ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ. Ο περίπλοκος τις περισσότερες φορές τρόπος που επιδιώκουμε να διερευνήσουμε τον αθλητισμό στις προοπτικές κοινωνιολογικών.

Slides:



Advertisements
Παρόμοιες παρουσιάσεις
Ανάλυση Λόγου (Discourse Analysis)
Advertisements

ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΣΧΟΛΕΣ/ΜΕΘΟΔΟΙ
Εισηγητής: Άρης Ασπρούλης
Εισαγωγή στην Κοινωνιολογία κωδικός μαθήματος :503Ε εξάμηνα: β’ & δ’
Η δυναμική της ελληνικής οικογένειας από το παραδοσιακό στο νεωτερικό πρότυπο και νομοθετικές αλλαγές στο οικογενειακό δίκαιο.
ΑΤΜΟΣΤΡΟΒΙΛΟΙ ΕΞΑΜΗΝΟ - Δ.
Θεωρίες επαγγελματικής ανάπτυξης του ατόμου
ΑΠΟ ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΣΤΟ ΝΕΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΜΑΝΑΤΖΜΕΝΤ
ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ: ΘΕΩΡΙΑ, ΠΡΑΞΗ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ Αντιγόνη-Άλμπα Παπακωνσταντίνου, MSc, PhD Εντεταλμένη Διδασκαλίας Πανεπιστημίου.
1 Υποδείγματα Λήψης Αποφάσεων στο Χώρο - Εισαγωγή zΒασικές Υποθέσεις του Οικονομικού Ορθολογισμού yΜεγιστοποίηση Χρησιμότητας - Υποθέσεις xΤέλεια πληροφόρηση.
ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ. Η Φαινομενολογία είναι ένα ρεύμα σκέψης που αναπτύσσεται στο πλαίσιο της ερμηνευτικής θεωρητικής παράδοσης.
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ Εισηγητής: Στυλιάδη Στέλλα ΜΒΑ.
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης 3o Μάθημα Λειτουργισμός/Φονξιοναλισμός και Εκπαίδευση (Ο Durkheim και.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ Ι Διάλεξη 4η Πολιτισμός και κοινωνικοποίηση του ατόμου Αναπ. Καθηγητής Γιώργος Πλειός.
1 Κ ΕΦΑΛΑΙΟ 12 ο: Ποιος καρπώνεται το πλεόνασμα;.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ Ι Διάλεξη 2η Τα θεμελιώδη επιστημολογικά ερωτήματα (διλήμματα) στην Κοινωνική Θεωρία Αναπ. Καθηγητής Γιώργος Πλειός.
ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΑΝΤΙΓΟΝΗ-ΑΛΜΠΑ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Διδάσκουσα Π.Δ. 407/80 ΜΑΘΗΜΑ 9 Ο (19/04/2013): ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΩΝ ΕΝΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΩΝ ΚΡΙΣΕΩΝ
Το σχολείο -Η γένεση του σχολείου -Οι λειτουργίες του σχολείου
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
Θετικισμός και ιστορικισμός στην συγκριτική ανάλυση
ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ & ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ «Αρχές και Θεσμοί Δικαίου» Aναπλ. Καθηγητής Νικόλαος-Κομνηνός.
ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΥΠΟ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΥ
Ιστορία και επιτεύγματα
Ενότητα 4η: ΣΤΕΡΕΑ ΚΑΙ ΚΙΝΗΤΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε. ΤΜΗΜΑ: ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΙΑΣ
Διδακτική της Πληροφορικής και των ΤΠΕ Μάθημα επιλογής Στ’ εξάμηνο, Τμήμα Επιστημών της Εκπαίδευσης και της Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία, Πανεπιστήμιο.
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΩΝ ΤΟΠΙΚΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ
ΗΛΕΚΤΡΙΚΕΣ ΜΗΧΑΝΕΣ ΣΥΝΕΧΟΥΣ ΡΕΥΜΑΤΟΣ
ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
Ο Χορός ως Φυσική Δραστηριότητα
Τα αντιπροσωπευτικά σώματα: Οι Βουλές
Έρευνα στη Διδακτική των Μαθηματικών και Διδακτική Πράξη
Εισαγωγή στην Κοινωνιολογία
Μαγκαφάς Λυκούργος και Κόγια Φωτεινή
Ζητήματα στη μελέτη της οικογένειας
‘Βασικές θεωρητικές προσεγγίσεις περιφερειακής ανάπτυξης/μείωσης των περιφερειακών ανισοτήτων και οι εφαρμογές τους σε περιόδους κρίσης-Παραδείγματα από.
ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΑΙΔΙΚΗΣ-ΕΦΗΒΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ
Αναστασία Μιχ. Πάπαρη ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ - ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΘΕΩΡΙΕΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ και Σχολική Μονάδα.
Θέμα: «Φασισμός» Ομάδα: Παναγιώτης Μπριάν Δημήτρης Ευστάθιος
Εργαστήριο Ιατρικής Φυσικής
Μεθοδολογία των Κοινωνικών Επιστημών
Φροντίδα Aσθενών με Διαταραχές των Oφθαλμών και των Ώτων
Διάλεξη 3: Θεωρίες για την ηθική ανάπτυξη των παιδιών
Κοινωνιολογία του Χώρου /11/2015
Philip McCann Αστική και περιφερειακή οικονομική 2η έκδοση
Εισαγωγή στις Κοινωνικές Επιστήμες
Εισηγητής: Ερρίκος Βασιλικός
Οργάνωση και Διοίκηση Υπηρεσιών Υγείας
Ο φεμινισμός της «Εφημερίδος των Κυριών»
ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
Ψηφιακή Επεξεργασία και Ανάλυση Εικόνας
lat. socios (mulţime) + gr. λόγος [logos] (ştiinţă, cercetare)
ΑΠΟ ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΣΤΟ ΝΕΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΜΑΝΑΤΖΜΕΝΤ
Είναι το Ισλαμικό κράτος (ISIS), κράτος;
Σύγχρονες Θεωρητικές Προσεγγίσεις της Κοινωνιολογίας
Οι αντιστρεπτές μεταβολές
ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
ΟΙ ΔΙΟΜΑΔΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
Παραπτωματικότητα: πρόληψη & αντιμετώπιση 1η Διάλεξη: Εισαγωγή, Δίκαιο & Έγκλημα, Θεωρητικές Προσεγγίσεις/Έννοιες Μαρία Σμυρνάκη, Ψυχολόγος, MSc στις.
Η κοινωνία ενάντια στο Κράτος
Διαδικασίες του Κοινωνικού Γίγνεσθαι
Παιδαγωγικό Τμήμα Προσχολικής Εκπαίδευσης
ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
Copy and paste function can then be applied
Οι αντιστρεπτές μεταβολές
ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
Έργο δύναμης.
Μεταγράφημα παρουσίασης:

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ

Ο περίπλοκος τις περισσότερες φορές τρόπος που επιδιώκουμε να διερευνήσουμε τον αθλητισμό στις προοπτικές κοινωνιολογικών θεωρήσεων κάνει τον κοινό νου να απορεί για τις προτεραιότητες που θέτει και διαπραγματεύεται η κοινωνιολογική θεωρία.

Ο κοινός νους για παράδειγμα θέτει ένα απλό ζήτημα: Γιατί θα πρέπει να εισέλθουμε σε ένα λαβύρινθο από ιδέες πολυσύνθετες και δυσνόητες θεωρίες, περίπλοκες έννοιες και σημασιολογίες για να εξηγήσουμε κάτι τόσο απλό, δηλαδή τον αθλητισμό!

Η απάντηση στα ζητήματα αυτά είναι πολύ απλή! Οι κοινωνιολογικές θεωρίες και έννοιες είναι εργαλεία τα οποία μας βοηθάνε να κατανοήσουμε αυτό που όλοι ορίζουμε ως αθλητικές κοινωνικές σχέσεις, ως αθλητική κοινωνική πραγματικότητα ή ότι γενικά ορίζουμε ως κοινωνικό στο αθλητικό πεδίο, στον αθλητικό κόσμο.

Οι θεωρίες και οι έννοιες, δηλαδή τα εργαλεία πολλές φορές παλιώνουν, δεν έχουν τη νοηματική επάρκεια που απαιτούν οι εξηγήσεις των νέων αθλητικών κοινωνικών φαινομένων και δεδομένων. Αναγκαστικά λοιπόν παράγονται καινούργιες θεωρίες, καινούργιες έννοιες, καινούργια εργαλεία.

Η θεωρία μας προσφέρει ένα λογικό πλαίσιο ανάλυσης και έχει ως στόχο την δημιουργική της εφαρμογή όταν φύγουμε από το πανεπιστήμιο, έχει ως στόχο να μπορέσουμε να σκεφτούμε θεωρητικά με συστηματικό τρόπο.

Μπορεί επίσης να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε την προσωπική μας αθλητική εμπειρία βασιζόμενοι σε γενικότερες ιδέες για τον αθλητικό κόσμο. Να κατανοήσουμε ότι δεν υπάρχει μια και μοναδική εμπειρική αθλητική πραγματικότητα, αλλά ότι υπάρχουν πολλές που ενδεχομένως συγκρούονται με τις αντιλήψεις που έχουν δημιουργηθεί από την δικιά μας εμπειρία

Η σημασία της κοινωνιολογικής θεωρίας στον αθλητισμό έγκειται στα ερωτηματικά που θέτει και στους μεθοδολογικούς τρόπους που προτείνει για να εξηγηθούν και να κατανοηθούν τα προβλήματα που απασχολούν σήμερα τον αθλητισμό, σηματοδοτώντας ταυτόχρονα τα πεδία και τους στόχους αθλητικών κοινωνικών εμπειρικών ερευνών.

Ένα σημαντικό ζήτημα είναι η σχέση θεωρίας και εμπειρικής έρευνας. Στην εποχή μας δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα στις εμπειρικές μελέτες του αθλητισμού που σίγουρα μας αποκαλύπτουν πολλές πτυχές της αθλητικής πραγματικότητας, πολλές φορές όμως δίχως θεωρητική υποστήριξη, δίχως την αναφορά σε θεωρίες που η βασική τους λειτουργία έγκειται στην ερμηνεία των οιωνδήποτε εμπειρικών δεδομένων, που θα μας βοηθήσουν στην παραγωγή συστηματικής γνώσης.

Μια αθλητική-κοινωνιολογική προσέγγιση χωρίς μια θεωρητική υποστήριξη αφαιρεί από το ίδιο το γνωστικό αντικείμενο την ουσία του αναδεικνύοντάς το σε περιστασιακό- συγκυριακό εργαλείο και εξάρτημα άλλων επιστημονικών κλάδων.

Η κάθε θεωρία προσφέρει διαφορετικές οπτικές προσέγγισης και διαφορετικούς τρόπους ανάγνωσης των προβλημάτων του αθλητισμού.

Ένα από τα ζητήματα που σχετίζονται με την κοινωνιολογική θεωρία και ουσιαστικά αφορούν και τον αθλητισμό είναι η διάκριση μεταξύ μακρο- κοινωνιολογικών και μικρο- κοινωνιολογικών θεωριών από τη μια ή ολιστικών και ατομο-κεντρικών θεωριών από την άλλη.

Στην πρώτη προοπτική η κοινωνία γίνεται αντιληπτή ως μια ολότητα, ως ένα σύνολο, ως κάτι επιπλέον από τα άτομα που την απαρτίζουν με αποτέλεσμα εδώ να κυριαρχεί η άποψη ότι οι διαδράσεις, οι πράξεις, οι επικοινωνιακές πρακτικές των ατόμων καθορίζονται από τις κοινωνικές δομές εντός των οποίων αυτοί δραστηριοποιούνται.

Η άλλη κατηγορία, η μικρο- κοινωνιολογική έχει ως αφετηρία τα άτομα και επομένως η κοινωνία προκύπτει ως ένα άθροισμα επιμέρους ατομικών πράξεων.

Και τα δύο αυτά είδη των θεωριών είναι χρήσιμα για να εξηγήσουμε αθλητικά κοινωνικά ζητήματα. Στις μακρο-θεωρίες έχουμε τη δυνατότητα να γενικεύσουμε κάποιες εξηγήσεις που δίνουμε. Γενίκευση σημαίνει ότι μια εξήγηση έχει ισχύ για όλον τον αθλητικό κόσμο.

Σήμερα διαπιστώνεται μια στροφή και της αθλητικής κοινωνιολογικής έρευνας προς τις θεωρίες που επικεντρώνουν το ενδιαφέρον τους στην εξήγηση αθλητικών μικρο- καταστάσεων. Στις προοπτικές αυτές κάθε περίπτωση αθλητικής δραστηριότητας επιδέχεται και το δικό της ξεχωριστό τύπο εξηγήσεων. Έτσι στο πλαίσιο αυτών των θεωρήσεων δεν μπορούμε να γενικεύσουμε κάποιες εξηγήσεις.

Συνήθως η ουσιαστική διαφορά όλων των κοινωνιολογικών θεωριών που χρησιμοποιούμε στην αθλητική κοινωνιολογική σκέψη εντοπίζεται στον τρόπο που προτείνεται αναφορικά με την αναλυτική μετάβαση, με τον εννοιολογικό συσχετισμό υποκειμένου και αθλητικών δομών.

Στις μακρο-θεωρίες, ή τις γενικές κοινωνιολογικές θεωρίες ασκείται μεγάλη κριτική ως προς την πολυσύνθετη περιγραφικότητα.

Θα ήθελα όμως να θέσω το εξής ερώτημα Εφόσον ο στόχος της θεωρίας είναι η κατανόηση τότε πως θα μπορούσε να πραγματωθεί χωρίς μια αναλυτική περιγραφή; Πως μπορεί να εξηγηθεί, να κατανοηθεί ο σημερινός περίπλοκος αθλητικός κόσμος στο κοινωνικό επίπεδο χωρίς ένα περίπλοκο θεωρητικό μοντέλο;

Αλλά και από την άλλη πλευρά, μέχρι πιο βαθμό, μέχρι πιο αναλυτικό επίπεδο μας βοηθάει μια θεωρία. Η πολυπλοκότητα των αθλητικών κοινωνικών φαινομένων δεν μας αφήνει εύκολα περιθώρια απομόνωσης σημαντικών πτυχών του αθλητικού- κοινωνικού κόσμου προκειμένου να διεξάγουμε πειράματα κατ’ αντιστοιχία με τις θετικές επιστήμες.

Ο αθλητικός κόσμος σε κοινωνικό επίπεδο είναι ασταθής και απρόβλεπτος και δεν μας επιτρέπει να καταφεύγουμε σε εύκολες αναγωγικές εξηγήσεις. Η χρήση μιας κοινωνιολογικής θεωρίας σε μια τέτοια προοπτική δεν νομίζω ότι θα μπορούσε να προσκομίσει κάποια οφέλη.

Οι κοινωνιολογικές θεωρίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν παράλληλα, πολλές φορές αλληλο- συμπληρωματικά με στόχο την κατανόηση του σύγχρονου αθλητικού κόσμου.

Θα αναφερθούμε στη μακρο-θεωρία του δομολειτουργισμού και της φαινομενολογίας επειδή αποτελούν τη βάση όλων των σύγχρονων θεωρητικών παραλλαγών (π.χ. θεωρίας των συγκρούσεων, συμβολική διάδραση, θεωρία της ορθολογικής επιλογής,εθνομεθοδολογία, κοινωνική κατασκευή κ.α.)

Ο στόχος μας όταν αναφερόμαστε σε κοινωνιολογικές θεωρίες, δεν είναι απλώς για να μάθουν οι φοιτητές τι είπαν οι διάφοροι θεωρητικοί της κοινωνιολογίας, το πλέον σημαντικό είναι να δούμε τη χρησιμότητα που έχει η θεωρητική γνώση για να κατανοήσουμε την αθλητική πρακτική.

Δομολειτουργισμός

Μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο η κυρίαρχη κοινωνιολογική θεώρηση στον δυτικό κόσμο, ήταν ο δομολειτουργισμός του Τ. Parsons (Πάρσονς), που απέβλεπε κυρίως στην περιγραφή, την εξήγηση και την κατανόηση της καπιταλιστικής κοινωνίας

θεωρείται ότι προέκυψε ως αντίδραση, ως αντίποδας του μαρξισμού που απέρριπτε ολοκληρωτικά τον καπιταλισμό (Graib, Καραποστόλης,1984-Morel, u.a.1992)

Οι κοινωνικές λειτουργικές χρήσεις της γυμναστικής, της σωματικής εξάσκησης και εν γένει της αθλητικής δραστηριότητας, την περίοδο αυτήν, κατανοούνται με τον καλύτερο τρόπο στο πλαίσιο νεομαρξιστικών και δομολειτουργικών προοπτικών.

Εκείνο που απασχολεί πρωτίστως τον Parsons είναι να αναλύσει πώς οι ατομικές δράσεις, δηλαδή, οι δράσεις ατόμων ανθρώπων, οργανώνονται και συγκροτούν κοινωνικά συστήματα δράσης, δηλαδή, συστήματα κοινωνικής ή συλλογικής δράσης, Στη βάση της οποίας οι άνθρωποι επικοινωνούν ανταλλάσσοντας νοήματα, σύμβολα και πληροφορίες.

Ο Parsons επιδιώκει μια ολοκληρωμένη σύνθεση των αντιλήψεων του M. Weber (Βέμπερ) και του E. Durkheim (Ντυρκέμ), συγκροτώντας μια δαιδαλώδη και περίπλοκη θεωρία.

Ακολουθώντας την σκέψη του Weber, η αθλητική δράση μπορεί να καταστεί κατανοητή μόνο μέσα από τα νοήματα που αποδίδουν οι ίδιοι οι εμπλεκόμενοι σ’ αυτήν.

Από την άλλη, σύμφωνα με τον Durkheim, το νόημα της αθλητικής δράσης αντιμετωπίζεται ή κατανοείται ως μια αντικειμενική οντότητα που υπερβαίνει το άτομο, ως ένα συστατικό στοιχείο της συλλογικής συνείδησης (αθλητική δομή) προς την οποία το εμπλεκόμενο στη δράση υποκείμενο είναι υποχρεωμένο, καταναγκασμένο να συμμορφώνεται.

Σε αυτό το παράδειγμα ενώ και οι δυο μιλούν για το ίδιο πράγμα διαφέρουν ως προς τις αφετηρίες τους. Ακολουθώντας, επομένως, τον Weber ξεκινάμε τον προβληματισμό μας για τα αθλητικά ζητήματα κατά κύριο λόγο από το άτομο, την ατομική δράση ενώ ακολουθώντας τον Durkheim από τις αθλητικές δομές.

Στην προοπτική αυτής της θεωρίας η αθλητική δομή συγκροτείται ουσιαστικά με βάση τους αθλητικούς κανόνες και τις αθλητικές αξίες που υιοθετούν τα άτομα όταν δραστηριοποιούνται στο συγκεκριμένο αθλητικό πλαίσιο.

Το δρών υποκείμενο και η αθλητική δομή συνθέτουν ένα σύστημα αθλητικής δράσης στο πλαίσιο της οποίας η έννοια της δομής προτάσσεται της λειτουργίας. Δηλαδή διαδραματίζει σημαντικότερο ρόλο η δομή. Η λειτουργία είναι παράγωγο της δομής.

Η έννοια του συστήματος αποτελεί την κεντρική οργανωτική αρχή στον δομολειτουργισμό και κατανοείται σαν ένα πλέγμα σχέσεων οι οποίες συναρθρώνουν τα επιμέρους τμήματα. Το αθλητικό σύστημα έχει ιδιαίτερες και συγκεκριμένες δομές οι οποίες εκλαμβάνονται όμως ως δεδομένες και σχετικά σταθερές.

Το λειτουργικό μέρος υπονοεί ότι εάν το αθλητικό σύστημα θέλει να διατηρείται με τις δεδομένες δομές του θα πρέπει να έχει λειτουργικές επιδόσεις για την ικανοποίηση των ιδιαίτερων αναγκών του προκειμένου να επιβιώσει.

Η έννοια της λειτουργίας εδώ περιορίζεται αναγκαστικά σε εσωτερικές επιδόσεις και μεταβάλλεται σε μια εσωτερική κατηγορία η οποία αναφέρεται στη σχέση των μερών του αθλητικού συστήματος προς το όλον (Willke, 1991).

Σε αντιστοιχία με την κλασική κοινωνιολογική σκέψη όπως προσεγγίζεται από τον T. Parsons, (1968) και προσδιορίζεται από τον ίδιο ως θεωρία δράσης οι εμπλεκόμενοι στον αθλητικό κόσμο λαμβάνουν αποφάσεις και κάνουν επιλογές σε αντιστοιχία με τους διάφορους σκοπούς που επιδιώκουν και σε αντιστοιχία με τα διαφορετικά μέσα που έχουν προς διάθεση για την εκπλήρωση των εκάστοτε στόχων και σκοπών.

Ο αθλητικός κόσμος, το αθλητικό σύστημα βέβαια δεν παρέχει απεριόριστο πεδίο επιλογών. Υπάρχει σειρά παραγόντων όπως ηθικοί-κοινωνικοί κανόνες και αξίες που περιορίζουν το πεδίο επιλογών του δρώντος υποκειμένου.

Η κοινωνιολογική ανάλυση εδώ επικεντρώνεται στην κατανόηση του πως το εμπλεκόμενο υποκείμενο σε όλα τα επίπεδα της αθλητικής δραστηριότητας προβαίνει σε επιλογές τόσο αναφορικά με το σκοπό όσο και με τα μέσα που θα χρησιμοποιήσει για την επίτευξή του.

Το αθλητικό σύστημα ως πλέγμα σχέσεων, υφίσταται ουσιαστικά από τις διαδράσεις μεταξύ των δραστηριοποιημένων υποκειμένων που πραγματοποιούνται σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, στο πλαίσιο μιας συγκεκριμένης αθλητικής δομής.

Αυτό σημαίνει ότι το ενδιαφέρον μεταφέρεται από τη διερεύνηση των επιλογών των μεμονωμένων αθλητικών υποκειμένων στην διερεύνηση του τρόπου που το αθλητικό σύστημα περιορίζει, αξιολογεί, απορρίπτει, ενεργοποιεί, περιορίζει τις ατομικές επιλογές.

Από τη δαιδαλώδη περιγραφή της θεωρίας αυτής θα αναφερθούμε πολύ συνοπτικά στη γενική ιδέα της που είναι τα τέσσερα λειτουργικά προαπαιτούμενα που θα πρέπει το αθλητικό σύστημα να διαθέτει προκειμένου να είναι κοινωνικά βιώσιμο.

1. Θα πρέπει να αναπτύξει προσαρμοστική ικανότητα σε αντιστοιχία με το κοινωνικό περιβάλλον του (λειτουργία της προσαρμογής). Δηλαδή ο αθλητισμός θα πρέπει να έχει ικανότητα να προσαρμόζεται σε μεταβαλλόμενα κοινωνικά δεδομένα. Για παράδειγμα σήμερα να εκπληρώνει οικονομικές λειτουργίες. Ας σκεφτούμε εδώ για παράδειγμα την εμπορευματοποίηση της αθλητικής δραστηριότητας.

2. Θα πρέπει να διαθέτει, ή μάλλον να ανακαλύπτει συνεχώς καινούργιους τρόπους αξιοποίησης των πόρων του έτσι ώστε να επιτυγχάνει τους στόχους που θέτει. Εδώ για παράδειγμα καινούργιοι τρόποι αξιοποίησης των πόρων μπορεί να είναι οι καινούργιες μέθοδοι προπόνησης για καλύτερη αξιοποίηση των φυσιο-οργανικών δυνατοτήτων του σώματος.

Να έχει τις δικές του μεθόδους αντιμετώπισης αποκλίσεων ή δυσλειτουργιών για να επιτυγχάνει μια ολοκληρωμένη εσωτερική συνοχή (ολοκλήρωση-ενσωμάτωση). Εδώ για παράδειγμα αθλητικά ζητήματα όπως η βία θα πρέπει να επιλύονται δίχως εξωτερική παρέμβαση.

4. Θα πρέπει να αναπτύσσει μηχανισμούς διατήρησης θα έλεγα της συστημικής ισορροπίας ( σταθερά πρότυπα, σταθερές δομές). Η μη ικανοποίηση αυτών συνεπάγεται λογικά όχι κατάρρευση του συστήματος αλλά ανισορροπία, συγκρούσεις κ.λπ.

Στην προοπτική της θεώρησης αυτής για την μεταβολή του αθλητικού συστήματος ο κυρίαρχος αιτιακός μηχανισμός προέρχεται από το κοινωνικό περιβάλλον, από τα εκάστοτε κυρίαρχα κοινωνικά συστήματα. Η οποιαδήποτε μεταβολή για παράδειγμα στο πολιτικό ή το οικονομικό σύστημα επηρεάζει και τον αθλητισμό.

Προσεγγίζοντας επιφανειακά τον αθλητισμό μέσω αυτής της θεώρησης φαίνεται ότι οτιδήποτε συμβαίνει στον αθλητισμό αντιμετωπίζεται σαν ένας λειτουργικός παράγοντας που στοχεύει στη διατήρηση της αθλητικής τάξης, στη διατήρηση του συστήματος, στη διατήρηση των αθλητικών δομών.

Έτσι το κάθε τι κατανοείται ως συνεισφορά στη συντήρηση του ήδη υπάρχοντος και φυσικά μια τέτοια άποψη αδυνατεί να συμπεριλάβει τα βαθύτερα νοήματα των κοινωνικών μεταβολών του αθλητισμού. Για παράδειγμα τα νοήματα της διαδικασίας της μεταβολής των αθλητικών αξιών, ( όταν αθλητικές κοινωνικές-ηθικές αξίες και οι αθλητικοί κανόνες χάνουν την προγενέστερη ισχύ τους).

Εάν επιδιώξουμε να εξηγήσουμε το αθλητικό φαινόμενο μέσα από τις λειτουργίες του τότε παραβλέπουμε το αίτιο που παράγει αυτό το αθλητικό φαινόμενο. Η λειτουργία ως αιτία ύπαρξής του γίνεται και αιτιατό.

Πιο απλά η αθλητική δράση σε μια τέτοια προοπτική δεν αφήνει κανένα περιθώριο για υποκειμενικότητα, εφόσον είναι ολοκληρωτικά προκαθορισμένη από την λειτουργία που της αποδίδεται. Είναι δηλαδή δομικά προκαθορισμένη!

Είναι παράδοξο να δεχτούμε αυτή την προοπτική επειδή λογικά το αθλητικό φαινόμενο δεν έπεται της λειτουργίας που επιτελεί, αλλά προϋπάρχει αυτής.

Αυτές οι σκέψεις σηματοδοτούν και το όριο χρήσης της θεώρησης αυτής σε μια κοινωνική περιοχή όπως αυτή του αθλητισμού που το υποκείμενο θεωρείται ότι διαδραματίζει έναν ουσιαστικότερο ρόλο σε σχέση με άλλα κοινωνικά συστήματα.

Για παράδειγμα πέραν των αθλητικών δομών υπάρχουν και τα συμφέροντα των υποκειμένων που δραστηριοποιούνται στο πλαίσιο αυτών των δομών. Υπάρχουν και τα διαφορετικά μέσα τα οποία έχουν αυτά για να δράσουν και τα οποία παραπέμπουν σε διαφορετικές ευκαιρίες. Με βάση αυτές τις ευκαιρίες που μπορεί να σχετίζονται με κοινωνική προέλευση, η κοινωνική τάξη κ.λπ. παράγονται ανισότητες.

Ή για παράδειγμα στην προοπτική της επαγγελματικοποίησης των αθλητικών ρόλων ο λόγος που κάνει τους αθλητές υψηλού επιπέδου να κάνουν πολύωρες προπονήσεις σε καθημερινή βάση δεν θεωρεί κανείς ότι παρακινούνται από τις οικουμενικές αθλητικές αξίες, αλλά το κάνουν αν όχι αποκλειστικά αλλά ταυτόχρονα και για βιοποριστικούς λόγους.

Το ίδιο και όταν ένας επιχειρηματίας όταν επενδύει σε μια αθλητική ομάδα, δεν το κάνει χάριν προαγωγής των οικουμενικών αθλητικών αξιών αλλά για το οικονομικό κέρδος.

Ο δομολειτουργισμός επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον του στο κανονιστικό σύστημα του αθλητισμού (+αθλητικές αξίες) αδυνατεί να συμπεριλάβει στο αναλυτικό και κατ’ επέκταση εξηγητικό του πλαίσιο υλικά συμφραζόμενα, αντικειμενικά συμφέροντα των εμπλεκομένων στην αθλητική δραστηριότητα.

Εδώ συμπληρωματικά μπορούμε να αναζητήσουμε εξηγήσεις στο πλαίσιο της θεωρίας των συγκρούσεων (R. Dahrendorf, και L. Coser) όπου μπορεί να αναγνωριστεί ότι στο αθλητικό σύστημα πέραν των αξιών και των κανόνων έχουμε και συγκρουόμενα συμφέροντα.