρή επανάσταση και σκανδάλιζαν τους πάντες εισπράττοντας μειωτικούς χαρακτηρισμούς όπως για παράδειγμα "η ασκέπαστος" και η "αναμαλλαρέα" αν κυκλοφορούσαν χωρίς να φοράνε μαντήλι στο κεφάλι.
ΝΕΟΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ(ΣΗΜΕΡΑ)
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Δικαιώματα των γυναικών είναι τα δικαιώματα και οι απαιτήσεις που αξιώνονται για τις γυναίκες και τα κορίτσια πολλών κοινωνιών ανά τον κόσμο και αποτελούν τη βάση για το γυναικείο κίνημα για τα δικαιώματα κατά τον δέκατο ένατο αιώνα και το φεμινιστικό κίνημα κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα. Σε ορισμένες χώρες, τα δικαιώματα αυτά θεσμοθετούνται ή υποστηρίζονται από το νόμο, τα τοπικά έθιμα και τη συμπεριφορά, ενώ σε άλλες μπορεί να αγνοηθούν ή να κατασταλούν. Διαφέρουν από τις ευρύτερες έννοιες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μέσω ισχυρισμών μιας εγγενούς ιστορικής και παραδοσιακής προκατάληψης κατά την άσκηση των δικαιωμάτων των γυναικών και των κοριτσιών, υπέρ των ανδρών και των αγοριών. Ζητήματα που συνδέονται συνήθως με τις έννοιες των δικαιωμάτων των γυναικών περιλαμβάνουν, αν και δεν περιορίζονται σε αυτά, στο δικαίωμα: για σωματική ακεραιότητα και αυτονομία, να είναι ελεύθερες από σεξουαλική βία, να ψηφίζουν, να κατέχουν δημόσια αξιώματα, να συνάπτουν νομικές συμβάσεις, να έχουν ίσα δικαιώματα στο οικογενειακό δίκαιο, να δουλεύουν, να αμοίβονται με δίκαιους μισθούς ή ίση αμοιβή, να έχουν αναπαραγωγικά δικαιώματα, να έχουν ιδιοκτησία, να μορφώνονται
Η ΓΥΝΑΙΑΚΑ <<ΝΟΙΚΟΚΥΡΑ>> Η ΓΥΝΑΙΑΚΑ <<ΝΟΙΚΟΚΥΡΑ>> Με το πέρασμα του χρόνου η εικόνα της γυναίκας έχει αλλάξει ουσιαστικά. Η γυναίκα παλιότερα αντιλαμβανόταν τον εαυτό της ως λιγότερο δυναμικό και αυτόνομο, κυρίως λόγω του ότι ήταν υποχρεωμένη να παραμένει στο σπίτι και να μην εργάζεται, αλλά να ασχολείται μονάχα με την ανατροφή των παιδιών, με «τα του σπιτιού» και οι προσωπικές της ανάγκες έμπαιναν σε δεύτερη μοίρα. Έτσι ο άντρας ήταν αυτός ο οποίος είχε τη μεγαλύτερη ισχύ από οικονομικής άποψης και όχι μόνο. Ήταν αυτός που είχε το ρόλο του «θηρευτή» που διεκδικούσε το «θήραμά» του.
ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΗ ΓΥΝΑΙΚΑ Τα τελευταία χρόνια τα πράγματα έχουν μεταβληθεί και η θέση της γυναίκας έχει αλλάξει πάνω στην κοινωνική σκακιέρα. Η γυναίκα πλέον εργάζεται, βγάζει τα δικά της χρήματα και δεν διστάζει να διεκδικήσει όλα όσα θέλει. Οι αλλαγές αυτές αποτυπώνονται καλύτερα στο θέμα του γάμου, και πιο συγκεκριμένα στο γεγονός ότι οι γυναίκες τα τελευταία χρόνια παντρεύονται σε όλο και μεγαλύτερη ηλικία. Προτεραιότητα γι’ αυτές δεν αποτελεί πάντα η οικογένεια , αλλά η επαγγελματική καταξίωση και η οικονομική ανεξαρτησία
ΔΙΚΑΙΟΜΑΤΑ Όσον αφορά στον άντρα, φαίνεται πως έχει χάσει πια το ρόλο του «κυνηγού» και στέκεται αμήχανος μπροστά στον καινούριο ρόλο της ανεξάρτητης και δυναμικής γυναίκας. Ο άντρας συχνά αισθάνεται αδύναμος καθώς βλέπει ότι η γυναίκα μπορεί πλέον να τα βγάλει πέρα μόνη της και ότι δεν τον έχει τόσο μεγάλη ανάγκη. Η πραγματικότητα αυτή βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με την εικόνα που κυριαρχούσε στο παρελθόν όπου ο άντρας ήταν ο κυρίαρχος του παιχνιδιού. Στη σημερινή πραγματικότητα οι ισορροπίες είναι πολύ λεπτές, αφού συχνά οι σύζυγοι βρίσκονται σε ανταγωνιστική θέση.
ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΓΥΝΑΙΚΑ Ένα ακόμη παράδειγμα όπου δείχνει την αλλαγή που έχει παρατηρηθεί τα τελευταία χρόνια, αποτελεί το γεγονός ότι η γυναίκα αποφασίζει πολύ πιο εύκολα για το διαζύγιο σε σχέση με το παρελθόν. Είναι πλέον οικονομικά ανεξάρτητη και δε διστάζει να ρισκάρει παρά το κόστος. Αντιλαμβάνεται όμως ότι μπορεί να συνεχίσει τη συναισθηματική και σεξουαλική της ζωή και να σταθεί και πάλι στα πόδια της.
Η σύγχρονη γυναίκα καλείται να ανταποκριθεί σε πολλαπλούς ρόλους, σε αυτό της συζύγου, της μητέρας, της εργαζόμενης γυναίκας, της καλής νοικοκυράς κ.ο.κ. Στην προσπάθειά της να ανταποκριθεί σε όλα αυτά και να είναι «σωστή», όπως προστάζει η κοινωνία, συχνά πιέζεται, αγχώνεται και εξαντλείται. Η ανάγκη που προβάλλεται, είναι η γυναίκα να κρατήσει τις λεπτές ισορροπίες που απαιτούνται ανάμεσα στις υποχρεώσεις της ως μητέρας και νοικοκυράς, από τη μία και ως εργαζόμενης, από την άλλη. Παράλληλα, δε θα πρέπει ποτέ να ξεχνάει και το ρόλο της ως γυναίκας. Θα πρέπει να φροντίζει τον εαυτό της, την εμφάνισή της, έτσι ώστε να εκπέμπει τη σεξουαλικότητα που απαιτείται. Δε θα πρέπει να απορροφάται από τις ποικίλες υποχρεώσεις στη δουλειά και στο σπίτι (φροντίδα των παιδιών, καθάρισμα, μαγείρεμα κ.α.) και να ξεχνά ότι είναι και γυναίκα- σύζυγος και ότι θα πρέπει να αφιερώνει και τον απαιτούμενο χρόνο και γι’ αυτό το κομμάτι του εαυτού της. Καθοριστικό ρόλο βέβαια σε κάθε περίπτωση διαδραματίζει και ο σύζυγος, ο οποίος θα πρέπει να τη βοηθά, να τη στηρίζει και να μην πάψει ποτέ να την κάνει να αισθάνεται ότι είναι σημαντική γι’ αυτόν.